ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

 

          Νομική Αρωγή Αρ. 78/23

 

29 Φεβρουαρίου, 2024

 

[Χ. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, ΔΔΔΔΠ.]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΡΩΓΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΑΡ.1 ΤΟΥ 2003 ΚΑΙ ΤΟΝ

ΠΕΡΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΡΩΓΗΣ ΝΟΜΟ ΤΟΥ 2002 (Ν. 165(Ι)/2002)

 

 

ΑΙΤΗΣΗ ΑΠΟ:

 

1.    L. Κ. T.

                                                          2. B. A. K. T.

Αιτήτριες

......................

 

Η αιτήτρια εμφανίζεται προσωπικά

 

Σταυρούλα Σταύρου, Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας

 

{Παρών ο κύριος Ραφαήλ Ευαγγέλου, μεταφραστής για πιστή μετάφραση από Γαλλικά σε Ελληνικά και αντίστροφα}

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Χ. Μιχαηλίδου, ΔΔΔΔΠ.: Η αιτήτρια υπ’ αριθμόν 1 καταχώρησε την παρούσα αίτηση για παροχή προς αυτήν δωρεάν νομικής αρωγής, έτσι ώστε να της δοθεί η δυνατότητα να διορίσει δικηγόρο, για την προσφυγή που έχει ήδη καταχωρήσει εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 11/04/2023, σύμφωνα με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά της για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας που υπέβαλε για την ίδια και εκ μέρους της ανήλικης κόρης της.

 

Στο Γραπτό Σημείωμα που καταχωρήθηκε, από την ευπαίδευτη συνήγορο που εμφανίζεται για το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, περιγράφονται αναλυτικά τα γεγονότα τα οποία υποστηρίζονται και από σχετικά τεκμήρια, ως ακολούθως:  Η αιτήτρια υπ’ αριθμόν 1 είναι υπήκοος Καμερούν και η αιτήτρια υπ’αριθμόν 2 είναι η ανήλικη θυγατέρα της η οποία γεννήθηκε στην Κυπριακή Δημοκρατία. Η αιτήτρια υπ’ αριθμόν 1 εισήλθε παράνομα από τις μη ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές στις 07/07/2019. Στις 10/07/2019 υπέβαλε αίτηση για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας και στις 04/10/2022 και 19/12/2022 πραγματοποιήθηκαν προφορικές συνεντεύξεις της αιτήτριας υπ’ αριθμόν 1 από αρμόδιο λειτουργό του European Union Agency for Asylum (στο εξής “EUAA”). 

 

Στις 31/03/2023 αρμόδιος λειτουργός της EUAA ετοίμασε Έκθεση- Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου σχετικά με τη συνέντευξη της αιτήτρια υπ’ αριθμόν 1.  Στη συνέχεια, ο αρμόδιος εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός που εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου ενέκρινε στις 11/04/2023 την εισήγηση για απόρριψη της αίτησης της αιτήτρια υπ’ αριθμόν 1.  Στις 26/04/2023, η Υπηρεσία Ασύλου εξέδωσε επιστολή στην οποία συμπεριέλαβε την απόφασή της επί του αιτήματός της, η οποία κοινοποιήθηκε στις 08/05/2023 στην αιτήτρια υπ’ αριθμόν 1.  Η αιτήτρια υπ’ αριθμόν 1 καταχώρησε προσφυγή στο Δικαστήριο εναντίον της απορριπτικής απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου και στη συνέχεια, καταχώρησε την υπό εξέταση αίτηση για νομική αρωγή.

 

Το Γραπτό Σημείωμα με τα επισυνημμένα έγγραφα μεταφράστηκαν στην αιτήτρια υπ’ αριθμόν 1  και της δόθηκε χρόνος για να τοποθετηθεί επί του σημειώματος. Κατά το στάδιο της εξέτασης της αίτησης, η αιτήτρια υπ’ αριθμόν 1 ανέφερε ότι δεν συμφωνεί με την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου και πρόβαλε ωστόσο για πρώτη φορά ενώπιον του Δικαστηρίου ότι εκτός από νοσοκόμα στην χώρα της υπήρξε κοινωνική λειτουργός σε μια δική της οργάνωση που ονομάζεται «Assistance Grand âgege dor», προσφέροντας βοήθεια σε άτομα τρίτης ηλικίας.  Όπως περαιτέρω ανέφερε, η κυρία Ngandep για να πάρει εκδίκηση για τον θάνατο του παιδιού της, την κατηγόρησε στις αρχές. Τέλος, η αιτήτρια υπ’ αριθμόν 1 ανέφερε ότι κατά την διεξαγωγή της συνέντευξης δεν βρισκόταν σε καλή ψυχολογική κατάσταση.

 

Επιπρόσθετα, η αιτήτρια υπ’ αριθμόν 1, κατά την ενώπιον μου διαδικασία προσκόμισε 3 κλήσεις από τις αρχές της χώρας της με τις οποίες την καλούσαν όπως εμφανιστεί ενώπιον του τμήματος χωροφυλακής της AKWA-SUD συγκεκριμένες μέρες και ώρες. Επίσης, προσκόμισε «ραδιομήνυμα» με το οποίο καταζητείται ως ύποπτη για τα αδικήματα της ομοφυλοφιλίας και της μαστροπείας.

 

Η ευπαίδευτη συνήγορος των καθ’ ων η αίτηση μέσω του Γραπτού της σημειώματος αλλά και προφορικά στην ενώπιον μου δικαστική διαδικασία, αναφέρει πως το αίτημα των αιτητριών εξετάστηκε επιμελώς σε κάθε στάδιο της προβλεπόμενης από το νόμο διαδικασίας και η προσφυγή κατά της προσβαλλόμενης απόφασης δεν έχει πιθανότητες επιτυχίας. Η κυρία Σταύρου ισχυρίζεται ότι οι τρεις κλήσεις και το ραδιομήνυμα, τις οποίες η αιτήτρια υπ’ αριθμόν 1 παρέλαβε, προηγούνται της νόμιμης εξόδου της από το Καμερούν, γεγονός που δημιουργεί ερωτηματικά εφόσον η αιτήτρια υπ’ αριθμόν 1 αναχώρησε χωρίς να αντιμετωπίσει οποιοδήποτε πρόβλημα από την χώρα καταγωγής της.  Η συνήγορος των καθ’ ων η αίτηση υποστήριξε πως η υπό εξέταση αίτηση θα πρέπει να απορριφθεί.

 

Είναι χρήσιμο να αναφέρω πως η αιτήτρια υπ’ αριθμόν 1 στην αίτηση που υπέβαλε στην Υπηρεσία Ασύλου ανέφερε πως εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής της και αφίχθηκε στις μη ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές για να φροντίζει κάποιο ασθενή επειδή ήταν νοσοκόμα. Κατά την παραμονή της εκεί, υπήρξε θύμα βιασμού όπως επίσης και θύμα κακομεταχείρισης. Η αιτήτρια υπ’ αριθμόν 1 είχε τάσεις αυτοκτονίας και βρήκε κάποια κυρία η οποία την βοήθησε να ταξιδέψει για να είναι κάπου ασφαλής. Συνεχίζει την καταγραφή της αναφέροντας ότι έχει εφτά χρόνια επαγγελματική πείρα ως νοσοκόμα και κατηγορήθηκε για αδίκημα το οποίο επιφέρει ποινή φυλάκισης 10 χρόνων λόγω του ότι κάποιο παιδί που νοσηλευόταν στην κλινική όπου η αιτήτρια υπ’ αριθμόν 1 εργαζόταν, απεβίωσε κατά την διάρκεια επέμβασης. Λαμβάνοντας υπόψη ότι η ζωή της βρισκόταν σε κίνδυνο στις κεντρικές φυλακές New Bell στη Douala, ο γείτονάς της ο οποίος ήταν αστυνομικός, την βοήθησε να διαφύγει. Μια εβδομάδα αργότερα, οι αρχές του Καμερούν εξέδωσαν ένταλμα εναντίον της με την κατηγορία της ομοφυλοφιλίας. Η αιτήτρια υπ’ αριθμόν 1 ισχυρίζεται πως είναι αθώα και ότι η ζωή της είναι σε κίνδυνο και δεν είναι ασφαλής (ερυθρό 25, του διοικητικού φακέλου)

 

Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης της Υπηρεσίας Ασύλου, η αιτήτρια υπ’ αριθμόν 1 δήλωσε αρχικά ότι ο κύριος λόγος που εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής της ήταν γιατί καταδικάστηκε για ομοφυλοφιλία και εξώθησε σε πορνεία, «proxenetism» ένα είδος πορνείας, όπως η ίδια ανέφερε. Επιπρόσθετα, δήλωσε πως ακόμα ένας λόγος ήταν γιατί ενόσω βρισκόταν σε καθήκον ως νοσοκόμα, ο γιος της κυρίας Ngandep Matilde απεβίωσε κατά την διάρκεια επέμβασής του στην κλινική St Andre όπου η αιτήτρια υπ’ αριθμόν 1 κάποιες φορές εργαζόταν (σε κατοπινό στάδιο της συνέντευξης αναφέρει ότι εργαζόταν σε αυτή την κλινική κυρίως τα σαββατοκύριακα). Τότε, η κυρία Ngandep κατήγγειλε το περιστατικό κατά του προσωπικού για κακή διαχείριση και έλλειψη ικανότητας (ερυθρό 71, 1Χ, του διοικητικού φακέλου).  Στη συνεχεία, η αιτήτρια υπ’ αριθμόν 1 ανέφερε πως σε περίπτωση επιστροφής της στο Καμερούν η ζωή της θα τεθεί σε κίνδυνο γιατί η κυρία Ngandep κατήγγειλε το περιστατικό, προσθέτοντας πως κάποιος συνάδελφός της, που έλαβε μέρος στην επέμβαση και υπερασπίστηκε τον εαυτό του βρέθηκε νεκρός (ερυθρό 71, 2Χ, του διοικητικού φακέλου).

 

Αναφορικά με το περιστατικό θανάτου του παιδιού, η αιτήτρια υπ’ αριθμόν 1 δήλωσε ότι η κυρία Ngandep, γέννησε το παιδί της στην κλινική Inova, όπου εργαζόταν η αιτήτρια υπ’ αριθμόν 1. Μετά από στομαχόπονους που αντιμετώπιζε το παιδί, επέστρεψε στην κλινική για να πάρει ιατρική συμβουλή. Μετά από διάφορες εξετάσεις που διενεργήθηκαν, διαπιστώθηκε ότι το παιδί έπασχε από απόφραξη εντέρων. Επειδή δεν υπήρχε χειρούργος στην κλινική, το παιδί μεταφέρθηκε στην κλινική St Andre, για να διεξαχθεί η επέμβαση. Κατά την διάρκεια της επέμβασης, το παιδί δεν άντεξε την αναισθησία, έπαθε εγκεφαλικό και εν τέλει απεβίωσε (ερυθρά 71 & 72, του διοικητικού φακέλου). Η αιτήτρια υπ’ αριθμόν 1 τοποθέτησε χρονικά το περιστατικό τον Μάιο του 2019 (ερυθρό 70, 1Χ, του διοικητικού φακέλου).

 

Αναφορικά με το θέμα της ομοφυλοφιλίας, η αιτήτρια υπ’ αριθμόν 1 δήλωσε πως δεν ομοφυλόφιλη και όταν της ζητήθηκε να αναφέρει για ποιο λόγο κατηγορήθηκε για αυτό, δήλωσε ότι η κατηγορία συνδέεται με την κυρία Ngandep. Όταν η αιτήτρια υπ’ αριθμόν 1 ρωτήθηκε αν είχε ποτέ εμπλακεί σε πορνεία ή ομοφυλοφιλία, ή αν επρόκειτο για κατηγορία η οποία ήταν κατασκευασμένη για να την κατηγορήσουν για κάτι άλλο, η αιτήτρια υπ’ αριθμόν 1 ανάφερε ότι δεν είχε καμία σχέση με αυτές τις κατηγορίες και όταν πήγε να τις καταγγείλει, φυλακίστηκε. Στη συνέχεια οδηγήθηκε στο Ανώτατο Δικαστήριο του Ndokoti, όπου ο δικαστής  δεν της απηύθυνε ερωτήσεις σχετικές με το περιστατικό θανάτου του παιδιού και εν τέλει, ο εισαγγελέας απάγγειλε κατά της αιτήτρια υπ’ αριθμόν 1 κατηγορίες σχετικές με την πορνεία και την ομοφυλοφιλία (ερυθρό 71, του διοικητικού φακέλου).

 

Αναφορικά με την απόφαση του δικαστηρίου, η η αιτήτρια υπ’ αριθμόν 1 δήλωσε ότι κατηγορήθηκε για μαστροπεία και ομοφυλοφιλία, κατηγορίες που δεν συνδέονται με το θάνατο του παιδιού, ο οποίος όπως μας αναφέρει προήλθε από την επέμβαση (ερυθρό 69, 3Χ, του διοικητικού γφακέλου). Μετά την καταδικαστική απόφαση του Δικαστηρίου, η η αιτήτρια υπ’ αριθμόν 1 και άλλοι κατάδικοι τοποθετήθηκαν σε φορτηγά με την η αιτήτρια υπ’ αριθμόν 1  να καταφέρνει να δραπετεύσει κατά την διαδρομή της επιστροφής στην φυλακή αφού υπήρχε κυκλοφοριακή κίνηση στους δρόμους, ξέσπασε καβγάς μεταξύ των κατάδικων, άνοιξε η πόρτα  του φορτηγού και διέφυγε (ερυθρό 68, του διοικητικού φακέλου).

 

Η αιτήτρια υπ’ αριθμόν 1 ρωτήθηκε πως κατάφερε να ταξιδέψει νόμιμα από το αεροδρόμιο της Yaoundé αφού δραπέτευσε από τις φυλακές, με αυτή να απαντά ότι η μητέρα της την βοήθησε οικονομικά και κάποιος φίλος ονόματι Yannick, ο οποίος ήταν γείτονας χωροφύλακας, με διασυνδέσεις με χωροφύλακες στο αεροδρόμιο την βοήθησε να περάσει από τους ελέγχους (ερυθρό 68, του διοικητικού φακέλου). Κατά τις διευκρινιστικές ερωτήσεις σχετικά με το θέμα αυτό, η η αιτήτρια υπ’ αριθμόν 1 δήλωσε ότι ο γείτονας χωροφύλακας Yannick και η μητέρα της ήταν αυτοί που την βοήθησαν να οργανώσει το ταξίδι προς την Τουρκία και να της εξασφαλίσουν εργασία ως φροντίστρια σε κάποιο ηλικιωμένο άρρωστο άνδρα. Όπως ανέφερε κάποιος φίλος του Yannick, ονόματι Prosper θα την παραλάμβανε όταν θα έφτανε στην Τουρκία. Στη συνέχεια δήλωσε πως από την Τουρκία ταξίδεψε στο αεροδρόμιο Ercan, όπου εκεί την παρέλαβε κάποιος άγνωστος άνδρας και την οδήγησε στο σπίτι όπου θα εργαζόταν, αποστερώντας της το διαβατήριό, κάτι που όπως δήλωσε της φάνηκε περίεργο (ερυθρό 67, του διοικητικού φακέλου).

 

Αναφορικά με το θέμα εμπορίας προσώπων, η η αιτήτρια υπ’ αριθμόν 1 δήλωσε ότι κατά την διάρκεια της παραμονής της στις μη ελεγχόμενες από τη Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές όπου μετέβη για να εργαστεί, έπεσε θύμα σεξουαλικής κακοποίησης και κακομεταχείρισης από τον υιό του εργοδότη της (ερυθρό 67, του διοικητικού φακέλου).  Κατά την παραμονή της στο σπίτι η η αιτήτρια υπ’ αριθμόν 1 δήλωσε πως δεν της επιτρεπόταν να βγει έξω καθώς το σπίτι ήταν πάντοτε κλειδωμένο, δηλώνοντας περαιτέρω ότι ο γιος του εργοδότη της, της επεσήμανε ότι βρισκόταν εκεί για αυτόν προειδοποιώντας την ότι θα πρέπει να κάνει ότι της λέει αυτός (ερυθρό 85, του διοικητικού φακέλου- από τα πρακτικά της δεύτερης συνέντευξης της αιτήτρια υπ’ αριθμόν 1).

 

Όταν η αιτήτρια υπ’ αριθμόν 1 ρωτήθηκε αν σκέφτηκε πιθανή εμπλοκή του Yannick στην κατάσταση που βρέθηκε η  αιτήτρια υπ’ αριθμόν 1 (δηλαδή την σεξουαλική κακοποίηση και τον εγκλεισμό της στο σπίτι που δούλευε), απάντησε αρνητικά αφού όπως πρόσθεσε ο Prosper ήταν καλός φίλος του Yannick (ερυθρό 84, 85 του διοικητικού φακέλου).  Η αιτήτρια υπ’ αριθμόν 1 δήλωσε ότι πήγε στο Γραφείο Καταπολέμησης Εμπορίας Προσώπων όπου εκεί συμπλήρωσε διάφορα έντυπα και τοποθετήθηκε στο καταφύγιο προστασίας εμπορίας προσώπων (ερυθρό 84, του διοικητικού φακέλου). 

 

Η Υπηρεσία Ασύλου, εκτιμώντας όλα τα στοιχεία που είχε ενώπιον της, απέρριψε το αίτημα των αιτητριών στο σύνολό του, καθώς έκρινε πως δεν πληρούν τις απαιτούμενες προϋποθέσεις για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας.  Στην Έκθεση/Εισήγηση του αρμοδίου λειτουργού της EUAA, η οποία υιοθετήθηκε από τον εξουσιοδοτημένο λειτουργό που εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, διαφαίνεται πως έγινε αποδεκτός ο ισχυρισμός αναφορικά με την ταυτότητα, το προφίλ, την περιοχή καταγωγής και διαμονής της αιτήτριας υπ’ αριθμόν 1.  Επιπρόσθετα, η αιτήτρια υπ’ αριθμόν 1 κατά την παραμονή της στην Κυπριακή Δημοκρατία διαγνώστηκε φορέας του ιού ΗΙV και Ηπατίτιδας Β και λαμβάνει φαρμακευτική αγωγή κάτι το οποίο επίσης έγινε αποδεκτό από τον λειτουργό στα πλαίσια εξέτασης του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού.

 

Αντίθετα, δεν έγινε αποδεκτός ο ισχυρισμός της αιτήτριας υπ’ αριθμόν 1 ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της λόγω της σύλληψης για μία βδομάδα και της καταδίκης της με ψευδείς κατηγορίες για μαστροπεία και ομοφυλοφιλία τον Μάιο του 2019, καθώς ο λειτουργός παρόλο που έκρινε πως αιτήτρια υπ’ αριθμόν 1 έδωσε επαρκής και λεπτομερής πληροφορίες σε σχέση με το περιστατικό που έλαβε χώρα στο νοσοκομείο έκρινε παράλληλα πως ότι η αιτήτρια υπ’ αριθμόν 1 απέτυχε να τεκμηριώσει οποιαδήποτε σχέση μεταξύ αυτού του γεγονότος και της ισχυριζόμενης νομικής διαδικασίας που πέρασε για τις ψευδείς κατηγορίες περί ομοφυλοφιλίας και μαστροπείας, που είναι το βασικό στοιχείο του ισχυρισμού της. 

 

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο αρμόδιος λειτουργός της EUAA, στην Έκθεση/Εισήγησή του κατέγραψε ότι η αιτήτρια υπ’ αριθμόν 1 αξιολογήθηκε ως ευάλωτο άτομο και συγκεκριμένα ως πιθανό θύμα εμπορίας προσώπων και βασανιστηρίων.  Ενόψει τούτου ο αρμόδιος λειτουργός ανέφερε πως της παρείχαν την κατάλληλη υποστήριξη σύμφωνα με τις ειδικές διαδικαστικές εγγυήσεις.

 

Τέλος, ο αρμόδιος λειτουργός της EUAA, ενώ αποδέχτηκε τις κακές συνθήκες εργασίας, την σεξουαλική κακοποίηση και την κακομεταχείριση που υπέστη η αιτήτρια 1 στις μη ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές, έκρινε ωστόσο ότι δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι θα βρεθεί σε κίνδυνο σε περίπτωση επιστροφής της στη χώρα καταγωγής της το Καμερούν, αφού τα άτομα που διευθέτησαν το ταξίδι της δεν συνδέονται μεταξύ τους όπως επίσης και πως η ίδια η αιτήτρια 1 δήλωσε ότι η σεξουαλική κακοποίηση, η κακομεταχείριση και οι κακές συνθήκες εργασίας που βίωσε δεν αυξάνουν τον φόβο της σε περίπτωση που επιστρέψει στη χώρα καταγωγής της, αλλά δήλωσε πως τα γεγονότα αυτά την επηρεάζουν ψυχολογικά.

 

Ο αρμόδιος λειτουργός κατά την αξιολόγηση κινδύνου αποδεχόμενος την ταυτότητα, το προφίλ, την χώρα καταγωγής και τόπο διαμονής της αιτήτριας 1 καθώς επίσης και την κατάσταση της υγείας της προχώρησε σε έρευνα σχετικά με την κατάσταση που επικρατεί στο Καμερούν σε σχέση με τις ασθένειες που διαγνώστηκε η αιτήτρια 1 και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι σε περίπτωση που η αιτήτρια 1 επιστρέψει στο Καμερούν δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι θα αντιμετωπίσει διακρίσεις λόγω της ασθένειας της.  Βέβαια, αναφέρει πως άτομα με HIV/AIDS συχνά αντιμετωπίζουν κοινωνικές διακρίσεις και απομονώνονται αλλά καταγράφει πως δυσκολία στην πρόσβαση σε ιατρικές εγκαταστάσεις έχουν μόνο τα άτομα που διαμένουν σε αγροτικές περιοχές που δεν ισχύει στην περίπτωση των αιτήτριών.  Ο αρμόδιος λειτουργός αξιολόγησε το προσωπικό προφίλ της αιτήτριας υπ’αριθμόν 1, την κατάσταση ασφαλείας στην περιοχή όπου διέμενε, δηλαδή την Douala, κατέληξε πως δεν υπάρχει εύλογος βαθμός πιθανότητας να εκτεθεί σε μεταχείριση που να ισοδυναμεί με δίωξη ή σοβαρή βλάβη.

 

Θα πρέπει να αναφερθεί επίσης πως η περίπτωση των αιτητριών υπάγεται στις διατάξεις του άρθρου 6Β(2)(α) και 6Β(2)(ββ) του σχετικού Νόμου, το οποίο ορίζει τα ακόλουθα (υπογράμμιση δική μου):

 

«6Β.(1) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου και του άρθρου 8-

[.]

(2) Παρέχεται δωρεάν νομική αρωγή σε αιτητή διεθνούς προστασίας, ο οποίος ασκεί προσφυγή ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου, δυνάμει των διατάξεων του Άρθρου 146 του Συντάγματος -

[.]

(α) Κατά δυσμενούς απόφασης του Προϊσταμένου επί της αίτησης διεθνούς προστασίας του εν λόγω αιτητή, την οποία απόφαση ο Προϊστάμενος έλαβε δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 5, 12Βδις, 12Βτετράκις, 12Δ ή 13 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000, ή

υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

 

(αα) Η δωρεάν νομική αρωγή αφορά μόνο την πρωτοβάθμια εκδίκαση της προσφυγής ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου δυνάμει των διατάξεων του Άρθρου 146 του Συντάγματος, και όχι την εκδίκαση έφεσης ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου κατά της δικαστικής απόφασης η οποία εκδίδεται στα πλαίσια της εν λόγω πρωτοβάθμιας εκδίκασης, ούτε άλλο ένδικο μέσο∙ και

 

(ββ) κατά την κρίση του Διοικητικού Δικαστηρίου, η προσφυγή έχει πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας:

 

Νοείται ότι οι διατάξεις της παραγράφου (ββ) εφαρμόζονται χωρίς να περιορίζουν αυθαίρετα την παροχή της δωρεάν νομικής αρωγής και χωρίς να εμποδίζεται η ουσιαστική πρόσβαση του αιτητή διεθνούς προστασίας στη δικαιοσύνη.»

 

Επισημαίνεται ότι ο περί νομικής αρωγής νόμος θα πρέπει να ερμηνεύεται υπό το φως τoυ περί Νομικής Αρωγής Νόμου αλλά και των διατάξεων του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6(Ι)/2000 και του περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμο του 2018, Ν.73(Ι)/2018.

 

Στη βάση των προαναφερόμενων προνοιών της σχετικής νομοθεσίας, δίδεται ευρεία διακριτική ευχέρεια στο Δικαστήριο να αποφασίσει κατά πόσον, με βάση τα ενώπιον του στοιχεία, η προσφυγή του αιτητή έχει πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας (Νομική Αρωγή αρ. 23/2010, Farshad Khamsen, ημερομηνίας 14/10/2010).

 

Το Δικαστήριο θα πρέπει να λάβει υπόψη του το δικαίωμα των αιτητριών 1 και 2 να ακουστούν στη βάση του άρθρου 146 του Συντάγματος, αλλά θα πρέπει περαιτέρω να εξετάσει το Δικαστήριο την αίτηση με βάση το υλικό που έχει ενώπιον του χωρίς να δίδονται νομικές αρωγές ανεξέλεγκτα σε υποθέσεις που δεν έχουν πιθανότητες επιτυχίας (Νομική Αρωγή αρ. 10/2010 ALALI ABDULHAMID, ημερομηνίας 06/05/2010 και Νομική Αρωγή υπ’ αρ. 25/2010, ANTHONIA IDAHOR, ημερομηνίας 13/12/2010).

 

Κατά την εξέταση των εκατέρωθεν ισχυρισμών το Δικαστήριο προβαίνει σε εκ πρώτης όψεως εξέταση της υπόθεσης, χωρίς βεβαίως να καλείται να αποφασίσει επί της οριστικής τύχης της προσφυγής που έχουν ήδη καταχωρήσει οι αιτήτριες.  Σημειώνεται, πως το αποτέλεσμα της παρούσας αίτησης για νομική αρωγή, δεν θα επηρεάσει την τελική έκβαση της προσφυγής που έχει ήδη καταχωρηθεί από τις αιτήτριες, εφόσον το Δικαστήριο στην παρούσα διαδικασία δεν αποφασίζει επί της οριστικής τύχης της προσφυγής (Durgo Man v. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 278/09, ημερομηνίας 15.7.2009, Baghour και Roud Gad, υπόθ. αρ.7/11 και 8/11, ημερομηνίας 28.3.2011).

 

Από όλα τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον μου και κατόπιν έρευνας που διεξήγαγα προκύπτει ότι o ιός HIV/AIDS είναι ένα από τα σοβαρότερα προβλήματα υγείας που αντιμετωπίζει το Καμερούν, με νεαρές γυναίκες να επηρεάζονται περισσότερο σε σχέση με τους άνδρες[1]. Σύμφωνα με στοιχεία του UNAIDS  εκτιμάται ότι 494.476 άτομα ζουν  με τον ιό HIV το  2022 . Από τον Δεκέμβριο του 2021, 388.354 ασθενείς  λάμβαναν αντιρετροϊκή αγωγή σε εθνικό επίπεδο και οι εθνικοί στοίχοι είναι να μέχρι το τέλος του 2022 442,328 να ενταχθούν σε αντιρετροική αγωγή[2].  Επιπλέον το να είναι κανείς θετικός στον ιό HIV/AIDS στο Καμερούν γίνεται δέκτης διακρίσεων με αποτέλεσμα να υφίσταται κοινωνικό στίγμα[3].

 

Ακόμα, τα άτομα με HIV/AIDS συχνά αντιμετωπίζουν κοινωνικές διακρίσεις και απομόνωση από τις οικογένειές τους και την κοινωνία, εν μέρει και λόγω της έλλειψης εκπαίδευσης σχετικά με την ασθένεια. Όπως και κατά το προηγούμενο έτος, ενώ δεν δημοσιοποιήθηκαν συγκεκριμένες περιπτώσεις διακρίσεων στην εργασία, ανεπίσημες αναφορές έδειξαν ότι υπήρχαν κάποιες διακρίσεις σε σχέση με την κατάσταση του HIV, ιδίως στον ιδιωτικό τομέα[4]. Αναφορικά με το σύστημα υγειονομικής περίθαλψης στο Καμερούν διαπιστώνεται ότι η πρόσβαση σε φάρμακα είναι χαμηλή, υπάρχει ανεπαρκής στελέχωση, συντονισμός και διαχείριση των προϊόντων για τον HIV[5].

 

Αναφορικά με την Ηπατίτιδα Β, ασθένεια με την οποία η αιτήτρια 1 έχει επίσης προσβληθεί, στο Καμερούν γίνονται προσπάθειες ευαισθητοποίησης των πολιτών. Η ηπατίτιδα Β είναι ασθένεια η οποία προκαλεί φλεγμονή του ύπατος και πεθαίνουν περίπου 300 άτομα την μέρα στην υποσαχάρια Αφρική[6] Τέλος, η Ηπατίτιδα Β, αποτελεί μεγάλη ανησυχία στην Αφρική, ειδικότερα σε ασθενείς που έχουν μολυνθεί από τον ιό HIV, οι οποίοι έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο ηπατικής ανεπάρκειας, κίρρωσης, ηπατικού καρκινώματος και θανάτου.

 

Αυτή η μεγάλη πολυκεντρική μελέτη στο Καμερούν έδειξε ότι τα βασικά στοιχεία  φροντίδας για τον HBV -δηλαδή η εξέταση, η θεραπεία και η ιολογική καταστολή- αντιμετωπίζονταν ανεπαρκώς σε ασθενείς που είχαν μολυνθεί από τον ιό HIV, παρόλο που οι τελευταίοι παρακολουθούνταν στο πλαίσιο του εθνικού αντιρετροϊικού προγράμματος. Κατά συνέπεια, ένα σημαντικό ποσοστό των ασθενών με συν-λοίμωξη HIV/HBV είχε υψηλό κίνδυνο εξέλιξης της ηπατικής νόσου. Η κατάσταση αυτή ήταν ιδιαίτερα ανησυχητική, δεδομένου ότι η μελέτη αυτή επιβεβαίωσε επίσης ότι η συλλοίμωξη HIV/HBV είναι συχνή στη χώρα (9,3%)[7].

 

Ο περί Νομικής Αρωγής Νόμος του 2002, Ν. 165(Ι)/2002, στο άρθρο 6Β (2) (ββ) αναφέρει πως νομική αρωγή μπορεί να δοθεί κατά δυσμενούς απόφασης του Προϊσταμένου εάν: «(ββ) κατά την κρίση του Διοικητικού Δικαστηρίου, η προσφυγή έχει πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας».  Στην επιφύλαξη όμως του ίδιου εδαφίου αναφέρεται πως:  «Νοείται ότι οι διατάξεις της παραγράφου (ββ) εφαρμόζονται χωρίς να περιορίζουν αυθαίρετα την παροχή της δωρεάν νομικής αρωγής και χωρίς να εμποδίζεται η ουσιαστική πρόσβαση του αιτητή διεθνούς προστασίας στη δικαιοσύνη».  Ο περί νομικής αρωγής νόμος θα πρέπει να ερμηνεύεται υπό το φως της περί Νομικής Αρωγής νομοθεσίας αλλά και των διατάξεων του περί προσφύγων Νόμου, Ν. 6(Ι)/2000 και του περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμο του 2018, Ν.73(Ι)/2018.

 

Διακρίνω λοιπόν από όσα έχω παραθέσει ανωτέρω, αλλά και από τα στοιχεία που έχω ενώπιον μου, πως οι Καθ’ ων η αίτηση δεν έχουν διεξαγάγει επαρκή έρευνα αναφορικά με την κατάσταση της αιτήτριας υπ’αριθμόν 1 και της ανήλικης κόρης της αιτήτριας υπ’αριθμόν 2. Αυτό βέβαια δεν είναι αρκετό για τη χορήγηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας αλλά είναι αρκετό για τη διεξαγωγή περαιτέρω έρευνας σε σχέση με την κατάσταση της υγείας της αιτήτριας υπ’αριθμόν 1 αλλά και της ανήλικης κόρης της αιτήτριας υπ’αριθμόν 2 σε περίπτωση που επιστρέψουν στην χώρα καταγωγής τους.  Το αρμόδιο όργανο όφειλε να αξιολογήσει τα στοιχεία που είχε ενώπιον του στη βάση των προσωπικών περιστατικών που αφορούσαν τις αιτήτριες.

 

Για τους λόγους που έχουν εκτεθεί, έχοντας υπόψη τις πρόνοιες του περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018, Ν.73(Ι)/2018 και πως το ζήτημα που θίγει η αιτήτρια υπ’αριθμόν 1 με τον πιθανό κίνδυνο της ζωής του, ο οποίος μπορεί να είναι βάσιμος, κρίνω πως εκ πρώτης όψεως υπάρχουν πιθανότητες επιτυχίας της προσφυγής που έχει ήδη καταχωρήσει κατά της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, στο μέτρο που ήθελε κριθεί βάσιμος ο ισχυρισμός για τον κίνδυνο της ζωής της, χωρίς βεβαίως να προδικάζεται σε αυτό το στάδιο το αποτέλεσμα της προσφυγής.  Ενόψει των σχετικών εγγράφων που έχει προσκομιστεί στην ενώπιον μου δικαστική διαδικασία κρίνω ότι το υπό εξέταση αίτημα χρειάζεται τη διεξαγωγή περαιτέρω έρευνας, η οποία δεν διαφαίνεται να διεξήχθη από το αρμόδιο όργανο

 

Αντίθετη κατάληξη της παρούσας αίτησης, θα οδηγούσε σε παρεμπόδιση στην ουσιαστική πρόσβαση της αιτήτριας υπ’αριθμ στη δικαιοσύνη και θα ήταν αντίθετη με την επιφύλαξη του άρθρου 6Β (2) (ββ) του περί Νομικής Αρωγής Νόμου του 2002, Ν. 165(Ι)/2002. Για τον πιο πάνω λόγο καταλήγω ότι η αίτηση δυνατόν να γίνει δεκτή, υπό την αίρεση εξέτασης της κοινωνικοοικονομικής έκθεσης από το Δικαστήριο. 

 

Τα έξοδα των μεταφραστών να πληρωθούν από την Δημοκρατία.

 

                                                                                     Χ. Μιχαηλίδου, ΔΔΔΔΠ.

 



[1] https://www.britannica.com/place/Cameroon/Health-and-welfare

[2] https://www.state.gov/wp-content/uploads/2022/09/Cameroon-COP22-SDS.pdf σελ. 8

[3] https://bti-project.org/fileadmin/api/content/en/downloads/reports/country_report_2022_CMR.pdf σελ. 26

[4] https://www.state.gov/reports/2021-country-reports-on-human-rights-practices/cameroon/  σελ. 52

[5] https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pmc/articles/PMC10072448/

[6] https://www.voanews.com/a/africa_cameroon-dispatches-healthcare-workers-find-treat-hepatitis-patients/6193561.html

[7] https://bmcinfectdis.biomedcentral.com/articles/10.1186/s12879-020-4784-7


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο