ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

 

    Υπόθεση Αρ. 8377/2021

 

23 Φεβρουαρίου, 2024

 

[X. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:

 

 Β. M.

 Αιτητή

 

-και-

 

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω της

Υπηρεσίας Ασύλου

 

  Καθ’ ων η αίτηση

 

 …………………….

 

 

Αλεξάνδρα Κιρακόζοβα για Νατάσα Χαραλαμπίδου, Δικηγόρος για τον αιτητή

 

Χριστίνα Δημητρίου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ’ ων η αίτηση

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

Χ.Μιχαηλίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.:  Ο αιτητής προσφεύγει με την παρούσα αίτηση ακυρώσεως εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, ημερομηνίας 12/11/2021, που του κοινοποιήθηκε στις 16/11/2021 και με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας.

 

Όπως προκύπτει από την Ένσταση που καταχώρισε η ευπαίδευτη συνήγορος των καθ’ ων η αίτηση, ο αιτητής είναι υπήκοος της Γουινέας και υπέβαλε αίτηση για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας στις 19/10/2021, αφού εισήλθε παράνομα στις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές.  Την ίδια ημέρα, ο αιτητής παρέλαβε τη βεβαίωση υποβολής αιτήματος διεθνούς προστασίας.

 

Στις 03/11/2021 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη στον αιτητή από αρμόδιο λειτουργό του Ευρωπαϊκού Γραφείου Υποστήριξης για το Άσυλο (European Asylum Support Office, στο εξής: “E.A.S.O”) και του παραχωρήθηκε δωρεάν βοήθεια διερμηνέα.  Μετά τη συνέντευξη, ο αρμόδιος λειτουργός ετοίμασε έκθεση-εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου εισηγούμενος την απόρριψη της αίτησης του Αιτητή και στις 12/11/2021 ο αρμόδιος εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός, που εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης του.  Στις 11/11/2021 ετοιμάστηκε επιστολή από την Υπηρεσία Ασύλου προς τον αιτητή σχετικά με την απόρριψη του αιτήματος και αιτιολόγηση της απόφασης.  Η εν λόγω επιστολή επιδόθηκε δια χειρός στον αιτητή στις 16/11/2021.  Στη συνέχεια, ο αιτητής καταχώρησε την υπό εξέταση προσφυγή εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου. 

 

Η ευπαίδευτη συνήγορος του αιτητή με τη Γραπτή της Αγόρευση προώθησε διάφορους λόγους ακύρωσης, μέρος των οποίων απέσυρε κατά το στάδιο των διευκρινίσεων στις 9/10/2023, διατηρώντας εντέλει μόνο τους κάτωθι νομικούς ισχυρισμούς:  (1) Έλλειψη δέουσας έρευνας, πλάνη περί τα πράγματα και τον Νόμο, κατάχρηση και/ή υπέρβαση εξουσίας, εκ μέρους του αρμόδιου οργάνου και (2) Η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αναιτιολόγητη και/ή μη δεόντως αιτιολογημένη.  Ο δεύτερος και ο τέταρτος νομικός ισχυρισμός της Γραπτής Αγόρευσης, οι οποίοι αποσύρθηκαν από τη συνήγορο του αιτητη απορρίφθηκε από το Δικαστήριο κατά την ίδια δικάσιμο.

 

 

Η ευπαίδευτη συνήγορος των καθ' ων η αίτηση, υποστήριξε τη νομιμότητα της απόφασης και ανέφερε πως η προσβαλλόμενη απόφαση έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος και των Νόμων, κατόπιν δέουσας έρευνας και σωστής ενάσκησης των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στο αρμόδιο όργανο, αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης.

 

Θα πρέπει να επισημανθεί ότι, σύμφωνα με τον περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμο του 2018 (Ν.73(Ι)/2018), το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας έχει την εξουσία να εξετάσει την παρούσα υπόθεση και επί της ουσίας και όχι μόνο ως ακυρωτικό Δικαστήριο.  Το γεγονός αυτό, οφείλεται στο ότι η υπό εξέταση υπόθεση αφορά αίτηση που χρονικά εμπίπτει στις προϋποθέσεις του άρθρου 11 του περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (Ν.73(Ι)/2018), οι οποίες δίδουν στο Δικαστήριο την υποχρέωση ελέγχου νομιμότητας και ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης.

 

Προχωρώ να εξετάσω τον ισχυρισμό του Αιτητή περί του ότι εσφαλμένα και λόγω έλλειψης δέουσας έρευνας, το αρμόδιο όργανο απέρριψε το αίτημά του για χορήγηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας. Θεωρώ χρήσιμο να καταγραφούν όλοι οι ισχυρισμοί που πρόβαλε ο Αιτητής σε όλα τα στάδια της εξέτασης του αιτήματός του, προκειμένου να εξετάσω την ορθότητα της προσβαλλόμενης απόφασης, αλλά και για να διαφανεί εάν το αρμόδιο όργανο αποφάσισε μετά από δέουσα έρευνα, ορθά, νόμιμα και εντός των πλαισίων της εξουσίας του και της σχετικής νομοθεσίας.

 

 

Ο αιτητής στην αίτηση που υπέβαλε στην Υπηρεσία Ασύλου ισχυρίστηκε ότι προέρχεται από μια πολυγαμική οικογένεια και μετά τον θάνατο του πατέρα του αυτός και η μητέρα του δέχτηκαν λεκτική και σωματική κακοποίηση εξαιτίας της κληρονομηθείσας ακίνητης περιουσίας που άφησε πίσω του ο εκλιπών πατέρας του (ερυθρά 1-3 του διοικητικού φακέλου και μετάφραση στο ερυθρό 88, του διοικητικού φακέλου).  Διεξήχθει προσωπική συνέντευξη με τον αιτητή από αρμόδιο λειτουργό της E.A.S.O. προς εξέταση της ουσίας της αίτησής του, κατά την οποία κλήθηκε να απαντήσει σε ερωτήσεις τόσο αναφορικά με τα προσωπικά του στοιχεία όσο και σε σχέση με τους λόγους που τον ώθησαν να εγκαταλείψει την χώρα καταγωγής του και να αιτηθεί διεθνή προστασία στην Δημοκρατία.

 

Αναφορικά με τα προσωπικά του στοιχεία επιβεβαίωσε πως είναι πολίτης της Γουινέας (ερυθρό 37, 2χ, του διοικητικού φακέλου) γεννηθείς και μεγαλωμένος στην πόλη Conakry, η οποία αποτελεί και τον τόπο προηγούμενης συνήθους διαμονής του (ερυθρό 34, 1χ, 2χ, του διοικητικού φακέλου). Περαιτέρω, ανήκει στην εθνοτική ομάδα των Susu και είναι μουσουλμάνος ως προς το θρήσκευμα  (ερυθρό 36, 1χ, του διοικητικού φακέλου).  Ο αιτητής ισχυρίστηκε πως έχει φοιτήσει σε σχολείο στην χώρα καταγωγής του (ερυθρά 36, 2χ, 3χ, του διοικητικού φακέλου) αλλά ουδέποτε εργάστηκε (ερυθρό 35, 3χ, του διοικητικού φακέλου). Επιπρόσθετα, ως προς την οικογενειακή του κατάσταση δήλωσε άγαμος και άτεκνος (ερυθρό 35, 1χ, του διοικητικού φακέλου). Ως προς τα λοιπά μέλη της οικογένειάς του, ο αιτητής ανέφερε πως η μητέρα και τα δύο αδέρφια του διαμένουν μέχρι σήμερα στην πόλη Conakry της Γουινέας, αλλά δήλωσε πως δεν βρίσκεται πια σε επικοινωνία μαζί τους (ερυθρό 35, 2χ του διοικητικού φακέλου).  Επιπρόσθετα, ανέφερε πως ο πατέρας του απεβίωσε.     

 

Αναφορικά με τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε την χώρα του, ο Αιτητής επιβεβαίωσε τα όσα κατέγραψε στην αίτησή του. Συγκεκριμένα, ανέφερε εκ νέου ότι είναι ορφανός από πατέρα και ότι προέρχεται από μια πολυγαμική οικογένεια.  Ισχυρίστηκε πως μετά τον θάνατο του πατέρα του, αυτός και η μητέρα του δέχτηκαν σωματική αλλά και λεκτική βία από την άλλη σύζυγο του αποβιώσαντος πατέρα του εξαιτίας της κληρονομιαίας γης που ο τελευταίος τους άφησε. Ερωτηθείς αν υπάρχουν άλλοι λόγοι για τους οποίους αιτήθηκε διεθνή προστασία, απάντησε αρνητικά (ερυθρό 1χ του διοικητικού φακέλου)

 

Κατά το στάδιο των διευκρινιστικών ερωτήσεων που ακολούθησε, ο Αιτητής κλήθηκε να απαντήσει σε συγκεκριμένες ερωτήσεις, ώστε να εμπλουτίσει την επιχειρηματολογία του και να αποσαφηνίσει τα κρίσιμα γεγονότα της αφήγησής του που σχετίζονται με τον πυρήνα του αιτήματός του.  Ερωτηθείς τι είναι αυτό που φοβάται ότι θα του συμβεί σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα του, ο Αιτητής ισχυρίστηκε πως η ζωή του κινδυνεύει από τα ετεροθαλή του αδέρφια από τον πρώτο γάμο του πατέρα του, και ιδίως από ένα εξ αυτών ο οποίος είναι μπλεγμένος με ναρκωτικά και έχει βάλει δικούς του ανθρώπους για να τον βλάψουν (ερυθρό 31, 1χ, 2χ του διοικητικού φακέλου). Αναφορικά με την επίμαχη κληρονομική διαμάχη ο Αιτητής πρόβαλε ότι μετά τον θάνατο του πατέρα του στις 29/11/2017 (ερυθρό 30, 1χ του διοικητικού φακέλου), ο μεγαλύτερος από τα ετεροθαλή του αδέρφια διεκδικούσε το ακίνητο του πατέρα τους με σκοπό να το πωλήσει και να εξεύρει πόρους για να ταξιδέψει στην Ευρώπη. Για τον σκοπό αυτό, επισκεπτόταν τακτικά τον Αιτητή στην οικία του και προσέβαλε την μητέρα του (ερυθρό 31, 3χ του διοικητικού φακέλου).

 

Ο Αιτητής εξήγησε ότι η επίμαχη περιουσία προοριζόταν για όλα τα αδέρφια συνολικά αλλά σε αντίθεση με την οικογένεια της πρώτης συζύγου του πατέρα του που επιθυμούσαν να πωλήσει τα ακίνητα για να κερδίσει χρήματα, η οικογένεια του Αιτητή αρνούνταν να συγκατατεθεί στην εκποίηση αυτών γιατί δε είχαν άλλο καταφύγιο για να ζουν.  Επιπρόσθετα, ισχυρίζεται πως το γεγονός αυτό συνιστούσε και την τελευταία επιθυμία του πατέρα τους, δηλαδή τα ακίνητα να μην πωληθούν (ερυθρά 30, 2χ, 3χ και 26, 1χ, του διοικητικού φακέλου). Περαιτέρω, ζητήθηκε από τον Αιτητή να παρέχει περισσότερες πληροφορίες αναφορικά με τις απειλές θανάτου που ισχυρίστηκε ότι δέχτηκε.  Ο Αιτητής ισχυρίστηκε πως διαπληκτίστηκε με τον ετεροθαλή αδερφό του για το επίμαχο ακίνητο και ο τελευταίος τον χτύπησε με αποτέλεσμα να τραυματιστεί, ενώ στην συνέχεια τον απείλησε και με μαχαίρι.  

 

Ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να αναφέρει το πότε ακριβώς συνέβη το περιστατικό αυτό (ερυθρό 29, 1χ-3χ, του διοικητικού φακέλου). Στην συνέχεια, διευκρίνισε πως σε περίπτωση επιστροφής του φοβάται για τη ζωή του επειδή είναι ο μεγαλύτερος γιος της οικογένειας και ο μόνος που μπορεί να λαμβάνει αποφάσεις αλλά και να προστατεύει την μητέρα του.  Ερωτηθείς αν έχουν υπάρξει άλλα επεισόδια βίας μεταξύ τους, απάντησε θετικά αλλά δεν ήταν σε θέση να προσδιορίσει τον αριθμό των περιστατικών που συνέβησαν και πότε έλαβαν χώρα αυτά (ερυθρά 28 και 27, 1χ, 2χ, του διοικητικού φακέλου). Περαιτέρω, ο Αιτητής δήλωσε ότι κατήγγειλε το περιστατικό αρκετές φορές στην αστυνομία, αλλά ο αδερφός του πάντα αφήνονταν ελεύθερος, πιθανώς λόγω της οικονομικής επιφάνειας της συζύγου του πατέρα του.

 

Ανέφερε  δε ότι η αστυνομία αδυνατούσε να επιλύσει την διαφορά επειδή πάντα έβρισκε το πρόσχημα ότι πρόκειται για οικογενειακή υπόθεση (ερυθρό 27, 1χ, του διοικητικού φακέλου).  Αναφορικά με τον κίνδυνο που ενδεχομένως αντιμετωπίζει σήμερα η μητέρα του στην Γουινέα, ο Αιτητής αρνήθηκε αυτό το ενδεχόμενο ισχυριζόμενος ότι κανείς βάσει της θρησκείας δεν μπορεί να κάνει κακό σε μια γυναίκα και πως μόνο ο ίδιος έχει στοχοποιηθεί από τα ετεροθαλή του αδέρφια, γι’ αυτό άλλωστε και διέφυγε στο εξωτερικό. Επιβεβαίωσε δε ότι μέχρι σήμερα η μητέρα και τα αδέρφια του διαμένουν στο επίμαχο ακίνητο μοιράζοντας την ίδια αυλή με την οικογένεια της πρώτης συζύγου του πατέρα του (ερυθρά 27, 2χ, 3χ και 26, 1χ, του διοικητικού φακέλου) και διευκρίνισε πως στη Γουινέα αυτό είναι σύνηθες στις πολυγαμικές οικογένειες.  Τέλος, αναφορικά με το ενδεχόμενο εσωτερικής μετεγκατάστασης του Αιτητή σε άλλη τοποθεσία στην Γουινέα, ο ίδιος πρόβαλε ότι είναι αδύνατον να διαμείνει σε οποιανδήποτε άλλη περιοχή, διότι πιστεύει πως θα τον εντοπίσουν (ερυθρό 26, 2χ, 3χ, του διοικητικού φακέλου). 

 

Με το πέρας της συνέντευξης ο Αιτητής υπέγραψε όλες τις σελίδες του πρακτικού που τηρήθηκε στη συνέντευξη και βεβαίωσε ότι όσα καταγράφηκαν αντιστοιχούν στις δηλώσεις του όπως αυτές διατυπώθηκαν με την βοήθεια του διερμηνέα.  Στη βάση των ανωτέρω προβαλλόμενων ισχυρισμών, ο αρμόδιος λειτουργός της EASO στην Έκθεση-Εισήγησή του, σχημάτισε τον πρώτο ουσιώδη ισχυρισμό σε σχέση με την ταυτότητα και τη χώρα καταγωγής του.  Ο προαναφερόμενος ισχυρισμός έγινε αποδεκτός από την Υπηρεσία Ασύλου καθότι ο αιτητής κρίθηκε εσωτερικά και εξωτερικά αξιόπιστος στις δηλώσεις του.

 

Ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός αφορά τον κίνδυνο που διατρέχει από τη θετή του μητέρα και απο άλλους συγγενείς του οι οποίοι επιθυμούσαν να τον σκοτώσουν για να καταλάβουν την κληρονομιά του πατέρα του.  Ως προς τον προαναφερόμενο ισχυρισμό κρίθηκε ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να τεκμηριώσει με συγκεκριμένο και συνεκτικό τρόπο τους λόγους στους οποίους βασίζεται η σύγκρουση σχετικά με την κληρονομιά ούτε γιατί ήταν το μόνο μέλος της οικογένειας που κινδύνευε. Επίσης, ο Αιτητής δήλωσε ότι ο πατέρας του απεβίωσε το 2017 ενώ ο ίδιος εγκατέλειψε τη Γουινέα τον Σεπτέμβριο του 2021. Δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει λεπτομερώς τι συνέβη κατά τη διάρκεια αυτών των ετών, παρέχοντας μόνο αόριστες δηλώσεις αναφερόμενος σε καβγάδες που δεν μπορούσε να τεκμηριώσει. Αναμενόταν να δώσει συγκεκριμένα παραδείγματα σχετικά με αυτό το θέμα, δεδομένης της διάρκειας της σύγκρουσης και του γεγονότος ότι διέμενε με τη μητέρα του και την πρώτη σύζυγο του πατέρα του και τα ετεροθαλή αδέλφια του, στην ίδια ιδιοκτησία.

 

Οι δηλώσεις του Αιτητή σχετικά με τον καυγά με τον ετεροθαλή αδερφό του διαπιστώθηκε ότι στερούνταν συνοχής και λεπτομερειών, εφόσον δεν ήταν σε θέση να αναφέρει πότε συνέβη (ερυθρό 29, 2χ, του διοικητικού φακέλου) και όταν του ζητήθηκε να περιγράψει το περιστατικό λεπτομερώς, χωρίς να δώσει λεπτομέρειες δήλωσε πως έφυγε για να προστατευτεί (ερυθρό 29, 2χ, του διοικητικού φακέλου).  Ο Αιτητής στις δηλώσεις του ήταν ασυνεπείς καθότι ενώ ανέφερε αρκετές φορές ότι η μητέρα του δεν βίωσε ποτέ καμία μορφή βίας επειδή είναι γυναίκα, αυτή του η δήλωση έρχεται σε αντίθεση με όσα εξέφρασε στην ελεύθερη αφήγηση και στη γραπτή δήλωση που περιέχεται στην αίτησή του, όπου ισχυρίστηκε πως η μητέρα του έπεσε θύμα σωματικής βίας (ερυθρό 32, 2χ και 1, του διοικητικού φακέλου).

 

Όταν κλήθηκε να αποσαφηνίσει αυτήν την ασυνέπεια, ο Αιτητής απάντησε με τρόπο μπερδεμένο και επιφανειακό ότι «στην αρχή μας επιτέθηκαν» αλλά μετά την επέμβαση της Αστυνομίας σταμάτησαν (ερυθρό 25, 1χ, του διοικητικού φακέλου).  Όπως επεσήμανε ο αρμόδιος λειτουργός τα λεγόμενά του έρχονται σε αντίφαση με όσα δήλωσε σε άλλο σημείο της συνέντευξης του στο οποίο διευκρίνισε πως η αστυνομία τους εξήγησε πως το ζήτημα είναι οικογενειακό και πως δεν θα επέμβει στη μεταξύ τους διαμάχη. Συνεπεία των ανωτέρω αντιφάσεων και ελλείψει εξωτερικών πηγών, ο λειτουργός απέρριψε τον ισχυρισμό στο σύνολό του. 

 

Ο αρμόδιος λειτουργός της EASO στη βάση του μοναδικού αποδεχτού πραγματικού ισχυρισμού προέβη σε εκτίμηση μελλοντικού κινδύνου. Όπως προκύπτει από την εισηγητική έκθεση, ο λειτουργός, αξιολογώντας το προφίλ του Αιτητή, σε συνδυασμό με τις πληροφορίες για τη χώρα καταγωγής του, έκρινε ότι ο αιτητής δεν κατάφερε να στοιχειοθετήσει βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης στη χώρα του, όπως αυτός καθορίζεται από το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000 καθότι κρίθηκε αναξιόπιστος ως προς τους ισχυρισμούς του. Συγκεκριμένα, έκρινε ότι ο Αιτητής αποτελεί νέο, άντρα, αρκούντως εκπαιδευμένο, χωρίς ιατρικές παθήσεις, και χωρίς οποιαδήποτε εμπλοκή στην δημοσιογραφία της χώρας του ή στην LGBTQ κοινότητα. Συνεπώς, έκρινε πως δεν διαθέτει προφίλ που θα αύξανε τις πιθανότητες υποβολής αυτού σε ρίσκο, σύμφωνα με εξωτερικές πηγές πληροφόρησης για τη χωρα καταγωγής του.

 

Στη συνέχεια, ο λειτουργός αξιολόγησε το ενδεχόμενο ύπαρξης πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης για τον αιτητή σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του. Δεν διαπιστώθηκε ότι υπάρχει εύλογη πιθανότητα ο αιτητής να αντιμετωπίσει κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης, ούτε πραγματικό κίνδυνο βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας. Τέλος, λαμβάνοντας υπόψη τις διαθέσιμες πληροφορίες για την κατάσταση ασφαλείας που επικρατούσε κατά το χρόνο εξέτασης του αιτήματος του αιτητή στον τόπο προηγούμενης διαμονής του (Conakry, Guinea), δεν διαπιστώθηκε ότι ο αιτητής θα έρθει αντιμέτωπος με κίνδυνο σοβαρής βλάβης.  Το περιεχόμενο της υπό αναφορά Έκθεσης-Εισήγησης υιοθέτησε ο αρμόδιος εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός που εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου και απέρριψε το αίτημα του αιτητή.

 

Αναφορικά με τον πρώτο πραγματικό ισχυρισμό, αυτός έγινε αποδεκτός από τους καθ΄ ων η αίτηση και δεν αμφισβητείται στο πλαίσιο της παρούσης. Το Δικαστήριο θα προχωρήσει στην αξιολόγηση μόνο του δεύτερου ισχυρισμού.  Ανεξαρτήτως των ανωτέρω δέον να σημειωθεί ότι και αληθώς υποτιθεμένων των ισχυρισμών του Αιτητή, αυτοί δεν αρκούν για να τον εντάξουν σε οποιοδήποτε καθεστώς διεθνούς προστασίας.  Η διαφορά που επικαλείται ο Αιτητής είναι ιδιωτικής φύσης, περιουσιακή/κληρονομική διαμάχη μεταξύ συγγενών με αντικείμενο την διεκδίκηση της κυριότητας επί κληρονομηθέντων ακινήτων. Η εν λόγω διαφορά υπό την συγκεκριμένη μορφή, όπως διαφαίνεται από τα στοιχεία του φακέλου, δεν παρουσιάζει στοιχεία δίωξης για έναν από τους περιοριστικά αναφερόμενους στον νόμο λόγους, δηλαδή για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους ιδιαίτερου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων.

 

Όπως προβλέπεται στην αιτιολογική σκέψη 29 της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, οι συγκεκριμένοι λόγοι δίωξης πρέπει να συσχετίζονται με τις πράξεις δίωξης ή την έλλειψη προστασίας κατά των εν λόγω πράξεων σύμφωνα με τη σύμβαση για τους πρόσφυγες. Κατά την αιτιολογική σκέψη 29: «Μία από τις προϋποθέσεις αναγνώρισης του καθεστώτος πρόσφυγα κατά την έννοια του άρθρου 1(A) της σύμβασης της Γενεύης έγκειται στην ύπαρξη αιτιώδους συνάφειας μεταξύ των λόγων της δίωξης, δηλαδή η φυλή, η θρησκεία, η ιθαγένεια, οι πολιτικές πεποιθήσεις ή η ιδιότητα μέλους ιδιαίτερης κοινωνικής ομάδας και των πράξεων δίωξης ή της έλλειψης προστασίας κατά παρόμοιων πράξεων».

 

Ομοίως, το άρθρο 9 παράγραφος 3 της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ ορίζει τα εξής: «Σύμφωνα με το άρθρο 2 στοιχείο δ), πρέπει να υπάρχει συσχετισμός μεταξύ των λόγων που αναφέρονται στο άρθρο 10 και των πράξεων δίωξης όπως ορίζονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου ή της έλλειψης προστασίας κατά των πράξεων αυτών». Ο συσχετισμός καθιστά σαφές ότι οι πράξεις δίωξης δεν αρκούν αφ’ εαυτών για τον χαρακτηρισμό ενός προσώπου ως πρόσφυγα, εκτός εάν τελέστηκαν για έναν από τους λόγους δίωξης.

 

Όλο το πιο πάνω ιστορικό στο οποίο στηρίζεται το αίτημα διεθνούς προστασίας που υπέβαλε ο Αιτητής δεν παρουσιάζει οποιοδήποτε βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης στη χώρα καταγωγής του. Όπως διαφαίνεται, ο αιτητής δεν προώθησε κανένα απολύτως ισχυρισμό που να εμπίπτει στις προϋποθέσεις αναγνώρισης προσώπου ως πρόσφυγα. Το μόνο πρόβλημα που επικαλέστηκε είναι η περιουσιακής/κτηματικής φύσεως διαφορές με την οικογένεια της πρώτης συζύγου του αποθανόντος πατέρα του που οδήγησαν ακόμα και σε απειλές. Τα στοιχεία αυτά, δεν θα μπορούσαν να εντάξουν τον αιτητή στην έννοια του πρόσφυγα έτσι όπως αυτή η έννοια ερμηνεύεται από την Σύμβαση της Γενεύης του 1951 και από το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000.

 

Ακόμα και να γίνονταν αποδεκτοί οι ισχυρισμοί του Αιτητή, η εν λόγω περιουσιακή διαφορά και οι εξ’ αυτής απειλές που ακολούθησαν φαίνεται ότι έλαβαν χώρα το 2017, ενώ ο Αιτητής εγκατέλειψε την χώρα του τον Σεπτέμβριο του 2021, δηλαδή τέσσερα χρόνια αργότερα. Όπως ορθά κρίθηκε από τον λειτουργό, ο Αιτητής δεν τεκμηρίωσε πρόσθετα περιστατικά βίας σε βάρος του εντός αυτής της τετραετίας, ενώ η οικογένειά του εξακολουθεί και διαμένει στο επίμαχο ακίνητο χωρίς να έχουν δεχτεί νέες απειλές από τα ετεροθαλή αδέρφια ή να έχουν αποβληθεί από αυτό, ο δε κίνδυνος σωματικής βίας κατά της μητέρας του έπαψε, κατά τους ισχυρισμούς του Αιτητή, μετά την παρέμβαση της αστυνομίας.  Μάλιστα, χαρακτηριστικό είναι ότι οι δύο οικογένειες μοιράζονται την ίδια αυλή και παραμένουν καθημερινά σε επαφή. Ο ισχυρισμός ότι μόνο ο Αιτητής κινδυνεύει διότι μόνο αυτός στοχοποιήθηκε δεν κρίνεται ευλογοφανής, εφόσον οποιεσδήποτε άλλες πράξεις δίωξης δεν αναφέρθηκαν. 

 

Το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000 προβλέπει πως (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου):  «Ως πρόσφυγας αναγνωρίζεται το πρόσωπο που, λόγω βάσιμου φόβου καταδίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, είναι εκτός της χώρας της ιθαγενείας του και δεν είναι σε θέση, ή, λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο, να χρησιμοποιήσει την προστασία της χώρας αυτής».

 

Είναι ξεκάθαρο τόσο από το προαναφερόμενο άρθρο, όσο και από το άρθρο 1 Α της Σύμβασης της Γενεύης του 1951, πως για να αναγνωριστεί πρόσωπο ως πρόσφυγας θα πρέπει να αποδεικνύεται βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης, του οποίου τόσο το υποκειμενικό όσο και το αντικειμενικό στοιχείο πρέπει να εκτιμηθούν από το αρμόδιο όργανο προτού καταλήξει σε απόφαση (§37,38 του Εγχειριδίου για τις διαδικασίες και τα κριτήρια καθορισμού του καθεστώτος των προσφύγων της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών). 

 

Οι διαπιστώσεις του Προϊσταμένου και του λειτουργού της Υπηρεσίας Ασύλου, περί του ότι ο αιτητής δεν πληροί τις προϋποθέσεις για αναγνώριση του καθεστώτος του πρόσφυγα (άρθρο 3, του περί Προσφύγων Νόμου, Ν.6(Ι)/2000), συνιστούν διαπιστώσεις εύλογα επιτρεπτές ενόψει των στοιχείων που είχε ο Προϊστάμενος ενώπιον του, όπως αυτά διαφαίνονται από τον διοικητικό φάκελο που κατατέθηκε στο Δικαστήριο ως Τεκμήριο 1. 

 

Ο «Πρακτικός Οδηγός της ΕΑΣΟ: Αξιολόγηση των Αποδεικτικών Στοιχείων» (Μάρτιος 2015) καθορίζει πως στη βάση της συλλογής πληροφοριών θα πρέπει να προσδιορίζονται τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά τα οποία στη συνέχεια θα πρέπει να συνδέονται με τις απαιτήσεις του ορισμού του πρόσφυγα και αν δεν υπάρχει κατάληξη ότι μπορεί να δοθεί προσφυγικό καθεστώς, τότε το αρμόδιο όργανο θα πρέπει να εκτιμήσει εάν τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά συνδέονται με τις απαιτήσεις του ορισμού του προσώπου που δικαιούται επικουρική προστασία.

 

Ορθά κρίθηκε από τον αρμόδιο από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργό που εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, ότι δεν στοιχειοθετούνταν ούτε οι προϋποθέσεις του άρθρου 19 του Ν. 6 (Ι)/2000 για να παραχωρηθεί στον αιτητή το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, εφόσον δεν αποδείχθηκε ότι συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις αναφορικά με τον κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα του.

 

Για τη διαπίστωση αυτού του πραγματικού κινδύνου θα πρέπει να υπάρχουν, όπως ρητά προνοεί το άρθρο 19(1) του Ν. 6 (Ι)/2000, «ουσιώδεις λόγοι».  Περαιτέρω, σοβαρή βλάβη ή σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη κατά το εδάφιο (2) του άρθρου 19 του Ν. 6 (Ι)/2000, σημαίνει κίνδυνο αντιμετώπισης θανατικής ποινής, βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας ή να υπάρχει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης (βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015), ECLI:CY:AD:2015:D619.

 

Ο λειτουργός έχοντας αποδεχθεί την καταγωγή του Αιτητή, διεξήγαγε έρευνα για τη γενική κατάσταση ασφαλείας στην Γουινέα και συγκεκριμένα στον τόπο καταγωγής του Αιτητή (Conakry), από την οποία δεν μπορεί να συναχθεί ότι υπάρχει εσωτερική ή διεθνής ένοπλη σύρραξη με χαρακτηριστικά αδιακρίτως ασκούμενης βίας, και επιπρόσθετα, δεν διαφαίνονται στο πρόσωπο του Αιτητή τέτοιες προσωπικές περιστάσεις που θα αύξαναν τον κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή βλάβη λόγω και μόνο της παρουσίας του στην εν λόγω περιοχή.  Ο λειτουργός λαμβάνοντας υπόψη τους ισχυρισμούς του Αιτητή, καθώς και το γεγονός ότι δεν υπάρχει οποιαδήποτε γενικευμένη ή αδιάκριτη βία, ορθά κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν προέκυψε οποιοδήποτε στοιχείο που να υποδηλώνει ότι ο Αιτητής υπέστη δίωξη στο παρελθόν ή ότι θα μπορούσε να υποστεί μεταχείριση που ισοδυναμεί με δίωξη ή σοβαρή βλάβη με την επιστροφή του στη χώρα καταγωγής του.

 

Διαπιστώθηκε επιπλέον πως με βάση την κατάσταση ασφαλείας στην Γουινέα σε συνδυασμό με τα προσωπικά στοιχεία του Αιτητή δεν υπάρχει εύλογη πιθανότητα ο Αιτητής να αντιμετωπίσει κίνδυνο σοβαρής βλάβης. Ως εκ τούτου, κρίθηκε πως δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για παραχώρηση καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας.  Οι καθ’ ων η αίτηση διεξήγαγαν επαρκή έρευνα σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης για να αξιολογήσουν κατά πόσο ο Αιτητής θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής του στη Νιγηρία. Σε κάθε περίπτωση, διεξήγαγα περαιτέρω έρευνα σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας στην περιοχή προηγούμενης συνήθους διαμονής του Αιτητή, σε επικαιροποιημένες πηγές πληροφόρησης, προκειμένου να διαφανεί η κατάσταση που επικρατεί στη χώρα καταγωγής του.

 

Ειδικά αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας στην περιοχή Conakry, σύμφωνα με τα στοιχεία του Armed Conflict LocationEvent Data Project (ACLED), για το διάστημα από 16/02/2023 έως 16/02/2024, σημειώθηκαν στην εν λόγω περιοχή 62 περιστατικά ασφαλείας, τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα τον θάνατο 35 ανθρώπων[1]. Από αυτά 1 καταγράφηκε ως μάχη (με 9 θανάτους), 6 ως περιστατικά βίας κατά πολιτών (1 θάνατος) και 55 ως ταραχές με 25 θανάτους. Δεδομένου δε ότι ο συνολικός πληθυσμός της περιοχής  ανέρχεται σε 1,660,973 κατοίκους, σύμφωνα με την επίσημη απογραφή που έλαβε χώρα το έτος 2014[2], καθίσταται κατανοητό ότι ο ανωτέρω αναφερόμενος αριθμός θανάτων στην εν λόγω περιοχή από περιστατικά ασφαλείας δεν ανέρχεται σε τόσο υψηλά επίπεδα σε σχέση με τον συνολικό πληθυσμό της περιοχής, έτσι ώστε να μπορεί να συναχθεί ότι στην εν λόγω περιοχή επικρατούν συνθήκες αδιακρίτως ασκούμενης βίας.

 

Κατά συνέπεια, η περιοχή Conakry, η οποία αποτελεί την περιοχή καταγωγής και συνήθους διαμονής του Αιτητή, δεν φαίνεται να πλήττεται από συγκρούσεις και περιστατικά βίας, ώστε να θεωρείται ότι πληρείται το όριο του άρθρου 15(γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, ως αυτό ερμηνεύθηκε από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.  Λαμβάνοντας υπόψιν και τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή, θεωρώ ότι δεν εγείρονται ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι αυτός θα διατρέξει κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του και συγκεκριμένα στην περιοχή Conakry.

 

Όπως εκτέθηκε στην προσβαλλόμενη απόφαση, ο Αιτητής αποτελεί νέο και υγιή άνδρα, αρκούντως εκπαιδευμένο, πλήρως ικανό προς εργασία χωρίς στοιχεία ευαλωτότητας. Επίσης, από τις δηλώσεις του διαφαίνεται ότι η οικογένειά του εξακολουθεί και διαμένει στην πατρική τους οικία χωρίς να διατρέχει οποιονδήποτε κίνδυνο.  Δεν ανήκει σε καμία οργάνωση, από την συμμέτοχή στην οποία, αναμένεται να στοχοποιηθεί, και ήταν άτομο χαμηλού προφίλ που ουδέποτε αντιμετώπισε προβλήματα με τις αρχές.  Λαμβάνοντας υπόψη την πιο πάνω πληροφορία, καθίσταται κατανοητό ότι ο ανωτέρω αναφερόμενος αριθμός θανάτων στην εν λόγω περιοχή δεν ανέρχεται σε υψηλά επίπεδα σε σχέση με τον συνολικό πληθυσμό της περιοχής, έτσι ώστε να μπορεί να συναχθεί ότι ο Αιτητής θα εκτεθεί σε κίνδυνο σοβαρής βλάβης συνεπεία αδιακρίτως ασκούμενης βίας υπό καθεστώς ένοπλης σύρραξης εάν επιστρέψει στον τόπο προηγούμενης συνήθους διαμονής του.

 

Κατά πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δέουσα έρευνα κρίνεται από το Δικαστήριο ότι έγινε, όταν το αρμόδιο όργανο εξετάζει κάθε σχετικό με την υπόθεση γεγονός (βλ. Motorways Ltd v. Υπουργού Οικονομικών (1999) 3ΑΑΔ 447).  Ορθή και πλήρης έρευνα θεωρείται αυτή που εκτείνεται στην διερεύνηση των ουσιωδών στοιχείων της υπόθεσης (βλ. Νικολαΐδη v. Μηνά (1994) 3ΑΑΔ 321, Ττουσούνα ν. Δημοκρατίας (2013) 3 Α.Α.Δ. 151, Χωματένος ν. Δημοκρατίας κ.α. (2 Α.Α.Δ. 120).  Η έκταση της έρευνας εξαρτάται πάντοτε από τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης (βλ. Δημοκρατία v. Ευαγγέλου κ.α. (2013) 3ΑΑΔ 414) και το αρμόδιο όργανο οφείλει να βρει τον κατάλληλο τρόπο για να εκπληρώσει την υποχρέωση του για επαρκή έρευνα.

 

Οι καθ’ ων η αίτηση συνεκτίμησαν και αξιολόγησαν όλα τα στοιχεία που είχαν ενώπιον τους προτού καταλήξουν στην προσβαλλόμενη απόφαση και ενόψει των ισχυρισμών που πρόβαλε ο αιτητής διεξήγαγαν τη δέουσα υπό τις περιστάσεις έρευνα.  Συνεπώς, ο ισχυρισμός της ευπαίδευτης συνηγόρου του αιτητή περί έλλειψης δέουσας έρευνας εκ μέρους του αρμόδιου οργάνου απορρίπτεται στο σύνολό του, εφόσον δεν διαπιστώθηκε ούτε υπέρβαση και/ή κατάχρηση εξουσίας εκ μέρους του αρμόδιου οργάνου.

 

Η συνήγορος του αιτητή στα πλαίσια του πρώτου λόγους ακυρώσεως, ισχυρίζεται κατά γενικό και αόριστο τρόπο πως η προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε από το αρμόδιο όργανο κατά πλάνη περί τα πράγματα και το Νόμο.  Θα πρέπει να αναφερθεί πως το βάρος απόδειξης του ισχυρισμού για ύπαρξη πλάνης το έχει ο αιτητής (βλ. Παπαδόπουλος v. Διευθυντή Τμήματος Εσωτερικών Προσόδων (1190) 3ΑΑΔ 262, 267).  Ο προβαλλόμενος ισχυρισμός δεν στοιχειοθετείται επαρκώς από τη συνήγορο του αιτητή και είναι γενικόλογος, εφόσον δεν στοιχειοθετείται οποιουδήποτε είδους πραγματική ή νόμιμη πλάνη, τόσο ως προς τη διαδικασία που ακολουθήθηκε, όσο και ως προς τα συμπεράσματα στα οποία κατέληξε η Υπηρεσία Ασύλου, με βάση τα στοιχεία που είχαν ενώπιον τους.  Ούτως ή άλλως από όσα τέθηκαν ενώπιον μου προκύπτει πως το αρμόδιο όργανο δεν βρισκόταν σε οποιαδήποτε πλάνη κατά τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης.  Ως εκ τούτου, ο προαναφερόμενος ισχυρισμός απορρίπτεται.

 

Σε συνάρτηση με τους πιο πάνω ισχυρισμούς η συνήγορος του αιτητή ισχυρίζεται πως η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αναιτιολόγητη.  Θα πρέπει να επισημανθεί πως η αιτιολόγηση των αποφάσεων της διοίκησης είναι επιβεβλημένη για να μπορεί το Δικαστήριο να ελέγξει εάν η απόφαση λήφθηκε σύμφωνα με τον Νόμο και για να παρέχεται η δυνατότητα να αντιληφθεί το Δικαστήριο πού βασίστηκε το αρμόδιο όργανο για να καταλήξει στην απόφασή του (Γρηγορόπουλος κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, (1997) 4 ΑΑΔ 1414). 

 

 

Μέσα από την αιτιολογία του οργάνου θα πρέπει να διαφαίνεται ο συλλογισμός του, ο οποίος οδήγησε στην προσβαλλόμενη απόφαση ή τουλάχιστον να υπάρχουν στοιχεία στον φάκελο της υπόθεσης που να μπορούν να συμπληρώσουν την αιτιολογία της απόφασης του αρμόδιου οργάνου (βλ. Στέφανος Φράγκου v. Κυπριακή Δημοκρατίας, (1998) 3ΑΑΔ 270).

 

Η αιτιολογία της απόφασης του διοικητικού οργάνου συμπληρώνεται από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου (άρθρο 29 του Ν. 158 (Ι)/1999, Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου κ.α. ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1171 και Διογένους ν. Δημοκρατίας (1999) 4 Α.Α.Δ., 371). Η δυνατότητα αυτή υπάρχει όταν τα στοιχεία που βρίσκονται στο φάκελο του Δικαστηρίου συνδέονται με την απόφαση και αποκαλύπτουν τους λόγους που οδήγησαν στην προσβαλλόμενη απόφαση. 

 

Από τα στοιχεία του φακέλου που έχω ενώπιόν μου, μπορεί να λεχθεί ότι αυτά βρίσκονται αναπόφευκτα πίσω από την προσβαλλόμενη απόφαση και ούτως ή άλλως διαφαίνεται η αιτιολογία της απόφασης και από το κείμενό της (Ηλιόπουλος ν. Α.Η.Κ., Α.Ε. 2452, ημερομηνίας 21.7.2000, Χρυστάλλα Συμεωνίδου κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Προσφυγή αρ. 911/93 κ.α., ημερ. 18.4.97).  Συνεπώς, από όσα έχω επεξηγήσει ανωτέρω, το αρμόδιο όργανο έλαβε δεόντως και επαρκώς αιτιολογημένη απόφαση και ως εκ τούτου ο προβαλλόμενος ισχυρισμός απορρίπτεται.

 

Με βάση λοιπόν το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου, καταλήγω ότι το αίτημα του αιτητή εξετάστηκε με επάρκεια και υπήρξε επαρκής αιτιολόγηση.  Το περιεχόμενο της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία συμπληρώνεται από την αιτιολογημένη εισήγηση του αρμόδιου λειτουργού και στην οποία αναφέρονται οι λόγοι της απόρριψης του αιτήματος, αποκαλύπτει ότι η απόφασή τους ήταν απόλυτα ορθή και στα πλαίσια της νομοθεσίας και των εξουσιών του αρμόδιου οργάνου.

 

Η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με έξοδα €1000 υπέρ των καθ' ων η αίτηση, και εναντίον του αιτητή.                                               

 

 

 

 

       Χ. Μιχαηλίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π

 



[1] ACLED, Dashboard, [εφαρμοσμένες παράμετροι: 16/02/2023-16/02/2024c Γουϊνέα, Conakry https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 23/02/2024).

[2] City population, Guinea, Conakry https://www.citypopulation.de/en/guinea/admin/20__conakry/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 14/02/2024).


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο