ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθ. Αρ.: 1924/23

14 Μαρτίου, 2024

 [Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

G.N.

Αιτητής

-και-

 

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΑΣΥΛΟΥ

Καθ' ων η Αίτηση

Εμφανίσεις:

Ο Αιτητής παρών

Α. Παναγή (κα), Δικηγόρος για τον Αιτητή.

Ι. Γεωργίου (κος), Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα, Δικηγόρος για τους Καθ' ων η Αίτηση.

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

Με την παρούσα προσφυγή ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, επιστολής ημερομηνίας 18/05/23 η οποία του κοινοποιήθηκε στις 29/05/23, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας ως άκυρη και/ή παράνομη και/ή αδικαιολόγητη και/ή στερημένη οποιασδήποτε νομικής ισχύος και/ή έννομου αποτελέσματος.

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Ο Αιτητής υπέβαλε αίτηση για διεθνή προστασία στις 27/11/19, στις 05/04/23 διενεργήθηκε η συνέντευξη του, στις 26/04/23 ετοιμάστηκε έκθεση/εισήγηση και ακολούθησε απορριπτική απόφαση επί του αιτήματος ασύλου του που αποτελεί και το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Ο Αιτητής ισχυρίζεται μέσω της συνηγόρου του ότι η απόφαση απόρριψης της αίτησης ασύλου είναι άκυρη, παράνομη, στερημένη οποιουδήποτε νομικού αποτελέσματος και έχει ληφθεί χωρίς τη δέουσα έρευνα και είναι αποτέλεσμα πλάνης. Ειδικότερα, υποστηρίζει, ότι δεν έγινε εξατομικευμένη αξιολόγηση της περίπτωσης του, δεν λήφθηκε δεόντως υπόψη ότι ο λόγος δίωξης του πηγάζει από τις πολιτικές πεποιθήσεις του πατέρα του και ότι λανθασμένα δεν του δόθηκε το ευεργέτημα τη αμφιβολίας. Τονίζει, ότι η συνέντευξη του λειτουργού ήτο ανεπαρκής και θα έπρεπε να τύχει επανάληψης της συνέντευξης στη βάση του Άρθρου 13 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 έως 2023 (Ν.6(Ι)/2000).

 

Οι Καθ' ων η αίτηση απαντώντας στα επιχειρήματα του Αιτητή υπεραμύνονται της προσβαλλόμενης απόφασης και ισχυρίζονται ότι η απορριπτική απόφαση επί της αίτησης ασύλου έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, μετά από δέουσα έρευνα και αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα ουσιώδη στοιχεία, γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης και ότι η επίδικη απόφαση είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη. Υποστηρίζουν, ότι ο Αιτητής κρίθηκε αναξιόπιστος καθώς δεν ήταν σε θέση να θεμελιώσει την αξιοπιστία των ισχυρισμών του και δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις για υπαγωγή του είτε στο καθεστώς πρόσφυγα ή της συμπληρωματικής προστασίας.

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

Προτού το Δικαστήριο προβεί σε εξέταση λόγων ακύρωσης θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι ισχυρισμοί του Αιτητή όπως αυτοί προβάλλονται μέσω της συνηγόρου του στο δικόγραφο της προσφυγής, δεν αναπτύσσονται επαρκώς στην Γραπτή Αγόρευση. Απλή επίκληση παραβίασης Νόμων και γενικών αρχών διοικητικού δικαίου, χωρίς οποιαδήποτε συγκεκριμενοποίηση δεν είναι αρκετή. Η αιτιολόγηση νομικών σημείων είναι απαραίτητη για την εξέταση λόγων ακύρωσης από το Δικαστήριο, οποιαδήποτε αοριστία ή ασάφεια, αναπόφευκτα επηρεάζει τη νομική τους βάση με αποτέλεσμα να κινδυνεύουν να κριθούν αναιτιολόγητοι και ανεπίδεκτοι δικαστικής εκτίμησης. Ούτε μπορούν να γίνουν αποδεκτοί ισχυρισμοί που δεν εξειδικεύονται ή δεν αιτιολογούνται, διότι με αυτό τον τρόπο το Δικαστήριο, παρόλο που ασκεί και έλεγχο ουσίας, θα οδηγείτο σε συζήτηση σχεδόν οιουδήποτε θέματος κατά παράβαση των δικονομικών διατάξεων και του ρόλου που διαδραματίζουν στον καθορισμό των επίδικων θεμάτων και της διεξαγωγής της διοικητικής δίκης. (Βλέπε Κανονισμό 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, που εφαρμόζεται κατ΄ αναλογία και από το παρόν Δικαστήριο - Κανονισμός 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας  Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 έως 2022 (3/2019), και των λεχθέντων στη  Δημοκρατία ν. Κουκκουρή(1993) 3 Α.Α.Δ. 598, Latomia Estate Ltd v. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672, Δημοκρατία ν. Σπύρου (2007) 3 Α.Α.Δ. 533, Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 Α.Α.Δ. 598, επίσης - Ιωσηφίδης ν. Γενικού Εισαγγελέα (1990) 3 Α.Α.Δ. 4599Kadivari ν. Δημοκρατίας (αρ. 2) (1992) 4 Α.Α.Δ. 2924).

 

Ανεξάρτητα, της πιο πάνω διαπίστωσης αντλώντας τις εξουσίες που ορίζονται στο Άρθρο 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 έως 2023 (Ν.73(Ι)/2018), προχωρώ σε αξιολόγηση της μόνο των λόγων ακύρωσης που καλύπτονται επαρκώς από τους νομικούς ισχυρισμούς του δικογράφου της προσφυγής και πληρούν τις προϋποθέσεις αιτιολόγησης. Οι λόγοι αυτοί συναρτώνται άμεσα με ζητήματα ουσίας του αιτήματος του Αιτητή σε συνάρτηση με ισχυρισμούς που αφορούν έλλειψη δέουσας έρευνας, μη εξατομικευμένης αξιολόγησης της περίπτωσης του, καθώς και λόγων που αφορούν αιτιολογία και πλάνη της προσβαλλόμενης πράξης.

 

Από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου (στο εξής «ΔΦ») διαπιστώνεται ότι ο Αιτητής ενημερώθηκε πλήρως από τον λειτουργό για τη διαδικασία της συνέντευξης και του έγιναν επαρκείς ερωτήσεις (κλειστού και ανοικτού τύπου) για να περιγράψει τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του, ακολουθήθηκε δε η ορθή διερευνητική διαδικασία. Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης δεν ασκήθηκε οποιαδήποτε πίεση και του παραχωρήθηκε το δικαίωμα της δωρεάν βοήθειας διερμηνέα στη γλώσσα Lingala, την οποία δήλωσε ότι αποτελεί τη μητρική του γλώσσα  (ερυθρά 42, 41, 2 ΔΦ). Υπάρχει δε υπογραφή του Αιτητή, του εξεταστή-λειτουργού και του διερμηνέα σε κάθε σελίδα της συνέντευξης, ενώ και στο τέλος των αντίστοιχων πρακτικών ο Αιτητής πιστοποίησε με την υπογραφή του ότι οι πληροφορίες και απαντήσεις του καταγράφηκαν ορθώς και ότι έλαβε γνώση του περιεχομένου τους (ερυθρά 42-27 ΔΦ). Σε περίπτωση δε που ο Αιτητής δεν αντιλαμβανόταν την διαδικασία ή την οποιαδήποτε ερώτηση θα μπορούσε να ζητήσει διευκρινίσεις από τον διερμηνέα (Βλέπε Abul Kalam Kalam ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 585), δεν το έπραξε όμως. Συνεπώς, δεν εντοπίζω οτιδήποτε παράτυπο, παράνομο και μεμπτό στην διαδικασία που ακολουθήθηκε που μπορεί να οδηγήσει σε ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης. Η διαδικασία που ακολουθήθηκε ήτο σε πλήρη συμμόρφωση με τις πρόνοιες του Άρθρου 13 και 13Α του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023 (Ν.6(Ι)/2000) και δεν προκύπτει από τα πρακτικά της συνέντευξης να απαιτείτο, ως ο σχετικός ισχυρισμός της συνηγόρου του, επανάληψη της συνέντευξης του.

 

O Αιτητής δήλωσε είναι πολίτης της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό, γεννηθείς στην Κινσάσα, χριστιανός στο θρήσκευμα, με μητρική γλώσσα τα lingala ενώ μιλά και γαλλικά. Οι λόγοι για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του ήτο λόγω απειλών από μέλη του FCC (Common Front for Congo) εξαιτίας του ότι ο πατέρας του ήταν αρχηγός του στην πρώτη κοινοβουλευτική εκπροσώπηση του UDPS (Union for Democracy and Social Progress) στην κοινότητα Ngiri Ngiri της Κινσάσα (ερυθρά 1 & 11 ΔΦ).

 

Κατά τη συνέντευξη προέκυψε ότι ο Αιτητής εγκατέλειψε τη χώρα στις 18/07/19 μαζί με την μητέρα του και μετέβησαν στην Τουρκία. Περί τον Νοέμβριο του ίδιου έτους, μετέβη στην Κύπρο με σκοπό να τον ακολουθήσει μετέπειτα η μητέρα του, καθώς δε διέθεταν αρκετά χρήματα ώστε να πραγματοποιήσουν το ταξίδι μαζί. Ο Αιτητής φοίτησε σε σχολείο και κατά έτη 2015/2016 έως 2019 φοίτησε σε ίδρυμα επαγγελματικής εκπαίδευσης για να γίνει μηχανικός ηλεκτρονικών. Ως προς τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα του, κατά την ελεύθερη αφήγησή του δήλωσε ότι ο πατέρας του, ονόματι Jean-Claude Badibanga, εργαζόταν για τον πρώην Πρόεδρο της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό, Joseph Kabila και όταν ανέλαβε την εξουσία ο τωρινός πρόεδρος Felix Tshisekedi με το κόμμα UDPS, ο πατέρας του και τα μέλη του κόμματος του Kabila, ανάμεσά τους και ο στρατηγός John Numbi και ο αρχηγός των μυστικών υπηρεσιών Kalev Mutond, οι οποίοι ήταν και φίλοι του, θέλησαν να κάνουν πραξικόπημα εναντίον του νέου Προέδρου. Αυτό έγινε γνωστό και άρχισαν να δέχονται απειλές, ακόμα και ο ίδιος ο Αιτητής, ο οποίος ήταν γνωστός σε αρκετό κόσμο επειδή ήταν μουσικός και στοχοποιήθηκε λόγω του πατέρα του. Αναφέρθηκε σε ένα περιστατικό όπου κάποιο βράδυ, ενώ ο ίδιος βρισκόταν στο σπίτι με τη μητέρα του, μια ομάδα ατόμων πήγε εκεί και τους απειλούσε, λόγω του ότι ο πατέρας του και άλλα άτομα είχαν προσπαθήσει να επιτεθούν στα κεντρικά γραφεία του κόμματος UDPS. Ανάμεσα στα άτομα που πήγαν στην οικία του, ήταν και στρατιώτες, οι οποίοι τον αιχμαλώτισαν μαζί με την μητέρα του και τους μετέφεραν σε άγνωστο μέρος. Τους απελευθέρωσαν την επόμενη μέρα λέγοντας στην μητέρα του να μεταφέρει το μήνυμα στον πατέρα του ότι θα πρέπει να αποδεχτεί τη νέα πολιτική κατάσταση, διαφορετικά η οικογένειά του θα έχει προβλήματα. Η μητέρα του Αιτητή τους ρώτησε πού βρίσκεται ο σύζυγός της και της απάντησαν ότι αυτό δεν την αφορά. Μετά την απελευθέρωσή τους, ο Αιτητής και η μητέρα του μετέβησαν στην οικία του θείου του (αδερφού του πατέρα του), που βρισκόταν κοντά στο πατρικό του, ο οποίος τους συμβούλευσε να εγκαταλείψουν τη χώρα ώστε να είναι ασφαλείς. Ο Αιτητής υποστήριξε πως ο πατέρας του εν τω μεταξύ συνελήφθη από άλλη υπο-ομάδα του UDPS (Βλέπε ερυθρό 35 ΔΦ «Regarding my father, he was arrested by the same people but different group because UDPS has a lot of fans split in different groups»). Ερωτηθείς τί φοβάται ότι θα του συμβεί προσωπικά σε περίπτωση επιστροφής, απάντησε ότι ο φόβος του στηρίζεται στη διαμάχη μεταξύ του κόμματος UDPS και των ανθρώπων του Kabila και φοβάται ότι θα τον σκοτώσουν. (ερυθρά 42-27 ΔΦ)

 

Σε διευκρινιστικές ερωτήσεις του λειτουργού και κληθείς να προσδιορίσει χρονικά την συνομωσία για πραξικόπημα που έκαναν ο πατέρας του με άλλα άτομα της αντιπολίτευσης, ο Αιτητής απάντησε ότι αυτό το γνωρίζει μόνο από τα λεγόμενα των ατόμων που αιχμαλώτισαν τον ίδιο και τη μητέρα του και ότι ήταν περί το 2018-2019, κατά την περίοδο μετά τις εκλογές. Ερωτηθείς για το όνομα του κόμματος της αντιπολίτευσης στο οποίο ανήκε ο πατέρας του και για τη συνεργασία του με τον Kabila, απάντησε ότι δε γνωρίζει καθώς δεν ασχολείτο με τα πολιτικά. Υποστήριξε ότι ο ίδιος ήταν μουσικός και βρέθηκε σε αυτή την κατάσταση εξαιτίας της πολιτικής ανάμιξης του πατέρα του. Σε μετέπειτα αναφορά του Αιτητή και άλλη διευκρινιστική ερώτηση, αναφέρθηκε στο όνομα του κόμματος στο οποίο ανήκε ο πατέρας του ως «PPRD» (People's Party for Reconstruction and Democracy), χωρίς ωστόσο να γνωρίζει τί σημαίνει το συγκεκριμένο ακρωνύμιο (ερυθρό 33 ΔΦ). Ερωτηθείς, επίσης, για την θέση και τον ρόλο που κατείχε ο πατέρας του στο κόμμα, απάντησε ότι ήταν μέλος του «standing parliament», ήτοι τα άτομα που είναι επιφορτισμένα με το να μιλούν για πολιτικά και για τις θέσεις του κόμματος που εκπροσωπούν σε μικρές συγκεντρώσεις στο δρόμο. Δεν γνώριζε να απαντήσει τί σημαίνει το ακρωνύμιο «UDPS», δεν μπορούσε να περιγράψει αναλυτικότερα το περιστατικό κατά το οποίο ο πατέρας του και άλλα άτομα πήγαν να επιτεθούν στα κεντρικά γραφεία του UDPS και έδωσε γενικές περιγραφές σε σχέση με τον στρατηγό John Numbi και τον αρχηγό των μυστικών υπηρεσιών Kalev Mutond, στους οποίους αναφέρθηκε ως φιλικά πρόσωπα του πατέρα του.

 

Σε ερώτηση για το πότε συνέλαβαν τον πατέρα του, ο Αιτητής απάντησε ότι ήταν μετά τις εκλογές, περί τον 6ο/2019. Κληθείς να περιγράψει εκτενέστερα τις απειλές που δέχθηκε, υποστήριξε πως μια μέρα τον 6ο/ 2019, άγνωστα άτομα επισκέφθηκαν το σχολείο όπου φοιτούσε και τον έψαχναν. Καθώς ήταν δημοφιλής, οι συμμαθητές του τον συμβούλεψαν να κρυφτεί, καθότι έμαθαν ότι τον έψαχναν εξαιτίας της πολιτικής δράσης του πατέρα του. Πρόσθεσε ότι δεχόταν λεκτικές απειλές από άτομα του UDPS και στο δρόμο. Ερωτηθείς αν συνέβη οτιδήποτε στον θείο του (όπου κρύβονταν μέχρι να εγκαταλείψουν τη χώρα), απάντησε αρνητικά. Κληθείς να σχολιάσει την αντίφαση ανάμεσα στο έντυπο υποβολής της αίτησής του για διεθνή προστασία, όπου κατέγραψε ότι δέχθηκε απειλές από το FCC και στους ισχυρισμούς του κατά τη συνέντευξη περί απειλών από το UDPS, ο Αιτητής υποστήριξε ότι μπερδεύτηκε λόγω άγχους κατά την υποβολή της αίτησής του. Του επισημάνθηκε μία ακόμα αντίφαση, όπου στην αίτηση του ανέφερε ότι ο πατέρας του ήταν επικεφαλής της βουλής από τις απαρχές του UDPS, ενώ στη συνέντευξη υποστήριξε ότι, αντιθέτως, ήταν πολέμιος του UDPS και μέλος της αντιπολίτευσης. Ο Αιτητής αποκρίθηκε ότι έκανε λάθος, καθώς ο ίδιος δεν είναι πολιτικός ούτε συζητούσε για την πολιτική με τον πατέρα του και ότι περιγράφει μόνο τα γεγονότα όπως συνέβησαν και όπως τα θυμάται (ερυθρό 28/2x ΔΦ). Ερωτηθείς αν θα μπορούσε να μετεγκατασταθεί σε άλλη περιοχή της χώρας απάντησε αρνητικά, καθώς δεν θα είναι ασφαλής. (ερυθρά 42-27 ΔΦ)

Ο λειτουργός αφού αξιολόγησε τα όσα καταγράφηκαν κατά την συνέντευξη αποδέχθηκε τον ισχυρισμό του Αιτητή σε σχέση με την ταυτότητα, το προφίλ και τη χώρα καταγωγής του, αλλά δεν έκανε αποδεκτό το αφήγημα του που συνδέεται με τον πυρήνα του αιτήματος του. Κρίθηκε ότι υπέπεσε σε αντιφάσεις και ασάφειες και ότι οι ισχυρισμοί του χαρακτηρίζονταν από ασυνέπεια, γενικότητα και αοριστία. Λήφθηκε δε υπόψη ότι το περιεχόμενο των δηλώσεων του κατά τη συνέντευξη ήτο σε αντίφαση με το περιεχόμενο της αίτησης ασύλου του. (ερυθρά 82-77 ΔΦ)

 

Αναφορικά, τώρα, με τους απορριφθέντες λόγους αιτήματος ασύλου προκύπτουν τα ακόλουθα:

 

(α) Ισχυρισμός του Αιτητή ότι ο πατέρας του υπήρξε ενεργό μέλος του πολιτικού κόμματος PPRD, το οποίο αντιτάχθηκε στην κυβέρνηση του Felix Tshisekedi που εκλέχθηκε Πρόεδρος της ΛΔΚ το 2018 και είναι αρχηγός του κόμματος του κυβερνόντος κόμματος UDPS. Οι δηλώσεις του Αιτητή επί αυτού του σημείου του αιτήματος του ήτο:

- αόριστες και ασαφείς αναφορικά με την πολιτική ανάμιξη και δραστηριότητα του πατέρα του, ενώ απουσίαζαν λεπτομέρειες στην περιγραφή του,

- δεν γνώριζε οτιδήποτε για το κόμμα PPRD και τον ρόλο του πατέρα του εκεί, παρότι υποστήριξε πως ο τελευταίος συνεργαζόταν άμεσα με τον πρώην Πρόεδρο Kabila και άλλα υψηλόβαθμα στελέχη του,

- δεν γνώριζε τί σημαίνουν τα ακρωνύμια των δύο αντίπαλων κομμάτων UDPS και PPRD, απαντώντας κατά τρόπο γενικό ότι ο ίδιος δεν ασχολείτο με την πολιτική,

- δεν ήταν σε θέση ούτε να προσδιορίσει χρονικά τα περιστατικά στα οποία αναφέρθηκε, ενώ δεν έδωσε σαφείς και συγκεκριμένες απαντήσεις για την κατ’ ισχυρισμό σύλληψη του πατέρα του,

 

Εξετάζοντας δε την εξωτερική αξιοπιστία του ανωτέρω ισχυρισμού, ο λειτουργός παραπέμπει σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης για τη χώρα καταγωγής του Αιτητή, σύμφωνα με τις οποίες ο John Numbi, ο οποίος ως δήλωσε ο Αιτητής ως φιλικό πρόσωπο του πατέρα του και ανήκαν στο ίδιο κόμμα, έχει κατηγορηθεί για παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ερευνάται για τη δολοφονία ενός ακτιβιστή υπέρ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων (ερυθρό 80-79 ΔΦ). Στη βάση δε έλλειψης εσωτερικής αξιοπιστίας του εν λόγω ισχυρισμού λόγω των αόριστων δηλώσεων του Αιτητή, ο λειτουργός τον απέρριψε στο σύνολό του.

 

(β) Ισχυρισμός του Αιτητή ότι απειλήθηκε τρεις φορές από άτομα του κόμματος UDPS και από στρατιωτικούς, λόγω της πολιτικής δραστηριότητας του πατέρα του. Σημειώνεται και πάλι σε αυτό το σημείο του αιτήματος του ότι οι πληροφορίες που έδωσε σε σχέση με τις απειλές που δέχθηκε από τα μέλη του UDPS κατά το περιστατικό στο σχολείο του, από ανθρώπους στο δρόμο και όταν βρισκόταν στο σπίτι με τη μητέρα του, δεν ήταν σαφείς και συνεκτικές. Περαιτέρω, ως προς τον ισχυρισμό του Αιτητή ότι στρατιωτικοί απήγαγαν και αιχμαλώτισαν τον ίδιο και τη μητέρα του, προσκόμισε ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου φωτογραφία στην οποία δήλωσε ότι απεικονίζονται οι εν λόγω στρατιωτικοί. Ωστόσο, κατόπιν αξιολόγησης του εγγράφου και διασταύρωσής του με εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, ο λειτουργός σημειώνει πως στην φωτογραφία απεικονίζονται αστυνομικοί και όχι στρατιωτικοί. Στη βάση δε έλλειψης εσωτερικής αξιοπιστίας του ισχυρισμού αυτού, ο λειτουργός τον απέρριψε στο σύνολό του.

 

Το Δικαστήριο μετά από ενδελεχή έλεγχο των πρακτικών της συνέντευξης του Αιτητή διαπιστώνει, όπως και η εισήγηση του λειτουργού, ότι δεν θα μπορούσαν να γίνουν δεκτοί οι λόγοι που εκείνος επικαλείται για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του. Ο Αιτητής υπέπεσε σε σοβαρές αντιφάσεις ανάμεσα στο αίτημα ασύλου του και στα πλαίσια της συνέντευξης του. Ενώ οι  προβαλλόμενοι ισχυρισμοί θα πρέπει να παρουσιάζουν συνοχή, συνέπεια, επαρκείς πληροφορίες και λεπτομέρειες - το αίτημα του ήταν αντιφατικό, ελλιπές και ατεκμηρίωτο. Ο Αιτητής υποχρεούτο να παρέχει κάθε διαθέσιμη βοήθεια στον εξεταστή για τη διαπίστωση των στοιχείων της υπόθεσής του και να τεκμηριώνει τους ισχυρισμούς του με επαρκή λεπτομέρεια (Βλέπε Άρθρο 18 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000), βλέπε επίσης Πρακτικός Οδηγός της ΕΑΣΟ: Αξιολόγηση των Αποδεικτικών Στοιχείων, Μάρτιος 2015, βλέπε επίσης Evidence and credibility assessment in the context of the Common European Asylum System της EUAA, February 2023, σελ.57-72, 103-112, 120-131). Ενώ  σύμφωνα και με την § 205 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών, θα πρέπει, μεταξύ άλλων, να βοηθά τον εξεταστή με κάθε δυνατό τρόπο με την τεκμηρίωση των ισχυρισμών του, να κάνει προσπάθεια να υποστηρίξει τα λεγόμενά του με κάθε διαθέσιμο μέσο, να δώσει ικανοποιητική επεξήγηση για κάθε απουσία τεκμηρίων και να παρέχει όλες τις σχετικές πληροφορίες που αφορούν τον εαυτό του και τις προγενέστερες εμπειρίες του με όσο το δυνατόν περισσότερες λεπτομέρειες για να καταστήσει ικανό τον εξεταστή να αποδείξει τους σχετικούς ισχυρισμούς.  Λαμβάνοντας δε υπόψη και το μορφωτικό επίπεδο του Αιτητή (που είναι επαρκές) θα αναμενόταν να είναι σε θέση να παραθέσει ένα συμπαγές αφήγημα το οποίο θα εμπεριείχε συνεκτικές και συνεπείς μεταξύ τους πληροφορίες. Ούτε στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας προσκομίστηκε στο Δικαστήριο οποιαδήποτε μαρτυρία για αξιολόγηση και για να ενισχυθεί το αίτημα του Αιτητή (Βλέπε Sportsman Betting Co Limited v. Δημοκρατίας (2000) 3 Α.Α.Δ. 591 , Ρούσος ν. Ιωαννίδης κ.ά. (1999) 3 Α.Α.Δ. 549Ζαβρός ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 106). Θα πρέπει να σημειωθεί ότι, αποτελεί καθήκον της αρμόδιας αρχής να αξιολογεί σε συνεργασία με τον αιτούντα τα συναφή στοιχεία της αίτησής του και/ή ότι αυτή η ευθύνη μοιράζεται μεταξύ του λειτουργού και του αιτούντα[1], αυτό όμως δεν αναιρεί την υποχρέωση του αιτούντα να υποβάλει το συντομότερο δυνατό όλα τα στοιχεία που απαιτούνται για την τεκμηρίωση της αίτησης του, ήτοι δηλώσεις/έγγραφα που έχει στη διάθεσή του σχετικά με την ηλικία του, το προσωπικό του ιστορικό, καθώς και το ιστορικό των οικείων συγγενών του, την ταυτότητα, την ιθαγένεια, τη χώρα και το μέρος προηγούμενης διαμονής του, τις προηγούμενες αιτήσεις ασύλου, το δρομολόγιο που ακολούθησε, το δελτίο ταυτότητας και τα ταξιδιωτικά του έγγραφα και τους λόγους για τους οποίους ζητεί διεθνή προστασία και/ή ότι εναπόκειται πρώτα στον ίδιο τον αιτούντα να έχει καταβάλει πραγματική προσπάθεια να τεκμηριώσει την αίτησή του[2].

 

Οι αναφορές της συνηγόρου του περιορίζονται μόνο στα όσα ελλιπώς περιεγράφηκαν κατά την συνέντευξη. Επιπλέον το Δικαστήριο, στα πλαίσια πραγματικού ελέγχου των γεγονότων της υπόθεσης, διαπιστώνει ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να θεμελιώσει την εσωτερική αξιοπιστία των προβληθέντων ισχυρισμών αναφορικά με τους λόγους για τους οποίους δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής κατά τρόπο που συναχθεί ότι τα εξιστορισθέντα αποτελούν βιωματικά περιστατικά. Ούτε θα μπορούσε άλλωστε να τύχει του ευεργετήματος της αμφιβολίας, το οποίο δίνεται μόνο όταν έχουν προσκομισθεί όλα τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία και όταν ο εξεταστής είναι γενικά ικανοποιημένος από την αξιοπιστία του αιτούντα (Βλέπε §204 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών). Δεν προκύπτει ότι συντρέχουν στο πρόσωπο του Αιτητή εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά κριτήρια που μπορούν να στοιχειοθετήσουν το γεγονός ότι εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του και δεν επιθυμεί να επιστρέψει σε αυτή λόγω βάσιμου και δικαιολογημένου φόβου δίωξης (§37-38 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών). Συνεπώς δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του Άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000) καθώς οι σχετικοί ισχυρισμοί του απορρίφθηκαν ως μη αξιόπιστοι στο σύνολό τους και δεν κατάφερε να καταδείξει και/ή να τεκμηριώσει ότι σε περίπτωση επιστροφής του στην χώρα καταγωγής, υπάρχει κίνδυνος δίωξής της για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων.

 

Ως προς το εάν η περίπτωση του Αιτητή εμπίπτει στις προϋποθέσεις παροχής καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας, ο λειτουργός εξέτασε κατά πόσο θα υπόκειτο σε περίπτωση επιστροφής του στην χώρα καταγωγής σε οποιαδήποτε τέτοια σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη ως προσδιορίζεται στο Άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000) και κατέληξε ότι τέτοιος κίνδυνος δεν υφίσταται (ερυθρό 77-74 ΔΦ). Ουδείς εκ των ισχυρισμών που πρόβαλε τεκμηριώνει την ύπαρξη ουσιωδών λόγων ώστε να πιστεύεται ότι ο ίδιος προσωπικά, σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του, θα υποβληθεί σε κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης ή σε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία, βάσει του Άρθρου 15, εδάφια (α) και (β), της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ[3] που αντιστοιχεί στο Άρθρο 19(2), εδάφια (α) και (β), του περί Προσφύγων Νόμου2000 έως 2023, (Ν. 6(Ι)/2000). Ειδικά δε ως προς το σκέλος της διακινδύνευσης λόγω βίας ασκούμενης αδιακρίτως σε καταστάσεις ένοπλης σύρραξης, ο λειτουργός σημειώνει ότι βάσει των διαθέσιμων πληροφοριών από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης επιβεβαιώνεται ότι στην περιοχή του Αιτητή δεν παρατηρούνται συνθήκες ένοπλων συγκρούσεων. Σημειώνεται ότι, ο ίδιος σε κανένα στάδιο της διαδικασίας αξιολόγησης της αίτησης του ανέφερε ότι κινδυνεύει λόγω ένοπλης σύρραξης στη χώρα του, ενώ από αναθεωρημένη έρευνα του Δικαστηρίου από τη βάση δεδομένων ACLED (The Armed Conflict Location & Event Data Project)  τα περιστατικά βίας που αφορούν συνολικά την επαρχία της Κινσάσα, πόλη Κινσάσα για το χρονικό διάστημα από 01/03/23 έως 01/03/24 έχουν καταγραφεί συνολικά μόνο 55 περιστατικά χρήσης βίας που έχουν μετρήσει συνολικά 69 θύματα. Πιο συγκεκριμένα, από τα 45 περιστατικά τα 7 είναι μάχες (με 20 θύματα), τα 22 είναι περιστατικά χρήσης βίας κατά αμάχων (με 48 θύματα) και τα 26 είναι εξεγέρσεις (με 1 θύμα).[4] Σύμφωνα με το ACLED, υπάρχει μείωση της τάξεως του 55.9% στα περιστατικά ασφαλείας του Μαρτίου του 2024 και μείωση της τάξεως του 100% στα θύματα κατά τον εν λόγω μήνα, συγκριτικά με έναν μέσο μήνα του προηγούμενου έτους. Δεδομένου δε ότι ο συνολικός πληθυσμός της επαρχίας της Κινσάσα ανέρχεται το 2023 σε περίπου 14.565.700 κατοίκους[5],  καθίσταται κατανοητό ότι ο ανωτέρω αναφερόμενος αριθμός θανάτων στην εν λόγω περιοχή από περιστατικά ασφαλείας δεν ανέρχεται σε τόσο υψηλά επίπεδα σε σχέση με τον συνολικό πληθυσμό της περιοχής, έτσι ώστε η κατάσταση στην εν λόγω περιοχή να μπορεί να χαρακτηριστεί ως ένοπλη σύρραξη επιφέρουσα συνθήκες αδιακρίτως ασκούμενης βίας. Βάσει των ανωτέρω ποσοτικών και ποιοτικών πληροφοριών, δεν προκύπτει ότι στον τόπο τελευταίας διαμονής του Αιτητή λαμβάνει χώρα διεθνής ή εσωτερική ένοπλη σύρραξη εντός του πλαισίου του Άρθρου 19(2)(γ) του Περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000) και ως εκ τούτου, παρέλκει περαιτέρω διερεύνηση των προσωπικών της περιστάσεων του για λόγους εφαρμογής της «αναπροσαρμοσμένης κλίμακας» όπως αυτή απορρέει από τη Νομολογία του Δικαστηρίου Ευρωπαϊκής Ένωσης[6].

 

Συνοψίζοντας, από τα ενώπιον μου στοιχεία δεν διαπιστώνεται ελλιπής έρευνα αλλά ούτε πλάνη περί το νόμο και των πραγματικών δεδομένων που λήφθηκαν από την Υπηρεσία Ασύλου κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης. (Βλέπε Δημοκρατία ν. Κοινότητας Πυργών κ.ά. (1996) 3 Α.Α.Δ. 503, Αντώνης Ράφτης ν. Δημοκρατίας, (2002) 3 Α.Α.Δ. 345 ). Η αιτιολογία της προσβαλλόμενης πράξης περιέχει τους πραγματικούς λόγους και τη νομική βάση στην οποία  υπήγαγε τα γεγονότα το αρμόδιο όργανο ώστε να καταλήξει στη συγκεκριμένη απόφαση (Βλέπε Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ.270). Το Δικαστήριο μετά από έλεγχο νομιμότητας/ορθότητας και πραγματικό έλεγχο των περιστάσεων του Αιτητή, όπως αναλύεται ανωτέρω, καταλήγει στο ίδιο εύρημα ότι δηλαδή δεν μπορεί να του αναγνωριστεί το καθεστώς του πρόσφυγα ή συμπληρωματικής προστασίας.

 

Για όλους τους πιο πάνω λόγους, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται με €1300 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.

 

 

 

                          Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.



[1] Οδηγία 2011/95/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011 , σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας (αναδιατύπωση)

[2] Άρθρο 16 & 18 του περί περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000).

 

[3]του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας

[4] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, 2024, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard (βλ. πλατφόρμα Dashboard, με στοιχεία ανάλυσης ως εξής: COUNTRY VIEW- EVENT DATE – 01/03/23 – 01/03/24, EVENT TYPE - Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots  και REGION - Middle Africa – DRC- Kinshasa)

[5] Macrotrends, Kinshasa Population, 2023, διαθέσιμο σε https://www.macrotrends.net/cities/20853/kinshasa/population,

[6] EASO, Άρθρο 15 στοιχείο γ) της οδηγίας για τις ελάχιστες απαιτήσεις ασύλου (2011/95/ΕΕ) Δικαστική Ανάλυση, Νοέμβριος 2014, σελ. 26 – 1.6.2. έννοια της «αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας» (https://easo.europa.eu/sites/default/files/Article-15c-QD_a-judicial-analysis-EL.pdf)

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο