ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθ.Αρ.:3834/2023

08 Μαρτίου, 2024

 [Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

E.B.I

Αιτητής

-και-

 

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου

Καθ' ων η Αίτηση

Εμφανίσεις:

Ο Αιτητής παρών

M. Φιλίππου (κα), Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα, Δικηγόρος για τους Καθ' ων η αίτηση.

K. Enongo (κος) παρών για πιστή μετάφραση από τα Αγγλικά στα Ελληνικά και αντίστροφα.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με την παρούσα προσφυγή ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, επιστολής ημερομηνίας 05/10/23 με την οποία απορρίφθηκε η αίτηση ασύλου του, απόφαση η οποία του γνωστοποιήθηκε αυθημερόν.

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Ο Αιτητής είναι υπήκοος Νιγηρίας και υπέβαλε αίτηση για παροχή διεθνούς προστασίας στις 16/03/23. Στις 28/08/23 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του, την 01/09/23 ετοιμάστηκε έκθεση/εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου ο οποίος την ενέκρινε στις 13/09/23 απορρίπτοντας την αίτηση ασύλου, απόφαση που αποτελεί και το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.

 

ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ 

Ο Αιτητής υποστηρίζει μέσω της προσφυγής του ότι φοβάται να επιστρέψει καθότι φοβάται ότι κινδυνεύει από μια μυστικιστική αδελφότητα, επειδή βοήθησε ένα θύμα βιασμού καταγγέλλοντας τον δράστη στην Αστυνομία, με αποτέλεσμα η ομάδα αυτή να τον αναζητεί. Κατά την ακρόαση της υπόθεσης του, υιοθέτησε τους λόγους αιτήματος ασύλου και διευκρίνισε ότι το περιστατικό του βιασμού είχε λάβει χώρα το 2018 και όχι το 2016 ως ανέφερε στην συνέντευξη του.

 

Οι Καθ' ων η αίτηση απαντούν ότι ο ισχυρισμός του Αιτητή δεν μπορεί να θεωρηθεί ως φόβος δίωξης ή να εμπίπτει στις πρόνοιες για καθεστώς διεθνούς προστασίας σύμφωνα με τον περί Προσφύγων Νόμο.

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

Το Δικαστήριο λαμβάνοντας υπόψη τα όσα υποστηρίζονται από τον Αιτητή, αυτά που απάντησαν οι Καθ΄ ων η αίτηση και αντλώντας τις εξουσίες που ορίζονται στο Άρθρο 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 έως 2023, (Ν. 73(I)/2018) προχωρεί να εξετάσει την ουσία του αιτήματος του στη βάση του περιεχόμενου του διοικητικού του φακέλου στην Υπηρεσία Ασύλου (στο εξής «Δ.Φ.»)

 

Κατά την συνέντευξη του Αιτητή έγιναν αρκετές ερωτήσεις για να του δοθεί η ευκαιρία να εξιστορήσει τα γεγονότα που τον οδήγησαν να εγκαταλείψει την χώρα καταγωγής του. Από τις απαντήσεις που δόθηκαν, έγινε αποδεκτό το προφίλ, προσωπικά στοιχεία και τόπος καταγωγής/διαμονής του. Απορρίφθηκε, όμως, ο ισχυριζόμενος φόβος δίωξης. Κρίθηκε ότι οι ισχυρισμοί του Αιτητή δεν διακρίνονταν από λεπτομέρεια και ακρίβεια και δεν ήταν σε θέση να παρέχει σαφείς και ικανοποιητικές απαντήσεις σε ερωτήσεις που του τέθηκαν και υπέπεσε σε ασαφείς και μη ευλογοφανείς ισχυρισμούς (ερυθρά 59-57 Δ.Φ.). Συγκεκριμένα ο Αιτητής:

·                    δεν ήταν σε θέση να παράσχει διευκρινιστικές λεπτομέρειες για την μυστικιστική ομάδα, όπως το όνομα, τον αρχηγό, τα μέλη και τις δραστηριότητες αυτής,

·                    οι επεξηγήσεις του ως προς το γιατί δεν απήχθη και σκοτωθεί από τα μέλη στις περιπτώσεις όπου του είχαν επιτεθεί και απειλήσει, ήτοι ότι δεν θα μπορούσαν να το κάνουν επειδή ήταν κοινή θέα, δεν ήταν ευλογοφανείς και από αυτές απουσίαζαν οι απαραίτητες λεπτομέρειες που θα προσέδιδαν το απαραίτητο βιωματικό στοιχείο,

·                    δεν παρείχε επαρκείς λεπτομέρειες ως προς το γιατί, ενώ η τελευταία επίσκεψη που είχε λάβει από την ομάδα ήταν τον Νοέμβριο του 2017 και χωρίς να έχει λάβει χώρα οποιοδήποτε περιστατικό μέχρι τον Φεβρουάριο του 2022 όταν και εγκατέλειψε την χώρα του, φοβόταν για την ζωή του,

 

Το Δικαστήριο αφού διεξήλθε των λεπτομερειών της συνέντευξης διαπιστώνει, όπως και η εισήγηση του λειτουργού, ότι δεν θα μπορούσε να γίνει αποδεκτό το μέρος της ιστορίας του που συνδέεται με τον ισχυριζόμενο φόβο δίωξης του. Οι ισχυρισμοί του Αιτητή θα πρέπει να παρουσιάζουν συνοχή και αληθοφάνεια και να μην προκύπτουν αντιφάσεις και ανακρίβειες. Κρίνω ότι με τις απαντήσεις του δεν παρείχε κάθε διαθέσιμη βοήθεια στον εξεταστή για τη διαπίστωση των στοιχείων της υπόθεσής του.(Βλέπε Άρθρο 18 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, Ν.6(Ι)/2000, βλέπε επίσης Evidence and credibility assessment in the context of the Common European Asylum System της EUAA, February 2023, σελ.57-72, 103-112, 120-131). Σύμφωνα, επίσης, και με την § 205 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών, ο Αιτητής θα έπρεπε:

«(i) να λέει την αλήθεια και να βοηθά τον εξεταστή με κάθε δυνατό τρόπο με την τεκμηρίωση των ισχυρισμών του με κάθε δυνατό τρόπο.

(ii) Να κάνει προσπάθεια να υποστηρίξει τα λεγόμενά του με κάθε διαθέσιμο τεκμήριο και να δώσει ικανοποιητική επεξήγηση για κάθε απουσία τεκμηρίων. Αν είναι αναγκαίο πρέπει να καταβάλει προσπάθεια να προσκομίσει επιπρόσθετα τεκμήρια.

(iii) Να παρέχει όλες τις σχετικές πληροφορίες που αφορούν τον εαυτό του και τις προγενέστερες εμπειρίες του με όσο το δυνατόν περισσότερες λεπτομέρειες για να καταστήσει ικανό τον εξεταστή να αποδείξει τους σχετικούς ισχυρισμούς.  Αναμένεται ότι θα του ζητηθεί να δώσει μια συνεκτική εξήγηση όλων των λόγων που επικαλείται για υποστήριξη του αιτήματός του για προσφυγικό καθεστώς και θα πρέπει να απαντήσει σε όλες τις ερωτήσεις που θα του υποβληθούν.»

 

Ούτε θα μπορούσε να τύχει του ευεργετήματος της αμφιβολίας το οποίο δίνεται μόνο όταν έχουν προσκομισθεί όλα τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία και όταν ο εξεταστής είναι γενικά ικανοποιημένος από την αξιοπιστία του Αιτητή. (Βλέπε §204 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών) Τα γεγονότα της περίπτωσης του Αιτητή σε συνάρτηση με τα στοιχεία του φακέλου και τις αιτιάσεις του δεν προκύπτει να συντρέχουν στο πρόσωπο του εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά κριτήρια που μπορούν να στοιχειοθετήσουν το γεγονός ότι εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του και δεν επιθυμεί να επιστρέψει σε αυτή λόγω δικαιολογημένου φόβου δίωξης (§37-38 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών) Ο Αιτητής με τους ισχυρισμούς του δεν έπεισε για το υπαρκτό των απειλών στην χώρα καταγωγής του, ούτε προκύπτει από τους ισχυρισμούς του ότι πρόκειται για πρόσωπο που λόγω των περιστάσεων του χρήζει διεθνούς προστασίας. Ακόμα δε και εάν γινόταν αποδεκτό το αφήγημα του δεν τεκμηριώνεται ότι ανήκει σε οποιαδήποτε πολιτική, θρησκευτική, εθνική, στρατιωτική ή κοινωνική οργάνωση ή ομάδα στη χώρα καταγωγής του που να αντιμετωπίζει δίωξη, ενώ σε περίπτωση επιστροφής του δεν θα αντιμετωπίσει οποιοδήποτε πρόβλημα από τις αρχές της χώρας του. Δεν έχει τεκμηριώσει με τις αιτιάσεις του ότι έχει καταδικασθεί, συλληφθεί, ή καταζητείται είτε από τις αρχές της χώρας του είτε από άλλους φορείς δίωξης (Βλέπε Άρθρα και του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000). Ούτε οι αδιευκρίνιστες απειλές που προβάλει πληρούν τα κριτήρια μορφής δίωξης ως οι πρόνοιες του Άρθρου 3Γ του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023,(Ν.6(Ι)/2000). Σημειώνεται ότι ο Αιτητής εγκατέλειψε νόμιμα την χώρα καταγωγής του και έχει στην κατοχή του έγκυρο διαβατήριο της χώρας του[1] (ερυθρό 9 Δ.Φ.).

 

Παραμένει το ζήτημα κατά πόσο ο Αιτητής σε περίπτωση επιστροφής του στην χώρα καταγωγής υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη ή σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη που συνίσταται σε (α) θανατική ποινή ή εκτέλεση, ή (β) βασανιστήρια ή απάνθρωπη  ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία του αιτούντα στη χώρα καταγωγής του, ή (γ) σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης.[2] Ορθά καταγράφεται στην έκθεση/εισήγηση του λειτουργού ότι η περίπτωση του δεν εμπίπτει στις περιπτώσεις πραγματικού κινδύνου θανατικής ποινής ή εκτέλεσης αλλά ούτε η κατάσταση η οποία επικρατεί στην χώρα του είναι τέτοια που να συνιστά διεθνή ή εσωτερική ένοπλη σύρραξη, όπου ο Αιτητής θα αντιμετωπίσει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής του λόγω αδιάκριτης βίας (ερυθρό 56-55 Δ.Φ.). Λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος ότι ο Υπουργός Εσωτερικών στα πλαίσια των εξουσιών του Άρθρου 12 Β τρις του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023,(Ν.6(Ι)/2000), με την Κ.Δ.Π. 166/2023 ημερ.26/05/23 ορίζει την χώρα καταγωγής του Αιτητή ως ασφαλή χώρα ιθαγένειας, ο ίδιος δεν έχει τεκμηριώσει ότι στην χώρα του δεν είναι ασφαλής λόγω των ειδικών του περιστάσεων.  Σημειώνεται ότι, ο ίδιος σε κανένα στάδιο της διαδικασίας αξιολόγησης της αίτησης του ανέφερε ότι κινδυνεύει λόγω ένοπλης σύρραξης στη χώρα του, ενώ από αναθεωρημένη έρευνα του Δικαστηρίου επιβεβαιώνεται η σχετική κατάληξη του λειτουργού. Συγκεκριμένα, από τα στοιχεία της ιστοσελίδας ACLED εντοπίστηκαν στο σύνολο 109 περιστατικά ασφαλείας και 51 θάνατοι εκ των οποίων 22 μάχες (22 θάνατοι), 50 περιστατικά βίας εναντίον αμάχων (23 θάνατοι), 0 εκρήξεις / απομακρυσμένη βία και 37 εξεγέρσεις (6 θάνατοι).[3] O πληθυσμός της πόλης ανέρχεται περίπου στα 12 εκατομμύρια.[4]

 

Όλα τα ανωτέρω καταδεικνύουν την έκταση της έρευνας που διενήργησε το αρμόδιο όργανο προτού απορρίψει το σχετικό αίτημα του Αιτητή (Αντώνης Ράφτης ν. Δημοκρατίας, ημερ. 05/06/2002, (2002) 3 Α.Α.Δ. 345 ). Επιπλέον, η επάρκεια της αιτιολογίας της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τα πραγματικά και νομικά περιστατικά της υπόθεσης, ενώ η αιτιολογία της προσβαλλόμενης πράξης συμπληρώνεται και/ή αναπληρώνεται μέσα από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου του Αιτητή, από το σύνολο της όλης διοικητικής ενέργειας με αποτέλεσμα να καθίσταται εφικτός ο δικαστικός έλεγχος. (Βλέπε Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ.270) Η κατάληξη της Υπηρεσίας Ασύλου είναι ορθή και στα πλαίσια του Νόμου καθότι από τα γεγονότα που τέθηκαν ενώπιον της και από τις παραστάσεις του Αιτητή δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του Άρθρου 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000).

 

Για όλους τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.

 

Επιδικάζονται €600 έξοδα υπέρ των Καθ' ων η αίτηση και εναντίον του Αιτητή.

 

 

 

                                  Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.



[1] §49 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων του Υπάτου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες «Εάν εξάλλου ο αιτών επιμένει χωρίς βάσιμο λόγο να διατηρεί στην κατοχή του το έγκυρο διαβατήριο που του εξέδωσε μια χώρα, στην προστασία της οποίας κατά τα λεγόμενά του αρνείται να υπαχθεί, αυτό μπορεί να γεννήσει αμφιβολίες ως προς την αξιοπιστία του ισχυρισμού του για την ύπαρξη «δικαιολογημένου φόβου». Μετά την αναγνώρισή του ένας πρόσφυγας δεν θα έπρεπε κανονικά να διατηρεί στην κατοχή του το εθνικό του διαβατήριο»

[2] Βλέπε Άρθρο 15 της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας (αναδιατύπωση), Άρθρο 19 των Περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000).

[3] ACLED dashboard, Nigeria, Lagos, 16/02/23-16/02/24, https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard

[4] African Cities Research Consortium, ‘Lagos’, https://www.african-cities.org/lagos/, ημερ. πρόσβασης 26/02/2024


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο