ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθ. Αρ.: 2789/2023

29 Μαρτίου, 2024

[Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΔΔΔΔΠ.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

A.Y.T.

Αιτητής

-και-

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω της Υπηρεσίας Ασύλου

Καθ' ων η Αίτηση

 

Γ. Κορυζής (κα), Δικηγόρος για τον Αιτητή

Σ. Πιτσιλλίδου (κα), Δικηγόρος  για τους Καθ' ων η Αίτηση.

 

 ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ Δ.Δ.Δ.Δ.Π:  Με την παρούσα προσφυγή ο Αιτητής προσβάλλει την από 20/03/2023 απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση, η οποία του κοινοποιήθηκε στις 12/06/2023 δια της οποίας απορρίφθηκε το αίτημά του για διεθνή προστασία, ως άκυρη και/ή παράνομη και/ή αντισυνταγματική και ως προϊόν εσφαλμένης κρίσεως της Διοικήσεως ένεκα πλημμελούς έρευνας και άρα πλάνης περί τα πραγματικά περιστατικά και η οποία στερείται οιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος.

 

Τα ουσιώδη γεγονότα της παρούσας υπόθεσης έχουν ως ακολούθως:

 

Ο Αιτητής είναι υπήκοος Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό (εφεξής «ΛΔΚ»). Εγκατέλειψε τη χωρά καταγωγής νόμιμα στις 19/04/2022 και εισήλθε στα εδάφη της Κυπριακής Δημοκρατίας παράνομα, μέσω κατεχομένων, στις 11/05/2022. Στις 13/06/2022 υπέβαλε Αίτηση για παροχή διεθνούς προστασίας παραλαμβάνοντας αυθημερόν αντίστοιχη βεβαίωση. Στις 14/12/2022 διεξήχθη η προφορική συνέντευξη του Αιτητή από αρμόδιο λειτουργό του Οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο (πρώην EASO και νυν EUAA) προς εξέταση του αιτήματός του.

 

Στις 15/02/2023, ο λειτουργός του Οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο (εφεξής «αρμόδιος λειτουργός») ετοίμασε έκθεση-εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία εγκρίθηκε από εξουσιοδοτημένο από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργό στις 20/03/2023. Στις 01/06/2023 η Υπηρεσία Ασύλου εξέδωσε απορριπτική επιστολή, συνοδευόμενη από επιστολή αιτιολόγησης της απόφασης. Η επιστολή στάλθηκε ταχυδρομικώς στον Αιτητή στις 12/06/2023.

 

Ακολούθως καταχωρήθηκε η παρούσα Προσφυγή ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου στις 21/08/2023 δια της οποίας προσβάλλεται η από 20/02/2023 απόφαση των Καθ’ ων η αίτηση.

 

Ο Αιτητής, στην αίτηση ακυρώσεως που αρχικά καταχώρησε δια του συνηγόρου του προωθεί αορίστως πλήθος λόγων ακυρώσεως της προσβαλλόμενης, τους οποίους όμως δια της γραπτής του αγόρευσης αποσύρει διατηρώντας μόνο τους λόγους ακυρώσεως που αφορούν την έλλειψη δέουσας έρευνας εκ μέρους των Καθ΄ων η αίτηση η οποία οδήγησε σε πλάνη περί τα πράγματα και την έλλειψη αιτιολογίας. 

 

Δια της γραπτής αγόρευσης της συνηγόρου τους, οι Καθ’ ων η αίτηση αντιτείνουν ότι το βάρος απόδειξης φέρει ο αιτών, το οποίο όμως δεν κατάφερε να αποσείσει, αλλά ούτε και να στοιχειοθετήσει βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης ή σοβαρής βλάβης. Τονίζει ότι ο λόγος που δεν έγινε αποδεκτό το αίτημα του Αιτητή ήταν ο κλονισμός της αξιοπιστίας των δηλώσεών του καθώς οι ισχυρισμοί του σχετικά με τους λόγους για τους οποίους φέρεται να εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής απορρίφθηκαν στο σύνολό τους ως μη αξιόπιστοι. Προσθέτει δε ότι της αξιολόγησης του αρμόδιου λειτουργού προηγήθηκε δέουσα έρευνα και ότι η προσβαλλόμενη είναι πλήρως αιτιολογημένη.

 

Ως εκ τούτου, κρίνω σκόπιμο όπως εξεταστούν οι λόγοι ακυρώσεως περί έλλειψης δέουσας έρευνας, πλάνης περί τα πράγματα  και ελλιπούς αιτιολογίας μαζί, αφού συνδέονται με τα πραγματικά γεγονότα και την αξιολόγηση των ισχυρισμών που προέβαλε ο Αιτητής. Επισημαίνω στο σημείο αυτό ότι το παρόν Δικαστήριο κέκτηται δικαιοδοσίας να εξετάσει την παρούσα υπόθεση και επί της ουσίας της, και όχι μόνο υπό την ακυρωτικής φύσεως δικαιοδοσία του, αφού η παρούσα υπόθεση πληροί τις προϋποθέσεις του ισχύοντος άρθρου 11(2), (3) και (4) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (Ν. 73(Ι)/ 2018). Δεδομένων των ανωτέρω κρίνω σκόπιμη την παράθεση των ισχυρισμών του Αιτητή, ως αυτοί προβλήθηκαν καθ' όλη τη διαδικασία εξέτασης του αιτήματός του και οι οποίοι συμπεριλαμβάνονται στο περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου.

 

Κατά την υποβολή αιτήματος διεθνούς προστασίας, ο Αιτητής δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής επειδή έλαβε απειλές θανάτου. Ειδικότερα, ισχυρίστηκε ότι μετέβη στην πόλη Goma προκειμένου να αγοράσει σάκους με φασόλια τους οποίους αργότερα θα μεταπωλούσε στην πόλη Kisangani στο ανατολικό τμήμα της χώρας καταγωγής, ωστόσο κατά την επιστροφή του ένα άγνωστο άτομο του ζήτησε να μεταφέρει 3 ακόμα σάκους μέχρι τον τελικό του προορισμό. Όταν όμως ο Αιτητής πέρασε από ένα σημείο ελέγχου, οι αρχές διαπίστωσαν ότι οι 3 σάκοι που το άγνωστο άτομο του είχε ζητήσει να μεταφέρει περιείχαν όπλα και πυρομαχικά. Στη συνέχεια ο Αιτητής δήλωσε ότι κρατήθηκε από τις αρχές και υποβλήθηκε σε βασανιστήρια. Προέβαλε δε ότι οι αντάρτες του ζήτησαν να ενταχθεί στην ομάδα τους (ερ. 16, 1 ΔΦ).

 

Κατά το κρίσιμο στάδιο της προφορικής του συνέντευξης και σε σχέση με τα προσωπικά του στοιχεία, ο Αιτητής δήλωσε ότι γεννήθηκε, μεγάλωσε και έζησε στην Kinshasa. Σε σχέση με την πατρική του οικογένεια, ο Αιτητής δήλωσε ότι αμφότεροι οι γονείς του διαμένουν στην Kinshasa, ενώ μαζί τους διαμένουν και τα 12 αδέρφια του. Ως προς την οικογενειακή του κατάσταση, ο Αιτητής δήλωσε άγαμος και άτεκνος. Αναφορικά με το μορφωτικό του επίπεδο, ο Αιτητής δήλωσε απόφοιτος τεχνικής επαγγελματικής σχολής και ως προς το επάγγελμά του δήλωσε ότι από το 2019 εργαζόταν ως οδηγός (ερ. 37 -35 ΔΦ).

 

Κατά το στάδιο της ελεύθερης αφήγησής του, ο Αιτητής δήλωσε ότι στις 20 Νοεμβρίου 2021 μετέβη στην πόλη Goma προκειμένου να αγοράσει 20 σάκους με φασόλια για να τους πουλήσει ακολούθως στην πόλη Kinsangani. Αφού φόρτωσε το ανωτέρω εμπόρευμα στο όχημά του, στη συνέχεια ένα άγνωστο άτομο του ζήτησε να φορτώσει άλλους τρεις σάκους για να τους μεταφέρει στον προορισμό του. Όταν όμως ο Αιτητής έφτασε στον προορισμό του, ήτοι σε ένα χώρο στάθμευσης, εμφανίστηκαν μέλη της εθνικής υπηρεσίας πληροφορίων της χώρας καταγωγής (εφεξής «ANR») και κατόπιν ελέγχου του εμπορεύματος διαπίστωσαν ότι 3 εκ των σάκων που μετέφερε εμπεριείχαν όπλα και πυρομαχικά. Όταν ο Αιτητής κατηγορήθηκε ότι ανήκει στην ομάδα ανταρτών Μ23 αρνήθηκε τις κατηγορίες που του απέδωσαν, ωστόσο οι απαντήσεις του δεν έγιναν δεκτές με αποτέλεσμα να τεθεί σε απομόνωση και να υποβληθεί σε βασανιστήρια. Καθώς όμως ένας από τους υπευθύνους ονόματι Commandant Mande Biyaki άνηκε στην ίδια εθνοτική ομάδα με τον Αιτητή, επικοινώνησε με τους γονείς του Αιτητή προκειμένου να διευθετηθεί η αναχώρησή του από τη χώρα καταγωγής (ερ. 33 1Χ ΔΦ).

 

Κατά τη διερεύνηση του ανωτέρω αφηγήματος, ο Αιτητής κλήθηκε να παράσχει περαιτέρω πληροφορίες ως προς το περιστατικό που έλαβε χώρα στις 20/11/2021 και εκείνος επανέλαβε ότι στην πόλη Goma του ζήτησε ένα άγνωστο πρόσωπο να μεταφέρει τρεις σάκους στην πόλη Kisangani. Κληθείς εάν ρώτησε το εν λόγω πρόσωπο το όνομά του, ο Αιτητής απάντησε αρνητικά (ερ. 33 2Χ ΔΦ). Ζητηθείς να προσδιορίσει το λόγο για τον οποίο δέχτηκε να μεταφέρει το ανωτέρω φορτίο, ο Αιτητής απάντησε ότι του ζητήθηκε να μεταφέρει το φορτίο τον προορισμό που ήδη πήγαινε και εκείνος απάντησε καταφατικά, ενώ προσέθεσε ότι το άγνωστο πρόσωπο που έδωσε 2.000 φράγκα ΛΔΚ για κάθε σάκο, χωρίς ωστόσο να ελέγξει το περιεχόμενό τους. Ερωτηθείς για ποιο λόγο δεν έλεγξε τους εν λόγω σάκους, ο Αιτητής προέβαλε ότι δε το σκέφτηκε καθώς θέλησε απλά να βοηθήσει το άτομο που του τους έδωσε (ερ. 32 1Χ ΔΦ).

 

Ερωτηθείς που ακριβώς υποβλήθηκε σε έλεγχο από τα μέλη της ANR, ο Αιτητής επικαλέστηκε το χώρο στάθμευσης ονόματι Komodo. Ζητηθείς να παράσχει περισσότερες πληροφορίες αναφορικά με τη δράση της ANR στη χώρα καταγωγής, ο Αιτητής δήλωσε ότι η εν λόγω μυστική υπηρεσία ελέγχει τα πάντα και προσπαθεί να εντοπίσει τα προϊόντα που κυκλοφορούν στη χώρα καταγωγής. Κληθείς να περιγράψει τι έγινε όταν τα μέλη της ANR έψαξαν το φορτίο του, ο Αιτητής προέβαλε ότι μέσα στους σάκους βρήκαν σφαίρες και πυρομαχικά, ενώ στη συνέχεια τον κατηγόρησαν ότι είναι έμπορος όπλων που προμηθεύει  με οπλισμό την ανατολική περιφέρεια της χώρα καταγωγής (ερ. 32 2Χ ΔΦ). Όταν ζητήθηκε από τον Αιτητή να περιγράψει τη σύλληψή του, εκείνος δήλωσε ότι αφού ελέγχθηκαν οι σάκοι, του ζητήθηκε να κάτσει στη άκρη και αφού τον συνέλαβαν τον οδήγησαν σε ένα γραφείο όπου τον ανέκριναν. Ο Αιτητής απάντησε ότι δε γνώριζε από που προερχόταν ο οπλισμός, πλην όμως δεν έγινε πιστευτός και ακολούθως υποβλήθηκε σε βασανιστήρια.

 

Ως προς το χώρο κράτησής του, ο Αιτητής δήλωσε ότι το γραφείο που κρατήθηκε βρισκόταν πίσω από το χώρο στάθμευσης και ότι κρατήθηκε εκεί για κάποιες εβδομάδες. Ζητηθείς να περιγράψει τις συνθήκες κράτησής του, ο Αιτητής προέβαλε ότι ήταν σκοτεινά και ότι υποβλήθηκε σε βασανιστήρια. Όταν του ζητήθηκε να περιγράψει τα βασανιστήρια στα οποία υποβλήθηκε, ο Αιτητής ζήτησε να δείξει τα τραύματά του. Ως προς το χώρο που κρατήθηκε ακολούθως, ο Αιτητής δήλωσε ότι επρόκειτο για ένα σκοτεινό, υπόγειο σπήλαιο (ερ. 31 2Χ ΔΦ), ενώ όταν ακολούθως του ζητήθηκε να περιγράψει μια τυπική ημέρα κατά τη διάρκεια της κράτησής του, εκείνος απάντησε ότι υποβλήθηκε σε βασανιστήρια χωρίς να του παρέχεται τροφή (ερ. 29 2Χ ΔΦ).

 

Αναφορικά με τις συνθήκες αποφυλάκισής του, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι προέβη σε συμφωνία με τον κο Mande, o οποίος τον βοήθησε γιατί ήταν μέλη της ίδιας εθνοτικής ομάδας. Ως προς το περιεχόμενο της επισυναφθείσας συμφωνίας με τον ανωτέρω άνδρα, ο Αιτητής αποκρίθηκε ότι αφορούσε τον τρόπο απόδρασής του (ερ. 30 1Χ ΔΦ). Ως προς τους λόγους για τους οποίους ο κος Mande αποφάσισε να βοηθήσει τον Αιτητή να αποδράσει ρισκάροντας τη θέση εργασίας του, ο Αιτητής επικαλέστηκε το γεγονός ότι του εξήγησε ότι δεν είχε καμία σχέση με τον οπλισμό που εντοπίστηκε στο όχημά του (ερ. 29 2Χ ΔΦ).

 

Σε σχέση με το εάν αντιμετώπισε επίσημες κατηγορίες, ο Αιτητής δήλωσε ότι κατηγορήθηκε για εμπορία όπλων και συνεργασία με τους επαναστάτες. Στο συγκεκριμένο σημείο, ο Αιτητής προέβαλε ότι κατά τη διάρκεια του εν λόγω περιστατικού βρισκόταν μαζί του και ο αδερφός του ο οποίος είναι επίσης Αιτητής διεθνούς προστασίας στην Κύπρο (ερ. 30 2Χ ΔΦ). Ζητηθείς να προσδιορίσει εάν εκκρεμεί εις βάρος του κάποιο ποινική δίωξη στη χώρα καταγωγής, ο Αιτητής απάντησε θετικά χωρίς να παραθέτει κάποιο άλλο στοιχείο (ερ. 29 2Χ ΔΦ).

 

Ερωτηθείς τι φοβάται ότι θα του συμβεί σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής, ο Αιτητής δήλωσε ότι θα τον συλλάβουν και θα τον σκοτώσουν τα μέλη της ANR επειδή τον κατηγόρησαν ότι τροφοδοτεί με όπλα τους αντάρτες (ερ. 33 1Χ ΔΦ).

 

Ο αρμόδιος λειτουργός λαμβάνοντας υπόψη τις δηλώσεις του Αιτητή διέκρινε δύο (2) ουσιώδεις ισχυρισμούς:

 

1)   Τα προσωπικά στοιχεία, τη χώρα καταγωγής και τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή.

2)   Τον ισχυρισμό του Αιτητή περί του ότι συνελήφθη γιατί κατηγορήθηκε ότι προμήθευε με όπλα τους αντάρτες.

 

Με παραπομπές στις δηλώσεις του Αιτητή και αναφορές σε εξωτερικές πηγές χαρτογράφησης και πληροφόρησης, ο λειτουργός έκανε αποδεκτό τον πρώτο ισχυρισμό.

 

Ο δεύτερος ωστόσο ισχυρισμός του Αιτητή έτυχε απόρριψης. Ειδικότερα, αξιολογώντας την εσωτερική αξιοπιστία των δηλώσεων του Αιτητή, ο αρμόδιος λειτουργός εντόπισε αρχικά ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να προσδιορίσει την ταυτότητα του άνδρα που φέρεται να δυο έδωσε τους σάκους που περιείχαν τον οπλισμό. Στη συνέχεια ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει ευλογοφανώς το λόγο που δέχτηκε να μεταφέρει τους εν λόγω σάκους επικαλούμενος χωρίς συνοχή τον προορισμό του ενώ προσέθεσε αορίστως ότι ο εν λόγω άνδρας τον πλήρωσε 2000 γράγκα ΛΔΚ για κάθε σάκο. Παράλληλα, ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει με σαφήνεια το λόγο για τον οποίο παρέλειψε να ελέγξει το περιεχόμενο των εν λόγω σάκων, δηλώνοντας χωρίς συνοχή ότι δε το σκέφτηκε (ερ. 32 1Χ ΔΦ). Όταν τέλος του ζητήθηκε να προσδιορίσει ποιος ήταν ο παραλήπτης του εν λόγω φορτίου, ο Αιτητής αποκρίθηκε ασαφώς ότι θα το παραλάμβαναν κάποια άτομα (30 2Χ ΔΦ). Όταν ρωτήθηκε ποια ήταν αυτά τα άτομα, ο Αιτητής απάντησε και πάλι ασαφώς ότι ήταν άνθρωποι του προσώπου που του ζήτησε να μεταφέρει το φορτίο (ερ. 29 1Χ ΔΦ).

 

Ο Αιτητής δήλωσε ότι κατόπιν ελέγχου του φορτίου από μέλη της ANR διαπιστώθηκε ότι οι 3 σάκοι εμπεριείχαν πυρομαχικά και ως εκ τούτου συνελήφθη ο ίδιος και ο αδερφός συνελήφθησαν του ως κατηγορούμενοι για προμήθεια πυρομαχικών στους αντάρτες. Όταν όμως του ζητήθηκε να προσδιορίσει το διάστημα κράτησής του, ο Αιτητής απάντησε ασαφώς ότι κρατήθηκε για μερικές εβδομάδες (ερ. 31 1Χ ΔΦ). Παράλληλα, ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να περιγράψει λεπτομερώς, όπως ευλόγως θα αναμενόταν, τις συνθήκες κράτησής του, καθώς σε σχετικώς υποβληθέν ανοιχτού τύπου ερώτημα, εκείνος αποκρίθηκε επιφανειακά ότι ήταν σκοτεινά και υποβλήθηκε σε βασανιστήρια (ερ. 31 1Χ ΔΦ). Κληθείς άλλωστε να περιγράψει λεπτομερώς το μέρος όπου κρατήθηκε, ο Αιτητής απάντησε χωρίς περιγραφική λεπτομέρεια ότι επρόκειτο για ένα σκοτεινό, υπόγειο σπήλαιο (ερ. 31 2Χ ΔΦ). Ζητηθείς άλλωστε να περιγράψει μια τυπική ημέρα κράτησής του, ο Αιτητής προέβαλε ασαφώς και χωρίς περιγραφική λεπτομέρεια ότι τον βασάνισαν χωρίς να έχει πρόσβαση σε τροφή (ερ. 29 1Χ ΔΦ).

 

Σε σχέση με τα βασανιστήρια στα οποία δήλωσε ότι υποβλήθηκε, ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να τα περιγράψει καθώς σε σχετικώς υποβληθέν ανοικτού τύπου ερώτημα, εκείνος ζήτησε να δείξει τα τραύματα που φέρει, χωρίς να παραθέτει κάποια σχετική πληροφορία ή περιγραφή (ερ. 31 2Χ ΔΦ).

 

Ως προς τις συνθήκες απόδρασής του, ο Αιτητής δήλωσε ότι τον βοήθησε ο κος Mande, δηλώνοντας ωστόσο χωρίς ευλογοφάνεια ότι το εν λόγω πρόσωπο τον βοήθησε γιατί αντιλήφθηκε ότι ανήκουν στην ίδια εθνοτική ομάδα (ερ. 30 1Χ ΔΦ). Όταν όμως ζητήθηκε από τον Αιτητή να εξηγήσει για ποιο λόγο ο εν λόγω άνδρας διακινδύνευσε τη θέση εργασίας του για τον απελευθερώσει, ο Αιτητής αποκρίθηκε χωρίς νοηματική συνοχή ότι εξήγησε στον κο Mande ότι δεν είχε καμία σχέση με τον οπλισμό που μετέφερε (ερ. 29 2Χ ΔΦ).

 

Επί τη βάσει της ανωτέρω ανάλυσης, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι οι δηλώσεις του Αιτητή δεν ήταν ικανές να θεμελιώσουν την εσωτερική αξιοπιστία του υπό εξέταση ισχυρισμού.

 

Προχωρώντας στην αξιολόγηση της εξωτερικής αξιοπιστίας του υπό εξέταση ισχυρισμού, ο αρμόδιος λειτουργός προχώρησε σε σχετική έρευνα εκ της οποίας εντοπίστηκαν πληροφορίες οι οποίες επιβεβαιώνουν ότι οι πόλεις Goma και Kisangani βρίσκονται στο ανατολικό τμήμα της χώρας καταγωγής και  ότι η ομάδα M23 αποτελεί μια ομάδα ανταρτών που δραστηριοποιούνται στην εν λόγω περιοχή της ΛΔΚ. Κρίθηκε ως εκ τούτου ότι οι δηλώσεις του Αιτητή βρίσκουν, εν μέρει, έρεισμα στις διαθέσιμες πληροφορίες.

 

Καταληκτικά, στη βάση της αξιολόγησης τόσο της εσωτερικής όσο και της εξωτερικής αξιοπιστίας των δηλώσεων του Αιτητή, ο αρμόδιος λειτουργός απέρριψε τον υπό εξέταση ισχυρισμό στο σύνολό του ως μη αξιόπιστο καθώς δεν έκρινε ότι τα εκ του Αιτητή εξιστορισθέντα αντικατοπτρίζουν βιωματικά περιστατικά.

 

Επί τη βάσει του μοναδικού αποδεκτού ισχυρισμού σχετικά με τα προσωπικά στοιχεία, τον τόπο καταγωγής και αυτόν της τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή, ο αρμόδιος λειτουργός συνήγαγε ότι ο Αιτητής δεν φέρει βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης και/ή δεν υπάρχει εύλογη πιθανότητα, σε περίπτωση επιστροφής του στην πόλη Kinshasa, να κινδυνεύσει με σοβαρή βλάβη εξαιτίας των συνθηκών που επικρατούν εκεί. Ως εκ τούτου ο φόβος του Αιτητή κρίθηκε αβάσιμος και μη δικαιολογημένος.

 

Υπό το φως της ανωτέρω αξιολόγησης και δη υπό την έλλειψη βάσιμου και δικαιολογημένου κινδύνου, ο αρμόδιος λειτουργός, προχωρώντας στη νομική ανάλυση,  κατέληξε ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις υπαγωγής του Αιτητή σε ένα από τους πέντε λόγους που προβλέπονται από το άρθρο 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου και ως εκ τούτου ο Αιτητής δεν δικαιούται προσφυγικό καθεστώς. Επιπλέον, κρίθηκε ότι σε περίπτωση επιστροφής του στην Kinsahsa, ο Αιτητής δεν θα κινδυνεύσει με θανατική ποινή ή εκτέλεση σύμφωνα με το άρθρο 19 (2) (α), ούτε ενδέχεται να υποστεί βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία δυνάμει του άρθρου 19 (2) (β) του Περί Προσφύγων Νόμου του 2000.

 

Αναφορικά δε με το άρθρο 19(2)(γ) ίδιου Νόμου, ο λειτουργός κατέληξε ότι δεν στοιχειοθετείται η υπαγωγή του Αιτητή στις πρόνοιές του, καθώς βάσει διεξαχθείσας έρευνας προέκυψαν πληροφορίες οι οποίες επιβεβαιώνουν ότι η κατάσταση ασφαλείας στην Kinshasa καταγράφεται ως σταθερή.

 

Επισημαίνεται στο σημείο αυτό ότι δυνάμει του άρθρου 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου, ο Αιτητής φέρει καταρχήν το βάρος να τεκμηριώσει την αίτησή του για διεθνή προστασία. Από την άλλη πλευρά, αποτελεί καθήκον της αρμόδιας αρχής να αξιολογεί, σε συνεργασία με τον αιτούντα, τα συναφή στοιχεία της αίτησης (Βλ. Προτάσεις της Γενικής εισαγγελέως, συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-148/13, C-149/13 και C-150/13, A, B και C, 17 Ιουλίου 2014, σημεία 73 και 74).

 

Από τα στοιχεία που έχω ενώπιόν μου διαπιστώνω ότι κατά τη διάρκεια της συνέντευξης, τέθηκε τόσο στον Αιτητή επαρκής αριθμός ερωτήσεων και του δόθηκε η ευκαιρία να προβάλει τους ισχυρισμούς του και να αναπτύξει και να τεκμηριώσει το αίτημά του, σε περίπτωση που πράγματι υφίστατο βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης στη χώρα καταγωγής του ή πληρούνταν οι προϋποθέσεις για να του παραχωρηθεί καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας. Οι απαντήσεις δε που έδωσε, αξιολογήθηκαν δεόντως από αρμόδιο λειτουργό σε συνάρτηση με πληροφορίες από τη χώρα καταγωγής του και διαπιστώθηκε ότι οι λόγοι που ο Αιτητής εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του και δεν επιθυμεί να επιστρέψει σε αυτή δεν στοιχειοθετούν φόβο δίωξης ή πραγματικό κίνδυνο να υποστούν σοβαρή βλάβη. Τα ευρήματα του αρμόδιου λειτουργού ήταν ορθά και τεκμηριωμένα, με παραπομπές στους ισχυρισμούς που προέβαλε ο Αιτητής κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του, καθώς και σε πηγές πληροφοριών από τη χώρα καταγωγής προς εξακρίβωση της αξιοπιστίας των ισχυρισμών του και υποστήριξη της νομικής ανάλυσης.

 

Κατά συνέπεια, από τα ανωτέρω προκύπτει ότι έγινε δέουσα έρευνα πριν τη λήψη της επίδικης απόφασης, η αιτιολόγηση της οποίας συμπληρώνεται από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου ως ανωτέρω αναλύεται (βλ. άρθρο 29 του Ν. 158(Ι)/1999, Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου κ.α. ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1171 και Διογένους ν. Δημοκρατίας (1999) 4 Α.Α.Δ. 371 και Στέφανος Φράγκου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 270).  Είναι δε πάγια νομολογημένο ότι η έρευνα είναι επαρκής εφόσον εκτείνεται στη διερεύνηση κάθε γεγονότος που σχετίζεται με το θέμα που εξετάζεται (βλ. Motorways Ltd v. Δημοκρατίας Α.Ε. 2371/25.6.99).  Εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός, μετά από μελέτη της εισηγητικής έκθεσης, ενέκρινε την εισήγηση του αρμόδιου λειτουργού και ορθά και νόμιμα απορρίφθηκε το αίτημα του Αιτητή. Η έρευνα που είχε προηγηθεί ήταν επαρκής και είχαν συλλεγεί και διερευνηθεί όλα τα ουσιώδη στοιχεία σε συνάρτηση πάντα με τους ισχυρισμούς που είχε προβάλει ο Αιτητής, όπως αναλύεται ανωτέρω. Στην έκθεση-εισήγηση του αρμόδιου λειτουργού καταγράφονται με λεπτομέρεια οι λόγοι που απορρίφθηκε το αίτημα του με παραπομπή στις απαντήσεις του Αιτητή, οι οποίες κρίνονται και από το ίδιο το Δικαστήριο ως αόριστες, ασαφείς και στερούμενες περιγραφικής λεπτομέρειας και ευλογοφάνειας, κατά τρόπο που να αξιολογείται ότι τα εκ του Αιτητή εξιστορισθέντα δεν αποτυπώνουν βιωματικές εμπειρίες.

 

Συνεπώς, το Δικαστήριο κρίνει ότι στη βάση του μοναδικού αποδεκτού ισχυρισμού και ελλείψει οποιασδήποτε παρελθούσας δίωξης του Αιτητή από οποιοδήποτε φορέα, κρατικό ή μη, δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις υπαγωγής του στις πρόνοιες των άρθρων 19 (2) (α) και (β) καθώς δεν προέκυψαν στοιχεία που να συνηγορούν υπερ του ότι σε περίπτωση επιστροφής του στην πόλη Kinhsasa, ο Αιτητής κινδυνεύει να εκτεθεί σε θανατική ποινή ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία.  Προκειμένου δε να εφαρμοστούν οι πρόνοιες των συγκεκριμένων άρθρων και να υπαχθεί ο Αιτητής σε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει αυτών, απαιτείται υψηλός βαθμός εξατομίκευσης των περιστάσεων που σχετίζονται με τον επικαλούμενο φόβο[1].  Στην παρούσα υπόθεση δεν διαπιστώνω να συντρέχουν οι απαιτούμενες προϋποθέσεις.

 

Αναφορικά με το ενδεχόμενο υπαγωγής του Αιτητή σε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, το οποίο προϋποθέτει ουσιώδεις λόγους να πιστεύεται ότι ο Αιτητής θα υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας, λόγω αδιακρίτως ασκούμενης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, υπάρχει ευρεία νομολογία τόσο του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου (βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015, ECLI:CY:AD:2015:D619) όσο και του ΔΕΕ (βλ. C-285/12, A. Diakité v. Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides, 30/01/2014, C-465/07, Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v. Staatssecretaris van Justitie, 17/02/2009), καθώς επίσης και του ΕΔΔΑ (βλ. K.A.B. v. Sweden, 886/11, 05/09/2013 (final 17/02/2014), Sufi and Elmi v. the United Kingdom, 8319/07 and 11449/07, 28/11/2011) στις οποίες ερμηνεύεται η έννοια της αδιακρίτως ασκούμενης βίας και της ένοπλης σύρραξης και τίθενται κριτήρια ως προς τη σοβαρότητα του κινδύνου που προϋποτίθεται για την αξιολόγηση των περιπτώσεων στις οποίες εξετάζεται η πιθανότητα παραχώρησης συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 15(γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, το οποίο αντιστοιχεί στο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου.

 

Εν προκειμένω, σύμφωνα με τις δηλώσεις του Αιτητή και βάσει της αξιολόγησης της αξιοπιστίας των ισχυρισμών του ως παρατέθηκε ανωτέρω, η περιοχή της προηγούμενης συνήθους διαμονής του στη χώρα καταγωγής ήταν η πόλη Kinshasa. Προκειμένου δε να διαπιστωθεί εάν συντρέχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, σε περίπτωση επιστροφής του στη συγκεκριμένη περιοχή, ο Αιτητής θα αντιμετωπίσει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, ως οι διατάξεις του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, το Δικαστήριο ανέτρεξε σε έγκυρες πηγές πληροφόρησης προς εξέταση της κατάστασης που επικρατεί στην Kinhsasa, στην οποία ευλόγως αναμένεται να εγκατασταθεί ο Αιτητής άμα τη επιστροφή του στη χώρα καταγωγής.

 

Εκ της συγκεκριμένης έρευνας προέκυψε ότι η κατάσταση ασφαλείας εξακολουθεί να παραμένει ασταθής στο ανατολικό τμήμα της χώρας, καθώς εκεί υπάρχουν ένοπλες ομάδες που προκαλούν διακοινοτική βία, η οποία μπορεί να επηρεάσει την πολιτική κατάσταση, την ασφάλεια και την ανθρωπιστική κατάσταση. Καταγράφονται επίσης συνεχείς αναφορές για πολλές πόλεις στην ανατολική ΛΔΚ που δέχθηκαν επίθεση ή έπεσαν υπό τον προσωρινό έλεγχο ένοπλων ομάδων[2]. Σε σχέση με την πόλη Kinshasa ωστόσο, πρωτεύουσα της ομώνυμης περιφέρειας, δεν ανευρέθησαν πληροφορίες οι οποίες να επιβεβαιώνουν τη δραστηριοποίηση ενόπλων φορέων εκεί, αφού, από τις ανωτέρω παρατεθείσες πληροφορίες, προκύπτει  ότι οι μη κρατικοί ένοπλοι φορείς δραστηριοποιούνται κυρίως στις ανατολικές περιοχές της ΛΔΚ[3]. Σύμφωνα άλλωστε και με την ενημέρωση του ACLED, που συντάχθηκε από το Austrian Centre for Country of Origin & Asylum Research and Documentation (ACCORD), αναφορικά με τα περιστατικά ασφαλείας που έλαβαν χώρα στη Λ.Δ.Κ. το τελευταίο τρίμηνο του 2021, προκύπτει ότι μόνο οι επαρχίες Ιturi, North Kivu και South Kivu στα ανατολικά της χώρας βρίσκονται υπό τεταμένο καθεστώς ένοπλης βίας.[4]

 

Αναλύοντας τα κατωτέρω ποιοτικά και ποσοτικά δεδομένα που προέκυψαν κατόπιν περαιτέρω έρευνας αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας που επικρατεί συγκεκριμένα στην επαρχία της Kinshasa, οι εξωτερικές πηγές  ενισχύουν το συμπέρασμα περί του ασφαλούς της εν λόγω περιοχής. Ειδικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία του Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED), για το διάστημα από 09/02/2023 έως 09/02/2024, σημειώθηκαν στην περιφέρεια της Kinshasa 59 περιστατικά ασφαλείας, τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα τον θάνατο 71 ανθρώπων. Μεταξύ αυτών, 23 ήταν περιστατικά βίας κατά αμάχων (49 θάνατοι), 29 ήταν περιστατικά εξεγέρσεων / ταραχών (2 θάνατοι), 7 ήταν περιστατικά μαχών (20 θάνατοι) ενώ καταγράφηκαν και 48 περιστατικά συνίσταντο σε διαμαρτυριών εκ των οποίων δεν προέκυψε κάποια απώλεια. Ούτε άλλωστε καταγράφηκαν περιστατικά εκρήξεων/απομακρυσμένης βίας[5] .  Δεδομένου δε ότι ο συνολικός πληθυσμός της επαρχίας της Kinshasa ανέρχεται σήμερα σε  περίπου 16.316.000 κατοίκους[6],  καθίσταται κατανοητό ότι ο ανωτέρω αναφερόμενος αριθμός θανάτων στην εν λόγω περιοχή από περιστατικά ασφαλείας (71 θάνατοι) δεν ανέρχεται σε τέτοια επίπεδα που σε σχέση με τον συνολικό πληθυσμό της περιοχής μπορεί να χαρακτηρίσει την επικρατούσα κατάσταση ως ένοπλη σύρραξη επιφέρουσα συνθήκες αδιακρίτως ασκούμενης βίας.

 

Τα παραπάνω επιβεβαιώνουν στο σύνολό τους, ότι στην πόλη Kinshasa, τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή, δεν επικρατούν συνθήκες ένοπλης εσωτερικής σύγκρουσης και κατ΄ επέκταση συνθήκες βίας ασκούμενης αδιακρίτως κατά αμάχων όπως το άρθρο 19 (2) (γ) του περί Προσφύγων Νόμου προνοεί. Ως εκ τούτου,  το Δικαστήριο κρίνει ότι παρέλκει περαιτέρω διερεύνηση των προσωπικών περιστάσεων του Αιτητή για λόγους εφαρμογής της «αναπροσαρμοσμένης κλίμακας» όπως αυτή απορρέει από τη Νομολογία του ΔΕΕ.

 

Επομένως, στη βάση των όσων αναλύθηκαν ανωτέρω, κρίνω πως ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει ότι πάσχει η ορθότητα και νομιμότητα της επίδικης απόφασης και ότι στο πρόσωπό του πληρούνται οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή του σε καθεστώς πρόσφυγα ή για να του παραχωρηθεί συμπληρωματική προστασία, σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου (Ν. 6(Ι)/2000) και της Σύμβασης της Γενεύης του 1951.

 

Ως εκ τούτου, η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται. Επιδικάζονται €800 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η Αίτηση. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.

 

 

Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 

 



[1] CJEU, C- 465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji v.  Staatssecretaris van Justitie, ECLI:EU:C:2009:94,  <https://curia.europa.eu/juris/document/document.jsf?text=&docid=76788&pageIndex=0&doclang=EL&mode=lst&dir=&occ=first&part=1&cid=5184758> (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 09/11/2023):  «32. Συναφώς, παρατηρείται ότι οι όροι «θανατική ποινή», «εκτέλεση» καθώς και «βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία του αιτούντος» του άρθρου 15, στοιχεία α΄ και β΄, της οδηγίας, χαρακτηρίζουν περιπτώσεις στις οποίες ο αιτών επικουρική προστασία διατρέχει ειδικώς τον κίνδυνο βλάβης συγκεκριμένης μορφής. 33. Αντιθέτως, η κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας βλάβη, καθόσον συνίσταται σε «σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας» του αιτούντος, αναφέρεται σε ένα γενικότερο κίνδυνο βλάβης.»

[2] Gov.uk, Foreign travel advice Democratic Republic of the Congo, διαθέσιμο σε https://www.gov.uk/foreign-travel-advice/democratic-republic-of-the-congo/safety-and-security, [ημερπρόσβασης 13/02/2024]

[3] βλ. ενδεικτικά RULAC, Non-international Armed Conflicts in Democratic Republic of Congo, 13 April 2021, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.rulac.org/news/drc-a-new-conflict-in-ituri-involving-the-cooperative-for-development-of-th,  UN Security Council Resolutions για τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό στη διεύθυνση: https://www.securitycouncilreport.org/un-documents/democratic-republic-of-the-congo/,  καθώς και το πλέον πρόσφατο ψήφισμα που υιοθετήθηκε στις 30/06/2022, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.securitycouncilreport.org/atf/cf/%7B65BFCF9B-6D27-4E9C-8CD3-CF6E4FF96FF9%7D/s_res_2641.pdf, HRW, Democratic Republic of Congo, Events of 2021, 13 January 2021, διαθέσιμο στη διεύθυνση:https://www.hrw.org/world-report/2022/country-chapters/democratic-republic-congo,   UNHCR, Attacks by armed groups displace 20 000 civilians in eastern DRC, 16 July 2021, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.unhcr.org/news/briefing/2021/7/60f133814/attacks-armed-group-displace-20000-civilians-eastern-drc.html, USAID, Democratic Republic of the Congo - Complex Emergency, Fact Sheet #3, 13 May 2022, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.usaid.gov/sites/default/files/documents/2022-05-13_USG_Democratic_Republic_of_the_Congo_Complex_Emergency_Fact_Sheet_3_0.pdf, και CFA, Global Conflict Tracker, Center for Preventive Action, Instability in the Democratic Republic of Congo, last updated 03 August 2022, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.cfr.org/global-conflict-tracker/conflict/violence-democratic-republic-congο, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 13/02/24)

[4] ACLED, Democratic Republic of Congo, Fourth Quarter 2021: Update on incidents according to the Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED), 30 Μαΐου 2022,  https://www.ecoi.net/en/file/local/2074522/2021q4DemocraticRepublicofCongo_en.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 13/02/2024).

[5] Αccled, Kinshasa, reference period 09/02/2023 - 09/02/2024, διαθέσιμο σε https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard, [ημερ. πρόσβασης 13/02/2024]

[6] Macrotrends.net, Kinshasa, Republic of Congo Metro Area Population 1950-2023, διαθέσιμο σε https://www.macrotrends.net/cities/20853/kinshasa/population, [ημερπρόσβασης 13/02/2024]


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο