ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθεση Αρ.:  1843/2022

20 Mαρτίου, 2024

[Ε. ΡΗΓΑ, ΔΙΚΑΣΤΗΣ Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

V.C.,

από Νιγηρία

                  Αιτητή

                                    

-και-

Κυπριακής Δημοκρατίας,

μέσω της Υπηρεσίας Ασύλου

                                                               Καθ' ων η Αίτηση

 

Δικηγόροι για Αιτητή: Φ. Χριστοδούλου (κα) για Δημήτριος Α. Παυλίδης και Συνεργάτες ΔΕΠΕ

Δικηγόρος για Καθ' ων η αίτηση: Σ. Σταύρου (κα) για Σ. Καρασαμάνης, Δικηγόρος της Δημοκρατίας

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Ε. ΡΗΓΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Με την υπό κρίση προσφυγή, ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση των Καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 01.03.2022, με την οποίαν απορρίφθηκε το αίτημά του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας, καθότι κρίθηκε ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000, Ν. 6(Ι)/2000, ως έχει τροποποιηθεί (στο εξής αναφερόμενος ως «ο περί Προσφύγων Νόμος»).

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

 

Προτού εξεταστούν οι εκατέρωθεν ισχυρισμοί, επιβάλλεται η σκιαγράφηση των γεγονότων που περιβάλλουν την υπό κρίση υπόθεση, όπως αυτά προκύπτουν από την αίτηση του Αιτητή, την ένσταση των Καθ' ων η αίτηση αλλά και από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου ο οποίος κατατέθηκε στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας και σημειώθηκε ως Τεκμήριο 1 (στο εξής αναφερόμενος ως «ο δ.φ.» ή «ο διοικητικός φάκελος»).

 

Ο Αιτητής κατάγεται από τη Νιγηρία, την οποίαν εγκατέλειψε στις 17.04.2021 και τον Ιούνιο του 2021 εισήλθε στις ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές δια μέσου των μη ελεγχόμενων περιοχών, όπου διέμενε με φοιτητική άδεια. Στις 07.07.2021 υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας και στις 21.02.2021 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη στον Αιτητή από αρμόδια λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία υπέβαλε στις 23.02.2022 Έκθεση/Εισήγηση προς  τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου εισηγούμενη την απόρριψη της υποβληθείσας αίτησης. Ακολούθως, ο ασκών καθήκοντα Προϊσταμένου λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου ενέκρινε στις 01.03.2022 την εισήγηση, αποφασίζοντας την απόρριψη της αίτησης ασύλου του Αιτητή, απόφαση η οποία κοινοποιήθηκε σε αυτόν στις 24.03.2022 μέσω σχετικής επιστολής της Υπηρεσίας Ασύλου ίδιας ημερομηνίας. Αυτήν την απόφαση αμφισβητεί ο Αιτητής μέσω της υπό εξέταση προσφυγής του.

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

 

Εξειδικεύοντας και περιορίζοντας στα πλαίσια της γραπτής αγόρευσης του ευπαίδευτου δικηγόρου του, τους εγειρόμενους στην προσφυγή λόγους ακυρώσεως, ο Αιτητής αμφισβητεί κατά πρώτον το χαρακτηρισμό της χώρας καταγωγής του ως ασφαλούς χώρας καταγωγής, λόγω των παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων που είναι εκτεταμένες και υποβάλλει πως η επιστροφή του στην Νιγηρία θα συνιστούσε παραβίαση του άρθρου 3 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, χωρίς ωστόσο να επεξηγεί πως θα επέλθει η κατ’ ισχυρισμό παραβίαση. Ο Αιτητής ισχυρίζεται κατά δεύτερον, ότι απόφαση των Kαθ' ων η αίτηση λήφθηκε χωρίς να προηγηθεί εξατομικευμένη αξιολόγηση, έπειτα από μία σύντομη συνέντευξη κατά την οποία δεν τέθηκαν επαρκείς ερωτήσεις και έγινε επιλογή των θεμάτων προς διερεύνηση. Επιπλέον, πως οι ισχυρισμοί του περί δίωξης επιλεκτικά θεωρήθηκαν ως μη αξιόπιστοι.  Είναι κατά τρίτον, η θέση του πως η επίδικη απόφαση ελήφθη χωρίς τη δέουσα υπό τις περιστάσεις έρευνα και ότι κατά τούτο είναι αποτέλεσμα πλάνης περί τα πράγματα αλλά και έλλειψης αιτιολογίας. Παραπέμπει προς τούτο σε πηγές πληροφόρησης οι οποίες κατά τη θέση του καταδεικνύουν ότι στη Νιγηρία επικρατούν ένοπλες συρράξεις και ότι κατά τούτο, κακώς απορρίφθηκαν οι ισχυρισμοί του Αιτητή.

 

Από την πλευρά τους οι Καθ΄ ων η αίτηση επισημαίνουν καταρχάς, ότι παρατηρείται έλλειψη εξειδίκευσης και/ή τεκμηρίωσης των λόγων ακυρώσεως που προωθεί ο Αιτητής κατά παραβίαση του Κανονισμού 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, υποβάλλοντας ότι για το λόγο αυτό δεν θα πρέπει να τύχουν εξέτασης από το Δικαστήριο. Πέραν τούτου, οι Καθ΄ ων η αίτηση υπεραμύνονται της νομιμότητας της επίδικης πράξης, εξετάζοντας και αντικρούοντας έναν έκαστο ισχυρισμό του Αιτητή, υποβάλλοντας ότι αυτή λήφθηκε κατόπιν ενδελεχούς έρευνας όλων των σχετικών στοιχείων της υπόθεσης, εύλογα και εντός των ορίων της διακριτικής τους ευχέρειας εφαρμόζοντας το Νόμο και ότι αυτή είναι δεόντως αιτιολογημένη. Ισχυρίζονται περαιτέρω, ότι οι ισχυρισμοί του Αιτητή δεν αποσείουν το βάρος απόδειξης το οποίο ο ίδιος φέρει στους ώμους του, ως προς την ύπαρξη βάσιμου φόβου δίωξης βάσει του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου ή πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης δυνάμει του άρθρου 19 του ίδιου Νόμου. Τέλος, επισημαίνουν ότι η Νιγηρία ανήκει στον κατάλογο των χωρών που έχουν χαρακτηριστεί ως ασφαλείς χώρες ιθαγένειας δυνάμει της Κ.Δ.Π. 225/2021.

 

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΕΚΑΤΕΡΩΘΕΝ ΙΣΧΥΡΙΣΜΩΝ

 

Καταρχάς, δεν θα συμφωνήσω με τη θέση των Καθ’ ων η αίτηση ότι οι λόγοι ακυρώσεως προωθούνται με γενικόλογη και αόριστη σειρά επιχειρημάτων, χωρίς να δίδονται οποιαδήποτε στοιχεία ή επιχειρήματα, που να τεκμηριώνουν τους ισχυρισμούς του Αιτητή κατά παράβαση του Κανονισμού 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962. Τουναντίον, παρατηρώ ότι τα εγειρόμενα νομικά σημεία, σε συνάρτηση με τους ειδικούς ισχυρισμούς που εγείρει ο Αιτητής καθώς και τα γεγονότα που προβάλλει αναφορικά με τον πυρήνα του αιτήματός του για άσυλο, τόσο στο εισαγωγικό δικόγραφο της διαδικασίας όσο και στα πλαίσια της γραπτής του αγόρευσης, αποτελούν, τουλάχιστον στη πλειονότητα τους, επαρκή εξειδίκευση των νομικών σημείων που προωθεί ο Αιτητής. Περαιτέρω, παραθέτει επαρκή επιχειρηματολογία προς υποστήριξη εκάστου νομικού λόγου, με παραπομπή και σε σχετική νομολογία, ενώ, δομικά, η αγόρευση του συνάδει και με την επιταγή του Κανονισμού 8 του περί της Λειτουργίας του  Διοικητικού  Δικαστηρίου  Διαδικαστικού  Κανονισμού (Αρ.1) του 2015[1], ως προς τη συνοπτική παρουσίαση του «σκελετού» των επιχειρημάτων στη βάση των νομικών σημείων που προσδιορίζονται στο δικόγραφο της προσφυγής του.

 

Αποτελεί βεβαίως διακριτό γεγονός το κατά πόσον οι ισχυρισμοί που εγείρονται στη βάση και των γεγονότων που προβάλλονται αναφορικά με τον πυρήνα του αιτήματός του Αιτητή για άσυλο, τεκμηριώνονται και επαρκούν για την αναγνώριση καθεστώτος διεθνούς προστασίας ή συμπληρωματικής προστασίας.

 

Θα προχωρήσω λοιπόν στην εξέταση των λόγων ακυρώσεως, σε συνάρτηση και με την ουσία της υπόθεσης.

 

Επί των λόγων ακυρώσεως σε συνάρτηση και με την ουσία της υπόθεσης

 

Επί του πρώτου λόγου ακυρώσεως

 

Ο Αιτητής αμφισβητεί με τον πρώτον λόγο ακυρώσεως (ως αυτοί έχουν ανωτέρω αριθμοποιηθεί από το Δικαστήριο) το χαρακτηρισμό της χώρας καταγωγής του ως ασφαλούς χώρας καταγωγής, λόγω των παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων που είναι εκτεταμένες και υποβάλλει πως η επιστροφή του στην Νιγηρία θα συνιστούσε παραβίαση του άρθρου 3 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, χωρίς ωστόσο να επεξηγεί πως θα επέλθει η κατ’ ισχυρισμό παραβίαση.

 

Ο ισχυρισμός αυτός του Αιτητή δεν δύναται να εξεταστεί. Η Νιγηρία έχει κριθεί ως ασφαλής χώρα καταγωγής, δυνάμει διαταγμάτων του Υπουργού Εσωτερικών, και παραμένει στον κατάλογο των ασφαλών χωρών σύμφωνα και με το πιο πρόσφατο διάταγμα ημερ. 26.05.2023 (Κ.Δ.Π. 166/2023)

 

Ειδικότερα, αναφέρεται ξεκάθαρα στην παράγραφο (2) της Κ.Δ.Π. 166/2023 ότι: «Οι πιο κάτω χώρες ορίζονται ως ασφαλείς χώρες ιθαγένειας βάσει της νομικής κατάστασης, της εφαρμογής του δικαίου στο πλαίσιο δημοκρατικού συστήματος και των γενικών πολιτικών συνθηκών, γενικά και μόνιμα δεν υφίστανται πράξεις δίωξης σύμφωνα με το άρθρο 3Γ των περί Προσφύγων Νόμων του 2000 έως 2020, ούτε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή ταπεινωτική μεταχείριση ή τιμωρία ούτε απειλή η οποία προκύπτει από την χρήση αδιάκριτης βίας σε κατάσταση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύγκρουσης.»

 

Μεταξύ των χωρών αυτών, εντοπίζεται και η Νιγηρία (βλ. αρ. 20 της Κ.Δ.Π. 166/2023).

 

Η Κ.Δ.Π. 166/2023 αποτελεί κανονιστική διοικητική πράξη, η οποία περιβάλλεται με το τεκμήριο νομιμότητας. Τούτο δε συνεπάγεται ότι πρόκειται για δεσμευτική πράξη η οποία δεσμεύει τον ενδιαφερόμενο ιδιώτη, τα δικαστήρια, τις άλλες διοικητικές αρχές καθώς και την αρχή που την εξέδωσε, μέχρι την κατάργηση ή τροποποίηση της[2]. Ως έχει κατ’ επανάληψη και με σαφήνεια διατυπωθεί από το Ανώτατο και Διοικητικό Δικαστήριο, οι κανονιστικές πράξεις δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο προσφυγής, αφού δεν μπορούν να προσβληθούν, ευθέως, ενώπιόν του Διοικητικού Δικαστηρίου[3]. Όπως έχει επίσης κατ΄ επανάληψη νομολογηθεί, το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος «(…) περιορίζει τη δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην αναθεώρηση πράξεων που ανάγονται στην εκτελεστική ή διοικητική εξουσία του κράτους»[4].  Οι κανονιστικές πράξεις νομοθετικού περιεχομένου, ήτοι οι πράξεις οι οποίες θεσμοθετούν κανόνες δικαίου, δεν μπορούν να προσβληθούν ευθέως , μπορεί όμως, παρεμπιπτόντως, να εξεταστεί το κύρος μιας κανονιστικής πράξης από το Δικαστήριο «(…) κατά την εξέταση μιας προσφυγής η οποία στρέφεται εναντίον ατομικής διοικητικής πράξης που εκδόθηκε κατ΄ εφαρμογήν της κανονιστικής.»[5]

 

Αν λοιπόν ο Αιτητής ήθελε να αμφισβητήσει τη νομιμότητα του διατάγματος αυτού, καθ’ ο μέρος αυτό αφορά τη Νιγηρία, μπορούσε να πράξει τούτο επιζητώντας, μέσω της υπό κρίση προσφυγής, τον παρεμπίπτον έλεγχο του διατάγματος, το οποίο ως κανονιστική διοικητική πράξη η νομιμότητα αυτού, δύναται να ελεγχθεί μέσω του παρεμπίπτοντος ελέγχου, υπό την προϋπόθεση βεβαίως ότι συγκεκριμένος λόγος ακυρώσεως περί πάσχουσας κανονιστικής διατάξεως, δικογραφείται δεόντως δυνάμει του Κανονισμού 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962.

 

Τέτοια δικογράφηση δεν εντοπίζεται στο εναρκτήριο δικόγραφο της προσφυγής του Αιτητή και συνεπώς το κύρος της πράξεως αυτής δεν δύναται να ελεγχθεί , με αποτέλεσμα ο πρώτος αυτός λόγος ακυρώσεως να καθίσταται απορριπτέος δια του λόγου τούτου.

 

Βεβαίως άλλο είναι το ζήτημα του κατά πόσο, το δια του διατάγματος Κ.Δ.Π 166/2023, θεσπιζόμενο μαχητό τεκμήριο της ασφαλούς χώρας καταγωγής, δύναται να ανατραπεί από τον Αιτητή εφόσον αυτός προβάλει επιτακτικούς λόγους που σχετίζονται με την ιδιαίτερα κατάσταση του. Το κατά πόσο ο Αιτητής έχει προβάλει τέτοιους λόγους, εξετάζεται κατωτέρω.

 

Επί των λοιπών λόγων ακυρώσεως

 

Οι υπόλοιποι λόγοι ακυρώσεως συνεξετάζονται λόγω της συνάφειας και αλληλοεπικάλυψης τους.

 

Πρωτίστως επισημαίνω ότι, είναι κρίσιμο και απαραίτητο να καταστεί αντιληπτό ότι η δικαιοδοσία του παρόντος δικαστηρίου διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο στο λυσιτελές της προβολής τέτοιων ισχυρισμών. Τούτο διότι, το παρόν Δικαστήριο ως δικαστήριο ουσίας δικάζει την υπόθεση που άγεται ενώπιόν του εξ αρχής, κατά το νόμο και κατά την ουσία, δεν περιορίζεται μόνο στην εξέταση της διαδικασίας και των στοιχείων κρίσης της διοικητικής αρχής που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, αλλά προχωρεί παραπέρα και εξετάζει την ουσιαστική ορθότητα της επίδικης πράξεως (στο πλαίσιο πάντα που καθορίζουν οι ισχυρισμοί του εκάστοτε αιτητή). Αυτός είναι και ο λόγος που το Συμβούλιο της Επικρατείας παγίως δέχεται πως είναι αλυσιτελής η προβολή λόγων σε δίκη επί διοικητικής προσφυγής ουσίας που αφορούν στη νομιμότητα ή την επάρκεια της αιτιολογίας της προσβαλλόμενης πράξεως[6], την πλάνη περί τα πράγματα, την κακή χρήση της διακριτικής ευχέρειας. Συνεπώς, η απλή επίκληση τέτοιων ισχυρισμών δεν επαρκούν από μόνοι τους για να ανατρέψουν την επίδικη απόφαση. Ο Αιτητής θα πρέπει να προβάλει, στο πλαίσιο της παρούσας δικαστικής διαδικασίας, τέτοιους συγκεκριμένους και ειδικούς ισχυρισμούς, οι οποίοι εν δυνάμει θα δικαιολογούσαν την υπαγωγή του στο καθεστώς διεθνούς προστασίας. Το γεγονός ότι, όπως κατ’ ισχυρισμό προβάλει, δεν  είχε τη δυνατότητα να εκθέσει προσηκόντως τις θέσεις του ενώπιον της διοίκησης για τους πιο πάνω λόγους ή ότι η διοίκηση δεν αντιλήφθηκε καλά τους ισχυρισμούς του, ουδεμία σημασία μπορεί να έχει πλέον υπό το φως της δικαιοδοσίας του παρόντος δικαστηρίου. Εν προκειμένω,  ο Αιτητής εκπροσωπούμενος και δια συνηγόρου, έχει την ευκαιρία να εκθέσει τους ισχυρισμούς του και να λάβει όλα τα δέοντα δικονομικά μέσα προς τεκμηρίωσή τους. Συνεπώς, οι ισχυρισμοί του Αιτητή περί αναιτιολόγητης απόφασης και πλάνης περί τα πράγματα, εγείρονται αλυσιτελώς, στην παρούσα υπόθεση, καθώς ακόμα και αν γίνουν αποδεκτοί, καμία επίδραση δεν θα έχουν στο νομικό αποτέλεσμα που επήλθε με την προσβαλλόμενη απόφαση αν ο Αιτητής δεν προβάλλει ειδικούς και τεκμηριωμένους ισχυρισμούς που να δικαιολογούν την υπαγωγή του σε καθεστώς διεθνούς προστασίας που είναι και το κρίσιμο στα πλαίσια της έκτασης του ελέγχου του παρόντος δικαστηρίου[7]. Κατά συνέπεια, οι λόγοι αυτοί δεν δύναται να εξεταστούν αφού ως είναι παγίως θεμελιωμένο, τα δικαστήρια δε λειτουργούν επί ματαίω επιλύοντας ακαδημαϊκά ζητήματα, η επίλυση των οποίων δεν θα καταλήξει σε οποιοδήποτε πρακτικό αποτέλεσμα[8].

 

Αναφορικά με τη θέση του Αιτητή, ως αυτή προωθείται με τον δεύτερο και τρίτο λόγο ακυρώσεως, περί έλλειψης δέουσας έρευνας επισημαίνεται ότι, το Δικαστήριο στα πλαίσια ελέγχου της προσβαλλόμενης απόφασης εξετάζει κατά πόσον το αρμόδιο όργανο ερεύνησε όλα εκείνα τα στοιχεία που όφειλε να ερευνήσει και να συνεκτιμήσει για να καταλήξει στην απόφασή του σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου. Η έρευνα θεωρείται πλήρης όταν το διοικητικό όργανο συλλέξει και εξετάσει όλα τα ουσιώδη στοιχεία μιας υπόθεσης, ώστε να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα. Το είδος και η έκταση της έρευνας εναπόκειται στην διακριτική ευχέρεια του αποφασίζοντας οργάνου και διαφέρει κατά περίπτωση[9].

 

Ως εκ τούτου, προσέγγισα το θέμα με βάση τα ενώπιόν μου στοιχεία και το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου, εξετάζοντας όλα τα ουσιώδη στοιχεία και πραγματικά περιστατικά που οι Καθ' ων η αίτηση είχαν ενώπιόν τους.

 

Ειδικότερα, παρατηρώ ότι ο Αιτητής κατά την υποβολή της αίτησής του για διεθνή προστασία δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του επειδή η αδελφή του πατέρα του τον σκότωσε εξαιτίας περιουσιακών διαφορών και ότι είχε σκοπό να σκοτώσει και τον ίδιο καθώς ήταν ο μοναδικός γιος του πατέρα του. Η μητέρα του από φόβο τον πήρε κι έφυγαν μαζί στο σπίτι του μικρού της αδελφού, όμως η αδελφή του πατέρα του, τους εντόπισε και σκόπευε να τον σκοτώσει ενώ έκαψε και το σπίτι του θείου του. Εξαιτίας όλων αυτών η μητέρα του και ο θείος του τον έστειλαν στην Κύπρο.

 

Ακολούθως, κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξής του, ο Αιτητής ανέφερε σχετικά με το προσωπικό του προφίλ ότι γεννήθηκε στο Agbor της Delta State και ανήκει στη φυλή Ika, είναι άγαμος χωρίς τέκνα, απόφοιτος δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Δεν έχει επικοινωνία με κανένα πρόσωπο από τη Νιγηρία. Ταξίδεψε κάνοντας χρήση πρωτότυπου διαβατηρίου. Ως προς το εργασιακό του προφίλ δήλωσε ότι εργαζόταν μέχρι το έτος 2020 μαζί με τον πατέρα του πουλώντας ελαστικά.

 

Ως προς την ουσία του αιτήματός του, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι ο κύριος λόγος που εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του είναι ότι η θεία του δηλητηρίασε τον πατέρα του εξαιτίας κτηματικών διαφορών και σκόπευε να σκοτώσει και τον ίδιο καθώς είναι το μόνο αγόρι των γονιών του. Η μητέρα του τον πήρε στο σπίτι του μικρού της αδελφού αλλά τον εντόπισε κι εκεί η θεία του και σκόπευε να τον σκοτώσει. Πρόσθεσε ότι έκαψαν το σπίτι του θείου του κι εκείνος έστειλε τον Αιτητή στην Κύπρο, ενώ σε περίπτωση επιστροφής του στη Νιγηρία φοβάται ότι η θεία του θα τον σκοτώσει χρησιμοποιώντας μαύρη μαγεία.

 

Κατόπιν περαιτέρω ερωτήσεων, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι ο λόγος που θεωρεί ότι η θεία του είναι το πρόσωπο που σκότωσε τον πατέρα του, είναι διότι ο πατέρας του αρρώστησε αφού συναντήθηκε μαζί της για να συζητήσουν. Ο γιατρός ο οποίος συμβουλεύτηκαν τους είπε ότι επρόκειτο για δηλητήριο και πιο συγκεκριμένα, για μαύρη μαγεία. Ερωτώμενος σχετικά με το που βρισκόταν κατά το διάστημα που ακολούθησε μετά την καταστροφή του σπιτιού του θείου του το 2020 μέχρι να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής τον Απρίλιο του 2021, ο Αιτητής απάντησε ότι βρισκόταν για ένα μήνα στην Abuja προκειμένου να τακτοποιήσει τα έγγραφά του. Ο λόγος για τον οποίο φοβάται τη θεία του είναι διότι αυτή ασκεί μαύρη μαγεία και η Αστυνομία δεν μπορεί να τον προστατεύσει. Ήδη από το έτος 2014 η θεία του τον απειλούσε  ότι θα τον σκοτώσει, τον έκανε να αρρωσταίνει και να έχει ουλές στο πρόσωπο.

 

Η αξιολόγηση των ισχυρισμών του Αιτητή από τους Καθ' ων η αίτηση

 

Προχωρώ τώρα στην αξιολόγηση που διενεργήθηκε, επί των όσων ο Αιτητής παρέθεσε κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του, από την αρμόδια λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου.  

 

Κατά την αξιολόγηση της αίτησης ασύλου του Αιτητή, η αρμόδια λειτουργός σχημάτισε δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς. Ο πρώτος αφορούσε την νιγηριανή υπηκοότητα του αιτητή, την περιοχή καταγωγής και την περιοχή τελευταίας διαμονής Delta State, Agbor και ο δεύτερος το φόβο δίωξης του αιτητή από τη θεία του λόγω περιουσιακής διαμάχης. Ο πρώτος ισχυρισμός έγινε δεκτός ενώ ο δεύτερος απορρίφθηκε. Πιο συγκεκριμένα, σε ό,τι αφορά τον δεύτερο ισχυρισμό η λειτουργός έκρινε ότι ο Αιτητής δεν έδωσε σαφείς και ικανοποιητικές απαντήσεις σε ερωτήματα που του τέθηκαν και οι δηλώσεις του δεν είχαν λογική συνέπεια, λεπτομέρεια και ευλογοφάνεια σε ό,τι αφορά το μήνα που πέθανε ο πατέρας του, το λόγο για τον οποίο θεωρεί ότι η θεία του τον σκότωσε αλλά και την αιτία του θανάτου του. Έκρινε μη ευλογοφανείς τις δηλώσεις του σχετικά με τον τρόπο θανάτου του πατέρα του, το ότι δεν γνώριζε σε ποιον ανήκε η περιουσία στην παρούσα φάση, την άγνοια για το που εγκαταστάθηκε ο θείος του μετά την καταστροφή του σπιτιού του καθώς και τις δηλώσεις του για τα αποτελέσματα που είχε επάνω του το μίσος της θείας του. Εντόπισε αντίφαση ως προς τον τελευταίο τόπο διαμονής ενώ δεν ήταν σε θέση να προσδιορίσει το που βρισκόταν κατά τους πρώτους μήνες του 2021. Προχωρώντας στην εξέταση της εξωτερικής αξιοπιστίας η λειτουργός δέχτηκε ότι οι δηλώσεις του Αιτητή αποτελούν το μοναδικό τεκμήριο προς υποστήριξη του αιτήματός του και δεν προχώρησε σε περαιτέρω ανάλυση. Κατά το στάδιο εξέτασης του κινδύνου και στα πλαίσια του ισχυρισμού που έγινε αποδεκτός η λειτουργός κατέληξε ότι ο Αιτητής δεν είχε υποστεί και δεν αναμένεται να υποστεί στη χώρα καταγωγής του οποιασδήποτε μορφή δίωξης ή κίνδυνο σοβαρής βλάβης.

 

Κατόπιν των ανωτέρω, το αίτημα διεθνούς προστασίας του Αιτητή απορρίφθηκε τόσο ως προς το προσφυγικό καθεστώς όσο και ως προς τη συμπληρωματική προστασία, καθώς κρίθηκε ότι σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής δεν υπάρχει εύλογη πιθανότητα να υποστεί δίωξη με βάση τη Σύμβαση της Γενεύης του 1951. Ως προς τη συμπληρωματική προστασία, η λειτουργός έκρινε ότι ο Αιτητής δεν μπορεί να υπαχθεί στις διατάξεις 15 (a)και (b) της Οδηγίας ενώ σε ότι αφορά τις διατάξεις 15 (c) της οδηγίας διαπιστώνει ότι στην πολιτεία Delta, Agbor δεν επικρατούν συνθήκες ένοπλης σύρραξης ή αδιάκριτης βίας ώστε να προκύπτει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας του Αιτητή λαμβάνοντας υπόψη και τα προσωπικά του χαρακτηριστικά και τις πληροφορίες από τη χώρα καταγωγής που αφορούσαν τη συγκεκριμένη πολιτεία.

 

Η εκτίμηση του Δικαστηρίου

Αξιολογώντας λοιπόν  τα όσα έχουν ανωτέρω αναφερθεί υπό το φως και των νομοθετημένων προνοιών και μελετώντας επισταμένως τόσο την Έκθεση/Εισήγηση της λειτουργού όσο και τους λοιπούς ισχυρισμούς του Αιτητή ως αυτοί παρουσιάστηκαν τόσο κατά την διοικητική διαδικασία όσο και κατά την ενώπιόν μου δικαστική διαδικασία, καταλήγω στα εξής:


Συμφωνώ και συντάσσομαι με την κρίση των Καθ' ων η αίτηση ως προς την αξιοπιστία του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού τον οποίον και αποδέχομαι

 

Αναφορικά με τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό του Αιτητή, ήτοι το φόβο δίωξης του από τη θεία του λόγω περιουσιακών διαφορών, παρατηρώ ότι οι Καθ’ ων η αίτηση δεν σχημάτισαν ορθά τον ισχυρισμό αυτόν, καθώς συμπεριέλαβαν σε αυτόν το στοιχείο του φόβου δίωξης του Αιτητή, στοιχείο το οποίο εξετάζεται αφότου προηγηθεί η εξέταση της αξιολόγησης των ισχυρισμών του Αιτητή  όπως αυτοί διαμορφώνονται μέσα από τις δηλώσεις του κατά τη συνέντευξη. Στα πλαίσια του δεύτερου ισχυρισμού θα έπρεπε να είχαν αξιολογηθεί οι απειλές που δεχόταν ο Αιτητής από τη θεία του εξαιτίας κτηματικής διαφοράς. Ως προς τον ισχυρισμό αυτόν ο Αιτητής ανέφερε αόριστα την ύπαρξη διαφοράς με τη θεία του χωρίς να μπορεί να προσδιορίσει το αντικείμενο της διαφοράς και αδυνατώντας να προσφέρει περισσότερες λεπτομέρειες ως προς το είδος τη γης και το καθεστώς ιδιοκτησίας της. Περαιτέρω, η δήλωση περί απειλών κατά της ζωής του από τη θεία του από το έτος 2014 έρχεται σε αντίθεση με τη δήλωσή του ότι δεν έχει υποστεί κάποιου είδους βλάβη έκτοτε. Εσωτερικά αντιφατική κρίνεται και η δήλωσή του ότι η θεία του, τού προκάλεσε ασθένεια και ουλές χρησιμοποιώντας μαύρη μαγεία με τη δήλωσή του ότι έφυγε μακριά της προκειμένου να μην τον βλάψει καθώς δεν αιτιολόγησε τον τρόπο με τον οποίο μπορεί να αποφύγει κάποιος τις συνέπειες της μαύρης μαγείας φεύγοντας μακριά εφόσον κατά το παρελθόν υποστήριξε ότι υπέστη τις συνέπειες της μαύρης μαγείας της θείας του. Αναφερόμενος εν συνεχεία στον εμπρησμό του σπιτιού του θείου του, δεν παραθέτει στοιχεία τα οποία να συνδέουν τη θεία του με την καταστροφή του σπιτιού του θείου του και άρα την δίωξή του από αυτήν. Η άγνοια ως προς την εξέλιξη των πραγμάτων μετά την πυρκαγιά και πιο συγκεκριμένα ως προς το που διέμενε εν συνεχεία ο θείος του που τον φιλοξενούσε, πλήττει περαιτέρω την αξιοπιστία του καθώς αναμένεται ευλόγως να διατηρεί επαφή με τον συγγενή του αυτόν, ο οποίος του προσέφερε κατάλυμα και τον διευκόλυνε στην απόκτηση ταξιδιωτικών εγγράφων προκειμένου να εγκαταλείψει τη χώρα. Τέλος το Δικαστήριο εντοπίζει ασυνέπειες στη χρονική αλληλουχία των περιστατικών όπως  αυτά παρατίθενται από τον Αιτητή και πιο συγκεκριμένα, εντοπίζει ένα χρονικό κενό από τη στιγμή του θανάτου του πατέρα του Αιτητή –σημείο που ούτως ή άλλως προσδιορίζεται γενικώς κατά το έτος 2020- και το σημείο κατά το οποίο εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής τον Απρίλιο του 2021. Αν και δόθηκε η ευκαιρία στον Αιτητή να διευκρινίσει το σημείο αυτό, εκείνος δεν παρείχε πληροφορίες που να καλύπτουν το διάστημα αυτό.  

 

Εξετάζοντας την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, διαπιστώνεται ότι πολλοί Νιγηριανοί πιστεύουν ότι μαγικά φυλαχτά μπορούν να επιτρέψουν στους ανθρώπους να μεταμορφωθούν σε γάτες, να προστατεύσουν το γυμνό δέρμα από αιχμηρές λεπίδες και να κάνουν τα χρήματα να εμφανιστούν σε ένα πήλινο δοχείο. Αυτές οι πεποιθήσεις δεν υποστηρίζονται μόνο από τους αμόρφωτους, αλλά υπάρχουν ακόμη και στο υψηλότερο επίπεδο της ακαδημαϊκής κοινότητας της Νιγηρίας. […]Η πίστη στη μαγεία συχνά συνυπάρχει με τον Χριστιανισμό και το Ισλάμ[10]. Σε Έκθεση που αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα των ηλικιωμένων η οποία παρουσιάστηκε στη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών κατά τη συνεδρίαση της 24.07.2023, αναφέρουν επίσης ότι οι ηλικιωμένοι, ιδιαίτερα εκείνοι με γνωστικές αναπηρίες, διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο να υποφέρουν από ακραίες πράξεις βίας, ειδικά σε περιπτώσεις όπου κατηγορούνται για μαγεία εντός των κοινοτήτων τους. Οι λόγοι που οδηγούν σε τέτοια βία είναι διάφοροι, αλλά οι συγκρούσεις για τα δικαιώματα κληρονομιάς ή ιδιοκτησίας μπορεί συχνά να προκαλέσουν κατάχρηση. Οι ηλικιωμένες γυναίκες, ειδικά εκείνες που ζουν μόνες, σε αγροτικές περιοχές και σε συνθήκες φτώχειας, επηρεάζονται δυσανάλογα από τέτοιες επιβλαβείς πρακτικές και βία με βάση το φύλο (…)[11] Αν και οι πεποιθήσεις της ύπαρξης μαγείας φαίνεται να είναι διαδεδομένες στη Νιγηρία, εν τούτοις ο σχετικός ισχυρισμός δεν γίνεται αποδεκτός λόγω ελλιπούς εσωτερικής αξιοπιστίας σε ό,τι αφορά την ύπαρξη απειλών σε βάρος της ζωής του Αιτητή από τη θεία του.

 

Είναι αποδεκτό, με βάση τα πιο πάνω στοιχεία, ότι στο πρόσωπο του Αιτητή υφίσταται ένα υποκειμενικό στοιχείο φόβου (φόβος στη σκέψη του Αιτητή). Ωστόσο, τo καθεστώς του πρόσφυγα δεν αναγνωρίζεται μόνο από την πνευματική κατάσταση του ενδιαφερομένου, αλλά η εν λόγω κατάσταση πρέπει να υποστηρίζεται από αντικειμενική κατάσταση. Επομένως, ο όρος «βάσιμος φόβος» περιέχει ένα υποκειμενικό και ένα αντικειμενικό στοιχείο και, κατά τον καθορισμό του κατά πόσον υπάρχει βάσιμος φόβος, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη αμφότερα τα στοιχεία[12].

 

Απομένει, λοιπόν, η εξέταση -εντός του πλαισίου του ισχυρισμού που έχει γίνει αποδεκτός-του αντικειμενικού φόβου του Αιτητή. Ειδικότερα, ο Αιτητής εξέφρασε το φόβο ότι σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής η θεία του ενδέχεται να τον σκοτώσει χρησιμοποιώντας μαύρη μαγεία εξαιτίας κτηματικών διαφορών. Προς επίρρωσιν των λεγομένων του περιέγραψε και ένα περιστατικό εμπρησμού της οικίας στην οποία διέμενε. Επισημαίνεται ότι «οσάκις οι αρμόδιες αρχές καλούνται να εκτιμήσουν, αν ο αιτών διακατέχεται βασίμως από τον φόβο ότι θα διωχθεί, οφείλουν να διερευνήσουν αν οι στοιχειοθετημένες περιστάσεις συνιστούν ή όχι τέτοια απειλή, ώστε ο ενδιαφερόμενος να φοβείται βασίμως, λαμβανομένης υπόψη της εξατομικευμένης καταστάσεώς του, ότι αποτελεί πράγματι αντικείμενο πράξεων διώξεων»[13]. Ο φόβος θεωρείται βάσιμος, εάν διαπιστώνεται ότι υπάρχει «εύλογη» πιθανότητα να υλοποιηθεί στο μέλλον. Για τη διαπίστωση αυτή, είναι απαραίτητο να αξιολογούνται οι δηλώσεις του αιτούντος υπό το πρίσμα όλων των σχετικών περιστάσεων της υπόθεσης ενώ ελέγχονται οι περιστάσεις που επικρατούν στη χώρα καταγωγής του καθώς και η συμπεριφορά των υπευθύνων δίωξης. Επομένως, η διαπίστωση του βάσιμου φόβου συνδέεται στενά με το καθήκον της αξιολόγησης των αποδεικτικών στοιχείων και της αξιοπιστίας. Εάν τα αποδεικτικά στοιχεία που υπέβαλε ο αιτών γίνουν δεκτά ως αξιόπιστα, ο υπεύθυνος για τη λήψη της απόφασης προχωρά στο δεύτερο στάδιο και εξετάζει κατά πόσον τα γεγονότα και οι περιστάσεις που έγιναν δεκτά ισοδυναμούν με βάσιμο φόβο. Στην υπό εξέταση περίπτωση, ο σχετικός ισχυρισμός που αφορά τις απειλές που δεχόταν ο Αιτητής κατά της ζωής του από τη θεία του από το 2014 αξιολογήθηκε ως μη αξιόπιστος καθότι ο ισχυρισμός που αφορούσε στο περιστατικό εμπρησμού της οικίας του θείου του όπου διέμενε μετά τον θάνατο  του πατέρα του από τη θεία του –ή ανθρώπους σταλμένους από εκείνη-δεν έχει γίνει αποδεκτός. Περαιτέρω σε ό,τι αφορά την εφαρμογή της μαύρης μαγείας από τη θεία του Αιτητή, διαπιστώνω ότι δεν εξηγείται ο λόγος για τον οποίο ο ίδιος φοβάται, καθόσον, αν και επισημαίνεται η επιθυμία της θείας του να τον βλάψει ήδη από το έτος 2014, εντούτοις ο Αιτητής δεν αντιμετώπισε κάποιο πρόβλημα ούτε προκλήθηκε σε αυτόν κάποια βλάβη.  Καθώς ο ισχυρισμός αυτός αποτελεί τη βάση πάνω στην οποία στηρίζεται ο φόβος του Αιτητή, ο σχετικός φόβος δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως βάσιμος και δικαιολογημένος.

 

Εξετάζοντας τον αντικειμενικό φόβο του Αιτητή θα πρέπει περαιτέρω να αξιολογηθεί αν υπάρχουν παράγοντες ενίσχυσης του κινδύνου που πρέπει να ληφθούν υπόψη σχετικά με το προφίλ του. Ο Αιτητής είναι Νιγηριανός υπήκοος, Ika[14] εθνοτικής καταγωγής, με τόπο συνήθους διαμονής το Agbor της πολιτείας Delta. Με βάση πρόσφατη έρευνα του παρόντος Δικαστηρίου, προκύπτει ότι η Νιγηρία και πιο συγκεκριμένα η πολιτεία Delta οι κύριοι παράγοντες στις συγκρούσεις της πολιτείας Delta το 2020 περιελάμβαναν συγκρούσεις βοσκών και αγροτών, τοπικές κοινότητες που μάχονταν μεταξύ τους για την ιδιοκτησία γης και τις διαφορές για τα όρια, αντίπαλες σέκτες που οδηγούνται από μάχες επικράτησης η μία επί της άλλης, καθώς και εγκληματικές συμμορίες[15]. Μερικές από τις κοινότητες που εμπλέκονται σε βίαια επεισόδια στην πολιτεία Delta περιλαμβάνουν τους Emede ενάντια στους Igbide[16], τους Fulani κατά των  wherh[17], το Oleh εναντίον του Ozoro[18]. Η εγκληματικότητα ήταν το πιο διαδεδομένο ζήτημα ασφαλείας στο Δέλτα του Νίγηρα το 2020, και ιδιαίτερα διαδεδομένο στην πολιτεία Delta, με επεισόδια που συνέβησαν ειδικά σε Ughelli North, Oshimili North, Udu και East Ethiope[19]. Η εγκληματική βία στην πολιτεία περιλάμβανε κυρίως ληστείες, απαγωγές, ένοπλους συγκρούσεις συμμοριών και δημόσιας ασφάλειας και δολοφονίες για τελετουργικούς σκοπούς[20].

 

Ως εκ τούτου, από τις προεκτεθείσες πληροφορίες δεν προκύπτει ότι υπάρχει εύλογη πιθανότητα ο Αιτητής να αντιμετωπίσει σοβαρή απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας λόγω της βίας που ασκείται αδιακρίτως στην πολιτεία Delta ενώ δεν διαφαίνεται ότι θα διατρέξει κάποιο κίνδυνο από τα λοιπά στοιχεία του προφίλ του. Επομένως, ο φόβος του δεν κρίνεται ως βάσιμος και δικαιολογημένος.

 

Υπό το φως των προλεχθέντων και των ισχυρισμών του Αιτητή που έχουν γίνει αποδεκτοί από το παρόν Δικαστήριο, κρίνω ότι δεν δικαιολογείται η υπαγωγή του Αιτητή στο καθεστώς του πρόσφυγα, καθώς δεν διαπιστώνονται δείκτες κινδύνου έναντι της ζωής του, σε περίπτωση επιστροφής του στη Νιγηρία, ιδιαιτέρως υπό τον ορισμό και προϋποθέσεις του προφίλ του πρόσφυγα, άρθρο 1Α της Συνθήκης της Γενεύης και άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου.

 

Ως εκ τούτου, απομένει να εξεταστεί το κατά πόσο υπάρχει δυνατότητα να υπαχθεί ο Αιτητής στο καθεστώς της αλλιώς συμπληρωματικής προστασίας, ως αυτό καθορίζεται στην εθνική νομοθεσία. Ειδικότερα, το άρθρο 19(1) του περί Προσφύγων Νόμου διαλαμβάνει ότι:

 

 «το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, αναγνωρίζεται σε οποιοδήποτε αιτητή, ο οποίος δεν αναγνωρίζεται ως πρόσφυγας ή σε οποιοδήποτε αιτητή του οποίου η αίτηση σαφώς δεν βασίζεται σε οποιουσδήποτε από τους λόγους του εδαφίου (1) του άρθρου 3, αλλά σε σχέση με τον οποίο υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη και δεν είναι σε θέση ή, λόγω του κινδύνου αυτού, δεν είναι πρόθυμος, να θέσει τον εαυτό του υπό την προστασία της χώρας αυτής.»

 

Ο ορισμός της «σοβαρής» ή «σοβαρής και αδικαιολόγητης βλάβης» καλύπτει δυνάμει του άρθρου 19(2) εξαντλητικά, τρεις διαφορετικές καταστάσεις, ήτοι :

 

(α) θανατική ποινή ή εκτέλεση, ή

 

(β) βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία του αιτητή στη χώρα καταγωγής του, ή

 

(γ) σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης.

 

Έχοντας υπόψη τις περιστάσεις που διαλαμβάνονται στην υπό κρίση υπόθεση, ο Αιτητής δεν μπορεί να ενταχθεί στα υπό (α) και (β) ανωτέρω εδάφια. Εξέτασης συνεπώς χρήζει το εδάφιο (γ) του άρθρου 19(2).

 

Ως προς τους παράγοντες που δύνανται να ληφθούν υπόψιν αναφορικά με την αξιολόγηση του συστατικού στοιχείου της αδιάκριτης βίας, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης επισήμανε στην απόφαση του CF, DN κατά  Bundesrepublic Deutschland[21] ότι συνιστούν:

 

«(...) μεταξύ άλλων, η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύρραξης ως στοιχεία λαμβανόμενα υπόψη κατά την εκτίμηση του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 (βλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C‑285/12, EU:C:2014:39, σκέψη 35), καθώς και άλλα στοιχεία όπως η γεωγραφική έκταση της κατάστασης αδιάκριτης άσκησης βίας, ο πραγματικός προορισμός του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής στην οικεία χώρα ή περιοχή και οι τυχόν εκ προθέσεως επιθέσεις κατά αμάχων εκ μέρους των εμπόλεμων μερών.» 

(βλ. σκέψη 43 της απόφασης)

Περαιτέρω, ως προς τον προσδιορισμό του επιπέδου της ασκούμενης αδιάκριτης βίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στην απόφασή του Sufi and Elmι[22] , αξιολόγησε, διευκρινίζοντας ότι δεν κατονομάζονται εξαντλητικά, τη χρήση μεθόδων και τακτικών πολέμου εκ μέρους των εμπόλεμων πλευρών οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο αμάχων θυμάτων ή ευθέως στοχοποιούν αμάχους, εάν η χρήση αυτών είναι διαδεδομένη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, και, τελικά, τον αριθμό των αμάχων που έχουν θανατωθεί, τραυματιστεί και εκτοπιστεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης.

 

Περαιτέρω, όπως διευκρίνισε το ΔΕΕ στην υπόθεση MekiElgafaji,NoorElgafaji v. Staatssecretaris van Justitie[23]

 

 «33. Αντιθέτως, η κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας βλάβη, καθόσον συνίσταται σε «σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας» του αιτούντος, αναφέρεται σε ένα γενικότερο κίνδυνο βλάβης.

 

34.Συγκεκριμένα, η βλάβη αυτή αφορά, ευρύτερα, «απειλή [.]κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας» αμάχου και όχι συγκεκριμένες πράξεις βίας. Επιπροσθέτως, η απειλή αυτή είναι συμφυής με μια γενική κατάσταση «διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης». Τέλος, η βία από την οποία προέρχεται η εν λόγω απειλή χαρακτηρίζεται ως «αδιακρίτως» ασκούμενη, όρος που σημαίνει ότι μπορεί να επεκταθεί σε άτομα ανεξαρτήτως των προσωπικών περιστάσεών τους.

 

35.  Στο πλαίσιο αυτό, ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας.

 

36. Η ερμηνεία αυτή, η οποία δύναται να διασφαλίσει ένα αυτοτελές πεδίο εφαρμογής στο άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, δεν αναιρείται  από το γράμμα της εικοστής έκτης αιτιολογικής σκέψης, κατά το οποίο «οι κίνδυνοι στους οποίους εκτίθεται εν γένει ο πληθυσμός ή τμήμα του πληθυσμού μιας χώρας δεν συνιστούν συνήθως, αυτοί καθαυτοί, προσωπική απειλή που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως σοβαρή βλάβη».

 

37. Συγκεκριμένα, μολονότι η αιτιολογική αυτή σκέψη σημαίνει ότι η απλή αντικειμενική διαπίστωση κινδύνου απορρέοντος από τη γενική κατάσταση μιας χώρας δεν αρκεί, καταρχήν, για να γίνει δεκτό ότι οι προϋποθέσεις του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, συντρέχουν ως προς συγκεκριμένο πρόσωπο, εντούτοις, καθόσον η αιτιολογική αυτή σκέψη χρησιμοποιεί τον όρο «συνήθως», αναγνωρίζει το ενδεχόμενο υπάρξεως μιας εξαιρετικής καταστάσεως, χαρακτηριζομένης από έναν τόσο υψηλό βαθμό κινδύνου, ώστε να υπάρχουν σοβαροί λόγοι να εκτιμάται ότι το πρόσωπο αυτό θα εκτεθεί ατομικώς στον επίμαχο κίνδυνο.

 

38. Ο εξαιρετικός χαρακτήρας της καταστάσεως αυτής επιρρωννύεται, επίσης, από το γεγονός ότι η οικεία προστασία είναι επικουρική, καθώς και από την οικονομία του άρθρου 15 της οδηγίας, καθόσον η βλάβη, της οποίας τον ορισμό δίνει το άρθρο αυτό υπό τα στοιχεία α΄ και β΄, πρέπει να εξατομικεύεται σαφώς. Μολονότι είναι αληθές ότι στοιχεία που αφορούν το σύνολο του πληθυσμού αποτελούν σημαντικό παράγοντα για την εφαρμογή του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, υπό την έννοια ότι σε περίπτωση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης ο ενδιαφερόμενος, όπως και άλλα πρόσωπα, εντάσσεται στον κύκλο των δυνητικών θυμάτων μιας αδιακρίτως ασκούμενης βίας, εντούτοις, η ερμηνεία της εν λόγω διατάξεως πρέπει να γίνεται λαμβανομένου υπόψη του συστήματος στο οποίο εντάσσεται, δηλαδή σε σχέση με τις λοιπές δύο περιπτώσεις που προβλέπει το άρθρο 15 και, επομένως, να ερμηνεύεται σε στενή συνάρτηση με την εξατομίκευση αυτή.

 

39. Συναφώς, πρέπει να διευκρινισθεί ότι όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας.».

 

Εξετάζοντας σήμερα την τρέχουσα κατάσταση ασφαλείας που επικρατεί στον τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή (Agbor, πολιτεία Delta), όπου δηλαδή ευλόγως αναμένεται ότι θα επιστρέψει, και καθώς τα συμπεράσματά μου επί της αξιοπιστίας του Αιτητή συνάδουν με αυτά της λειτουργού της Υπηρεσίας Ασύλου κατά την πρωτοβάθμια εξέταση της αίτησής του, αναφέρω τα εξής, τα οποία προκύπτουν από επικαιροποιημένες διεθνείς πηγές:

 

Στην πολιτεία Delta δεν υπάρχει, γενικά, πραγματικός κίνδυνος για έναν άμαχο να θιγεί προσωπικά κατά την έννοια του άρθρου 15 στοιχείο γ) της οδηγίας 2011/95/ΕΕ.

 

Ως συγκεκριμένα καταγράφεται στις πηγές που ανέτρεξε το Δικαστήριο:

 

Ως προς τον αριθμό των περιστατικών ασφαλείας από την βάση δεδομένων ACLED (The Armed Conflict Location & Event Data Project) κατά το χρονικό διάστημα μεταξύ 16.02.2023 – 16.02.2024 στην πολιτεία Delta καταγράφηκαν από την εν λόγω βάση δεδομένων συνολικά 91 περιστατικά ασφαλείας εκ των οποίων προέκυψαν 77 απώλειες. Πιο αναλυτικά, 45 εξ αυτών καταγράφηκαν ως βία κατά πολιτών (με 17 απώλειες), 35 ως μάχες (με 52 απώλειες) και 11 ως εξεγέρσεις (με 8 απώλειες)[24]. Ο πληθυσμός της πολιτείας Delta ήταν 4.112.445   το 2006 και βάσει αυτού αναμενόταν να ανέρχεται σε  5.663.362 το 2016[25].

 

Λαμβάνοντας υπόψιν τα παραπάνω δεδομένα δε διακρίνω την ύπαρξη κατάστασης αδιάκριτης βίας λόγω ένοπλης σύρραξης στην Agbor της Πολιτείας Delta, ή έστω αδιάκριτης βίας λόγω ένοπλης σύρραξης η οποία να εξικνείται σε τέτοιο βαθμό ώστε ο Αιτητής λόγω της παρουσίας του και μόνο στο έδαφος της περιοχής αυτής να έρχεται αντιμέτωπος με πραγματικό κίνδυνο σοβαρής απειλής κατά το άρθρο 19 στοιχείο (2)(γ). Εξετάζοντας περαιτέρω τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή, παρατηρώ ότι αυτός είναι άνδρας, νεαρής ηλικίας, υγιής, ικανοποιητικού μορφωτικού επιπέδου και ικανός προς εργασία. Επισημαίνω τέλος, ότι δεν έχουν εγερθεί ή/και αναδειχθεί ατομικά χαρακτηριστικά ή στοιχεία του Αιτητή που να υποδηλώνουν και να δείχνουν ειδικώς ότι θα τεθεί σε κατάσταση που αυξάνει τον κίνδυνο σοβαρής βλάβης και δυνατόν να μπορούσε να αντισταθμίσει το επίπεδο αδιάκριτης βίας βάσει της αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας.

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

 

Λαμβάνοντας υπόψη τα όσα ανωτέρω αναπτύχθηκαν, είναι η κατάληξή μου ότι ορθώς κρίθηκε και επί της ουσίας ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων και, περαιτέρω, ορθώς θεωρήθηκε ότι δεν κατάφερε να τεκμηριώσει ότι υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη, ως αμφότερες αυτές οι έννοιες ορίζονται από την οικεία νομοθεσία (άρθρα 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου).

 

Καταληκτικά, λαμβάνω υπόψη μου ότι η χώρα καταγωγής του Αιτητή (Νιγηρία), συμπεριλαμβάνεται στις χώρες που έχουν ορισθεί ως ασφαλείς χώρες ιθαγένειας σύμφωνα με το Διάταγμα του Υπουργού Εσωτερικών ημερ. 27.05.2022 (Κ.Π.Δ. 202/2022) αλλά και του πιο πρόσφατου ημερ. 26.05.2023 (Κ.Π.Δ. 166/2023), χωρίς εν προκειμένω ο Αιτητής να προβάλει οποιουσδήποτε ισχυρισμούς ή στοιχεία που αφορούν προσωπικά στον ίδιο και οι οποίοι να ανατρέπουν το τεκμήριο περί ασφαλούς χώρας καταγωγής. Ο κατάλογος των ασφαλών χωρών ιθαγένειας καθορίζεται από τον Υπουργό Εσωτερικών όταν ικανοποιηθεί βάσει της νομικής κατάστασης, της εφαρμογής του δικαίου στο πλαίσιο δημοκρατικού συστήματος και των γενικών πολιτικών συνθηκών ότι στις οριζόμενες χώρες, γενικά και μόνιμα, δεν υφίστανται πράξεις δίωξης σύμφωνα με το άρθρο 3Γ του περί Προσφύγων Νόμου, ούτε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή ταπεινωτική μεταχείριση ή τιμωρία, ούτε απειλή η οποία προκύπτει από την χρήση αδιάκριτης βίας σε κατάσταση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύγκρουσης.

 

Συνακόλουθα, η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με έξοδα €1000 υπέρ των Καθ' ων η αίτηση, και εναντίον του Αιτητή.

 

 

 

Ε. Ρήγα, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 



[1] Σύμφωνα με τον Κανονισμό 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 : « Ο Διαδικαστικός Κανονισμός του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962, και οι περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διαδικαστικοί Κανονισμοί (Αρ.1) του 2015, τυγχάνουν εφαρμογής σε όλες τις προσφυγές που καταχωρούνται στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας  από 18.6.2019, με τις αναγκαίες τροποποιήσεις που αναφέρονται στη συνέχεια και κατ΄ ανάλογη εφαρμογή των δικονομικών κανόνων και πρακτικής που ακολουθούνται και εφαρμόζονται στις ενώπιον του Διοικητικού   Δικαστηρίου προσφυγές εκτός αν ήθελε άλλως ορίσει το Δικαστήριο.».

 

[2] ΣτΕ 184/67.

[3] Γενική Συνομοσπονδία Παγκύπριας Οργάνωσης Βιοτεχνών Επαγγελματιών Καταστηματαρχών -ν- Κυπριακής Δημοκρατίας, Συν. Υποθ. 5869/2013, κ.α., απόφαση 16.03.2016.

[4] G.C. School of Careers Ltd κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1993) 3 ΑΑΔ 170.

[5] Γενική Ομοσπονδία Παγκύπριων Οργανώσεων Βιοτεχνών Επαγγελματιών ν. Δημοκρατίας, Προσφ. Αρ. 5869/2013 κ.ά., ημερ. 16.3.2016.

 

[6] Μεταξύ άλλων: ΣτΕ 1818/2015, ΣτΕ 4596/2012, ΣτΕ 2170/2003.

[7] «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», Επαμεινώνδας Π.  Σπηλιωτόπουλος, 14η Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 260, υποσημ. 72, «Εισηγήσεις Διοικητικού Δικονομικού Δικαίου», Χαράλαμπος Χρυσανθάκης, 2η Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 247 και «Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο», Εκδόσεις Σάκκουλα Έκτη Έκδοση, 2014, Π. Δ. Δαγτόγλου, σ. 552.

 

[8] Tudor (2011) 1 Α.Α.Δ. 1176.

[9] Απόφαση αρ. 128/2008 JAMAL KAROU v Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 01.02.2010

[10]BBC, The hunt for Nigerians who can change into cats, 21.03.2022, https://www.bbc.com/news/world-africa-60749496?at_medium=RSS&at_campaign=KARANGA

[11] United Nations, general Assembly, Report of the Independent Expert on the enjoyment of all human rights by older persons, 24 July 2023, A/HRC/54/26/Add.1, https://www.ecoi.net/en/file/local/2096205/G2313681.pdf

[12] HANDBOOK ON PROCEDURES AND CRITERIA FOR DETERMINING REFUGEE STATUSand GUIDELINES ON

INTERNATIONAL PROTECTIONUNDER THE 1951 CONVENTION AND THE 1967 PROTOCOLRELATING TO THE STATUS OF REFUGEESREISSUEDGENEVA, FEBRUARY 2019, παράγραφος 38, https://www.unhcr.org/media/handbook-procedures-and-criteria-determining-refugee-status-under-1951-convention-and-1967

[13]Απόφαση του ΔΕΕ, Y και Z, ό.π., υποσημείωση 33, σκέψη 76 (η επισήμανση τωνσυντακτών). Βλέπε επίσης απόφαση του ΔΕΕ, Abdulla και λοιποί, ό.π., υποσημείωση 336, σκέψη 89· και απόφαση του ΔΕΕ, Χ, Y και Z, ό.π., υποσημείωση 20,

[14]Immigration ad Refugee Board of canada, The role of the Chief Priest of the town of Umunede, Delta State; including traditional religious beliefs and practices, preparation for initiation, initiation rites and succession to the office; information on the names of current and past chief priests to 2014, 21/10/2015, https://www.irb-cisr.gc.ca/en/country-information/rir/Pages/index.aspx?doc=456179&;pls=1, όπου αναφέρονται οι Ika.

[15]PIND, Niger Delta Annual Conflict Report: January – December 2020, 9 February 2021, https://pindfoundation.org/niger-delta-annual-conflict-report-january-december-2020/σ.6-7

[16] Sahara Reporters, Five Killed, Houses Set Ablaze As Two Delta Communities Fight Over Land Boundary, 9 December 2020, http://saharareporters.com/2020/12/09/breaking-five-killed-houses-set-ablaze-two-delta-communities-fight-over-land-boundary

[17] Independent, How Ughelli Buried 10 Exhumed Corpses Killed By Fulani Herdsmen, 21 March 2020, https://www.independent.ng/how-ughelli-buried-10-exhumed-corpses-killed-by-fulani-herdsmen/

[18] Sahara Reporters, Two Delta Communities Trade Blames Over Killing Of 12 Persons, 23 November 2020, http://saharareporters.com/2020/11/23/two-delta-communities-trade-blames-over-killing-12-persons-demand-thorough-investigation

[19] PIND, Niger Delta Annual Conflict Report: January – December 2020, 9 February 2021, https://pindfoundation.org/niger-delta-annual-conflict-report-january-december-2020/σ.5

[20] O.π.

[21]ΔΕΕ, C-901/19, ημερομηνίας 10.06.2021, CF, DN κατάBundesrepublic Deutschland

[22]ΕΔΔΑ, απόφαση επί των προσφυγών  8319/07 and 11449/07, ημερομηνίας 28.11.2011

[23]Απόφαση στην υπόθεση C-465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji κ. Staatssecretaris van Justitie, ημερ.17.02.2009

[24]ACLED dashboard, Nigeria, Delta State, 16/02/2023-18/02/2024, https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard

[25]Nigeria, National Bureau of Statistics, National Population Estimates, n.d., https://nigerianstat.gov.ng/download/474, p. 2


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο