ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθ. Αρ.: 7304/2022

 

23 Φεβρουαρίου, 2024

 [Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

N.M.L.

Αιτήτρια

-και-

 

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΑΣΥΛΟΥ

Καθ' ων η Αίτηση

Εμφανίσεις:

Ι. Ιάσονος (κα), Δικηγόρος για την Αιτήτρια

Ν. Τζιρτζιπή (κα), Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα, Δικηγόρος για τους Καθ' ων η Αίτηση.

Η Αιτήτρια παρούσα

 

          Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με την παρούσα προσφυγή η Αιτήτρια προσβάλλει την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, επιστολής ημερομηνίας 11/11/22 (της κοινοποιήθηκε αυθημερόν), με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα της για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας ως άκυρη, αντισυνταγματική, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε νομιμου αποτελέσματος και αδικαιολόγητη, είναι αποτέλεσμα μη χρηστής διοίκησης, κατάχρησης εξουσίας, πλάνης και κακής εφαρμογής του Νόμου.  

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Η Αιτήτρια, υπήκοος της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό, υπέβαλε αίτηση για διεθνή προστασία στις 20/04/21, στις 18/10/22 πραγματοποιήθηκε η συνέντευξη της και στις 31/10/22 ετοιμάστηκε έκθεση/εισήγηση. Ακολούθησε απόρριψη της αίτησης από  εξουσιοδοτημένο από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργό, απόφαση που αποτελεί και το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Είναι ισχυρισμός της συνηγόρου της Αιτήτριας ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι πεπλανημένη, λήφθηκε καθ΄ υπέρβαση και/ή κατάχρηση εξουσίας, αντιβαίνει τις γενικές αρχές του διοικητικού δικαίου και παραβιάζει το Ενωσιακό και το Διεθνές Δίκαιο. Αναφέρει ότι το πρακτικό της συνέντευξη της καταγράφεται στην αγγλική γλώσσα, ενώ γνωρίζει την Lingala. Αναγκάστηκε να υπογράψει τα πρακτικά της συνέντευξης χωρίς να αναγνώσει και/ή γνωρίζει και/ή να μπορεί να προβεί σε διορθώσεις του περιεχομένου της συνέντευξης της. Επίσης, η συνέντευξη διενεργήθηκε στην γαλλική την οποία δεν γνωρίζει πολύ καλά (γεγονός που επιβεβαιώνεται από τη λειτουργό) και είναι φανερό ότι η Αιτήτρια δεν αντιλαμβανόταν και δεν μπορούσε να εκφραστεί ελεύθερα τους ισχυρισμούς της (λόγω και του χαμηλού μορφωτικού της επιπεδου). Θα πρέπει, τονίζει, να ακυρωθεί ολόκληρη η διαδικασία της συνέντευξης, να μην ληφθεί υπόψη και/ή να επαναληφθεί. Δεν έγινε ούτε εξατομικευμένη αξιολόγηση της περίπτωση της, δεν λήφθηκε υπόψη η φυλή της και τα όσα περιέγραψε ότι βίωσε και απορρίπτει τα ευρήματα του λειτουργού περί αντιφάσεων, ελλείψεων με περιορισμένη την ικανότητα επικοινωνίας της Αιτήτριας κατά την συνέντευξη. Δεν έγινε αξιολόγηση κινδύνου για την επιστροφή της, τις συνθήκες που επικρατούν στην χώρα της αναφορικά με γυναίκες, ότι ανήκει σε ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα και ότι διεθνείς αναφορές υποδεικνύουν παντελή έλλειψη προστασίας από το κράτος.    

Η έρευνα της Υπηρεσίας Ασύλου, όπως διατείνεται, ήτο ελλιπής και ο τρόπος που υποβλήθηκαν τα ερωτήματα κατά την συνέντευξη δεν ήτο εξατομικευμένα με αποτέλεσμα να της αποστερήσουν να εκφράσει τα προβλήματα και/ή την δίωξη που αντιμετωπίζει που την οδήγησαν στην υποβολή αίτησης διεθνούς προστασίας. Πρόσθετα είναι η θέση της ότι η Υπηρεσία Ασύλου δεν άσκησε ορθά την διακριτική της ευχέρεια, ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι πεπλανημένη και αναιτιολόγητη. Ούτε εξετάστηκε επαρκώς κατά πόσο εμπίπτει τουλάχιστον στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.

 

Οι Καθ' ων η αίτηση απαντούν ότι οι ισχυρισμοί της Αιτήτριας κρίθηκαν αναξιόπιστοι από την Υπηρεσία Ασύλου, καθότι υπήρχαν ανακρίβειες και έλλειψη λεπτομερειών και συνεκτικότητας στους ισχυρισμούς της. Αναφορικά με την γλώσσα επικοινωνίας κατά την συνέντευξη υποστηρίζουν ότι έγινε σε γλώσσα που κατανοούσε η Αιτήτρια, έγινε με σεβασμό και ευαισθησία προς αυτήν και δόθηκε επαρκής/εύλογος χρόνος για να τεκμηριώσει την εσωτερική της αξιοπιστία. Βάσει της ανάλυσης του λειτουργού και των ευρημάτων του η απόφαση απόρριψης ασύλου της Αιτήτριας είναι αιτιολογημένη,  λήφθηκε μετά από δέουσα έρευνα και εξατομικευμένη αξιολόγηση της περίπτωσης της και αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα ουσιώδη στοιχεία, γεγονότα, περιστατικά και πληροφορίες της χώρας καταγωγής της Αιτήτριας.

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

Οι διατάξεις του Άρθρου 18 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 έως 2023 (Ν.6(Ι)/2000) υπό τον τίτλο «Αρχές που διέπουν τις διαδικασίες ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου και άλλων αρχών της Δημοκρατίας» προνοούν, μεταξύ άλλων και στην έκταση που μας ενδιαφέρει, τα εξής:

 

«18.(1) Κατά τη διάρκεια οποιασδήποτε προσωπικής συνέντευξης πραγματοποιείται με τον αιτητή, στα πλαίσια είτε της ταχύρυθμης είτε της κανονικής διαδικασίας εξέτασης αιτήσεων, κανένα πρόσωπο πλην του αιτητή, του δικηγόρου ή του νομικού του συμβούλου, του αρμόδιου λειτουργού, του κηδεμόνα ανηλίκου και του αναγκαίου διερμηνέα δύναται να παρευρίσκεται, εκτός εάν άλλως ζητήσει ο ίδιος ο αιτητής.

[...]

(2) Κατά την υποβολή της αίτησης, κατά την εξέταση της αίτησης και όποτε άλλοτε οι αρχές της Δημοκρατίας καλούν τον αιτητή, παρέχονται στον αιτητή δωρεάν υπηρεσίες διερμηνέα, όπου αυτό είναι αναγκαίο, για δε τους σκοπούς του παρόντος άρθρου θεωρείται ότι αυτό είναι πάντοτε αναγκαίο στην περίπτωση κατά την οποία η Υπηρεσία Ασύλου καλεί τον αιτητή σε προσωπική συνέντευξη και δεν είναι δυνατή η απαραίτητη επικοινωνία χωρίς τις υπηρεσίες αυτές.

(2Α) (α) Ο αρμόδιος λειτουργός που διεξάγει προσωπική συνέντευξη με τον αιτητή σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο-

(i) δύναται να μεριμνά για την ακουστική ή/και οπτικοακουστική καταγραφή της προσωπικής συνέντευξης και, σε τέτοια περίπτωση, λαμβάνει τα δέοντα μέτρα ώστε η καταγραφή ή/και το κείμενο της απομαγνητοφώνησης να διατίθεται σε σχέση με το φάκελο του αιτητή∙

(ii) είτε συντάσσει διεξοδική και εμπεριστατωμένη γραπτή έκθεση η οποία περιλαμβάνει όλα τα ουσιώδη στοιχεία επί των γεγονότων, είτε απομαγνητοφωνεί την τυχόν ακουστική ή/και οπτικοακουστική καταγραφή της προσωπικής συνέντευξης∙

(iii) παρέχει την ευκαιρία στον αιτητή να διατυπώσει τυχόν παρατηρήσεις ή/και να παράσχει διευκρινίσεις προφορικά ή/και γραπτώς σε σχέση με τυχόν εσφαλμένες μεταφράσεις ή παρερμηνείες που περιλαμβάνονται στην γραπτή έκθεση ή στο κείμενο της απομαγνητοφώνησης, στο τέλος της προσωπικής συνέντευξης ή εντός καθορισμένου χρονικού ορίου πριν λάβει απόφαση ο Προϊστάμενος επί της αίτησης∙

(iv) για τους σκοπούς της υποπαραγράφου (iii), ενημερώνει πλήρως τον αιτητή για το περιεχόμενο της γραπτής έκθεσης ή για ουσιώδη στοιχεία του κειμένου της απομαγνητοφώνησης, με τη συνδρομή διερμηνέα εάν είναι απαραίτητο, και κατόπιν ζητά από τον αιτητή να επιβεβαιώσει ότι το περιεχόμενο της γραπτής έκθεσης ή του κειμένου της απομαγνητοφώνησης αντικατοπτρίζει σωστά την συνέντευξη· σε περίπτωση που ο αιτητής αρνείται να επιβεβαιώσει ότι το περιεχόμενο της  γραπτής έκθεσης ή του κειμένου της απομαγνητοφώνησης αντικατοπτρίζει σωστά την προσωπική συνέντευξη, οι λόγοι άρνησής του καταχωρίζονται στον προσωπικό του φάκελο και η άρνηση αυτή δεν εμποδίζει τον Προϊστάμενο να λάβει απόφαση επί της αίτησης.

[...]»

 

[ο τονισμός δικός μου]

Το δε Άρθρο 12(1)(β) της Οδηγίας 2013/32/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 26ης Ιουνίου 2013 σχετικά με κοινές διαδικασίες για τη χορήγηση και ανάκληση του καθεστώτος διεθνούς προστασίας (αναδιατύπωση), προνοεί ότι:

 

«1. Τα κράτη μέλη, με τις διαδικασίες του κεφαλαίου III, μεριμνούν ώστε να παρέχονται σε όλους τους αιτούντες οι ακόλουθες εγγυήσεις:

[…]

β) να τους παρέχονται υπηρεσίες διερμηνέα, όταν αυτό είναι απαραίτητο για να εκθέσουν την περίπτωσή τους στις αρμόδιες αρχές. Τα κράτη μέλη θεωρούν απαραίτητο να παρέχουν αυτές τις υπηρεσίες τουλάχιστον όταν ο αιτών πρέπει να εξετασθεί στο πλαίσιο συνέντευξης όπως αναφέρεται στα άρθρα 14 έως 17 και 34 και δεν μπορεί να εξασφαλισθεί η δέουσα επικοινωνία χωρίς διερμηνέα. Σε αυτήν την περίπτωση και σε άλλες περιπτώσεις όπου οι αρμόδιες αρχές καλούν τον αιτούντα, οι εν λόγω υπηρεσίες αμείβονται από το Δημόσιο·»

 

[ο τονισμός δικός μου]

 

Καθίσταται σαφές τόσο από τις πρόνοιες εθνικής νομοθεσίας όσο και από την ίδια την Οδηγία, που αφορά κοινές διαδικασίες για τη χορήγηση και ανάκληση του καθεστώτος διεθνούς προστασίας, ότι η διερμηνεία στα πλαίσια της συνέντευξης αιτούντα άσυλο παρέχεται όπου αυτή είναι αναγκαία και/ή στην περίπτωση κατά την οποία δεν μπορεί να εξασφαλισθεί η δέουσα επικοινωνία (μεταξύ λειτουργού-εξεταστή και αιτούντα άσυλο) χωρίς διερμηνέα. Η Αιτήτρια στην αίτηση ασύλου της καταγράφει ότι μητρική της γλώσσα είναι Lingala και αντιλαμβάνεται και την Γαλλική (ερυθρό 2 του διοικητικού φακέλου στο εξής «ΔΦ»), όλη η διαδικασία της συνέντευξης διενεργήθηκε στην Γαλλική γλώσσα (ερυθρό 46 ΔΦ) και όλο το πρακτικό της συνέντευξης είναι συνταγμένο στην Αγγλική γλώσσα (σημειώνεται ότι δεν απαιτείται από τις πρόνοιες της νομοθεσίας και οδηγίας το πρακτικό της συνέντευξης να είναι στην γλώσσα του αιτούντα άσυλο). Με το πέρας της συνέντευξης και/ή από τα ερυθρά 46-31 ΔΦ προκύπτει ότι τόσο ο λειτουργός, διερμηνέας και η Αιτήτρια υπέγραψαν κάθε σελίδα της συνέντευξης. Στο τέλος των πρακτικών της συνέντευξης, η Αιτήτρια υπέγραψε το εξής περιεχόμενο: «I, the undersigned, confirm that all information in the form is true and accurate. I have fully understood in French, which is a language that I fully understand, all the information provided by the competent officer regarding the asylum procedures, concerning my rights and obligations and the questions addressed to me. I confirm that the recorded responses accurately reflect my statements. Therefore, I declare that I do not wish to change any statements nor to question any of the information submitted in the interview», βεβαιώνοντας πως όσα καταγράφονται (στο πρακτικό) αντικατοπτρίζουν επακριβώς τις δηλώσεις της. Ούτε προκύπτει, από τα πρακτικά της συνέντευξης και/ή τα στοιχεία του φακέλου ότι δεν αντιλαμβανόταν την διαδικασία ή την οποιαδήποτε ερώτηση και θα μπορούσε σε κάθε περίπτωση να ζητήσει οποιεσδήποτε διευκρινίσεις από τον διερμηνέα (Βλέπε Abul Kalam Kalam ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 585). Επιπλέον και στο πρακτικό της συνέντευξης (ερυθρό 45 ΔΦ) γίνεται ενδελεχής ενημέρωση της για την διαδικασία της συνέντευξης, της διενέργειας της στην Γαλλική και/ή κατά πόσο είναι σε θέση να παρακολουθήσει την διαδικασία, ειδικότερα εντοπίζονται τα ακόλουθα:

 

«CO: […] First of all, I would like to confirm that the language that we are going to conduct the interview is French, which as stated in your application form is native language for you, is this correct? 

IC: Yes

CO: Good, so is our interpreter and he will interpret everything that you and I say to each other. Please note that the interpreter will take no part in the decision making for your case and his sole purpose here today is to facilitate communication between us. His role is neutral and impartial.

CO: Before continuing to inform you about the procedure I would like to ask you if you can understand the interpreter?

IC: Yes.

CO: In case, during the interview there is any issue regarding the interpretation or if you face any difficulty in understanding/ or communication, please let me know immediately.

[…]

CO: Did you understand everything I have explained to you? 

IC: No. The questions will come but for the moment, no questions.

CO: Are you in good condition (fit) to proceed with the interview today?

IC: Yes.

CO: In general, do you face any health/medical issues? […]

IC: I have lots of headache, besides this I have stomach aches. […]

CO: But today you are okay to conduct the interview, do you face these issues today?

IC: No, I’ m okay, we can continue».

 

Σημειώνεται ότι, και στην επιστολή κοινοποίησης της προσβαλλόμενης απόφασης (που υπογράφει η Αιτήτρια ότι έλαβε γνώση και επισυνάπτεται στην προσφυγή της) έγινε διερμηνεία στην Γαλλική γλώσσα (ερυθρό 111 ΔΦ). Επομένως, δεν εντοπίζω οτιδήποτε παράτυπο, παράνομο και μεμπτό στην διαδικασία που ακολουθήθηκε που μπορεί να οδηγήσει σε ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης. Η δε διαδικασία της συνέντευξης ήτο σε πλήρη σύμπνοια με τα Άρθρα 13, 13Α και 18 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023 (Ν.6(Ι)/2000) και οι σχετικοί ισχυρισμοί επί αυτού του σημείου απορρίπτονται στο σύνολο τους ως αβάσιμοι. Ούτε ανατράπηκε το τεκμήριο της κανονικότητας που διέπει διοικητικές πράξεις της διοίκησης, με βάση τη πάγια νομολογία. Όπως τονίστηκε στην Υπόθ.Αρ.801/1999, Μαυρονύχη v. Δημοκρατίας,  ημερ.12/03/2001, η διοίκηση τεκμαίρεται πως λειτουργεί σύμφωνα με το Νόμο, εκτός όπου καθαρά αποδεικνύεται πως αυτό δεν συμβαίνει. Στην προκειμένη περίπτωση δεν προκύπτει από τα ενώπιον μου στοιχεία να έχουν επισυμβεί τα όσα υποδεικνύονται από την συνήγορο της Αιτήτριας (Βλέπε Χριστίνα Μιχαηλίδου ν. Δημοκρατίας, (2009) 4 Α.Α.Δ. 929). Στο πλαίσιο δε της κανονικότητας των διοικητικών πράξεων, επί των οποίων υπάρχει μαχητό τεκμήριο, δεν νοείται ανατροπή του με τα όσα επιχειρηματολογεί η πλευρά της Αιτήτριας μέσω της συνηγόρου της. Ούτε έχει προσκομιστεί οποιαδήποτε μαρτυρία επί αυτού του λόγου ακύρωσης που να ανατρέπει τα όσα προκύπτουν από το περιεχόμενο του φακέλου της Αιτήτριας.

 

Το Δικαστήριο λαμβάνοντας υπόψη τα όσα υποστηρίζονται από την δικηγόρο της Αιτήτριας, αυτά που απάντησαν οι Καθ΄ ων η αίτηση, του περιεχομένου της συνέντευξης, της σχετικής έκθεσης/εισήγησης και αντλώντας τις εξουσίες που ορίζονται στο Άρθρο 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 έως 2023 (Ν. 73(I)/2018), προχωρεί σε εξέταση της ουσίας του αιτήματος ασύλου σε συνδυασμό με τους εγειρόμενους λοιπούς λόγους ακύρωσης όπως καταγράφονται συνοπτικά ανωτέρω.

 

Με το αίτημα για διεθνή προστασία η Αιτήτρια καταγράφει ότι έφυγε από τη χώρα καταγωγής της λόγω πρακτικών εξαναγκαστικού γάμου. Πρόβαλε ότι μετά τον θάνατο των γονιών της ξεκίνησε να διαβιεί με τη θεία και τον θείο της οι οποίοι την εξανάγκασαν σε γάμο με τον ξάδερφό της, για λόγους φυλετικών εθίμων. Επειδή αρνήθηκε, δήλωσε ότι υπέστη κακομεταχείριση, ότι διακόπηκαν οι σπουδές της και πως δέχτηκε απειλές θανάτου. Για τον λόγο αυτό έφυγε από την οικία όπου διέμενε και ξεκίνησε να διαμένει στον δρόμο (ερυθρό 1 & 27 ΔΦ).

 

Κατά την ελεύθερη αφήγησή της δήλωσε ότι μετά τον θάνατο του πατέρα της τον 12ο/2018 και την εγκατάλειψη της ιδίας και της αδερφής της από τη μητέρα τους τον 7ο/2019, ξεκίνησε μαζί με την αδερφή της να διαβιεί με τον θείο και τη θεία της. Εξήγησε, πως οι γονείς της ήταν ξαδέρφια και ότι, σύμφωνα με τις παραδόσεις της φυλής της, τα ξαδέρφια παντρεύονται μεταξύ τους. Για τον λόγο αυτό, οι θείοι της την ανάγκασαν να συνάψει σχέση με τον ξάδερφό της με σκοπό να παντρευτούν, πράγμα το οποίο και η ίδια αλλά και ο ξάδερφός της αρνήθηκαν. Κατόπιν πιέσεων και απειλών, ο ξάδερφός της δέχτηκε τον γάμο ενώ η ίδια συνέχισε αρνείται λόγω του ότι η Χριστιανική θρησκεία απαγορεύει τον γάμο με συγγενείς εξ’ αίματος. Ανέφερε, ότι ο ξάδερφός της την κακοποιούσε σεξουαλικά, με τους θείους της να λένε ότι οι βιασμοί που υφίστατο ήταν κάτι το φυσιολογικό λόγω του ότι ο συγκεκριμένος άντρας ήταν ο σύζυγός της. Προσέθεσε πως όταν αρνιόταν να συνευρεθεί σεξουαλικώς μαζί του, δεχόταν σωματική βία και άσχημη συμπεριφορά (ερυθρά 39/4Χ – 6Χ, 38/1Χ – 2Χ ΔΦ). Όταν συνειδητοποίησε ότι ήτο έγκυος οι θείοι της, της έδωσαν ορισμένα παραδοσιακά βότανα προκειμένου να τερματιστεί η κύησή της, χωρίς να της παρασχεθεί κάποια ιατρική βοήθεια (ερυθρά 38/3Χ ΔΦ). Μετά το εν λόγω περιστατικό έφυγε από το σπίτι και διέμενε στο δρόμο. Περιέγραψε πως μία ημέρα συνάντησε μία κυρία που της πρότεινε να εργαστεί στην οικία της ως εσωτερική οικιακή βοηθός, πράγμα που αποδέχθηκε (ερυθρά 38 4Χ – 5Χ ΔΦ). Όταν ξεκίνησε να ζει εκεί, ο σύζυγος της εργοδότριας της, της ζητούσε να συνευρεθούν σεξουαλικώς, πρόταση που απέρριψε. Ανέφερε ότι μετέφερε στη σύζυγό τα λόγια του συζύγου της, όμως, δεν έγινε πιστευτή. Στην συνεχεία περιέγραψε ότι ο σύζυγος ξεκίνησε να την κακοποιεί και μία ημέρα η εργοδότρια της, γυρίζοντας στην οικία νωρίτερα, ανακάλυψε την Αιτήτρια να συνευρίσκεται σεξουαλικώς με τον σύζυγό της. Δέχτηκε σωματική βία και απειλήθηκε η ζωή της με ένα μαχαίρι αλλά διέφυγε (ερυθρά 38/6Χ – 8Χ, 37/1Χ ΔΦ). Ως προς το τι φοβάται ότι θα της συμβεί σε περίπτωση επιστροφής της, ισχυρίστηκε ότι δε θέλει να επιστρέψει πίσω (ερυθρά 33 ΔΦ).

 

Σε διευκρινιστικές ερωτήσεις που τέθηκαν στην Αιτήτρια, απάντησε αρνητικά εάν έλαβε χώρα κάποιου είδους γαμήλια τελετή (ερυθρά 36/1Χ ΔΦ). Ερωτηθείσα σε πόσο διάστημα από τον 7ο/2019 της ειπώθηκε ότι έπρεπε να παντρευτεί τον ξάδερφό της, απάντησε πως «δεν πήρε χρόνο» και επανέλαβε πως στην αρχή αρνήθηκε και η ίδια και ο ξάδερφός της, ωστόσο ο τελευταίος εν συνεχεία το αποδέχτηκε (ερυθρά 36/4Χ ΔΦ). Η Αιτήτρια σε ερώτηση για τον λόγο που δεν δηλώθηκε αρχικά η εθνοτική της καταγωγή (Bayanzi), απάντησε ότι δεν είχε καταλάβει την ερώτηση. Αναφορικά με την εγκυμοσύνη της δήλωσε πως τα συγκεκριμένα παραδοσιακά βότανα που της δόθηκαν ήταν προκειμένου να τερματιστεί η κύηση, καθώς οι θείοι της κατάλαβαν ότι έχει μείνει έγκυος. Ως προς τον λόγο που επιθυμούσαν να τερματιστεί η κύηση της, η Αιτήτρια δεν έδωσε σαφή απάντηση και δήλωσε άγνοια (ερυθρά 35/1Χ – 4Χ ΔΦ). Αναφορικά με την εργασία της ως εσωτερική οικιακή βοηθός, επανέλαβε στην ουσία τα όσα είπε στα πλαίσια ελεύθερης αφήγησης καθώς και τις επιθέσεις που δεχόταν από το σύζυγο της εργοδότριας της και τη συχνότητα σεξουαλικής κακοποίησής της (ερυθρά 33 ΔΦ). Δεν κατέφυγε στις αρχές για προστασία και καταγγελία, διότι δεν είχε χρηματικούς πόρους. Απάντησε σε ερώτηση του λειτουργού ότι η εργοδότρια της θα την καταδιώξει όπου και αν πάει, ότι έχει επαφές και συνεπώς, μπορεί να την εντοπίσει.

 

Με βάση το περιεχόμενο της Έκθεσης/Εισήγησης έγιναν αποδεκτά τα προσωπικά στοιχεία της Αιτήτριας, ήτοι η  υπηκοότητα, καταγωγή/διαμονή, σχετικά στοιχεία του προφίλ της και οικογενειακό περιβάλλον  (ερυθρό 100-98 ΔΦ). Ωστόσο το στοιχείο περί της εθνοτικής καταγωγής της, ήτοι ότι ανήκει στην εθνοτική ομάδα των Bayanzi, δεν έγινε αποδεκτός. Αρχικά η Αιτήτρια ισχυρίστηκε ότι δεν ανήκει σε κάποια συγκεκριμένη φυλή, ενώ αργότερα δήλωσε ότι η οικογένειά της κατάγεται από τη φυλή Bayanzi. Σε διευκρινιστική ερώτηση του λειτουργού η απάντηση της κρίθηκε μη ικανοποιητική και ότι η εσωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού πάσχει. Σημειώνεται επί αυτού του σημείου ότι ούτε στην αίτηση ασύλου της καταγράφει φυλή ή εθνοτική καταγωγή της (ερυθρό 2 ΔΦ).  

 

Απορρίφθηκαν και οι ισχυριζόμενοι λόγοι που επικαλέστηκε ότι την οδήγησαν να εγκαταλείψει την χώρα της λόγω έλλειψης εσωτερικής αξιοπιστίας. Ειδικότερα, αναφορικά με τον ισχυρισμό περί του ήταν θύμα εξαναγκαστικού γάμου με τον ξάδερφό της, διαπιστώθηκαν τα ακόλουθα:

- η αρχική άγνοια της Αιτήτριας περί της εθνοτικής της καταγωγής της και ο μετέπειτα αναιτιολόγητος ισχυρισμός της περί του ότι ανήκει στην εθνοτική ομάδα των Bayanzi (ερυθρά 43/3Χ, 39/5Χ, 36/5Χ ΔΦ),

- ουδέποτε είχε συμμετάσχει σε κάποια παραδοσιακή τελετή γάμου,

- δεν αναφέρθηκε στις παραδόσεις και στα έθιμα της κατ’ ισχυρισμό φυλής της αναφορικά με τις πρακτικές γάμου, στοιχείο που θα ήταν εύλογο να έχει αναφερθεί (ερυθρά 36/1Χ ΔΦ),

- μη ευλογοφανής κρίθηκε η εξήγηση της περί του ότι της δόθηκε κάποιο παραδοσιακό «φάρμακο» προκειμένου να τερματιστεί η κύησή της, καθότι έρχεται σε αντίθεση με το ότι οι θείοι της επιθυμούσαν να την παντρέψουν με τον ξάδερφό της,

- ούτε παρείχε κάποια λογική εξήγηση ως προς το γιατί οι θείοι της επιθυμούσαν να τερματιστεί η κύησή της (ερυθρά 35/1Χ – 4Χ ΔΦ),

-  δεν πρόσφερε πληροφορίες κατά την συνέντευξη σε σχέση με την εθνοτική ομάδα των Bayanzi που να ανταποκρίνονται στις πληροφορίες εξωτερικών πηγών,

 

Αναφορικά με τον ισχυρισμό της ότι αντιμετωπίζει φόβο δίωξης από την εργοδότρια της λόγω ερωτικής σχέσης με τον σύζυγό της, ο οποίος όμως την βίαζε διαπιστώθηκαν τα ακόλουθα:

- επισημάνθηκε ότι είναι άμεσα συνδεδεμένος με τον ανωτέρω ισχυρισμό, ο οποίος απορρίφθηκε και η εσωτερική του αξιοπιστία είχε εκ προοιμίου πληγεί,

- η Αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να αναφέρει επαρκείς πληροφορίες για το προφίλ της σπιτονοικοκυράς της και του συζύγου της, καθώς δε γνώριζε να απαντήσει με λεπτομέρεια και σαφήνεια ως προς το με τι απασχολούνταν (ερυθρά 34 1Χ – 3Χ ΔΦ),

- δεν παρείχε τον απαραίτητο αριθμό λεπτομερειών και οι απαντήσεις που έδωσε δεν ήταν ικανοποιητικές και περιείχαν υπεκφυγές και μη ευθείες απαντήσεις για την οικία όπου διέμενε (ερυθρά 34/4Χ – 5Χ ΔΦ),

- η περιγραφή του συζύγου, ήτοι του φερόμενου κακοποιητή της, ήτο ανεπαρκής και/ή ελλιπής (ερυθρά 33/ 1Χ ΔΦ),

- δεν ήταν σε θέση να απαντήσει συνεκτικά και λεπτομερώς αναφορικά με την «δύναμη» που είχε η σπιτονοικοκυρά της, απαντώντας γενικά και αόριστα ότι σύμφωνα με τα όσα της είπε η ίδια έχει διασυνδέσεις και μπορεί να την εντοπίσει (ερυθρά 33/2Χ ΔΦ),

- δεν κατάφερε να τεκμηριώσει τον λόγο που η γυναίκα αυτή θέλει ακόμα να της κάνει κακό από τη στιγμή που δεν αποτελεί πλέον «απειλή» για τον γάμο της (ερυθρά 33/3Χ ΔΦ),

- ούτε ο συγκεκριμένος ισχυρισμός είχε προβληθεί από την Αιτήτρια κατά την καταγραφή της αίτησης διεθνούς προστασίας της,

- συνολικά οι απαντήσεις της δεν υποδείκνυαν μία γνήσια προσωπική εμπειρία, αφού από την εξιστόρησή της έλειπε το προσωπικό στοιχείο που εύλογα θα αναμενόταν από ένα άτομο που περιγράφει εμπειρίες βιωθείσες από τον ίδιο,

- ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού δεν ήτο εφικτή η εύρεση εξωτερικών πηγών πληροφόρησης. Ωστόσο, καταγράφεται στην Έκθεση/Εισήγηση ότι στο διαβατήριό της Αιτήτριας (εκδόθηκε δύο μήνες πριν την αποχώρησή της) η διεύθυνση που έχει δοθεί είναι αυτή της λεωφόρου Kolokoso, όπου ισχυρίστηκε ότι διέμενε με τους συγγενείς της μεταξύ 7ου/2019 – 3ου/2020.

 

Μετά από αξιολόγηση των όσων αναφέρθηκαν κατά την συνέντευξη και των ευρημάτων του λειτουργού κρίνεται αιτιολογημένη η κατάληξη του επί της εσωτερικής αναξιοπιστίας της Αιτήτριας. Οι ελλιπείς πληροφορίες για την φυλή της (άρρηκτα συνδεδεμένη με τον κατ’ ισχυρισμό εξαναγκαστικό της γάμο), οι συνθήκες γάμου/άμβλωσης, οι περιγραφές των πρωταγωνιστών του αφηγήματος της σε σχέση με τα περιστατικά εργοδότησης/σεξουαλικής κακοποίησης της, η μη ύπαρξη βιωματικών στοιχείων και γενικά οι εντοπιζόμενες από τον λειτουργό αντιφάσεις σε αριθμό δηλώσεων της Αιτήτριας αποδυναμώνουν σημαντικά τους δείκτες αξιοπιστίας της στο σύνολό τους. Ούτε από τις απαντήσεις της κρίνεται ότι παρείχε κάθε διαθέσιμη βοήθεια στον εξεταστή-λειτουργό της υπόθεσης της, ούτε οι ισχυρισμοί της παρουσιάζουν συνοχή και αληθοφάνεια. (Βλέπε Άρθρο 18 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000), βλέπε επίσης Πρακτικός Οδηγός της ΕΑΣΟ: Αξιολόγηση των Αποδεικτικών Στοιχείων, Μάρτιος 2015, σελ.11). Σύμφωνα, επίσης, και με την § 205 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών, η Αιτήτρια θα έπρεπε:

 

«(i) να λέει την αλήθεια και να βοηθά τον εξεταστή με κάθε δυνατό τρόπο με την τεκμηρίωση των ισχυρισμών του με κάθε δυνατό τρόπο.

(ii) Να κάνει προσπάθεια να υποστηρίξει τα λεγόμενά του με κάθε διαθέσιμο τεκμήριο και να δώσει ικανοποιητική επεξήγηση για κάθε απουσία τεκμηρίων. Αν είναι αναγκαίο πρέπει να καταβάλει προσπάθεια να προσκομίσει επιπρόσθετα τεκμήρια.

(iii) Να παρέχει όλες τις σχετικές πληροφορίες που αφορούν τον εαυτό του και τις προγενέστερες εμπειρίες του με όσο το δυνατόν περισσότερες λεπτομέρειες για να καταστήσει ικανό τον εξεταστή να αποδείξει τους σχετικούς ισχυρισμούς.  Αναμένεται ότι θα του ζητηθεί να δώσει μια συνεκτική εξήγηση όλων των λόγων που επικαλείται για υποστήριξη του αιτήματός του για προσφυγικό καθεστώς και θα πρέπει να απαντήσει σε όλες τις ερωτήσεις που θα του υποβληθούν.»

 

Ούτε θα μπορούσε να τύχει του ευεργετήματος της αμφιβολίας το οποίο δίνεται μόνο όταν έχουν προσκομισθεί όλα τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία και όταν ο εξεταστής είναι γενικά ικανοποιημένος από την αξιοπιστία του αιτούντα. (Βλέπε §204 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών) Τα γεγονότα της περίπτωσης της σε συνάρτηση με τα στοιχεία του φακέλου και τις αιτιάσεις της δεν προκύπτει να συντρέχουν στο πρόσωπο της εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά κριτήρια που μπορούν να στοιχειοθετήσουν το γεγονός ότι εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής της και δεν επιθυμεί να επιστρέψει σε αυτή λόγω δικαιολογημένου φόβου δίωξης (§37-38 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών). Η Αιτήτρια δεν ανήκει σε οποιαδήποτε πολιτική, θρησκευτική, εθνική, στρατιωτική ή κοινωνική οργάνωση ή ομάδα στη χώρα καταγωγής της, ενώ σε περίπτωση επιστροφής δεν θα αντιμετωπίσει οποιοδήποτε πρόβλημα από τις αρχές της χώρας της και δεν έχει ούτε καταδικασθεί, συλληφθεί, ή καταζητείται. Συνεπώς, η κατάληξη της Υπηρεσίας Ασύλου είναι αιτιολογημένη, λήφθηκε μετά από δέουσα έρευνα και στα πλαίσια του Νόμου καθότι από τα γεγονότα που τέθηκαν ενώπιον της και από τις παραστάσεις της Αιτήτριας δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του Άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000).

 

Ούτε η περίπτωση της εμπίπτει στις προϋποθέσεις παροχής σε αυτήν καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας. Ο λειτουργός εξέτασε κατά πόσο η Αιτήτρια θα υπόκειτο σε περίπτωση επιστροφής της στην χώρα καταγωγής σε οποιαδήποτε τέτοια σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη ως προσδιορίζεται στο Άρθρου 19 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000), καταλήγοντας ότι τέτοιος κίνδυνος δεν υφίσταται. Ουδείς εκ των ισχυρισμών που πρόβαλε τεκμηριώνει την ύπαρξη ουσιωδών λόγων ώστε να πιστεύεται ότι η ίδια προσωπικά, σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής της, θα υποβληθεί σε κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης ή σε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία και/ή σοβαρή βλάβη λόγω βίας ασκούμενης αδιακρίτως σε καταστάσεις ένοπλης σύρραξης βάσει του Άρθρου 15 της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ[1] που αντιστοιχεί στο Άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν. 6(Ι)/2000) Ειδικότερα όσον αφορά τη Κινσάσα, ο λειτουργός παρέθεσε αριθμητικά στοιχεία με βάση τα οποία προκύπτει ότι μεταξύ 21/10/21 και 21/10/22 υπήρξε κατά μέσω όρο 1 θάνατος ανά 1.400.000 πληθυσμού στην Κινσάσα (ερυθρό 91-89 ΔΦ). Η δε κατάσταση που επικρατεί σήμερα στη χώρα της για περιστατικά αδιάκριτης βίας υπό συνθήκες σοβαρές ενόπλων συγκρούσεων αφορούν ορισμένες γεωγραφικές περιοχές από τις οποίες δεν προέρχεται η Αιτήτρια.  Βάσει της έρευνας που προέβη και το Δικαστήριο, στην πόλη Κινσάσα, πρωτεύουσα της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό και τόπο καταγωγής και τελευταίας διαμονής της Αιτήτριας, δεν υπάρχει εσωτερική ή διεθνής ένοπλη σύρραξη[2]. Για την πληρότητα της έρευνας θα παρατεθούν και αριθμητικά δεδομένα από τη βάση δεδομένων Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED). Τα περιστατικά αφορούν συνολικά την επαρχία της Κινσάσα, για το διάστημα από 16/02/23 έως 16/02/24 όπου σημειώθηκαν στην περιφέρεια της 60 περιστατικά ασφαλείας, τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα τον θάνατο 70 ανθρώπων. Μεταξύ αυτών, 22 ήταν περιστατικά βίας κατά αμάχων (20 θάνατοι), 31 ήταν περιστατικά εξεγέρσεων / ταραχών (31 θάνατοι) και καταγράφηκαν 7 περιστατικά μαχών (7 θάνατοι).[3] Δεδομένου δε ότι ο συνολικός πληθυσμός της επαρχίας ανέρχεται το 2023 σε περίπου 14.565.700 κατοίκους,[4]  καθίσταται κατανοητό ότι ο ανωτέρω αναφερόμενος αριθμός θανάτων στην εν λόγω περιοχή από περιστατικά ασφαλείας (70 θάνατοι) δεν ανέρχεται σε τόσο υψηλά επίπεδα σε σχέση με τον συνολικό πληθυσμό της περιοχής, έτσι ώστε η κατάσταση στην εν λόγω περιοχή να μπορεί να χαρακτηριστεί ως ένοπλη σύρραξη επιφέρουσα συνθήκες αδιακρίτως ασκούμενης βίας. Βάσει, λοιπόν, αυτών των στοιχείων δεν προκύπτει ότι στον τόπο τελευταίας διαμονής της Αιτήτριας λαμβάνει χώρα διεθνής ή εσωτερική ένοπλη σύρραξη εντός του πλαισίου του Άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000).

 

Απορρίπτονται ως αβάσιμοι και οι ισχυρισμοί ότι ο λειτουργός δεν ερεύνησε επαρκώς μέσω εξωτερικών πηγών πληροφόρησης για τις συνθήκες επιστροφής της Αιτήτριας στη χώρα καταγωγής. Εμφανώς από τα ερυθρά 88-47 υπάρχει αριθμός πηγών και πληροφοριών που λήφθηκαν υπόψη για σκοπούς σύνταξης της Έκθεσης/Εισήγησης για στοιχεία που αφορούν το αίτημα της. Έγινε ενδελεχής ανάλυση στην αξιολόγηση κινδύνου επιστροφής της Αιτήτριας στη βάση των προσωπικών στοιχείων που έγιναν μερικώς αποδεκτά (πλην του στοιχείου περί της εθνοτικής καταγωγής της). Κρίθηκε δε ότι δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι σε περίπτωση επιστροφής της Αιτήτριας να αντιμετωπίσει δίωξη ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης ως νεαρή, υγιής γυναίκα, με στοιχειώδη εκπαίδευση και χωρίς περιστατικά στοχοποίησής της από τις κρατικές αρχές, χωρίς ενασχόληση με την πολιτική, τη δημοσιογραφία και τον ακτιβισμό και χωρίς ενδείξεις ότι αποτελεί μέλος ιδιαίτερης κοινωνικής ομάδας ή κοινότητας.

 

Με βάση όλα τα πιο πάνω καταλήγω ότι η Υπηρεσία Ασύλου μετά από ενδελεχή έρευνα (Βλέπε  Αντώνης Ράφτης ν. Δημοκρατίας, (2002) 3 Α.Α.Δ. 345 ), αιτιολογημένα (Βλέπε Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ.270) απέρριψε την αίτηση της Αιτήτριας. Το Δικαστήριο μετά από πραγματικό έλεγχο των περιστάσεων της Αιτήτριας καταλήγει στο ίδιο εύρημα ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του Άρθρου 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000).

 

Ως εκ τούτου, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται με €1300 έξοδα εναντίον της Αιτήτριας και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.

 

 

                         Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.



[1] του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας

[2] RULAC, Non-international Armed Conflicts in Democratic Republic of Congo, 13 April 2021, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.rulac.org/news/drc-a-new-conflict-in-ituri-involving-the-cooperative-for-development-of-th , UN Security Council Resolutions για τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό στη διεύθυνση: https://www.securitycouncilreport.org/un-documents/democratic-republic-of-the-congo/ , καθώς και το πλέον πρόσφατο ψήφισμα που υιοθετήθηκε στις 30/06/22, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.securitycouncilreport.org/atf/cf/%7B65BFCF9B-6D27-4E9C-8CD3-CF6E4FF96FF9%7D/s_res_2641.pdf , HRW, Democratic Republic of Congo, Events of 2021, 13 January 2021, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.hrw.org/world-report/2022/country-chapters/democratic-republic-congo , UNHCR, Attacks by armed groups displace 20 000 civilians in eastern DRC, 16 July 2021, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.unhcr.org/news/briefing/2021/7/60f133814/attacks-armed-group-displace-20000-civilians-eastern-drc.html , USAID, Democratic Republic of the Congo – Complex Emergency, Fact Sheet #3, 13 May 2022, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.usaid.gov/sites/default/files/documents/2022-05-13_USG_Democratic_Republic_of_the_Congo_Complex_Emergency_Fact_Sheet_3_0.pdf  και CFA, Global Conflict Tracker, Center for Preventive Action, Instability in the Democratic Republic of Congo, last updated 03 August 2022, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.cfr.org/global-conflict-tracker/conflict/violence-democratic-republic-congo , [ημερ. πρόσβασης 21/02/2024]

[3] Αccled, Kinshasa, reference period 16/02/23 – 16/02/24, διαθέσιμο σε https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard, [ημερ. πρόσβασης 21/02/2024]

[4] Macrotrends, Kinshasa Population, 2023, διαθέσιμο σε https://www.macrotrends.net/cities/20853/kinshasa/population,


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο