ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ 

 

Υπόθεση Αρ.: 1860/23

 

5 Μαρτίου 2024

 

(Β. ΚΟΥΡΟΥΖΙΔΟΥ ΚΑΡΛΕΤΤΙΔΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.)

Αναφορικά με το άρθρα 29 και 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ: 

Mr E.F.U. από Νιγηρία και τώρα στη Λευκωσία

A.R.C. 581ΧΧΧΧΧ      ΑΡ. ΦΑΚ. F22-11XXXXX

                                                                                                    Αιτητής 

 

Κυπριακής Δημοκρατίας δια του Υπουργού Εσωτερικών

 Υπηρεσίας Ασύλου

                                                                                     Καθ' ων η Αίτηση 

 

 

Γ. Κορυζής (κος), Δικηγόρος για τον Αιτητή 

Α. Καλσιάδου (κα) για Κ. Φράγκου (κα), Δικηγόρος για τους Καθ' ων η Αίτηση 

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Με την παρούσα προσφυγή ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση ημερ. 18/05/2023, με την οποία τoν πληροφορούν ότι το αίτημα του για παροχή διεθνούς προστασίας ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου απορρίπτεται καθότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 3 και 19 του Περί Προσφύγων Νόμου ως άκυρη και/ή αντισυνταγματική και/ή παράνομη και/ή προϊόν εσφαλμένης κρίσης της διοίκησης ένεκα πλημμελούς έρευνας, πλάνης περί τα πράγματα και/ή στερούμενη οιονδήποτε έννομου αποτελέσματος. 

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ 

 

Σύμφωνα με τα στοιχεία του φακέλου, ο Αιτητής εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, τη Νιγηρία, στις 14/06/2022 και εισήλθε παράνομα στις ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία μέσω των μη ελεγχόμενων περιοχών στις 16/06/2022. Στις 27/06/2022 συμπλήρωσε το έντυπο υποβολής αιτήματος διεθνούς προστασίας, το οποίο υπεβλήθη στις 29/06/2022. Στις 08/05/2023, διεξήχθη συνέντευξη του Αιτητή από αρμόδιος λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου, ο οποίος την επόμενη ημέρα, ήτοι στις 09/05/2023, ετοίμασε έκθεση - εισήγηση περί απόρριψης του αιτήματος του Αιτητή για παροχή διεθνούς προστασίας. Δεόντως εξουσιοδοτημένη από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου ενέκρινε την εισήγηση στις 18/05/2023.  Στις 02/06/2023, ετοιμάστηκε σχετική επιστολή ενημέρωσης του Αιτητή για την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία του επιδόθηκε διά χειρός στις 02/06/2023, μαζί με την σχετική αιτιολογία αυτής, ως πιστοποιείται από την υπογραφή του Αιτητή. 

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

 

Ο Αιτητής, δια του δικηγόρου του, προβάλει  διάφορους νομικούς ισχυρισμούς προς υποστήριξη του αιτήματος για ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης, οι οποίοι τίθενται με γενικότητα και χωρίς να συναρτώνται με τα επίδικα γεγονότα, και οι περισσότεροι εκ των οποίων δεν προωθούνται με την Γραπτή Αγόρευση.

 

Ο συνήγορος του Αιτητή δια της αγόρευσης προβάλλει, ως λόγους ακύρωσης, την έλλειψη δέουσας έρευνας, την συνδρομή πλάνης περί τα πράγματα κατά την λήψη της απόφασης και την έλλειψη επαρκούς και/ή δέουσας αιτιολογίας.

 

Η ευπαίδευτη συνήγορος των Καθ' ων η Αίτηση αγόρευσε προφορικά κατά την ημερ. που ήταν ορισμένη η υπόθεση για διευκρινίσεις ήτοι στις 10/11/2023. Συγκεκριμένα, η συνήγορος ανέφερε ότι ο Αιτητής κρίθηκε αναξιόπιστος και δεν κατόρθωσε να τεκμηριώσει τη βασιμότητα των ισχυρισμών του. Επίσης, ισχυρίζεται ότι ο Αιτητής είχε το χρέος να αποδείξει ότι οι αρχές της χώρας καταγωγής του δεν είναι ικανές να του παράσχουν προστασία σύμφωνα με το άρθρο 3(α)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου. Περαιτέρω, η συνήγορος των Καθ’ ων η αίτηση επεσήμανε ότι η χώρα καταγωγής του Αιτητή, η Νιγηρία, συγκαταλέγεται στη λίστα ασφαλών τρίτων χωρών σύμφωνα με το ΚΔΠ 166/23 και ως εκ τούτου ο Αιτητής όφειλε να υποδείξει το λόγο για τον οποίο η χώρα του δεν είναι ασφαλής. Επίσης, η συνήγορος ισχυρίζεται ότι κανένας από τους λόγους που επικαλέστηκε ο Αιτητής δεν εμπίπτουν στο καθεστώς διεθνούς προστασίας. Τέλος, είναι η θέση της ότι οι ισχυρισμοί περί πλάνης περί τα πράγματα και της αρχής της χρηστής διοίκησης δεν έχουν αιτιολογηθεί και αξιολογηθεί πλήρως. 

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

 

Καταρχάς πρέπει να λεχθεί ότι οι λόγοι ακύρωσης είναι με γενικότητα και αοριστία που εγείρονται στην παρούσα αίτηση.  Η απλή καταγραφή κατά ιδιαίτερο συνοπτικό τρόπο στους λόγους ακύρωσης της νομικής βάσης της προσφυγής δεν ικανοποιεί την επιτακτική ανάγκη του Καν. 7 του Ανωτάτου Συνταγματικού Διαδικαστικού Κανονισμού του 1962, όπως οι νομικοί λόγοι αναφέρονται πλήρως.   

«Η αναφορά, για παράδειγμα, ότι «Η απόφαση πάσχει γιατί λήφθηκε χωρίς την δέουσα έρευνα» (το ίδιο αοριστόλογοι είναι και οι υπόλοιποι λόγοι ακύρωσης), δεν εξηγεί καθόλου, ούτε παραπέμπει σε συγκεκριμένα κατ' ισχυρισμόν δεδομένα που οδήγησαν σε μη έρευνα, ή σε πλάνη, ή καταπάτηση των αρχών της ίσης μεταχείρισης κλπ.  Η προσφυγή θα μπορούσε να απορριφθεί για τους πιο πάνω διαδικαστικούς λόγους οι οποίοι αντανακλούν βεβαίως και επί της ουσίας.  Αυστηρώς ομιλούντες τα όσα αναφέρονται στην αγόρευση του δικηγόρου του αιτητή δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη, εφόσον παγίως αναγνωρίζεται ότι οι αγορεύσεις δεν αποτελούν μέσο για τη θεμελίωση γεγονότων. (δέστε Δημοκρατία ν. Κουκκουρή (1993) 3 Α.Α.Δ. 598, Ελισσαίου ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (2004) 3 Α.Α.Δ. 412 και Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 384) (δέστε Υπόθεση Αρ. 1119/2009  ημερ. 31 Ιανουαρίου 2012 FARHAN KHALIL, και   Κυπριακής Δημοκρατίας).

Οι ισχυρισμοί για την ακύρωση μιας διοικητικής απόφασης πρέπει να είναι συγκεκριμένοι και να εξειδικεύουν ποια νομοθετική πρόνοια ή αρχή διοικητικού δικαίου παραβιάζεται. Όπως έχει τονισθεί στην υπόθεση Latomia Estate Ltdv. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672:

Η αιτιολόγηση των νομικών σημείων πάνω στα οποία βασίζεται μια προσφυγή είναι απαραίτητη για την εξέταση από ένα Διοικητικό Δικαστήριο των λόγων που προσβάλλουν τη νομιμότητα μιας διοικητικής πράξης.

Περαιτέρω δεν αρκεί η παράθεση των συγκεκριμένων διατάξεων της νομοθεσίας που κατ' ισχυρισμόν παραβιάζει η προσβαλλόμενη πράξη, αλλά θα πρέπει επίσης τα επικαλούμενα νομικά σημεία να αιτιολογούνται πλήρως.  Οποιαδήποτε αοριστία ή ασάφεια σε σχέση με αυτά μπορεί να έχει ως συνέπεια την απόρριψη της προσφυγής (βλ. Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 AAΔ.598).

Ο συνήγορος του Αιτητή παραθέτει γενικά και αόριστα τα νομικά σημεία στην προσφυγή και επικαλείται παραβιάσεις του Συντάγματος, του  περί Προσφύγων Νόμου και των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου χωρίς αλλά ελλείπει οποιαδήποτε επιχειρηματολογία υπέρ της αποδοχής των λόγων ακύρωσης.

Επιπλέον, οι αγορεύσεις αποτελούν τη μόνη μέθοδο ανάπτυξης των λόγων ακύρωσης ή ισχυρισμών που ήδη προβλήθηκαν με το δικόγραφο της προσφυγής. Ως εκ τούτου, όλοι οι λόγοι ακύρωσης οι οποίοι δεν αναπτύσσονται επαρκώς στη γραπτή αγόρευση του Αιτητή θεωρούνται ως νομολογιακά εγκατελειφθέντες και δεν δύνανται να τύχουν εξέτασης από το δικαστήριο.

Τα όσα επομένως πιο κάτω εξετάζονται και  αποφασίζονται τελούν υπό την πιο πάνω τοποθέτηση.

Όσον αφορά δε τους νομικούς ισχυρισμούς που προωθούνται με την γραπτή αγόρευση του Αιτητή, παρατηρώ ότι και αυτοί, όπως αναφέρεται και ανωτέρω, εγείρονται με γενικότητα και αοριστία, δεδομένου ότι ελλείπει η οποιαδήποτε υπαγωγή στα πραγματικά γεγονότα της υπόθεσης, καθώς και η οποιαδήποτε επί της ουσίας τεκμηρίωση και διασαφήνιση του θεμελίου επί του οποίου οι εν λόγω ισχυρισμοί στηρίζονται. Κατ' επέκταση, ενόψει των ανωτέρω, οι νομικοί ισχυρισμοί που προβάλλονται με την αίτηση και την γραπτή αγόρευση του Αιτητή δεν μπορούν να τύχουν εξέτασης από το Δικαστήριο λόγω της γενικότητας και της αοριστίας με την οποία προωθούνται και ως εκ τούτου απορρίπτονται στο σύνολό τους.

Περαιτέρω ο ισχυρισμός ότι η απόφαση είναι αναιτιολόγητη δεν ευσταθεί και απορρίπτεται.

Η επάρκεια της αιτιολογίας, συναρτάται άμεσα με τα συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά και τη φύση της κάθε υπόθεσης και εξαρτάται, όχι από την έκταση του λεκτικού της αλλά από την ουσία του περιεχομένου της. Μπορεί να είναι λακωνική, αρκεί να είναι επαρκής. Η μορφή και η έκταση της επιβαλλόμενης αιτιολογία ποικίλλουν ανάλογα με το θέμα που πραγματεύεται η πράξη και τις συνθήκες που την περιβάλλουν. Βλ. Ράφτης v. Δημοκρατίας (2002) 3 Α.Α.Δ. 345, Pissas v. Republic (1974) 3 C.L.R. 476

Σύμφωνα δε με το άρθρο 29 του Ν.158(Ι)/99 και την πάγια νομολογία, η αιτιολογία μιας πράξης μπορεί να συμπληρωθεί ή αναπληρωθεί από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου, όπως και από το σύνολο της όλης διοικητικής ενέργειας νοουμένου, όμως, ότι τα απαιτούμενα στοιχεία προκύπτουν από το φάκελο, κατά τρόπο βέβαιο και αναντίλεκτο  (Παναγιωτίδης v. Υπουργείου Συγκοινωνιών και Έργων κ.ά. (1998) 3 ΑΑΔ 342, Θ. Χριστοφή & Σία Λτδ v. Yπουργού Οικονομικών κ.ά. (1998) 3 ΑΑΔ 427), ως ισχύει στην παρούσα περίπτωση.

Η αιτιολογία μιας απόφασης για να θεωρείται ότι είναι σύμφωνη με τις Γενικές αρχές του Διοικητικού Δικαίου, Άρθρα 26 και 28 του Νόμου 158(Ι)/1999  και την πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, θα πρέπει  να περιέχει τους πραγματικούς λόγους και την νομική βάση στην οποία  υπήγαγε τα γεγονότα ώστε να καταλήξει στη συγκεκριμένη απόφαση. Όμως η διατύπωση θα πρέπει να γίνεται με τρόπο που να δίνει την δυνατότητα στο Δικαστήριο να ελέγξει τη νομιμότητα της (Βλ. Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998)3 Α.Α.Δ.270).

Στην παρούσα κρίνω ότι η Υπηρεσία Ασύλου αιτιολογεί πλήρως  την απόφαση της και καταλήγει ορθά στην απόρριψη της αίτησης και της εισήγησης ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 3 και 19(1) και (2) του Νόμου, αφού ο Αιτητής απέτυχε να αποδείξει ότι σε περίπτωση επιστροφής στην χώρα του, θα υπήρχε κίνδυνος δίωξης του για φυλετικούς, θρησκευτικούς, πολιτικούς λόγους ή για το λόγο ότι ήταν μέλος συγκεκριμένου συνόλου ή συνόλου ή υπάρχει κίνδυνος να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη.

Αναφορικά με τον ισχυρισμό περί μη δέουσας έρευνας και κατ' επέκταση πλάνης αναφορικά με την προσβαλλόμενη απόφαση όπως έχει  πλειστάκις νομολογηθεί  η έκταση, ο τρόπος και η διαδικασία που ακολουθείται κατά τη διενέργεια της έρευνας, ανάγονται στη διακριτική ευχέρεια της διοίκησης.

Περαιτέρω, η έρευνα είναι επαρκής εφόσον εκτείνεται στη διερεύνηση κάθε γεγονότος που σχετίζεται με το θέμα που εξετάζεται. Το κριτήριο για την πληρότητα της έρευνας έγκειται στη συλλογή και τη διερεύνηση των ουσιωδών στοιχείων τα οποία παρέχουν ασφαλή συμπεράσματα (Βλ. Δημοκρατία ν. Κοινότητας Πυργών κ.α., Α.Ε. 1518/1.11.96, Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας ν. Ζάμπογλου, Α.Ε. 1575/14.7.97A.Ε.2371, Motorways Ltd ν Δημοκρατίας ημερ. 25/6/99).

Το Δικαστήριο στα πλαίσια ελέγχου της προσβαλλόμενης απόφασης εξετάζει κατά πόσο το αρμόδιο όργανο ερεύνησε όλα εκείνα τα στοιχεία που όφειλε να ερευνήσει και να συνεκτιμήσει για να καταλήξει στην απόφασή του σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου. Η έρευνα θεωρείται πλήρης όταν το διοικητικό όργανο συλλέξει και εξετάσει όλα τα ουσιώδη στοιχεία μιας υπόθεσης ώστε να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα. Το είδος και η έκταση της έρευνας εναπόκεινται στη διακριτική ευχέρεια του εν λόγω αποφασίζοντος διοικητικού οργάνου και διαφέρουν κατά περίπτωση (Βλ. απόφαση αρ. 128/2008 JAMAL KAROU v Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 1 Φεβρουάριου 2010).

Περαιτέρω, όπως εξηγήθηκε στην υπόθεση Πολυξένη Γεωργίου ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 606/91, ημερομηνίας 22.9.92, στις σελ. 2-3: «Το τι αποτελεί επαρκή έρευνα, εξαρτάται από τα γεγονότα και περιστατικά της κάθε υπόθεσης (KNAI ν. THE REPUBLIC OF CYPRUS (1987) 3 CLR 1534). Η έκταση της έρευνας που ένα διοικητικό όργανο διεξάγει για τη λήψη απόφασης εξαρτάται από τα γεγονότα της κάθε υπόθεσης (Κυπριακή Δημοκρατία ν. Ανδρέα Γιαλλουρίδη κ.α., Αναθεωρητικές Εφέσεις 868 και 869, ημερομηνίας 13.12.90).».

Όπως καταδεικνύεται από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου, οι Καθ' ων η Αίτηση ενήργησαν σύμφωνα με τις πρόνοιες του Περί Προσφύγων Νόμου και εξέτασαν όλα τα ουσιώδη στοιχεία που είχαν ενώπιον τους.

Ειδικότερα, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου, στην αρχή της συνέντευξης του, ο Αιτητής, αφού ενημερώθηκε για τη διαδικασία και τα δικαιώματα του, επιβεβαίωσε ότι βρίσκεται σε καλή κατάσταση για τη διενέργεια της συνέντευξης, ως επίσης ότι δεν έχει οποιεσδήποτε απορίες σχετικά με τη διαδικασία. Επιπλέον, η συνέντευξη του Αιτητή  διενεργήθηκε κατ' εφαρμογή του άρθρου 13Α του περί Προσφύγων Νόμου, από αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου. Διαπιστώνεται επίσης ότι, κατά την πιο πάνω συνέντευξη ο εν λόγω λειτουργός υπέβαλε σαφείς και εύλογες ερωτήσεις για να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα. Περαιτέρω, σε κανένα στάδιο της συνέντευξης δεν προκύπτει οτιδήποτε που να καταδεικνύει ότι παραγνωρίστηκαν οι ισχυρισμοί του Αιτητή από τον εν λόγω λειτουργό.

Πέραν των πιο πάνω, όπως επίσης διαφαίνεται από τα στοιχεία τα οποία εμπεριέχονται στον διοικητικό φάκελο, ο αρμόδιος λειτουργός προέβη σε ενδελεχή εξέταση του αιτήματος του Αιτητή για παροχή διεθνούς προστασίας, καθώς και όλων των συναφών στοιχείων που είχε ενώπιον του, ενώ εξάντλησε κατά τη συνέντευξη με τον Αιτητή όλες τις πτυχές των ισχυρισμών του και εν τέλει εκεί όπου θεώρησε σκόπιμο προέβη σε περαιτέρω ανάλυση των δεδομένων μέσω έρευνας σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης. Ως εκ τούτου και αυτός ο ισχυρισμός απορρίπτεται ως αβάσιμος, καθώς οι Καθ' ων η Αίτηση ενήργησαν εντός των πλαισίων της παρεχόμενης σε αυτούς νόμιμης άσκησης της διακριτικής τους ευχέρειας. 

Σύμφωνα δε με το τεκμήριο της κανονικότητας και νομιμότητας, το οποίο δεν έχει ανατραπεί, η προσβαλλόμενη απόφαση είναι καθόλα νόμιμη. Συνεπώς, κρίνω ότι ο πιο πάνω ισχυρισμός δεν ευσταθεί και απορρίπτεται.

Κρίνεται σκόπιμο στο στάδιο αυτό όπως αρχικά καταγραφούν οι ισχυρισμοί που πρόβαλε ο Αιτητής στα πλαίσια της εξέτασης του αιτήματός του για διεθνή προστασία από την Υπηρεσία Ασύλου.

Κατά την αίτησή του, ο Αιτητής δήλωσε ότι είναι υπήκοος Νιγηρίας και ότι γεννήθηκε στην πόλη Nnewi και μετακόμισε στην πολιτεία Enugu το 2017 όπου διέμενε έως την αναχώρησή του από τη χώρα καταγωγής του (ερυθρό 31, 2Χ του Δ.Φ.). Ως προς το θρήσκευμα του δήλωσε Χριστιανός (ερυθρό 34 του Δ.Φ.). Εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του στις 14/06/2022 και εισήλθε στην Κυπριακή Δημοκρατία στις 16/06/2022 παράνομα μέσω των μη ελεγχόμενων από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές (ερυθρά 34 & 31, 4Χ του Δ.Φ.). Αναφορικά με την οικογένειά του ο Αιτητής δήλωσε ότι η μητέρα του διαμένει στο Nnewi, ο πατέρας του έχει αποβιώσει  όταν ο ίδιος ήταν πολύ μικρός και δήλωσε ότι έχει μία αδελφή η οποία διαμένει στο Lagos State με την οικογένειά της. Επίσης, δήλωσε ότι είχε έναν δίδυμο αδελφό ο οποίος απεβίωσε στις 27/03/2022 (ερυθρό 32, 1Χ του Δ.Φ.). Ο Αιτητής δήλωσε ότι εργαζόταν ως δάσκαλος στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση στην πολιτεία Enugu τα τελευταία 5-6 χρόνια προ της αναχωρήσεώς του από τη χώρα καταγωγής του (ερυθρό 31, 2Χ του Δ.Φ.).

 

Ως προς τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής ανέφερε ότι φοβόταν μήπως τον σκοτώσουν όπως και τον αδελφό του ο οποίος δολοφονήθηκε από μία φατρία στο χωριό του η οποία αποτελούνταν από κοντινούς συγγενείς του πατέρα του. Ο Αιτητής περαιτέρω εξηγεί ότι η φατρία όπου άνηκε ο πατέρας του ονομαζόταν Udor, αποτελούνταν από 9 οικογένειας όπου καθεμία είχε τον εκπρόσωπό της και πιστεύουν στο Θεό. Αρχικά, εκπρόσωπος ήταν ο θείος του και όταν αυτός απεβίωσε έπρεπε να αναλάβει τη θέση είτε ο Αιτητής είτε ο αδελφός του, οι οποίοι όμως αρνήθηκαν τη θέση καθότι ο μεν πρώτος ήταν μηχανικός και ο δε δεύτερος ήταν ιατρός. Επίσης, ο Αιτητής ανέφερε ότι όποιος αναλάμβανε το εν λόγω αξίωμα δεν επιτρεπόταν να τελέσει γάμο. Αφού κατόρθωσαν και σκότωσαν τον αδελφό του ο Αιτητής δεχόταν απειλές και αποφάσισε πως πρέπει να διαφύγει. Σε σχετική ερώτηση ο Αιτητής δήλωσε ότι ο θείος του απεβίωσε το Νοέμβριο του 2021 (ερυθρό 31, 5Χ του Δ.Φ.).   

 

Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης του ο Αιτητής απάντησε σε διευκρινιστικά ερωτήματα. Συγκεκριμένα, ανέφερε ότι ο αδελφός του ξεκίνησε να δέχεται απειλές αμέσως μετά την κηδεία του θείου τους οπότε πραγματοποιήθηκε μία σχετική συνάντηση όπου ήταν παρών και ο Αιτητής. Σε σχετικά ερωτήματα ο Αιτητής ανέφερε ότι οι απειλές προς τον αδελφό του πραγματοποιούνταν μέσω τηλεφώνου όπου του ανέφεραν ότι δε μπορεί να πολεμήσει αυτό του το καθήκον και εν τέλει τον σκότωσαν στις 27/03/2022. Επιπλέον, ανέφερε ότι ο αδελφός, με τον οποίο ήταν δίδυμοι, θεωρούνταν ο γηραιότερος επομένως για αυτό το λόγο αρχικά επικεντρώθηκαν σε εκείνον. Ο Αιτητής δήλωσε πως μετά το πέρας της κηδείας του αδελφού του ξεκίνησαν να τον απειλούν με τον ίδιο ακριβώς τρόπο όπως και τον αδελφό του (ερυθρό 30, 6Χ του Δ.Φ.). Περαιτέρω, ανέφερε ότι μία ημέρα όταν επέστρεφε από έναν αγώνα ποδοσφαίρου τον συνέλαβε η αστυνομία με την κατηγορία ότι ο Αιτητής ανήκει σε παράνομη ομάδα και κάποιος θείος του από την πλευρά του πατέρα του πλήρωσε την εγγύηση και αφέθηκε ελεύθερος. Ο Αιτητής θεωρεί ότι με αυτό τον τρόπο η ανωτέρω φατρία θέλησε να τον εκφοβίσει ώστε να αναλάβει το ρόλο του θείου του. Όταν επισημάνθηκε από το λειτουργό ότι προγενέστερα στη συνέντευξη είχε αναφέρει ότι είχε μόνο ένα θείο από την πλευρά του πατέρα του, τον αποθανόντα, ο Αιτητής ανέφερε ότι χρησιμοποίησε λάθος λέξη και ο θείος ο οποίος αποπλήρωσε την εγγύηση προέρχονταν από την πλευρά της μητέρας του (ερυθρά 30, 7Χ & 32, 1Χ του Δ.Φ.). Εν συνεχεία ο αρμόδιος λειτουργός ανέφερε στον Αιτητή ότι από αξιόπιστες πηγές προκύπτει ότι δεν υπάρχουν συνέπειες εάν κάποιος αρνηθεί να συμμετέχει σε μία αίρεση ή σε μία φατρία και ο τελευταίος ανέφερε πως η κάθε φατρία λειτουργεί διαφορετικά στην πολιτεία Egbo και πως εάν ήταν κάτι εύκολο δε θα διέφευγε ώστε να σώσει τη ζωή του. Επίσης, σε ερώτηση του λειτουργού ανέφερε ότι και ο αδελφός του  όπως και ο ίδιος διέμεναν σε διαφορετική πολιτεία αλλά κινδύνεψαν και οι δύο και μάλιστα ο αδελφός του δολοφονήθηκε (ερυθρό 30, 11Χ του Δ.Φ.). Αναφορικά με το πως κατάφερε να αναχωρήσει νόμιμα από τη χώρα από τη στιγμή που ως προαναφέρθηκε στη συνέντευξή του εκκρεμούσε υπόθεση εναντίον του ο Αιτητής ανέφερε ότι «Το πρόσωπο που κατέβαλε την εγγύηση για την αποφυλάκισή μου είχε τη δύναμη να πει στην αστυνομία να με συλλάβει» (ελεύθερη μετάφραση του Δικαστηρίου, ερυθρό 29, 8Χ του Δ.Φ.). Εν συνεχεία, ερωτώμενος για ποιο λόγο του επέτρεψαν να αναχωρήσει από τη χώρα καταγωγής του δήλωσε ότι δεν μπορούσαν να τον συλλάβουν φανερά  (ερυθρό 29, 8Χ του Δ.Φ.). Σχετικά με τις συνέπειες σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του ανέφερε πως θα δολοφονηθεί όπως ο αδελφός του. Σε ερώτηση για το αν έχει συλληφθεί ή κρατηθεί ποτέ απάντησε αρνητικά και ακόμη δήλωσε ότι οι αρχές της χώρας καταγωγής του θα του επέτρεπαν να επιστρέψει (ερυθρό 29 του Δ.Φ.).

 

Αναφορικά με το έντυπο της αίτησής του ο αρμόδιος λειτουργός του επεσήμανε ότι είχε καταγράψει πως ως ο μοναδικός επιζών υιός της οικογένειάς του έπρεπε να αναλάβει τη θέση του αρχιερέα στο χωριό του εν αντιθέσει με τη συνέντευξή του όπου ανέφερε ότι εξαιτίας του θανάτου του θείου του έπρεπε να αναλάβει τη θέση στην φατρία και ο Αιτητής ανέφερε ότι όταν συνελήφθη οι αστυνομικοί του άσκησαν βία ώστε να καταγράψει αυτή τη δήλωση (ερυθρό 29, 10Χ του Δ.Φ.). 

 

Υπό το φως των ως άνω πληροφοριών, ως αυτές προκύπτουν από το πρακτικό της συνέντευξης και τα λοιπά στοιχεία του διοικητικού φακέλου, ο αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου σχημάτισε την έκθεσή - εισήγησή του επί τη βάση των εξής δύο (2) πραγματικών ισχυρισμών: 1) Ταυτότητα, προφίλ, χώρα προέλευσης και τελευταίος τόπος διαμονής του Αιτητή, και 2) Εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του επειδή κινδύνευε η ζωή του από μία μυστική θρησκευτική οργάνωση γιατί αρνήθηκε να αναλάβει τη θέση του θείου του ως αρχηγός της. Όσον αφορά στον πρώτο ισχυρισμό, που δεν αμφισβητείται, αυτός έγινε δεκτός ως εσωτερικά και εξωτερικά αξιόπιστος. Εν αντιθέσει, ο δεύτερος ισχυρισμός έτυχε απόρριψης καθότι ο αρμόδιος λειτουργός εντόπισε μη ευλογοφανείς ισχυρισμούς και αντιφάσεις στις απαντήσεις του με αποτέλεσμα να μην θεμελιωθεί η εσωτερική αξιοπιστία του Αιτητή. Όσον αφορά την εξωτερική αξιοπιστία του εν λόγω ισχυρισμού ο αρμόδιος λειτουργός εντόπισε σε διεθνείς εξωτερικές πηγές πληροφόρησης ότι δεν υπάρχουν συνέπειες σε όποιον αρνηθεί να γίνει μέλος ή θρησκευτικός αρχηγός μίας θρησκευτικής οργάνωσης. Εν συνεχεία,  στη βάση του αποδεκτού ισχυρισμού του Αιτητή αξιολογήθηκε από τον αρμόδιο λειτουργό ότι δεν συντρέχει εύλογη πιθανότητα να υποστεί ο Αιτητής δίωξη ή σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, ήτοι στη Νιγηρία. Καταλήγοντας, ότι δεν εμπίπτει ούτε στο προσφυγικό καθεστώς σύμφωνα με το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου ούτε και στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας με βάση το άρθρο 19 του ίδιου Νόμου.

 

Έπειτα από ενδελεχή εξέταση του διοικητικού φακέλου και όπως προκύπτει από τα στοιχεία που βρίσκονται σε αυτόν, δέον να αναφερθούν τα παρακάτω:

 

Κρίνω ως ορθή από τους Καθ' ων η αίτηση την αποδοχή του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού ο οποίος και αφορά την ταυτότητα, τα στοιχεία του προφίλ, τη χώρα καταγωγής και την περιοχή συνήθους διαμονής του Αιτητή.

 

Προχωρώντας στην εξέταση του δεύτερου ουσιώδους ισχυρισμού, περί του ότι η ζωή του Αιτητή κινδύνευε επειδή δεν ήθελα να αναλάβει τη θέση του θείου του ως αρχηγός, κρίνω πως ορθά οι Καθ’ ων τον απέρριψαν λόγω έλλειψης εσωτερικής και εξωτερικής αξιοπιστίας. Πιο συγκεκριμένα, ο Αιτητής υπέπεσε σε αντιφάσεις και προέβαλε μη ευλογοφανείς ισχυρισμούς. Ο Αιτητής ανέφερε ότι ο θείος του απεβίωσε το Νοέμβριο του 2021, ο αδελφός του στις 27/03/2022, ο ίδιος αναχώρησε από τη χώρα καταγωγής του τον Ιούνιο του 2022 και διέμενε και εργαζόταν για όλο αυτό το χρονικό διάστημα έως την αναχώρησή του στο ίδιο μέρος, απαντήσεις μη ευλογοφανείς σε σχέση με τις δηλώσεις του ότι κινδύνευε η ζωή του. Περαιτέρω, ο Αιτητής ανέφερε, σε σχετική ερώτηση, ότι αρχικά είχαν στοχοποιήσει μόνο τον αδελφό του διότι παρά το ότι ήταν δίδυμοι θεωρούσαν ότι ο αδελφός του ήταν γηραιότερος απάντηση η οποία δε είναι αληθοφανής και δεν εξηγεί την αντίφαση. Όσον αφορά τους θείους του ο αρμόδιος λειτουργός τον κάλεσε να αποσαφηνίσει την αντίφαση στις δηλώσεις του όπου αφενός δηλώνει ότι είχε μόνο έναν θείο από την πλευρά του πατέρα του, ο οποίος απεβίωσε, και αφετέρου πως ένας θείος του από την πλευρά του πατέρα του κατέβαλε την εγγύηση για να αποφυλακιστεί και ο Αιτητής απάντησε ότι μπέρδεψε τις λέξεις και στην πραγματικότητα ήθελα να δηλώσει πως ήταν θείος από την πλευρά της μητέρας του. Επίσης, ο Αιτητής κληθείς να εξηγήσει πως κατόρθωσε να αναχωρήσει νόμιμα από τη χώρα καταγωγής του παρά την υπόθεση που εκκρεμούσε εναντίον και στα πλαίσια της οποίας συνελήφθη και είχε αφεθεί ελεύθερος με εγγύηση ανέφερε ότι το πρόσωπο που αποπλήρωσε την εγγύηση είχε τη δύναμη να το δώσει εντολή στην αστυνομία να τον συλλάβει και ότι δεν μπορούσαν να τον συλλάβουν φανερά, δηλ. ουσιαστικά ο Αιτητής δεν παρουσιάζεται σε θέση να δώσει κάποια σχετική επεξήγηση αφού απαντάει χωρίς ευλογοφάνεια. Τέλος, όταν κλήθηκε ο Αιτητής να αποσαφηνίσει την αντίφαση ότι από τη μία πλευρά στο έντυπο αίτησης δήλωσε ότι όφειλε να γίνει ο αρχιερέας επειδή ήταν ο μόνος επιζών υιός της οικογένειάς του και από την άλλη πλευρά κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του ότι έπρεπε να διαδεχθεί το θείο του ο Αιτητής δήλωσε ότι οι αστυνομικοί που τον συνέλαβαν τον χτύπησαν και τον ανάγκασαν να κάνει αυτή τη δήλωση.      

 

Όταν ο αιτητής κρίνεται αναξιόπιστος, δεν υπάρχουν περιθώρια περαιτέρω διερεύνησης (δέστε  υπόθ. αρ. 1964/06, ημερ. 11.3.08  Obaidul Haque v. Δημοκρατίας).

 

Σε σχέση με τα ως άνω , το παρόν Δικαστήριο προχώρησε σε έρευνα αξιόπιστων πηγών από την οποία προκύπτουν τα εξής:

Υπάρχουν διάφορα επίπεδα "παραδοσιακών" αρχηγών, όπως αυτός που ισχυρίζεται ο Αιτητής, και ορισμένοι από αυτούς αποτελούν μέρος του κρατικού διοικητικού συστήματος και διορίζονται από την κρατική κυβέρνηση. Ο ρόλος τους είναι σεβαστός και περιζήτητος. Σήμερα, οι τελετές μύησης δεν περιλαμβάνουν επικίνδυνα στοιχεία για τους συμμετέχοντες. Υπάρχει έντονος ανταγωνισμός για ορισμένους τίτλους αρχηγού και σπάνια απορρίπτονται οι τίτλοι. Ωστόσο, ορισμένοι τους αρνούνται. Οι πηγές συμφωνούν ότι η άρνηση ενός τίτλου δεν έχει συνέπειες. Ο εξαναγκασμός σε αρχηγία είναι εφικτός, αλλά όχι πιθανός.[1]

 

Από τις πληροφορίες που παρατίθενται πιο πάνω προκύπτει ότι ο Αιτητής, ως προς τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό του, δε θεμελιώνει ούτε την εσωτερική ούτε την εξωτερική του αξιοπιστία και ως εκ τούτου απορρίπτεται.

 

Σε σχέση με το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, από τους ισχυρισμούς του Αιτητή, όπως αυτοί εκτέθηκαν και αξιολογήθηκαν, δεν προκύπτουν ουσιώδεις λόγοι ώστε να θεωρηθεί ότι αυτός κινδυνεύει να υποστεί κατά την επιστροφή του στη χώρα καταγωγής του θανατική ποινή ή εκτέλεση, όπως προβλέπει η περίπτωση α', ή   βασανιστήρια ή απάνθρωπη  ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία, όπως προβλέπει η περίπτωση β' του αρ. 19(2) του Περί Προσφύγων Νόμου.

Όσον αφορά την περίπτωση γ' του ίδιου άρθρου, από πληροφορίες που αντλούνται από αξιόπιστες πηγές, δεν προκύπτει ότι ο Αιτητής, εάν επιστρέψει στην περιοχή που διέμενε πριν την αναχώρηση του, θα κινδυνεύσει ως άμαχος.

Σύμφωνα με διαθέσιμες πηγές πληροφόρησης προκύπτουν τα εξής:

Η Νιγηρία εμπλέκεται σε δύο παράλληλες μη διεθνείς ένοπλες συγκρούσεις κατά των μη κρατικών ένοπλων ομάδων Boko Haram και του Ισλαμικού Κράτους στην επαρχία της Δυτικής Αφρικής (ISWAP) που λαμβάνουν χώρα στην βορειοανατολική περιοχή της Νιγηρίας[2] και επομένως όχι στην πολιτεία Enugu, όπου είναι ο τελευταίος τόπος συνήθους διαμονής του Αιτητή, η οποία βρίσκεται στα νοτιοανατολικά της χώρας.

 

Επιπρόσθετα, σύμφωνα με τη βάση δεδομένων του ACLED 0(Armed Conflict Location & Events Data Project) κατά το διάστημα 23/02/2023 – 23/02/2024 στον τελευταίο τόπο διαμονής του Αιτητή καταγράφηκαν 78 περιστατικά ασφαλείας με 67 απώλειες ανθρώπινων ζωών. Από τα πιο πάνω περιστατικά τα 23 συνίστατο σε μάχες (με 35 απώλειες ανθρώπινων ζωών), τα 53 σε βία εναντίον αμάχων (με 32 απώλειες ανθρώπινων ζωών) και τα 2 συνίστατο σε εξεγέρσεις (με καμία απώλεια ανθρώπινης ζωής).[3]

 

Επομένως, δεν υφίσταται αδιάκριτη βία, συνυπολογίζοντας και το γεγονός ότι ο πληθυσμός της πολιτείας Enugu ανέρχεται σε 4.690.100 σύμφωνα με την τελευταία επίσημη καταμέτρηση του 2022[4],  ώστε ο Αιτητής και μόνο με την παρουσία του να κινδυνεύσει να υποστεί σοβαρή βλάβη, που αποτελεί την πρώτη και αναγκαία προϋπόθεση για την εφαρμογή της περίπτωσης γ' του Αρ. 19(2) του Περί Προσφύγων Νόμου.

Ακολούθως, μετά από προσεκτική εξέταση των όσων ο Αιτητής ισχυρίστηκε κατά την διάρκεια της συνέντευξής του, διαπιστώνω ότι ορθά ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι ο Αιτητής δεν αντιμετώπιζε οποιουδήποτε είδους δίωξη καθώς και πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη στη χώρα καταγωγής του και ότι η περίπτωσή του δεν πληρούσε τις υπό του Νόμου προβλεπόμενες προϋποθέσεις για αναγνώριση του καθεστώτος του πρόσφυγα ή της συμπληρωματικής προστασίας. Περαιτέρω, κρίνω ως ορθά  τα πορίσματα της έκθεσης εισήγησης του αρμόδιου λειτουργού.  

Συνεπώς και σύμφωνα με τα ενώπιον μου στοιχεία, καταλήγω ότι δεν προκύπτει βάσιμος φόβος δίωξης όπως περιγράφεται στο άρθρο 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου, ούτε αποδείχθηκε ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 19(2) αναφορικά με τον κίνδυνο ο Αιτητής να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη στη χώρα καταγωγής του.

Υπό το φως των ανωτέρω, κρίνω ότι το αίτημα του Αιτητή για διεθνή προστασία εξετάστηκε επιμελώς σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου ήταν το αποτέλεσμα δέουσας έρευνας και ορθής αξιολόγησης όλων των στοιχείων και δεδομένων, είναι επαρκώς αιτιολογημένη και λήφθηκε σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου, το Σύνταγμα και τις Γενικές Αρχές του Διοικητικού Δικαίου.

Τέλος, κρίνω ότι η προσβαλλόμενη απόφαση ήταν εύλογη και λήφθηκε κατ' ορθή ενάσκηση της διακριτικής ευχέρειας των Καθ' ων η Αίτηση, οι οποίοι ενήργησαν σύννομα και συνεκτίμησαν όλα τα ενώπιον τους στοιχεία. Δεν έχει καταδειχθεί οτιδήποτε ούτως ώστε να δικαιολογείται επέμβαση του παρόντος Δικαστηρίου. Αντιθέτως, κρίνω ότι με σαφήνεια καταδεικνύεται στην υπό εξέταση περίπτωση και για τους λόγους που έχουν ήδη εκτεθεί, πως τα πραγματικά περιστατικά δεν στοιχειοθετούν και δεν στηρίζουν τις υπό του περί Προσφύγων Νόμου και της Σύμβασης της Γενεύης του 1951, αναγκαίες προϋποθέσεις, για αναγνώριση του καθεστώτος του πρόσφυγα ή της συμπληρωματικής προστασίας, εφόσον ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, ούτε ότι υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται πως, εάν επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη.

Τέλος, λαμβάνω υπόψη ότι ο Υπουργός Εσωτερικών, στα πλαίσια των εξουσιών του άρθρου 12Βτρις του περί Προσφύγων Νόμου, καθόρισε με την Κ.Δ.Π. 166/2023 ημερ. 26/05/2023 τη χώρα καταγωγής του Αιτητή (Νιγηρία) ως ασφαλή χώρα ιθαγένειας.

Συνεπώς, με βάση τα ανωτέρω, η προσφυγή απορρίπτεται με €1200 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ΄ ων η Αίτηση.

 

                           

 

                               

                                          Βούλα Κουρουζίδου  - Καρλεττίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.


 



[1] EUAA, “Country Guidance: Nigeria – 2.12: 2.12 Individuals refusing chieftaincy titles”, October 2021, p. 76, https://euaa.europa.eu/publications/country-guidance-nigeria-october-2021 (assessed on 04/03/2024)

[2] RULAC, Nigeria, Last updated:  02/03/2023, https://www.rulac.org/browse/conflicts/non-international-armed-conflict-in-nigeria#collapse2accord (assessed on 04/03/2024) 

 

[3] ACLED (Armed Conflict Events & Location Data Project Data), Εφαρμοζόμενες παράμετροι: Western Africa: Nigeria: Enugu State, 23/02/2023 – 23/02/2024, https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard (assessed on 04/03/2024)

[4] City Population, Africa: Nigeria: Enugu State, https://citypopulation.de/en/nigeria/admin/NGA014__enugu/  (assessed on 04/03/2024)


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο