ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ 

                                                                                      Υπόθεση αρ.1837/23

 

29 Μαρτίου 2024

 

[Α. ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

G. M. O.

                                                                                                                        Αιτητής

Και

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου

                                                                                                                        Καθ’ ων η αίτηση

 

Κα Μ. Μπαγιαζίδου, Δικηγόρος για τον αιτητή

Κα Μ. Σουρουλλά, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η αίτηση

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με την προσφυγή ο αιτητής αιτείται την ακύρωση της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου που αναφέρεται στην επιστολή ημ.29/05/23, η οποία του κοινοποιήθηκε αυθημερόν, δια της οποίας απορρίφθηκε η αίτηση για παροχή διεθνούς προστασίας που υπέβαλε, ως άκυρης, αντισυνταγματικής, παράνομης και στερούμενης νομικού αποτελέσματος (αιτητικό Α) και έκδοση απόφασης επί της ουσίας του αιτήματος του, προς αντικατάσταση της προσβαλλόμενης (αιτητικό Β).

Ως εκτίθεται στην Ένσταση που καταχωρήθηκε από τους καθ’ ων η αίτηση και προκύπτει από το περιεχόμενο του σχετικού Διοικητικού Φακέλου που κατατέθηκε στα πλαίσια των διευκρινήσεων, ο αιτητης κατάγεται από τη Νιγηρία, εισήλθε στις ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές παρατύπως, μέσω κατεχομένων, στις 22/04/21 και υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας στις 10/06/21 (ερ.1-3, 28).

Στις 08/05/23 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη με τον αιτητή από την Υπηρεσία Ασύλου προς εξέταση του αιτήματός για διεθνή προστασία όπου του δόθηκε η ευκαιρία, μέσα από σχετικές ερωτήσεις, μεταξύ άλλων, να εκθέσει τους λόγους στου οποίους στηρίζει το αίτημα του (ερ.13-28). Μετά το πέρας της συνέντευξης ετοιμάστηκε Έκθεση και στις 16/05/23 η επίδικη αίτηση διεθνούς προστασίας απορρίφθηκε (ερ.51-60).

Ακολούθως ετοιμάστηκε σχετική επιστολή ενημέρωσης του αιτητή για την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου σε γλώσσα που κατανοεί, η οποία επιδόθηκε διά χειρός στις 29/05/23 (ερ.65, 3).

Επί της επίδικης αιτήσεως διεθνούς προστασίας ο αιτητής καταγράφει ότι έφυγε από τη χώρα του καθότι οι θείοι του σκότωσαν τους γονείς του, τον πατέρα του το 1989 και τη μητέρα του το 1993, λόγω ενός παραδοσιακού τίτλου («Ede») στη κοινότητα τους που κληρονομείται και ενός τεμαχίου γης που τους κληροδότησε ο παππούς του. Για τους ίδιος λόγους διώκουν και τον ίδιο, ως αναφέρει. Ένας χωρικός τον διέσωσε, τον μετέφερε σε άλλη πόλη και τον παρέδωσε σε ένα κληρικό, τον οποίον ονομάζει, ο οποίος και τον ανέθρεψε μέχρι τον θάνατο του (κληρικού) το 2002. Μετά τον θάνατο του κληρικού, ως ο αιτητής αναφέρει, κατέστη ευάλωτος και πάλι στις επιθέσεις των θείων του και επιτέθηκαν σ’ αυτόν στις 28/11/04 δι’ αγνώστων (δραστών), όταν και διασώθηκε από γείτονες του και ανέφερε το συμβάν στην αστυνομία. Τότε έτρεξε στην πρωτεύουσα Abuja και βρήκε καταφύγιο σε μια καθολική εκκλησία, όμως, μετά από πολύ καιρό, ως αναφέρει, του επιτέθηκαν ξανά στις 21/01/21, προτού διασωθεί «εκ θαύματος» από μοτοσικλετιστές, οι οποίοι τον πήραν στο Γενικό Νοσοκομείο της περιοχής. Κατάγγειλε και αυτό το συμβάν στην αστυνομία. Ως τέλος αναφέρει ο αιτητής, όσο ζει ο ίδιος, ο παραδοσιακός τίτλος που κατείχε ο παππούς του δεν μπορεί να κατέχεται από άλλο πρόσωπο και δεν μπορούν να πάρουν την περιουσία του (παππού του). Αυτός είναι ο λόγος που διώκεται και δεν θα σταματήσουν να τον διώκουν μέχρι να τον σκοτώσουν.

Κατά τη συνέντευξη ανάφερε ότι είναι άγαμος, άτεκνος, με πανεπιστημιακή μόρφωση στη δημόσια διοίκηση και ανθρώπινο δυναμικό και δεν έχει καμία οικογένεια, πέραν δύο θείων του και τον ξαδέλφων του, με τους οποίους δεν διατηρεί καμία επαφή. Ακολούθως είπε ότι επικοινώνησε πρόσφατα με μια ξαδέλφη του και κρατά επαφή με μια φίλη ομοεθνή του, η οποία επέστρεψε οικειοθελώς στη Νιγηρία πρόσφατα. Από το 2019 μέχρι το 2021 εργαζόταν ως γενικός μάνατζερ σε εταιρία κατεψυγμένων τροφίμων στην Abuja, όπου και διέμενε από το 2004 μέχρι που έφυγε από τη χώρα.

Σχετικά με τους λόγους που έφυγε από τη χώρα καταγωγής ο αιτητής ανέφερε πως η ζωή του βρίσκεται σε κίνδυνο λόγω ακίνητης περιουσίας που ο πατέρας του κληρονόμησε από τον παππού του, την οποία ήθελαν δύο θείοι του. Του έχουν επιτεθεί άγνωστοι, ως ανέφερε, και γι’ αυτό έφυγε από τη χώρα για να σώσει τη ζωή του. Το πρόβλημα ξεκίνησε πριν τον θάνατο του πατέρα του. Ερωτώμενος σχετικά ανέφερε ότι η διαφιλονικούμενη γη ανήκει στον ίδιο, όμως δεν γνωρίζει καν που βρίσκεται αυτή και δεν την θέλει. Ο θείος του κάνει χρήση της γης σήμερα, εφόσον ο ίδιος έφυγε όμως, υποψιάζονται (σ.σ. οι θείοι του) ότι, αν επιστρέψει, θα διεκδικήσει τη γη και τον τίτλο του πρίγκιπα. Ερωτώμενος για τις απειλές που δέχθηκε από τους θείους του ανέφερε πως αυτές άρχισαν από όταν ο ίδιος ήταν μικρό παιδί και συνέχισαν το 2004. Οι απειλές δεν ήταν δια ζώσης αφού, ως ανέφερε, ουδέποτε γνώρισε τους θείους του, ο ένας δε εξ αυτών έχει αποβιώσει, ως έμαθε πρόσφατα.

Ερωτώμενος για τη κατ’ ισχυρισμό επίθεση που δέχθηκε από αγνώστους το 2004, ο αιτητής ανέφερε πως γνωρίζει πως πίσω από αυτήν ήταν οι θείοι του γιατί είχαν λίγο πριν προσεγγίσει τον αρχηγό της κοινότητας για τη διαφιλονικούμενη γη. Ερωτώμενος για τη κατ’ ισχυρισμό επίθεση που δέχθηκε το 2021, ανάφερε πως, καθώς πήγαινε στη πρωινή λειτουργία (στην εκκλησία) μεταφέροντας μαζί του δύο κινητά τηλέφωνα, ένα φορητό υπολογιστή και μεγάλο χρηματικό ποσό, του επιτέθηκαν δύο άγνωστοι μοτοσικλετιστές, χωρίς να πάρουν τίποτε. Αυτός τους κτύπησε και εκείνη τη στιγμή περνούσε αυτοκίνητο και αυτοί έφυγαν. Οι επιτιθέμενοι δεν μίλησαν όμως, ως ανέφερε, γνωρίζει ότι είχαν σταλεί από τους θείους του, καθώς ο ίδιος δεν έχει εχθρούς. Ερωτώμενος γιατί έφυγε από τη χώρα του το 2021 και όχι προηγουμένως, δεδομένου ότι είχε δεχθεί και το 2004 επίθεση, ανέφερε πως δεν είχε τα χρήματα.

Οι καθ’ ων η αίτηση, εξετάζοντας τους ισχυρισμούς του αιτητή, αποδέχθηκαν το προφίλ του αναφορικά με τον τόπο διαμονής, τη μόρφωση και την οικογενειακή του κατάσταση, απέρριψαν όμως το αφήγημα του περί απειλών από τους θείους του και επιθέσεων που κατ’ ισχυρισμό δέχθηκε μέσω απεσταλμένων εκ των θείων του αγνώστων, καθώς κρίθηκε ότι οι ισχυρισμοί του επί τούτου ήταν γενικοί, αόριστοι, μη ευλογοφανείς και στερούμενοι λεπτομερειών.

Συγκεκριμένα, ως οι καθ’ ων η αίτηση καταγράφουν στην επίδικη έκθεση που ετοίμασαν (ερ.54-56), κρίθηκε ότι οι περιγραφές που ανέφερε τόσο για τις επιθέσεις που κατ’ ισχυρισμό δέχθηκε, τόσο το 2004 όσο  και το 2021, στερούνταν εύλογα αναμενόμενων λεπτομερειών, αφού ουδέν βιωματικό στοιχείο ανέφερε, και – περαιτέρω – παντελή έλλειψη στοιχείων που να τις συνδέουν με την κατ’ ισχυρισμό περιουσιακή διαμάχη που, ως ανέφερε, είχε με τους θείους του. Όταν δε δόθηκε η ευκαιρία στον αιτητή να εξηγήσει τον λόγο για τον οποίο πίστευε ότι οι επιθέσεις και οι απειλές που ανέφερε σχετίζονται με τους θείους του (τους οποίους ουδέποτε γνώρισε δια ζώσης), οι απαντήσεις ήταν αμιγώς υποθετικές χωρίς ψήγμα τεκμηρίωσης αναφορικά με την πεποίθηση του ότι βρίσκονταν πίσω από τις επιθέσεις από αγνώστους που δέχθηκε (οι οποίες απέχουν 8 έτη μεταξύ τους).

Ο ως άνω ισχυρισμός λοιπόν κρίθηκε αναξιόπιστος – ελλείψει εσωτερικής συνοχής – και απορρίφθηκε γι’ αυτό τον λόγο. Ενόψει δε της αμιγώς προσωπικής φύσεως των όσων ο αιτητής ανέφερε περί τούτου, δεν κρίθηκε σκόπιμη η αναζήτηση σχετικών πληροφοριών για τη χώρα καταγωγής.

Ακολούθως, ανατρέχοντας σε αξιόπιστες πηγές, κατέληξαν, αξιολογώντας το γενικό του προφίλ σε συνάρτηση με τις πληροφορίες που ανευρέθηκαν για τη γενική κατάσταση ασφαλείας στον τόπο διαμονής του αιτητή (Abuja), ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για χορήγηση διεθνούς προστασίας και απέρριψαν την επίδικη αίτηση.

Επί της αιτήσεως ο αιτητής αναφέρει αρκετούς νομικούς ισχυρισμούς προς υποστήριξη του αιτήματος για ακύρωση της προσβαλλόμενης.

Στα πλαίσια της γραπτής της αγόρευσης, το περιεχόμενο της οποίας υιοθέτησε κατά τις διευκρινήσεις, η συνήγορος του αιτητή αναφέρει ότι δεν διεξήχθη εν προκειμένω επαρκής έρευνα των ισχυρισμών του, που δεν εξετάστηκαν διεξοδικά και συνεπώς λανθασμένα οι καθ’ ων η αίτηση κατέληξαν, χωρίς να αιτιολογούν δεόντως τη κατάληξη τους, στην απόρριψη της επίδικης αίτησης. Επιπροσθέτως ο αιτητής παραθέτει σύντομες αναφορές από πηγές πληροφόρησης για τη Νιγηρία, όπου καταγράφονται συχνά φαινόμενα κακομεταχείρισης, αυθαίρετων συλλήψεων, κρατήσεων και βασανιστηρίων ατόμων χωρίς τη δέουσα διαδικασία. Καταλήγει δε στο ότι τα όσα ο αιτητής ανέφερε θα έπρεπε να θεωρηθούν αρκετά για τη τεκμηρίωση του αφηγήματος του, δεδομένου του ότι δεν μπορεί να αναμένεται από αιτητή διεθνούς προστασίας να αποδείξει αυστηρά κάθε πτυχή των ισχυρισμών του και θα έπρεπε, σε κάθε περίπτωση, να είχε αποδοθεί σ’ αυτόν το ευεργέτημα της αμφιβολίας.

Οι καθ’ ων η αίτηση αντιτάσσουν στη γραπτή τους αγόρευση ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι καθ’ όλα νόμιμη, προϊόν δέουσας έρευνας και ενδελεχούς αξιολόγησης των ισχυρισμών του αιτητή αλλά και ορθή επί της ουσίας, τόσο αναφορικά με το εύρημα του περί αναξιοπιστίας των ισχυρισμών του όσο και αναφορικά με την κατάληξη τους, και ζητούν απόρριψη της προσφυγής.

Προχωρώ με την εξέταση του ισχυρισμού περί μη διενέργειας δέουσας έρευνας κατά εξέταση της επίδικης αίτησης και την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης, ο οποίος, ως άρρηκτα συνδεδεμένος με την ορθότητα αυτής επί της ουσίας της, θα εξεταστεί μαζί μ’ αυτή πιο κάτω.

Στη Χωματένος ν. Δημοκρατίας, (2013) 3 Α.Α.Δ. 120, ημ.14/03/13, λέχθηκε ότι: «[η] έκταση και η μορφή της έρευνας είναι συνυφασμένη με τα περιστατικά κάθε υπόθεσης. Το κριτήριο για την επάρκεια και πληρότητα της έρευνας έγκειται στη συλλογή και διερεύνηση του συνόλου των ουσιωδών στοιχείων, τα οποία παρέχουν βάση για ασφαλή συμπεράσματα.»

Στο εγχειρίδιο του EASO «Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου», Δικαστική ανάλυση, 2018, σελ.98 του εγχειριδίου, αναφέρεται ότι «[…] απαιτείται ισορροπημένη και αντικειμενική αξιολόγηση του αν η αφήγηση του αιτούντος αντικατοπτρίζει την αφήγηση που αναμένεται από ένα πρόσωπο στην κατάσταση του αιτούντος το οποίο αφηγείται μια πραγματική προσωπική εμπειρία.». Στη σελ.102, αναφέρεται ότι «[οι] δείκτες αξιοπιστίας είναι απλοί δείκτες και δεν συνιστούν αυστηρά κριτήρια ή προϋποθέσεις. Παρότι οι τέσσερις δείκτες που προσδιορίστηκαν ανωτέρω (εσωτερική και εξωτερική συνέπεια, επαρκώς λεπτομερείς πληροφορίες και ευλογοφάνεια) αποτυπώνουν τους δείκτες που εφαρμόζουν στην πράξη τα δικαστήρια, κανένας από αυτούς δεν μπορεί να θεωρηθεί καθοριστικός. Η σημασία τους από υπόθεση σε υπόθεση ποικίλλει σημαντικά. Σε κάθε περίπτωση είναι αναγκαία η εξέταση του σωρευτικού τους αντίκτυπου (305).  […] Από την ανωτέρω ανάλυση προκύπτει ότι δεν υπάρχει απλή απάντηση στο ερώτημα που αφορά τον τρόπο αξιολόγησης της αξιοπιστίας σε υποθέσεις διεθνούς προστασίας. Το μόνο που μπορεί να ειπωθεί είναι ότι η αξιολόγηση πρέπει να διενεργείται με βάση το σύνολο των αποδεικτικών στοιχείων, λαμβανομένων υπόψη των αρχών, των μεθόδων και των δεικτών που αναφέρονται στην παρούσα ανάλυση. Οι αρχές, οι μέθοδοι και οι δείκτες αυτοί θα πρέπει να εφαρμόζονται με προσοχή (307), αντικειμενικότητα και αμεροληψία, ώστε να αποφευχθεί τυχόν εσφαλμένη και απλοϊκή απόρριψη, ή αφελής και ανεπιφύλακτη αποδοχή μιας συγκεκριμένης αφήγησης.»  Στη σελ.97, ότι το αίτημα πρέπει να παρουσιάζεται τεκμηριωμένα, με επαρκείς λεπτομέρειες αλλιώς «[η] μη επαρκής παροχή λεπτομερειών μπορεί επίσης να ισοδυναμεί με αυτό που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 5 στοιχείο β) της ΟΕΑΑ (αναδιατύπωση) ως έλλειψη «λυσιτελών στοιχείων».

Δεδομένων των ως άνω θα συμφωνήσω με τα όσα αναφέρουν οι καθ’ ων η αίτηση στην επίδικη έκθεση, ως καταγράφονται και πιο πάνω. Δεν έχω τίποτα να προσθέσω στα όσα με λεπτομέρεια καταγράφονται στην επίδικη έκθεση (ερ.54-56). Οι ισχυρισμοί του αιτητή περί απειλών από θείους του, τους οποίους ουδέποτε γνώρισε δια ζώσης, και επιθέσεων από αγνώστους, οι οποίες δεν συνδέονται με κανένα αντικειμενικό στοιχείο με τους θείους του, θεωρώ ότι στερούνται κάθε ίχνους ευλογοφάνειας και συνοχής, σε σημείο που αποδοχή τους θα συνιστούσε αφελή και ανεπιφύλακτη αποδοχή του αφηγήματος. Αξίζει δε να σημειωθεί ότι – σε κάθε περίπτωση - οι κατ’ ισχυρισμό διώκτες του βρίσκονται σε άλλη πολιτεία (Kogi) από τον τόπο διαμονής του αιτητή (Abuja, FCT).

Επί των εγγράφων που προσκόμισε ο αιτητής (ερ.29-36) σημειώνω τα εξής.

Στο εγχειρίδιο του EASO «Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου», Δικαστική ανάλυση, 2018, σελ.107-108, αναφέρονται τα εξής αναφορικά με τον τρόπο αξιολόγησης εγγράφων.

«Το περιεχόμενο, η φύση και ο συντάκτης αφορούν το αν το έγγραφο είναι αξιόπιστο. Ένα έγγραφο μπορεί να είναι γνήσιο, υπό την έννοια ότι πρόκειται όντως για το έγγραφο ως το οποίο υποβάλλεται, αλλά το περιεχόμενό του ενδέχεται να είναι αναξιόπιστο και να μην τεκμηριώνει τις δηλώσεις του αιτούντος. Από την άλλη πλευρά, το γεγονός ότι δεν μπορεί να αποδειχθεί ότι ένα έγγραφο είναι πλαστογραφημένο δεν σημαίνει ότι μπορεί να θεωρηθεί αξιόπιστο μόνο γι’ αυτόν τον λόγο. Το βάρος της απόδειξης της γνησιότητας και της αξιοπιστίας του εγγράφου το φέρει ο αιτών.

Ενδεχομένως να πρέπει να εξεταστούν παράγοντες όπως η εσωτερική συνέπεια, το επίπεδο λεπτομέρειας, η συνέπεια με άλλα αποδεικτικά στοιχεία, και ιδιαίτερα με τις ΠΧΚ, και το αν οι πληροφορίες προέρχονται από άμεση πηγή. Το ίδιο ισχύει και για πτυχές που αφορούν τον συντάκτη, τα προσόντα του, την αξιοπιστία των πληροφοριών στις οποίες βασίζεται το έγγραφο και τον σκοπό για τον οποίο συντάχθηκε.

[…]

Τα έγγραφα πρέπει να υποβάλλονται στον ίδιο βαθμό ελέγχου που υποβάλλονται και οι δηλώσεις του αιτούντος: οι αρχές που εφαρμόζονται στην αξιολόγηση των αποδεικτικών στοιχείων και αναφέρονται στην ενότητα 4.3 ανωτέρω δεν ισχύουν μόνο για τις δηλώσεις, γραπτές ή προφορικές, αλλά και για όλα τα έγγραφα που υποβάλλονται προς στήριξη της αίτησης (324). Τα έγγραφα δεν πρέπει να αξιολογούνται χωριστά, αλλά με βάση το σύνολο των αποδεικτικών στοιχείων. Σε κάθε περίπτωση, πριν από οποιαδήποτε αρνητική διαπίστωση, θα πρέπει να έχει παρασχεθεί στον αιτούντα η κατάλληλη ευκαιρία ώστε να δώσει εξηγήσεις ή να σχολιάσει τις σχετικές ανησυχίες.»

Στο ίδιο εγχειρίδιο, σελ.114-115, αναφέρονται τα εξής.

«Η βαρύτητα που θα πρέπει να αποδίδεται στις ιατρικές εκθέσεις εξαρτάται από την ποιότητα και τη βεβαιότητα των συμπερασμάτων που διατυπώνονται στην εκάστοτε έκθεση. Βασικό ζήτημα είναι αν μπορεί να διαπιστωθεί επαρκώς ισχυρή αιτιώδης συνάφεια μεταξύ των ουλών ή των προβλημάτων υγείας του αιτούντος και παλαιότερων βασανιστηρίων ή άλλου είδους κακομεταχείρισης (349). Όταν μια ιατρική έκθεση περιέχει διαγνωστικά συμπεράσματα τα οποία εξαρτώνται εξ ολοκλήρου από το ιστορικό του αιτούντος ή από τα συμπτώματα που ο ίδιος ισχυρίζεται ότι παρουσιάζει αλλά ο δικαστής συμπεραίνει, αφού αξιολογήσει το σύνολο των αποδεικτικών στοιχείων, ότι η αφήγηση του αιτούντος στερείται αξιοπιστίας, το συμπέρασμα αυτό μπορεί να δικαιολογήσει την απόδοση περιορισμένης βαρύτητας στα εν λόγω αποδεικτικά στοιχεία. Ωστόσο, μια ιατρική έκθεση αποτελεί ανεξάρτητο αποδεικτικό στοιχείο και δεν μπορεί να απορριφθεί μόνον επειδή βασίζεται στην αφήγηση του αιτούντος (350). Η έκθεση του εμπειρογνώμονα θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη κατά την αξιολόγηση της αξιοπιστίας, ενώ, κατά την αξιολόγηση των αποδεικτικών στοιχείων που παρέχονται από εμπειρογνώμονες, ο δικαστής πρέπει να φροντίσει να μην υποπέσει στο σφάλμα της διατύπωσης συμπερασμάτων σχετικά με την αξιοπιστία χωρίς να έχει λάβει υπόψη τα ιατρικά αποδεικτικά στοιχεία.

Σύμφωνα με τη νομολογία του ιρλανδικού High Court, «για την αξιολόγηση της αξιοπιστίας του αιτούντος, οι υπεύθυνοι λήψης αποφάσεων πρέπει να λαμβάνουν υπόψη το σύνολο των ιατρικών αποδεικτικών στοιχείων που τους υποβάλλονται». Επιπλέον, «εάν τα εν λόγω αποδεικτικά στοιχεία πρόκειται να απορριφθούν, οι λόγοι απόρριψης των εκθέσεων πρέπει να αναλύονται πληρέστερα στην απόφαση» και «η απαίτηση πληρέστερης ανάλυσης των λόγων απόρριψης ιατρικών εκθέσεων που αποδίδουν υψηλότερη αποδεικτική αξία σε κλινικά ευρήματα ενδέχεται να μειώνεται όταν η ισορροπία μεταξύ των αποδεικτικών στοιχείων γέρνει σαφώς υπέρ της διαπίστωσης έλλειψης αξιοπιστίας» (351)

Εν προκειμένω αποδέχομαι ότι τα ερ.29-30 είναι αντίγραφα πιστοποιητικών θανάτου των γονέων του αιτητή. Τα ερ.32-34, ακόμα και αν γίνουν δεκτά ως γνήσια, δεν έχουν ιδιαίτερη αποδεικτική αξία στα πλαίσια της παρούσης, καθότι αναφέρονται σε μια επίθεση που δέχθηκε ο αιτητής πριν 20 χρόνια, μακριά από τον τόπο διαμονής του, και ουδόλως αποδεικνύουν οιονδήποτε σύνδεση με το αφήγημα του περί διώξεως από τους θείους του. Το ερ.35 συνιστά μια γραπτή δήλωση του αρχηγού της κοινότητας του αιτητή προ 32 ετών, η οποία αναφέρεται σε αποθανόντα πατέρα του αιτητή (late) εν έτη 1992, ο οποίος, σύμφωνα με το ερ.30, απεβίωσε το 1993. Τέλος, αναφορικά με το ερ.36, στη βάση και των ως άνω κατευθυντήριων γραμμών για αξιολόγηση ιατρικών βεβαιώσεων, παρατηρώ ότι τα όσα εκεί καταγράφονται απέχουν από τα αναμενόμενα για αναφορά νοσοκομείου. Ειδικώς σημειώνω ότι δεν είναι αναμενόμενο να γίνεται αναφορά επί ιατρικής έκθεσης σε «επαναλαμβανόμενες επιθέσεις» και, αναφορικά με την περίθαλψη του να καταγράφεται ότι «οι πληγές δέθηκαν [και] του δόθηκε φαρμακευτική αγωγή», ως εντελώς αορίστως αναφέρεται. Τούτο πέραν του ότι ουδόλως ενισχύει το αφήγημα του εν προκειμένω περί διώξεως του από τους θείους του, δημιουργεί εύλογες αμφιβολίες για τη γνησιότητα του εν λόγω εγγράφου.

Είναι λοιπόν κατάληξη μου ότι τα έγγραφα που προσκόμισε ο αιτητής είναι αμφίβολης γνησιότητας και δεν ενισχύουν, δεδομένης και της ως άνω κατάληξης μου για παντελή έλλειψη εσωτερικής συνοχής του αφηγήματος του, τους ισχυρισμούς του αιτητή περί διώξεως του από τους θείους του λόγω περιουσιακών διαφορών.

Ενόψει της ως άνω κατάληξης μου απομένει μια αποτίμηση της γενικής κατάστασης ασφαλείας στη περιοχή όπου διέμενε ο αιτητής και όπου αναμένεται να επιστρέψει.

Αναφορικά με τη γενική κατάσταση ασφαλείας στην Abuja (Federal Capital Territory) της Νιγηρίας, σε επικαιροποιημένη αναφορά του ACLED καταγράφεται ότι σε διάστημα ενός έτους από 22/03/23 έως 22/03/24, καταγράφηκαν 241 περιστατικά ασφαλείας και προέκυψαν εξ αυτών 82 απώλειες ανθρώπινων ζωών[1] σε σύνολο πληθυσμού περί των 3 εκατομμυρίων κατοίκων [2] .

Αναφορικά με τη γενική κατάσταση ασφαλείας στην πολιτεία Federal Capital Territory, σε αναφορά του ACLED καταγράφεται ότι, κατά το έτος 2020, καταγράφηκαν 47 περιστατικά ασφαλείας και προέκυψαν εξ αυτών 17 θάνατοι, σε σύνολο πληθυσμού περί των 3 ½   εκατομμυρίων. Κατά το 1ο τετράμηνο του 2021, και πάλι σύμφωνα με σχετική έκθεση του ACLED, καταγράφηκαν 11 θάνατοι σε σύνολο 19 περιστατικών ασφαλείας.[3] Έκθεση του EASO αναφέρει ότι στην πολιτεία δεν διαπιστώνεται πραγματικός κίνδυνος για έναν άμαχο να επηρεαστεί προσωπικά με βάση την έννοια του άρθρου 15(γ) της Οδηγίας.[4] 

Είναι κατάληξη μου λοιπόν ότι δεν καταδεικνύεται εδώ εύλογη πιθανότητα ο αιτητής να αντιμετωπίσει κατά την επιστροφή του κίνδυνο κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας καθότι η συχνότητα, ως εκ των ως άνω προκύπτει, περιστατικών ασφαλείας στην περιοχή όπου διέμενε δεν είναι τέτοιας έντασης ώστε να διατρέχει τέτοιο κίνδυνο εξαιτίας και μόνο της παρουσίας του στην περιοχή. Δεν μπορώ δε να εντοπίσω ιδιαίτερες περιστάσεις που θα μπορούσαν να επιτείνουν τον κίνδυνο ειδικώς για τον αιτητή σε σύγκρισή με τον γενικό πληθυσμό της περιοχής, στη βάση της «αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας» [5] (βλ. και απόφαση ΔΕΕ, ημ.10/06/21, υπ. C-901/19 CF and DN).

Ενόψει των ως άνω πληροφοριών για την κατάσταση ασφαλείας στην περιοχή όπου διαμένει ο αιτητής, δεν παραβλέπω ότι ενδεχομένως να προκύψουν κίνδυνοι, αυξημένοι ίσως, όμως, ως στην αιτιολογική σκέψη 35 της Οδ.2011/95/ΕΕ αναφέρεται, «[οι] κίνδυνοι στους οποίους εκτίθεται εν γένει ο πληθυσμός ή τμήμα του πληθυσμού μιας χώρας δεν συνιστούν συνήθως, αυτοί καθαυτοί, προσωπική απειλή που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως σοβαρή βλάβη.». Σημειώνω σχετικά ότι ο αιτητής είναι περί 39 ετών σήμερα, έχει πανεπιστημιακή μόρφωση, διαθέτει πολυετή εργασιακή πείρα στον τόπο διαμονής του, χωρίς στοιχεία ευαλωτότητας.

Θεωρώ λοιπόν ότι οι καθ’ ων η αίτηση προέβησαν δεόντως στην απαιτούμενη υπό τις περιστάσεις έρευνα και κατά τη λήψη της απόφασης λήφθηκαν δεόντως και σύμφωνα με τα όσα απαιτεί η οικεία νομοθεσία υπόψη όλα τα γεγονότα που περιβάλλουν την επίδικη αίτηση, είναι δε πλήρως αιτιολογημένη.

Έπεται ότι δεν τεκμηριώνεται βάσιμος φόβος «καταδίωξης του [αιτητή] για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων» και δεν υπάρχουν «ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη», ως αμφότερες οι έννοιες ορίζονται στα άρθρα 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 (Ν. 6(I)/2000) αντίστοιχα.

Ενόψει των ως άνω, και δεδομένης της παντελούς ελλείψεως εσωτερικής συνοχής των ισχυρισμών του αιτητή, δεν θα μπορούσε να γίνει λόγος εν προκειμένω για απόδοση σ’ αυτόν του ευεργετήματος της αμφιβολίας. Ουδόλως δε σχετίζονται με την παρούσα οι όποιες αναφορές του αιτητή στα πλαίσια της αγόρευσης του σχετικά με αυθαίρετη δράση των αρχών, εφόσον δε συνδέονται με το αφήγημα του.

Με δεδομένα λοιπόν τα όσα ανωτέρω αναλύονται δεν κρίνω ότι η επιστροφή του αιτητή θα ήταν σε παράβαση του κατοχυρωμένου εκ του αρ.3 της ΕΣΔΑ δικαιώματος του στην μη επαναπροώθηση καθότι δεν έχει τεκμηριωθεί κάτι προς ανατροπή του τεκμήριου ασφαλούς χώρας καταγωγής, ως η Νιγηρία έχει καθοριστεί δυνάμει της Κ.Δ.Π. 166/2023, που εκδόθηκε δυνάμει του αρ.12Βτρις του Νόμου, αφού ουδέν προσκομίστηκε εκ του οποίου θα μπορούσε να «θεωρηθεί ότι η χώρα αυτή δεν είναι ασφαλής […] στη συγκεκριμένη περίπτωσή», στη βάση του αρ.12Βτρις (6).

Η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με έξοδα €1000 υπέρ των καθ' ων η αίτηση και εναντίον του αιτητή.

 

Α. Χριστοφόρου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 



[1] https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard

(βλ. Πλατφόρμα Dashboard, με στοιχεία ανάλυσης ως εξής: ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: 22/03/2023-22/03/2024, ΤΥΠΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: Battles / Violence against civilians / Explosions - Remote violence/ Riots/ Protests  και ΠΕΡΙΟΧΗ: Western Africa – Nigeria – Federal Capital Territory

[2] City Population, Nigeria – Federal Capital Territory,  https://citypopulation.de/en/nigeria/admin/

[3]  EASO Country Guidance: Nigeria Security Situation, June 2021, σ. 153-158

https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2021_06_EASO_COI_Report_Nigeria_Security_situation.pdf

[4] EASO Country Guidance: Nigeria Common analysis and guidance note, October 2021, σ. 113

https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2022-01/Country_Guidance_Nigeria_2021.pdf

[5] Εγχειρίδιο EASO, Άρθρο 15 στοιχείο γ) της οδηγίας για τις ελάχιστες απαιτήσεις ασύλου (2011/95/ΕΕ) Δικαστική ανάλυση, σελ.26-28, διαθέσιμο εδώ: https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/Article-15c-QD_a-judicial-analysis-EL.pdf


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο