ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ 

                                                                                      Υπόθεση αρ.4497/22

 

                                                               27 Μαρτίου 2024           

 

[Α. ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

J. L.

                                                                                                                        Αιτητής

Και

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου

                                                                                                                        Καθ’ ων η αίτηση

 

Αιτητής εμφανίζεται αυτοπροσώπως

Κα Σ. Πιτσιλλίδου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ’ ων η αίτηση                          Κος Η. Φανούς – μεταφραστής για πιστή μετάφραση από Ελληνικά σε Αγγλικά και αντίστροφα            

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με την προσφυγή ο αιτητής αιτείται την ακύρωση της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου η οποία του κοινοποιήθηκε στις 14/07/22 με επιστολή ίδιας ημερομηνίας, δια της οποίας απορρίφθηκε η αίτηση του για παροχή διεθνούς προστασίας, ως άκυρης, παράνομης, και στερούμενης νομικού αποτελέσματος.

Ως εκτίθεται στην Ένσταση και προκύπτει από τον Διοικητικό Φάκελο, ο αιτητής κατάγεται από τη Γκάμπια, εισήλθε στις ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές παρατύπως, μέσω κατεχομένων, στις 17/10/19, και υπέβαλε την επίδικη αίτηση για παροχή διεθνούς προστασίας στις 14/09/20 (ερ.1-3, 55).

Σημειώνεται ότι ο αιτητής είχε δηλώσει κατά την υποβολή της αίτησης του ανήλικος όμως, κατόπιν εξετάσεων και συνέντευξης που έγινε προς τούτο, κρίθηκε ενήλικος και έκτοτε η επίδικη αίτηση κρίθηκε στη βάση αυτή (ερ.14-29).

Στις 15/04/22 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη με τον αιτητή από την Υπηρεσία Ασύλου προς εξέταση του αιτήματός του για διεθνή προστασία όπου δόθηκε η ευκαιρία στον αιτητή, μέσα από σχετικές ερωτήσεις, μεταξύ άλλων, να εκθέσει τους λόγους στου οποίους στηρίζει το αίτημα του (ερ.49-55). Μετά το πέρας της συνέντευξης, ετοιμάστηκε Έκθεση και στις 08/06/22 αποφασίστηκε να μην παραχωρηθεί διεθνής προστασία στον αιτητή (ερ.68-76).

Ακολούθως ετοιμάστηκε σχετική επιστολή ενημέρωσης του αιτητή για την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία του επιδόθηκε διά χειρός στα αγγλικά, στις 14/07/22 (ερ.79).

Η αίτηση αποτελείται από χειρόγραφα συμπληρωμένο Έντυπο αρ.1 επί του οποίου δεν καταγράφονται νομικοί λόγοι και χωρίς έκθεση γεγονότων. Αυτό που αναφέρει ο αιτητής είναι ότι αυτός και η μητέρα του έχουν «απορριφθεί» από την κοινότητα τους.

Ενόψει της μη συμπερίληψης οιουδήποτε νομικού ισχυρισμού στην παρούσα αίτηση, απομένει η επί της ουσίας εξέταση της. Με βάση λοιπόν τα διαλαμβανόμενα στο αρ.146 (4) (α) του Συντάγματος αλλά και το άρθρο 11 (3) (α) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (73(I)/2018) προχωρώ «σε έλεγχο της νομιμότητας και ορθότητας αυτής, εξετάζοντας πλήρως και από τούδε και στο εξής […] τα γεγονότα και τα νομικά ζητήματα που τη διέπουν» και «την ανάγκη χορήγησης διεθνούς προστασίας».

Στην αίτηση διεθνούς προστασίας που υπέβαλε ο αιτητής καταγράφει ότι μετά τον θάνατο του πατέρα του το 2015, οι πρεσβύτεροι του χωριού διευθέτησαν όπως η μητέρα του παντρευτεί τον αδερφό του πατέρα του, με βάση τις παραδοσιακές πρακτικές, αλλά αυτή αρνήθηκε με συνέπεια η κοινότητα να περιθωριοποιήσει αυτόν και την μητέρα του και να κατάσχει την περιουσία του πατέρα του. Ο ίδιος, η μητέρα του και ο μικρότερος αδερφός του έμειναν άστεγοι και αντιμετώπισαν αρκετές δυσκολίες για να επιβιώσουν. Ανέφερε ότι εγκατέλειψε τη χώρα του με σκοπό να συνεχίσει την εκπαίδευσή του και να εξασφαλίσει μία εργασία για να στηρίξει την μητέρα του.

Κατά τη συνέντευξη ο αιτητή ανέφερε ότι γεννήθηκε στην Brikama όπου διέμενε μέχρι την ηλικία των 16 ετών και ακολούθως μετέβη στην περιοχή Farato (που βρίσκεται σε κοντινή απόσταση από την Brikama) όπου έμεινε 2 χρόνια πριν φύγει από τη χώρα.  Ο πατέρας του απεβίωσε το 2015 εξαιτίας εργατικού ατυχήματος και στο Farato εξακολουθούν να διαμένουν η μητέρα του και ο αδερφός του. Ο ίδιος έχει ολοκληρώσει τη δευτεροβάθμια εκπαίδευσή του και δεν εργαζόταν στη χώρα του.

Αναφορικά με τους λόγους που εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής ο αιτητής ανέφερε πως έχει περιορισμένες ευκαιρίες στη χώρα του και, λόγω του ότι είναι ο πρωτότοκος υιός της μητέρας του, επωμίζεται όλες τις ευθύνες. Γι’ αυτό και ήρθε στη Δημοκρατία με σκοπό να σπουδάσει και να εργαστεί για να στηρίξει οικονομικά την οικογένειά του. Ανέφερε επίσης πως όταν απεβίωσε ο πατέρας του, οι παραδόσεις της φυλής του επέβαλαν η μητέρα του παντρευτεί τον αδερφό του πατέρα του, ενέργεια στην οποία η μητέρα του αρνήθηκε να προβεί, γεγονός το οποίο επέφερε συνέπειες εκ μέρους της κοινότητας. Για τον λόγο αυτό αποφάσισαν να εγκαταλείψουν την περιοχή όπου διέμεναν και να μεταβούν στο Farato, όμως, ερωτώμενος σχετικά, ο αιτητής διευκρίνισε ότι το γεγονός αυτό δεν ήταν ο λόγος που τον ώθησε να εγκαταλείψει τη χώρα του και επιβεβαίωσε πως αναχώρησε από την Γκάμπια για οικονομικούς και εκπαιδευτικούς λόγους. Τέλος εξέφρασε ανησυχία για την μητέρα του, τώρα που ο ίδιος βρίσκεται εδώ, καθότι την έχει εγκαταλείψει ο οικογενειακός της κύκλος. 

Κατά την εξέταση της επίδικης αίτησης οι καθ’ ων η αίτηση εντόπισαν και αξιολόγησαν δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς.

Ο 1ος αφορά τα προσωπικά στοιχεία του αιτητή, ήτοι χώρα καταγωγής, οικογενειακή του κατάσταση και τον τόπο διαμονής του (Farato), και έγινε δεκτός.

Ο 2ος ισχυρισμός αφορά το ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του για οικονομικούς και εκπαιδευτικούς λόγους και έγινε ομοίως δεκτός.

Συνεπεία των ανωτέρω, κατόπιν ανασκόπησης της γενικής κατάστασης ασφαλείας στον τόπο διαμονής του αιτητή, η επίδικη αίτηση απορρίφθηκε ως αβάσιμη.

Στα πλαίσια της γραπτής του αγόρευσης ουδέν πρόσθεσε επί των ως άνω ισχυρισμών του ο αιτητής, περιοριζόμενος να αναφερθεί στην κακή του ψυχολογική κατάσταση και την έλλειψη ευκαιριών στη χώρα καταγωγής του.

Στα πλαίσια τώρα της απαντητικής αγόρευσης 06/06/23 (και μετέπειτα συμπληρωματικής αγόρευσης ημ.11/09/23 και 29/09/23 όπου του υποδείχθηκε να επισυνάψει και εξηγήσει τα έγγραφα που επιθυμούσε να προσαγάγει) ο αιτητής αναφέρει για 1η φορά ότι οι γονείς του δεν είναι από τη Γκάμπια αλλά από Γουινέα, όπου η μητέρα του έχει μετεγκατασταθεί πλέον. Ομοίως για 1η φορά ο αιτητής ανάφερε ότι είναι ομοφυλόφιλος και πως δεν το είχε αναφέρει προηγουμένως λόγω εσωτερικού φόβου αλλά πλέον, αφού η μητέρα του έφυγε από τη Γκάμπια, βρήκε το θάρρος να το αναφέρει. Επίσης αναφέρει ότι έχει υιοθετηθεί από πολίτη της Τσεχικής Δημοκρατίας και πως είναι γεννηθείς στις 19/12/02.  

Προς υποστήριξη των ως άνω καινοφανών ισχυρισμών του επισυνάπτει στην αγόρευση του εκτύπωση από συνομιλία του (25/05/21) με τον θετό του πατέρα, όπου φαίνεται να αναφέρεται στην ομοφυλοφιλία του και το ότι οι γονείς του είναι από τη Γκάμπια. Συνάπτει επίσης έγγραφο όπου αναγράφεται ως έτος γέννησης του το 2002 και επί του οποίου δεν αναγράφεται ημερομηνία γέννησης. Στο σημείο «ενεγράφη» (registered) καταγράφεται η 19/12/12 και ημερομηνία ετοιμασίας του εγγράφου αναγράφεται η 08/08/19. Τέλος επί της απαντητικής του αγόρευσης επισυνάπτει έγγραφο που φαίνεται να είναι συμφωνία υιοθεσίας του αιτητή από πολίτη της Τσεχίας ημ.19/03/22.

Οι καθ’ ων η αίτηση ζήτησαν απόρριψη της προσφυγής καθότι δεν αποκαλύπτεται λόγος παροχής διεθνούς προστασίας από τους ισχυρισμούς του αιτητή και υπεραμύνθηκαν της νομιμότητας και επί της ουσίας ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης.

Αναφορικά με όσα επί της απαντητικής του αγόρευσης αναφέρει ο αιτητής οι καθ’ ων η αίτηση ανέφεραν κατά τις διευκρινήσεις ότι όλοι οι ισχυρισμοί του είναι καινοφανείς και αναξιόπιστοι καθώς είχε δεόντως ενημερωθεί για την εμπιστευτικότητα της συνέντευξης και πως σε κάθε περίπτωση η χώρα καταγωγής του αιτητή έχει χαρακτηριστεί ως ασφαλής χώρα. Αναφέρουν δε ότι το φερόμενο έγγραφο υιοθεσίας και πιστοποιητικό γέννησης έχουν ημερομηνία πριν τη συνέντευξη που έγινε και δεν εξηγείται γιατί ο αιτητής τα προσκομίζει τώρα.

Δεδομένου ότι όλοι οι ισχυρισμοί του αιτητή, ως έχουν αναφερθεί στα πλαίσια της επίδικης αίτησης έγιναν αποδεκτοί από τους καθ’ ων η αίτηση προχωρώ κατ’ αρχήν σε αξιολόγηση των ενώπιον μου στοιχείων που αφορούν την επίδικη αίτηση.

Θα συμφωνήσω με την πορεία της εξέτασης των καθ’ ων η αίτηση και με όλα τα επιμέρους ευρήματα και συμπεράσματα αυτών, ως καταγράφονται στην επίδικη έκθεση που ετοίμασαν και παρατίθενται πιο πάνω. Τούτο γιατί, δεδομένου ότι ο αιτητής είχε κατά τη συνέντευξη αναφερθεί σε αμιγώς οικονομικούς και εκπαιδευτικούς λόγους για τη φυγή του από τη χώρα και λαμβανομένου υπόψη ότι η χώρα καταγωγής του έχει χαρακτηριστεί ως ασφαλής χώρα ιθαγενείας, ουδεμία ανάγκη παροχής διεθνούς προστασίας προκύπτει εκ προκειμένω.

Προχωρώ τώρα σε αξιολόγηση των καινοφανών ισχυρισμών του αιτητή στα πλαίσια της παρούσης.

Αρχίζοντας από τον καινοφανή ισχυρισμό περί ομοφυλοφιλίας του αιτητή παρατηρώ ότι αυτός αναφέρθηκε για 1η φορά στα πλαίσια της απαντητικής του αγόρευσης ημ.06/06/23, 11 μήνες μετά την καταχώρηση της παρούσης, 14 μήνες μετά την επίδικη συνέντευξη και 33 μήνες μετά την άφιξη του στη Δημοκρατία. Ουδεμία αναφορά περί τούτου εντοπίζεται στην παρούσα αίτηση αλλά και την γραπτή αγόρευση του αιτητή, η οποία καταχωρήθηκε μόλις 3 μήνες προηγουμένως, στις 06/03/23. Το μόνο δε που επί τούτου αναφέρεται στην απαντητική του αγόρευση είναι η απλή, εν πολλοίς μονολεκτική, αναφορά στο ότι είναι ομοφυλόφιλος. Προς αιτιολόγηση της καθυστέρησης του να αναφερθεί στον ισχυρισμό αυτό ο αιτητής, ερωτώμενος σχετικά κατά τις διευκρινήσεις, ανέφερε ότι δεν γνώριζε ότι το περιεχόμενο της συνέντευξης του ήταν εμπιστευτικό και γι’ αυτό φοβόταν ότι κάποιος θα μπορούσε να «προκαλέσει κακό στην οικογένεια» του και πως ο πατριός του, του εξήγησε την διαδικασία αργότερα, χωρίς να αναφέρει εντούτοις το πότε έγινε αυτό.

Δεν μου διαφεύγει ότι η καθυστέρηση στην αναφορά τέτοιου ισχυρισμού δεν αρκεί από μόνη της για την άνευ ετέρου απόρριψη του για τον λόγο και μόνο της καθυστέρησης. Επί τούτου στην απόφαση του ΔΕΕ C-148/13-C-150/13, A. B. C., ημ.02/12/14, αναφέρεται στη σκέψη 72 ότι «[το] άρθρο 4, παράγραφος 3, της οδηγίας 2004/83 και το άρθρο 13, παράγραφος 3, στοιχείο α΄, της οδηγίας 2005/85 έχουν την έννοια ότι αντιτίθενται σε πρακτική κατά την οποία οι αρμόδιες εθνικές αρχές, στο πλαίσιο της ίδιας εκτιμήσεως, κρίνουν αναξιόπιστες τις δηλώσεις του αιτούντος άσυλο στηριζόμενες αποκλειστικά και μόνο στον λόγο ότι ο αιτών δεν επικαλέστηκε τον προβαλλόμενο γενετήσιο προσανατολισμό του την πρώτη φορά που του δόθηκε η ευκαιρία να εκθέσει τους λόγους διώξεώς του.»

Όμως εν προκειμένω ο αιτητής ουδέν περί τούτου ανέφερε στην επίδικη αίτηση διεθνούς προστασίας, τη συνέντευξη που ακολούθησε (παρότι ενημερώθηκε δεόντως για την εμπιστευτικότητα της διαδικασίας - βλ. ερ.54), την παρούσα αίτηση και τη γραπτή του αγόρευση. Αντιθέτως, για 1η φορά, αναφέρεται σ’ αυτό στα πλαίσια της απαντητικής του αγόρευσης. Ακόμα λοιπόν και αν γίνει δεκτό ότι η μη αναφορά του στον λόγο τούτο κατά τη διοικητική διαδικασία ενδεχομένως να μπορεί να αιτιολογηθεί υπό τις περιστάσεις, ουδέν αναφέρθηκε που να δικαιολογεί και να αιτιολογεί την καθυστέρηση του στα πλαίσια της παρούσης, όπου και ανέφερε τον εν λόγω ισχυρισμό 11 μήνες μετά την καταχώρηση της. Ακόμα και τότε, το μόνο που επ’ αυτού αναφέρει ο αιτητής είναι η μονολεκτική του αναφορά στην κατ’ ισχυρισμό ομοφυλοφιλία του. Ουδέν περαιτέρω δε ανέφερε, ούτε κατά την ευκαιρία που του δόθηκε στις διευκρινήσεις της παρούσης.

Ο σωρευτικός και αθροιστικός αντίκτυπος των ως άνω δεδομένων σε σχέση με τον περί ομοφυλοφιλίας ισχυρισμό του αιτητή δεν μπορεί παρά να επιδράσει καταλυτικά επί της αξιοπιστίας του εν λόγω ισχυρισμού. Είναι λοιπόν κατάληξη μου ότι τα δεδομένα της παρούσης, ως ανωτέρω αναλύονται, αναπόφευκτα σφραγίζουν την τύχη του εν λόγω ισχυρισμού που δεν είναι άλλη παρά η απόρριψη του ως παντελώς αναξιόπιστου.

Σχετικά με την αιτιολόγηση της καθυστέρησης, στην απόφαση του ΕΔΑΔ στην M.K.N. v. Sweden, Application no. 72413/10, 27/06/13, κρίθηκε ότι καθυστέρηση με περιστάσεις που ομοιάζουν στην παρούσα δεν μπορεί να κριθεί δικαιολογημένη και αναφέρονται στην παρ.43 τα εξής.

«Turning to the applicant’s statement that he had had a sexual relationship with another man and that, as a consequence, the Mujahedin was looking for him in 2009 and that they had killed his partner, the Court is aware of the very difficult situation for real or perceived homosexuals in Iraq and that these difficulties are present also in the Kurdistan Region. It notes, however, that the applicant has expressed the intention of living with his wife and children. More importantly, the Court has regard to the fact that, in the domestic proceedings, the applicant did not make this claim until he appealed against the Migration Board’s negative decision on his asylum application, more than one year after his arrival in Sweden. Moreover, no mention of the relationship in question was made in the present proceedings before he replied to the Government’s observations, almost a year and a half after lodging the application to the Court. In this connection, it is noteworthy that, in that application, he stated that there were threats against him emanating from Al-Tawahid and Al-Jihad, but did not even mention the Mujahedin. The Court agrees with the Migration Court that the applicant did not give a reasonable explanation for the delay in making this claim in the domestic proceedings. Having regard to all the circumstances, including the similar delay in the present proceedings, the Court considers that the applicant’s claim concerning the homosexual relationship is not credible.»

Δεδομένης εν προκειμένω της παντελούς έλλειψης συνοχής των λεγομένων του αιτητή, δεν είναι βεβαίως απαραίτητη η αναζήτηση πληροφοριών σε σχέση με την εξωτερική αξιοπιστία του αφηγήματος του. Σχετικά είναι όσα αναφέρονται στο εγχειρίδιο του EASO «Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου», Δικαστική Ανάλυση - 2018, όπου, στη σελ. 132, αναφέρεται ότι τούτο « [...] είναι [αναγκαίο] στον βαθμό που το σκεπτικό της απόφασης βασίζεται στην αξιολόγηση των συνθηκών που επικρατούν στη χώρα καταγωγής. Αυτό δεν συμβαίνει σε όλες τις καταστάσεις. Για παράδειγμα, κάτι τέτοιο ενδέχεται να μην είναι απαραίτητο σε περίπτωση αρνητικής διαπίστωσης περί της αξιοπιστίας βάσει καταφανούς έλλειψης εσωτερικής συνοχής […].»

Έρχομαι τώρα στα έγγραφα που προσκόμισε ο αιτητής.

Κατ’ αρχήν – αναφορικά με το νομικό πλαίσιο και τον τρόπο αξιολόγησης των εγγράφων και στοιχείων στα πλαίσια αιτήσεως ως η παρούσα - στο εγχειρίδιο EASO «Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου», Δικαστική ανάλυση, 2018, σελ.107-108, αναφέρονται τα εξής:

«Το περιεχόμενο, η φύση και ο συντάκτης αφορούν το αν το έγγραφο είναι αξιόπιστο. Ένα έγγραφο μπορεί να είναι γνήσιο, υπό την έννοια ότι πρόκειται όντως για το έγγραφο ως το οποίο υποβάλλεται, αλλά το περιεχόμενό του ενδέχεται να είναι αναξιόπιστο και να μην τεκμηριώνει τις δηλώσεις του αιτούντος. Από την άλλη πλευρά, το γεγονός ότι δεν μπορεί να αποδειχθεί ότι ένα έγγραφο είναι πλαστογραφημένο δεν σημαίνει ότι μπορεί να θεωρηθεί αξιόπιστο μόνο γι’ αυτόν τον λόγο. Το βάρος της απόδειξης της γνησιότητας και της αξιοπιστίας του εγγράφου το φέρει ο αιτών.

Ενδεχομένως να πρέπει να εξεταστούν παράγοντες όπως η εσωτερική συνέπεια, το επίπεδο λεπτομέρειας, η συνέπεια με άλλα αποδεικτικά στοιχεία, και ιδιαίτερα με τις ΠΧΚ, και το αν οι πληροφορίες προέρχονται από άμεση πηγή. Το ίδιο ισχύει και για πτυχές που αφορούν τον συντάκτη, τα προσόντα του, την αξιοπιστία των πληροφοριών στις οποίες βασίζεται το έγγραφο και τον σκοπό για τον οποίο συντάχθηκε.

[…]

Τα έγγραφα πρέπει να υποβάλλονται στον ίδιο βαθμό ελέγχου που υποβάλλονται και οι δηλώσεις του αιτούντος: οι αρχές που εφαρμόζονται στην αξιολόγηση των αποδεικτικών στοιχείων και αναφέρονται στην ενότητα 4.3 ανωτέρω δεν ισχύουν μόνο για τις δηλώσεις, γραπτές ή προφορικές, αλλά και για όλα τα έγγραφα που υποβάλλονται προς στήριξη της αίτησης (324). Τα έγγραφα δεν πρέπει να αξιολογούνται χωριστά, αλλά με βάση το σύνολο των αποδεικτικών στοιχείων. Σε κάθε περίπτωση, πριν από οποιαδήποτε αρνητική διαπίστωση, θα πρέπει να έχει παρασχεθεί στον αιτούντα η κατάλληλη ευκαιρία ώστε να δώσει εξηγήσεις ή να σχολιάσει τις σχετικές ανησυχίες.»

Στη βάση και των ως άνω κατευθυντήριων γραμμών είναι κατάληξη μου ότι η εκτύπωση συνομιλίας μέσω εφαρμογής μηνυμάτων με τον πατριό του είναι μηδαμινής αποδεικτικής αξίας, δεδομένου ότι πρόκειται για συνομιλία του ίδιου του αιτητή και συνεπώς ουδεμία ενίσχυση θα μπορούσε να προσφέρει στα λεγόμενα του περί ομοφυλοφιλίας. Αξίζει δε επί τούτου να σημειωθεί ότι, ως ο ίδιος ο αιτητής αναφέρει στην γραπτή αγόρευση του ημ.29/09/23, όπου και επισυνάπτει την εν λόγω εκτύπωση, αυτή η συνομιλία έλαβε χώρα το 2021, σε χρόνο προηγούμενο της συνέντευξης του.

Αναφορικά τώρα με το συνημμένο στην αγόρευση του αιτητή ημ.29/09/23 έγγραφο που παρουσιάζεται, ως μπορώ να αντιληφθώ, ως πιστοποιητικό γέννησης, παρατηρώ ότι στο έγγραφο αυτό, στο σημείο «ενεγράφη» (registered) καταγράφεται η ημερομηνία 19/12/12 και ημερομηνία ετοιμασίας του εγγράφου αναγράφεται η 08/08/19. Εκ τούτου δεν μπορώ από το έγγραφο αυτό να συνάγω την ισχυριζόμενη εκ του αιτητή ημερομηνία γέννησης στις 19/12/02 και – σε κάθε περίπτωση – δεδομένου ότι πρόκειται για έγγραφο που έγινε στις 08/08/19, δεν εξηγείται γιατί δεν προσκομίστηκε προηγουμένως, στα πλαίσια της διοικητικής διαδικασίας, όπου και έγιναν όλα τα δέοντα βήματα για εξακρίβωση της ηλικίας του αιτητή (ερ.14-29). Ουδεμία λοιπόν αποδεικτικά αξία μπορεί να προσδοθεί στο εν λόγω έγγραφο ενόψει του ότι – ανεξαρτήτως οιουδήποτε άλλου χαρακτηριστικού του και χωρίς να χρειάζεται να εξεταστεί η γνησιότητα του - δεν αναφέρει την ισχυριζόμενη εκ του αιτητή ημερομηνία γέννησης.

Σχετικά δε με τις αναφορές του αιτητή περί υιοθεσίας του από Τσέχο υπήκοο και του επί της αγόρευσης του ημ.29/09/23 συνημμένου αντίγραφου συμφωνίας υιοθεσίας του αιτητή, δεν μπορώ να αντιληφθώ πως αυτό θα μπορούσε να έχει κάποια επίδραση ή σχετικότητα με τα επίδικα εδώ ζητήματα διεθνούς προστασίας και συνεπώς ουδεμία σκοπιμότητα ενασχόλησης μ’ αυτό μπορώ να εντοπίσω.

Σημειώνω εδώ ότι αποδέχομαι τον ισχυρισμό του αιτητή ότι η μητέρα του έχει μετοικήσει στη Γουινέα, ως αναφέρθηκε στα πλαίσια της αγόρευσης ημ.29/09/23 και θα αξιολογηθεί κατωτέρω.

Ενόψει της ως άνω κατάληξης μου επί των καινοφανών ισχυρισμών του αιτητή περί ομοφυλοφιλίας στα πλαίσια της παρούσης, απομένει η αποτίμηση της κατάστασης ασφαλείας στην περιοχή διαμονής του, όπου αναμένεται να επιστρέψει.

Αναφορικά με τη γενική κατάσταση ασφαλείας στην περιοχή Brikama (το Farato στο οποίο ισχυρίστηκε ότι μετακόμισε βρίσκεται στην ευρύτερη περιοχή της Brikama[1]), σε επικαιροποιημένη αναφορά του ACLED καταγράφεται ότι σε διάστημα ενός έτους από 15/03/23 έως 15/03/24, καταγράφηκαν 2 περιστατικά ασφαλείας και προέκυψαν εξ αυτών 1 θάνατος [2] σε σύνολο πληθυσμού περί των 700.000 κατοίκων [3].

Είναι κατάληξη μου εκ των ως άνω ότι δεν καταδεικνύεται εύλογη πιθανότητα ο αιτητής να αντιμετωπίσει κατά την επιστροφή του κίνδυνο σοβαρής βλάβης καθότι η συχνότητα περιστατικών ασφαλείας στην περιοχή όπου διέμενε, και στην οποία εύλογα αναμένεται να επιστρέψει, δεν είναι τέτοιας έντασης ώστε να διατρέχει κίνδυνο εξαιτίας και μόνο της παρουσίας του στην περιοχή. Δεν μπορώ δε να εντοπίσω ιδιαίτερες περιστάσεις που θα μπορούσαν να επιτείνουν τον κίνδυνο ειδικώς για τον αιτητή σε σύγκρισή με τον γενικό πληθυσμό στη βάση της «αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας» [4] (βλ. απόφαση ΔΕΕ, ημ.10/06/21, C-901/19, CF and DN).

Αξίζει δε να σημειωθεί ότι ο αιτητής διατηρεί οικογενειακό δίκτυο στην περιοχή, του αδελφού του (ερ.52), ακόμα και αν έχει γίνει δεκτό ότι η μητέρα του έχει μετοικήσει στη Γουινέα, είναι δε υγιής, νεαρός ενήλικας, χωρίς να εντοπίζω στοιχεία ευαλωτότητας.

Έπεται ότι δεν τεκμηριώθηκε εδώ βάσιμος φόβος «καταδίωξης του [αιτητή] για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων» και ότι δεν υφίστανται «ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη», ως αμφότερες οι έννοιες ορίζονται στα άρθρα 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 (Ν. 6(I)/2000) αντίστοιχα.

Σημειώνεται ότι η Γκάμπια έχει καθοριστεί στις Κ.Δ.Π. 198/2020, 225/2021, 202/2022 και 166/2023, οι οποίες εκδόθηκαν δυνάμει του αρ.12Βτρις του Νόμου, ως ασφαλής χώρα ιθαγενείας και στην παρούσα – ως ανωτέρω εξηγείται - ουδέν στοιχείο προσκομίστηκε στη βάση του οποίου θα μπορούσε να «θεωρηθεί ότι η χώρα αυτή δεν είναι ασφαλής […] στη συγκεκριμένη περίπτωσή», στη βάση των όσων διαλαμβάνονται από το αρ.12Βτρις (6).

Δια τους λόγους που πιο πάνω αναφέρονται η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με έξοδα €800 υπέρ των καθ' ων η αίτηση και εναντίον του αιτητή.

 

Α. Χριστοφόρου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 



[1] https://www.google.com/maps/d/viewer?mid=16cBPOrNAmZ_iP4A3eeuJUmNn_x4&hl=en_US&ll=13.302677770329389%2C-16.651973578707242&z=14

[2] https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard

(βλ. Πλατφόρμα Dashboard, με στοιχεία ανάλυσης ως εξής: ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: 15/03/2023-15/03/2024, ΤΥΠΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: Battles / Violence against civilians / Explosions - Remote violence/ Riots  και ΠΕΡΙΟΧΗ: Western AfricaGambia - Brikama

[3] City Population, Gambia - Brikama, https://www.citypopulation.de/en/gambia/admin/

[4] Εγχειρίδιο EASO, Άρθρο 15 στοιχείο γ) της οδηγίας για τις ελάχιστες απαιτήσεις ασύλου (2011/95/ΕΕ) Δικαστική ανάλυση, σελ.26-28, διαθέσιμο εδώ: https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/Article-15c-QD_a-judicial-analysis-EL.pdf


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο