ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθεση Αρ.: 1900/2023

5 Μαρτίου 2024

[Β. ΚΟΥΡΟΥΖΙΔΟΥ ΚΑΡΛΕΤΤΙΔΟΥ, Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

Κ.Κ. (ARC 572XXXX)

Αιτητής

-και-

 

Κυπριακή Δημοκρατία μέσω της Υπηρεσίας Ασύλου

Καθ' ων η Αίτηση

 

Μ. Μπαγιαζίδου (κα), Δικηγόρος για τον Αιτητή

Μ. Σουρουλλά (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' a.r.cων η Αίτηση

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με την υπό εξέταση προσφυγή ο Αιτητής προσβάλλει την πράξη και/ή απόφαση ημερ. 31/05/2023 των Καθ' ων η Αίτηση, η οποία του γνωστοποιήθηκε στις 14/06/2023 και με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για χορήγηση του καθεστώτος διεθνούς προστασίας, ως παράνομη, άκυρη, χωρίς νόμιμο αποτέλεσμα, αδικαιολόγητη και ως αποτέλεσμα μη χρηστής διοίκησης, κατάχρησης εξουσίας, πλάνης και κακής εφαρμογής του Νόμου. Περαιτέρω αιτείται απόφαση του δικαστηρίου με την οποία να αναγνωρίζεται στον Αιτητή διεθνής προστασία.

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Σύμφωνα με τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου, ο Αιτητής εισήλθε νόμιμα στην Κυπριακή Δημοκρατία στις 16/03/2015 από το Διεθνές Αεροδρόμιο Λάρνακος με φοιτητική άδεια παραμονής (visa) και στις 05/01/2022 υπέβαλε αίτηση για παροχή Διεθνούς Προστασίας. Στις 17/05/2023 διεξήχθη συνέντευξη στον Αιτητή από Λειτουργό της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο (αγγλικά: European Union Agency for Asylum – «EUAA»), ο οποίος ετοίμασε Έκθεση / Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου στις 26/05/2023.  Την 31/05/2023 η εξουσιοδοτημένη από τον Υπουργό Εσωτερικών Λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου ενέκρινε την πιο πάνω Έκθεση / Εισήγηση και αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης του Αιτητή.

Στις 14/06/2023 ετοιμάστηκε επιστολή από την Υπηρεσία Ασύλου προς τον Αιτητή σχετικά με την απόρριψη της αίτησης του και αιτιολόγηση της απόφασης. Η εν λόγω επιστολή επιδόθηκε στον Αιτητή στις την ίδια ημέρα.

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Ο Αιτητής, μέσω της δικηγόρου της, αναφέρει διάφορους νομικούς ισχυρισμούς προς υποστήριξη του αιτήματος για ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης οι οποίοι τίθενται με γενικότητα και χωρίς να συναρτώνται με τα επίδικα γεγονότα, και οι περισσότεροι εκ των οποίων δεν προωθούνται με την Γραπτή Αγόρευση. Κατά τη γραπτή της αγόρευση, η συνήγορος του Αιτητή προβάλλει ότι δεν διεξήχθη δέουσα έρευνα από την Υπηρεσία Ασύλου και πως δεν έγινε επαρκής, αυστηρός και ανεξάρτητος έλεγχος των ισχυρισμών του Αιτητή. Επίσης, προωθείται ότι ο αρμόδιος λειτουργός λανθασμένα δεν παρείχε στον Αιτητή το ευεργέτημα της αμφιβολίας και μάλιστα δεν εξέτασε αυτό το ενδεχόμενο κατά τη σύνταξη της Έκθεσης/Εισήγησης. Τέλος, ισχυρίζεται ότι οι ερωτήσεις του λειτουργού υποβλήθηκαν με προχειρότητα και γενικότητα.

Η συνήγορος των Καθ' ων η Αίτηση, με τη γραπτή αγόρευση της, αντικρούει όλους τους πιο πάνω ισχυρισμούς που προβάλλει ο Αιτητής και αντιτείνει ότι η επίδικη απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος και των Νόμων, μετά από δέουσα έρευνα και σωστή ενάσκηση των εξουσιών που τους δίνει ο Νόμος και αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης. Υποστηρίζει, επίσης, ότι η επίδικη απόφαση είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη. Επιπλέον, εισηγείται ότι όλοι οι λόγοι ακύρωσης, οι οποίοι δεν αναπτύσσονται επαρκώς και/ή καθόλου στη γραπτή αγόρευση του συνηγόρου του Αιτητή, θεωρούνται νομολογιακά εγκαταλειφθέντες και ως εκ τούτου δεν θα πρέπει να τύχουν εξέτασης. Τέλος, η συνήγορος των Καθ’ ων η αίτηση ισχυρίζεται ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποσείσει το βάρος απόδειξης που φέρει από το νόμο.

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

 

Καταρχάς πρέπει να λεχθεί ότι οι λόγοι ακύρωσης είναι με γενικότητα και αοριστία που εγείρονται στην παρούσα αίτηση.  Η απλή καταγραφή κατά ιδιαίτερο συνοπτικό τρόπο στους λόγους ακύρωσης της νομικής βάσης της προσφυγής δεν ικανοποιεί την επιτακτική ανάγκη του Καν. 7 του Ανωτάτου Συνταγματικού Διαδικαστικού Κανονισμού του 1962, όπως οι νομικοί λόγοι αναφέρονται πλήρως. 

 

«Η αναφορά, για παράδειγμα, ότι «Η απόφαση πάσχει γιατί λήφθηκε χωρίς την δέουσα έρευνα» (το ίδιο αοριστόλογοι είναι και οι υπόλοιποι λόγοι ακύρωσης), δεν εξηγεί καθόλου, ούτε παραπέμπει σε συγκεκριμένα κατ' ισχυρισμόν δεδομένα που οδήγησαν σε μη έρευνα, ή σε πλάνη, ή καταπάτηση των αρχών της ίσης μεταχείρισης κλπ.  Η προσφυγή θα μπορούσε να απορριφθεί για τους πιο πάνω διαδικαστικούς λόγους οι οποίοι αντανακλούν βεβαίως και επί της ουσίας.  Αυστηρώς ομιλούντες τα όσα αναφέρονται στην αγόρευση της δικηγόρου του Αιτητή δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη, εφόσον παγίως αναγνωρίζεται ότι οι αγορεύσεις δεν αποτελούν μέσο για τη θεμελίωση γεγονότων. (δέστε Δημοκρατία ν. Κουκκουρή (1993) 3 Α.Α.Δ. 598, Ελισσαίου ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (2004) 3 Α.Α.Δ. 412 και Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 384) (δέστε Υπόθεση Αρ. 1119/2009  ημερ. 31 Ιανουαρίου 2012 FARHAN KHALIL, και   Κυπριακής Δημοκρατίας).

 

Οι ισχυρισμοί για την ακύρωση μιας διοικητικής απόφασης πρέπει να είναι συγκεκριμένοι και να εξειδικεύουν ποια νομοθετική πρόνοια ή αρχή διοικητικού δικαίου παραβιάζεται. Όπως έχει τονισθεί στην υπόθεση Latomia Estate Ltd. v. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672:

 

Η αιτιολόγηση των νομικών σημείων πάνω στα οποία βασίζεται μια προσφυγή είναι απαραίτητη για την εξέταση από ένα Διοικητικό Δικαστήριο των λόγων που προσβάλλουν τη νομιμότητα μιας διοικητικής πράξης.

 

Περαιτέρω δεν αρκεί η παράθεση των συγκεκριμένων διατάξεων της νομοθεσίας που κατ' ισχυρισμόν παραβιάζει η προσβαλλόμενη πράξη, αλλά θα πρέπει επίσης τα επικαλούμενα νομικά σημεία να αιτιολογούνται πλήρως.  Οποιαδήποτε αοριστία ή ασάφεια σε σχέση με αυτά μπορεί να έχει ως συνέπεια την απόρριψη της προσφυγής. (βλ. Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 AAΔ.598).

 

Η συνήγορος του Αιτητή παραθέτει γενικά και αόριστα τα νομικά σημεία στην προσφυγή και επικαλείται παραβιάσεις του  περί Προσφύγων Νόμου και των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου χωρίς ωστόσο την παράθεση των συγκεκριμένων σημείων όπου εμφαίνονται οι κατ' ισχυρισμό παραβιάσεις, αλλά  επίσης  ελλείπει οποιαδήποτε επιχειρηματολογία υπέρ της αποδοχής των λόγων ακύρωσης. Επίσης είναι πλειστάκις νομολογημένο ότι, λόγοι ακύρωσης που δεν εγείρονται στο δικόγραφο της προσφυγής δεν μπορούν να εξεταστούν με το να εγείρονται για πρώτη φορά στις γραπτές αγορεύσεις. Σχετική είναι η απόφαση της Ολομέλειας στη Φλωρεντία Πετρίδου ν. Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, (2004) 3 Α.Α.Δ. 636 και  η υπόθεση Σπύρου και Άλλων ν. Δημοκρατίας, Προσφ. 571/94 κ.α., ημερ. 22.11.1995, στη σελ. 4.

 

Τα όσα επομένως πιο κάτω εξετάζονται και  αποφασίζονται τελούν υπό την πιο πάνω τοποθέτηση.

 

Αναφορικά με το ισχυρισμό της συνηγόρου του Αιτητή περί έλλειψης δέουσας έρευνας  έχει πλειστάκις νομολογηθεί ότι η έκταση, ο τρόπος και η διαδικασία που ακολουθείται ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια της διοίκησης.

 

Περαιτέρω η έρευνα είναι επαρκής εφόσον εκτείνεται στη διερεύνηση κάθε γεγονότος που σχετίζεται με το θέμα που εξετάζεται. Το  κριτήριο για την πληρότητα της έρευνας έγκειται στη συλλογή και τη διερεύνηση των ουσιωδών στοιχείων τα οποία παρέχουν ασφαλή συμπέρασμα. (Βλέπε Δημοκρατία ν. Κοινότητας Πυργών κ.α., Α.Ε. 1518/1.11.96, Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας ν. Ζάμπογλου, Α.Ε. 1575/14.7.97, Α.Ε.2371, Motorways Ltd v Δημοκρατίας ημερ. 25/6/99).

 

Το Δικαστήριο στα πλαίσια ελέγχου της προσβαλλόμενης απόφασης εξετάζει κατά πόσον το αρμόδιο όργανο ερεύνησε όλα εκείνα τα στοιχεία που όφειλε να ερευνήσει και να συνεκτιμήσει για να καταλήξει στην απόφασή του σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου. Η έρευνα θεωρείται πλήρης όταν το διοικητικό όργανο συλλέξει και εξετάσει όλα τα ουσιώδη στοιχεία μιας υπόθεσης ώστε να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα

 

Περαιτέρω  όπως εξηγήθηκε στην υπόθεση Πολυξένη Γεωργίου ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 606/91, ημερομηνίας 22.9.92, στις σελ. 2-3: «Το τι αποτελεί επαρκή έρευνα, εξαρτάται από τα γεγονότα και περιστατικά της κάθε υπόθεσης (Κηαi ν. Τhe Republic (1987) 3 CLR 1534). Η έκταση της έρευνας που ένα διοικητικό όργανο διεξάγει για τη λήψη απόφασης εξαρτάται από τα γεγονότα της κάθε υπόθεσης (Δημοκρατίας ν. Γιαλλουρίδη και Άλλων), Αναθεωρητικές Εφέσεις 868, 868, ημερομηνίας 13.12.90)».

 

Όπως καταδεικνύεται από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου οι Καθ΄ ων η αίτηση ενήργησαν σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου και εξέτασαν όλα τα ουσιώδη στοιχεία που είχαν ενώπιον τους. 

 

Έχω εξετάσει την προσβαλλόμενη απόφαση υπό το πρίσμα όλων των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, κυρίως των όσων ο Αιτητής δήλωσε κατά την διάρκεια της συνέντευξης, όσο και όσα προβάλλει με την παρούσα  προσφυγή.

 

Ο Αιτητής είναι ενήλικας από τη Γκάνα. Υπέβαλε αίτηση για παροχή διεθνούς προστασίας στις 05/01/2022 (ερυθρό 10 του Δ.Φ.), στην οποία ισχυρίστηκε ότι εγκατέλειψε ότι επί του χρόνου υποβολής της αίτησης αντιμετώπιζε κάποιο πρόβλημα στη χώρα καταγωγής του αναφέροντας ότι θα δώσει περαιτέρω λεπτομέρειες κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του.

 

Στις 17/05/2023 ο Αιτητής υποβλήθηκε σε προσωπική συνέντευξη προς εξέταση της αίτησής του. Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης ο Αιτητής προέβαλε ότι είναι εθνοτικής καταγωγής "Ashanti", Χριστιανός και ανήκει στο δόγμα των Μεθοδιστών (ερυθρό 33 του Δ.Φ.), ομιλεί τη μητρική του γλώσσα η οποία είναι η Twi και Αγγλικά (ερυθρό 33 του Δ.Φ.), έχει ολοκληρώσει τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση στη χώρα καταγωγής του το 2013 (ερυθρό 31 του Δ.Φ.) και έπειτα αποφάσισε κάποιος θείος του να μεταβεί στην Κυπριακή Δημοκρατία για να σπουδάσει και ως εκ τούτου αφίχθηκε στην Κυπριακή Δημοκρατία το 2015 (ερυθρό 31 του Δ.Φ.). Ο Αιτητής εργάστηκε μόνο για περίοδο 2-3 μηνών κατά το έτος 2014 μεταφέροντας τσάντες με κεχρί (ερυθρό 31 του Δ.Φ.). Ο Αιτητής γεννήθηκε και έζησε έως την αναχώρησή του από τη χώρα καταγωγής του στην πόλη Koumasi (ερυθρό 32, 2Χ του Δ.Φ.). Οι γονείς του Αιτητή διαμένουν στην Γκάνα και ο Αιτητής έχει επικοινωνία με τη μητέρα του (ερυθρό 32, 1Χ του Δ.Φ.).

Κατά τη διάρκεια της ελεύθερης αφήγησης του Αιτητή στα πλαίσια της εν λόγω συνέντευξης, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του με σκοπό να σπουδάσει στην Κύπρο καθότι τα δεδομένα στη χώρα καταγωγής του ήταν δύσκολα (ερυθρό 29, 2Χ του Δ.Φ.).

Σε διευκρινιστικές ερωτήσεις ο Αιτητής ανέφερε ότι προ της αναχωρήσεως του από τη χώρα καταγωγής του ότι θα είναι σε θέση να σπουδάζει και παράλληλα να εργάζεται στην Κυπριακή Δημοκρατία ωστόσο μετά την άφιξη του διαπίστωσε ότι τα δεδομένα ήταν διαφορετικά (ερυθρό 28, 1Χ του Δ.Φ.). Αναφορικά με το ενδεχόμενο επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του ο Αιτητής ανέφερε ότι το πρόσωπο που χρηματοδότησε το ταξίδι του για την Κυπριακή Δημοκρατία απείλησε τόσο τη μητέρα του όσο και τον ίδιο τηλεφωνικά για να του εξοφλήσει το χρήματα που του έδωσε. (ερυθρό 28, 1Χ του Δ.Φ.). Τα ανωτέρω συμβάντα έλαβαν χώρα κατά το έτος 2017 (ερυθρό 28, 2Χ του Δ.Φ.). Ο Αιτητής ανέφερε ότι είχε μπλοκάρει τους δύο διαφορετικούς αριθμούς από τους οποίους του τηλεφώνησε το συγκεκριμένο πρόσωπο και τον προειδοποίησε να μην επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του εφόσον δεν του έχει εξοφλήσει το χρηματικό ποσό με το οποίο τον χρηματοδότησε (ερυθρό 28, 2Χ του Δ.Φ.). Ο Αιτητής δήλωσε ότι παρά το γεγονός πως δε φοιτούσε στο κολέγιο που ήταν εγγεγραμμένος διατηρούσε τη φοιτητική του ταυτότητα έως το έτος 2021 (ερυθρό 27, 1Χ του Δ.Φ.). Σε σχετική ερώτηση ο Αιτητής ανέφερε ότι το συγκεκριμένο πρόσωπο τον βοήθησε οικονομικά διότι ο θείος του γνώριζε ότι είναι καλός μαθητής και θέλησε να τον βοηθήσει να σπουδάσει (ερυθρό 27, 2Χ του Δ.Φ.). Ερωτηθείς ποιες ακριβώς ήταν οι απειλές που δέχθηκε ο Αιτητής επανέλαβε ότι όταν αφίχθηκε στην Κυπριακή Δημοκρατία διαπίστωσε ότι είναι αδύνατο για τον ίδιο να σπουδάζει και να εργάζεται ταυτόχρονα ως τον είχαν πληροφορήσει (ερυθρό 27, 2Χ του Δ.Φ.). Το συγκεκριμένο πρόσωπο διαμένει στην πόλη Koumasi και ανέφερε σε σχετική ερώτηση ότι είχε απειλήσει τη μητέρα του τελευταία φορά τον προηγούμενο μήνα από τη συνέντευξη (ερυθρό 26, 1Χ του Δ.Φ.). Αναφορικά με το περιεχόμενο των απειλών προς τη μητέρα του ο Αιτητής ανέφερε ότι της ζητούσε να του καταβάλλει το οφειλόμενο ποσό διότι ο θείος του Αιτητή, ο οποίος ήταν και φίλος του εν λόγω δανειστή, είχε αποβιώσει, ωστόσο η μητέρα του δεν διέθετε αυτά τα χρήματα (ερυθρό 26, 1Χ τιυ Δ.Φ.). Ο Αιτητής ανέφερε ότι το ποσό που οφείλει ανέρχεται σε €8.200 και πως εφόσον εξεύρει εργασία θα είναι σε θέση να καταβάλει το εξοφλήσει (ερυθρό 26, 1Χ του Δ.Φ.).

Εν σχέση με το ενδεχόμενο εσωτερικής μετεγκατάστασης του Αιτητή ο τελευταίος απάντησε ότι δεν έχει αυτή τη δυνατότητα καθότι δεν έχει συγγενής σε άλλο μέρος (ερυθρό 26 του Δ.Φ.). Τέλος, αναφορικά με τις συνέπειες σε περίπτωση επιστροφής του ο Αιτητής δήλωσε ότι η Γκάνα είναι μία μικρή χώρα με  αποτέλεσμα να μην έχει τη δυνατότητα να κρυφτεί και για αυτό το λόγο θεωρεί πως ο δανειστής του θα τον εντοπίσει (ερυθρό 26 του Δ.Φ.).

 Υπό το φως των ως άνω πληροφοριών, ως αυτές προκύπτουν από το πρακτικό της συνέντευξης και τα λοιπά στοιχεία του διοικητικού φακέλου, ο αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου σχημάτισε την εισήγησή του επί τη βάση των εξής τριών (3) πραγματικών ισχυρισμών: 1) Ταυτότητα, προφίλ, χώρα προέλευσης και τελευταίος τόπος διαμονής του Αιτητή, 2) Εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του για εκπαιδευτικούς λόγους και 3) Το 2017 δέχθηκε απειλές από το πρόσωπο που χρηματοδότησε το ταξίδι του στην Κυπριακή Δημοκρατία. Όσον αφορά στον πρώτο και τον δεύτερο ισχυρισμό, που δεν αμφισβητούνται, αυτοί έγιναν δεκτοί ως εσωτερικά και εξωτερικά αξιόπιστος. Εν αντιθέσει, ο τρίτος ισχυρισμός έτυχε απόρριψης καθότι ο αρμόδιος λειτουργός εντόπισε ανακρίβειες και ασυνέπειες στα λεγόμενα από τον Αιτητή και χαρακτήρισε τις απαντήσεις του ως μη συγκεκριμένες ως προς τις πληροφορίες που έδιδε με αποτέλεσμα να μην θεμελιωθεί η εσωτερική αξιοπιστία του Αιτητή. Όσον αφορά την εξωτερική αξιοπιστία του εν λόγω ισχυρισμού ένεκα του προσωπικού χαρακτήρα του ισχυρισμού του Αιτητή ο αρμόδιος λειτουργός κατέληξε ότι δεν είναι δυνατό να εξεταστεί η εξωτερική αξιοπιστία βάσει διεθνών εξωτερικών πηγών πληροφόρησης. Εν συνεχεία,  στη βάση των αποδεκτών ισχυρισμών του Αιτητή αξιολογήθηκε από τον αρμόδιο λειτουργό ότι δεν συντρέχει εύλογη πιθανότητα να υποστεί ο Αιτητής δίωξη ή σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής του στην πόλη Koumasi στη χώρα καταγωγής του, ήτοι στη Γκάνα. Καταλήγοντας, ότι δεν εμπίπτει ούτε στο προσφυγικό καθεστώς σύμφωνα με το άρθρο 3 του Περί Προσφύγων Νόμου ούτε και στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας με βάση το άρθρο 19 του ίδιου Νόμου.

 

Έπειτα από ενδελεχή εξέταση του διοικητικού φακέλου και όπως προκύπτει από τα στοιχεία που βρίσκονται σε αυτόν, δέον να αναφερθούν τα παρακάτω:

 

Κρίνω ως ορθή από τους Καθ' ων η αίτηση την αποδοχή του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού ο οποίος και αφορά την ταυτότητα, τα στοιχεία του προφίλ, τη χώρα καταγωγής και την περιοχή συνήθους διαμονής του Αιτητή, αλλά και την αποδοχή του δεύτερου ουσιώδους ισχυρισμού του Αιτητή αναφορικά με τους εκπαιδευτικούς λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του.

 

Προχωρώντας στην εξέταση του τρίτου ουσιώδους ισχυρισμού, περί του ότι ο Αιτητής δέχθηκε κατά το έτος 2017 και ενώ ευρίσκονταν στην Κυπριακή Δημοκρατία απειλές από το πρόσωπο που χρηματοδότησε το ταξίδι του, κρίνω πως ορθά οι Καθ’ ων τον απέρριψαν λόγω έλλειψης εσωτερικής αξιοπιστίας. Πιο συγκεκριμένα, ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να δώσει σε ικανοποιητικό βαθμό λεπτομέρειες για το συμβάν αναφορικά με τις απειλές. Ερωτηθείς για το περιεχόμενο των απειλών ανέφερε απάντησε με γενικό τρόπο ότι ο πράκτορας που τον έφερε στην Κύπρο ως φοιτητή ενημέρωσε το χρηματοδότη του ότι παράλληλα θα είναι σε θέση να εργάζεται για να τον εξοφλήσει (ερυθρό 27, 2Χ του Δ.Φ.). Περαιτέρω, ο Αιτητής ανέφερε ότι αφού δέχθηκε τις απειλές τηλεφωνικά από τον χρηματοδότη του ταξιδιού του μπλόκαρε τον συγκεκριμένο τηλεφωνικό αριθμό ωστόσο αρχικά δήλωσε ότι το έπραξε το έτος 2017, έπειτα το 2018 και τέλος κατά το έτος 2019 χωρίς να είναι σε θέση να προσδιορίσει το έτος συγκεκριμένα (ερυθρό 28, 2 Χ του Δ.Φ.). Όσον αφορά τις απειλές που δέχθηκε η μητέρα του από το ίδιο πρόσωπο στη χώρα καταγωγής του ο Αιτητής τοποθετήθηκε με ασάφεια αναφέροντας ότι ζητούσε από τη μητέρα του να εξοφλήσει το οφειλόμενο ποσό καθότι ο θείος του Αιτητή, που ήταν φίλος με τον χρηματοδότη και τον βοήθησε να διευθετήσει το ταξίδι για τις σπουδές του, είχε πλέον αποβιώσει και δεν παρείχε καμία άλλη περαιτέρω λεπτομέρεια (ερυθρό 26, 1Χ του Δ.Φ.). Επίσης, ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να απαντήσει συγκεκριμένα κατά πόσο οι απειλές συνεχίζονταν εναντίον της μητέρας του (ερυθρό 26, 1Χ του Δ.Φ.).      

 

Όταν ο αιτητής κρίνεται αναξιόπιστος, δεν υπάρχουν περιθώρια περαιτέρω διερεύνησης (δέστε  υπόθ. αρ. 1964/06, ημερ. 11.3.08  Obaidul Haque v. Δημοκρατίας ).

 

Όσον αφορά την εξωτερική αξιοπιστία συμφωνώ με την κατάληξη της Υπηρεσίας Ασύλου και κρίνω ότι ένεκα του προσωπικού χαρακτήρα του ισχυρισμού του Αιτητή αναφορικά με την ιδιωτική διαφορά που ισχυρίζεται ότι έχει με το εν λόγω πρόσωπο δεν καθίσταται δυνατή η διεξαγωγή έρευνας σε διεθνείς εξωτερικές πηγές πληροφόρησης.

 

Λαμβάνοντας υπόψη τα πιο πάνω, υπό το φως βεβαίως και των σχετικών διατάξεων του Νόμου, κρίνω ότι ορθώς η Υπηρεσία Ασύλου έκρινε ότι ο Αιτητής δεν αντιμετώπιζε οποιουδήποτε είδους δίωξη στη χώρα του και ότι η περίπτωσή του δεν πληρούσε τις υπό του Νόμου προβλεπόμενες προϋποθέσεις για αναγνώριση του καθεστώτος του πρόσφυγα, αλλά και του καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας.

Όπως αναφέρεται στην παράγραφο 62 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, «μετανάστης είναι το πρόσωπο που για λόγους διαφορετικούς από εκείνους που αναφέρονται στον ορισμό εγκαταλείπει οικειοθελώς τη χώρα του με σκοπό να εγκατασταθεί αλλού. Μπορεί δε να ωθείται από την επιθυμία για αλλαγή ή για περιπέτεια ή από οικογενειακούς ή άλλους προσωπικούς λόγους. Εάν ωθείται αποκλειστικά από οικονομικά κίνητρα, είναι οικονομικός μετανάστης και όχι πρόσφυγας».

Υπό το φως, των απαντήσεων του Αιτητή και των στοιχείων που ο ίδιος έδωσε κατά τη συνέντευξή του, διαπιστώνεται ότι αυτός στην ουσία είναι  μετανάστης για εν μέρει εκπαιδευτικούς και εν μέρει οικονομικούς λόγους  και όχι πρόσφυγας, (βλ. ERΕΝΕ FΕSΕΝΚO ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1051/2010, ημερ. 21.12.2011, Μd Jαkir Ηossaiη ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 2319/06, ημερ. 16.7.2008, Βαrakan Ρetrosyan  κ.α. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 883/08, ημερ. 10.2.2010 και Κhaled ΑΙ Issa ν. Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 993/08, ημερ. 29.12.2009).

Για τους ίδιους δε λόγους, κρίνω ότι ορθά κρίθηκε από την Υπηρεσία Ασύλου ότι δεν στοιχειοθετούνταν ούτε οι προϋποθέσεις του άρθρου 19 του Νόμου για να παρασχεθεί στον Αιτητή το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, εφόσον δεν αποδείχθηκε ότι συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις αναφορικά με τον κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του.

Εξέτασα με προσοχή τους ισχυρισμούς του Αιτητή και κρίνω ότι οι Καθ’ ων η αίτηση εξέτασαν ενδελεχώς όλα τα κρίσιμα στοιχεία και στη βάση εμπεριστατωμένης έκθεσης του αρμόδιου λειτουργού τους κατέληξαν στη δική τους κρίση.

Ο αρμόδιος λειτουργός, έκρινε ότι η γενική αξιοπιστία του Αιτητή κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του υπήρξε ικανοποιητική και ότι αυτός δεν υπέπεσε σε αντιφάσεις ως προς τους ισχυρισμούς του αναφορικά με τους εκπαιδευτικούς και εν συνεχεία οικονομικούς λόγους που τον οδήγησαν να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του. Αυτό επιβεβαιώνεται με τους ισχυρισμούς του Αιτητή στην παρούσα  και ενώπιον του δικαστηρίου κατά τις διευκρινίσεις. Οι ισχυρισμοί του Αιτητή σχετικά με το  φόβο δίωξης του, αλλά και από τις δηλώσεις του Αιτητή κατά τη διάρκεια των διευκρινήσεων ενώπιον του Δικαστηρίου στις 08/11/2023, όπου επανέλαβε ξεκάθαρα ότι ο λόγος για τον οποίο αφίχθηκε στην Κύπρο ήταν οι σπουδές του ενώ οι ισχυρισμοί του  σχετικά με τις ισχυριζόμενες απειλές συγκριτικά με τα όσα ανέφερε κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του, ο χρόνος παραμονής του στη Δημοκρατία και οι απαντήσεις που έδωσε σχετικά με τις απειλές που δέχτηκε  ο ίδιος και η μητέρα του όσο και ο λόγος για τον οποίο  δεν αποτάθηκε στην αστυνομία της χώρας του πλήττουν σοβαρά την αξιοπιστία του Αιτητή. Ο Αιτητής παρά το γεγονός ότι κρίθηκε αξιόπιστος εν σχέση με τους δύο πρώτους ουσιώδεις ισχυρισμούς του, τα όσα παρουσίασε ενώπιον των αρμόδιων διοικητικών οργάνων οδήγησαν στο ασφαλές συμπέρασμα ότι δεν υφίσταντο δικαιολογημένος λόγος δίωξης, ούτως ώστε ο Αιτητής να υπαχθεί στο καθεστώς του πρόσφυγα. Αυτό προκύπτει με ευκολία από τις απαντήσεις που έδωσε ο Αιτητής κατά την διάρκεια της συνέντευξης του. Συγκεκριμένα, ερωτηθείς για τους λόγους που εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του ανέφερε ότι αναχώρησε με σκοπό να σπουδάσει και ερωτηθείς σχετικώς ανέφερε ότι αυτός ήταν ο μοναδικός λόγος που το έπραξε.

Εν προκειμένω, σύμφωνα με την απόφαση  της Υπηρεσίας Ασύλου στην περίπτωση του Αιτητή, δεν μπορούσε να θεμελιωθεί βάσιμος φόβος δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων και, συνακόλουθα, δε συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις του άρθρου 3 του του περί Προσφύγων Νόμου Νόμος 6(Ι)/2000, ούτως ώστε να παρασχεθεί σε αυτόν το καθεστώς του πρόσφυγα. Περαιτέρω, σύμφωνα με την εν λόγω απόφαση, ούτε οποιοσδήποτε λόγος συνέτρεχε για να αναγνωρισθεί στον Αιτητή το καθεστώς της συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 19(1) του περί Προσφύγων Νόμου, εφόσον δεν αποδείχθηκε να υφίσταται κίνδυνος να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα του. Είναι σαφής και ευδιάκριτη η διαφοροποίηση του οικονομικού μετανάστη από τον πρόσφυγα.

Υπό το φως των απαντήσεων του Αιτητή καταλήγω ότι ορθά η Διοίκηση αποφάσισε την απόρριψη του αιτήματος διεθνούς προστασίας, καθότι διαπιστώθηκε ότι στην ουσία ο Αιτητής είναι οικονομικός μετανάστης και επομένως δεν ταξινομείται στην κατηγορία των πολιτικών προσφύγων, οι ισχυρισμοί, δε, που πρόβαλε ορθά απορρίφθηκαν ως αβάσιμοι αναφορικά με το κίνδυνο που επικαλείται.

Με βάση το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου και αφού εξέτασα τόσο τη νομιμότητα, όσο και την ουσία της παρούσης, καταλήγω ότι το αίτημα του Αιτητή εξετάστηκε επιμελώς σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και εύλογα απέρριψε την αίτηση για διεθνή προστασία. Η απόφαση της Διοίκησης , αποτελεί το προϊόν επαρκούς έρευνας και ορθής αξιολόγησης όλων των δεδομένων και στοιχείων, σύμφωνα και με το Νόμο και είναι πλήρως αιτιολογημένη.

 Υπό το φως των ανωτέρω, κρίνω ότι το αίτημα του Αιτητή για διεθνή προστασία εξετάστηκε επιμελώς σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου ήταν το αποτέλεσμα δέουσας έρευνας και ορθής αξιολόγησης όλων των στοιχείων και δεδομένων, είναι επαρκώς αιτιολογημένη και λήφθηκε σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου, το Σύνταγμα και τις Γενικές Αρχές του Διοικητικού Δικαίου.

 Τέλος, κρίνω ότι η προσβαλλόμενη απόφαση ήταν εύλογη και λήφθηκε κατ' ορθή ενάσκηση της διακριτικής ευχέρειας των Καθ' ων η Αίτηση, οι οποίοι ενήργησαν σύννομα και συνεκτίμησαν όλα τα ενώπιον τους στοιχεία. Δεν έχει καταδειχθεί οτιδήποτε ούτως ώστε να δικαιολογείται επέμβαση του παρόντος Δικαστηρίου. Αντιθέτως, κρίνω ότι με σαφήνεια καταδεικνύεται στην υπό εξέταση περίπτωση και για τους λόγους που έχουν ήδη εκτεθεί, πως τα πραγματικά περιστατικά δεν στοιχειοθετούν και δεν στηρίζουν τις υπό του Περί Προσφύγων Νόμου και της Σύμβασης της Γενεύης του 1951, αναγκαίες προϋποθέσεις, για αναγνώριση του καθεστώτος του πρόσφυγα ή της συμπληρωματικής προστασίας, εφόσον ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, ούτε ότι υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται πως, εάν επιστρέψει στη χώρα καταγωγής της, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη.

Περαιτέρω, λαμβάνω υπόψη ότι ο Υπουργός Εσωτερικών, στα πλαίσια των εξουσιών του άρθρου 12 Β τρις του περί Προσφύγων Νόμου Ν. 6(Ι)/2000, καθόρισε με την Κ.Δ.Π. 166/23 ημερ. 26/05/2023 τη χώρα καταγωγής του Αιτητή (Γκάνα) ως ασφαλή χώρα ιθαγένειας εφόσον ικανοποιείται βάσει της νομικής κατάστασης, της εφαρμογής του δικαίου στο πλαίσιο δημοκρατικού συστήματος και των γενικών πολιτικών συνθηκών, ότι στη χώρα αυτή γενικά και μόνιμα δεν υφίστανται πράξεις δίωξης σύμφωνα με το άρθρο 3Γ, ούτε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή ταπεινωτική μεταχείριση ή τιμωρία, ούτε απειλή η οποία προκύπτει από τη χρήση αδιάκριτης βίας σε κατάσταση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύγκρουσης.

 

Συνεπώς, κρίνω, με βάση τα ανωτέρω, ότι οι λόγοι ακυρώσεως της προσβαλλόμενης απόφασης δεν ευσταθούν.

 

Συνεπώς, η προσφυγή απορρίπτεται με €1200 έξοδα εναντίον του Αιτητή  και υπέρ των Καθ΄ ων η Αίτηση.

 

                                                                

                                           Βούλα Κουρουζίδου - Καρελεττίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο