ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

                                                                       

                                                                                        Υπόθεση αρ. 1971/2023

                                   

29 Μαρτίου 2024

 

[Χ.ΠΛΑΣΤΗΡΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

                          Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:

                                                             H.S.

                                                                                                                                                                                                                                                    Αιτητής

και

 

                      Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω του Διευθυντού της

                                              Υπηρεσίας Ασύλου

 

                                                                                             Καθ' ων η αίτηση

                                                                                                                                 Π. Μπενέτης (κος), για Αλ Τάχερ, Μπενέτη και Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε., Δικηγόροι για τον Αιτητή 

Ν. Κουρσάρης (κος), για Π. Βρυωνίδου (κα), Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Χ. ΠΛΑΣΤΗΡΑ Δ.Δ.Δ.Δ.Π:   Με την προσφυγή του ο αιτητής, αιτείται την ακύρωση της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας  22/05/2023 η οποία κοινοποιήθηκε στον αιτητή στις 27/05/2023 και δια της οποίας απορρίφθηκε η αίτησή του για παροχή διεθνούς προστασίας, ως άκυρη, παράνομη και στερούμενης νομικού αποτελέσματος.

Ως εκτίθεται στην Ένσταση που καταχωρήθηκε από τους καθ' ων η αίτηση και προκύπτει από το περιεχόμενο του σχετικού Διοικητικού Φάκελου που κατατέθηκε στα πλαίσια των διευκρινήσεων της παρούσας προσφυγής ως Τεκμήριο 1, ο αιτητής είναι ενήλικας υπήκοος Ινδίας και εισήλθε νόμιμα στη Κυπριακή Δημοκρατία με άδεια εργασίας στις 30/09/2017. Στις 27/07/2022 υπέβαλε αίτηση χορήγησης καθεστώτος διεθνούς προστασίας και στις 28/10/2022 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη στον αιτητή από αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου. Ακολούθως, ο αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου στις 20/05/2023 υπέβαλε σχετική Έκθεση και Εισήγηση στον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου για απόρριψη της αίτησης ασύλου του αιτητή.  Στις 22/05/2023, ο εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών να ασκεί τα καθήκοντα του Προϊσταμένου, αποφάσισε όπως να μη παραχωρηθεί καθεστώς διεθνούς προστασίας στον αιτητή και απέρριψε την αίτηση του. Στις 25/05/2023, η Υπηρεσία Ασύλου ετοίμασε σχετική επιστολή ενημέρωσης περί της απόρριψης του αιτήματος του αιτητή, η οποία παραλήφθηκε και υπογράφτηκε ιδιοχείρως από τον αιτητή στις 27/05/2023, κατόπιν επεξήγησης του περιεχομένου σε γλώσσα κατανοητή για τον αιτητή.

Στη συνέχεια, ο αιτητής καταχώρησε την υπό εξέταση προσφυγή εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου.

Ο συνήγορος του αιτητή στα πλαίσια της προσφυγής και της γραπτής αγόρευσης, προώθησε διάφορους λόγους ακύρωσης επί της αιτήσεως ακυρώσεως (προσφυγής) προς υποστήριξη του αιτήματος για ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης, τους οποίους εν τέλει εγκατέλειψε κατά το στάδιο των διευκρινήσεων και διατήρησε μόνο τον λόγο ακύρωσης που αφορά την μη δέουσα έρευνα. Ενόψει λοιπόν των δηλώσεων του ευπαίδευτου συνηγόρου του αιτητή, όλοι οι λόγοι ακύρωσης ως καταγράφονται στην προσφυγή, πέραν από τον λόγο ακύρωσης που αφορά την μη δέουσα έρευνα εκ μέρους των καθ' ων η αίτηση, αποσύρονται και απορρίπτονται.

Οι καθ' ων η αίτηση αντιτάσσουν ότι η προσβαλλόμενη απόφαση έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος και των Νόμων, κατόπιν δέουσας έρευνας και σωστής ενάσκησης των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στους καθ΄ ων η αίτηση και αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης και είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη και απορρίπτουν τους προωθούμενους ισχυρισμούς ως νόμω και ουσία αβάσιμους.

Έχω εξετάσει προσεκτικά τις εκατέρωθεν θέσεις και των δύο πλευρών, υπό το φως του περιεχομένου του οικείου διοικητικού φακέλου και, γενικότερα, όλων των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, τα οποία αποτέλεσαν το υπόβαθρο για προώθηση των εκατέρωθεν θέσεων.

Ακολούθως, θα προχωρήσω να εξετάσω τον λόγο ακύρωσης που διατήρησαν οι συνήγοροι του αιτητή, ήτοι τον ισχυρισμό περί μη διενέργειας της δέουσας έρευνας εκ μέρους των καθ’ ων η αίτηση, ο οποίος έχει δικογραφηθεί και έστω ακροθιγώς προωθείται στην γραπτή αγόρευση του αιτητή.

Κατά πάγια νομολογία, η επάρκεια της έρευνας, η έκταση και ο τρόπος διεξαγωγής της, ποικίλει ανάλογα με τα υπό διερεύνηση γεγονότα. Προκαθορισμένος τρόπος δεν υπάρχει. Με την προϋπόθεση ότι η έρευνα είναι επαρκής, το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει στον τρόπο που η διοίκηση επέλεξε να διερευνήσει το θέμα, ούτε και υποκαθιστά τα υπ' αυτής διαπιστωθέντα πρωτογενή ευρήματα (βλ. Motorways Ltd v. Υπουργού Οικονομικών κ.ά. (1999) 3 Α.Α.Δ. 447 και Ράφτης ν. Δημοκρατίας κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 345 και Κώστας Γρηγορίου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1002/2009, ημερ. 27.10.2011).

Στη βάση της πιο πάνω υποχρέωσης του αρμόδιου οργάνου για δέουσα έρευνα θεωρώ χρήσιμο να καταγραφούν οι ισχυρισμοί του αιτητή σε όλα τα στάδια εξέτασης του αιτήματός του, για να διαφανεί εάν όντως το αρμόδιο όργανο προέβη στη δέουσα υπό τις περιστάσεις έρευνα και ορθώς αποφάσισε να απορρίψει το αίτημα του αιτητή.

 

Στο πλαίσιο του εντύπου της αίτησής του για διεθνή προστασία, ο αιτητής αναφέρει ότι προέρχεται από πολιτική οικογένεια. Πρόσθεσε ότι η κυβέρνηση έχει αλλάξει καθότι άλλο κόμμα κέρδισε τις εκλογές και ενόψει τούτου μέλη του κόμματος που βρίσκεται στην εξουσία τους παρενοχλούν και τους εκφοβίζουν. Τέλος, ως ο ίδιος ανάφερε, η οικογένειά του, τον παρότρυνε να μεταβείς το εξωτερικό καθότι θα είναι καλύτερα και ότι σε περίπτωση επιστροφής του στην Ινδία, θα τον σκοτώσουν (ερυθρό 1 και μετάφραση αυτού ερυθρό 13 του διοικητικού φακέλου).

 

Στο πλαίσιο της προφορικής συνέντευξης του, ερωτηθείς ο αιτητής αν τα όσα κατέγραψε στο έντυπο της αίτησής του ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα, ο αιτητής απάντησε αρνητικά, δηλώνοντας ότι αφίχθηκε στην Κυπριακή Δημοκρατία για να εργαστεί, αναιρώντας το περιεχόμενο της αίτησης του. Ως προς τον λόγο που εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του, ανέφερε ότι ήρθε στην Κυπριακή Δημοκρατία για να εργαστεί για να στηρίξει οικονομικά την οικογένειά του. Σε σχετική ερώτηση εάν αντιμετώπισε οποιοδήποτε πρόβλημα στην Ινδία, αναφέρθηκε στο οικονομικό λόγω ενός δανείου.  Ερωτώμενος για τον λόγο που προχώρησε σε αίτημα για άσυλο πέντε χρόνια μετά την άφιξη του στην Δημοκρατία, ο αιτητής δήλωσε ότι προέβη σε αίτηση ασύλου για να νομιμοποιήσει την παραμονή του στην Κυπριακή Δημοκρατία. Επανέλαβε ότι σε περίπτωση επιστροφής του στην χώρα καταγωγής του, θα αντιμετωπίσει οικονομικές δυσκολίες και πως δεν θα μπορέσει να στηρίξει οικονομικά την οικογένειά του.

 

Ο αρμόδιος λειτουργός, αξιολογώντας τα όσα ο αιτητής δήλωσε στην συνέντευξη του, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αξιοπιστία του είναι ικανοποιητική, εντούτοις οι ισχυρισμοί του αιτητή δεν εμπίπτουν στους λόγους της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 ούτε και στον Περί Προσφύγων Νόμο μιας και δεν δικαιολογούν ότι ο αιτητής μπορεί να αντιμετωπίσει δίωξη ή σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής του στην χώρα καταγωγής του.

 

Με δεδομένο λοιπόν ότι ο αιτητής ισχυρίστηκε ότι ήρθε για  να εργαστεί, μιας και αναίρεσε το περιεχόμενο της αίτησης του, κρίνω ότι ουδεμία περαιτέρω έρευνα χρειαζόταν για την εξέταση της αίτησης του.

 

Όπως προκύπτει από το πιο πάνω ιστορικό ο αιτητής δεν επικαλέστηκε κανένα απολύτως ισχυρισμό που να εμπίπτει στις προϋποθέσεις αναγνώρισης του καθεστώτος του πρόσφυγα στο πρόσωπο του, το μόνο που επικαλέστηκε είναι τα οικονομικά προβλήματα καθώς και το γεγονός ότι ήρθε στην Κυπριακή Δημοκρατία για να εργαστεί, στοιχεία που δεν θα μπορούσαν να τον εντάξουν στην έννοια του πρόσφυγα έτσι όπως αυτή η έννοια ερμηνεύεται στην Σύμβαση της Γενεύης του 1951 και από τον Περί Προσφύγων Νόμο καθότι ο αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο δίωξης για τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 3 του Περί Προσφύγων Νόμου. Συνακόλουθα ο αιτητής δεν επικαλέστηκε κανένα ουσιώδη λόγο που να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη, για να του δοθεί συμπληρωματική προστασία σύμφωνα με το άρθρο 19 του Περί Προσφύγων Νόμου. Επομένως, κρίνω ότι ορθώς κρίθηκε ότι δεν μπορούσε να του παρασχεθεί ούτε προσφυγικό καθεστώς αλλά ούτε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.

Σύμφωνα με την παράγραφο 62 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ «Μετανάστης είναι το πρόσωπο που για λόγους διαφορετικούς από εκείνους που αναφέρονται στον ορισμό εγκαταλείπει οικειοθελώς τη χώρα του με σκοπό να εγκατασταθεί αλλού. Μπορεί δεν να ωθείται από την επιθυμία για αλλαγή ή για περιπέτεια ή από οικογενειακούς ή άλλους προσωπικούς λόγους. Εάν ωθείται αποκλειστικά από οικονομικά κίνητρα, είναι οικονομικός μετανάστης και όχι πρόσφυγας».

Υπό το φως των απαντήσεων του αιτητή κατά τη διάρκεια της συνέντευξης της και των γεγονότων και στοιχείων που είναι καταγεγραμμένα στο διοικητικό φάκελο της υπό αναφορά υπόθεσης, κρίνεται ότι στην παρούσα περίπτωση ο αιτητής, δεν χωρεί αμφιβολία ότι είναι οικονομικός μετανάστης καθότι υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας ωθούμενος από οικονομικά κίνητρα και επομένως δεν υπάγεται στην κατηγορία δικαιούχων διεθνούς προστασίας.

Εν τέλει, σημειώνεται ότι ο Υπουργός Εσωτερικών, ασκώντας την εξουσία που του παρέχει το άρθρο12Βτρις του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000, έκδωσε την Κ.Δ.Π. 166/2023 όπου καθόρισε τις ασφαλείς χώρες ιθαγένειας, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγεται και η Ινδία. Ο αιτητής στην παρούσα δεν έχει προβάλει οποιοδήποτε λόγο για να θεωρηθεί ότι η χώρα αυτή δεν είναι ασφαλής χώρα ιθαγένειας, στη βάση των όσων διαλαμβάνονται από το αρ.12Βτρις (6).

Με βάση το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου τα οποία περιορίζονται στο περιεχόμενο του σχετικού Διοικητικού Φάκελου, αφού ουδεμία περαιτέρω μαρτυρία προσκομίστηκε στα πλαίσια της παρούσας προς υποστήριξη της αιτήσεως και αφού εξέτασα, τόσο τη νομιμότητα, όσο και την ουσία της υπό αναφορά υπόθεσης σύμφωνα με την εξουσία που μου παρέχει το άρθρο 11 (3) (α) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (Ν. 73(I)/2018), καταλήγω ότι το αίτημα του αιτητή εξετάστηκε επιμελώς σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και εύλογα η Υπηρεσία Ασύλου απέρριψε την αίτηση του αιτητή.

Η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με €1000 έξοδα υπέρ των καθ' ων η αίτηση και εναντίον του αιτητή.

 

                                                                                  

                                                                                      Χ. ΠΛΑΣΤΗΡΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο