ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ


Υπόθεση Αρ.: 2186/23

 

29 Μαρτίου, 2024

 

[Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:

A.O.M.

Αιτητού

και

 

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου

 

Καθ' ων η αίτηση

 .........

 

Ν. Στυλιανού (κα), Δικηγόρος για τον Αιτητή

 

Ν. Ιερωνυμίδης (κος), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Ο Αιτητής με την παρούσα προσφυγή αιτείται την έκδοση απόφασης από το παρόν Δικαστήριο με την οποία να κηρύσσεται άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε νομικού αποτελέσματος η απόφαση των Καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 11.4.2023 με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για διεθνή προστασία, καθώς κρίθηκε ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 19 των περί Προσφύγων Νόμων του 2000 έως 2022 (στο εξής: ο περί Προσφύγων Νόμος).

Γεγονότα

1.             Τα γεγονότα της υπόθεσης έχουν ως ακολούθως: Ο Αιτητής κατάγεται από τη Νιγηρία και περί τις 31.3.2022, υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας. Στις 29.3.2023, πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του Αιτητή από λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου. Ακολούθως, υποβλήθηκε  Έκθεση/Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου (στο εξής: Προϊστάμενος) για απόρριψη της αίτησης ασύλου του Αιτητή. Στις 11.4.2023, η Εισήγηση εγκρίθηκε από τον Προϊστάμενο. Η εν λόγω απορριπτική απόφαση, η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 28.6.2023, αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.

Νομικοί Ισχυρισμοί

2.             Κατά την ακροαματική διαδικασία, ο Αιτητής δια της συνηγόρου του ανέφερε ότι προωθεί ως λόγους προσφυγής την έλλειψη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας και την πλάνη. Ως προς την ουσία του αιτήματός του για διεθνή προστασία, ο Αιτητής ανέφερε ότι αντιλήφθηκε ότι άφησε έγκυο την αδερφή του κατά τη διάρκεια πάρτι υπό την επήρεια ναρκωτικών ουσιών. Υπό φόβο και ντροπή εγκατέλειψε την πόλη καταγωγής και συνήθους διαμονής του, και στο τέλος, αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη χώρα του, καθώς οι γονείς και οι συγγενείς του τόν έψαχναν για να τον τιμωρήσουν συνεπεία του συγκεκριμένου γεγονότος.  

3.              Από την πλευρά τους οι Καθ' ων η αίτηση, υπεραμύνονται της επίδικης πράξης και  προβάλλουν ότι ο Αιτητής εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του για να σπουδάσει και όχι λόγω δίωξης από την οικογένεια του. Επιπρόσθετα, αναφέρουν ότι δεν αναζήτησε προστασία από τις αρχές της χώρας του και ότι εν τέλει ενώ δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου για υπαγωγή του σε καθεστώς διεθνούς προστασίας.  

To νομικό πλαίσιο

4.              Η Σύμβαση περί του καθεστώτος των προσφύγων, η οποία υπογράφηκε στη Γενεύη στις 28 Ιουλίου 1951 και τέθηκε σε ισχύ στις 22 Απριλίου 1954 [Recueil des traités des Nations unies, τόμος 189, σ. 150, αριθ. 2545 (1954)], όπως συμπληρώθηκε με το Πρωτόκολλο περί του καθεστώτος των προσφύγων, το οποίο συνήφθη στη Νέα Υόρκη στις 31 Ιανουαρίου 1967 και τέθηκε σε ισχύ στις 4 Οκτωβρίου 1967 (στο εξής: Σύμβαση της Γενεύης), ορίζει, στο άρθρο 1, τμήμα Α, σημείο 2, πρώτο εδάφιο, ότι ο όρος «πρόσφυγας» εφαρμόζεται επί παντός προσώπου το οποίο, «συνεπεία δικαιολογημένου φόβου διώξεως λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικότητος, κοινωνικής τάξεως ή πολιτικών πεποιθήσεων, ευρίσκεται εκτός της χώρας της οποίας έχει την ιθαγένεια και δεν δύναται ή, λόγω του φόβου τούτου, δεν επιθυμεί να απολαύη της προστασίας της χώρας ταύτης».

5.            Το άρθρο 11 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 και 2020 (Ο περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμος) καθορίζει τη δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου.

6.            Το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου καθορίζει την έννοια του όρου πρόσφυγας και τις προϋποθέσεις υπαγωγής σε αυτόν τον ορισμό.

7.            Το άρθρο 16 του περί Προσφύγων Νόμου ορίζει τα εξής:

«Υποχρεώσεις Αιτητή κατά την εξέταση της αίτησης και συναφής υποχρέωση αρμόδιων αρχών

16.-(1) Κατά την εξέταση της αίτησής του, ο Αιτητής οφείλει να συνεργάζεται με την Υπηρεσία Ασύλου με σκοπό την εξακρίβωση της ταυτότητάς του και των υπόλοιπων στοιχείων που αναφέρονται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (2).

(2)  Ιδίως, ο Αιτητής οφείλει-

(α) να υποβάλει το συντομότερο δυνατό όλα τα στοιχεία που απαιτούνται για την τεκμηρίωση της αίτησης, τα οποία στοιχεία συνίστανται σε δηλώσεις του Αιτητή και σε όλα τα έγγραφα που έχει ο Αιτητής στη διάθεσή του σχετικά με την ηλικία του, το προσωπικό του ιστορικό, καθώς και το ιστορικό των οικείων συγγενών του, την ταυτότητα, την ιθαγένεια, τη χώρα και το μέρος προηγούμενης διαμονής του, τις προηγούμενες αιτήσεις ασύλου, το δρομολόγιο που ακολούθησε, το δελτίο ταυτότητας και τα ταξιδιωτικά του έγγραφα και τους λόγους για τους οποίους ζητεί διεθνή προστασία∙ [...]».

8.             Το άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου προβλέπει τις περιπτώσεις, όπου χορηγείται το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.

Κατάληξη

9.             Ως προς τους ισχυρισμούς που προωθούνται από τον Αιτητή περί έλλειψης δέουσας έρευνας, πλάνης περί τα πράγματα και το νόμο και περί μη επαρκούς αιτιολογίας είναι κρίσιμο και απαραίτητο να καταστεί αντιληπτό ότι η δικαιοδοσία του παρόντος δικαστηρίου διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο στο λυσιτελές της προβολής των λόγων προσφυγής. Ειδικότερα, το παρόν Δικαστήριο ως δικαστήριο ουσίας δικάζει την υπόθεση που άγεται ενώπιον του εξ υπαρχής, κατά το νόμο και κατά την ουσία, δεν περιορίζεται μόνο στην εξέταση της διαδικασίας και των στοιχείων κρίσης της διοικητικής αρχής που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, αλλά προχωρεί παραπέρα και εξετάζει και την ουσιαστική ορθότητα της de novo και ex nunc. Ο Αιτητής αναμένεται να προβάλει, στο πλαίσιο της διοικητικής ή και της παρούσας δικαστικής διαδικασίας, τέτοιους συγκεκριμένους και ειδικούς ισχυρισμούς, οι οποίοι εν δυνάμει θα δικαιολογούσαν την υπαγωγή του στο καθεστώς διεθνούς προστασίας. Η πιο πάνω ανάλυση λόγω της έκτασης της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου καθιστά αλυσιτελή την προβολή υποπεριπτώσεων λόγων προσφυγής π.χ. έλλειψη δέουσας έρευνας, ορισμένες διαδικαστικές πλημμέλειες κατά την έκδοση της επίδικης πράξης. Εν προκειμένω, ο Αιτητής εκπροσωπούμενος και δια συνηγόρου, έχει την ευκαιρία να εκθέσει τους ισχυρισμούς του και να λάβει όλα τα δέοντα δικονομικά μέσα προς τεκμηρίωσή τους [Βλ. «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», Επαμεινώνδας Π. Σπηλιωτόπουλος, 14ης Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 260, υποσημ. 72, «Εισηγήσεις Διοικητικού Δικονομικού Δικαίου, Χαράλαμπος Χρυσανθάκης, 2η Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σελ. 247 και Π.Δ. Δαγτόγλου, (Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο), σελ. 552]. Ως αλυσιτελής χαρακτηρίζεται ο λόγος προσφυγής, ο οποίος ακόμα και αν γίνει δεκτός δεν πρόκειται να οδηγήσει σε ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης [Βλ. Η προβολή ισχυρισμών στις διοικητικές διαφορές ουσίας, Α. Αθ. Αρχοντάκη, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 100]

10.           Επισημαίνεται επιπλέον συναφώς ότι αποτελεί βασική νομολογιακή αρχή ότι η έκταση της έρευνας, ο τρόπος και η διαδικασία που θα ακολουθηθεί ποικίλλει ανάλογα με το υπό εξέταση ζήτημα,  ανάγεται δε στην διακριτική ευχέρεια της Διοίκησης [Βλ. Δημοκρατία ν. Κοινότητας Πυργών κ.ά. (1996) 3 Α.Α.Δ. 503, Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας ν. Ζάμπογλου (1997) 3 Α.Α.Δ. 270, Α.Ε. Aρ.: 3017, Αντώνης Ράφτης ν. Δημοκρατίας, ημερ. 5.6.2002, (2002) 3 ΑΑΔ 345].

 

11.          Η γενική αυτή νομολογιακή αρχή θα πρέπει να εξεταστεί εν προκειμένω υπό το φως του ειδικού δικαίου που διέπει τη διαδικασία εξέτασης μίας αιτήσεως ασύλου και των αρχών που θεσπίζει τόσο η εθνική όσο και η ενωσιακή νομοθεσία. Συναφές εν προκειμένω είναι το άρθρο 16 του περί Προσφύγων Νόμου και ειδικότερα τα εδάφια (2) και (3) αυτού. Από τις εν λόγω διατάξεις απορρέει καταρχάς η υποχρέωση του Αιτητή να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια προς τεκμηρίωση της αίτησης ασύλου του. Σύμφωνα με πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Βλ. ενδεικτικώς, Υπόθ. Αρ. 1721/2011, Ηοοman & Mahiab Khanbabaie vAναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 30.6.2016, ECLI:CY:AD:2016:D320) αποτελεί υποχρέωση του αιτητή ασύλου να επικαλεστεί έστω και χωρίς να προσκομίσει τυπικά αποδεικτικά στοιχεία, συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που του προκαλούν κατά τρόπο αντικειμενικώς αιτιολογημένο, φόβο δίωξης στη χώρα του για κάποιον από τους λόγους που αναφέρει το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου (Βλ. επίσης νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, αποφάσεις αρ. 1093/2008, 817/2009 και 459/2010). Εν συνεχεία ωστόσο, λόγω ακριβώς της δυσχέρειας των αιτητών ασύλου να τεκμηριώσουν με συγκεκριμένα στοιχεία την αίτησή τους, γεννάται υποχρέωση της διοίκησης να συνδράμει τον Αιτητή σε αυτήν την προσπάθεια προβολής και τεκμηρίωσης των ισχυρισμών του (Βλ. Εγχειρίδιο για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων της Υπάτης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών παρ. 195 επ., Βλ. επίσης αναφορικά με την ενεργό συνεργασία Απόφαση του ΔΕΕ της 22ας Νοεμβρίου 2012, Υπόθεση C‑277/11, M. M., ECLI:EU:C:2012:744, σκέψεις 63 εώς 68).

12.          Εν προκειμένω, ο Αιτητής στο έντυπο της αίτησής του για άσυλο ανέφερε ότι  εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του λόγω του ότι άφησε έγκυο την αδερφή του. Ως εκ τούτου, η οικογένεια και οι συγγενείς του προσπαθούν να τον στείλουν φυλακή (ερυθρό 1 του διοικητικού φακέλου).    

13.          Κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξης, ο Αιτητής δήλωσε ότι είναι υπήκοος Νιγηρίας. Γεννήθηκε το 2000 και διέμενε μέχρι και τη μέρα που έφυγε στην πόλη Umunende, στην Πολιτεία Delta. Ως προς το οικογενειακό του υπόβαθρο, ανέφερε ότι έχει μία κόρη, πέντε αδερφές και έναν αδερφό, ενώ οι γονείς του είναι χωρισμένοι. Ως προς το μορφωτικό του επίπεδο, ανέφερε ότι ολοκλήρωσε τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση το 2016.

14.          Eρωτηθείς ως προς τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής ανέφερε ότι κατέστησε την αδερφή του έγκυο και αυτή υπήρξε η αφορμή της φυγής του από τη χώρα καταγωγής του. Ως υποστηρίζει, πήγε στο πάρτι που διοργάνωσε η αδερφή του όπου υπήρχαν ναρκωτικά. Ξύπνησε το πρωί και βρήκε την αδερφή του δίπλα του γυμνή, χωρίς να γνωρίζει τι έγινε. Μετά από 2-3 μήνες τον πήρε τηλέφωνο η μητέρα του και του είπε ότι η αδερφή του είναι έγκυος. Καθώς αυτό απαγορεύεται, νιώθοντας φόβο και ντροπή έφυγε για την πόλη Abuja (ερυθρό 17, 3Χ του διοικητικού φακέλου).

15.          Κληθείς να δώσει περισσότερες πληροφορίες για το συγκεκριμένο περιστατικό, ο Αιτητής ανέφερε ότι το πάρτι διοργανώθηκε τον Μάρτιο του 2021 στην πόλη Batakos όπου διέμενε η αδερφή του. Τέλος Μαΐου 2021 τον ενημέρωσε η μητέρα του για την εγκυμοσύνη της αδερφής του. Ερωτηθείς αν έχει επικοινωνήσει με την αδερφή του, ο Αιτητής απάντησε αρνητικά, ενώ αρνητικά απάντησε και σε ερωτήσεις αν έχει συμβεί κάτι στον ίδιο κατά τη διάρκεια των μετακινήσεών του από πόλη σε πόλη. Ως περαιτέρω αναφέρει, δεχόταν κλήσεις στις οποίες δεν ανταποκρίθηκε, μίλησε μόνο με τους γονείς του οι οποίοι τον κάλεσαν να επιστρέψει στην πόλη καταγωγής του, αλλά εξαιτίας του φόβου του ότι μπορεί να τον χτυπήσουν μέχρι θανάτου, δεν επέστρεψε ποτέ.

16.          Αξιολογώντας τις πιο πάνω δηλώσεις του Αιτητή, οι Καθ' ων η αίτηση σχημάτισαν δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς. Ο πρώτος αφορά την ταυτότητα, και την πόλη καταγωγής και διαμονής του Αιτητή. Ο Αιτητής είναι υπήκοος Νιγηρίας, με τόπο καταγωγής και διαμονής την πόλη Umunende στην Πολιτεία Delta.   

17.          Ο πρώτος ισχυρισμός του Αιτητή έγινε αποδεκτός, καθώς οι πληροφορίες που έδωσε ήταν συνεκτικές και δεδομένου ότι ο Αιτητής παρέδωσε στην υπηρεσία ασύλου το διαβατήριό του, το οποίο επιβεβαίωνε την εθνικότητα και τον τόπο γέννησής του,  ενώ οι δηλώσεις του σχετικά με την περιοχή καταγωγής του επιβεβαιώνονταν από εξωτερικές πηγές.

18.           Ως δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός απομονώθηκε ο  κατ’ ισχυρισμό φόβος δίωξης από την οικογένεια του μετά το περιστατικό που άφησε έγκυο την αδερφή του. Οι δηλώσεις γύρω από αυτόν τον ισχυρισμό κρίθηκαν πως στερούνται ευλογοφάνειας ενώ έχουν εντοπιστεί και αντιφάσεις. Ειδικότερα, οι Καθ’ ων η αίτηση παρατήρησαν ότι κληθείς ο Αιτητής να παραθέσει πληροφορίες αναφορικά με το πάρτι, ανέφερε ότι έγινε τον Μάρτιο του 2021 στην πόλη Batakos όπου ζούσε η αδερφή του. Όταν του επισημάνθηκε ότι σε προγενέστερο στάδιο όπου ανέφερε τον τόπο διαμονής κάθε μέλους της οικογένειας του δεν ανέφερε την πόλη Batakos, ο Αιτητής σχολίασε ότι ίσως να το είχε παραλείψει. Επιπρόσθετα, κληθείς να αναφέρει τα γεγονότα που έλαβαν χώρα μετά το πάρτι, ο Αιτητής ανέφερε ότι τον κάλεσε η μητέρα του∙ περαιτέρω, σχολίασε ότι εργαζόταν κανονικά και ήταν ασφαλής καθώς δεν επέστρεψε στην πόλη καταγωγής του, ενώ ως ισχυρίζεται οι γονείς του τον κάλεσαν να επιστρέψει πίσω αλλά ο ίδιος φοβόταν. Ως εκ τούτου, οι Καθ’ ων η αίτηση κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι οι δηλώσεις του Αιτητή στερούνται ευλογοφάνειας ενώ δεν αναφέρθηκε σε κάποια πράξη δίωξης προς το άτομο του. Συνεπώς, κρίθηκε ότι δεν τεκμηριώθηκε η εσωτερική αξιοπιστία του Αιτητή.

19.          Αξιολογώντας την εξωτερική αξιοπιστία των δηλώσεων του Αιτητή, οι Καθ’ ων η αίτηση, αναφέρουν στην Έκθεση/Εισήγηση ότι δεν προκύπτει οποιαδήποτε δίωξη του Αιτητή από τους θείους καθώς ο ίδιος εργαζόταν κανονικά χωρίς να του ασκηθεί δίωξη. Συνεπώς, δεν δύναται να γίνουν αποδεκτά τα όσα ανέφερε ο Αιτητής καθώς δεν τεκμηριώθηκε οποιασδήποτε μορφής δίωξης στο πρόσωπο του.

20.          Προβαίνοντας σε αξιολόγηση του πιθανού κινδύνου που διατρέχει βάσει του μόνου αποδεκτού ισχυρισμού του Αιτητή, οι Καθ' ων η αίτηση προβάλουν ότι πληροφορίες καταδεικνύουν ότι δεν υφίστανται συνθήκες αδιάκριτης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης στην περιοχή συνήθους διαμονής του, ήτοι Πολιτεία Delta.    

21.          Προχωρώντας τέλος, στην νομική ανάλυση, οι Καθ’ ων η αίτηση διαπιστώνουν ότι δεν προκύπτει βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης του Αιτητή δυνάμει του άρθρου 3 του Περί Προσφύγων Νόμου, αλλά ούτε συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 19 (2) (α), (β), (γ) του Περί Προσφύγων Νόμου.

22.          Στο πλαίσιο της ακροαματικής διαδικασίας, ο Αιτητής μέσω της συνηγόρου του, δεν προβάλλει οποιουσδήποτε νέους ισχυρισμούς συναφείς με τον πυρήνα του αιτήματός του για διεθνή προστασία.

23.           Θα εξεταστούν εν συνεχεία, στη βάση των ενώπιόν μου δεδομένων, οι ισχυρισμοί του Αιτητή. Συντάσσομαι με τους Καθ’ ων η αίτηση ως προς τη διάκριση των ουσιωδών ισχυρισμών του Αιτητή αλλά και με την αξιολόγηση αυτών όπως αυτή καταγράφεται στην εισηγητική έκθεση, η οποία αποτελεί την αιτιολογική βάση της επίδικης απόφασης. Ως προς τον δεύτερο ισχυρισμό, παρατηρείται περαιτέρω, ότι δεν υπάρχουν σαφείς ενδείξεις αιμομιξίας. Η δήλωση του Αιτητή ότι ξύπνησε δίπλα από τη γυμνή αδερφή του ενώ είχε κάνει χρήση ναρκωτικών ουσιών, δεν αποδεικνύει κατ’ ανάγκη προηγούμενη σεξουαλική πράξη μεταξύ του ιδίου και της αδερφής του. Περαιτέρω, ο Αιτητής δεν αναφέρθηκε σε μαρτυρίες, λεπτομέρειες ή άλλα στοιχεία που να συνηγορούν προς αυτό το συμπέρασμα, ενώ θα αναμένετο να είχε θορυβηθεί και να αναζητούσε το ιστορικό των πράξεων του το συγκεκριμένο βράδυ. Όσον αφορά στον ισχυρισμό της εγκυμοσύνης, σε κανένα σημείο της εξέτασης του αιτήματος του δεν υπάρχει ξεκάθαρη αναφορά της σύνδεσης του Αιτητή με την εγκυμοσύνη, παρά μόνο στον κατ’ ουσίαν ισχυρισμό του Αιτητή. Ο Αιτητής σε κανένα σημείο της διαδικασίας δεν επικαλέστηκε κατηγορίες ή αιτιάσεις από τρίτα πρόσωπα, ούτε καν από την ίδια του την αδερφή. Η απλή ενημέρωση του από την μητέρα του, για την εγκυμοσύνη της αδερφής του, δεν θα μπορούσε να εκληφθεί ως κατηγορία αιμομιξίας προς το άτομο του (“After 2-3 months I have received a call from my mother that my sister got pregnant and I did not believe it”, ερυθρό 17, 3Χ του διοικητικού φακέλου). Πράγματι συντάσσομαι με  την επισήμανση των Καθ’ ων η αίτηση ότι δεν έγινε καμιά αναφορά σε πράξη δίωξης προς το πρόσωπο του. Όσον αφορά στις ισχυριζόμενες απειλές που δέχθηκε, αυτές στηρίζονται σε εικασίες του Αιτητή (“They were calling me and I know the consequences for this act. They will beat you”, ερυθρό 16, 12Χ, “I spoke with my mum and dad, and they were telling me that I have to return back to my hometown, but I was afraid because they might beat me until death, ερυθρό 16, 13Χ του διοικητικού φακέλου)∙ δεν έχει αναφερθεί σε οποιεσδήποτε ενέργειες που να παραπέμπουν σε εκφοβιστική ή επιθετική διάθεση εναντίον του. Σημειώνεται δε, ότι ο Αιτητής δεν αναζήτησε προστασία από το κράτος του. Περαιτέρω αξίζει να αναφερθεί ότι σε ερώτηση αν η πρόθεση του όταν αφίχθηκε στις μη ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές ήταν οι σπουδές, ο Αιτητής απάντησε θετικά προσθέτοντας ότι δεν είχε τα λεφτά για να το κάνει (ερυθρό 17, 1Χ του διοικητικού φακέλου), ενώ ερωτηθείς πότε πιστεύει ότι θα είναι σε θέση να επιστρέψει πίσω στη χώρα του, ο Αιτητής απάντησε ότι δεν επιθυμεί να επιστρέψει, ενώ αντίθετα επιθυμεί να παραμείνει στη Δημοκρατία για να σπουδάσει (ερυθρό 14, του διοικητικού φακέλου).

24.          Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του εν λόγω ισχυρισμού, το παρόν Δικαστήριο προέβη σε έρευνα, όπου σύμφωνα με το νομικό πλαίσιο της Νιγηρίας η αιμομιξία θεωρείται έγκλημα δυνάμει της Ενότητας 3, υπο-ενότητας 1(b) του νόμου Matrimonial Causes Act.[1] Επιπρόσθετα, η Ενότητα 33 του νόμου Marriage Act απαγορεύει τις σεξουαλικές σχέσεις και το γάμο ανάμεσα σε άτομα που είναι συγγενείς εξ’ αίματος, και προσδιορίζει τον «απαγορευμένο βαθμό συγγένειας». Επίσης, οι αιμομικτικές σχέσεις ή γάμοι, απαγορεύονται και δυνάμει του νόμου 1st Schedule (Section 3) of the Matrimonial Causes Act, Cap 220, Law of the Federation of Nigeria (LFN) 1990, όπου ως αναφέρεται, στον απαγορευμένο βαθμό συγγένειας, περιλαμβάνονται οι σχέσεις πατέρα-κόρης, μητέρας-γιου, αδερφού-αδερφής, θείου, θείας, ξάδερφου, και ξαδέρφης.[2]

25.          Επιπρόσθετα, η διάταξη του άρθρου 391 του Ποινικού Κώδικα ποινικοποιεί πράξεις αιμομιξίας όπως περιγράφονται στην εν λόγω διάταξη.[3]   Όπως διαφαίνεται στη συγκεκριμένη διάταξη, ο βαθμός συγγένειας που αποκλείει σεξουαλικές σχέσεις ατόμων περιλαμβάνει και συγγενείς μερικής συγγένειας εξ αίματος και συγγενείς των οποίων η σχέση δεν εντοπίζεται σε νόμιμο γάμο.[4]

26.          Όσον αφορά στις ποινές των εν λόγω αδικημάτων, σύμφωνα με τον ποινικό κώδικα, Section 214 (3) of the Criminal Code Act, Caption 77, Law of the Federation of Nigeria (LFN), προνοείται φυλάκιση τουλάχιστον 14 ετών για τα άτομα που καταδικάζονται για αιμομικτική σχέση, η οποία αναφέρεται ως «αδίκημα ενάντια στην ηθική» (offence against morality).[5] Επιπλέον, η Διάταξη 390 του Ποινικού Κώδικα, προβλέπει ότι ο παραβάτης μπορεί να τιμωρηθεί με φυλάκιση η οποία μπορεί να παραταθεί μέχρι 7 χρόνια, καθώς επίσης και την επιβολή προστίμου.[6] Σημειώνεται ότι στην έρευνα του παρόντος Δικαστηρίου δεν εντοπίστηκαν πηγές που να αναφέρονται σε αυτοδικίες και άλλες ενέργειες όπου μέλη οικογενειών αναζήτησαν εκδίκηση και τιμωρία σε αιμομικτικές σχέσεις και πράξεις.

27.          Ενόψει της πιο πάνω ανάλυσης και έρευνας η εσωτερική και εξωτερική αξιοπιστία δεν τεκμηριώνονται, ως εκ τούτου οι ως άνω ουσιώδεις ισχυρισμοί του Αιτητή δεν γίνονται αποδεκτοί.

28.           Προχωρώντας στην αξιολόγηση κινδύνου που διατρέχει ο Αιτητής στη βάση των ισχυρισμών που έγιναν αποδεκτοί, ήτοι την ταυτότητα και τη χώρα καταγωγής του, επισημαίνονται τα κάτωθι: Καταρχάς, σημειώνεται συναφώς, το Διάταγμα του Υπουργού Εσωτερικών ημερομηνίας 26.5.2023 (Κ.Δ.Π. 166/2023) δυνάμει του οποίου η χώρα του Αιτητή ορίζεται ως ασφαλής χώρα καταγωγής, χωρίς εν προκειμένω ο τελευταίος να προβάλει οποιουσδήποτε ισχυρισμούς/στοιχεία που αφορούν προσωπικά στον ίδιο και οι οποίοι να ανατρέπουν το τεκμήριο περί ασφαλούς τρίτης χώρας.

29.          Εξετάζονται στη συνέχεια και αξιολογούνται εξωτερικές πηγές πληροφόρησης σχετικά με τη γενικότερη κατάσταση ασφαλείας στη χώρα καταγωγής του και ειδικότερα στην περιοχή συνήθους διαμονής του, ώστε να διερευνηθεί αν συντρέχει εύλογη πιθανότητα ο Αιτητής, βάσει αυτών των πληροφοριών σε συνδυασμό με τις ατομικές του περιστάσεις, να υποστεί δίωξη ή κίνδυνο σοβαρής βλάβης σε περίπτωση επιστροφής του εκεί.

30.          Σύμφωνα με την έρευνα που διενεργήθηκε από το παρόν Δικαστήριο, ως προς τη γενικότερη κατάσταση ασφαλείας στη Νιγηρία βάσει του Portal RULAC (Rule of Law in Armed Conflict) της Ακαδημίας της Γενεύης, η Νιγηρία είναι αναμεμειγμένη σε δύο παράλληλες μη διεθνείς ένοπλες συρράξεις ενάντια στις μη κρατικές ένοπλες ομάδες Boko Haram και ISWAP (Islamic State in West Africa Province).[7] 

31.          Σύμφωνα με  πρόσφατα αριθμητικά δεδομένα από τη βάση δεδομένων ACLED τη χρονική περίοδο 15/03/2023 - 15/03/2024 καταγράφηκαν στην Πολιτεία Delta, όπου υπάγεται η περιοχή συνήθους διαμονής του Αιτητή, 150 περιστατικά ασφαλείας στα οποία χάθηκαν 110 ανθρώπινες ζωές. Τα 150 περιστατικά έχουν κατηγοριοποιηθεί ως ακολούθως: 13 ταραχές (riots) οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα 10 ανθρώπινες απώλειες, 50 διαμαρτυρίες (protests) οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα 2 απώλειες σε ανθρώπινες ζωές, 49 περιστατικά βίας κατά πολιτών (violence against civilians) τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα 22 απώλειες σε ανθρώπινες ζωές, και 38 μάχες (battles) οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα 76 ανθρώπινες απώλειες. Ως οι κυριότεροι δρώντες, μεταξύ άλλων, των πιο πάνω επεισοδίων αναφέρονται οι στρατιωτικές δυνάμεις της Νιγηρίας, η ομάδα Indigenous People of Biafra (IPOB), οι αστυνομικές δυνάμεις, και άγνωστες ένοπλες ομάδες (unidentified armed groups).[8] Ως τεκμαίρεται από τα πιο πάνω στοιχεία, στην εν λόγω πολιτεία δεν λαμβάνουν χώρα περιστατικά τα οποία σχετίζονται με τις ένοπλες συρράξεις ενάντια στις μη κρατικές ένοπλες ομάδες Boko Haram και ISWAP (Islamic State in West Africa Province. Σημειώνεται ότι ο πληθυσμός της πολιτείας Delta, ανέρχεται σε 5,636,100 (2022).[9]

32.          Ενόψει των ανωτέρω ποιοτικών και ποσοτικών χαρακτηριστικών, ιδίως δε του χαμηλού βαθμού απομακρυσμένης βίας, η οποία είναι εκ φύσεως δυνατό να επιφέρει απώλειες αμάχων, καθώς και του σχετικά χαμηλού αριθμού μαχών και περιστατικών βίας κατά αμάχων, σε σχέση και με το συνολικό πληθυσμό της περιοχής, δεν είναι δυνατό η επικρατούσα κατάσταση στην πολιτεία Delta να χαρακτηριστεί ως αδιάκριτη βία λόγω ένοπλης σύρραξης η οποία εξικνείται σε τέτοιο βαθμό ώστε ο Αιτητής μόνο λόγω της παρουσίας του εκεί να έρχεται αντιμέτωπος με πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης εντός του πλαισίου του άρθρου 19 (2) (γ) του περί Προσφύγων Νόμου. Tην ίδια στιγμή δεν προκύπτει οποιοσδήποτε παράγοντας επίτασης του κινδύνου στο πρόσωπο του Αιτητή, δεδομένου ότι αυτός είναι άρρεν, νεαρής ηλικίας, χωρίς κάποιο πρόβλημα υγείας.

33.          Παρά την απόρριψη του δεύτερου ουσιώδους ισχυρισμού, επισημαίνεται επικουρικώς ότι η ποινική δίωξη ή η επιβολή ποινής για παράβαση κοινού νόμου γενικής εφαρμογής δεν πληροί καταρχήν τις προϋποθέσεις για να χαρακτηρισθεί δίωξη. Οι φυγόδικοι ή οι φυγόποινοι σε σχέση με τέτοιο αδίκημα δεν είναι κανονικά πρόσφυγες, αλλά αυτό μπορεί να μην ισχύει σε περίπτωση υπερβολικής ποινής ή εάν η ποινική δίωξη μπορεί να ισοδυναμεί αφ’ εαυτής με δίωξη. Επομένως, τα εν λόγω μέτρα ενδέχεται να ισοδυναμούν με δίωξη, εάν η χώρα καταγωγής ασκεί δυσανάλογη ή μεροληπτική ποινική δίωξη ή επιβάλλει δυσανάλογη ή μεροληπτική ποινή[10]. Εν προκειμένω ο Αιτητής δεν έχει προσκομίσει σε κάθε περίπτωση οποιοδήποτε στοιχείο περί ποινικής διαδικασίας εναντίον του, ενώ παρατηρείται ότι οι ισχυρισμοί του εστιάζονται κυρίως στη στάση της οικογένειάς του απέναντί του. Δεν παροράται εξάλλου το γεγονός ότι ο Αιτητής μετέβη σε άλλη περιοχή της χώρας καταγωγής του, την πρωτεύουσα Abuja, κατά την αφήγησή του, χωρίς να αντιμετωπίσει οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την παραμονή του εκεί για διάστημα περί των επτά μηνών. Δεδομένου ότι ο κατ΄ ισχυρισμό φορέας δίωξής του είναι ιδιώτης δεν επεξηγείται πώς ο Αιτητή θα μπορούσε να εντοπιστεί από τα μέλη της οικογένειάς του, σε ένα κράτος όπου αριθμεί περί των 213 εκατομμυρίων κατοίκων ειδικότερα στην πρωτεύουσα που αριθμεί περί τα 4 εκατομμύρια[11]. Σημειώνεται δε το προφίλ του Αιτητή καθώς πρόκειται για νέο, μονήρη, υγιή ενήλικα άνδρα, με προηγούμενη εργασιακή πείρα στη χώρα καταγωγής του, δεδομένα που δίδουν σε αυτό τη δυνατότητα να προσαρμοστεί σε ένα περιβάλλον οικείο για τον ίδιο.

34.          Προχωρώντας στη νομική ανάλυση, καταλήγω βάσει όλων των ανωτέρω και από τα στοιχεία του φακέλου που έχω ενώπιον μου ότι δεν δικαιολογείται η υπαγωγή του Αιτητή στο καθεστώς του πρόσφυγα καθώς δεν τεκμηριώθηκε η συνδρομή βάσιμου φόβου δίωξης για τους λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου. Φόβος δίωξης δεν προκύπτει καθαυτός από τα προσωπικά στοιχεία του Αιτητή τα οποία και έχουν γίνει αποδεκτά.

35.          Ούτε επίσης τεκμηριώνεται, επικουρικώς, η υπαγωγή του στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας (άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου), καθώς ο Αιτητής δεν τεκμηριώνει, αλλά και από τα ενώπιόν μου στοιχεία δεν προκύπτει ότι εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη.

36.          Ειδικότερα, στην προκείμενη περίπτωση από το προαναφερόμενο ιστορικό του Αιτητή δεν προκύπτει, ότι ενόψει των προσωπικών του περιστάσεων, πιθανολογείται να εκτεθεί σε κίνδυνο βλάβης συγκεκριμένης μορφής [βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94, Elgafaji, σκέψη 32)] ότι αυτός διατρέχει κίνδυνο σοβαρής βλάβης, λόγω θανατικής καταδίκης ή εκτέλεσης, βασανιστηρίων, απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του [βλ άρθρο 19(2)(α) και (β)]. Παρατηρείται ότι ο Αιτητής, δεν έθεσε υπόψη των Καθ' ων η αίτηση τα πραγματικά περιστατικά εκείνα που θα επέτρεπαν να αντληθούν τέτοια συμπεράσματα.

37.          Ούτε εξάλλου, προκύπτει ότι συντρέχει αδιακρίτως ασκούμενη βία στον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή ο βαθμός της οποίας να είναι τόσο υψηλός, ώστε να υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμηθεί ότι ο Αιτητής, ακόμα κι αν ήθελε υποτεθεί ότι θα επιστρέψει στη συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή, θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί στην εν λόγω απειλή [βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94 Elgafaji, σκέψη 43].

38.          Επισημαίνεται ότι «το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, αναγνωρίζεται σε οποιοδήποτε Αιτητή, ο οποίος δεν αναγνωρίζεται ως πρόσφυγας ή σε οποιοδήποτε Αιτητή του οποίου η αίτηση σαφώς δε βασίζεται σε οποιουσδήποτε από τους λόγους του εδαφίου (1) του άρθρου 3, αλλά σε σχέση με τον οποίο υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη και δεν είναι σε θέση ή, λόγω του κινδύνου αυτού, δεν είναι πρόθυμος, να θέσει τον εαυτό του υπό την προστασία της χώρας αυτής». Ως  «σοβαρή» ή «σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη» ορίζεται δυνάμει του άρθρου 19(2)(γ) ως «σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης».

39.          Ως προς τους παράγοντες που δύνανται να ληφθούν υπόψιν ως προς την αξιολόγηση του συστατικού στοιχείου της αδιάκριτης βίας, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: το ΔΕΕ) επεσήμανε σε πρόσφατη απόφασή του ότι συνιστούν «[.]μεταξύ άλλων, η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύρραξης ως στοιχεία λαμβανόμενα υπόψη κατά την εκτίμηση του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 (πρβλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C‑285/12, EU:C:2014:39, σκέψη 35), καθώς και άλλα στοιχεία όπως η γεωγραφική έκταση της κατάστασης αδιάκριτης άσκησης βίας, ο πραγματικός προορισμός του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής στην οικεία χώρα ή περιοχή και οι τυχόν εκ προθέσεως επιθέσεις κατά αμάχων εκ μέρους των εμπόλεμων μερών» (ΔΕΕ, C-901/19, ημερομηνίας 10.6.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland, σκέψη 43).

40.          Περαιτέρω, ως προς τον προσδιορισμό του επιπέδου της ασκούμενης αδιάκριτης βίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (στο εξής: το ΕΔΔΑ) στην απόφασή του Sufi and Elmi (ΕΔΔΑ, απόφαση επί των προσφυγών  8319/07 and 11449/07, ημερομηνίας 28.11.2011) αξιολόγησε, διευκρινίζοντας ότι δεν κατονομάζονται εξαντλητικά, τη χρήση μεθόδων και τακτικών πολέμου εκ μέρους των εμπόλεμων πλευρών, οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο αμάχων θυμάτων ή ευθέως στοχοποιούν αμάχους, εάν η χρήση αυτών είναι διαδεδομένη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, και, τελικά, τον αριθμό των αμάχων που έχουν θανατωθεί, τραυματιστεί και εκτοπιστεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης.

41.          Επιπλέον, όπως διευκρίνισε το ΔΕΕ, «ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές, οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή, θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας» (Βλ. Απόφαση στην υπόθεση C-465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji κ. Staatssecretaris van Justitie, ημερ.17.2.2009). Ιδίως ως προς την εφαρμογή της αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας, το ΔΕΕ στην ως άνω απόφαση διευκρίνισε ότι «όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας».

42.          Επί τη βάσει των ανωτέρω ποσοτικών και ποιοτικών δεδομένων, όπως αναλύθηκαν ανωτέρω, σε σχέση με την κατάσταση ασφαλείας στην πολιτεία Delta , δεν προκύπτει ότι σε περίπτωση επιστροφής του εκεί αυτός θα βρεθεί αντιμέτωπος με συνθήκες αδιάκριτης βίας λόγω ένοπλης σύρραξης οι οποίες να θέτουν σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας μόνο εκ της παρουσίας του στο έδαφος της συγκεκριμένης περιοχής εντός της έννοιας του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου[12]. Αλλά και όλως επικουρικώς των ανωτέρω, δεν εντοπίζω οποιοδήποτε παράγοντα επίτασης κινδύνου εξετάζοντας τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή, διαπιστώνοντας ότι αυτός είναι, σε κάθε περίπτωση, νέος, ενήλικας άνδρας, υγιής, μορφωμένος, ικανός προς εργασία, με υποστηρικτικό/οικογενειακό δίκτυο στη χώρα καταγωγής του.

43.          Υπό το φως της πιο πάνω ανάλυσης, η εξέταση των ισχυρισμών του Αιτητή περί έλλειψης δέουσας έρευνας, πλάνης και αιτιολογίας καθίσταται αλυσιτελής. 

Ως εκ τούτου, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση τροποποιείται ως ανωτέρω, με €1000 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ’ ων η αίτηση.

Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π

 



[1] Know Your Rights Nigeria, https://knowyourrightsnigeria.com/committing-incest-with-a-woman-or-girl-child/#:~:text=Incest%20is%20human%20sexual%20activity,of%20the%20Matrimonial%20Causes%20Act., [Ημερομηνία Πρόσβασης: 20/03/2024]

[2] Know Your Rights Nigeria, https://knowyourrightsnigeria.com/committing-incest-with-a-woman-or-girl-child/#:~:text=Incest%20is%20human%20sexual%20activity,of%20the%20Matrimonial%20Causes%20Act., [Ημερομηνία Πρόσβασης: 20/03/2024]

[3] [3] Akaegbu D., 2023, The Rising Wave of Incest in Nigeria: What Does the Law Say?, ResearchGate,  σελ. 4, “whoever being a man has sexual intercourse with a woman who is and whom he knows or has reason to believe to be his daughter, his grand-daughter, his mother or any other of his female ascendants or descendants, his sister or the daughter of his brother or sister of his paternal or maternal aunt and whoever being a woman voluntarily permits a man who is and whom she knows or has her male ascendants or descendants, her brother or the son of her brother or sister of her paternal or maternal uncle to have sexual intercourse with her, shall be punished with imprisonment for a term which may extend to seven years and shall also be liable to fine”, file:///C:/Users/User/Downloads/THERISINGWAVEOFINCESTINNIGERIA-WHATDOESTHELAWSAY.pdf

[4] Akaegbu D., 2023, The Rising Wave of Incest in Nigeria: What Does the Law Say?, ResearchGate, file:///C:/Users/User/Downloads/THERISINGWAVEOFINCESTINNIGERIA-WHATDOESTHELAWSAY.pdf

[5] Know Your Rights Nigeria, https://knowyourrightsnigeria.com/committing-incest-with-a-woman-or-girl-child/#:~:text=Incest%20is%20human%20sexual%20activity,of%20the%20Matrimonial%20Causes%20Act., [Ημερομηνία Πρόσβασης: 20/03/2024]

 

[6]  Know Your Rights Nigeria, https://knowyourrightsnigeria.com/committing-incest-with-a-woman-or-girl-child/#:~:text=Incest%20is%20human%20sexual%20activity,of%20the%20Matrimonial%20Causes%20Act., [Ημερομηνία Πρόσβασης: 20/03/2024]

[7] RULAC (Rule of Law in Armed Conflict), Ακαδημία Γενεύης,  https://www.rulac.org/browse/conflicts/non-international-armed-conflict-in-nigeria [Ημερομηνία Πρόσβασης: 20/03/2024]

 

[8] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard (βλ. πλατφόρμα Dashboard, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: ΧΡΟΝΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ: 13/03/2023 – 15/03/2024, ΤΥΠΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests, και ΠΕΡΙΟΧΗ: Western Africa – Nigeria – Delta) [Ημερομηνία Πρόσβασης: 20/03/2024]

 

[9] City Population, https://www.citypopulation.de/en/nigeria/cities/agglos/ [Ημερομηνία Πρόσβασης: 20/03/2024]

[10] EASO, Δικαστική Ανάλυση, Προϋποθέσεις χορήγησης διεθνούς προστασίας (Οδηγία 2011/95/ΕΕ), 2018, διαθέσιμο στη διεύθυνση: Προϋποθέσεις χορήγησης διεθνούς προστασίας (οδηγία 2011/95/ΕΕ) (europa.eu), σελ. 42-43

[11] https://www.macrotrends.net/global-metrics/cities/21976/abuja/population#:~:text=The%20current%20metro%20area%20population,a%205.15%25%20increase%20from%202022.

[12] Αξιολογώντας τα ως άνω δεδομένα συμφωνώ με το συμπέρασμα του Οδηγού Χώρας (Country Guidance) της Νιγηρίας, εκδοθέντος από το Ευρωπαϊκό Γραφείο Υποστήριξης για το Άσυλο (EASO), ο οποίος δεν αποτελεί δεσμευτικό κείμενο, οφείλει ωστόσο να λαμβάνεται υπόψιν από τα κράτη-μέλη EASO, 'Country GuidanceNigeria' (2021), σελ.122, διαθέσιμο σε https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2022-01/Country_Guidance_Nigeria_2021.pdf


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο