ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθ. Αρ.: 1874/2023

 

29 Μαρτίου, 2024

 [Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

1.    Y.S.T. από Καμερούν και νυν Παραλίμνι,

2.    Τ.W. (υιός)

Αιτητές

-και-

 

Υπηρεσίας Ασύλου και/ή μέσω Υπουργείου Εσωτερικών

Καθ' ων η Αίτηση

 

ΑΙΤΗΣΗ ΕΠΑΝΑΦΟΡΑΣ ΠΡΟΣΦΥΓΗΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 29/11/23

Εμφανίσεις:

Π. Μπενέτης (κος), Δικηγόρος για τους Αιτητές

Σ. Σταύρου (κα) για Α. Κίτσιου (κα), Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα, Δικηγόρος για τους Καθ' ων η Αίτηση.

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

Με την παρούσα προσφυγή προσβάλλεται η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, επιστολής ημερομηνίας 29/05/23 με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα της Αιτήτριας 1 (και του εξαρτώμενου τέκνου της Αιτητής 2) για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας ως άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε νομικού αποτελέσματος.

 

Η Αιτήτρια 1 με την παρούσα αίτηση ζητά διάταγμα του Δικαστηρίου για:

1.    Επαναφορά (Reinstatement) της ανωτέρω προσφυγής.

2.    Περαιτέρω ή άλλη θεραπεία.

3.    Έξοδα.

 

Με βάση το περιεχόμενο του φακέλου του Δικαστηρίου η προσφυγή καταχωρίστηκε από δικηγόρο που εκπροσωπούσε την Αιτήτρια 1 στις 16/06/23 η οποία ορίστηκε για πρώτη εμφάνιση στις 19/09/23 και ώρα 8.30 π.μ. Οι Καθ' ων η αίτηση καταχώρησαν Ένσταση στις 13/09/23 και κατά την πρώτη εμφάνιση, ήτοι 19/09/23 η υπόθεση ορίστηκε για Διευκρινίσεις στις 20/11/23 με οδηγίες όπως παρίσταται και η Αιτήτρια 1 κατά την εν λόγω ημερομηνία. Το Δικαστήριο στην παρουσία εκπροσώπου που εμφανίστηκε για τον δικηγόρο που εκπροσωπούσε τότε την Αιτήτρια 1 έδωσε οδηγίες όπως καταχωριστεί μέχρι τις 10/10/23 Γραπτή Αγόρευση για την Αιτήτρια 1 με ρήτρα απόρριψης της προσφυγής, μέχρι τις 31/10/23  για την Γραπτή Αγόρευση των Καθ΄ ων η αίτηση και περαιτέρω για σκοπούς Απαντητικής Αγόρευσης μέχρι τις 10/11/23. Το Δικαστήριο επιλήφθηκε της υπόθεσης στις 20/11/23 και η ώρα 9.45, ενέκρινε δε αίτημα της συνηγόρου των Καθ' ων η αίτηση για απόρριψη της προσφυγής λόγω μη προώθησης της ήτοι λόγω μη καταχώρησης εκ μέρους του δικηγόρου της Αιτήτριας 1 της Γραπτής Αγόρευσης και λόγω της απουσίας τόσο του δικηγόρου όσο και της ίδιας της Αιτήτριας 1 κατά την ημέρα Διευκρινίσεων της υπόθεσης.

 

Στις 29/11/23 η Αιτήτρια διορίζοντας νέο δικηγόρο, καταχώρησε την υπό εξέταση αίτηση, αιτούμενη την επαναφορά της προσφυγής της.

 

Τα γεγονότα επί των οποίων στηρίζεται η αίτηση αναφέρονται  στη συνημμένη ένορκη δήλωση ημερομηνίας 29/11/23 του κ. Μαυρονικόλα από τη Λευκωσία, δικηγόρου και συνεργάτη του δικηγορικού γραφείου που εμφανίζονται για την Αιτήτρια. Στην ένορκη δήλωση καταγράφεται, μεταξύ άλλων και στην έκταση που ενδιαφέρει, τα ακόλουθα:

 

«[…]

3.      Κατά την ημερομηνία ορισμού ο δικηγόρος των αιτητών βρισκόμενος στην Λεμεσό όπου διεκπεραίωνε ποινική υπόθεση τηλεφώνησε σε προηγούμενη σε συνάδελφο του στη Λευκωσία δίνοντας τον αριθμό υπόθεσης 1874/2023 όπως ο συνάδελφος του εκ παραδρομής σημείωσε αριθμό Τ1874/2023, υπόθεση την οποία ενημερώθηκε ότι έκλεισε στις 31/10/2023 οπότε και θεώρησε εύλογο να μην εμφανιστεί ενώπιον του Δικαστηρίου ως η εντολή του Αχιλλέως με αποτέλεσμα η προσφυγή 1874/2023 να αποσυρθεί στις 20/11/2023 λόγου μη προώθησης.

4.         Στις 28/11/2023 η αιτήτρια τηλεφώνησε το δικηγόρο κ Αχιλλέως α ενημερωθεί για την νέα ημερομηνία της υπόθεσης της. Ο κ Αχιλλέως μη έχοντας νέα για την υπόθεση τηλεφώνησε στον συνάδελφο του και όταν αντιλήφθηκε την λάθος συνεννόηση επικοινώνησε με το πρωτοκολλητείο και ενημερώθηκε ότι η προσφυγή απορρίφθηκε στις 20/11/2023 και ενημέρωσε την αιτήτρια

5.         Η αιτήτρια το απόγευμα της ίδιας ημέρας επισκέφθηκε το γραφείο των δικηγόρων Αλτάχερ Μπενέτης Και Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε. και τους ενημέρωσε για τη υποθεση του όπου από κοινού αποφάσισε να προχωρήσουν με καταχώρηση αιτήσεως επαναφοράς και υπόγραψε το σχετικό διοριστήριο καθώς ουδέποτε υπήρχε η πρόθεση της να αποσύρει την προσφυγή της

[…]

7.         Οι αιτητές βρίσκονται σήμερα με μια αποσυρθείσα προσφυγή που στην ουσία είναι σαν να συμφωνούν με την υπηρεσία Ασύλου και με οποιαδήποτε καταχώρηση μεταγενέστερης αίτησης θα τους ακολουθεί η απόσυρση της παρούσας προσφυγής με αρνητικό αποτέλεσμα περαιτέρω έχουν απωλέσει το δικαίωμα νοσηλείας ως αιτητές ασύλου και το ανήλικο δεν μπορεί να εγγραφεί στο σχολεία καθώς πλέον διαμένουν παράνομα στη Δημοκρατία

[…]

9.      Η μη εξέταση από το Δικαστήριο της προσφυγής του αιτητή θα δημιουργήσει μεγάλο πρόβλημα σε αυτήν εφόσον θα αναγράφεται στην υπηρεσία ασύλου ότι η αιτήτρια δεν προώθησε την αίτηση της.

10.    Ως εκ τούτου είναι φανερό ότι η προσφυγή αποσύρθηκε και απορρίφθηκε υπέρ των Καθ΄ ων η αίτηση λανθασμένα και/ή εκ κακής συνεννόησης και/ή εκ στις 12/01/2023, ενώ ουδέποτε ήταν η πρόθεση και/ή επιθυμία τους όπως αυτή αποσυρθεί.

11.    Όλα τα πιο πάνω τα γνωρίζω προσωπικά έχουν λεχθεί από τον αιτητή στην παρουσία των Δικηγόρων της αιτήτριας»

 

Κατά την ενώπιον του Δικαστηρίου διαδικασία ο δικηγόρος της Αιτήτριας 1 υποστήριξε, παραπέμποντας και σε σχετικές αποφάσεις, ότι η Αιτήτρια 1 σε όλες τις ημερομηνίες ορισμού της αίτησης επαναφοράς ήτο παρούσα, ουδέποτε είχε πρόθεση να αποσύρει αλλά και ούτε είχε δώσει εντολή στο δικηγόρο που χειριζόταν την υπόθεση να την αποσύρει, υιοθετήθηκαν δε τα όσα αναφέρονται στην ένορκη δήλωση που υποστηρίζουν την αίτηση. Τόνισε ότι τυχόν απόρριψη της αίτησης επαναφοράς συνιστά στέρηση του δικαιώματος της να ακουστεί επί της ουσίας από το Δικαστήριο.

 

Οι Καθ΄ ων η αίτηση υιοθέτησαν πρόχειρο γραπτό κείμενο το οποίο κατέθεσαν στο Δικαστήριο για σκοπούς διευκόλυνσης της διαδικασίας παραπέμποντας σε συγκεκριμένα αποσπάσματα. Υιοθετούν στην ουσία το περιεχόμενο της Ένστασης και της επισυνημμένης σε αυτή ένορκης δήλωσης και προβάλουν, μεταξύ άλλων, ότι δεν πληρούνται οι νομολογιακές προϋποθέσεις για την έκδοση του αιτούμενου διατάγματος και/ή σκοπός της παρούσας αίτησης είναι η υπερφαλάγγιση των δικονομικών διατάξεων και η αναγέννηση δικαστικών διαδικασιών, και/ή δεν αποκαλύπτεται οποιοσδήποτε ικανοποιητικός λόγος που να δικαιολογεί την επαναφορά της προσφυγής, και/ή επιτρέπεται η επαναφορά στις περιπτώσεις που η πρόθεση της αιτούσας είναι η εγκατάλειψη της προσφυγής και/ή με την παρούσα αίτηση σκοπείται η κατάχρηση της δικαστικής διαδικασίας και/ή δεν έχουν καταδειχθεί οιεσδήποτε εξαιρετικές συνθήκες και/ή περιστάσεις και/ή το ότι υπήρχε εύλογη αιτία και/ή ουσιαστική αδυναμία που να δύναται να ικανοποιήσει το Δικαστήριο να ασκήσει τη διακριτική του ευχέρεια υπέρ της αποδοχής του αιτήματος της αιτούσας και/ή η ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση είναι παράτυπη/αντικανονική αφορά εξ΄ ακοής μαρτυρία και δεν παρέχεται καμία αιτιολογία για τους λόγους που δεν ορκίζεται η ίδια η αιτούσα. Τα γεγονότα στα οποία στηρίζεται η Ένταση των Καθ' ων η Αίτηση εκτίθενται στην ένορκη δήλωση ημερομηνίας 21/03/24 της κας Α. Κίτσιου, Δικηγόρο στην Νομική Υπηρεσία της Δημοκρατίας όπου υιοθετείται και επαναλαμβάνεται πλήρως το περιεχόμενο των λόγων ένστασης.

 

Έχω εξετάσει όσα έχουν προβληθεί και καταλήγω ως ακολούθως:

Καταρχάς, προέχει η εξέταση του ισχυρισμού των Καθ' ων η αίτηση σε σχέση με την αντικανονικότητα της ένορκης δήλωσης που συνοδεύει την αίτηση της Αιτήτριας 1 εφόσον ορκίζεται δικηγόρος που συνεργάζεται με το δικηγορικό γραφείο που την εκπροσωπεί και όχι η ίδια, χωρίς να παρέχεται εύλογη αιτιολογία.

 

Έχει διαχρονικά αποφασιστεί σε αριθμό υποθέσεων ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου ότι δεν αποκλείεται ένορκη δήλωση απλά και μόνον ο ομνύων είναι δικηγόρος, νοουμένου ότι παρέχεται εξήγηση ως προς τους λόγους για τους οποίους ορκίζεται δικηγόρος αντί του διαδίκου. Στην Rybovlev κ.α. Rybolovlera (2010) 1 A.A.Δ. 82., επί του εν λόγω ζητήματος λέχθηκαν τα ακόλουθα:

 

«Σε σχέση με τον πρώτο τούτο λόγο έφεσης, το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού επιλήφθηκε του σχετιζόμενου με το θέμα λόγου Ένστασης που είχε προβληθεί κατά της συνέχισης ισχύος των προσωρινών διαταγμάτων, αποφάνθηκε ως εξής:

 

"Στην κρινόμενη περίπτωση με βάση τη φύση της αίτησης ως ενδιάμεσης και ορώμενη κάτω από το πλαίσιο της Διαταγής 48 και 39 επιτρέπουσα εξ ακοής μαρτυρία, εφ' όσον αποκαλύπτονται οι πηγές πληροφόρησης, κρίνω ότι δεν μπορώ να θεωρήσω άκυρη την ένορκη δήλωση του Ν. Χ"Λοΐζου αφού ο τελευταίος δηλώνει σαφώς τις πηγές πληροφόρησης του, την εξουσιοδότηση του καθώς και την κατοχή εγγράφων που επίσης του δίνουν δυνατότητα γνώσης. (Η υπόθεση Dulal Dulal v. Κυπριακής Δημοκρατίας, Προσφ. Aρ. 1045/05, ημερ. 27.10.05 στην οποία με παρέπεμψαν οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των καθ' ων η αίτηση δεν αφορά ενδιάμεση αίτηση αλλά ένορκη δήλωση που συνοδεύει πρωτογενή αίτηση άλλης υφής. ΒλIn re Efthymiou (1987) 1 C.L.R. 28, Zeeland Navigation Co. Ltd v. Banque Worms κ.ά(1997) 1 Α.Α.Δ. 964, Thanos Hotels Ltd v. Ιωάννου (1991) 1 Α.Α.Δ. 1036)."

 

Το θέμα της κατάρτισης και υποβολής σε δικαστική διαδικασία ένορκης δήλωσης από δικηγόρο, διέπεται από καλά καθιερωμένες αρχές που εκπηγάζουν από τη νομολογία. Αν χρειάζεται να τις συνοψίσουμε ξανά, θα λέγαμε ότι γενικά ομιλούντες, μια ένορκη δήλωση δεν αποκλείεται απλά επειδή ο ομνύων είναι δικηγόρος. Οι δικηγόροι όμως θα πρέπει να αποστασιοποιούνται από τα γεγονότα που σχετίζονται με τα επίδικα θέματα και τυγχάνει γενικά ανεπιθύμητο να εμφανίζονται ως μάρτυρες ή ενόρκως δηλούντες σε δικαστική διαδικασία στην οποία εκπροσωπούν διάδικο, εκτός εάν αυτό είναι αναγκαίο. Αφ' ης όμως στιγμής δικηγόρος έχει με τον ένα ή άλλο τρόπο καταστεί μάρτυρας γεγονότων, τότε κωλύεται, λόγω ασυμβιβάστου, να συνεχίζει να εμφανίζεται χειριζόμενος την υπόθεσή του πελάτη του ως δικηγόρος. (Ahapittas v. Roc-Chic Ltd (1968) 1 C.L.R. 1, In re Efthymiou (1987) 1 C.L.R. 319, Thanos Hotels Ltd v. Ιωάννου (1991) 1 Α.Α.Δ. 1036).

 

Στις πιο πάνω καλά καθιερωμένες αρχές δεν κρίνουμε ορθό να προσθέσουμε ή να αναγνωρίσουμε και άλλη αρχή σύμφωνα με την οποία εάν ο ομνύων είναι δικηγόρος και δεν επεξηγεί με επάρκεια γιατί προβαίνει ο ίδιος στην ένορκη δήλωση και όχι ο πελάτης του, τότε η ένορκη δήλωση πάσχει και θα πρέπει ν' αγνοηθεί ή απορριφθεί. Ούτε και συμφωνούμε ότι μια τέτοια απόλυτη αρχή εξάγεται από την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Dulal Dulal (ανωτέρω). Απλά, στη προσφυγή εκείνη το Ανώτατο Δικαστήριο με μονομελή σύνθεση, το οποίο επιλαμβανόταν ενδιάμεσης αίτησης στο πλαίσιο προσφυγής για αναστολή εκτέλεσης διαταγμάτων απέλασης και κράτησης, έκρινε ότι θα έπρεπε ο ομνύων δικηγόρος να παράσχει κάποια εξήγηση γιατί προέβηκε ο ίδιος στην ένορκη δήλωση και όχι ο ίδιος ο αιτητής. Ενώ δε το Δικαστήριο εξέφρασε την άποψη ότι αυτός θα ήταν αρκετός λόγος γι' απόρριψη της αίτησης, εν τούτοις, προχώρησε και εξέτασε την ουσία της και την απέρριψε για άλλους λόγους, βασιζόμενο στα στοιχεία που παρατέθηκαν στην ένορκη δήλωση. Σημειώνεται ότι στην υπόθεση Dulal Dulal ο αιτητής, αν και ήταν υπήκοος της Μπαγκλαντές, κατά τον ουσιώδη χρόνο βρισκόταν στην Κύπρο αναμένοντας την έκβαση της αίτησής του. Υπ' εκείνες τις περιστάσεις κρίθηκε ότι χρειαζόταν μια εξήγηση ως προς το γιατί δεν κατάρτισε ο ίδιος την ένορκη δήλωση. Θα σημειώναμε εδώ, σε αντιδιαστολή, ότι το Ανώτατο Δικαστήριο με την ίδια μονομελή σύνθεση αποδέχτηκε ως κανονική ένορκη δήλωση δικηγόρου εκ μέρους αλλοδαπής αιτήτριας, εφόσον αυτή βρισκόταν στο εξωτερικό, χωρίς άλλη εξήγηση. Συγκεκριμένα, στην υπόθεση Svetlana Shalaeva v. Δημοκρατίας, Yπόθεση Αρ. 869/2005, ημερ. 24.3.2006επιλαμβανόμενο αίτησης της Δημοκρατίας για παροχή ασφάλειας εξόδων από την αλλοδαπή προσφεύγουσα, το ίδιο Δικαστήριο, και ορθά βέβαια, αποδέχθηκε και ενήργησε στη βάση Ένστασης που στηριζόταν σε ένορκη δήλωση δικηγόρου εκ μέρους της προσφεύγουσας-καθ' ης η αίτηση, η οποία είχε ήδη απελαθεί και βρισκόταν στο εξωτερικό.

Με αυτά ως δεδομένα, μπορούμε να δεχθούμε ως αρχή της νομολογίας αναφορικά με το θέμα παροχής εξήγησης ως προς το γιατί ομνύων είναι δικηγόρος και όχι διάδικος ή άλλο πρόσωπο, ότι κάποια εξήγηση προς τούτο απαιτείται, εκεί όπου δεν προκύπτει υπό τις περιστάσεις ένας εμφανής καλός λόγος, όπως είναι η διαμονή του διαδίκου στο εξωτερικό και/ή άλλες εγγενείς δυσχέρειες οι οποίες δεν θα επέτρεπαν στον ίδιο να είναι ενόρκως δηλών. Στην υπό εξέταση δε περίπτωση, σύμφωνα με τον ομνύοντα δικηγόρο, η αιτήτρια-εφεσείουσα είναι μόνιμη κάτοικος Ελβετίας η οποία έχει την φροντίδα ανήλικου τέκνου του ζεύγους και η οποία επιλαμβανόταν λήψης δικαστικών μέτρων στην Ελβετία και σε άλλες χώρες κατά τον ουσιώδη χρόνο. Αυτά τα στοιχεία, λαμβανόμενα υπόψη, μαζί με το στοιχείο του επικαλούμενου κατεπείγοντος του θέματος, δεν θα απαιτούσαν, κατά την άποψή μας την παροχή οποιωνδήποτε άλλων εξηγήσεων ως προς το γιατί τα αναγκαία γεγονότα τέθηκαν υπόψη του Δικαστηρίου μέσω δικηγόρου ο οποίος αποκάλυψε ικανοποιητικά τις πηγές πληροφόρησής του.»

 

Εφαρμόζοντας την πιο πάνω νομολογία στην προκειμένη περίπτωση, δεν δικαιολογούνται οι λόγοι σύνταξης ένορκης δήλωσης από τον κ. Μαυρονικόλα αντί της Αιτήτριας 1, (η οποία με βάση τους ισχυρισμούς του ίδιου του δικηγόρου της εμφανιζόταν ανελλιπώς στο Δικαστήριο για τους σκοπούς της παρούσας αίτησης). Καμία αναφορά γίνεται περί αδυναμίας της να προβεί η ίδια σε ένορκη δήλωση επί της παρούσας αίτησης και πέραν τούτου, τα γεγονότα τα οποία περιγράφει ο κ. Μαυρονικόλας στην ένορκη δήλωση του ημερομηνίας 29/11/23 και/ή αφορούν γεγονότα που αντλεί πληροφόρηση από την ίδια την Αιτήτρια 1,  δεν αποτελούν μαρτυρία που η πρωτογενής πηγή πληροφόρησης είναι η ίδια, αλλά του προηγούμενου δικηγόρου της.

 

Σε κάθε περίπτωση (και ενώ ο πιο πάνω λόγος θα ήτο αρκετός για απόρριψη της αίτησης) μετά από αξιολόγηση των στοιχείων που παρουσιάζονται στην ένορκη δήλωση του κ. Μαυρονικόλα είναι εμφανής η έλλειψη και/ή παρανόηση συμβάντων που στηρίζεται η αίτηση επαναφοράς λαμβάνοντας υπόψη της ανεπάρκειας πρωτογενούς γνώσης των πραγματικών γεγονότων που οδήγησαν στην απόρριψη της προσφυγής της Αιτήτριας 1. Γίνονται άστοχες, ατυχείς και αλληλοσυγκρουόμενες αναφορές στην σχετική ένορκη δήλωση ημερομηνίας 29/11/23 όπως λ.χ. ότι η υπόθεση έχει αποσυρθεί στις 20/11/2023 και/ή ότι ουδέποτε υπήρχε πρόθεση της Αιτήτριας 1 να αποσύρει την προσφυγή της και/ή  ότι η προσφυγή αποσύρθηκε και απορρίφθηκε λανθασμένα λόγω κακής συνεννόησης και/ή στις 12/01/2023 ουδέποτε ήταν η πρόθεση και/ή επιθυμία της Αιτήτριας 1 όπως αυτή αποσυρθεί. Η δε προχειρότητα με την οποία ετοιμάστηκε η ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την αίτηση επαναφοράς και/ή η ανεπάρκεια γνώσης των γεγονότων που προβάλλονται προς υποστήριξη της αίτησης είναι εξόφθαλμη και δεν μπορεί να οδηγήσει σε ασφαλή συμπέρασμα κατά πόσο δεν υπήρχε πρόθεση εγκατάλειψης της προσφυγής.

 

Αντίθετα, όπως περιγράφεται ανωτέρω, από τον φάκελο του Δικαστηρίου προκύπτει ότι στις 20/11/23 η προσφυγή απορρίφθηκε καθότι δεν είχε καταχωρηθεί Γραπτή Αγόρευση της Αιτήτριας (η οποία ήτο με ρήτρα απόρριψης της προσφυγής από τις 10/10/23 - δεν ακολουθήθηκαν δηλαδή οι οδηγίες του Δικαστηρίου) και λόγω εν τέλει μη προώθησης της στις 20/11/23 όπου ήταν ορισμένη για Διευκρινίσεις και απουσίαζε τόσο ο συνήγορος όσο και η ίδια η Αιτήτρια 1 ως οι σχετικές οδηγίες του Δικαστηρίου. Επιπλέον, της πιο πάνω ασυνάφειας που παρουσιάζεται στην ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την αίτηση καμία πληροφόρηση παρέχεται σε ποια ποινική υπόθεση ευρισκόταν ο προηγούμενος δικηγόρος της Αιτήτριας 1 κατά την ημερομηνία Διευκρινίσεων της υπόθεσης που καθιστούσε αδύνατη την παρουσία του και/ή καμία πληροφόρηση παρέχεται σε σχέση με το ποιος συνάδελφος του προηγούμενου δικηγόρου έλαβε εντολή να παρουσιαστεί κατά/ή περί την 20/11/23 και δεν το έπραξε.

 

Στην Tsingi vThe Republic (1984) 3 CLR 1262, αναφέρθηκε ότι η επαναφορά προσφυγής η οποία έχει απορριφθεί επειδή έχει θεωρηθεί εγκαταλειφθείσα εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια του δικαστή, ήτοι:

 

«As it appears from the aforementioned affidavit of counsel for the applicant that this recourse has never been actually abandoned I have to determine it in accordance with Article 146.4 and in order to do so I have to reinstate it, inasmuch as it was dismissed on the incorrect assumption that, due to the long delay of counsel for the applicant to file his written address, it had been abandoned.

 

I have no doubt that I have inherent jurisdiction to reinstate this case in the present circumstances and, in any event, I possess competence under both rule 19 of the Supreme Constitutional Court Rules of Court and rule 14 of Order 26 of the Civil Procedure Rules, to the extent to which it is applicable to a case of the present nature, to direct that my Order of the 31st May 1983 which dismissed this recourse should be set aside so that, in effect, the proceedings in it will continue as if it had never been dismissed.»

 

Σύμφωνα και με την πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου αίτηση επαναφοράς προσφυγής αντιμετωπίζεται πάντοτε με αυστηρότητα, εφόσον η προθεσμία καταχώρησης προσφυγής δεν μπορεί να επεκταθεί με οποιοδήποτε τρόπο (Υποθ. Αρ. 1252/2010, Issam Lotfy Mohamed El Aassy v. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 17/05/2011, Υποθ. Αρ. 540/2012, Nader Mt Matanes v. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 30/11/2012).  

 

Ούτε πληροφόρηση παρέχεται για τους λόγους μη τήρησης οδηγιών του Δικαστηρίου για καταχώρηση εκ μέρους του προηγούμενου δικηγόρου που εκπροσωπούσε τότε την Αιτήτρια 1 για καταχώρηση Γραπτής της Αγόρευσης εντός συγκεκριμένης ημερομηνίας με ρήτρα απόρριψης της προσφυγής της ήτοι από τις 10/10/23. Ο ισχυρισμός του συνηγόρου της Αιτήτριας 1, ότι η απόρριψη της παρούσας Αίτησης θα επιφέρει απεμπόληση του δικαιώματος της να ακουστεί δεν μπορεί επίσης να γίνει αποδεκτός. Στην Υπόθ. Αρ. 1483/2013, Εύης Δρουσιώτης ν. Πανεπιστημίου Κύπρου, ημερομηνίας 07/08/2015, κρίθηκε ότι:

 

«κα Καλλίγερου παρέπεμψε στο σύγγραμμα Α. Σ. Αγγελίδη - Σ. Αγγελίδη: Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο, σ.97, για να υποστηρίξει ότι:

«Πρέπει να σημειώσω όμως και την περίπτωση που ήδη ανέφερα πιο πριν, όπου το Δικαστήριο απορρίπτει προσφυγή γιατί τη θεωρεί ως «εγκαταληφθείσα», για το λόγο ότι δεν ανταποκρίθηκε ο δικηγόρος του αιτητή ακριβόχρονα στις οδηγίες για καταχώριση γραπτής αγόρευσης. Είναι μια Δικαστική πρακτική που στηρίζεται σε διαδικαστικούς κανονισμούς, η οποία, κατά την άποψή μου, πέραν από το ότι δεν έχει έρεισμα στο άρθρο 146(4) του Συντάγματος ή στους Κανονισμούς ή στην ιδιόμορφη φύση της δικαστικής δίκης ή στο ανακριτικό σύστημα, εξ ου και φαίνεται να εγκαταλείφθηκε ή τουλάχιστον έπαυσε να είναι πλέον η συνήθης πρακτική, γιατί πλήττει συνταγματικό δικαίωμα, αυτό της καταφυγής στη δικαιοσύνη (Άρθρο 30).  Δεν μπορεί να υπερισχύει η διαδικαστική προϋπόθεση του τι ορίζει το Σύνταγμα.  Άλλωστε επιφέρει και πρόσθετη χρονική επιβάρυνση αφού ως «αντίδραση», με στόχο την προστασία του δικαιώματος καταφυγής στο δικαστήριο, πρέπει να υποβληθεί εκ μέρους του προσφεύγοντος αίτημα επαναφοράς της προσφυγής, το οποίο πρέπει να ομολογήσω ότι σπάνια δεν γίνεται αποδεκτό.»

Δεν με βρίσκει σύμφωνη ότι η δικαστική πρακτική πλήττει συνταγματικό δικαίωμα, αυτό της πρόσβασης στη δικαιοσύνη, Άρθρο 30, κατά τρόπο που η δικαστική πρακτική να υπερισχύει του Συντάγματος.  Σε κάθε περίπτωση ο αιτητής είχε πρόσβαση στο Δικαστήριο ανεμπόδιστα από την ημέρα καταχώρισης της προσφυγής, 27.5.2013, και ήταν ελεύθερος κατά πάντα χρόνο να την προωθήσει, εντός του ταχθέντος υπό του Δικαστηρίου χρόνου και αναλόγως των οδηγιών του, ώστε να ανταποκριθεί και να εξασφαλίσει την προστασία που το Σύνταγμα του παρέχει και της θεραπείας που δυνατόν να πετύχει δυνάμει του Άρθρου 146(4) του Συντάγματος.  Το δικαίωμα δεν μπορεί να είναι ούτε απεριόριστο, ούτε και ανεξέλεγκτο, σε σημείο που να συνιστά κατάχρηση της διαδικασίας.  Το δικαίωμα του αιτητή προστατεύεται εφόσον προωθεί νομοτύπως την προσφυγή του και δεν δικαιούται να παρακάμπτει τις διαδικασίες και οδηγίες του Δικαστηρίου.  Διαφορετικά θα υπάρχει καταστρατήγηση του δικαιώματος για διαπίστωση των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων αμφοτέρων, διοίκησης και διοικούμενου εντός ευλόγου χρόνου, σύμφωνα με το Άρθρο 30(2) του Συντάγματος και κατ΄ επέκταση πλημμέλεια του Δικαστηρίου να τηρήσει τις προθεσμίες.»

 

Η επίκληση λάθους, αμέλειας ή παράλειψης του δικηγόρου που εκπροσωπούσε την Αιτήτρια 1 (στην παρούσα η μη καταχώρηση Γραπτής Αγόρευσης και/ή παράλειψης εμφάνισης) δεν μπορεί να οδηγήσει, χωρίς επαρκή αιτιολογία, σε επιτυχία επαναφοράς της προσφυγής της. Ο δικηγόρος εκπροσωπεί τον πελάτη του και οι ενέργειές του, στο πλαίσιο αυτής της εκπροσώπησης, δεσμεύουν τον αιτητή. Στη Bαρδιάνος ν. Richards (1998) 1 Α.Α.Δ. 698, καταγράφονται στην έκταση που μας ενδιαφέρει τα ακόλουθα:

 

«Ο διάδικος δεν μπορεί, κατά κανόνα, να προβάλλει το λάθος, αμέλεια ή παράλειψη του δικηγόρου του για να πετυχαίνει την παράταση προθεσμιών ή την αναγέννηση δικαστικών διαδικασιών.  Θα αποτελούσε ένα εύσχημο τρόπο υπερφαλάγγισης των δικονομικών διατάξεων. Από τη συμμόρφωση προς τα χρονοδιαγράμματα αυτά  εξαρτάται η απρόσκοπτη απονομή της δικαιοσύνης και συνακόλουθα το κύρος της.

[…] 

Βλέπε επίσης Μιχαηλίδης ν. Χρίστου (1996) 1(Β) Α.Α.Δ. 1190Κληρίδης ν. Σταυρίδη (1997) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1348.

Διαφορετική αντιμετώπιση θα δημιουργούσε επικίνδυνα ρήγματα στην απονομή της δικαιοσύνης. Ως προς την πρόθεση του διαδίκου την απάντηση έδωσε η απόφαση στην Άλκης Χ. Χατζηκυριάκος (Μπισκότα Φρου-Φρου) Λτδ. ν. Τerzian Trading House Ltd. (1998) 1(Α) Α.Α.Δ. 102:

"Η απουσία πρόθεσης εκ μέρους του διαδίκου να εγκαταλείψει τη διαδικασία δεν είναι αφεαυτής αποφασιστική για την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου."»

 

Για όλους τους πιο πάνω λόγους δεν έχουν προβληθεί τέτοιοι ισχυρισμοί που να  δικαιολογούν την επαναφορά της προσφυγής. Η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα €600 εναντίον της Αιτήτριας 1 και υπέρ των Καθ΄ ων η αίτηση.  

 

 

  

                          Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 

 

 

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο