ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθεση Αρ.: 816/23

8 Φεβρουαρίου, 2024

[Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

S.S.T.

Αιτητού,

και

Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου

Καθ' ων η αίτηση

M Παπαλοΐζου (κ.) για τον Αιτητή

Π. Βρυωνίδου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Ο Αιτητής με την παρούσα προσφυγή αιτείται την έκδοση απόφασης από το παρόν Δικαστήριο με την οποία να κηρύσσεται άκυρη, παράνομη και στερούμενη κάθε έννομου αποτελέσματος η απόφαση των Καθ' ων η αίτηση, ημερομηνίας 17.2.2023, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα του τελευταίου για διεθνή προστασία, καθότι κρίθηκε ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 19 των περί Προσφύγων Νόμων του 2000 έως 2020 (στο εξής: ο Περί Προσφύγων Νόμος). Αιτείται εξάλλου την αναγνώριση καθεστώτος διεθνούς προστασίας σε σχέση με τον ίδιο.

 

Γεγονότα

1.             Τα γεγονότα της υπόθεσης έχουν ως ακολούθως: Ο Αιτητής κατάγεται από τη Σιέρα Λεόνε. Εισήλθε παράνομα στη Δημοκρατία και περί τις 18.11.2020, υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας. Στις 30.1.2023, πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του Αιτητού. Ακολούθως, ο λειτουργός υπέβαλε Έκθεση / Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου (στο εξής: Προϊστάμενος) για απόρριψη της αίτησης ασύλου του Αιτητού. Η Εισήγηση εγκρίθηκε από τον Προϊστάμενο στις 17.2.2023. Η εν λόγω απορριπτική απόφαση, η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 9.3.2023, αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.

 

 

Νομικοί Ισχυρισμοί

2.             Στο πλαίσιο της γραπτής του αγόρευσης, ο Αιτητής επικαλείται διαδικαστικές πλημμέλειες κατά την διοικητική εξέταση της αίτησης του (παράλειψη ενημέρωσής του για το δικαίωμα νομικής εκπροσώπησής του, πρόσβασης σε νομική αρωγή ενημέρωσης για την απόφαση σε γλώσσα καταληπτή, υπηρεσίες διερμηνείας). Υποστηρίζει εξάλλου ότι δεν αναγνωρίστηκε το ευεργέτημα της αμφιβολίας στο πρόσωπό του ούτε κλήθηκε εκ νέου προκειμένου να παρέχει πληροφορίες αναφορικά με την κατ’ ισχυρισμό δίωξή του από την αστυνομία. Ως προς τον πυρήνα του αιτήματός του για διεθνή προστασία, ο Αιτητής επισημαίνει ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του εξαιτίας της συμμετοχής του σε διαδήλωση, της οποίας ηγείτο, η οποία αποτελούσε διαμαρτυρία κατά της εγκατάστασης ηλεκτρικής ενέργειας στο διεθνές αεροδρόμιo της Freetown και η οποία έλαβε χώρα στο Μακένι. Ως προς τη συμμετοχή του στην εν λόγω διαδήλωση, ο Αιτητής κρίθηκε αξιόπιστος. Θεωρεί ωστόσο ότι στη συνέχεια λανθασμένως κρίθηκε αναξιόπιστος ως προς τον ισχυρισμό του περί θανάτου του αδελφού του στο πλαίσιο της ίδιας διαδήλωσης. Ο ίδιος θεωρεί ότι κινδυνεύει να συλληφθεί και να φυλακιστεί σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα του και κατ΄επέκταση να βρεθεί αντιμέτωπος με κίνδυνο κατά της ζωής του. Ως προς την τελευταία αυτή δήλωση, ο Αιτητής υποστηρίζει ότι δεν εξετάστηκε δεόντως ο κίνδυνος στον οποίο είναι εκτεθειμένος. Ο Αιτητής αναφέρθηκε εξάλλου στη γραπτή του αγόρευση και σε απειλές που δέχθηκε από γονείς άλλου θανόντος κατά τις διαδηλώσεις, οι οποίοι του επιρρίπτουν ευθύνες για το θάνατο του υιού τους. Εισηγείται τέλος ότι διώκεται στη χώρα του εκ των πολιτικών του πεποιθήσεων, η χώρα του δεν είναι ως αναφέρει ασφαλής και συνεπώς θα πρέπει να τύχει αναγνώρισης καθεστώτος διεθνούς προστασίας.

 

3.             Από την πλευρά τους οι Καθ’ ων η αίτηση υπεραμύνονται της επίδικης πράξης. Υποδεικνύουν ότι οι εγειρόμενοι λόγοι προσφυγής δεν προβάλλονται σύμφωνα με τις επιταγές του Κανονισμού 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962. Ακολούθως, αντικρούοντας τους εγειρόμενους λόγους προσφυγής, υποστηρίζουν ότι η επίδικη απόφαση αποτελεί προϊόν δέουσας έρευνας και υποβάλλουν ότι δόθηκε η ευκαιρία στον Aιτητή να εκθέσει διεξοδικά τους λόγους για τους οποίους αιτείται διεθνούς προστασίας. Επισημαίνουν ότι ο Αιτητής εγκατέλειψε τη χώρα του χωρίς να αντιμετωπίσει οποιοδήποτε πρόβλημα. Ως προς τον τους ουσιώδεις ισχυρισμούς που κρίθηκαν αναξιόπιστοι (δολοφονία αδελφού και ότι αυτός καταζητείται από τις αρχές της χώρας του εκ της συμμετοχής του σε συγκεκριμένη διαδήλωση), οι Καθ’ ων η αίτηση υποστηρίζουν ότι ορθώς αυτός κρίθηκε ως αναξιόπιστος καθώς οι συναφείς δηλώσεις του ήταν γενικές και αόριστες και παραπέμπουν στην εισηγητική έκθεση, η οποία αποτελεί την αιτιολογική βάση της επίδικης απόφασης. Επισημαίνουν στο σημείο αυτό, ότι ο Αιτητής δεν προσκόμισε οποιαδήποτε νέα στοιχεία προς ανατροπή του ευρήματος των Καθ’ ων η αίτηση. Με βάση τους αποδεκτούς ισχυρισμούς του Αιτητή, οι Καθ’ ων η αίτηση εισηγούνται ότι δεν δικαιολογείται η υπαγωγή του σε καθεστώς διεθνούς προστασίας.  Ωστόσο, παραπέμποντας σε δηλώσεις του Αιτητού κατά τη διοικητική εξέταση της αίτησής του για διεθνή προστασία, ισχυρίζονται ότι δεν τεκμηριώθηκε η εσωτερική και εξωτερική του αξιοπιστία σε σχέση με τον ισχυρισμό του περί δίωξης στη χώρα καταγωγής του σε περίπτωση που επιστρέψει σε αυτήν. Παραπέμπουν προς τούτο στα συναφή συμπεράσματα που καταγράφονται στην εισηγητική έκθεση. Ως προς τις διαδικαστικές πλημμέλειες, τις οποίες επικαλείται ο Αιτητής, οι Καθ’ ων η αίτηση εισηγούνται ότι από τα πρακτικά της συνέντευξης προκύπτει ότι ο Αιτητής ενημερώθηκε πλήρως για τα διαδικαστικά του δικαιώματα, ότι αυτόν συνέδραμε διερμηνέας σε γλώσσα που ομιλεί και κατανοεί ότι το κείμενο των πρακτικών του αναγνώστηκε και φέρει την υπογραφή του. Σημειώνουν δε ότι ο ρόλος του συνηγόρου κατά τη διάρκεια της συνέντευξης δεν είναι παρεμβατικός αλλά βοηθητικός, περιορίζεται μετά το πέρας της συνέντευξης όταν πρόκειται για ενήλικες, ενώ επισημαίνουν ότι η απουσία συνηγόρου δεν αποτελεί εμπόδιο στη διεξαγωγή της συνέντευξης. Οι Καθ’ ων η αίτηση απορρίπτουν τον ισχυρισμό περί έλλειψης δέουσας έρευνας και προβαίνοντας σε εκτεταμένη παραπομπή σε νομολογία αναφορικά με τα κριτήρια αξιολόγησης της αξιοπιστίας των αιτούντων άσυλο, υποβάλλουν ότι η απόρριψη της αξιοπιστίας του τρίτου και του τέταρτου ουσιώδους ισχυρισμού του Αιτητή είναι εμπεριστατωμένη με βάση τις δηλώσεις του Αιτητή και σε συνάρτηση με τους σχετικούς δείκτες αξιοπιστίας. Τέλος ως προς το ενδεχόμενο υπαγωγής του Αιτητή σε καθεστώς διεθνούς προστασίας, υποστηρίζουν ότι με μόνους τους αποδεκτούς ισχυρισμούς του Αιτητή δεν προκύπτει βάσιμος φόβος δίωξής ή σοβαρός κίνδυνος βλάβης και κατ΄επέκταση δεν δικαιολογείται η υπαγωγή του σε καθεστώς διεθνούς προστασίας. 

 

Το νομικό πλαίσιο

4.             Ο Κανονισμός 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 έχει ως ακολούθως (η υπογράμμιση είναι δική μου):

 

«Ο Διαδικαστικός Κανονισμός του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, και οι περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου (Αρ.1) Διαδικαστικοί Κανονισμοί του 2015, τυγχάνουν εφαρμογής σε όλες τις προσφυγές που καταχωρούνται στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας από 18.6.2019, με τις αναγκαίες τροποποιήσεις που αναφέρονται στη συνέχεια και κατ΄ ανάλογη εφαρμογή των δικονομικών κανόνων και πρακτικής που ακολουθούνται και εφαρμόζονται στις ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου προσφυγές εκτός αν ήθελε άλλως ορίσει το Δικαστήριο.».

 

5.             Ο Κανονισμός 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962 προβλέπει τα εξής:

 

«Έκαστος διάδικος δέον δια των εγγράφων προτάσεων αυτού να εκθέτη τα νομικά σημεία επί των οποίων στηρίζεται και αιτιολογών συγχρόνως ταύτα πλήρως. Διάδικος εμφανιζόμενος άνευ συνηγόρου δεν υποχρεούται εις συμμόρφωσιν προς τον κανονισμό αυτόν».

 

6.             Το άρθρο 11 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 και 2020 (Ο περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμος) καθορίζει τη δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου.

 

7.             Στο ερμηνευτικό άρθρο 2 του περί Προσφύγων νόμου, ο όρος «Προϊστάμενος» ορίζεται ως ακολούθως (η υπογράμμιση είναι δική μου):

 

«Προϊστάμενος» σημαίνει αρμόδιο λειτουργό ο οποίος προΐσταται της Υπηρεσίας Ασύλου και περιλαμβάνει οποιοδήποτε άλλο αρμόδιο λειτουργό της εν λόγω Υπηρεσίας που εξουσιοδοτείται από τον Υπουργό, για να ασκεί όλες ή οποιεσδήποτε από τις εξουσίες ή να εκτελεί όλα ή οποιαδήποτε από τα καθήκοντα του Προϊσταμένου·»

 

8.             Το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου καθορίζει την έννοια του όρου πρόσφυγας και τις προϋποθέσεις υπαγωγής σε αυτόν τον ορισμό.

 

9.             Το άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου προβλέπει τις περιπτώσεις, όπου αναγνωρίζεται το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.

 

Κατάληξη.

10.          Ως προς τους εγειρόμενους λόγους προσφυγής είναι κρίσιμο και απαραίτητο να καταστεί αντιληπτό ότι η δικαιοδοσία του παρόντος δικαστηρίου διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο στο λυσιτελές της προβολής των υπό εξέταση λόγων προσφυγής. Ειδικότερα, το παρόν Δικαστήριο ως δικαστήριο ουσίας δικάζει την υπόθεση που άγεται ενώπιον του εξ υπαρχής, κατά το νόμο και κατά την ουσία, δεν περιορίζεται μόνο στην εξέταση της διαδικασίας και των στοιχείων κρίσης της διοικητικής αρχής που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, αλλά προχωρεί παραπέρα και εξετάζει τις περιστάσεις του εκάστοτε αιτούντος de novo και ex nunc. Ο Αιτητής αναμένεται να προβάλει, στο πλαίσιο της διοικητικής ή και της παρούσας δικαστικής διαδικασίας, τέτοιους συγκεκριμένους και ειδικούς ισχυρισμούς, οι οποίοι εν δυνάμει θα δικαιολογούσαν την υπαγωγή της στο καθεστώς διεθνούς προστασίας. Η έκταση του ελέγχου που ασκεί το παρόν Δικαστήριο επί της επίδικης πράξης και η εξουσία του να την τροποποιήσει καθιστά αλυσιτελή την προβολή υποπεριπτώσεων λόγων προσφυγής π.χ. έλλειψη δέουσας έρευνας, ορισμένες διαδικαστικές πλημμέλειες κατά την έκδοση της επίδικης πράξης (προσόντα μεταφραστή κ.α.)). Εν προκειμένω, ο Αιτητής εκπροσωπούμενος και δια συνηγόρου, έχει την ευκαιρία να εκθέσει τους ισχυρισμούς του και να λάβει όλα τα δέοντα δικονομικά μέσα προς τεκμηρίωσή τους [Βλ. «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», Επαμεινώνδας Π. Σπηλιωτόπουλος, 14ης Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 260, υποσημ. 72, «Εισηγήσεις Διοικητικού Δικονομικού Δικαίου, Χαράλαμπος Χρυσανθάκης, 2η Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σελ. 247 και Π.Δ. Δαγτόγλου, (Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο), σελ. 552].

 

11.          Επισημαίνεται επιπλέον συναφώς ότι αποτελεί βασική νομολογιακή αρχή ότι η έκταση της έρευνας, ο τρόπος και η διαδικασία που θα ακολουθηθεί ποικίλλει ανάλογα με το υπό εξέταση ζήτημα, ανάγεται δε στη διακριτική ευχέρεια της Διοίκησης [Βλ. Δημοκρατία ν. Κοινότητας Πυργών κ.ά. (1996) 3 Α.Α.Δ. 503, Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας ν. Ζάμπογλου (1997) 3 Α.Α.Δ. 270, Α.Ε. Aρ.: 3017, Αντώνης Ράφτης ν. Δημοκρατίας, ημερ. 5.6.2002, (2002) 3 ΑΑΔ 345].

 

12.          Η γενική αυτή νομολογιακή αρχή θα πρέπει να εξεταστεί εν προκειμένω υπό το φως του ειδικού δικαίου που διέπει τη διαδικασία εξέτασης μίας αιτήσεως ασύλου και των αρχών που θεσπίζει τόσο η εθνική όσο και η ενωσιακή νομοθεσία. Συναφές εν προκειμένω είναι το άρθρο 16 του περί Προσφύγων Νόμου και ειδικότερα τα εδάφια (2) και (3) αυτού. Από τις εν λόγω διατάξεις απορρέει καταρχάς η υποχρέωση του αιτητού να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια προς τεκμηρίωση της αίτησης ασύλου του και μάλιστα να υποβάλει το συντομότερο δυνατόν όλα τα στοιχεία που απαιτούνται για την τεκμηρίωση της αίτησης διεθνούς προστασίας. Σύμφωνα με πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Βλ. ενδεικτικώς, Υπόθ. Αρ. 1721/2011, Ηοοman & Mahiab Khanbabaie v. Aναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 30.6.2016, ECLI:CY:AD:2016:D320) αποτελεί υποχρέωση του αιτητού ασύλου να επικαλεστεί, έστω και χωρίς να προσκομίσει τυπικά αποδεικτικά στοιχεία, συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που του προκαλούν κατά τρόπο αντικειμενικώς αιτιολογημένο, φόβο δίωξης στη χώρα του για έναν από τους λόγους που αναφέρει το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου [Βλ. επίσης νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, αποφάσεις αρ. 1093/2008, 817/2009 και 459/2010]. Εν συνεχεία ωστόσο, λόγω ακριβώς της δυσχέρειας των αιτητών ασύλου να τεκμηριώσουν με συγκεκριμένα στοιχεία την αίτησή τους, γεννάται υποχρέωση της διοίκησης να συνδράμει τον αιτητή σε αυτήν την προσπάθεια προβολής και τεκμηρίωσης των ισχυρισμών του [Βλ. Εγχειρίδιο για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων της Υπάτης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών παρ. 195 επ., Βλ. επίσης αναφορικά με την ενεργό συνεργασία Απόφαση του ΔΕΕ της 22ας Νοεμβρίου 2012, Υπόθεση C‑277/11, M. M., ECLI:EU:C:2012:744, σκέψεις 63 εώς 68, Απόφαση του ΔΕΕ της 19ης Νοεμβρίου 2020, EZ κατά Bundesrepublik Deutschland, σκέψεις 51 έως 55).

 

13.          Εν προκειμένω, ο Αιτητής κατά την καταγραφή του αιτήματός του για διεθνή προστασία δήλωσε ότι καταζητείται στη χώρα του λόγω συμμετοχής του σε διαδήλωση που έλαβε χώρα στο Μακένι της Σιέρρα Λεόνε στις 18.7.2020, όπου οι δυνάμεις ασφαλείας πυροβόλησαν άλλους διαδηλωτές. Η νεολαία και ιδίως οι μαθητές διαμαρτυρήθηκαν ειρηνικά κατά της απόφασης της κυβέρνησης να μετακινήσει μία γεννήτρια που εξυπηρετούσε την κοινότητά τους χωρίς αυτή να αντικατασταθεί, γεγονός που θα οδηγούσε αυτόματα σε μείωση της διαθέσιμης ενέργειας στην κοινότητα. Ως σημαίνον μέλος των ομάδων διαμαρτυρίας, στοχοποιήθηκε προκειμένου να συλληφθεί ή να σκοτωθεί, ωστόσο κατόρθωσε να διαφύγει από τη σκηνή και να εγκαταλείψει τη χώρα. Αποφάσισε να έρθει στη Δημοκρατία όπου τυγχάνουν σεβασμού τα ανθρώπινα δικαιώματα. 

 

14.           Κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξής του, ο Αιτητής δήλωσε ότι κατάγεται από την περιοχή Lungi, όπου γεννήθηκε το 1995. Το 2016 εγκαταστάθηκε στο Μακένι για τις σπουδές του και το 2020 πήγε στο Koribogo για τρεις μήνες, το διάστημα κατά το οποίο τον αναζητούσε η αστυνομία μετά τη διαδήλωση. Δηλώνει μουσουλμάνος στο θρήσκευμα ενώ ως προς την οικογενειακή του κατάσταση, οι γονείς του έχουν αποβιώσει όπως επίσης και ένας εκ των αδελφών του. Έχει ακόμα δύο αδελφούς (ο ένας βρίσκεται στο Η.Β. και ο άλλος στην Αιθιοπία) και μια αδελφή (στη Σιέρρα Λεόνε). Ο Αιτητής δήλωσε ότι ολοκλήρωσε τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, ομιλεί αγγλικά και εργάστηκε στη χώρα του επί δύο έτη στην εξόρυξη μετάλλων εθελοντικά στο αεροδρόμιο της Freetown μεταξύ 2015 έως 2017. Έπαυσε την εν λόγω εργασία για να συνεχίσει την εκπαίδευσή του.

 

15.          Ερωτηθείς ως προς τους λόγους που εγκατέλειψε τη χώρα του, ο Αιτητής δήλωσε ότι έλαβε μέρος σε μία ειρηνική, αρχικώς, διαδήλωση διαμαρτυρίας στο Μακένι στις 18.7.2020 κατά της απόφασης της Κυβέρνησης για μετακίνηση μίας γεννήτριας από την περιοχή και την μετακίνησή της στη Freetown, γεγονός που θα δημιουργούσε πρόβλημα στην ενεργειακή επάρκεια την περιοχής. Ο Αιτητής συμμετείχε ως μέλος του Συμβουλίου Νεολαίας (Youth Council) και ως ηγέτης/ συντονιστής μίας υποομάδας. Στην ειρηνική αυτή διαδήλωση εμφανίστηκε η αστυνομία, η οποία προέτρεψε τους διαδηλωτές να αποχωρήσουν. Μετά όμως την επιμονή τους να κινηθούν προς το Εθνικό Σταθμό  Ενέργειας, άνοιξαν πυρ κατά των διαδηλωτών κάποιοι εκ των οποίων τραυματίστηκαν θανάσιμα. Η κατάσταση αποκαταστάθηκε μετά την εμφάνιση του στρατού. Στο πλαίσιο της συμπλοκής έγιναν επίσης συλλήψεις. Ο Αιτητής ανέφερε επίσης ότι εξαιτίας των συμβάντων, ο μεγαλύτερος του αδελφός δολοφονήθηκε, όχι εξαιτίας της συμμετοχής του στη διαδήλωση αλλά επειδή ως έμπορος που διατηρούσε περίπτερο πωλούσε νερό στους διαδηλωτές. Ο Αιτητής δεν ήταν παρών στο συμβάν, αλλά μετέβη στη σκηνή αργότερα. Ο Αιτητής δήλωσε ότι φοβάται αφενός, ότι θα συλληφθεί και θα φυλακιστεί από την αστυνομία, η οποία τον αναζητεί και έχει εκδώσει τουλάχιστον κλήση προκειμένου να εμφανιστεί ενώπιόν της. Ο Αιτητής αναφέρθηκε σε ένα περιστατικό όπου ο ίδιος βρισκόταν στην οικία του και τον αναζήτησε η αστυνομία φωνάζοντας το όνομά του, ωστόσο αυτός κατόρθωσε να διαφύγει. Αφετέρου, ο Αιτητής δηλώνει ότι ανησυχεί διότι δέχτηκε απειλές κατά της σωματικής του ακεραιότητας από τους γονείς κάποιου προσώπου, το οποίο ο Αιτητής δε γνωρίζει και το οποίο έχασε τη ζωή του κατά τη διαδήλωση, καθώς αποδίδουν στον Αιτητή ευθύνη για το θάνατο του παιδιού τους.      

 

16.          Αξιολογώντας τις δηλώσεις του Αιτητή, οι Καθ’ ων η αίτηση σχημάτισαν τέσσερεις ουσιώδεις ισχυρισμούς, ο μεν πρώτος ως προς τα προσωπικά στοιχεία του Αιτητή, την ταυτότητα, τη χώρα καταγωγής και τον τόπο συνήθους διαμονής του, ο δε δεύτερος ως προς την κατ’ ισχυρισμό συμμετοχή του σε διαδήλωση στο Mακένι την 18.7.2020, ο δε τρίτος  αναφορικά με το θάνατο του αδελφού του από την Αστυνομία κατά την ίδια διαδήλωση και ο τέταρτος ότι ο αιτητής καταζητείται λόγω της συμμετοχής του στη διαδήλωση. Ο πρώτος ισχυρισμός έγινε αποδεκτός, δεδομένου ότι κρίθηκε ότι παρατέθηκε με επαρκή λεπτομέρεια και πως, βρισκόταν σε συμφωνία με τις εξωτερικές πηγές. Ο δεύτερος ισχυρισμός, περί της συμμετοχής του σε διαδήλωση στο Μακένι στις 18.7.2020, κρίθηκε αποδεκτός καθώς οι δηλώσεις του ήταν συνεκτικές και επαρκώς λεπτομερείς. Ο Αιτητής ήταν σε θέση να προσδιορίσει την τοποθεσία, ώρα, την διαδρομή που ακολούθησε η διαδήλωση,  το λόγο της διαδήλωσης, την παρεμπόδιση της αστυνομίας και του στρατού, τη συμμετοχή του στη διαδήλωση αλλά και την συμμετοχή του στο Συμβούλιο Νεολαίας του Μακένι. Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, οι καθ’ ων η αίτηση παρέθεσαν πηγές που επιβεβαιώνουν ότι η εν λόγω διαδήλωσε όντως έλαβε χώρα και τη βαναυσότητα της αστυνομίας.

 

17.          Ως προς τον τρίτο ισχυρισμό, αυτός έτυχε απόρριψης. Συγκεκριμένα, κρίθηκε ότι οι δηλώσεις του Αιτητή δεν ήταν συνεκτικές ούτε λεπτομερείς. Δήλωσε ότι ο μεγαλύτερος αδελφός του, M. S., που είχε κατάστημα στο Μακένι, έχασε τη ζωή του, καθώς σκοτώθηκε από την αστυνομία επειδή μοίραζε νερό στους διαδηλωτές. Παρόλο που ο Αιτητής παρείχε λεπτομέρειες για το περιστατικό που έλαβε χώρα με τον αδελφό του κατά τη διάρκεια της διαδήλωσης, εντούτοις δεν μπόρεσε να συνδέσει το περιστατικό με τον λόγο για τον οποίο έγινε στόχος της αστυνομίας, καθώς ο Αιτητής δεν μπόρεσε να παρουσιάσει οποιαδήποτε διασύνδεση μεταξύ των περιστατικών.  Αναφορικά με τις απώλειες εκείνης της ημέρας, ο Αιτητής δήλωσε ότι είδε περίπου 21 πτώματα, στο νοσοκομείο, ανθρώπων που σκοτώθηκαν από την αστυνομία, ενώ πολλοί συνελήφθησαν και φυλακίστηκαν αμέσως μετά τη διαδήλωση, και βρίσκονται ακόμη στη φυλακή. Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης, παρουσιάστηκε ένα άρθρο στον Αιτητή, στο οποίο καταγράφεται ότι απελευθερώθηκαν 13 από τους διαδηλωτές τον Ιούλιο του 2021. Ο Αιτητής δήλωσε ότι πρόκειται για ψευδή ανακοίνωση (βλ. ερυθρά 44, 45 του Δ.Φ). Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, οι καθ’ ων η αίτηση παρέθεσαν πηγές όπου αναφέρονται στη δολοφονία του A. S. και όχι στον M.S., όπως υπέδειξε ο Αιτητής ως προς το όνομα του μεγαλύτερου αδελφού του και ότι τον Ιούλιο του 2021 δόθηκε εγγύηση με εντολή του Προέδρου, σε 13 διαδηλωτές.  

 

18.          Ο τέταρτος ισχυρισμός, ότι ο Αιτητής καταζητείται στη χώρα καταγωγής του λόγω της συμμετοχής του στη διαδήλωση, επίσης έτυχε απόρριψης. Οι Καθ’ ων η αίτηση έκριναν ότι δεν υπήρχε συνοχή στις δηλώσεις του. Ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι η αστυνομία τον αναγνώρισε λόγω της καταγγελίας που υπέβαλαν οι γονείς ενός νεαρού που απεβίωσε κατά την διαδήλωση και όχι λόγω της συμμετοχής του στο Συμβούλιο Νεολαίας του Μακένι. Ο Αιτητής δεν μπορούσε να εξηγήσει το λόγο που οι γονείς αυτού του νεαρού τον κατηγορούσαν για τον θάνατό του. Δήλωσε ότι λόγω αυτής της καταγγελίας, έλαβε ειδοποίηση να παρουσιαστεί στην αστυνομία, προκειμένου να δικαιολογήσει τη συμμετοχή του στη διαδήλωση. Δεν ήταν σε θέση να παράσχει λεπτομέρειες σχετικά με την εν λόγω ειδοποίηση που έλαβε, όπως για παράδειγμα, από ποιον απευθυνόταν, πότε και πού έπρεπε να παρουσιαστεί (βλ. ερυθρά 44-43 του Δ.Φ.). Ο Αιτητής ανέφερε ότι μετά τη διαδήλωση κρυβόταν, δηλώνοντας ότι για ένα μήνα περίπου επέστρεφε στην οικία του για να παίρνει αντικείμενα, να τα πωλεί για να μαζέψει χρήματα. Δεν ήταν σε θέση να δικαιολογήσει την έκθεση του στο κοινό, καθώς ισχυρίστηκε ότι δεν πήγαινε σε δημόσιους χώρους και οι αστυνομικές πληροφορίες στη χώρα του λειτουργούν με διαφορετικό τρόπο από την Ευρώπη (βλ. ερυθρό 40 του Δ.Φ.). Ο Αιτητής, δεν ήταν σε θέση να δικαιολογήσει τη φυγή του από την οικία του, όταν η Αστυνομία τον εντόπισε και του ζήτησαν να παρουσιαστεί, δηλώνοντας ότι πήδηξε από το παράθυρο, χωρίς να τον αντιληφθούν (βλ. ερυθρό 51 του Δ.Φ.). Παρά το γεγονός ότι η αστυνομία τον αναζητούσε, ο Αιτητής εξέδωσε διαβατήριο με την βοήθεια ενός φίλου του που εργαζόταν στο Τμήμα Μετανάστευσης και κατά την έξοδο του από την χώρα ο τελικός έλεγχος έγινε από το εν λόγω πρόσωπο (βλ. ερυθρό 52, 41 του Δ.Φ.).  Τέλος, ο  Αιτητής δεν είχε πληροφορίες για πιθανή έκδοση εντάλματος σύλληψης εναντίον του και δεν είχε περαιτέρω πληροφορίες για το τι συνέβη στους διαδηλωτές μετά τη διαδήλωση. Σχετικά με την εξωτερική αξιοπιστία, παρατέθηκαν από τους Καθ’ ων η αίτηση αναφορές σχετικά με την έκδοση εντάλματος σύλληψης στη Σιέρα Λεόνε αλλά και την μήνυση που υπέβαλαν οκτώ θύματα αστυνομικών πυροβολισμών κατά τη διάρκεια της διαδήλωσης, για έλλειψη αποτελεσματικής έρευνας και δίωξης των δραστών, παραβίασης των δικαιωμάτων πρόσβασης των θυμάτων σε ένδικα μέσα και πρόσβασης στη δικαιοσύνη, μη εκπλήρωση της υποχρέωσης της χώρας να προστατεύσει τα θύματα από βασανιστήρια, σκληρή, απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση, καθώς και την εγγύηση των δικαιωμάτων τους στη ζωή και στην προσωπική ασφάλεια.

 

19.          Στη βάση των αποδεκτών ισχυρισμών του Αιτητή, δεν διαπιστώθηκε κίνδυνος για τον Αιτητή σε περίπτωση επιστροφής του στη Σιέρα Λεόνε.

 

20.          Προχωρώντας στη νομική ανάλυση, οι Καθ’ ων η αίτηση διαπιστώνουν ότι δεν προκύπτει βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης του Αιτητού δυνάμει του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου, αλλά ούτε και πραγματικός κίνδυνος σοβαρής βλάβης λόγω αδιάκριτης βίας δυνάμει του άρθρου 19 του περί Προσφύγων Νόμου.

 

21.          Ενώπιον της παρούσας δικαστικής διαδικασίας, ο Αιτητής, δια του συνηγόρου του, δεν προβάλει κανένα απολύτως ισχυρισμό συναφή με τον πυρήνα του αιτήματός του για άσυλο, ούτε σχολιάζεται ειδικώς το εύρημα περί αναξιοπιστίας των απορριφθέντων ισχυρισμών του.

22.          Κατ΄εφαρμογή του άρθρου 11(3) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμο δυνάμει του οποίου το παρόν δικαστήριο προβαίνει σε έλεγχο νομιμότητας και ορθότητας αυτής, εξετάζοντας πλήρως και από τούδε και στο εξής, θα προχωρήσω στην αξιολόγηση των ενώπιον μου δεδομένων ως προς την αίτησή του Αιτητή για διεθνή προστασία.

23.          Υπό το φως των ενώπιoν μου δεδομένων, κρίνω καταρχάς ότι οι Καθ' ων η αίτηση θα έπρεπε να διακρίνουν ως ξεχωριστούς ουσιώδεις ισχυρισμούς τον ισχυρισμό περί αναζήτησης του από τις αρχές της χώρας καταγωγής του λόγω της συμμετοχής του στη διαδήλωση και το γεγονός του φόβου δίωξής του από την οικογένειά του νεαρού που απεβίωσε κατά την διάρκεια της διαδήλωσης.

 

24.          Καταρχάς, συντάσσομαι με την αποδοχή από τους Καθ’ ων η αίτηση του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού. Εξάλλου ο Αιτητής προσκόμισε ενώπιον των Καθ’ ων η αίτηση το πρωτότυπο διαβατήριό του. Ως προς το δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό περί συμμετοχής του Αιτητή σε διαδήλωση στο Mακένι την 18.7.2020, συντάσσομαι με την κατάληξη των Καθ’ ων η αίτηση για τους λόγους που καταγράφονται στην έκθεση εισήγηση,  η οποία αποτελεί την αιτιολογική βάση της επίδικης απόφασης.  

 

25.          Ως προς τον τρίτο ουσιώδη ισχυρισμό, περί δολοφονίας του αδελφού του από την Αστυνομία κατά τη διάρκεια της διαδήλωσης κρίνω ότι οι πληροφορίες που παρείχε ο Αιτητής για το περιστατικό είναι επαρκείς. Ο Αιτητής ήταν σε θέση να περιγράψει την τοποθεσία του αδελφού του, το ρόλο του στη διαδήλωση – παροχή νερού στους διαδηλωτές -, πως ενημερώθηκε για τον θάνατο του αδελφού του αλλά και το ότι ο ίδιος μόλις έμαθε για τον τραυματισμό έσπευσε στο σημείο (βλ. ερυθρά 44,45 του Δ.Φ.). Ωστόσο, το όνομα του αδελφού του, M. S., δεν εντοπίζεται στον κατάλογο των θυμάτων στα γεγονότα της 18ης Ιουλίου 2020, σύμφωνα με εξωτερικές πηγές.[1] Παρά το γεγονός ότι οι εξωτερικές πηγές δεν υποστηρίζουν τις αναφορές του Αιτητή, παρατηρείται ότι ακόμη και εάν η εσωτερική αξιοπιστία του Αιτητή κριθεί αποδεκτή, δεν υπάρχει διασύνδεση του θανάτου του αδελφού του με τους ισχυρισμούς του Αιτητή περί προσωπικής του δίωξης. Αποτελεί το σημείο αυτό ταυτόχρονο και προέκταση της ανάλυσης του κινδύνου που διατρέχει ο Αιτητής εξαιτίας του εν λόγω συμβάντος. Ο θάνατος του αδελφού του Αιτητή δεν συνδέεται άμεσα με τον πυρήνα του αιτήματος του Αιτητή καθώς ο αδελφός του ως ισχυρίζεται ο Αιτητή σκοτώθηκε επειδή βρισκόταν στο χώρο της διαδήλωσης και έδινε νερό στους διαδηλωτές και όχι εξαιτίας της σχέσης του με τον Αιτητή. Η εν λόγω απώλεια επιβεβαιώνει απλώς τις πηγές περί χρήσης βίας από την αστυνομία κατά την εν λόγω διαδήλωση. Ωστόσο δεν υπάρχει διασύνδεση του εν λόγω συμβάντος με τον ισχυρισμό του Αιτητή ότι ο τελευταίος καταζητείται από τις αρχές της χώρας του.

 

26.          Ως προς τον τέταρτο ουσιώδη ισχυρισμό, περί αναζήτησής του από τις αρχές, εξαιτίας της συμμετοχής του στη διαδήλωση, παρατηρώ ότι πράγματι ο Αιτητής δεν παρείχε λεπτομέρειες για την κλήση που έλαβε για να εμφανιστεί στις αρχές. Αρχικά δήλωσε ότι υπήρχε ένα ένταλμα σύλληψης εναντίον του (βλ. ερυθρό 49 του Δ.Φ.), ενώ στη συνέχεια ανέφερε ότι δεν πρόκειται για ένταλμα αλλά για κλήση να εμφανιστεί στον αστυνομικό σταθμό (βλ. ερυθρό 44 του Δ.Φ.). Ερωτηθείς να διευκρινίσει για ποιο έγκλημα κατηγορείται, αναφέρθηκε στην καταγγελία της οικογένειας του θανόντος νεαρού (βλ. ερυθρό 44 του Δ.Φ.) για να απαντήσει ερωτήσεις για την διαμαρτυρία και τη βία. Δήλωσε ότι έπρεπε να εμφανιστεί τον Αύγουστο, δεν θυμάται ημερομηνία, ωσότοσο δεν εμφανίστηκε ενώπιον των αστυνομικών αρχών. Επιπλέον, ενώ αρχικώς δήλωσε ότι επιδόθηκε σε αυτόν η κλήση την πρώτη με δεύτερη εβδομάδα του Αυγούστου 2020 (ερυθρό 44), στην συνέχεια δήλωσε ότι παρέλαβε την κλήση στις 26 Αυγούστου, μια ημέρα πριν το περιστατικό με την αστυνομία έξω από την οικία του (βλ. ερυθρό 43 του Δ.Φ.). Ως ο ίδιος ανέφερε, διάβασε το περιεχόμενο της κλήσης, εντούτοις δεν μπορούσε να παρέχει ακριβείς πληροφορίες ως προς αυτό. Επιπλέον, παρατηρείται χρονική ανακολουθία στις αναφορές του Αιτητή σχετικά με την επίδοση της κλήσης, πότε αποχώρησε από την οικία του και πότε έλαβε χώρα το περιστατικό με την αστυνομία έξω από την οικία του. Συγκεκριμένα, ο Αιτητής τοποθετεί χρονικά το περιστατικό με την αστυνομία στις 27.8.2020 (βλ. ερυθρά 43,51 του Δ.Φ.). Σύμφωνα με τις δηλώσεις του, η κλήση να εμφανιστεί στις αρχές κοινοποιήθηκε σε αυτόν μια μέρα πριν το περιστατικό με την αστυνομία (βλ. ερυθρό 43 του Δ.Φ.). Ωστόσο, σε άλλο σημείο της συνέντευξης δήλωσε ότι εγκατέλειψε την οικία του την ίδια ημέρα που έλαβε την κλήση να εμφανιστεί στις αρχές. Ως εκ τούτου, από μία ο Αιτητής δηλώνει ότι αποχώρησε από την οικεία του τη μέρα που έλαβε την κλήση ενώ αλλού αναφέρει ότι βρισκόταν στην οικεία του όταν ήρθε η αστυνομία, και ότι η αστυνομία εμφανίστηκε μία ημέρα μετά που έλαβε την κλήση  Ο Αιτητής εξάλλου στη συνέχεια ισχυρίστηκε ότι πριν το περιστατικό με την αστυνομία, πηγαινοερχόταν για ένα περίπου μήνα προκειμένου να λαμβάνει αντικείμενα για να τα πωλεί (βλ. ερυθρό 42). Ισχυρισμοί ανακόλουθοι μεταξύ τους, καθότι ενώ προσδιορίζει τα γεγονότα της κλήσης του και της εμφάνισης της αστυνομίας στην οικία του σε διάστημα μιας ημέρας, εντούτοις δηλώνει ότι για ένα μήνα κρυβόταν. Ενώ δηλαδή ο Αιτητή δήλωσε ότι έλαβε κλήση από την αστυνομία μία ημέρα πριν από την εμφάνισή της στην οικία του, ο Αιτητής δήλωσε ότι για ένα μήνα προηγουμένως κρυβόταν. Ο λόγος για τον οποίο κρυβόταν ο Αιτητή αφού δεν είχε λάβει ακόμα κάποια κλήση, δεν απαντάται στη συνέντευξή του, ούτε εξηγείται ενώπιον του Δικαστηρίου. Να σημειωθεί επίσης ότι μετά το θάνατο του αδελφού του, ο Αιτητής δήλωσε ότι πηγαινοερχόταν στο νοσοκομείο διεκδικώντας τη σωρό το, δεδομένο το οποίο επίσης έρχεται σε αντίφαση με τις δηλώσεις του Αιτητή ότι αυτός κρυβόταν για ένα μήνα και ότι αναζητούνταν από τις αρχές.

 

27.            Ο Αιτητής επίσης ανέφερε ότι η αστυνομία συνεχίζει να τον αναζητεί και ότι το πρόσωπο του βρίσκεται στην εφημερίδα Calabash (βλ. ερυθρό 50 και 42 του Δ.Φ.), πληροφορίες, οι οποίες του μεταφέρθηκαν από τρίτο πρόσωπο αλλά ουδέποτε είδε το δημοσίευμα.

 

28.          Κατόπιν έρευνας του Δικαστηρίου, ανευρέθηκε το εν λόγω άρθρο[2], στο οποίο αυτόπτης μάρτυρας, περιγράφει το περιστατικό, το οποίο έλαβε χώρα έξω από την οικία του Αιτητή, με τον ίδιο να δηλώνει ότι είδε τον Aιτητή να πηδά τον φράχτη από το πίσω μέρος της οικίας του, την αστυνομία να φωνάζει μέσω μεγάφωνου και τον Αιτητή να παραδέχεται ότι είναι αυτός που αναζητά η αστυνομία. Στο τέλος του δημοσιεύματος, η πηγή επιβεβαίωσε μέσω εκπροσώπου της αστυνομίας ότι πράγματι ο Αιτητής αναζητείται από την αστυνομία. Ωστόσο, παρατηρώ, ότι τα όσα καταγράφονται στην συγκεκριμένη πηγή και περιγράφονται από αυτόπτη μάρτυρα, προσδιορίζουν το περιστατικό στις 27.10.2020, ενώ ο Αιτητής κατά τη συνέντευξη του προσδιορίζει το περιστατικό με την αστυνομία στις 27.08.2020. Να σημειωθεί ότι ο αιτητής εγκατέλειψε νόμιμα τη χώρα καταγωγής του στις 28.10.2020 με διαβατήριο, εκδοθέν τον Σεπτέμβριο του 2020. Σχετικά με την αξιολόγηση του εν λόγω εγγράφου[3], παρατηρώ ότι το περιεχόμενο του εγγράφου αφορά το περιστατικό με την αστυνομία έξω από την οικία του Αιτητή, όπως ο ίδιος ο αιτητής το περιέγραψε κατά την ελεύθερη αφήγηση του.  Ωστόσο, ανακύπτουν σοβαρές υπόνοιες ως προς την γνησιότητα του εγγράφου. Καταρχάς, η περιγραφή του περιστατικού γίνεται από αυτόπτη μάρτυρα, επ΄ονόματι Abdul, ο οποίος αποφάσισε να ακολουθήσει 3 φορτηγά με ένστολους, χωρίς να αναγράφονται περαιτέρω στοιχεία για το συγκεκριμένο πρόσωπο. Επιπλέον, παρατηρώ ότι υπάρχει μια φωτογραφία του Αιτητή, αναφέρεται μόνο το όνομα του και ότι ήταν μαθητής στο σχολείο St Francis Secondary School, χωρίς να προσδιορίζει ο συντάκτης του κειμένου από που αντλήθηκαν οι εν λόγω πληροφορίες, καθότι όπως προκύπτει από τις αναφορές του αυτόπτη μάρτυρα, ήταν άγνωστο προς εκείνον πρόσωπο. Επιπλέον, παρατηρώ σημαντική αντίφαση ως προς την ημερομηνία κατά την οποία έλαβε χώρα το περιστατικό σε σχέση με τις δηλώσεις του Αιτητή. Παρατηρείται εξάλλου, πώς το συγκεκριμένο περιστατικό τόσο εκ της φύσης του όσο και εκ του τρόπου που αυτό παρουσιάζεται δεν παραπέμπει σε δημοσιογραφικό άρθρο. Αξιοσημείωτη είναι η ταυτόσημη περιγραφή του περιστατικού από το άγνωστο τρίτο πρόσωπο και τον Αιτητή, χωρίς αποκλίσεις ως προς τις λεπτομέρειες και το λεξιλόγιο. Ερωτηματικά εγείρονται ως προς την αυθεντικότητα του εγγράφου καθώς άτομα που βίωσαν ένα περιστατικό από διαφορετική οπτική γωνία, περιγράφουν με πανομοιότυπο αφήγημα τις περιστάσεις του συγκεκριμένου περιστατικού. Προβληματισμοί εγείρονται επίσης, και ως προς τις περιστάσεις διαφυγής του Αιτητή, με τον ίδιο να δηλώνει ότι μετά το περιστατικό κρυβόταν για περίοδο 3 μηνών. Ως εκ τούτου, κρίνεται ότι τα εν λόγω δεδομένα δεν ενεργούν υπέρ της αξιοπιστίας του Αιτητή αλλά μάλλον τη θίγουν. Με βάση τα ανωτέρω, δεν στοιχειοθετείται εσωτερική αξιοπιστία του Αιτητή.

 

29.          Μη ευλογοφανή κρίνονται και τα λεγάμενα του Αιτητή ως προς την έκδοση του διαβατηρίου. Αρχικά ανέφερε ότι κατά την αποχώρηση του από το διεθνές αεροδρόμιο, μεταμφιέστηκε διότι κρυβόταν από τις αστυνομικές αρχές (βλ. ερυθρό 52), ενώ στη συνέχεια της συνέντευξης του δήλωσε ότι ο φίλος του, ονόματι Α.C,  ήταν το πρόσωπο που σφράγισε το διαβατήριο του στον τελικό έλεγχο πριν την αποχώρηση του αλλά και το πρόσωπο το οποίο εξέδωσε το διαβατήριο του (βλ. ερυθρό 41) και το παρέλαβε μετά την έκδοση (βλ. ερυθρό 52). Είναι αξιοσημείωτο ότι το εν λόγω πρόσωπο εργαζόταν και στο στάδιο της έκδοσης και στο στάδιο του ελέγχου των διαβατηρίων. Επιπλέον, ο Αιτητής δήλωσε ότι για περίπου ένα μήνα, μετά τον θάνατο του αδελφό του πήγαινε στο νοσοκομείο για να παραλάβει το σώμα του, αλλά σύμφωνα με οδηγίες της κυβέρνησης δεν άφηναν τις οικογένειες των αποθανόντων να  παραλάβουν τα σώματα τους. Δήλωσε ότι προσπαθούσε να μάθει, ρωτώντας την κυβέρνηση για ποιο λόγο αρνούνταν (βλ. ερυθρό 51). Οι ισχυρισμοί του Αιτητή ότι κρυβόταν από τις αρχές, ενώ ο ίδιος προέβαινε σε αριθμό μετακινήσεων, στο νοσοκομείο αλλά και σε πράξεις αγοραπωλησιών, αποτελούν στοιχεία που συνηγορούν ότι ο Αιτητής δεν ήταν πρόσωπο ενδιαφέροντος για την αστυνομία.

 

30.           Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, σημειώνεται ότι σύμφωνα με έρευνα που έχει διεξαχθεί στις διαθέσιμες πηγές ως προς τις εξελίξεις διερεύνησης των γεγονότων που έλαβαν χώρα τον Ιούλιο του 2020 και της ποινικής δίωξης των κρατουμένων σημειώνονται τα εξής: Η κυβέρνηση εξέφρασε τη λύπη της για τις βίαιες αναταραχές στο Makeni, το Lunsar και το Tombo που είχαν ως αποτέλεσμα θανάτους, τραυματισμούς και απρόβλεπτη καταστροφή περιουσίας. Άσκησε ποινική δίωξη σε 13 κατηγορούμενους για τα επεισόδια στο Μακένι  και επιπλέον συστάθηκε ειδική ερευνητική επιτροπή για να εξετάσει τις αναταραχές, ενώ η αστυνομία διεξήγαγε επίσης εσωτερικές έρευνες για τη συμπεριφορά των αξιωματικών, οι οποίες οδήγησαν στην απόλυση ορισμένων ανώτερων αστυνομικών.[4]  Η Διεθνής Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (IHRC), καλωσόρισε την σύνθεση Προεδρικής επιτροπής μέχρι τη διερεύνηση των γεγονότων,  εντούτοις εξέφρασε τη λύπη της για την έλλειψη ερευνών έως και τον Φεβρουάριο 2021. Η IHRC σημείωσε επίσης την καθυστέρηση στη διενέργεια αυτοψίας για τους πολίτες που σκοτώθηκαν κατά τη διάρκεια του συμβάντος.[5]

 

31.          Ένα δημοσίευμα του Οκτωβρίου 2023 από την εφημερίδα και διαδικτυακή σελίδα Nigh Watch αναφέρει ότι ύστερα από τα γεγονότα που έλαβαν χώρα στο Μακένι πριν από τρία χρόνια (2020), ο κατάλογος των υπόπτων της κυβέρνησης που απελευθερώθηκαν από την αστυνομία κατέδειξε ότι 14 κρατούμενοι αγνοούνται. Τον Ιούλιο του 2020, νεαροί στο Μακένι συνελήφθησαν και κρατήθηκαν κατά τη διάρκεια αντίστασης στη μετεγκατάσταση μιας γεννήτριας ηλεκτρικής ενέργειας σε άλλη περιοχή της χώρας. Οι κρατούμενοι πέρασαν σχεδόν ένα χρόνο στη φυλακή πριν απελευθερωθούν. Η Zainab Catherine Tarawallie, μέλος του κοινοβουλίου που εκπροσωπεί μια από τις εκλογικές περιφέρειες στην περιοχή Bombali αιφνιδιάστηκε από τον μικρό αριθμό ανθρώπων που απελευθερώθηκαν από την αστυνομία και τις φυλακές. Η βουλευτής περίμενε να απελευθερωθεί μεγαλύτερος αριθμός. Η Tarawallie κατήγγειλε τα ανωτέρω κατά τη διάρκεια της παρουσίασης μιας έκθεσης με τίτλο: «Στέρηση δικαιωμάτων των νέων και διαμαρτυρία στη Σιέρα Λεόνε» που συντάχθηκε από μια πρώην ακτιβίστρια για τα ανθρώπινα δικαιώματα, τη Valnora Edwin. Παρόλο που η βουλευτής αρνήθηκε να αναφερθεί επακριβώς στον ακριβή αριθμό των αποφυλακισθέντων, ανέφερε ότι οι εξαφανισμένοι ανέρχονται τουλάχιστον στους 14.[6]

 

32.          Εκ των ανωτέρω, η έλλειψη εσωτερικής αξιοπιστίας αλλά και λαμβάνοντας υπόψη τις ανωτέρω πηγές πληροφόρησης, δεν προκύπτει ότι ο Αιτητής αναζητείται από τις αρχές της χώρας καταγωγής του. Ο ίδιος εγκατέλειψε τη χώρα νόμιμα, τρεις μήνες μετά την διαδήλωση και ενώ ο ίδιος δηλώνει ότι σήμερα δεν πρόκειται να λάβει μέρος σε άλλη διαδήλωση στην χώρα καταγωγής (βλ. ερυθρό 39) ούτε γνωρίζει εάν συνεχίζει να λειτουργεί το  Συμβούλιο Νεολαίας (βλ. ερυθρό 40).  

 

33.          Ως προς τον πέμπτο σχηματισθέντα ισχυρισμό από το παρόν Δικαστήριο, ήτοι την κατ΄ισχυρισμό δίωξη του Αιτητή από την οικογένεια του  παιδιού που απεβίωσε κατά την διάρκεια της διαδήλωσης, διαπιστώνω ότι δε θεμελιώνεται η εσωτερική αξιοπιστία του. Ο Αιτητής δήλωσε ότι η οικογένεια του νεαρού θέλουν να τον σκοτώσουν και ότι έλαβε απειλή από αυτούς (βλ. ερυθρό 50 του Δ.Φ.) Η οικογένεια του νεαρού ισχυρίζεται ότι ο Αιτητής και η ομάδα του ήταν υπεύθυνοι για τον θάνατο του. Ερωτηθείς πως συνδέεται το γεγονός ότι καταζητείται από την αστυνομία με το γεγονός ότι η οικογένεια του νεαρού τον απείλησαν ότι θα τον σκοτώσουν, ο Αιτητής δήλωσε γενικά ότι αυτό οφείλεται λόγω της ιδιότητας του ως αρχηγού στη διαδήλωση. Η οικογένεια του νεαρού προέβη σε καταγγελία εναντίον του ότι αυτός ήταν ο υπεύθυνος της διαμαρτυρίας και της βίας που προκλήθηκε (βλ. ερυθρό 44 του Δ.Φ.). Ο Αιτητής δήλωσε ότι δεν γνωρίζει τον νεαρό επειδή καθώς αυτός ανήκε στην ομάδα του (βλ. ερυθρά 50 και 41 του Δ.Φ.), αλλά ούτε και την οικογένεια του (βλ. ερυθρό 40 του Δ.Φ.) και με εικασίες ανέφερε ότι ενδεχομένως η οικογένεια του νεαρού να ρώτησε για τον ίδιο και να έμαθαν που διέμενε. Επιπλέον, κανέναν συγκεκριμένο περιστατικό δεν αναφέρεται από τον Αιτητή να έλαβε χώρα εναντίον του αλλά ούτε και μπορούσε να τεκμηριώσει επαρκώς εάν η κλήση να εμφανιστεί ενώπιον των αρχών οφείλεται στην καταγγελία που υπέβαλε η οικογένεια του νεαρού. Ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να παρουσιάσει οποιαδήποτε γεγονότα κατά τρόπο ευλογοφανή και συνεκτικό από τον οποίο να προκύπτει κίνδυνος βλάβης για τον ίδιο στη βάση αντικειμενικών δεδομένων. Περαιτέρω, ενώ ο Αιτητής αρχικά δήλωσε ότι απειλήθηκε από τους γονείς του νεαρού (βλ. ερυθρό 50), στη συνέχεια δήλωσε ότι ουδέποτε συναντήθηκε με μέλη της οικογένεια του νεαρού (βλ. ερυθρό 40). Δεν παρείχε πληροφορίες για το ποιος του μετέφερε τις απειλές που ισχυρίζεται ότι δέχθηκε από την οικογένεια του νεαρού ούτε πως ενημερώθηκε για την καταγγελία εναντίον του.  Ως εκ τούτου, ο ισχυρισμός περί δίωξης και κινδύνου αυτού να υποστεί βλάβη από την οικογένεια του νεαρού που απεβίωσε κατά τη διάρκεια της διαδήλωσης δεν βασίζεται σε αντικειμενικά δεδομένα αλλά μάλλον σε εικασίες του Αιτητή

 

34.          Ως εκ τούτου, με βάση τους αποδεκτούς ισχυρισμούς του Αιτητή, δεν δικαιολογείται η υπαγωγή του στο καθεστώς του πρόσφυγα καθώς δεν τεκμηριώθηκε η συνδρομή βάσιμου φόβου δίωξης για τους λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου.

 

35.          Ούτε επίσης τεκμηριώνεται, επικουρικώς, η υπαγωγή του στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας (άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου), καθώς ο Αιτητής δεν τεκμηριώνει αλλά και από τα ενώπιόν μου στοιχεία δεν προκύπτει ότι εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη.

 

36.          Ειδικότερα, στην προκείμενη περίπτωση από το προαναφερόμενο ιστορικό του Αιτητή δεν προκύπτει, ότι ενόψει των προσωπικών του περιστάσεων, πιθανολογείται να εκτεθεί σε κίνδυνο βλάβης συγκεκριμένης μορφής [βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94, Elgafaji, σκέψη 32)] ότι αυτός διατρέχει κίνδυνο σοβαρής βλάβης, λόγω θανατικής καταδίκης ή εκτέλεσης, βασανιστηρίων, απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής της [βλ άρθρο 19(2)(α) και (β)].

 

37.          Ως προς τους παράγοντες που δύνανται να ληφθούν υπόψιν κατά την αξιολόγηση του συστατικού στοιχείου της αδιάκριτης βίας, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: το ΔΕΕ) επεσήμανε σε πρόσφατη απόφασή του ότι λαμβάνονται υπόψη «[.]μεταξύ άλλων, η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύρραξης ως στοιχεία λαμβανόμενα υπόψη κατά την εκτίμηση του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 (πρβλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C‑285/12, EU:C:2014:39, σκέψη 35), καθώς και άλλα στοιχεία όπως η γεωγραφική έκταση της κατάστασης αδιάκριτης άσκησης βίας, ο πραγματικός προορισμός του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής στην οικεία χώρα ή περιοχή και οι τυχόν εκ προθέσεως επιθέσεις κατά αμάχων εκ μέρους των εμπόλεμων μερών.» (ΔΕΕ, C-901/19, ημερομηνίας 10.6.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland, σκέψη 43).

 

38.          Περαιτέρω, ως προς τον προσδιορισμό του επιπέδου της ασκούμενης αδιάκριτης βίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου ( στο εξής: το ΕΔΔΑ) στην απόφασή του Sufi and Elmi (ΕΔΔΑ, απόφαση επί των προσφυγών  8319/07 and 11449/07, ημερομηνίας 28.11.2011) αξιολόγησε, διευκρινίζοντας ότι δεν κατονομάζονται εξαντλητικά, τη χρήση μεθόδων και τακτικών πολέμου εκ μέρους των εμπόλεμων πλευρών οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο αμάχων θυμάτων ή ευθέως στοχοποιούν αμάχους, εάν η χρήση αυτών είναι διαδεδομένη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, και, τελικά, τον αριθμό των αμάχων που έχουν θανατωθεί, τραυματιστεί και εκτοπιστεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης.

 

39.          Περαιτέρω, όπως διευκρίνισε το ΔΕΕ «ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας.» (απόφαση στην υπόθεση C-465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji κ. Staatssecretaris van Justitie, ημερ.17.2.2009) Ιδίως ως προς την εφαρμογή της αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας, το ΔΕΕ στην ως άνω απόφαση διευκρίνισε ότι «ότι όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας.».

 

40.          Βάσει και άλλων, επικαιροποιημένων πληροφοριών, αναφορικά με τη χώρα καταγωγής του Αιτητή και ειδικότερα στην πόλη Mακένι της Σιέρρα Λεόνε για το διάστημα 26.1.2023 έως 26.1.2024 σημειώθηκαν 6 περιστατικά ασφαλείας, τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα τον θάνατο 2 ανθρώπων. Μεταξύ αυτών, 2 ήταν περιστατικά βίας κατά αμάχων, 3 ήταν περιστατικά ταραχών και 1 περιστατικό μάχης.  Στη πόλη Μακένι σημειώθηκαν συνολικά 3 περιστατικά (1 περιστατικό μάχης και 2 περιστατικά βίας κατά αμάχων), τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα τον θάνατο 1 ανθρώπου.[7] Σημειώνεται δε συνολικός πληθυσμός της πόλη Μακένι απαριθμεί περί τις 85.116 κατοίκους σύμφωνα με επίσημη καταμέτρηση που έλαβε χώρα το έτος 2021[8]. Τέλος, σύμφωνα με το Rule of Law in Armed Conflict (RULAC) της Ακαδημίας της Γενεύης, η Σιέρρα Λεόνε δεν εμπλέκεται σε οποιαδήποτε ένοπλη σύρραξη.[9]

 

41.          Λαμβάνοντας υπόψιν τα παραπάνω ποσοτικά και ποιοτικά δεδομένα δε διακρίνω την ύπαρξη κατάστασης αδιάκριτης βίας λόγω ένοπλης σύρραξης στο Μακένι, ή έστω αδιάκριτης βίας λόγω ένοπλης σύρραξης η οποία να εξικνείται σε τέτοιο βαθμό ώστε ο Αιτητής λόγω της παρουσίας του και μόνο εκεί να έρχεται αντιμέτωπος με πραγματικό κίνδυνο σοβαρής απειλής κατά το άρθρο 19 στοιχείο (2)(γ).

 

42.          Επικουρικώς, λαμβάνοντας υπόψιν το προφίλ του Αιτητού, στο πλαίσιο της αναπροσαρμοζόμενης κλίμακα Elgafaji (απόφαση στην υπόθεση C-465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji κ. Staatssecretaris van Justitie, ημερ. 17.2.2009) κυρίως το γεγονός ότι συνιστά άρρενα, νεαρής ηλικίας, μορφωμένο, χωρίς προβλήματα υγείας, με υποστηρικτικό/οικογενειακό δίκτυο στην χώρα καταγωγής, δεν εντοπίζεται κάποιο χαρακτηριστικό επίτασης κινδύνου στην περίπτωση αυτή.

 

43.          Όλως επικουρικώς, ως προς τις διαδικαστικές πλημμέλειες, τις οποίες επικαλείται ο Αιτητής, κρίνεται σκόπιμο να σημειωθούν τα εξής. Σημειώνεται ότι ο εν λόγω ισχυρισμός προβάλλεται αλυσιτελώς, δεδομένου ότι δεν εξειδικεύεται από τον συνήγορο του Αιτητή η βλάβη που επήλθε στον Αιτητή από τις ως άνω παραλείψεις. Εξάλλου, και όλως επικουρικώς, ως προς την παροχή υπηρεσιών διερμηνέα, σημειώνεται όσον αφορά τη συνέντευξη, όπως προκύπτει από το πρακτικό αυτής η συνέντευξή πραγματοποιήθηκε στα αγγλικά, γλώσσα που ομιλεί και κατανοεί ο Αιτητής, σε κάθε περίπτωση δε με το πέρας της συνέντευξης, αυτή διαβάστηκε και υπογράφηκε ως προς το περιεχόμενο της από τον ίδιο τον Αιτητή, παρέχοντας την δυνατότητα ελέγχου και προσβολής του σε περίπτωση εσφαλμένης μετάφρασης. Ως προς τον ισχυρισμό ότι δεν δόθηκε η δυνατότητα επικοινωνίας του αιτητή με την Ύπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες ή με οργανώσεις που παρέχουν νομική αρωγή και ότι δεν του δόθηκε το δικαίωμα να εκπροσωπείται από δικηγόρο κατά την προσωπική συνέντευξη επαναλαμβάνω ότι οι εν λόγω ισχυρισμοί προβάλλονται αλυσιτελώς και ο Αιτητής μη αναφερόμενος σε συγκεκριμένα στοιχεία και ισχυρισμούς που κατ' ισχυρισμό αποστερήθηκε του δικαιώματος  να προβάλει καθιστά και εξ αυτού του λόγου το συναφή ισχυρισμό αλυσιτελή καθώς δεν καταδεικνύεται οποιαδήποτε ζημία. Σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα με το άρθρο 18 του περί Προσφύγων Νόμου  δικηγόρος ή ο νομικός σύμβουλος του Αιτητή, ο οποίος μπορεί να παρευρίσκεται κατά την προσωπική συνέντευξη επιτρέπεται να παρεμβαίνει μόνο στο τέλος της προσωπικής συνέντευξης και ο αρμόδιος λειτουργός προβαίνει σε προσωπική συνέντευξη του Αιτητή, ανεξαρτήτως αν ο Αιτητής εκπροσωπείται από δικηγόρο ή νομικό σύμβουλο. 

 

44.          Παρατηρώ εξάλλου ότι ο Αιτητής δια του συνηγόρου του δεν προβαίνει σε οποιαδήποτε ανάλυση της ζημίας που έχει υποστεί εκ της κατ' ισχυρισμό διαδικαστικής αυτής παράλειψη ούτε και προβαίνει σε σύνδεση της με τις προϋποθέσεις υπαγωγής του σε καθεστώς διεθνούς προστασίας, το οποίο είναι και το ζητούμενο εν προκειμένω.\

 

45.          Επισημαίνεται εξάλλου ότι δεν πρόκειται για περίπτωση σε σχέση με την οποία θα μπορούσε να χορηγηθεί το τεκμήριο της αμφιβολίας. Όπως εναργώς προκύπτει από το ίδιο το εδάφιο (4) του του άρθρου 13 του περί Προσφύγων Νόμου, το ευεργέτημα της αμφιβολίας δίδεται μόνο εκεί όπου ο αιτών άσυλο υποβάλει όλα τα διαθέσιμα απ΄ αυτόν στοιχεία σε σχέση με την αίτησή του, τα οποία έχουν ελεγχθεί και, ο αρμόδιος λειτουργός ή/και ο Προϊστάμενος ικανοποιούνται ότι ο Αιτητής είναι γενικά αξιόπιστος.

 

46.          Το ευεργέτημα της αμφιβολίας χορηγείται εκεί όπου ο αιτών άσυλο καταβάλλει πραγματική προσπάθεια να τεκμηριώσει την προσωπική του ιστορία, η οποία βεβαίως δικαιολογεί καταρχήν την υπαγωγή του σε καθεστώς διεθνούς προστασίας και όταν, εντούτοις, υπάρχουν κενά και έλλειψη αποδεικτικών στοιχείων προς τεκμηρίωση των συναφών ισχυρισμών.

 

47.          Εν προκειμένω, ο Αιτητής δεν προέβαλε οποιουσδήποτε αξιόπιστους ισχυρισμούς, οι οποίοι θα δικαιολογούσαν την υπαγωγή του στο καθεστώς διεθνούς προστασίας, ώστε το έλλειμα των στοιχείων προς τεκμηρίωση συγκεκριμένων ισχυρισμών να καλυφθεί από το ευεργέτημα της αμφιβολίας. Συνεπώς, δεν δικαιολογείται στην περίπτωσή του η χορήγηση του ευεργετήματος της αμφιβολίας.

 

Ως εκ τούτου, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση τροποποιείται ως ανωτέρω, με €1000 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ’ ων η αίτηση.

Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.



[1]Consortium for Good Governance, Human Rights and Democracy, Civil Society Report On The Gross Human Rights Violations By Security Forces In Makeni, 2020, available at: https://slobserver.org/wp-content/Library/200807%20CGHRD%20Report%20-%20The%20Makeni%20Story.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 30/01/2024)

 

[2] https://thecalabashnewspaper.com/sulaiman-tejan-sesay-narrowly-escapes-death-in-the-hands-of-desperate-police-officers/

[3] European Asylum Support Office (2018), «Δικαστική ανάλυση - Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου», διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://euaa.europa.eu/sites/default/files/EASO-Evidence-and-Credibility-Assessment-JA-EL.pdf  , σελ.105-108 (τελευταία ημερομηνία πρόσβασης 31/01/2024)

 

[4] Government of Sierra Leone (Author), published by HRC – UN Human Rights Council (formerly UN Commission on Human Rights): National report submitted in accordance with paragraph 5 of the annex to Human Rights Council resolution 16/21; Sierra Leone [A/HRC/WG.6/38/SLE/1], 16 February 2021

https://www.ecoi.net/en/file/local/2048194/A_HRC_WG.6_38_SLE_1_E.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31/01/2024)

[5] HRC – UN Human Rights Council (formerly UN Commission on Human Rights) (Author): Summary of Stakeholders’ submissions on Sierra Leone; Report of the Office of the United Nations High Commissioner for Human Rights [A/HRC/WG.6/38/SLE/3], 25 February 2021 https://www.ecoi.net/en/file/local/2049834/A_HRC_WG.6_38_SLE_3_E.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31/01/2024)

[6] Night Watch, Communique May Implicate SLPP, 30 October 2023, available at: https://nightwatchnewspaper.com/communique-may-implicate-slpp/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31/01/2024)

[7] ACLEDDashboard, Sierra Leone , Northern , reference period 26/01/2023 - 26/01/2024διαθέσιμο σε https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard(ημερομηνία πρόσβασης 31/01/2024)

[8] City Population, Sierra Leone , Cities & Urban Localities, https://www.citypopulation.de/en/sierraleone/cities/ , (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 30/01/2024).

[9] Rulac, Geneva Academy, https://www.rulac.org/browse/map  , ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης  30/01/2024


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο