ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

 

                                                                         Νομική Αρωγή αρ: 143/2023

1 Μαρτίου, 2024

[Ε. ΡΗΓΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΡΩΓΗΣ ΝΟΜΟ ΤΟΥ 2002,

Ν. 168(Ι)/2002 ΚΑΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΡΩΓΗΣ

ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ (ΑΡ.1) ΤΟΥ 2003

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

ΑΙΤΗΣΗ ΑΠΟ:

 

1.    A.M.

2.    M.A.

3.    M.M. (ανήλικο τέκνο),

από Σενεγάλη

Αιτητές

 

 

Οι Αιτητές εμφανίσθηκαν προσωπικά

Για τους Καθ' ων η αίτηση: Ν. Τζιρτζιπή (κα) για Χ. Δημητρίου (κα) Δικηγόρος της Δημοκρατίας

[M. Σταύρου (κα), Διερμηνέας για διερμηνεία από την γαλλική στην ελληνική και αντίστροφα]

 Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

E. Ρήγα, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.:  Οι Αιτητές με την αίτησή τους ημερομηνίας 10.10.2023, αιτούνται την παροχή δωρεάν νομικής αρωγής, έτσι ώστε να τους δοθεί η δυνατότητα να διορίσουν δικηγόρο, προκειμένου να χειριστεί την προσφυγή που έχουν ήδη καταχωρίσει εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, ημερ. 05.10.2023, με την οποίαν απορρίπτεται η αίτησή τους για χορήγηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας δυνάμει του περί Προσφύγων Νόμου του 2000, Ν. 6(Ι)/2000, ως έχει τροποποιηθεί (στο εξής αναφερόμενος ως «ο περί Προσφύγων Νόμος»).

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

 

Ως προκύπτει από το γραπτό σημείωμα που κατατέθηκε από την ευπαίδευτη συνήγορο που εκπροσωπεί τον Γενικό Εισαγγελέα, καθώς και από τα τεκμήρια που επισυνάπτονται σε αυτό, τα γεγονότα που περιβάλλουν την υπό κρίση υπόθεση σκιαγραφούνται ως ακολούθως:

 

Οι Αιτητές 1 και 2 είναι υπήκοοι της Δημοκρατίας της Σενεγάλης και είναι κάτοχοι δελτίων εγγραφής αλλοδαπών (ARC), τα οποία υπέβαλαν στην Υπηρεσία Ασύλου.  Στις 15.05.2018, οι Αιτητές 1 και 2 εισήλθαν, χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα στις ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές μέσω των μη ελεγχόμενων περιοχών. Οι Αιτητές 1 και 2 καταχώρισαν αίτηση για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας στις 15.06.2018 και 18.06.2018 αντίστοιχα. Το ανήλικο τέκνο τους (Αιτήτρια 3) γεννήθηκε στην Κυπριακή Δημοκρατία στις 24.09.2021 και με τη γέννησή της συμπεριλήφθηκε στην αίτηση της Αιτήτριας 2.  Στα πλαίσια της εξέτασης των αιτήσεων, πραγματοποιήθηκαν στις 21.03.2023 και 22.03.2023, συνεντεύξεις των Αιτητών 1 και 2 από αρμόδιο λειτουργό της EUAA, ο οποίος στις 18.09.2023 υπέβαλε εισηγητική έκθεση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου με εισήγηση την απόρριψη των υποβληθεισών αιτήσεων.  Ακολούθως, στις 26.09.2023, ο ασκών καθήκοντα Προϊσταμένου λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου ενέκρινε την εισήγηση, αποφασίζοντας την απόρριψη των αιτήσεων ασύλου, απόφαση που κοινοποιήθηκε μέσω σχετικής επιστολής της Υπηρεσίας Ασύλου ημερ. 05.10.2023 στους Αιτητές 1 και 2 αυθημερόν.

 

Εναντίον της απόφασης αυτής, οι Αιτητές 1 και 2 καταχώρισαν την προσφυγή υπ.' αρ. 3687/23 για την προώθηση της οποίας, μέσω δικηγόρου, επιθυμούν να λάβουν δωρεάν νομική αρωγή, μέσω της υπό εξέταση αίτησης. 

 

Στο έντυπο της αίτησής του για άσυλο, ο Αιτητής 1 κατέγραψε ότι αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του για το λόγο του ότι η ζωή του κινδύνευε από τον πατέρα της Αιτήτριας 2.  Συγκεκριμένα, ο Αιτητής 1 ισχυρίστηκε ότι είναι Χριστιανός , ενώ η Αιτήτρια 2 είναι μουσουλμάνα, έχουν αποκτήσει μαζί δύο τέκνα πριν από τον γάμο τους και ότι ο πατέρας της Αιτήτριας 2 δεν επιθυμούσε  τη σχέση τους λόγω του ότι προέρχονται από διαφορετικές θρησκείες. Τουναντίον, ο πατέρας της Αιτήτριας 2 ήθελε να την παντρέψει με ηλικιωμένο άντρα ο οποίος είχε ήδη πολλές συζύγους. Η Αιτήτρια 2, αρνήθηκε αυτή την πρόταση και παντρεύτηκε τον Αιτητή 1 παρά τις αντιρρήσεις του πατέρα της. Ως περαιτέρω καταγράφει, μετά το γάμο τους, ο πεθερός του τον απείλησε πολλές φορές και μάλιστα μια φορά του επιτέθηκε αφήνοντάς του πολλά τραύματα στο σώμα του.  Όταν συνήλθε από τους τραυματισμούς του, μετέβηκε μαζί με την Αιτήτρια 2 στη Γκάμπια και μετά στο Μαλί (Αφρικανικές χώρες). Προσθέτει τέλος ότι τα δύο τους παιδιά  βρίσκονταν με τη μητέρα της Αιτήτριας 2 η οποία είναι άρρωστη και ότι ο πεθερός του συμπεριφέρεται άσχημα σε αυτά και τα κάνει να υποφέρουν (Βλ. ερυθρά 1 και 8 του διοικητικού φακέλου, ως αυτά επισυνάφθηκαν στο σημείωμα του Γενικού Εισαγγελέα). 

 

Στο έντυπο της αίτησής της για άσυλο, η Αιτήτρια 2 κατέγραψε ότι εγκατέλειψε το σπίτι της λόγω του πατέρα της ο οποίος ήταν ενάντιον του γάμου της, καθώς ήθελε να την παντρέψει με έναν πλούσιο και ηλικιωμένο άντρα ο οποίος είχε ήδη τρεις (3) γυναίκες.  Ως καταγράφει, εγκατέλειψε το σπίτι της την ημέρα των εορτασμών του γάμου αυτού που έγινε χωρίς τη συγκατάθεσή της και πήγε στον Αιτητή 1, με τον οποίο ήταν ερωτευμένη και απέκτησαν μαζί δύο παιδιά. Ακολούθως παντρεύτηκαν παρά τις αντιρρήσεις του πατέρα της που δεν επιθυμούσε την ένωσή τους λόγω των διαφορετικών θρησκευτικών τους πεποιθήσεων. Ακολούθως ο πατέρας της προέβη σε πολλές ενέργειες προκειμένου να τους εντοπίσει με μοναδικό σκοπό να του κάνει τη ζωή τους δύσκολη.  Αργότερα, κάποιος επιτέθηκε και μαχαίρωσε τον Αιτητή και ότι σύμφωνα με τα λεγόμενα του κόσμου, η επίθεση αυτή πραγματοποιήθηκε από τον πατέρα της.  Όταν ο Αιτητής 1 συνήλθε από τους τραυματισμούς του, αποφάσισαν να εγκαταλείψουν την χώρα οπότε μετέβηκαν στην Γκάμπια και μετά στο Μαλί.  Άφησε τα παιδιά στη μητέρα της και στις αδελφές της επειδή δεν μπορούσε να τα πάρει μαζί της (Βλ. ερυθρά 1 και 7 του διοικητικού φακέλου, ως αυτά επισυνάφθηκαν στο σημείωμα του Γενικού Εισαγγελέα). 

 

Κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του, ο Αιτητής 1 δήλωσε ότι κατάγεται από την πόλη Pikine, της περιφέρειας Dakar της Σενεγάλης που ήταν ο τελευταίος και συνήθης τόπος διαμονής του. Σχετικά με την οικογενειακή του κατάσταση, ανέφερε ότι είναι παντρεμένος με την Αιτήτρια 2 και πως απέκτησαν 3 παιδιά εκ των οποίων τα δυο είναι αγόρια και ζουν με τη μητέρα της Αιτήτριας 2 στη Σενεγάλη και μια κόρη, γεννηθείσα στην Κύπρο, η οποία διαμένει μαζί τους (Βλ. ερυθρά 71-70 του διοικητικού φακέλου, ως αυτά επισυνάφθηκαν στο σημείωμα του Γενικού Εισαγγελέα).  

 

Όσον αφορά τους λόγους αναχώρησης από τη χώρα καταγωγής, ο Αιτητής 1 δήλωσε ότι με την Αιτήτρια 2 ζούσαν στην ίδια πόλη και ότι η γνωριμία τους έγινε το 2004-2005.  Ανέφερε δε ότι από τη στιγμή που ο πατέρας της Αιτήτριας 2 έμαθε για τη σχέση τους βλέποντας τους να συναντιούνται στο σπίτι του, δεν τους ήθελε μαζί λόγω της μεταστροφής του Αιτητή 1 στο χριστιανισμό. Αναφέρθηκε στην προσπάθεια του πατέρα της Αιτήτριας 2 να την παντρέψει με έναν πλούσιο και ηλικιωμένο άντρα και πως την ημέρα του γάμου, η Αιτήτρια 2 έφυγε από το σπίτι της και πήγε να τον βρει. Δήλωσε, ακόμη, ότι ο ίδιος και η Αιτήτρια 2, αφότου απέκτησαν δυο παιδιά, έφυγαν από το μέρος όπου ζούσαν και μετοίκησαν αλλού καθότι ήθελαν να ζήσουν μια ευτυχισμένη και ήρεμη ζωή. Ισχυρίστηκε ότι ο πατέρας της Αιτήτριας 2 προέβη σε πολλές ενέργειες προκειμένου να τους βρει και να τους δυσκολέψει τη ζωή, ενώ σύμφωνα με τα λεγόμενά του, κάποιο βράδυ την ώρα που έφευγε από το σπίτι που διέμενε με την Αιτήτρια 2 για να πάει στη δουλειά του, ο πατέρας της Αιτήτριας 2 του επιτέθηκε σπάζοντας δυο μπουκάλια και χαρακώνοντας τον με αυτά στο χέρι και στην πλάτη.  Ακολούθως, τον μετέφεραν στο νοσοκομείο όπου παρέμεινε για 15 ημέρες.  Από την ώρα που έλαβε εξιτήριο και έπειτα, άρχισε να αντιμετωπίζει πόνο σε όλο του το σώμα (Βλ. ερυθρά 68, 65-61 του διοικητικού φακέλου, ως αυτά επισυνάφθηκαν στο σημείωμα του Γενικού Εισαγγελέα). 

 

Κατά τη διάρκεια της συνέντευξής της, η Αιτήτρια 2 δήλωσε ότι κατάγεται από την πόλη Pikine, της περιφέρειας Dakar της Σενεγάλης που ήταν ο τελευταίος και συνήθης τόπος διαμονής της.  Σχετικά με την οικογενειακή της κατάσταση, ανέφερε ότι είναι παντρεμένη με τον Αιτητή 1 και πως απέκτησαν 3 παιδιά εκ των οποίων τα δυο είναι αγόρια και ζουν με τη μητέρα της στη Σενεγάλη και μια κόρη, γεννηθείσα στην Κύπρο, η οποία συζεί μαζί τους (Βλ. ερυθρά 63-62 του διοικητικού φακέλου, ως αυτά επισυνάφθηκαν στο σημείωμα του Γενικού Εισαγγελέα).

 

Όσον αφορά τους λόγους αναχώρησης από τη χώρα καταγωγής, η Αιτήτρια 2 δήλωσε ότι με τον Αιτητή 1 ζούσαν στην ίδια πόλη και ότι η γνωριμία τους έγινε το 2004-2005.  Ανέφερε, ακόμη, ότι όταν ο πατέρας της έμαθε για τη σχέση τους, άρχισε να της κόβει τα μαλλιά και να τη χτυπά.  Ισχυρίστηκε δε ότι ο λόγος που ο πατέρας της δεν ενέκρινε αυτή τη σχέση ήταν επειδή θεωρούσε τον Αιτητή 1 ως ένα κακό άνθρωπο και προκειμένου να τους απομακρύνει ήθελε την παντρέψει με έναν άντρα που είχε ήδη 3 γυναίκες. Κατά την ημέρα του γάμου, έφυγε από το σπίτι της και πήγε να βρει τον Αιτητή 1.  Έκτοτε ζούσαν μαζί, ενώ όταν ο πατέρας της πληροφορήθηκε σε ποιο μέρος διέμεναν, προέβη σε πολλές ενέργειες για να τους δυσκολέψει τη ζωή. Ανέφερε ότι κάποιο βράδυ την ώρα που ο Αιτητής 1 έφευγε από το σπίτι που διέμεναν για να πάει στη δουλειά του, ο πατέρας της του επιτέθηκε με δυο σπασμένα μπουκάλια.  Δήλωσε ότι η ίδια δεν είδε το συμβάν και ότι σύμφωνα με τα λεγόμενα του κόσμου και του Αιτητή 1, η επίθεση αυτή πραγματοποιήθηκε από τον πατέρα της (Βλ. ερυθρά 59-53 του διοικητικού φακέλου, ως αυτά επισυνάφθηκαν στο σημείωμα του Γενικού Εισαγγελέα). 

Κατά τη διάρκεια της ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου διαδικασίας, οι Αιτητές 1 και 2 επανέλαβαν κατ' ουσίαν τους ισχυρισμούς τους.  

 

ΝΟΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ

 

Νομικό υπόβαθρο της υπό κρίση αίτησης, αποτελεί το άρθρο 6Β του περί Νομικής Αρωγής Νόμου του 2002 (Ν. 165(I)/2002), ως έχει τροποποιηθεί (στο εξής αναφερόμενος ως «ο περί Νομικής Αρωγής Νόμος») το οποίο διαλαμβάνει τα ακόλουθα (- η έμφαση προστέθηκε):

 

«Νομική αρωγή σε Αιτητές και δικαιούχους διεθνούς προστασίας 6Β. (1) [...]

 

(2) Παρέχεται δωρεάν νομική αρωγή σε Αιτητή διεθνούς προστασίας, ο οποίος ασκεί προσφυγή ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου, δυνάμει των διατάξεων του Άρθρου 146 του Συντάγματος

 

(α) Kατά δυσμενούς απόφασης του Προϊσταμένου επί της αίτησης διεθνούς προστασίας του εν λόγω Αιτητή, την οποία απόφαση ο Προϊστάμενος έλαβε δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 5, 12Βδις, 12Βτετράκις, 12Δ ή 13 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 ή

 

(β) […]

 

υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

 

(αα) Η δωρεάν νομική αρωγή αφορά μόνο την πρωτοβάθμια εκδίκαση της προσφυγής ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου δυνάμει των διατάξεων του Άρθρου 146 του Συντάγματος, και όχι την εκδίκαση έφεσης ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου κατά της δικαστικής απόφασης η οποία εκδίδεται στα πλαίσια της εν λόγω πρωτοβάθμιας εκδίκασης, ούτε άλλο ένδικο μέσο∙ και

 

(ββ) κατά την κρίση του Διοικητικού Δικαστηρίου, η προσφυγή έχει πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας:

 

Νοείται ότι οι διατάξεις της παραγράφου (ββ) εφαρμόζονται χωρίς να περιορίζουν αυθαίρετα την παροχή της δωρεάν νομικής αρωγής και χωρίς να εμποδίζεται η ουσιαστική πρόσβαση του Αιτητή διεθνούς προστασίας στη δικαιοσύνη».

 

Η πραγματική πιθανότητα επιτυχίας της προσφυγής

 

Οι Αιτητές καταχώρισαν προσφυγή κατά της δυσμενούς απόφασης του Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου για απόρριψη της αίτησης ασύλου τους, η οποία εκδόθηκε δυνάμει του άρθρου 13 του περί Προσφύγων Νόμου και συνεπώς η εξεταζόμενη περίπτωση εμπίπτει στο άρθρο 6Β(2)(α) του περί Νομικής Αρωγής Νόμου.

 

Λαμβάνοντας υπόψη ότι η υπό κρίση αίτηση αφορά στην πρωτοβάθμια εκδίκαση της προσφυγής και ότι συνεπώς πληρείται η πρώτη προϋπόθεση παραχώρησης δωρεάν νομικής αρωγής ως αυτή θεσπίζεται με το εδάφιο (αα) του άρθρου 6Β(2) (ανωτέρω), κρίσιμη καθίσταται η εξέταση της δεύτερης προϋπόθεσης, θεσπιζόμενης διά του εδαφίου (ββ) της ίδιας διάταξης, την ύπαρξη δηλαδή, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, πραγματικής πιθανότητας επιτυχίας της σκοπούμενης προσφυγής.

 

Σύμφωνα με τη διαμορφωθείσα νομολογία, δίδεται ευρεία διακριτική ευχέρεια στο Δικαστήριο  να  αποφασίσει  κατά  πόσον,  με  βάση  τα  ενώπιον  του  στοιχεία, η

προσφυγή των Αιτητών έχει πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας[1].

 

Οι πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας θα πρέπει να εξετάζονται και υπό το φως της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου χωρίς να περιορίζεται αυθαίρετα η παροχή της δωρεάν νομικής αρωγής και χωρίς να εμποδίζεται η ουσιαστική πρόσβαση του αιτητή διεθνούς προστασίας στη δικαιοσύνη.  Περαιτέρω όμως το Δικαστήριο, θα πρέπει να εξετάσει την αίτηση με βάση το υλικό που έχει ενώπιον του χωρίς να δίδονται νομικές αρωγές ανεξέλεγκτα σε υποθέσεις που δεν έχουν πιθανότητες επιτυχίας[2].

 

Σημειώνεται δε, πως το αποτέλεσμα της παρούσας αίτησης για νομική αρωγή, δεν θα επηρεάσει την τελική έκβαση της προσφυγής που έχει ήδη καταχωρηθεί από τους Αιτητές, εφόσον το Δικαστήριο στη παρούσα διαδικασία δεν αποφασίζει επί της οριστικής τύχης της προσφυγής[3].

 

Σημειώνεται εξάλλου ότι, το Δικαστήριο προβαίνει στην αξιολόγηση της βασιμότητας της αίτησης παροχής νομικής αρωγής, στη βάση του υλικού που τίθεται ενώπιον του[4].

 

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΙΣΧΥΡΙΣΜΩΝ ΤΩΝ ΑΙΤΗΤΩΝ 1 ΚΑΙ 2 ΚΑΙ ΕΥΡΗΜΑΤΩΝ ΤΩΝ ΚΑΘ' ΩΝ Η ΑΙΤΗΣΗ

 

Εν προκειμένω, η ευπαίδευτη εκπρόσωπος του Γενικού Εισαγγελέα, εισηγήθηκε μέσω του Γραπτού Σημειώματος που κατατέθηκε, ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις που θέτει ο περί Νομικής Αρωγής Νόμος για την παραχώρηση του ευεργετήματος της νομικής αρωγής στους Αιτητές καθότι στη παρούσα διαδικασία οι Αιτητές «δεν έχουν πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας».

Έχω μελετήσει προσεκτικά το Γραπτό Σημείωμα του Γενικού Εισαγγελέα και τα επισυνημμένα σε αυτό έγγραφα, το περιεχόμενο των συνεντεύξεων των Αιτητών 1 και 2 ενώπιόν του αρμόδιου λειτουργού, την εισηγητική έκθεση του λειτουργού της EUAA, την απόφαση του Προϊσταμένου, και γενικά το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου.

 

Στην παρούσα υπόθεση, οι Καθ' ων η αίτηση απέρριψαν την αίτηση των Αιτητών αφού κρίθηκε ότι όλοι οι λόγοι που αυτοί επικαλέστηκαν, εξαιτίας των οποίων αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τη χώρα καταγωγής τους και δεν επιθυμούν να επιστρέψουν πίσω σε αυτή, στερούνται εσωτερικής αξιοπιστίας.  Συγκεκριμένα, προς αξιολόγηση των ισχυρισμών των Αιτητών 1 και 2, ο λειτουργός της EUAA διέκρινε πέντε (5) ουσιώδεις ισχυρισμούς. Ο πρώτος αναφορικά με τα προσωπικά στοιχεία, την καταγωγή και τον τόπο διαμονής των Αιτητών 1 και 2, ο δεύτερος αναφορικά με το ότι ο Αιτητής 1 ασπάστηκε το χριστιανισμό, ο τρίτος σχετικά με το ότι ο πατέρας της Αιτήτριας 2 επιτίθετο συνεχώς στον Αιτητή 1 καθώς δεν επιθυμούσε η Αιτήτρια 2 να παντρευτεί ένα χριστιανό, ο τέταρτος σχετικά με τον προγραμματισμένο μη ηθελημένο γάμο της Αιτήτριας 2 με άγνωστο άντρα και ο πέμπτος σχετικά με το ότι η Αιτήτρια 2 υπήρξε θύμα ενδοοικογενειακής βίας από τον πατέρα της. 

 

Όλοι οι ισχυρισμοί των Αιτητών, πλην του πρώτου, απορρίφθηκαν ως αναξιόπιστοι.  Ο πρώτος ισχυρισμός έγινε αποδεκτός καθότι στοιχειοθετήθηκαν τόσο η εσωτερική όσο και η εξωτερική αξιοπιστία των Αιτητών 1 και 2.  Από το περιεχόμενο της ανάλυσης του λειτουργού, δεν προκύπτει κάποια ανάγκη για περαιτέρω εξέταση του εν λόγω ισχυρισμού.

 

Αναφορικά με το δεύτερο ισχυρισμό του Αιτητή 1, ήτοι ότι ασπάστηκε το χριστιανισμό, ως προς την εσωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, κρίθηκε ότι ο Αιτητής 1 δεν ήταν σε θέση να αποδώσει τον ισχυρισμό του με συνέπεια, ακρίβεια και λεπτομέρεια.  Συγκεκριμένα, ο Αιτητής 1 δεν μπορούσε να παράσχει πληροφορίες σχετικά με το κίνητρο που τον ώθησε να μεταστραφεί στο χριστιανισμό και το μόνο που δήλωσε ήταν ότι πήγαινε στην εκκλησία στην περίπτωση τελετής.  Ερωτηθείς ως προς το τι άλλαξε στη ζωή του από τη στιγμή της μεταστροφής του, απάντησε ότι η ζωή του ήταν πιο ήρεμη.  Περαιτέρω, αδυνατούσε να αναφέρει λεπτομέρειες για τις χριστιανικές εορτές και τελετές και όταν κλήθηκε να απαντήσει ως προς το τι εορταζόταν το Πάσχα, απάντησε ότι διάβαζε τη Βίβλο. Ως προς την εσωτερική αξιοπιστία, παρά το γεγονός ότι η ύπαρξη χριστιανών στη Σενεγάλη επιβεβαιωνόταν από εξωτερικές πηγές, εντούτοις, δεν εντοπίστηκαν πληροφορίες που να επιβεβαιώνουν τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή 1.

 

Αναφορικά με τον τρίτο ισχυρισμό των Αιτητών 1 και 2, ήτοι ότι ο πατέρας της Αιτήτριας 2 επιτίθετο συνεχώς στον Αιτητή 1 καθώς δεν επιθυμούσε η Αιτήτρια 2 να παντρευτεί ένα χριστιανό κρίθηκε ως προς την εσωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, ότι οι Αιτητές 1 και 2 δεν μπόρεσαν να αποδώσουν τον ισχυρισμό με συνέπεια, ακρίβεια και λεπτομέρεια.  Συγκεκριμένα, ο Αιτητής 1 δεν ήταν σε θέση να αναφέρει πόσες φορές δέχθηκε επίθεση από τον πατέρα της Αιτήτριας 2 ως επίσης και τις περιστάσεις αυτών των απειλών και των επιθέσεων.  Περιορίστηκε στο να ισχυριστεί ότι ο πατέρας της Αιτήτριας 2, του δήλωνε επανειλημμένα ότι θα τον σκότωνε, χωρίς ωστόσο να μπορεί να αιτιολογήσει τον ισχυρισμό του.  Όσον αφορά το περιστατικό που συνέβη το έτος 2015, όταν ο πατέρας της Αιτήτριας 2 του επιτέθηκε σπάζοντας δυο μπουκάλια και χαρακώνοντας τον με αυτά στο χέρι και στην πλάτη, ο Αιτητής 1 μίλησε μόνο για το σπάσιμο των μπουκαλιών και το χαράκωμα που δέχτηκε σε σημεία του σώματός του, χωρίς, όμως να είναι σε θέση να αναφέρει περαιτέρω λεπτομέρειες για το εν λόγω περιστατικό. Ούτε η Αιτήτρια 2 ήταν σε θέση να δώσει περισσότερες πληροφορίες για το συμβάν και το μόνο που ανέφερε ήταν ότι ο πατέρας της επιτέθηκε στον Αιτητή 1 και ότι ο τελευταίος είχε πληγές που προκλήθηκαν από γυαλί. Περαιτέρω, η Αιτήτρια 2 αδυνατούσε να αναφέρει περισσότερα στοιχεία για τις άλλες επιθέσεις και απειλές που τόσο η ίδια όσο και ο Αιτητής 1 δέχονταν από τον πατέρα της, αφού δεν ανέφερε το χρονικό διάστημα που αυτές ξεκίνησαν όπως επίσης και το πόσο συχνά συνέβαιναν.  Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία, μπορεί να εντοπίστηκαν εξωτερικές πηγές που να επιβεβαίωναν την αποδοχή των γάμων ατόμων με διαφορετικές θρησκευτικές πεποιθήσεις από την οικογένεια και την κοινωνία, όμως, δεν εντοπίστηκαν πληροφορίες που να επιβεβαίωναν τις προσωπικές περιστάσεις των Αιτητών 1 και 2.

 

Όσον αφορά τον τέταρτο ισχυρισμό των Αιτητών 1 και 2, ήτοι τον προγραμματισμένο μη ηθελημένο γάμο της Αιτήτριας 2 με άγνωστο άντρα, κρίθηκε ως προς την εσωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού ότι οι Αιτητές 1 και 2 δεν κατάφεραν να αποδώσουν τον ισχυρισμό με συνέπεια, ακρίβεια και λεπτομέρεια.  Ειδικότερα, η Αιτήτρια 2 δεν ήταν σε θέση να δώσει λεπτομέρειες τόσο για τον προγραμματισμένο γάμο της όσο και για το άτομο με το οποίο επρόκειτο να παντρευτεί. Κληθείσα να περιγράψει την ημέρα του γάμου της, δήλωσε ότι συζήτησε με τον Αιτητή 1 και μαζί οργάνωσαν τη φυγή της, χωρίς ωστόσο να μπορεί να επεξηγήσει περαιτέρω τις δηλώσεις της. Ούτε ο Αιτητής 1 μπορούσε να παράσχει πληροφορίες για τον προγραμματισμένο γάμο της Αιτήτριας 2 αλλά ούτε και για το άτομο με το οποίο επρόκειτο να παντρευτεί. Ισχυρίστηκε ακόμη ότι οργάνωσαν μαζί τη φυγή της Αιτήτριας 2 από το γάμο της, χωρίς, όμως, να δηλώνει το οτιδήποτε σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο κατάφερε τελικά η ίδια να διαφύγει. Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία, παρά το γεγονός ότι οι εξωτερικές πηγές επιβεβαίωναν ότι ο μη ηθελημένος γάμος απαγορεύεται και τιμωρείται από το Νόμο, εντούτοις, δεν εντοπίστηκαν πληροφορίες που να επιβεβαίωνουν τις προσωπικές περιστάσεις των Αιτητών 1 και 2.

 

Όσον αφορά τον πέμπτο ισχυρισμό της Αιτήτριας 2, ήτοι ότι υπήρξε θύμα ενδοοικογενειακής βίας από τον πατέρα της, η Αιτήτρια 2, κατά τον λειτουργό της EUAA, δεν ήταν σε θέση να αποδώσει τον ισχυρισμό της με συνέπεια, ακρίβεια και λεπτομέρεια. Ειδικότερα, η Αιτήτρια 2 δήλωσε ότι ο πατέρας της, τη χτυπούσε και της έκοβε τα μαλλιά, χωρίς, ωστόσο να μπορεί να αναπτύξει περαιτέρω τους ισχυρισμούς της και παράλληλα δεν ανέφερε κανένα συγκεκριμένο περιστατικό ενδοοικογενειακής βίας. Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία, δεν βρέθηκαν εξωτερικές πηγές που να επιβεβαιώνουν την ύπαρξη ενδοοικογενειακής βίας στη Σενεγάλη.  

 

Κατά την κρίση του λειτουργού δεν προκύπτει εύλογη πιθανότητα οι Αιτητές να υποστούν δίωξη ή σοβαρή βλάβη και συνεπώς δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για αναγνώριση προσφυγικού καθεστώτος ή παραχώρηση επικουρικής προστασίας, ενώ δεν υπήρχαν και λόγοι να θεωρείται ότι, με την επιστροφή τους, οι Αιτητές θα εκτεθούν σε συνθήκες που συνιστούν παραβίαση του άρθρου 3 της ΕΣΔΑ και συνεπώς ο λειτουργός εισηγήθηκε την απόρριψη της αίτησης ασύλου.

 

Έχω μελετήσει προσεκτικά το Γραπτό Σημείωμα του Γενικού Εισαγγελέα, τα έγγραφα του διοικητικού φακέλου, τις συνεντεύξεις των Αιτητών 1 και 2 ενώπιόν του αρμόδιου λειτουργού, την εισηγητική έκθεση του λειτουργού του EUAA, την απόφαση του Προϊσταμένου και γενικά το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν στα πλαίσια της δικαστικής διαδικασίας.

 

Εν πρώτοις, διαπιστώνω ότι ο λειτουργός εξέτασε τους ισχυρισμούς των Αιτητών 1 και  2 που εντόπισε, στο μέτρο που αυτοί θα ήταν κρίσιμοι για την υπαγωγή των Αιτητών 1, 2 και 3 στο καθεστώς διεθνούς προστασίας.  Παρατηρώ συναφώς ότι ο αρμόδιος λειτουργός δεν έκανε αποδεκτούς τέσσερις (4) από τους πέντε (5) κρίσιμους ισχυρισμούς, αφού κατά τη θέση του, οι Αιτητές 1 και 2 δε μπόρεσαν να παράσχουν συγκεκριμένες λεπτομέρειες και σαφείς απαντήσεις όσον αφορά τη μεταστροφή του Αιτητή 1 στο χριστιανισμό, τις συνεχείς επιθέσεις που ο Αιτητής 1 δεχόταν από τον πατέρα της Αιτήτριας 2 καθώς δεν επιθυμούσε η κόρη του να παντρευτεί ένα χριστιανό, τον προγραμματισμένο μη ηθελημένο γάμο της Αιτήτριας 2 με άγνωστο άντρα ως επίσης και την ενδοοικογενειακή βία που η Αιτήτρια 2 υπέστη από τον πατέρα της.  Τα στοιχεία αυτά και η αξιολόγησή τους παρατέθηκαν ανωτέρω.

 

Έχοντας ανατρέξει στο πρακτικό της συνέντευξης, εκ πρώτης όψεως, συμφωνώ με τα ευρήματα του λειτουργού όσον αφορά τους ισχυρισμούς 1 – 5 στο βαθμό που διαφαίνεται ότι ο λειτουργός αξιολόγησε τους ισχυρισμούς με βάση τους δείκτες αξιοπιστίας, ενώ ως προς την εξωτερική αξιοπιστία των ισχυρισμών, λήφθηκαν υπόψη αξιόπιστες πηγές πληροφόρησης, συνεκτιμώντας παράλληλα και τα προσκομισθέντα από τους Αιτητές 1 και 2 έγγραφα.

 

Ωστόσο διαπιστώνω πλημμέλεια στην διερευνητική διαδικασία, στο βαθμό που ο αρμόδιος λειτουργός δεν διερεύνησε επαρκώς τον ισχυρισμό των Αιτητών, ότι ο πατέρας της Αιτήτριας 2 επιτίθετο στα δύο τους παιδιά τα οποία άφησαν πίσω στη Σενεγάλη μαζί με την μητέρα της αλλά ούτε και απομόνωσε και αξιολόγησε αυτόν ως ξεχωριστό ουσιώδη ισχυρισμό. Εφόσον ο ισχυρισμός αυτός ήταν άμεσα συνυφασμένος με τον φόβο που εκφράστηκε ως προς το ανήλικό τέκνο, ήτοι την Αιτήτρια 3, ο ισχυρισμός περί της αντιμετώπισης των άλλων δύο παιδιών των Αιτητών 1 και 2 από τον πατέρα της Αιτήτριας 2 ήταν σημαντικό να διερευνηθεί επαρκώς σε συνάρτηση και με τον ισχυρισμό της Αιτήτριας 2 ότι δε θέλει το παιδί της να επιστρέψει πίσω στη Σενεγάλη λόγω του πατέρας της.

 

Ειδικότερα, σε σχέση με τα πιο πάνω, παρατηρώ ότι ο Αιτητής 1 κατέγραψε στην υποβληθείσα αίτησή του ότι ο πατέρας της Αιτήτριας 2, συμπεριφέρεται άσχημα στα δύο του παιδιά και ότι τα κάνει να υποφέρουν. Κατά τη συνέντευξή του, ο Αιτητής 1 αναφέρθηκε και πάλι στα παιδιά του που άφησαν πίσω στη Σενεγάλη και εξέφρασε την ανησυχία του ως προς τα παιδιά του αυτά καθώς ως ανέφερε δε γνωρίζει πως διαβιούν εκεί. Ωστόσο, δεν υποβλήθηκαν περαιτέρω ερωτήματα εν σχέση με τον ισχυρισμό αυτό ούτως ώστε αυτός να διερευνηθεί επαρκώς. Από την άλλη, η Αιτήτρια 2 αναφέρθηκε σε κακοποίηση των δύο τους παιδιών από τον πατέρα της τόσο στο πλαίσιο της καταχωρισθείσας αίτησής της, όσο και κατά τη συνέντευξή της. Κατά τους ισχυρισμούς της Αιτήτριας 2, ο πατέρας της κτυπάει τα παιδιά της χωρίς λόγο, συμπεριφέρεται άσχημα στον μεγάλο της υιό καθώς αυτός μοιάζει με τον Αιτητή 1 κάτι που δεν αρέσει στον πατέρα της, δεν αφήνουν τα παιδιά να πίνουν νερό όταν ο πατέρας της δεν είναι κοντά, καθώς τα χρήματα για το νερό δεν προέρχονται από τον Αιτητή 1, καθώς και ότι η μητέρα της χώρισε από τον πατέρα της εξαιτίας της συμπεριφοράς του τελευταίου απέναντι στα παιδιά της (βλ. ερυθρά 51-50 του διοικητικού φακέλου, ως αυτά επισυνάφθηκαν στο σημείωμα του Γενικού Εισαγγελέα). Παράλληλα, η Αιτήτρια 2 ρωτήθηκε κατά την συνέντευξή της αν θέλει να αναφερθεί σε  οποιοσδήποτε λόγο για τον οποίο δεν επιθυμεί να επιστρέψει στη χώρα καταγωγής της, εκ μέρους του ανήλικου τέκνου της που βρίσκεται στη Δημοκρατία (βλ ερυθρό 5) με την Αιτήτρια 2 να απαντά «I dont want my baby to return because of my dad». Παρ’ όλα αυτά η Αιτήτρια 2 δε ρωτήθηκε περαιτέρω για την τοποθέτησή της αυτή, ούτε της δόθηκε η ευκαιρία να αναπτύξει περαιτέρω τον ισχυρισμό της αυτό. Αντίστοιχα ερωτήματα δεν υποβλήθηκαν ούτε στον Αιτητή 1.

 

Καταληκτικά παρατηρώ ότι, παρά το γεγονός ότι υποβλήθηκε αίτηση ασύλου και εκ μέρους της Αιτήτριας 3 δια των γονέων της, ωστόσο δεν προκύπτει, εκ πρώτης όψεως, να έγινε εξατομικευμένη εξέταση της αίτησής της κατά παράβαση της αρχής της εξατομικευμένης αξιολόγησης των αιτήσεων διεθνούς προστασίας [βλ. άρθρο 4 παράγραφος 3 της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ και άρθρο 18(3) του περί Προσφύγων Νόμου]. 

 

Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω, δεν φαίνεται εκ πρώτης όψεως να αξιολογήθηκε το βέλτιστον συμφέρον του ανήλικου τέκνου, Αιτήτριας 3, αφού από κανένα σημείο της εισήγησης του λειτουργού, δε προκύπτει αξιολόγηση του φόβου που εκφράστηκε από την Αιτήτρια 2 εν σχέση με την Αιτήτρια 3 ενώ επίσης καμία αναφορά και αξιολόγηση δε λαμβάνει χώρα σε σχέση με το βέλτιστο συμφέρον της, λαμβάνοντας μάλιστα υπόψη ότι εν προκειμένω έχει εκδοθεί και απόφαση επιστροφής τόσο των Αιτητών 1 και 2 όσο και του τέκνου τους (Αιτήτριας 3), ως οι πρόνοιες του άρθρου  13(2)(δ) του περί Προσφύγων Νόμου. Η Οδηγία 2011/95/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου στο Προοίμιο υπό (18) παραπέμπει στο μείζον συμφέρον του παιδιού όπως αυτό προβλέπεται από τη σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών του 1989 για τα δικαιώματα του παιδιού.  Σύμφωνα με το άρθρο 3 της εν λόγω Σύμβασης  και τον Κυρωτικό αυτής Νόμο του 1990[5]σε όλες τις δράσεις, μεταξύ των οποίων και όσες λαμβάνουν χώρα από διοικητικές αρχές, και οι οποίες αφορούν παιδιά, το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού οφείλει να είναι πρωταρχικό μέλημα. Ο Νόμος δεν προβαίνει σε καμία διάκριση σε σχέση με την ιδιότητα του παιδιού ως συνοδευόμενου ή μη από την οικογένειά του, αναφερόμενος συλλήβδην σε παιδιά.  Στις Κατευθυντήριες Οδηγίες για την Εξέταση των Αιτημάτων Ασύλου των Παιδιών στο πλαίσιο των άρθρων 1 (Α) 2 και 1 (ΣΤ) της Σύμβασης του 1951 και/ ή του Πρωτοκόλλου του 1967 για το Καθεστώς των Προσφύγων, η οποία επίσης παραπέμπει στη Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού, εξάλλου αναφέρεται ότι αυτές εφαρμόζονται σε όλα τα παιδιά αιτούντες άσυλο, συμπεριλαμβανομένων όσων συνοδεύονται[6]. Περαιτέρω, σύμφωνα με την Επιτροπή για τα Δικαιώματα του παιδιού, το βέλτιστο συμφέρον του τέκνου συνιστά μεταξύ άλλων διαδικαστικό κανόνα, με αποτέλεσμα η αιτιολόγηση της απόφασης να οφείλει να υποδεικνύει τόσο τη λήψη του δικαιώματος υπόψιν όσο και τον τρόπο αξιολόγησης αυτού στη συγκεκριμένη περίσταση[7]. Παρατηρώ, εκ πρώτης όψεως, ότι ο αρμόδιος λειτουργός έχει προβεί σε παράλειψη των ως άνω υποχρεώσεων.  Ενόψει των νομικών και πραγματικών εκτιμήσεων οι οποίες απαιτούνται προς αξιολόγηση του βέλτιστου συμφέροντος του παιδιού και της επίδρασης που μία τέτοια αξιολόγηση θα έχει επί των αιτήσεων των Αιτητών, μια τέτοια έρευνα ανήκει στο Δικαστήριο το οποίο θα κρίνει την ουσία της υπόθεσης.

 

Υπό το φως των ανωτέρω, κρίνω ότι υπάρχουν εκ πρώτης όψεως πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας της προσφυγής που έχουν καταχωρήσει οι Αιτητές λόγω έλλειψης δέουσας έρευνας από μέρους Καθ’ ων η αίτηση με αποτέλεσμα την συνεπακόλουθη διαπίστωση ύπαρξης κρίσιμων στοιχείων, των οποίων αρμόζει περαιτέρω εξέταση και αποκρυστάλλωση στο πλαίσιο της δικαστικής διαδικασίας, δεδομένης και της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου.

 

Περαιτέρω, δυνάμει του άρθρου 7 του περί Νομικής Αρωγής Νόμου, το Δικαστήριο προτού προχωρήσει στην έκδοση πιστοποιητικού για παροχή δωρεάν νομικής αρωγής, συνεκτιμά την κοινωνικοοικονομική κατάσταση του εκάστοτε αιτητή καθώς επίσης και τη σοβαρότητα της υπόθεσης ή άλλων περιστάσεων της υπόθεσης προκειμένου να αξιολογήσει κατά πόσον είναι επιθυμητό για το συμφέρον της δικαιοσύνης ο εκάστοτε αιτητής να τύχει δωρεάν νομικής αρωγής για την προετοιμασία και το χειρισμό της υπόθεσής του.

 

Ενόψει των όσων ανωτέρω αναφέρονται, η αίτηση δυνατόν να γίνει δεκτή υπό την αίρεση εξέτασης της κοινωνικοοικονομικής έκθεσης από το Δικαστήριο.  Διατάσσεται, συνεπώς, η κατάθεση στο Πρωτοκολλητείο, Κοινωνικοοικονομικής Έκθεσης του Γραφείου Ευημερίας για τους σκοπούς των άρθρων 7(1)(α) και 8 του ίδιου Νόμου, μέχρι τις  11.03.2024. Η Πρωτοκολλητής να ενημερώσει το Γραφείο Ευημερίας για την σημερινή απόφαση του Δικαστηρίου.

 

Τηρουμένων των πιο πάνω οδηγιών του Δικαστηρίου, η αίτηση ορίζεται για εξέταση στις 12.03.2024 και ώρα 10.30 π.μ.

 

Τα έξοδα του Διερμηνέα καθ' όλη τη διάρκεια της διαδικασίας, να καταβληθούν από τη Δημοκρατία.

 

 

Ε. Ρήγα, Δ.Δ.Δ.Δ.Π

 

 



[1] Απόφαση στην Αίτηση Νομικής Αρωγής αρ. 23/2010, Farshad Khamsen, ημερ. 14.10.2010.

[2] Αποφάσεις στην Αίτηση Νομικής Αρωγής αρ. 10/2010, Αlali Abdulhamid, ημερ. 06.05.2010 και στην Αίτηση Νομικής Αρωγής αρ. 25/2010, Antonia Adahor, ημερ. 13.12.2010)

[3] Αποφάσεις στις Yπoθ. αρ. 278/09, Durgo Man v. Δημοκρατίας, ημερ. 15.07.2009, και Yπoθ. αρ. 7/11 και 8/11, Nacira Baghour και Roud Gad, ημερ. 28.03.2011

[4] Απόφαση στην Αίτηση Νομικής Αρωγής Αρ. 31/2013, Singh Khushwant, ημερ. 23.12.2013.

[5] Ο Κυρωτικός Νόμος βρίσκεται διαθέσιμος στο https://www.mlsi.gov.cy/mlsi/sws/sws.nsf/All/EFA941CBE41740E3C2256E5B00295F40/$file/Convention%20on%20the%20Rights%20of%20Children.pdf?OpenElement  (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 22.02.2024)

[6] UNHCR, ' Κατευθυντήριες Οδηγίες για την Εξέταση των Αιτημάτων Ασύλου των Παιδιών στο πλαίσιο των άρθρων 1 (Α) 2 και 1 (ΣΤ) της Σύμβασης του 1951 και / ή του Πρωτοκόλλου του 1967 για το Καθεστώς των Προσφύγων' (2009), 6 διαθέσιμο στο https://www.unhcr.org/gr/wp-content/uploads/sites/10/2017/05/children-Asylum-Seekers-UNHCR-2009.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 22.02.2024)

[7] UN Committee on the Rights of the Children, CRC/C/GC/14, 'General comment No. 14 (2013) on the right of the child to have his or her best interests taken as a primary consideration (art. 3, para. 1)*' (2013), 4 διαθέσιμο στο https://www2.ohchr.org/english/bodies/crc/docs/gc/crc_c_gc_14_eng.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 22.02.2024)


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο