ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ 

                                                                                      Υπόθεση αρ.2777/23

 

22 Μαρτίου 2024

 

[Α. ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

Β. Ο. S.

                                                                                                                        Αιτητής

Και

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου

                                                                                                                        Καθ’ ων η αίτηση

 

Κκ Χρ. Χριστούδιας και Ν. Λοΐζου, Δικηγόροι για τον αιτητή

Κα Α. Αναστασιάδη, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η αίτηση

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με την προσφυγή ο αιτητής αιτείται την ακύρωση της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, ημ.21/07/23, η οποία κοινοποιήθηκε αυθημερόν, δια της οποίας απορρίφθηκε η αίτησή του για παροχή διεθνούς προστασίας ως άκυρης, αντισυνταγματικής, παράνομης και στερούμενης νομικού αποτελέσματος.

Ως εκτίθεται στην Ένσταση που καταχωρήθηκε από τους καθ' ων η αίτηση και προκύπτει από το περιεχόμενο του σχετικού Διοικητικού Φάκελου που κατατέθηκε στα πλαίσια των διευκρινήσεων, o αιτητης κατάγεται από τη Νιγηρία, εισήλθε στις ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές παρατύπως, μέσω κατεχομένων, στις 17/04/22 και υπέβαλε αίτηση για παροχή διεθνούς προστασίας στις 25/05/22 (ερ.1-3, 19).

Στις 30/06/23 διεξήχθη συνέντευξη με τον αιτητή από την Υπηρεσία Ασύλου προς εξέταση του αιτήματός για διεθνή προστασία όπου του δόθηκε η ευκαιρία, μέσα από σχετικές ερωτήσεις, μεταξύ άλλων, να εκθέσει τους λόγους στους οποίους στηρίζει το αίτημα του στην παρουσία διερμηνέα στη μητρική του γλώσσα (ερ.11-19). Μετά το πέρας της συνέντευξης ετοιμάστηκε σχετική Έκθεση- Εισήγηση και στις 03/07/23 η αίτηση διεθνή προστασία απορρίφθηκε (ερ.29-38).

Ακολούθως, ετοιμάστηκε σχετική επιστολή ενημέρωσης του αιτητή για την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία επιδόθηκε διά χειρός στις 21/07/23 σε γλώσσα κατανοητή από αυτόν (ερ.39).

Επί της αιτήσεως ασύλου που υπέβαλε ο αιτητής καταγράφει ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του για να είναι ασφαλής, μετά από απόπειρα δολοφονίας εναντίον του για άγνωστους λόγους. Γι’ αυτό και, ως αναφέρει, χρήζει διεθνούς προστασίας.

Κατά  τη διάρκεια της συνέντευξης που διενεργήθηκε από την Υπηρεσία Ασύλου ο αιτητής ανέφερε ως τόπο καταγωγής και διαμονής του την πόλη Agbor της πολιτείας Delta, όπου εξακολουθούν να διαμένουν οι γονείς του. Ως ανέφερε, σπούδασε στο Benin επιστήμη υπολογιστών για περίοδο 2 ½ ετών και έφυγε από τη χώρα καταγωγής εξασφαλίζοντας φοιτητική άδεια εισόδου για τα κατεχόμενα εδάφη της Δημοκρατίας.

Ως λόγο φυγής του από τη Νιγηρία ο αιτητής ανέφερε ότι το 2021 κάποιος προσπάθησε να τον σκοτώσει, χωρίς ο ίδιος να γνωρίζει γιατί. Συγκεκριμένα ανέφερε ότι στις 19/07/21, κατά την κηδεία του ξαδέρφου του, είχαν φέρει άτομα να τους μαγειρέψουν, ως είθισται, και όταν έφαγε δηλητηριάστηκε, άρχισε να αιμορραγεί και μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο όπου δεν βρήκαν κάτι. Μερικές μέρες αργότερα, επειδή εξακολουθούσε να αιμορραγεί και να μην έχει τις αισθήσεις του, οι γονείς του τον πήραν σε τοπικούς γιατρούς, οι οποίοι διαπίστωσαν δηλητηρίαση. Ερωτώμενος σχετικά ανέφερε ότι στην Αφρική πιστεύουν στα βουντού και ότι άτομα που προβλέπουν το μέλλον είπαν στους γονείς του ότι ο ίδιος κινδυνεύει και πρέπει να εγκαταλείψει τη Νιγηρία, πιθανόν διότι είναι μοναχοπαίδι. Για τον λόγο αυτό ισχυρίστηκε ότι οι γονείς του τον έστειλαν να σπουδάσει στο Μπενίν.

Κληθείς να εξηγήσει πώς γνωρίζει ότι κάποιος θέλει να τον σκοτώσει, απάντησε ότι του το είπαν οι πνευματικοί γιατροί και ο πάστορας, τον οποίο επισκέφθηκαν οι γονείς του και τους συμβούλεψε να προσευχηθούν για την ψυχή του. Ο αιτητής δήλωσε ότι δεν έχει διαφορές με κανέναν και ότι ουδέποτε έλαβε απειλές. Κληθείς να εξηγήσει για ποιο λόγο δεν μετέβη σε άλλη πολιτεία, απάντησε ότι οι ντόπιοι γιατροί συμβούλεψαν τους γονείς του να εγκαταλείψει τη χώρα. Ερωτηθείς για τις συνέπειες που θα αντιμετωπίσει σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής δήλωσε ότι δεν επιθυμεί να επιστρέψει. 

Οι καθ’ ων η αίτηση, εξετάζοντας τα λεγόμενα του αιτητή τόσο στην αίτηση όσο και τη συνέντευξη κατέταξαν αυτούς στους ακόλουθους ουσιώδεις ισχυρισμούς.

1.    Ταυτότητα, χώρα καταγωγής, προφίλ και τόπος διαμονής του αιτητή στην πόλη Agbor της πολιτείας Delta

2.    Ισχυριζόμενη δίωξη του Αιτητή από άγνωστα άτομα, τα οποία αποπειράθηκαν να τον σκοτώσουν

Οι καθ’ ων η αίτηση αποδέχθηκαν τον 1ο ως άνω ισχυρισμό του αιτητή, απέρριψαν δε τον 2ο ισχυρισμό.

Συγκεκριμένα, αναφορικά με τον 2ο ουσιώδη ισχυρισμό του αιτητή, κρίθηκε ότι στερείται εσωτερικής συνοχής ενόψει της αοριστίας, ασάφειας, έλλειψης συνέπειας, γενικότητας των δηλώσεων του και μη ευλογοφάνειας του σχετικού αφηγήματος.

Αξιολογήθηκε αρνητικά το ότι ο αιτητής ανέφερε αόριστα ότι κάποιοι προσπάθησαν να τον δηλητηριάσουν στην κηδεία του ξαδέρφου του και ξαφνικά άρχισε να αιμορραγεί και να χάνει τις αισθήσεις του. Το ίδιο γενικόλογα ανέφερε ότι οι γονείς του επισκέφθηκαν άτομα που προβλέπουν το μέλλον, τα οποία τους συμβούλεψαν να τον προστατεύσουν, στέλνοντάς τον εκτός χώρας, πιθανόν επειδή είναι μοναχοπαίδι. Κρίθηκε περαιτέρω ότι οι ισχυρισμοί του αιτητή παρουσιάζουν έλλειψη ευλογοφάνειας, καθότι αρχικά ανέφερε ότι οι γονείς του επισκέφθηκαν μελλοντολόγους και στη συνέχεια πως επισκέφθηκαν επίσης και πάστορα, ο οποίος τους συμβούλεψε να προσεύχονται για την ψυχή του.

Από το σύνολο των δηλώσεων του κρίθηκε πως δεν υπάρχει οποιαδήποτε απόδειξη για τον ισχυρισμό του αιτητή ότι δηλητηριάστηκε, καθότι, ως ο ίδιος ανέφερε, ο ιατρός που τον εξέτασε στο νοσοκομείο δεν διέγνωσε κάτι. Οι ισχυρισμοί του παρουσιάζουν έλλειψη ευλογοφάνειας καθότι ισχυρίστηκε ότι, ενώ είχε νοσηλευτεί σε νοσοκομείο, εντούτοις εξακολουθούσε να αιμορραγεί και να μην έχει τις αισθήσεις του και ερωτηθείς με ποιο τρόπο συνήλθε, απάντησε αόριστα ότι οι ντόπιοι γιατροί έκαναν κάποιες πνευματικές διεργασίες. Σε ερώτηση πώς αισθανόταν αργότερα, απάντησε αόριστα ότι συμβούλεψαν τους γονείς του να τον στείλουν εκτός χώρας. Περαιτέρω αξιολογήθηκε αρνητικά το ότι, ως ισχυρίστηκε, οι γονείς του τον έστειλαν στο Μπενίν για να σπουδάσει, λόγω φόβου για τη ζωή του αλλά οι σπουδές, ως ο ίδιος ανέφερε, έλαβαν χώρα πριν το περιστατικό κατά το οποίο ισχυρίστηκε ότι δηλητηριάστηκε και δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει πώς γνώριζαν οι γονείς του ότι κινδυνεύει, παρά μόνο ανέφερε ότι πάντοτε φοβούνταν για τη ζωή του και ότι οι πάστορες τους έλεγαν να προσεύχονται. Δεν συνέβη οποιοδήποτε περιστατικό που να δικαιολογεί την ενέργεια τους αυτή.

Για τους πιο πάνω λόγους ο ισχυρισμός του περί κινδύνου από άγνωστα άτομα και για άγνωστους λόγους απορρίφθηκε ενόψει παντελούς έλλειψης εσωτερικής συνοχής και ευλογοφάνειας.

Συνεπεία των ανωτέρω, κατόπιν ανασκόπησης της γενικής κατάστασης ασφαλείας στον τόπο διαμονής του αιτητή (πολιτεία Delta), η επίδικη αίτηση απορρίφθηκε ως αβάσιμη

Κατά τις διευκρινήσεις η συνήγορος του αιτητή απέσυρε ρητά τους λοιπούς νομικούς ισχυρισμούς προωθώντας εν τέλει μόνο τον ισχυρισμό περί μη δέουσας έρευνας.

Οι καθ’ ων η αίτηση αντέταξαν ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι καθ’ όλα νόμιμη και απορρίπτουν τον προωθούμενο ισχυρισμό περί μη δέουσας έρευνας ως αβάσιμο.

Στην Χωματένος ν. Δημοκρατίας, (2013) 3 Α.Α.Δ. 120, ημ.14/03/13, λέχθηκε ότι: «[η] έκταση και η μορφή της έρευνας είναι συνυφασμένη με τα περιστατικά κάθε υπόθεσης. Το κριτήριο για την επάρκεια και πληρότητα της έρευνας έγκειται στη συλλογή και διερεύνηση του συνόλου των ουσιωδών στοιχείων, τα οποία παρέχουν βάση για ασφαλή συμπεράσματα.».

Προχωρώ λοιπόν με επί της ουσίας εξέταση των επίδικων ισχυρισμών του αιτητή.

Στο εγχειρίδιο του EASO «Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου», Δικαστική ανάλυση, 2018, σελ.98 του εγχειριδίου, αναφέρεται ότι «[…] απαιτείται ισορροπημένη και αντικειμενική αξιολόγηση του αν η αφήγηση του αιτούντος αντικατοπτρίζει την αφήγηση που αναμένεται από ένα πρόσωπο στην κατάσταση του αιτούντος το οποίο αφηγείται μια πραγματική προσωπική εμπειρία.».

Στη σελ.102 του ιδίου εγχειριδίου, αναφέρονται τα εξής:

«[Οι] δείκτες αξιοπιστίας είναι απλοί δείκτες και δεν συνιστούν αυστηρά κριτήρια ή προϋποθέσεις. Παρότι οι τέσσερις δείκτες που προσδιορίστηκαν ανωτέρω (εσωτερική και εξωτερική συνέπεια, επαρκώς λεπτομερείς πληροφορίες και ευλογοφάνεια) αποτυπώνουν τους δείκτες που εφαρμόζουν στην πράξη τα δικαστήρια, κανένας από αυτούς δεν μπορεί να θεωρηθεί καθοριστικός. Η σημασία τους από υπόθεση σε υπόθεση ποικίλλει σημαντικά. Σε κάθε περίπτωση είναι αναγκαία η εξέταση του σωρευτικού τους αντίκτυπου (305).  […]

Από την ανωτέρω ανάλυση προκύπτει ότι δεν υπάρχει απλή απάντηση στο ερώτημα που αφορά τον τρόπο αξιολόγησης της αξιοπιστίας σε υποθέσεις διεθνούς προστασίας. Το μόνο που μπορεί να ειπωθεί είναι ότι η αξιολόγηση πρέπει να διενεργείται με βάση το σύνολο των αποδεικτικών στοιχείων, λαμβανομένων υπόψη των αρχών, των μεθόδων και των δεικτών που αναφέρονται στην παρούσα ανάλυση. Οι αρχές, οι μέθοδοι και οι δείκτες αυτοί θα πρέπει να εφαρμόζονται με προσοχή (307), αντικειμενικότητα και αμεροληψία, ώστε να αποφευχθεί τυχόν εσφαλμένη και απλοϊκή απόρριψη, ή αφελής και ανεπιφύλακτη αποδοχή μιας συγκεκριμένης αφήγησης.» 

Ενόψει των όσων ανωτέρω αναφέρονται, θεωρώ ότι οι καθ’ ων η αίτηση προέβησαν δεόντως στην απαιτούμενη υπό τις περιστάσεις έρευνα και δια τούτο, κατά την λήψη της απόφασης, λήφθηκαν δεόντως και σύμφωνα με τα όσα απαιτεί η οικεία νομοθεσία υπόψη όλα τα γεγονότα που περιβάλλουν την επίδικη αίτηση διεθνούς προστασίας.

Θα συμφωνήσω λοιπόν με την κατάληξη τους επί της αξιοπιστίας του 2ου ουσιώδους ισχυρισμού του αιτητή. Πολύ απλά, τα όσα ανέφερε επί τούτου ο αιτητής περιορίστηκαν σε γενικές δηλώσεις οι οποίες βρίθουν κενών και ασαφειών και εκ των οποίων ελλείπουν παντελώς συγκεκριμένες λεπτομέρειες, χρονική και λογική συνέχεια και συνέπεια. Το όλο αφήγημα του αιτητή παρουσιάζει κενά, ελλείψεις και αοριστίες, οι οποίες πλήττουν καθ’ ολοκληρία, μοιραία και αναπόφευκτα την εσωτερική συνοχή των δηλώσεων του.

Ενόψει των ως άνω απομένει εν προκειμένω μια αποτίμηση της κατάστασης ασφαλείας στον τόπο διαμονής του (πολιτεία Delta), όπου και αναμένεται να εγκατασταθεί ο αιτητής σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής.

Αναφορικά με τη γενική κατάσταση ασφαλείας στην πολιτεία Delta, τόπο καταγωγής και συνήθους διαμονής του αιτητή, σε επικαιροποιημένη αναφορά του ACLED καταγράφεται ότι στο διάστημα από 15/03/23 έως 15/03/24, καταγράφηκαν 100 περιστατικά ασφαλείας και προέκυψαν εξ αυτών 108 θάνατοι[1] σε σύνολο πληθυσμού περί των 5 ½ εκατομμυρίων κατοίκων. [2] Σε αναφορά του ACLED καταγράφεται ότι, κατά το έτος 2020, καταγράφηκαν 100 περιστατικά ασφαλείας και προέκυψαν εξ αυτών 120 θάνατοι. Κατά το 1ο τετράμηνο 2021, και πάλι σύμφωνα με σχετική έκθεση του ACLED, καταγράφηκαν 28 θάνατοι σε σύνολο 27 περιστατικών ασφαλείας. [3]

Αξίζει να σημειωθεί ότι στο εγχειρίδιο του EASO «Country Guidance, Nigeria, October 2021», αναφέρεται ότι από τα περιστατικά ασφαλείας που καταγράφονται δεν προκύπτει πραγματικός κίνδυνος σε αμάχους, με την έννοια του αρ.19 (2) (γ).[4] 

Είναι κατάληξη μου εκ των ως άνω ότι δεν καταδεικνύεται εύλογη πιθανότητα ο αιτητής να αντιμετωπίσει κατά την επιστροφή του κίνδυνο σοβαρής βλάβης καθότι η συχνότητα περιστατικών ασφαλείας στην περιοχή όπου διέμενε, και στην οποία εύλογα αναμένεται να επιστρέψει, δεν είναι τέτοιας έντασης ώστε να διατρέχει κίνδυνο εξαιτίας και μόνο της παρουσίας του στην περιοχή. Δεν μπορώ δε να εντοπίσω ιδιαίτερες περιστάσεις που θα μπορούσαν να επιτείνουν τον κίνδυνο ειδικώς για τον αιτητή σε σύγκρισή με τον γενικό πληθυσμό στη βάση της «αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας» [5] (βλ. και απόφαση ΔΕΕ, ημ.10/06/21, υπ. αρ.C-901/19 CF and DN).

Έπεται λοιπόν ότι ο αιτητής δεν κατάφερε να τεκμηριώσει βάσιμο φόβο «καταδίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων» αλλά και ότι δεν υφίστανται «ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη», ως αμφότερες αυτές οι έννοιες ορίζονται στα άρθρα 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 (Ν. 6(I)/2000) αντίστοιχα.

Σημειώνεται ότι η Νιγηρία έχει καθοριστεί στις Κ.Δ.Π. 198/2020, 225/2021, 202/2022 και 166/2023, οι οποίες εκδόθηκαν δυνάμει του αρ.12Βτρις του Νόμου, ως ασφαλής χώρα ιθαγενείας και στην παρούσα ουδέν στοιχείο προσκομίστηκε στη βάση του οποίου θα μπορούσε να «θεωρηθεί ότι η χώρα αυτή δεν είναι ασφαλής […] στη συγκεκριμένη περίπτωσή», στη βάση των όσων διαλαμβάνονται από το αρ.12Βτρις (6).

Η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με έξοδα €800 υπέρ των καθ' ων η αίτηση και εναντίον του αιτητή.

 

Α. Χριστοφόρου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.



[1] https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard

(βλ. Πλατφόρμα Dashboard, με στοιχεία ανάλυσης ως εξής: ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: 08/03/2023-08/03/2024, ΤΥΠΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: Battles / Violence against civilians / Explosions - Remote violence/ Riots   και ΠΕΡΙΟΧΗ: Western Africa – Nigeria - Delta

[2] City Population, Nigeria - Delta State,  https://citypopulation.de/en/nigeria/admin/

[3]  EASO Country Guidance: Nigeria Security Situation, June 2021, σ. 245-250

https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2021_06_EASO_COI_Report_Nigeria_Security_situation.pdf

[4] EASO Country Guidance: Nigeria Common analysis and guidance note, October 2021, σ. 122

https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2022-01/Country_Guidance_Nigeria_2021.pdf

[5] Εγχειρίδιο EASO, Άρθρο 15 στοιχείο γ) της οδηγίας για τις ελάχιστες απαιτήσεις ασύλου (2011/95/ΕΕ) Δικαστική ανάλυση, σελ.26-28, διαθέσιμο εδώ: https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/Article-15c-QD_a-judicial-analysis-EL.pdf


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο