ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

                                                                   

Νομική Αρωγή Αρ.: 141/23

 

12 Μαρτίου 2024

 

[Χ. ΠΛΑΣΤΗΡΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΡΩΓΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΑΡ.1 ΤΟΥ 2003, ΩΣ ΕΧΕΙ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΕΙ ΚΑΙ ΤΟΥΣ

ΠΕΡΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΡΩΓΗΣ ΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥ 2002 ΜΕΧΡΙ 2019

 

 

ΑΙΤΗΣΗ ΑΠΟ:

 

Α.Μ.Μ.

                                                                                                       Αιτητής

 

......................

 

 

Ο Αιτητής εμφανίζεται προσωπικά

 

 E. Προκοπίου (κα), για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας

 

(Μ. Σταύρου (κα) μεταφράστρια για πιστή μετάφραση από Γαλλικά σε Ελληνικά και αντίστροφα)                             

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Χ. Πλαστήρα, ΔΔΔΔΠ.:  Ο Αιτητής με την αίτησή του ημερομηνίας 09/10/2023, αιτείται την παροχή δωρεάν νομικής αρωγής προκειμένου να χειριστεί την προσφυγή την οποία ήδη έχει καταχωρήσει, εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 26/09/2023, η οποία παραλήφθηκε και υπογράφτηκε ιδιοχείρως από τον Αιτητή στις 02/10/2023 και με την οποία απορρίπτεται η αίτησή του για χορήγηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας δυνάμει του περί Προσφύγων Νόμου.

 

Τα γεγονότα της υπόθεσης όπως προκύπτουν από το γραπτό σημείωμα που καταχώρισε η συνήγορος που εμφανίζεται για το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας έχουν ως ακολούθως: Ο Αιτητής κατάγεται από τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό. Ο Αιτητής καταχώρησε αίτηση για παροχή διεθνούς προστασίας στις 19/08/2021, αφού εισήλθε παράνομα στις ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές. Στις 04/09/2023 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του Αιτητή από λειτουργό της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο (στο εξής: λειτουργός της E.Y.A.A). Στις 18/09/2023, ο αρμόδιος λειτουργός, ετοίμασε έκθεση-εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου, σχετικά με την συνέντευξη του Αιτητή. Στη συνέχεια στις 26/09/2023 ο εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός να ασκεί καθήκοντα προϊσταμένου, αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης ασύλου του αιτητή. Στις 02/10/2023, η Υπηρεσία Ασύλου εξέδωσε επιστολή ενημέρωσης περί της απόρριψης του αιτήματος του αιτητή, η οποία παραλήφθηκε και υπογράφτηκε ιδιοχείρως από τον Αιτητή αυθημερόν, κατόπιν επεξήγησης του περιεχομένου στη μητρική του γλώσσα.  Στις 09/10/2023 καταχωρήθηκε προσφυγή ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας με αρ. 3693/23. Την τελευταία αυτή απορριπτική απόφαση επιθυμεί ο Αιτητής να προσβάλει με προσφυγή, για την οποία έχει καταχωρήσει την παρούσα αίτηση.

 

Στο πλαίσιο του έντυπου της αίτησής του για άσυλο, ο Αιτητής ανάφερε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του λόγω της βίας, της παρενόχλησης και της έλλειψη κατοικίας (βλ. ερυθρό 1 και μετάφρασή αυτού ερυθρό 11 του διοικητικού φακέλου).

 

Κατά το στάδιο της συνέντευξης, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι εγκατέλειψε χώρα καταγωγής του λόγω της βίας και της ασφάλειας. Ανέφερε ότι η βία προερχόταν από την οικογένειά του και την κοινότητά του εξαιτίας του σεξουαλικού του προσανατολισμού. Επίσης, δήλωσε ότι από την παιδική του ηλικία αντιλαμβανόταν ότι ήταν ομοφυλόφιλος και ότι η οικογένειά του αδυνατούσε να τον αποδεχθεί, ενώ αναφέρθηκε σε έναν ιερέα ο οποίος τον αποδέχθηκε και τον βοήθησε αργότερα να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του. Ο Αιτητής δήλωσε επίσης ότι προσπάθησε να το αλλάξει αλλά του ήταν δύσκολο και γι΄αυτό το λόγο αποφάσισε να αποκτήσει ένα τέκνο, θεωρώντας ότι εξαιτίας αυτού του γεγονότος θα άλλαζε, πράγμα που δεν έγινε. Σε διευκρινιστικές ερωτήσεις σχετικά με το ενδεχόμενο επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής ανέφερε πως δεν θα είναι ασφαλής καθότι η ομοφυλοφιλία δεν είναι αποδεκτή εκεί και ότι θα κινδυνεύει γενικά από όλη την κοινωνία.

 

Σχετικά με τη σεξουαλικότητα του ο Αιτητής ανέφερε πως από την μέρα που εισήλθε στην Κυπριακή Δημοκρατία, ο ίδιος είναι βέβαιος πλέον ότι είναι ομοφυλόφιλος καθότι έχει γνωρίσει άτομα τα οποία τον αποδέχονται και με τα οποία εκφράζεται ελεύθερα περί αυτού του ζητήματος. Επίσης, ανέφερε ότι η πρώτη φορά που ένοιωσε έλξη για ένα άντρα, ήταν με ένα συμμαθητή του, όπου η σχέση τους αρχικά ήταν φιλική αλλά μετέπειτα κατέληξαν να έχουν ερωτική έλξη μεταξύ τους. Ερωτώμενος, σε ποια ηλικία αντιλήφθηκε ότι ενδιαφέρεται για τους άντρες, ο ίδιος δήλωσε όταν ήταν στην εφηβεία, προσθέτοντας ότι είχε έντονα συναισθήματα για τα αγόρια παρά για τα κορίτσια. Σε διευκρινιστική ερώτηση να εξηγήσει την αρχική του δήλωση, ότι, ο ίδιος προσπάθησε να αλλάξει αλλά του ήταν δύσκολο, δήλωσε ότι  πίεσε τον εαυτό του να νοιώσει έλξη προς τα κορίτσια αλλά δεν λειτούργησε, αναφέροντας ότι αναγκαζόταν να λέει ψέματα για τον σεξουαλικό του προσανατολισμό. Ο αιτητής στην πορεία δήλωσε ότι ο μόνος που γνώριζε περί του σεξουαλικού του προσανατολισμού, ήταν ο ιερέας στην χώρα του. Αναφορικά με τις σχέσεις του στη χώρα καταγωγής του ανέφερε πως ήταν κυρίως περιστασιακές και πως η τελευταία του σχέση, την οποία γνώρισε μέσω διαδικτύου, διήρκησε για ένα χρόνο. Ανέφερε, επίσης, ότι συναντιόταν με την εν λόγω σχέση πέντε με έξι φορές την εβδομάδα, αλλά προσποιούνταν πως ήταν μόνο φίλοι. Ακολούθως, ο Αιτητής αναφέρθηκε στο χρόνο που περνούσαν μαζί ενώ δήλωσε στη συνέχεια πως η σχέση τους κράτησε τρία με τέσσερα χρόνια. Μάλιστα, ο Αιτητής σε σχετική ερώτηση ανέφερε ότι η σχέση αυτή σταμάτησε επειδή ήταν εξ αποστάσεως και υπήρχε δυσκολία στις συναντήσεις τους.

 

Ο Αιτητής δήλωσε ότι δεν είχε κάποιο πρόβλημα με τις αρχές της χώρας καταγωγής του καθότι κανένας δεν γνώριζε τον σεξουαλικό του προσανατολισμό  καθώς επίσης και ότι δεν αντιμετώπισε ποτέ προβλήματα στην εκπαίδευσή του λόγω της σεξουαλικότητάς του. Ερωτηθείς, εάν υπάρχουν οποιαδήποτε εμπόδια στην χώρα του, όπου εμποδίζουν τους ομοφυλόφιλους από το να είναι ισότιμα μέλη της κοινωνίας, ο ίδιος δήλωσε ότι υφίστανται εμπόδια καθότι αποκλείεσαι από την εκκλησία και ο κόσμος μπορεί να σε κακομεταχειριστεί. Ερωτώμενος να εξηγήσει την αντίφαση στα λεγόμενα του, μιας και αρχικά δήλωσε ότι ένας ιερέας ήταν το μοναδικό άτομο που τον αποδέχθηκε ενώ μετέπειτα δήλωσε ότι οι ομοφυλόφιλοι αποκλείονται από την εκκλησία, ο ίδιος δήλωσε ότι ο συγκεκριμένος ιερέας δεν το ανάφερε πουθενά ενώ κάποιες καθολικές εκκλησίες αποδέχονται την ομοφυλοφιλία. Σε σχετική ερώτηση εάν γνωρίζει ποια είναι η νομοθεσία στην χώρα του σχετικά με τους ομοφυλόφιλους, ο ίδιος δήλωσε ότι εξ όσων γνωρίζει δεν επιτρέπεται να παντρεύονται ενώ περαιτέρω δήλωσε ότι δεν γνωρίζει κανένα οργανισμό για προστασία των ΛΟΑΤΚΙ+. Σε μεταγενέστερο στάδιο της συνέντευξης του, ο Αιτητής δήλωσε πως η οικογένειά του γνώριζε ότι είναι ομοφυλόφιλος και ρίσκαρε να δεχθεί επίθεση εξαιτίας αυτού με τη μορφή λιθοβολισμού. Σε επόμενη ερώτηση όπου ο λειτουργός επισημαίνει στον Αιτητή την πιο πάνω αντίφαση ο ίδιος ανέφερε ότι ο πατέρας και η μητριά του το υποψιάζονταν λόγω της συμπεριφοράς του και παρά τις αρνήσεις του Αιτητή εκείνοι το διέδωσαν παντού, όπου αυτός ήταν και ο λόγος που ο ιερέας τον βοήθησε. Στο ενδεχόμενο εσωτερικής του μετεγκατάστασης ο Αιτητής δήλωσε ότι οπουδήποτε δε θα είναι ασφαλής καθώς σε όλη τη χώρα η ομοφυλοφιλία δεν είναι αποδεκτή.   

 

Αξιολογώντας τους ισχυρισμούς του Αιτητή, ο αρμόδιος λειτουργός διέκρινε δύο (2) ουσιώδεις ισχυρισμούς. Ο πρώτος ισχυρισμός σχετικά με την ταυτότητα και τη χώρα καταγωγής του Αιτητή έγινε αποδεκτός, καθώς στοιχειοθετήθηκαν τόσο η εσωτερική όσο και η εξωτερική αξιοπιστία των λεγομένων του. Ο δεύτερος ισχυρισμός του Αιτητή, ο οποίος αφορούσε τον ισχυρισμό του ότι είναι ομοφυλόφιλος, έτυχε απόρριψης καθώς κρίθηκε ως αναξιόπιστος. Συγκεκριμένα, ο αρμόδιος λειτουργός, εφαρμόζοντας το εξειδικευμένο για τέτοιου είδους ισχυρισμούς μοντέλο DSSH (Διαφορετικότητα/Στίγμα/Ντροπή/Βλάβη),  έκρινε πως οι δηλώσεις του Αιτητή στερούνταν συνέπειας, συνοχής και λεπτομερειών, ενώ υπέπεσε σε αντιφάσεις και έδινε απαντήσεις με γενικότητα. Ειδικότερα, ο αρμόδιος λειτουργός κατέγραψε ότι όσον αφορά το στοιχείο της διαφορετικότητας, ο αιτητής δεν εξήγησε με συγκεκριμένο τρόπο τις περιστάσεις υπό τις οποίες ανακάλυψε τον σεξουαλικό του προσανατολισμό. Πρόσθεσε επίσης ότι η αναφορά του αιτητή περί της συνειδητοποίησης του ότι είναι ομοφυλόφιλος όπως επίσης η αναφορά περί των συναισθημάτων του και των σκέψεων του ήταν γενική και στερείτο λεπτομερειών. Πρόσθετα, ο αρμόδιος λειτουργός ανάφερε ότι ο αιτητής δεν κατόρθωσε να προβάλει με λεπτομέρεια τι ήταν αυτό που του δημιούργησε έλξη προς τον σύντροφο του όπως επίσης δεν κατόρθωσε να περιγράψει με λεπτομέρεια πως περνούσε χρόνο με τον σύντροφο του. Τέλος, αναφέρεται επίσης ότι ο αιτητής υπήρξε ασυνεπής ως προς τις δηλώσεις του όσον αφορά την διάρκεια της σχέσης του, μιας και αρχικά ανάφερε ότι διήρκησε ένα (1) χρόνο ενώ μετέπειτα δήλωσε 3-4 χρόνια. Προχωρώντας στην αξιολόγηση των στοιχείων του στίγματος και της ντροπής, αναφέρεται ότι, οι δηλώσεις του αιτητή εν σχέση με τα συναισθήματα του, όταν αποκάλυψε τις σεξουαλικές του προτιμήσεις, δεν μπορούν να θεωρηθούν ικανοποιητικές, ως θα αναμενόταν από ένα άτομο που αποκαλύπτει πληροφορίες για τον εαυτό του τέτοιας φύσεως. Πρόσθετα, ως ο αρμόδιος λειτουργός διαπιστώνει, ο αιτητής δεν ήταν επίσης σε θέση να παράσχει λεπτομέρειες αναφορικά με το στίγμα και τις δυσκολίες που αντιμετώπισε από την οικογένεια του, παρα τις ευκαιρίες που του είχαν δοθεί να ενισχύσει τα επιχειρήματα του και τις δηλώσεις του. Τέλος, ως αναφέρει ο αρμόδιος λειτουργός, ενώ ο αιτητής αναφέρθηκε σε ακόμη ένα περιστατικό στιγματισμού του και συγκεκριμένα από την κοινωνία, εντούτοις ο ίδιος απέτυχε να δώσει πληροφορίες γι΄αυτό το περιστατικό ήτοι να εξειδικεύσει το χρονικό του συγκεκριμένου γεγονότος, να εξηγήσει πως μεσολάβησε το εν λόγω περιστατικό, όπως επίσης δεν κατόρθωσε να δώσει λεπτομέρειες για τις αντιδράσεις του ιδίου στις εν λόγω απειλές από την κοινότητα του. Τέλος, αναφορικά με το στοιχείο της βλάβης, ο αιτητής, ως ο αρμόδιος λειτουργός κατέγραψε στην εισήγηση του, υπήρξε ασυνεπής σχετικά με τον ισχυρισμό του ότι εξαιτίας του σεξουαλικού του προσανατολισμού κινδύνευε από την οικογένεια του και την κοινωνία, προσθέτοντας ότι ο ίδιος δήλωσε ότι πριν εγκαταλείψει την χώρα του, δεν μεσολάβησε οποιοδήποτε περιστατικό προς το πρόσωπο του είτε από την οικογένεια του είτε από τις αρχές της χώρας του λόγω του σεξουαλικού του προσανατολισμού. Εν τέλει, ο αρμόδιος λειτουργός κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν διακρίνονται τα κριτήρια της διαφορετικότητας, της ντροπής, του στιγματισμού και της βλάβης στην περίπτωση του Αιτητή, όπως ορίζεται στο ανωτέρω μοντέλο. Επομένως, ως αναφέρεται στην εισήγηση, παρά το γεγονός ότι η εξωτερική αξιοπιστία του Αιτητή στοιχειοθετείται, ο ισχυρισμός του αιτητή απορρίπτεται λόγω ελλείψεως της εσωτερικής αξιοπιστίας.

 

Παρατηρώ ότι η αρμόδια αρχή εξέτασε το ενδεχόμενο της υπαγωγής του Αιτητή στο καθεστώς διεθνούς προστασίας, κρίνοντας ότι οι ισχυρισμοί του δεν στοιχειοθετούν βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης σε περίπτωση επιστροφή στη χώρα καταγωγής του, όπως προνοείται στο άρθρο 3(1) του Περί Προσφύγων Νόμου, όπως επίσης δεν συντρέχει κανένας λόγος παραχώρησης καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 19 (1) καθότι δεν αποδείχθηκε ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 19(2), (α), (β), (γ), του Περί Προσφύγων Νόμου.

 

Το Γραπτό σημείωμα με τα επισυνημμένα έγγραφα μεταφράστηκαν στον Αιτητή και του δόθηκε χρόνος για να τοποθετηθεί επί του σημειώματος. Κατά την ακροαματική διαδικασία της παρούσας αίτησης, ο Αιτητής επανέλαβε ότι είναι ομοφυλόφιλος και πως αυτά τα άτομα στη χώρα του απειλούνται τόσο σωματικά όσο και λεκτικά. Επίσης, ανέφερε ότι ο λόγος για τον οποίο επιθυμεί να παραμείνει στην Κυπριακή Δημοκρατία είναι για να μπορεί να ζήσει ελεύθερα. Επιπρόσθετα, δήλωσε ότι στη χώρα καταγωγής του προβλέπεται ποινή φυλάκισης 3 – 5 μηνών για τους ομοφυλόφιλους. Όσον αφορά τη σχέση του με τη μητέρα της θυγατέρας του ανέφερε ότι η σχέση διήρκησε μόνο ένα χρόνο και ήταν αποτέλεσμα των πιέσεων του πατέρα του. Σε σχετική ερώτηση του Δικαστηρίου προς τον Αιτητή, ο τελευταίος δήλωσε ότι όλοι γνώριζαν για τη σεξουαλική του ταυτότητα αλλά ο ίδιος αναγκαζόταν να λέει ψέματα επειδή δεχόταν απειλές. Αναφορικά με τις σχέσεις του στη χώρα καταγωγής του επανέλαβε όσα είχε δηλώσει κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του. Επίσης, αναφέρθηκε σε χτύπημα που είχε δεχθεί από τη μητριά του και τον ετεροθαλή αδελφό του εξαιτίας του οποίου μετέβη στο νοσοκομείο ωστόσο δεν παρουσίασε σχετικό ιατρικό πιστοποιητικό για το εν λόγω περιστατικό.   

 

Η ευπαίδευτη συνήγορος των Καθ’ων η αίτηση μέσω του Γραπτού της σημειώματος αναφέρει πως το αίτημα του Αιτητή εξετάστηκε από τον αρμόδιο λειτουργό επιμελώς σε κάθε στάδιο της προβλεπόμενης από το νόμο διαδικασίας και η απόφαση την οποία αμφισβητεί ο αιτητής κατά την εισήγησή της ήταν αποτέλεσμα ενδελεχούς έρευνας, ορθής αξιολόγησης των στοιχείων και ορθής εφαρμογής του Νόμου.

 

Θα πρέπει να αναφερθεί πως η περίπτωση του Αιτητή υπάγεται στις διατάξεις του άρθρου 6Β(2)(α) και 6Β(2)(ββ) του σχετικού Νόμου. To άρθρο 6Β του περί Νομικής Αρωγής Νόμου προβλέπει τα εξής (η υπογράμμιση είναι δική μου):

 

«Νομική Αρωγή σε αιτητές και δικαιούχους διεθνούς προστασίας

6Β. (1) [...]

 

(2) Παρέχεται δωρεάν νομική αρωγή σε αιτητή διεθνούς προστασίας, ο οποίος ασκεί προσφυγή ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου, δυνάμει των διατάξεων του Άρθρου 146 του Συντάγματος -

 

(α) Kατά δυσμενούς απόφασης του Προϊσταμένου επί της αίτησης διεθνούς προστασίας του εν λόγω αιτητή, την οποία απόφαση ο Προϊστάμενος έλαβε δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 5, 12Βδις, 12Βτετράκις, 12Δ ή 13 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000, ή

 

(β) [.]

 

υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

 

(αα) Η δωρεάν νομική αρωγή αφορά μόνο την πρωτοβάθμια εκδίκαση της προσφυγής ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου δυνάμει των διατάξεων του Άρθρου 146 του Συντάγματος, και όχι την εκδίκαση έφεσης ενώπιον του Ανώτατου Δικαστηρίου κατά της δικαστικής απόφασης η οποία εκδίδεται στα πλαίσια της εν λόγω πρωτοβάθμιας εκδίκασης, ούτε άλλο ένδικο μέσο∙ και

 

(ββ) κατά την κρίση του Διοικητικού Δικαστηρίου, η προσφυγή έχει πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας:

 

Νοείται ότι οι διατάξεις της παραγράφου (ββ) εφαρμόζονται χωρίς να περιορίζουν αυθαίρετα την παροχή της δωρεάν νομικής αρωγής και χωρίς να εμποδίζεται η ουσιαστική πρόσβαση του αιτητή διεθνούς προστασίας στη δικαιοσύνη.».

  

Στη βάση των προαναφερόμενων προνοιών της σχετικής νομοθεσίας, δίδεται ευρεία διακριτική ευχέρεια στο Δικαστήριο να αποφασίσει κατά πόσον, με βάση τα ενώπιον του στοιχεία, η προσφυγή του αιτητή έχει πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας (Νομική Αρωγή αρ. 23/2010, Farshad Khamsen, ημερομηνίας 14/10/2010).

 

Το Δικαστήριο θα πρέπει να λάβει υπόψη του το δικαίωμα του Αιτητή να ακουστεί στη βάση του άρθρου 146 του Συντάγματος, αλλά θα πρέπει περαιτέρω να εξετάσει το Δικαστήριο την αίτηση με βάση το υλικό που έχει ενώπιον του χωρίς να δίδονται νομικές αρωγές ανεξέλεγκτα σε υποθέσεις που δεν έχουν πιθανότητες επιτυχίας (Νομική Αρωγή αρ. 10/2010 ALALI ABDULHAMID, ημερομηνίας 06/05/2010 και Νομική Αρωγή υπ’ αρ. 25/2010, ANTHONIA IDAHOR, ημερομηνίας 13/12/2010)

 

Κατά την εξέταση των εκατέρωθεν ισχυρισμών το Δικαστήριο προβαίνει σε εκ πρώτης όψεως εξέταση της υπόθεσης, χωρίς βεβαίως το Δικαστήριο να καλείται να αποφασίσει επί της οριστικής τύχης της προσφυγής που έχει καταχωρήσει ο Αιτητής.  Σημειώνεται, πως το αποτέλεσμα της παρούσας αίτησης για νομική αρωγή, δεν θα επηρεάσει την τελική έκβαση της προσφυγής που έχει καταχωρηθεί από τον Αιτητή εφόσον το Δικαστήριο στην παρούσα διαδικασία δεν αποφασίζει επί της οριστικής τύχης της προσφυγής (Durgo Man v. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 278/09, ημερομηνίας 15.7.2009Baghour και Roud Gadυπόθ. αρ.7/11 και 8/11, ημερομηνίας 28.3.2011 ).

Λαμβάνοντας υπόψη τις πρόνοιες της νομοθεσίας αλλά και όλα τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον μου, δεν διακρίνω συνέπεια στα όσα ο ίδιος δήλωσε στην συνέντευξη του όπως και στα όσα δήλωσε στην ακροαματική διαδικασία. Κρίνω αναγκαίο επίσης να αναφέρω ότι σχετικά με τους ισχυρισμούς του Αιτητή, η αρμόδια υπηρεσία προέβη στη δέουσα έρευνα προς εξέταση τόσο της εσωτερικής όσο και της εξωτερικής του αξιοπιστίας. Από τα ενώπιον μου δεδομένα διαπιστώνω ότι το ιστορικό όπως ο ίδιος ο Αιτητής το ανέφερε δεν συνοδεύεται από ισχυρούς δείκτες αξιοπιστίας όπως συνοχή, πειστικότητα, περιγραφική λεπτομέρεια, νοηματική συνέπεια και χρονική συνοχή και παρατηρείται ο Αιτητής να υποκύπτει σε αντιφάσεις και γενικότητες ενώ δεν διακρίνεται στα λεγόμενά του βιωματικός χαρακτήρας. Ως εκ τούτου,  κρίνω ότι ορθώς ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να παράσχει λεπτομέρειες και/ή στοιχεία ικανά να στοιχειοθετήσουν τον πυρήνα του αιτήματός του καθώς υπέπεσε σε πλήθος αντιφάσεων. 

Επιπλέον, κατά την ακροαματική διαδικασία, ο Αιτητής δεν ανέφερε οτιδήποτε λεπτομερές το οποίο ενδεχομένως να αποσαφήνιζε και τις προαναφερόμενες αντιφάσεις, ασυνέπειες και μη ευλογοφανείς απαντήσεις του. Μάλιστα, σε ερωτήσεις του Δικαστηρίου ο Αιτητής υπέπεσε στις ίδιες αντιφάσεις αναφέροντας ότι όλοι γνώριζαν την σεξουαλική του ταυτότητα ενώ στη συνέντευξή του ανέφερε άλλοτε πως δεν το γνώριζε κανένας, άλλοτε πως η οικογένειά του γνώριζε και άλλοτε πως το υποψιαζόταν.  

Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω, ορθώς ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι η εσωτερική και εξωτερική αξιοπιστία του Αιτητή δεν μπόρεσε να θεμελιωθεί. Από τα όσα ο Αιτητής παρουσίασε ενώπιον της αρμόδιας αρχής αλλά και στην ενώπιον μου δικαστική διαδικασία δεν προκύπτει αληθοφάνεια των ισχυρισμών που συνοδεύουν τον πυρήνα του αιτήματος του, ενόψει των ουσιωδών αντιφάσεων στην περιγραφή των εξιστορισθέντων γεγονότων και κυρίως της αδυναμίας του να στοιχειοθετήσει τις δηλώσεις του περί ομοφυλοφιλίας. Ως εκ τούτου, διαφαίνεται, εκ πρώτης όψεως, ότι ορθώς η Υπηρεσία Ασύλου κατέληξε  στο ότι δεν μπορεί ο Αιτητής να υπαχθεί σε καθεστώς διεθνούς προστασίας σε συνάρτηση με τις προσωπικές του περιστάσεις όπως και με πληροφορίες από την χώρα καταγωγής, οι οποίες αντλήθηκαν από τον αρμόδιο λειτουργό.

Η ορθή κρίση του αρμόδιου λειτουργού επί της αξιοπιστίας του Αιτητή αποτελεί βασικό στοιχείο για την έγκριση του αιτήματος ασύλου όπως υπαγορεύεται και από την παράγραφο 197 του Εγχειριδίου για τις διαδικασίες και τα κριτήρια καθορισμού του καθεστώτος των Προσφύγων, της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών. Συνεπώς, τα σημεία αντιφάσεων που διαπιστώθηκαν από τον αρμόδιο λειτουργό και όσα διαπιστώνονται και την ενώπιον μου διαδικασία πλήττουν σοβαρά την αξιοπιστία του Αιτητή και τον πυρήνα του αιτήματος του, με αποτέλεσμα να υπάρχει κώλυμα έγκρισης της παρούσας νομικής αρωγής (Amiri Mohammad ν. Aναθεωρητικής Aρχής Προσφύγων και Άλλης (2009) 3 ΑΑΔ 358, EDWARD ESKANDAZ ν. ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ κ.α., Υπόθεση Αρ. 1673/2010, 4/7/2013, JAFAR KALASH ν. ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ κ.α., Υπόθεση Αρ. 626/2010, 8/10/2013).

Με βάση λοιπόν το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου, όπως τα έχω αναφέρει και πιο πάνω, καταλήγω εκ πρώτης όψεως ότι το αίτημα του Αιτητή εξετάστηκε επιμελώς από την Υπηρεσία Ασύλου και δεν διαπιστώνω οποιαδήποτε πλημμέλεια εκ μέρους της. Η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου κρίνω εκ πρώτης όψεως πως υπήρξε επαρκώς αιτιολογημένη, περιέχουσα ξεκάθαρα το σκεπτικό και τους λόγους που οδήγησαν σε αυτήν, είναι δε προϊόν επαρκούς έρευνας και ορθής αξιολόγησης των δεδομένων και στοιχείων, που τέθηκαν ενώπιον της Υπηρεσίας.

Με βάση λοιπόν το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου, όπως τα έχω αναφέρει και πιο πάνω, καταλήγω εκ πρώτης όψεως ότι το αίτημα του Αιτητή εξετάστηκε επιμελώς από την Υπηρεσία Ασύλου και δεν διαπιστώνω οποιαδήποτε πλημμέλεια εκ μέρους της. Η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου κρίνω εκ πρώτης όψεως πως υπήρξε επαρκώς αιτιολογημένη, περιέχουσα ξεκάθαρα το σκεπτικό και τους λόγους που οδήγησαν σε αυτήν, είναι δε προϊόν επαρκούς έρευνας και ορθής αξιολόγησης των δεδομένων και στοιχείων, που τέθηκαν ενώπιον της Υπηρεσίας.

Όπως  έχει αποφασιστεί  σε διάφορες υποθέσεις ( Tamaga Durgo Man v. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 278/09, ημερ. 15.7.2009Nacira Baghour και Maged Amin Roud Gadυπόθ. αρ. 7/11 και 8/11, ημερ. 28.3.2011 και Yahya Ali Ahmad Odeh, υπόθ. αρ. 10/12, ημερ. 28.3.2012) το Δικαστήριο εξετάζοντας τέτοια αίτηση έχει αφενός διακριτική ευχέρεια για την έγκριση ή απόρριψη της, και αφετέρου δεν προβαίνει σε οριστικά συμπεράσματα για την τύχη της ίδιας της προσφυγής μιας και αυτό που εξετάζει είναι αν έχει πραγματικές πιθανότητες να εκδοθεί δικαστική απόφαση υπέρ της.

Επομένως, για τους λόγους που έχουν εκτεθεί, κρίνω ότι στη βάση των ενώπιον μου στοιχείων πως δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι η προσφυγή που έχει καταχωρηθεί από τον Αιτητή έχει πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας.

Με δεδομένη την μη ικανοποίηση της απαραίτητης εκ του Νόμου προϋπόθεσης, η αίτηση αναπόφευκτα απορρίπτεται χωρίς έξοδα.

Τα έξοδα του μεταφραστή να καταβληθούν από τη Δημοκρατία.

 

 

                                                                                  Χ. ΠΛΑΣΤΗΡΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο