ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθ. Αρ.: 3254/2023

 

14 Μαρτίου, 2024

            [Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

                                       Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

 E.T.E.

Αιτητής

-και-

 

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου

Καθ' ων η Αίτηση

Εμφανίσεις:

Κ. Κουπαρή (κα) για Χ.Π. Χριστοδουλίδη (κος), Δικηγόροι για τον Αιτητή.

Π. Βρυωνίδου (κα), Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα, Δικηγόρος για τους Καθ' ων η Αίτηση.

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

Με την παρούσα προσφυγή ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, επιστολής ημερομηνίας 01/09/23 η οποία του κοινοποιήθηκε αυθημερόν, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας ως άκυρη και στερημένη οποιουδήποτε νόμιμου αποτελέσματος.  

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Ο Αιτητής, υπήκοος Καμερούν, υπέβαλε αίτηση για διεθνή προστασία στις 12/01/21, ακολούθησε η συνέντευξη του στις 17/07/23 και στις 31/07/23 λειτουργός της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο (στο εξής «ΕΥΥΑ») ετοίμασε έκθεση με εισήγηση για απόρριψη του αιτήματός του. Ο εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός ενέκρινε την έκθεση/εισήγηση και αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης στις 03/08/23, απόφαση που αποτελεί και το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Ο Αιτητής διά της συνηγόρου του υποστηρίζει ότι δεν έγινε δέουσα έρευνα κατά την αξιολόγηση της περίπτωσης του και ότι σε περίπτωση που επιστρέψει κινδυνεύει με δίωξη ως οι πρόνοιες του νόμου, καθότι δεν υπάρχει δυνατότητα εγχώριας προστασίας. Προβάλλει, επίσης, ότι οι Καθ΄ ων η αίτηση δεν του παρείχαν τουλάχιστον το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας βασιζόμενοι σε μη επικαιροποιημένες πηγές πληροφόρησης, ενώ κινδυνεύει λόγω του προφίλ του ως αγγλόφωνος και/ή κινδυνεύει τόσο από τις αρχές της χώρας του αλλά και από τους   Αmbazonians[1] και/ή είναι δικαιούχος συμπληρωματικής προστασίας βάσει της έκρυθμης κατάστασης που επικρατεί στην χώρα του ως αναφέρεται σε σχετικές εξωτερικές πηγές πληροφόρησης (που γίνεται παραπομπή). Θα πρέπει να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη απόφαση καθότι οι Καθ΄ ων η αίτηση δεν εφάρμοσαν τις πρόνοιες του Άρθρου 15 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023 (Ν.6(Ι)/2000) και ότι το πρόβλημα στο πόδι του καθιστά επικίνδυνη και/ή δυσχερή την επιστροφή του στη χώρα του και/ή λόγω ευαλωτότητας. Σημειώνει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε χωρίς να διενεργηθεί δέουσα έρευνα επί των περιστατικών που τον αφορούν, κατά παραβίαση των προνοιών του περί Προσφύγων Νόμου και αρχών του διοικητικού δικαίου και ότι είναι αναιτιολόγητη. Ούτε μπορεί ο Αιτητής να μετεγκατασταθεί σε άλλη περιοχή της χώρας.

 

Οι Καθ' ων η αίτηση αντιτείνουν ότι οι ισχυρισμοί του Αιτητή είναι γενικοί, αόριστοι και δεν αιτιολογούνται πλήρως με την Γραπτή του Αγόρευση κατά παράβαση των διαδικαστικών κανονισμών. Αποτελεί θέση τους πως ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο λόγο δίωξης για ένα από τους λόγους που προβλέπονται στο Άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023 (Ν.6(Ι)/2000), αλλά ούτε εμπίπτει στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας καθότι στο Καμερούν δεν παρατηρούνται συνθήκες ένοπλης σύρραξης. Υποστηρίζουν, ότι η προσβαλλόμενη με την παρούσα προσφυγή απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου έχει ληφθεί μετά από δέουσα έρευνα και αφού αξιολογήθηκαν όλα τα ουσιώδη στοιχεία, γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης με αποτέλεσμα η επίδικη πράξη να είναι δεόντως αιτιολογημένη.

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

Με βάση τον Κανονισμό 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, που εφαρμόζεται κατ΄ αναλογία και από το παρόν Δικαστήριο (Βλέπε Κανονισμός 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας  Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 έως 2022 (3/2019), επιβάλλεται η υποχρέωση στον Aιτητή, μέσω του δικηγόρου του, όχι μόνο να εγείρει με το δικόγραφο του όλα τα σημεία τα οποία υποστηρίζουν την προσφυγή του αλλά ταυτόχρονα να τα αιτιολογεί πλήρως. Επομένως, δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτοί ισχυρισμοί που δεν εξειδικεύονται ή δεν αιτιολογούνται διότι με αυτό τον τρόπο το Δικαστήριο, παρόλο που ασκεί και έλεγχο ουσίας, θα οδηγείτο σε συζήτηση σχεδόν οιουδήποτε θέματος κατά παράβαση των δικονομικών διατάξεων και του ρόλου που διαδραματίζουν στον καθορισμό των επίδικων θεμάτων και της διεξαγωγής της διοικητικής δίκης (Δημοκρατία ν. Κουκκουρή(1993) 3 Α.Α.Δ. 598, Latomia Estate Ltd v. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672, Δημοκρατία ν. Σπύρου (2007) 3 Α.Α.Δ. 533, Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 Α.Α.Δ. 598, επίσης - Ιωσηφίδης ν. Γενικού Εισαγγελέα (1990) 3 Α.Α.Δ. 4599Kadivari ν. Δημοκρατίας (αρ. 2) (1992) 4 Α.Α.Δ. 2924). Πρόσθετα θα πρέπει να τονιστεί ότι οι θέσεις του όπως καταγράφονται από τον συνήγορο του στην Γραπτή Αγόρευση δεν χωρίζονται ευκρινώς σε ανάλογες παραγράφους, μια για κάθε νομικό σημείο, το οποίο θα αναφέρεται συνοπτικά ως ο Κανονισμός 7 του περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικοί Κανονισμοί του 2019 έως 2022 (3/2019). Παρατηρείται πως ένα μέρος της Γραπτής Αγόρευσης του Αιτητή αναλώνεται στην επίκληση αόριστων ισχυρισμών χωρίς να γίνεται εξειδίκευση. Η γενική αναφορά και/ή παραπομπές σε αποσπάσματα της νομολογίας και/ή πηγών πληροφόρησης χωρίς να γίνεται σύνδεση με τα συγκεκριμένα περιστατικά των περιστάσεων του Αιτητή δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή δικαστικής εκτίμησης. Ούτε αποτελούν νομική τεκμηρίωση και ανάλυση του δικαιώματός του Αιτητή να υπαχθεί σε καθεστώς διεθνούς προστασίας.

 

Ανεξάρτητα, της πιο πάνω διαπίστωσης αντλώντας τις εξουσίες που ορίζονται στο Άρθρο 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 έως 2023 (Ν.73(Ι)/2018), προχωρώ σε αξιολόγηση μόνο των λόγων ακύρωσης που καλύπτονται επαρκώς από τους νομικούς ισχυρισμούς του δικογράφου της προσφυγής και πληρούν τις προϋποθέσεις αιτιολόγησης.

 

Ο ισχυρισμός για παραβίαση του Άρθρο 15 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023 (Ν.6(Ι)/2000) δεν γίνεται αποδεκτός και απορρίπτεται. Το σχετικό άρθρο του Νόμου για ιατρική και ψυχολογική εξέταση του Αιτητή αφορά στις περιπτώσεις όπου υπάρχουν «(α) ενδείξεις που ενδεχομένως υποδηλώνουν διώξεις ή σοβαρή βλάβη που υπέστη κατά το παρελθόν∙ και (β) συμπτώματα και ενδείξεις βασανιστηρίων ή άλλων σοβαρών πράξεων σωματικής ή ψυχολογικής βίας, περιλαμβανομένων των πράξεων σεξουαλικής βίας». Ο λειτουργός δεν έκρινε σκόπιμο ο Αιτητής να παραπεμφθεί σε ειδική εξέταση σε ιατρό ή ψυχολόγο, ούτε αυτό εμπόδισε τον Προϊστάμενο να λάβει απόφαση επί της αίτησης. Άλλωστε έγινε σχετική αξιολόγηση του Αιτητή στη βάση του Άρθρου 9 ΚΔ(3)(α) του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023 (Ν.6(Ι)/2000) η οποία δεν κατέδειξε ειδικές ανάγκες υποδοχής (ερυθρό 6-7 διοικητικού φακέλου στο εξής «ΔΦ»). Το δε πρόβλημα υγείας στο γόνατο του που επικαλείται (ερυθρό 39 ΔΦ) δεν σχετίζεται με το αίτημα ασύλου του, ούτε έχει προσκομιστεί οποιοδήποτε πιστοποιητικό το οποίο να καταδεικνύει ότι σε περίπτωση επιστροφής συνεπάγεται σε οποιοδήποτε αρνητικό αντίκτυπο στο επίπεδο της υγείας του και/ή συνιστά κίνδυνο της ζωής του[2].

 

Στα πλαίσια, τώρα, αξιολόγησης των ισχυρισμών του για δέουσα έρευνα και αιτιολογία της Υπηρεσίας Ασύλου που συναρτώνται με την εξέταση της ουσίας του αιτήματος διεθνούς προστασίας από το έντυπο αίτησης διεθνούς προστασίας προκύπτει ότι ο Αιτητής δήλωσε ότι εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του εξαιτίας της κρίσης που δεν μπορούσε να συνεχίσει την εκπαίδευσή του. Μετέβη στις μη ελεγχόμενες από τη Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές, όπου ξεκίνησε σπουδές στη Διοίκηση Επιχειρήσεων. Ωστόσο, εξαιτίας του πολέμου και των επιθέσεων στην πόλη του, που είχαν ως αποτέλεσμα τον εκτοπισμό της οικογένειάς του, δεν μπορούσαν να χρηματοδοτούν την εκπαίδευσή του. Ακολούθως, ο Αιτητής σταμάτησε τις σπουδές του και άρχισε να εργάζεται. Καθώς η οικογένειά του τον ενημέρωσε ότι δεν είναι ασφαλές να επιστρέψει στο Καμερούν, μετέβη στις ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές προκειμένου να αιτηθεί διεθνούς προστασίας (ερυθρό 1 ΔΦ).

 

Κατά τη συνέντευξη δηλώθηκε από τον Αιτητή ότι κατάγεται από την Buea, περιοχή Molyko. Αναφορικά με το εκπαιδευτικό/επαγγελματικό του υπόβαθρο, ξεκίνησε στο Καμερούν σπουδές στη Διοίκηση Επιχειρήσεων, τις οποίες δεν ολοκλήρωσε, δεν έχει εργαστεί συστηματικά στο Καμερούν αλλά αναλάμβανε εργασίες μερικής απασχόλησης. Ο πατέρας του έχει αποβιώσει, η μητέρα του βρίσκεται εν ζωή και διαβιεί στο Molyko, ενώ δεν έχει εν ζωή αδέρφια. Έχει έναν γιο 4 ετών, ο οποίος διαμένει με τη γιαγιά του και τη θεία του στην Buea. Επίσης, δήλωσε ότι αντιμετωπίζει κάποιο πρόβλημα με το πόδι του εξαιτίας ενός ατυχήματος που είχε σε ηλικία 25 ετών (δεν έχει τη δυνατότητα να στέκεται για πολύ ώρα όρθιος). Στα πλαίσια ελεύθερης αφήγησης δήλωσε ότι έφυγε εξαιτίας της σύγκρουσης που ξέσπασε το 2017 μεταξύ Αγγλόφωνων και Γαλλόφωνων και ότι η ζωή του στην πόλη έγινε πολύ δύσκολη (λόγω ελέγχων της αστυνομίας και παράνομων κρατήσεων, δυσκολίες στην εξεύρεση εργασίας για χρηματοδότηση σπουδών, αύξηση τιμών τροφίμων, μάχες, επιθέσεις εναντίον πολιτών κ.α. (ερυθρό 38-35 ΔΦ).  

 

Ερωτηθείς αν έχει αντιμετωπίσει οποιοδήποτε προσωπικό πρόβλημα εξαιτίας της κρίσης, ο Αιτητής δήλωσε ότι η αστυνομία του ζητούσε συχνά να αποδείξει την ταυτότητά του και σε περιπτώσεις που δεν είχε έγγραφα ταυτοποίησης μαζί του προέβαιναν στη σύλληψή του. Επίσης, εξαιτίας της κόμμωσής του (ράστα), οι κρατικές αρχές θεωρούσαν ότι πρόκειται για μέλος των αυτονομιστών. Όταν ζητήθηκε από τον Αιτητή να αποσαφηνίσει για ποιο λόγο συνδέει την κόμμωσή του με το γεγονός ότι η αστυνομία προέβαινε σε ελέγχους ταυτοπροσωπίας σε βάρος του, ο Αιτητής δήλωσε ότι η εν λόγω κόμμωση συνδέεται στη γενική συνείδηση με εγκληματίες και τοξικοεξαρτημένους ή μέλη του αυτονομιστικού κινήματος. Περαιτέρω, του ζητήθηκε να περιγράψει το πιο σοβαρό περιστατικό που αντιμετώπισε, με τον Αιτητή να αναφέρει ότι τον 11ο/2017 τον σταμάτησε η αστυνομία και του ζήτησε να επιδείξει την ταυτότητά του. Καθώς δεν την είχε μαζί του τον μετέφεραν στο όχημα της αστυνομίας, όπου τον χτύπησαν και στη συνέχεια τον οδήγησαν στο αστυνομικό τμήμα. Ακολούθως, ο Αιτητής ζήτησε από την οικογένειά του να φέρει την ταυτότητά του στο αστυνομικό τμήμα, όπως και έγινε, και κατόπιν αφέθηκε ελεύθερος με εγγύηση. Αναφέρθηκε από τον Αιτητή ότι σε πολλές περιπτώσεις η αστυνομία τον σταματούσε και του ζητούσε να δώσει πληροφορίες για τους αυτονομιστές, υπό την απειλή ότι αν δεν συμμορφωθεί θα τον πυροβολήσουν. Αντίστοιχα, δήλωσε ότι οι αυτονομιστές (ένας συγκεκριμένος εξ αυτών) τον απειλούσε ότι αν αποκαλύψει οποιαδήποτε πληροφορία για αυτούς, θα επιτεθεί στην οικογένειά του και θα σκοτώσει τον ίδιο. Ερωτηθείς τί φοβάται ότι θα συμβεί σε περίπτωση επιστροφής στο Molyko, υποστήριξε ότι φοβάται για τη ζωή του, γιατί αν επιστρέψει οι αρχές θα του ζητήσουν να αποκαλύψει στοιχεία για τους αυτονομιστές και σε περίπτωση που δεν συμμορφωθεί φοβάται για τις συνέπειες που θα υποστεί. Ερωτηθείς αν μπορεί να ζήσει σε κάποιο άλλο μέρος του Καμερούν, όπως για παράδειγμα στην Douala ή την Yaoundé, δήλωσε ότι δεν γνωρίζει τα εν λόγω μέρη, ενώ επίσης δεν μιλάει γαλλικά, στοιχείο που θεωρεί ότι θα επηρεάσει αρνητικά την αναζήτηση εργασίας. Περαιτέρω, ανέφερε ότι οι Γαλλόφωνοι δεν συμπεριφέρονται σωστά απέναντι στους Αγγλόφωνους, δεν τους πληρώνουν για την εργασία τους, και τέλος, η ενοικίαση κατοικίας στα προτεινόμενα μέρη είναι πολύ ακριβή (ερυθρό 35-31 ΔΦ). 

 

Από τα πρακτικά της συνέντευξης προκύπτει το ότι ο λειτουργός-εξεταστής της υπόθεσης ενημέρωσε τον Αιτητή για τα δικαιώματα και υποχρεώσεις του (ερυθρό 40-38 ΔΦ) και κατά τη διάρκεια της συνέντευξης του έθεσε διάφορα ερωτήματα για να καλύψει τόσο τον πυρήνα του αιτήματός του όσο και τα επιμέρους ζητήματα. Του διαβάστηκαν όσα καταγράφηκαν στη συνέντευξη και επιβεβαίωσε πως όσα καταγράφηκαν αντικατοπτρίζουν επακριβώς τις δηλώσεις του (ερυθρό 30 ΔΦ). Συνεπώς, η όλη διαδικασία της συνέντευξης που ακολουθήθηκε ήτο σε πλήρη συμμόρφωση με τις πρόνοιες του Άρθρου 13 και 13Α του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023 (Ν.6(Ι)/2000).

 

Ο λειτουργός της υπόθεσης με βάση τα ανωτέρω διέκρινε το αίτημα του Αιτητή σε πέντε ουσιώδεις ισχυρισμούς και έκανε αποδεκτό το μέρος του αιτήματός του (α) που αφορούσε την ταυτότητα, το προφίλ και την χώρα καταγωγής του Αιτητή, (β) τις δυσκολίες και τους κινδύνους που αντιμετώπιζε ο Αιτητής στην καθημερινή του ζωή στο Moliko, εξαιτίας της αγγλόφωνης κρίσης και/ή εύθραυστης κατάστασης ασφαλείας, και (γ) των ελέγχων ταυτοπροσωπίας της αστυνομίας και μεμονωμένης περίπτωσης σωματικής βίας που δέχθηκε όταν δεν είχε μαζί του τα ταυτοποιητικά του έγγραφα (ερυθρά 108-103 ΔΦ)

 

Απορρίφθηκε, όμως, ο ισχυρισμός του Αιτητή ότι οι κρατικές αρχές τον θεωρούσαν μέλος των αυτονομιστών εξαιτίας της κόμμωσής του. Υπό το σκέλος της εσωτερικής αξιοπιστίας, κρίθηκε ότι οι δηλώσεις του χαρακτηρίζονται από ασάφεια και έλλειψη λεπτομερειών και συνοχής. Ειδικότερα, όταν ζητήθηκε από τον Αιτητή να περιγράψει ένα περιστατικό από το οποίο να καταδεικνύεται η σύνδεση εκ μέρους των κρατικών αρχών της κόμμωσής του με πιθανή συμμετοχή του στο αυτονομιστικό κίνημα, εκείνος απάντησε ασαφώς και γενικόλογα ότι όταν τον έβλεπαν στο δρόμο τον σταματούσαν και ότι γενικά οι Γαλλόφωνοι φέρονται εχθρικά προς τους Αγγλόφωνους. Επισημάνθηκε από τον λειτουργό ότι θα αναμενόταν λόγω του μορφωτικού του επιπέδου να είναι σε θέση να επεξηγήσει τους λόγους για τους οποίους θεωρεί ότι η κόμμωσή του συνδέεται με τη θεώρησή του από τις κρατικές αρχές ως μέλους των αυτονομιστών και να είναι σε θέση να περιγράψει ένα περιστατικό το οποίο να καταδεικνύει την εν λόγω σύνδεση. Στο σκέλος της εξωτερικής αξιοπιστίας, καταγράφηκε ότι λόγω της προσωπικής φύσης του ισχυρισμού δεν μπορεί να στοιχειοθετηθεί μέσω πληροφοριών από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης. Ομοίως και οι ισχυρισμοί του ότι οι κρατικές αρχές του ζητούσαν υπό την απειλή βίας να υποδείξει μέλη του αυτονομιστικού κινήματος και αντίστοιχα απειλείτο η ζωή του από τους αυτονομιστές σε περίπτωση αποκάλυψης των στοιχείων τους, απορρίφθηκε λόγω εσωτερικής αναξιοπιστίας. Οι δηλώσεις του Αιτητή σε σχέση με τον εν λόγω ισχυρισμό ήταν γενικές και μη συγκεκριμένες, ενώ ακόμα και όταν του δόθηκε η δυνατότητα να αποσαφηνίσει ανακαλώντας κάποιο συγκεκριμένο περιστατικό, οι αναφορές εξακολούθησαν να είναι μη σαφείς. Δεδομένου του σχετικά υψηλού μορφωτικού επιπέδου του Αιτητή και της βαρύτητας του ισχυρισμού, θα αναμενόταν ευλόγως από αυτόν να είναι σε θέση να παρουσιάσει τουλάχιστον ένα περιστατικό ικανό να τεκμηριώσει τον ισχυρισμό του. Υπό το σκέλος της εξωτερικής αξιοπιστίας, οι δηλώσεις του Αιτητή βρίσκονται σε συμφωνία με τις πληροφορίες περί κακομεταχείρισης των άμαχων πολιτών τόσο από τις κρατικές αρχές όσο και από τους αυτονομιστές, ωστόσο κατέληξε ότι η αδυναμία στοιχειοθέτησης της εσωτερικής αξιοπιστίας του ισχυρισμού του συνεπάγεται την απόρριψη αυτού (ερυθρά 103-100 ΔΦ).

 

Το Δικαστήριο αφού διεξήλθε των λεπτομερειών της συνέντευξης διαπιστώνει, όπως και η εισήγηση του λειτουργού, ότι δεν θα μπορούσαν να γίνουν δεκτοί οι πιο πάνω ισχυρισμοί του Αιτητή που αφορούν στην ουσία κατ’ ισχυρισμό περιστατικά προσωπικής δίωξης του. Οι δηλώσεις του επί αυτών των σημείων του αιτήματος του ήταν αόριστες και γενικόλογες και δεν κατάφερε να δώσει ικανοποιητικές και ευλογοφανείς εξηγήσεις όταν κλήθηκε να διασαφηνίσει την προσωπική στοχοποίηση του λόγω της κόμμωσης του και τους λόγους που οι κρατικές αρχές τον είχαν συνδέσει με τους αυτονομιστές. Ούτε αληθοφανής προκύπτει να είναι και η αφήγηση του για απειλές από τους ίδιους τους αυτονομιστές για να μην αποκαλύψει τα στοιχεία τους στις αρχές. Καμία δε σύνδεση με τους αυτονομιστές προκύπτει από τις δηλώσεις του για να δικαιολογεί την δίωξη του. Θα αναμένονταν, ευλόγως, λόγω και του μορφωτικού του επιπέδου να είναι σε θέση να περιγράψει με περισσότερη λεπτομέρεια και ακρίβεια τα ανωτέρω γεγονότα λαμβάνοντας υπόψη ότι αφορούν κατ’ ισχυρισμό βιωμένες προσωπικές του εμπειρίες. Επίσης, ούτε στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, ο Αιτητής δια μέσω του συνηγόρου του, επιχείρησε αξιοποιώντας όλα τα δικονομικά μέσα που είχε στην διάθεσή του, να επεξηγήσει ή/και να συμπληρώσει τις άνωθεν ασάφειες και αοριστίες στις δηλώσεις του ως αυτές εντοπίστηκαν κατά την εισήγηση λειτουργού. Ως εκ των ανωτέρω, ο Αιτητής δεν παρείχε κάθε διαθέσιμη βοήθεια στον εξεταστή για τη διαπίστωση των στοιχείων της υπόθεσής του, ούτε τεκμηρίωσε τους συγκεκριμένους ισχυρισμούς του με επαρκή λεπτομέρεια. (Βλέπε Άρθρο 18 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, Ν.6(Ι)/2000, βλέπε επίσης Πρακτικός Οδηγός της ΕΑΣΟ: Αξιολόγηση των Αποδεικτικών Στοιχείων, Μάρτιος 2015 και Evidence and credibility assessment in the context of the Common European Asylum System της EUAA, February 2023, σελ.57-72, 103-112, 120-131). Σύμφωνα, επίσης, και με την § 205 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών, ο Αιτητής θα έπρεπε:

 

«(i) να λέει την αλήθεια και να βοηθά τον εξεταστή με κάθε δυνατό τρόπο με την τεκμηρίωση των ισχυρισμών του με κάθε δυνατό τρόπο.

(ii) Να κάνει προσπάθεια να υποστηρίξει τα λεγόμενά του με κάθε διαθέσιμο τεκμήριο και να δώσει ικανοποιητική επεξήγηση για κάθε απουσία τεκμηρίων. Αν είναι αναγκαίο πρέπει να καταβάλει προσπάθεια να προσκομίσει επιπρόσθετα τεκμήρια.

(iii) Να παρέχει όλες τις σχετικές πληροφορίες που αφορούν τον εαυτό του και τις προγενέστερες εμπειρίες του με όσο το δυνατόν περισσότερες λεπτομέρειες για να καταστήσει ικανό τον εξεταστή να αποδείξει τους σχετικούς ισχυρισμούς.  Αναμένεται ότι θα του ζητηθεί να δώσει μια συνεκτική εξήγηση όλων των λόγων που επικαλείται για υποστήριξη του αιτήματός του για προσφυγικό καθεστώς και θα πρέπει να απαντήσει σε όλες τις ερωτήσεις που θα του υποβληθούν.»

 

Ούτε θα μπορούσε να τύχει του ευεργετήματος της αμφιβολίας , επί αυτού του σημείου του αιτήματος του, το οποίο δίνεται μόνο όταν έχουν προσκομισθεί όλα τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία και όταν ο εξεταστής είναι γενικά ικανοποιημένος από την αξιοπιστία του Αιτητή (Βλέπε §204 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών). Τα γεγονότα της περίπτωσης του Αιτητή σε συνάρτηση με τα στοιχεία του φακέλου και τις αιτιάσεις του δεν προκύπτει να συντρέχουν στο πρόσωπο του εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά κριτήρια που μπορούν να στοιχειοθετήσουν το γεγονός ότι εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του και δεν επιθυμεί να επιστρέψει σε αυτή λόγω δικαιολογημένου φόβου δίωξης (§37-38 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών). Ούτε έχει τεκμηριωθεί ότι ανήκει αυτός ή μέλος της οικογενείας του σε οποιαδήποτε πολιτική, θρησκευτική, εθνική, στρατιωτική ή κοινωνική οργάνωση ή ομάδα στη χώρα καταγωγής του που να αντιμετωπίζει δίωξη, ενώ σε περίπτωση επιστροφής του δεν έχει επίσης τεκμηριωθεί ότι θα αντιμετωπίσει οποιοδήποτε πρόβλημα από τις αρχές της χώρας του. Σημειώνεται επί αυτού του σημείου ότι ο Αιτητής αναχώρησε νόμιμα από την χώρα καταγωγής του με χρήση διαβατηρίου χωρίς να αντιμετωπίσει πρόβλημα από τις αρχές ασφαλείας[3]. Οι δε περιστάσεις περιορισμένης σε χρόνο κράτησης του και σωματικής βίας που υπέστη (που έγινε αποδεκτή) αποτελούν ένα μεμονωμένο περιστατικό και δεν πληρείται σωρευτικά η προϋπόθεση του Άρθρου 3Γ του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 έως 2023 (Ν.6(Ι)/2000) για πράξη δίωξης που θεωρείται «αρκούντως σοβαρή λόγω της φύσης ή της επανάληψης τους ώστε να συνιστούν σοβαρή παραβίαση βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ειδικά των δικαιωμάτων από τα οποία δεν χωρεί παρέκκλιση, βάσει του άρθρου 15 παράγραφος 2, της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και των Θεμελιωδών Ελευθεριών, ή (β) να αποτελούν σώρευση διαφόρων μέτρων συμπεριλαμβανομένων παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η οποία να είναι αρκούντως σοβαρή, ούτως ώστε να θίγεται ένα άτομο κατά τρόπο αντίστοιχο με το αναφερόμενο στην παράγραφο (α).» Από δε συμπληρωματική έρευνα που έχει προβεί το Δικαστήριο, προκύπτει από το πληροφοριακό σημείωμα Country Policy and Information Note Cameroon: Anglophones, έκδοση 2.0, Δεκέμβριος 2020 ότι οι διαθέσιμες πληροφορίες για τη χώρα δεν υποδεικνύουν ότι η κυβέρνηση στοχεύει ειδικά Αγγλόφωνους για σύλληψη, παρενόχληση ή άλλες σοβαρές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων αποκλειστικά και μόνο επειδή προέρχονται από τις εν λόγω περιοχές του Καμερούν ή/και είναι Αγγλόφωνοι. Γενικά, οι Αγγλόφωνοι δεν υπόκεινται σε μεταχείριση η οποία, από τη φύση της ή/και την επανάληψη, ή με συνδυασμό μέτρων, ισοδυναμεί με δίωξη. Συνεπώς, δεν καταδεικνύεται από τις παραστάσεις του Αιτητή ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις του Άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000).

 

Ως προς το εάν η περίπτωση του Αιτητή εμπίπτει στις προϋποθέσεις παροχής καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας, ο λειτουργός εξέτασε κατά πόσο θα υπόκειτο σε περίπτωση επιστροφής του στην χώρα καταγωγής σε οποιαδήποτε τέτοια σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη ως προσδιορίζεται στο Άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000) και κατέληξε ότι τέτοιος κίνδυνος δεν υφίσταται (ερυθρό 95-93 ΔΦ). Ουδείς εκ των ισχυρισμών που πρόβαλε τεκμηριώνει την ύπαρξη ουσιωδών λόγων ώστε να πιστεύεται ότι ο ίδιος προσωπικά, σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του, θα υποβληθεί σε κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης ή σε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία, βάσει του Άρθρου 15, εδάφια (α) και (β), της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ[4] που αντιστοιχεί στο Άρθρο 19(2), εδάφια (α) και (β), του περί Προσφύγων Νόμου2000 έως 2023, (Ν. 6(Ι)/2000). Τώρα, αναφορικά με το σκέλος της διακινδύνευσης λόγω βίας ασκούμενης αδιακρίτως σε καταστάσεις ένοπλης σύρραξης, ο λειτουργός αξιολόγησε μέσω διαθέσιμων πληροφοριών από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης σε συνάρτηση με την στάθμιση κατώτατου επιπέδου/όριο - lower threshold[5] και αφού ανέλυσε το τι αποτελεί αδιάκριτη βία λόγω ένοπλης σύγκρουσης σε έδαφος μιας χώρας[6] και την έννοια της αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας[7] - που έχει προτείνει το ΔΕΕ στις αποφάσεις Elgafaji[8] και Diakité[9] - κατέληξε ότι δεν προκύπτει δεδομένης της έντασης της σύγκρουσης στην περιοχή του Αιτητή σε συνδυασμό με τις προσωπικές του περιστάσεις ότι θα εκτεθεί σε κίνδυνο σοβαρής βλάβης λόγω μόνο της παρουσίας του σε περίπτωση επιστροφής του (ερυθρό 93 ΔΦ). Όπως, καταγράφηκε στην έκθεση/εισήγηση πρόκειται για έναν 32χρονο άνδρα, μονήρη, υγιή, με επαρκές μορφωτικό επίπεδο, εργασιακή εμπειρία και εκτενές οικογενειακό και κοινωνικό δίκτυο στον τόπο καταγωγής του. Ως προς το ισχυριζόμενο πρόβλημα στο πόδι του, που κατά δήλωσή του συνεπάγεται την αδυναμία του να σταθεί για μεγάλο χρονικό διάστημα, ο λειτουργός κατέγραψε ότι η βαρύτητα του προβλήματος δεν μπορεί να αξιολογηθεί αντικειμενικά ελλείψει προσκομιζόμενων ιατρικών εγγράφων. Πέρα από τις επισημάνσεις περί των προσωπικών περιστάσεων του Αιτητή, ο λειτουργός σχολίασε σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας ότι δεν φαίνεται ο Αιτητής να διαμένει πλησίον κάποιου μέρους που συνιστά στόχο των δύο ένοπλων πλευρών, ενώ σε κάθε περίπτωση από την έκθεση του ACLED για το 3ο τετράμηνο του 2022, αλλά και από την ετήσια έκθεση του ACLED για το 2022, προκύπτει ότι το Molyko δεν εντάσσεται στις πλέον πληγείσες περιοχές της σύγκρουσης. Καταληκτικά, ο λειτουργός έκρινε ότι δεν πληρούνται ούτε οι προϋποθέσεις για υπαγωγή του Αιτητή στις πρόνοιες του Άρθρου 19 (2) (γ) του Περί Προσφύγων Νόμου του 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000).

 

Βάσει αναθεωρημένης έρευνας που έχει προβεί και το ίδιο το Δικαστήριο μέσω RULAC (Rule of Law in Armed Conflicts), που κατηγοριοποιεί καταστάσεις ένοπλης βίας χρησιμοποιώντας τον ορισμό της ένοπλης σύγκρουσης σύμφωνα με το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο, παρέχεται μια σύντομη, αλλά περιεκτική επισκόπηση της κατάστασης στο Αγγλόφωνο Καμερούν και καταληκτικά σημειώνεται ότι η ένταση της βίας στην εν λόγω περιοχή του Καμερούν πληροί το όριο που απαιτεί το Διεθνές Ανθρωπιστικό Δίκαιο, προκειμένου να χαρακτηριστεί η κατάσταση ως ένοπλη σύρραξη[10].  Μετά από επισκόπηση των Regional Overviews του ACLED για την Αφρική του τελευταίου εξαμήνου (Σεπτέμβριος- Φεβρουάριος 2024), παρατηρείται ότι γίνεται μία αναφορά στο Καμερούν σε σχέση με την ένοπλη σύρραξη που εκτυλίσσεται στην Extreme-North περιφέρεια του Καμερούν μεταξύ του της πτέρυγας του Islamic State West Africa (ISWAP) στην Lake Chad από τη μία πλευρά και των καμερουνέζικων στρατευμάτων, των τοπικών πολιτοφυλακών και της ενωμένης πολυεθνικής στρατιωτικής δύναμης (Multinational Joint Task Forces) από την άλλη[11]. Για την πληρότητα της έρευνας θα παρατεθούν και πρόσφατα αριθμητικά δεδομένα από τη βάση δεδομένων ACLED. Σημειωτέον ότι τα περιστατικά αφορούν συνολικά την περιφέρεια South West. Tο διάστημα από τις 01/03/23 έως τις 01/03/24 καταγράφηκαν 86 περιστατικά ασφαλείας τα οποία οδήγησαν σε 178 απώλειες. Εξ αυτών των 86 περιστατικών 32 καταχωρήθηκαν ως «μάχες» (“battles”) και οδήγησαν σε 71 απώλειες, τα 38 ως «βία κατά πολιτών» (“violence against civilians”) και οδήγησαν σε 97 απώλειες, τα 6 ως «εκρήξεις ή απομακρυσμένη βία» (“explosions/remote violence”) και οδήγησαν σε 5 απώλειες και τα 10 ως «αναταραχές» (“riots”) με 5 συνδεόμενες απώλειες[12][13]. Μετά από εστιασμένη έρευνα στη βάση δεδομένων ACLED συγκεκριμένα για τα περιστατικά ασφαλείας στην πόλη Buea το 2024, εντοπίστηκαν τα εξής δύο μόνο περιστατικά ήτοι 28/01/24 όπου αυτονομιστές Ambazonians της φράξιας Fako Black Tar επιτέθηκαν και σκότωσαν 2 πολίτες κατά τη διάρκεια επίθεσης στην Buea (Buea, Fako, Sud-Ouest) και στις 29/01/24 όπου Ambazonians αυτονομιστές επιτέθηκαν στον κόμβο St. Luke Junction κατά μήκος του δρόμου Central Market Road στην Buea (Buea, Fako, Sud-Ouest) σκοτώνοντας 5 πολίτες. Από τις ανωτέρω πληροφορίες επιβεβαιώνεται, η τότε εισήγηση του λειτουργού - ότι παρόλο που στην περιοχή καταγωγής του Αιτητή υπάρχουν γενικά περιστατικά ασφαλείας δεν υπάρχει για τον ίδιο πραγματικός κίνδυνος να επηρεαστεί προσωπικά ως άμαχος και/ή ο βαθμός αδιάκριτης βίας δεν φτάνει το βαθμό κατά τον οποίο να τεκμηριώνεται ότι και μόνη η παρουσία του Αιτητή στη περιοχή συνήθους διαμονής τον εκθέτει σε πραγματικό κίνδυνο βλάβης, κατά την έννοια της διάταξης του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ και του Άρθρου 19  του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000). Ούτε τo προφίλ του Αιτητή παρουσιάζει χαρακτηριστικά ευαλωτότητας ή σημεία ευπάθειας καθώς πρόκειται για ενήλικο άρρενα, με ικανότητα να εργαστεί και να έχει πρόσβαση σε μέσα αυτοσυντήρησης, χωρίς αναπηρία και χωρίς ιστορικό κάποιας χρόνιας ασθένειας, ο οποίος διαθέτει υποστηρικτικό δίκτυο στον τόπο καταγωγής του.

 

Με βάση τα ανωτέρω δεν διαπιστώνω ύπαρξη ελλιπούς έρευνας κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης. Αποτελεί δε βασική νομολογιακή αρχή ότι η έκταση της έρευνας, ο τρόπος και η διαδικασία που θα ακολουθηθεί ποικίλλει ανάλογα με το υπό εξέταση ζήτημα, ανάγεται δε στη διακριτική ευχέρεια της διοίκησης (Βλέπε Δημοκρατία ν. Κοινότητας Πυργών κ.ά. (1996) 3 Α.Α.Δ. 503, Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας ν. Ζάμπογλου (1997) 3 Α.Α.Δ. 270, Α.Ε.Aρ.3017, Αντώνης Ράφτης ν. Δημοκρατίας, ημερ. 05/06/2002, (2002) 3 Α.Α.Δ. 345 ). Το Δικαστήριο μετά από πραγματικό έλεγχο των περιστάσεων του Αιτητή, όπως αναλύεται ανωτέρω, καταλήγει στο ίδιο εύρημα ότι δηλαδή δεν μπορεί να του αναγνωριστεί το καθεστώς του πρόσφυγα ή της συμπληρωματικής προστασίας.

 

Ως εκ τούτου και με βάση τα ανωτέρω, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται με €1300 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση.

 

Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.

 

                             

                          Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 

 

 

 



[1] Η Ambazonia, εναλλακτικά η «Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Αμβαζονίας» ή «Κράτος της Αμβαζονίας» είναι μια πολιτική οντότητα που ανακηρύχθηκε από αγγλόφωνους αυτονομιστές που επιδιώκουν την ανεξαρτησία από το Καμερούν – Βλέπε επίσης σχετικά United Nations Office for the Coordination of Humanitarian Affairs (UN OCHA), Cameroon Humanitarian Needs Overview 2020 (revised June 2020), pp. 20, 45, June 2020, available at: https://www.ecoi.net/en/file/local/2039302/cmr_hno_2020-revised_25062020_print.pdf , επιπλέον, COI QUERY, EASO, 29/06/ 21, Forced recruitment by separatist groups, self-declared as Ambazonians, in the Anglophone regions, available at: https://euaa.europa.eu/

[2] Austria, Federal Administrative Court [Bundesverwaltungsgericht - BVwG], L530 1309578-5, 04/01/2022, (https://caselaw.euaa.europa.eu/pages/)

 

[3] §49 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων του Υπάτου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες «Εάν εξάλλου ο αιτών επιμένει χωρίς βάσιμο λόγο να διατηρεί στην κατοχή του το έγκυρο διαβατήριο που του εξέδωσε μια χώρα, στην προστασία της οποίας κατά τα λεγόμενά του αρνείται να υπαχθεί, αυτό μπορεί να γεννήσει αμφιβολίες ως προς την αξιοπιστία του ισχυρισμού του για την ύπαρξη «δικαιολογημένου φόβου». Μετά την αναγνώρισή του ένας πρόσφυγας δεν θα έπρεπε κανονικά να διατηρεί στην κατοχή του το εθνικό του διαβατήριο.»

[4]του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας

[5] EASO, Άρθρο 15 στοιχείο γ) της οδηγίας για τις ελάχιστες απαιτήσεις ασύλου (2011/95/ΕΕ) Δικαστική Ανάλυση, Νοέμβριος 2014, σελ. 16-17 – σημείο 1.2.1. Εσωτερική ένοπλη σύρραξη (https://easo.europa.eu/sites/default/files/Article-15c-QD_a-judicial-analysis-EL.pdf)

[6] Απόφαση του ΔΕΕ (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 17ης Φεβρουαρίου 2009 στην υπόθεση C-465/07, Meki Elgafaji και Noor Elgafaji κατά Staatssecretaris van Justitie, σκέψη 34

(http://curia.europa.eu/juris/document/document.jsf?text=&docid=76788&pageIndex=0&doclang=EL&mode=lst&dir=&occ=first&part=1&cid=14091734)

[7] EASO, Άρθρο 15 στοιχείο γ) της οδηγίας για τις ελάχιστες απαιτήσεις ασύλου (2011/95/ΕΕ) Δικαστική Ανάλυση, Νοέμβριος 2014, σελ. 26 – 1.6.2. Η έννοια της «αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας» (https://easo.europa.eu/sites/default/files/Article-15c-QD_a-judicial-analysis-EL.pdf)

[8] Απόφαση του ΔΕΕ (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 17ης Φεβρουαρίου 2009 στην υπόθεση C-465/07, Meki Elgafaji και Noor Elgafaji κατά Staatssecretaris van Justitie, σκέψεις 32 και 38

(http://curia.europa.eu/juris/document/document.jsf?text=&docid=76788&pageIndex=0&doclang=EL&mode=lst&dir=&occ=first&part=1&cid=14091734)

[9] Απόφαση του ΔΕΕ της 30ής Ιανουαρίου 2014 στην υπόθεση C-285/12, Aboubacar Diakité κατά Commissaire général aux réfugiés etaux apatrides, σκέψη 35

(http://curia.europa.eu/juris/document/document.jsf?text=&docid=147061&pageIndex=0&doclang=EL&mode=lst&dir=&occ=first&part=1&cid=14085613)

[10] RULAC, Non-international Armed Conflicts in Cameroon, τελευταία επικαιροποίηση 12 Ιανουαρίου 2023, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.rulac.org/browse/conflicts/non-international-armed-conflict-in-cameroon#collapse2accord

[11] ACLED, Regional Overview: Africa | November 2023, 7 Δεκεμβρίου 2024, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://acleddata.com/2023/12/07/regional-overview-africa-november-2023/

[12] Προσαρμοσμένη έρευνα στη βάση δεδομένων ACLED, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard

[13] Η κατηγορία «μάχες» περιλαμβάνει τις υποκατηγορίες «ένοπλη σύγκρουση», «ανάκτηση εδαφών από τη κυβέρνηση», «κατάκτηση περιοχής από μη κυβερνητικό φορέα». Η κατηγορία «βία κατά πολιτών» περιλαμβάνει τις υποκατηγορίες «απαγωγή/εξαναγκασμένη εξαφάνιση», «επίθεση», «σεξουαλική βία». Η κατηγορία «έκρηξη/απομακρυσμένη βία» περιλαμβάνει τις υποκατηγορίες «επίθεση από αέρος/επίθεση με drone», «χρήση χημικών όπλων», «χρήση χειροβομβίδας», «απομακρυσμένη έκρηξη, ενεργοποίηση ναρκών, ενεργοποίηση αυτοσχέδιου εκρηκτικού μηχανισμού», «επίθεση με οβίδες/πυροβολικό/πύραυλο», «επίθεση αυτοκτονίας». Η κατηγορία «αναταραχές» περιλαμβάνει τις υποκατηγορίες «βία σε κατάσταση οχλοκρατίας» και «βίαιη διαδήλωση».


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο