ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ 

                                                                    

Νομική Αρωγή Αρ.24/24

 

08 Μαρτίου, 2024

 

[Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΡΩΓΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΑΡ.1 ΤΟΥ 2003

 

ΚΑΙ ΤΟΝ

 

ΠΕΡΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΡΩΓΗΣ ΝΟΜΟ ΤΟΥ 2002 (Ν. 165(Ι)/2002)

 

 

ΑΙΤΗΣΗ ΑΠΟ: N.I.G.

                                                                                                          Αιτήτρια

...................................................................................................................

Η Αιτήτρια παρούσα

Χ. Δημητρίου (κα), Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας

M. Jirow (κος) για πιστή μετάφραση από τα Somali στα Αγγλικά και αντίστροφα.

Ε. Ηρακλέους (κα) για πιστή μετάφραση από τα Αγγλικά στα Ελληνικά και αντίστροφα.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με την παρούσα αίτηση ημερομηνίας 08/02/24 η Αιτήτρια αιτείται παροχή δωρεάν νομικής αρωγής για να χειριστεί την προσφυγή την οποία ήδη έχει καταχωρήσει, κατά της απόφασης του Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου επιστολής ημερομηνίας 31/01/24 (κοινοποιήθηκε στην Αιτήτρια αυθημερόν) με την οποία απορρίφθηκε η αίτησή της για χορήγηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας.

 

Με οδηγίες του Δικαστηρίου κατατέθηκε γραπτό σημείωμα από τον Γενικό Εισαγγελέα που καταγράφει τα κατωτέρω γεγονότα της παρούσας υπόθεσης:

 

Η Αιτήτρια, υπήκοος Τζιμπουτί, συμπλήρωσε αίτηση για παροχή διεθνούς προστασίας 09/10/23. Στις 22/12/23  πραγματοποιήθηκε συνέντευξη της και στις 03/01/24 ετοιμάστηκε εισηγητική έκθεση σχετικά με τη συνέντευξη της. Ο εξουσιοδοτημένος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου την ενέκρινε στις 03/01/24 απορρίπτοντας την αίτηση και στις 31/01/24 η Υπηρεσία Ασύλου εξέδωσε απορριπτική επιστολή μαζί με την αιτιολόγηση της απόφασης της, η οποία παραλήφθηκε από την Αιτήτρια την ίδια μέρα. Στις 08/02/24 καταχωρήθηκε η Προσφυγή Αρ. 391/24 στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας και αυθημερόν καταχωρήθηκε η παρούσα αίτηση για Νομική Αρωγή.

 

Κατά την ακροαματική διαδικασία της παρούσας αίτησης, η Αιτήτρια απαντώντας σε σχετικά ερωτήματα του Δικαστηρίου επανέλαβε στην ουσία το βασικό πυρήνα του αιτήματός της – ήτοι ότι εγκατέλειψε την χώρα της λόγω προβλημάτων με τον σύζυγο της. H δε εκπρόσωπος του Γενικού Εισαγγελέα, εισηγήθηκε μέσω του Γραπτού του Σημειώματος και κατά την ενώπιον μου διαδικασία ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του Νόμου.

 

To Άρθρο 6Β των περί Νομικής Αρωγής Νόμων του 2002 έως 2019 (Ν. 165(I)/2002) προβλέπει, μεταξύ άλλων και στην έκταση που μας ενδιαφέρει, τα ακόλουθα:

 

«Νομική αρωγή σε αιτητές και δικαιούχους διεθνούς προστασίας

6Β. (1) [...]

(2) Παρέχεται δωρεάν νομική αρωγή σε αιτητή διεθνούς προστασίας, ο οποίος ασκεί προσφυγή ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου, δυνάμει των διατάξεων του Άρθρου 146 του Συντάγματος -

(α) Kατά δυσμενούς απόφασης του Προϊσταμένου επί της αίτησης διεθνούς προστασίας του εν λόγω αιτητή, την οποία απόφαση ο Προϊστάμενος έλαβε δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 5, 12Βδις, 12Βτετράκις, 12Δ ή 13 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000, ή

(β) [...]

υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

(αα) Η δωρεάν νομική αρωγή αφορά μόνο την πρωτοβάθμια εκδίκαση της προσφυγής ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου δυνάμει των διατάξεων του Άρθρου 146 του Συντάγματος, και όχι την εκδίκαση έφεσης ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου κατά της δικαστικής απόφασης η οποία εκδίδεται στα πλαίσια της εν λόγω πρωτοβάθμιας εκδίκασης, ούτε άλλο ένδικο μέσο∙ και

(ββ) κατά την κρίση του Διοικητικού Δικαστηρίου, η προσφυγή έχει πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας:

Νοείται ότι οι διατάξεις της παραγράφου (ββ) εφαρμόζονται χωρίς να περιορίζουν αυθαίρετα την παροχή της δωρεάν νομικής αρωγής και χωρίς να εμποδίζεται η ουσιαστική πρόσβαση του αιτητή διεθνούς προστασίας στη δικαιοσύνη.».

 

(ο τονισμός δικός μου)

 

Η Αιτήτρια καταχώρησε προσφυγή κατά της δυσμενούς απόφασης του Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, περίπτωση που καλύπτεται από τις πιο πάνω πρόνοιες του Νόμου, νοουμένου ότι η προσφυγή, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, έχει πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας. Δίδεται δηλαδή ευρεία διακριτική ευχέρεια στο Δικαστήριο να αποφασίσει κατά πόσον, με βάση τα ενώπιον του στοιχεία, η προσφυγή της Αιτήτριας έχει πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας (Βλέπε Αίτηση Νομικής Αρωγής αρ.23/2010, Farshad Khamsen, ημερ. 14/10/2010).

 

Το Δικαστήριο θα πρέπει να λάβει υπόψη του το δικαίωμα της Αιτήτριας να ακουστεί στη βάση του άρθρου 146 του Συντάγματος, αλλά θα πρέπει περαιτέρω να εξετάσει την αίτηση με βάση το υλικό που έχει ενώπιον του χωρίς να δίδονται νομικές αρωγές ανεξέλεγκτα σε υποθέσεις που δεν έχουν πιθανότητες επιτυχίας. (Βλέπε Αίτηση Νομικής Αρωγής αρ.10/2010, Αlali Abdulhamid, ημερ.06/05/2010, Αίτηση Νομικής Αρωγής αρ.25/2010, Antonia Adahor, ημερ.13/12/2010).

 

Περαιτέρω το Δικαστήριο κατά την εξέταση των ισχυρισμών της Αιτήτριας στα πλαίσια νομικής αρωγής προβαίνει σε εκ πρώτης όψεως εξέταση της υπόθεσης, χωρίς να αποφασίσει επί της οριστικής τύχης της προσφυγής της. Ούτε το αποτέλεσμα της παρούσας αίτησης για νομική αρωγή, επηρεάζει την τελική έκβαση της προσφυγής της Αιτήτριας. (Βλέπε Yπoθ.Αρ. 278/09, Tamaga Durgo Man v. Δημοκρατίας, ημερ.15/07/2009 και Yπoθ.Αρ. 7/11 & 8/11, Nacira Baghour και Maged Amin Roud Gad Roud Gad, ημερ.28/03/2011).

 

Μετά από ενδελεχή μελέτη του Γραπτού Σημειώματος του Γενικού Εισαγγελέα  τα έγγραφα του διοικητικού φακέλου, τα πρακτικά συνέντευξης της Αιτήτριας, την εισηγητική έκθεση του λειτουργού της Υπηρεσίας Ασύλου, την απόφαση του Προϊσταμένου και γενικά το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου προκύπτουν τα ακόλουθα:

- Κατά την καταγραφή του αιτήματός της, η Αιτήτρια δήλωσε ότι εγκατάλειψε τη χώρα καταγωγής της επειδή έχει δεχθεί κακοποίηση και απειλές κατά της ζωής της από το σύζυγό της.

- Κατάγεται από την περιοχή Xunbuli στην πόλη Djibouti, δεν έχει λάβει εκπαίδευση και εργαζόταν σε υπηρεσίες καθαριότητας. Η πατρική της οικογένεια αποτελείται από τη μητέρα της και 10 αδέρφια.

- Αναφορικά με το ταξίδι της, δήλωσε ότι έφυγε από τη χώρα της το 2019, μετέβη στην Τουρκία/ Άγκυρα όπου διέμεινε για 4 περίπου χρόνια και στις 21/09/23 μετέβη στις μη ελεγχόμενες από τη Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές.

- Δήλωσε ότι μετά το θάνατο του πατέρα του συζύγου της και του δικού της πατέρα, άρχισε να αντιμετωπίζει προβλήματα με το σύζυγό της ήτοι ότι την κακοποιούσε σωματικά. Όταν ενημέρωσε την οικογένειά της, της είπαν ότι δεν μπορεί να επιστρέψει στην πατρική οικία, διότι θα έχουν πρόβλημα με το σύζυγό της. Η Αιτήτρια, τότε, απευθύνθηκε στους φίλους της για βοήθεια οι οποίοι συγκέντρωσαν χρήματα και κατάφερε να εγκαταλείψει τη χώρα. Ανέφερε ότι εγκατέλειψε και την Τουρκία, γιατί φοβόταν ότι ο σύζυγός της θα μπορούσε ενδεχομένως να την εντοπίσει εκεί.

- Σε ερώτηση του λειτουργού για την κακοποίησή της, η Αιτήτρια δήλωσε ότι ξεκίνησε το 2006 και όταν ο σύζυγός της επέστρεφε στο σπίτι το βράδυ υπό την επήρεια αλκοόλ. Αναφορικά με το γάμο της, ανέφερε ότι ο πατέρας της είχε δανειστεί από τον πεθερό της 5 εκατομμύρια (φράγκα Τζιμπουτί) το 2000, τα οποία δεν μπορούσε να αποπληρώσει και σε αντάλλαγμα η Αιτήτρια σύναψε γάμο με το σύζυγό της το 2005.

- Ερωτηθείσα αν κατήγγειλε την ενδοοικογενειακή βία, απάντησε αρχικά ότι δεν το έκανε, επειδή θεωρούσε ότι δεν θα έκαναν κάτι, ενώ σε μεταγενέστερο στάδιο της συνέντευξης πρόσθεσε ότι θεωρούσε ότι δεν θα την πιστέψουν επειδή ο σύζυγός της είχε διασυνδέσεις με την αστυνομία. Αναφορικά με τον λόγο που δεν εγκατέλειψε τη συζυγική εστία νωρίτερα απάντησε ότι δεν είχε την οικονομική δυνατότητα. Το 2012, όμως, την βοήθησαν οι φίλοι της ώστε να καταφέρει να φύγει, το 2019. Δήλωσε, επίσης, ότι ο σύζυγος της βρίσκεται ακόμα πίσω στη χώρα καταγωγής, ότι δεν διατηρεί κάποια επικοινωνία μαζί του αλλά ένας φίλος της την ενημέρωσε ότι ο σύζυγός της την ψάχνει και έτσι αποφάσισε να εγκαταλείψει την Τουρκία. Σε περίπτωση επιστροφής της φοβάται πώς ο σύζυγός της θα την σκοτώσει.

 

Ο λειτουργός αποδέχθηκε τα προσωπικά στοιχεία της Αιτήτριας, τον τόπο καταγωγής/συνήθους διαμονής και χώρα καταγωγής της. Απέρριψε, όμως, τον ισχυριζόμενο φόβο δίωξης καταγράφοντας ότι η Αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να δώσει επαρκείς πληροφορίες και υπέπεσε σε αντιφάσεις. Ειδικότερα, (α) δεν ήταν σε θέση να παράσχει επαρκείς πληροφορίες αναφορικά με την κακοποιητική συμπεριφορά του συζύγου της, (β) κρίθηκε ότι υπάρχει αντίφαση μεταξύ της αρχικής δήλωσης της ότι ο πατέρας της πέθανε το 2003 και της μετέπειτα δήλωσής της ότι ο γάμος της έγινε το 2005 που ήταν αποτέλεσμα συμφωνίας ανάμεσα στον πατέρα και πεθερό της στα πλαίσια διακανονισμού ενός χρέους, (γ) ανέφερε αρχικά ότι ο σύζυγός της την κακοποιούσε 2 φορές τη μέρα, ενώ ακολούθως δήλωσε ότι την κακοποιούσε το βράδυ όταν επέστρεφε μεθυσμένος (δ) αντίφαση υπήρξε ανάμεσα στην αρχική δήλωση της ότι ενημέρωσε τη μητέρα της και τους φίλους της για την ενδοοικογενειακή βία που δεχόταν το 2018, αλλά σε μετέπειτα δήλωσή της είπε ότι ενημέρωσε τη μητέρα της το 2010 και τους φίλους της το 2012.

 

O λειτουργός Υπηρεσίας Ασύλου εισηγήθηκε στη βάση των πιο πάνω ότι η αξιοπιστία της Αιτήτριας δεν τεκμηριώνεται[1] και ότι δεν θα αντιμετωπίσει σοβαρό κίνδυνο βλάβης σε περίπτωση επιστροφής της στην χώρα καταγωγής. Μετά δε από μελέτη της σχετικής εισηγητικής έκθεσης διαπιστώνεται ότι έγινε και έλεγχος εξωτερικής αξιοπιστίας της Αιτήτριας μέσω πηγών πληροφόρησης, καταλήγοντας ότι οι εξωτερικές πηγές επιβεβαιώνουν την ύπαρξη αυτού του φαινομένου στην χώρα καταγωγής. Το γεγονός, όμως, ότι η Αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να στοιχειοθετήσει τον ισχυρισμό της μέσω των δηλώσεών της, οδήγησε σε απόρριψη του ισχυρισμού της ως μη αξιόπιστου. Επίσης, ο λειτουργός ανέτρεξε και σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης σύμφωνα με τις οποίες το Τζιπουτί χαρακτηρίζεται από σχετική πολιτική σταθερότητα (αν και παρατηρείται χρήση κατασταλτικών πρακτικών κατά πολιτικών διαφωνούντων) και δεν παρατηρούνται συνθήκες αδιάκριτης άσκησης βίας στα πλαίσια διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης. Το στοιχείο αυτό κρινόμενο σε συνάρτηση με το προσωπικό προφίλ της Αιτήτριας (νεαρή γυναίκα, υγιής, χωρίς ζητήματα ευαλωτότητας, με οικογενειακό δίκτυο στη χώρα καταγωγής της και χωρίς έκθεση σε προηγούμενη δίωξη ή σοβαρή βλάβη) οδήγησε στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι ώστε να πιστεύεται ότι η Αιτήτρια σε περίπτωση επιστροφής της στον τόπο συνήθους διαμονής της θα αντιμετωπίσει δίωξη ή θα εκτεθεί σε πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης.

 

Σε αυτό το σημείο θα πρέπει να αναφερθεί ότι στην Υπόθεση Αρ. 626/2010 JAFAR KALASH ν. ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ κ.α., ημερομηνίας 08/10/2013 επί της αξιοπιστίας του αιτητή λέχθηκαν τα ακόλουθα:

 

«Έχει νομολογηθεί ότι κρίση επί της αξιοπιστίας του αιτητή και έγκριση κωλύματος έγκρισης αίτησης για το λόγο αναξιοπιστίας ως προς τα προβαλλόμενα από τον αιτητή είναι επιτρεπτή (Amiri v. Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων κ.α. (2009) 3 Α.Α.Δ. 358).  Όπως ορθώς υποδεικνύει η συνήγορος των καθ΄ ων η αίτηση, ο βασικός λόγος για τον οποίο δεν έγινε δεκτό το αίτημα του αιτητή ήταν το γεγονός της μη απόδειξης της αληθοφάνειας των βασικών ισχυρισμών του και του κλονισμού της αξιοπιστίας του λόγω ουσιωδών αντιφάσεων, ελλείψεων και αδυναμιών όπως εντοπίστηκαν στις συνεντεύξεις.  Αυτό είναι ένα εμπόδιο που ρητά αναγνωρίζεται ως κώλυμα στην έγκριση αιτήματος ασύλου, από τις πρόνοιες του ιδίου του Εγχειριδίου στο οποίο παραπέμπει τόσο ο αρμόδιος Λειτουργός στην εισήγησή του, όσο και η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων στην προσβαλλόμενη απόφασή της. Συγκεκριμένα το άρθρο 196 του Εγχειριδίου προβλέπει:

 

«Αλλά ακόμη και μια τόσο ανεξάρτητη έρευνα μπορεί να μην έχει πάντοτε επιτυχία και είναι μάλιστα ενδεχόμενο να υπάρχουν ισχυρισμοί ανεπίδεκτοι απόδειξης. Σε τέτοιες περιπτώσεις, αν η αφήγηση του αιτούντος φαίνεται αξιόπιστη, η περίπτωση του πρέπει, εκτός αν υπάρχουν σοβαροί λόγοι για το αντίθετο, να τύχει του ευεργετήματος της αμφιβολίας».

 

Και στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 197 του Εγχειριδίου:

     

«Η προϋπόθεση έτσι της τεκμηρίωσης δεν πρέπει να τηρείται με μεγάλη αυστηρότητα ενόψει της δυσχέρειας της απόδειξης που είναι εγγενής στην ειδική κατάσταση, στην οποία βρίσκεται ο αιτών το καθεστώς του πρόσφυγα.  Η ανοχή μιας τέτοιας πιθανής έλλειψης τεκμηρίωσης δεν σημαίνει πάντως ότι οι αθεμελίωτοι ισχυρισμοί πρέπει να εκλαμβάνονται κατ΄ ανάγκη ως αληθείς εάν είναι ανακόλουθοι προς τη συνολική αφήγηση του αιτούντος».

 

Ο αιτητής κρίθηκε αναξιόπιστος επειδή ακριβώς δεν μπόρεσε να τεκμηριώσει τους ισχυρισμούς του κατά τη συνέντευξη:  δεν κατάφερε να τεκμηριώσει τους ισχυρισμούς του σε αναφορά με τη θέση του ότι θα συλληφθεί από τις Συριακές αρχές λόγω της συμμετοχής του σε διαδήλωση στην πόλη Qamishli.  Τα σημεία αναξιοπιστίας του διαπιστώθηκαν τόσο κατά την εξέταση από το αρμόδιο Λειτουργό Ασύλου στη συνέντευξη ημερ. 3.3.2009, όσο και κατά τη δευτεροβάθμια εξέταση του αιτήματος με αποτέλεσμα να πλήττουν σοβαρά την αξιοπιστία του αιτητή στον πυρήνα του αιτήματός του  και δικαιολογημένα εγείρει κώλυμα έγκρισης της αίτησης (Mohammad Amiri v. Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων κ.α. (2009) 3 Α.Α.Δ. 358).»

 

(ο τονισμός δικός μου)

 

(Βλέπε επίσης Υπόθεση Αρ. 1673/2010 EDWARD ESKANDAZ v ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ 1. ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ, ΚΑΙ 2. ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ημερομηνίας 04/07/2013)

 

Επιπρόσθετα με βάση το Εγχειρίδιο για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, της Υπάτης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες §204 καταγράφεται ότι:

 

«Το ευεργέτημα της αμφιβολίας πρέπει όμως να δίνεται μόνον όταν έχουν προσκομισθεί και εξετασθεί όλα τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία και όταν ο εξεταστής είναι γενικά ικανοποιημένος από την αξιοπιστία του αιτούντος. Οι ισχυρισμοί του αιτούντος πρέπει να παρουσιάζουν συνοχή και αληθοφάνεια και να μην έρχονται σε αντίφαση με γεγονότα που είναι γενικά γνωστά σε όλους.»

 

Με βάση τα όσα τέθηκαν ενώπιον μου καταλήγω ότι το αίτημα της Αιτήτριας για διεθνή προστασία διερευνήθηκε ενδελεχώς και εκτεταμένα από τον λειτουργό-χειριστή της υπόθεσης σε κάθε στάδιο της διαδικασίας. Η Αιτήτρια ενημερώθηκε πλήρως από τον λειτουργό για τη διαδικασία, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις της, της έγιναν επαρκείς ερωτήσεις για να περιγράψει τους λόγους που υπέβαλε αίτημα ασύλου όπως επίσης και άλλα ζητήματα που αφορούν τις προσωπικές της περιστάσεις. Δεν προκύπτει από τα ενώπιον μου στοιχεία να μην τηρήθηκε η νενομισμένη διαδικασία όπως αυτή ορίζεται στις διατάξεις περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023 (Ν.6(Ι)/2000). Η Υπηρεσία Ασύλου λαμβάνοντας υπόψη τις δηλώσεις, το προσωπικό προφίλ της Αιτήτριας και την αξιολόγηση κινδύνου, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν διαπιστώνεται βάσιμος φόβος δίωξης για λόγους φυλής, θρησκείας, εθνικότητας, πολιτικών πεποιθήσεων ή συμμετοχής σε συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα. Ούτε η Αιτήτρια θα αντιμετωπίσει οποιαδήποτε τέτοια σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη ως προσδιορίζεται στο Άρθρου 19 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000) (επίσης Άρθρο 15(α), (β) και (γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ) και/ή μπορεί νόμιμα και με ασφάλεια να ταξιδέψει και να γίνει δεκτή στη χώρα – τόπο προηγούμενης διαμονής της. Δεν έχει καταδειχθεί στα πλαίσια δικαστικού ελέγχου για την έγκριση αίτησης για Νομική Αρωγή, να υπάρχει πιθανότητα επιτυχίας της προσφυγής της Αιτήτριας.

 

Για όλους τους πιο πάνω λόγους και χωρίς το Δικαστήριο να αξιολογεί σε βάθος την περίπτωση και την αίτηση της Αιτήτριας κρίνει ότι δεν πληρείται η προϋπόθεση πραγματικών πιθανοτήτων επιτυχίας της προσφυγής που ήδη καταχώρησε.

 

Ως εκ τούτου, η αίτηση απορρίπτεται χωρίς έξοδα.

 

Ενόψει της κατάληξης μου, παρέλκει η εξέταση της οικονομικής δυνατότητας της Αιτήτριας να ανταπεξέλθει στα έξοδα της προσφυγής που έχει ήδη  καταχωρήσει.

 

Το αποτέλεσμα της παρούσας αίτησης δεν επηρεάζει την έκβαση της προσφυγής και η Αιτήτρια διατηρεί το δικαίωμα να προωθήσει την προσφυγή της με δικά της έξοδα.

                               

 

 

 

 

Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.



[1] Σύμφωνα και με την § 205 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών, ο Αιτητής θα έπρεπε:

«(i) να λέει την αλήθεια και να βοηθά τον εξεταστή με κάθε δυνατό τρόπο με την τεκμηρίωση των ισχυρισμών του με κάθε δυνατό τρόπο.

(ii) Να κάνει προσπάθεια να υποστηρίξει τα λεγόμενά του με κάθε διαθέσιμο τεκμήριο και να δώσει ικανοποιητική επεξήγηση για κάθε απουσία τεκμηρίων. Αν είναι αναγκαίο πρέπει να καταβάλει προσπάθεια να προσκομίσει επιπρόσθετα τεκμήρια.

(iii) Να παρέχει όλες τις σχετικές πληροφορίες που αφορούν τον εαυτό του και τις προγενέστερες εμπειρίες του με όσο το δυνατόν περισσότερες λεπτομέρειες για να καταστήσει ικανό τον εξεταστή να αποδείξει τους σχετικούς ισχυρισμούς.  Αναμένεται ότι θα του ζητηθεί να δώσει μια συνεκτική εξήγηση όλων των λόγων που επικαλείται για υποστήριξη του αιτήματός του για προσφυγικό καθεστώς και θα πρέπει να απαντήσει σε όλες τις ερωτήσεις που θα του υποβληθούν.»

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο