ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθ. Αρ.: 499/2023

19 Μαρτίου, 2024

[Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:

 

B.K.M.

Αιτητής

-και-

 

Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Διευθυντή Υπηρεσίας Ασύλου

Καθ’ ων η Αίτηση

 

Α. Πλιάκα (κα) για Διονυσία Κυριάκου Ζησιμοπούλου (κα), Δικηγόρος για τον Αιτητή

Π. Βρυωνίδου (κα) για Μ. Σουρουλλά (κα), Δικηγόρος για τους Καθ' ων η Αίτηση.

 

ΑΠΟΦΑΣΗ 

 

Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Με την παρούσα προσφυγή ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, ημερομηνίας 30/12/2022, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας, ως άκυρη, αντισυνταγματική, παράνομη, στερημένη οποιουδήποτε νόμιμου αποτελέσματος και αποτέλεσμα πλάνης και κακής εφαρμογής του Νόμου.

 

Γεγονότα

 

Τα ουσιώδη γεγονότα της παρούσας υπόθεσης, ως έχουν εκτεθεί στην Ένσταση των Καθ' ων η Αίτηση και υποστηρίζονται από τον διοικητικό φάκελο, έχουν ως ακολούθως:

 

Ο Αιτητής είναι ενήλικος, υπήκοος της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό (από τούδε και στο εξής, «Λ.Δ.Κ.») και εισήλθε παράτυπα στα ελεγχόμενα από την Κυπριακή Δημοκρατία εδάφη στις 01/12/2022.

 

Στις 08/12/2022 ο Αιτητής υπέβαλε αίτηση για παραχώρηση διεθνούς προστασίας και στις 22/12/2022 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του Αιτητή από αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου προς εξέταση του αιτήματός του. Στις 29/12/2022 ο αρμόδιος λειτουργός ετοίμασε έκθεση-εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου όπως απορριφθεί το αίτημα του Αιτητή για διεθνή προστασία και ακολούθως, ο εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών αρμόδιος λειτουργός ενέκρινε την ανωτέρω εισήγηση και απέρριψε το αίτημα του Αιτητή στις 30/12/2022.

 

Στις 18/01/2023 η Υπηρεσία Ασύλου συνέταξε απορριπτική επιστολή (στην οποία συμπεριλήφθη η σχετική εισηγητική έκθεση ως αιτιολόγηση της επίδικης απόφασης), την οποία ο Αιτητής παρέλαβε προσωπικά αυθημερόν.

 

Η εν λόγω απορριπτική απόφαση αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής, η οποία καταχωρήθηκε στις 15/02/2023.

 

Νομικοί Ισχυρισμοί

 

Η συνήγορος του Αιτητή, δια της γραπτής της αγόρευσης, υποβάλλει γενικά και αόριστα ότι η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε από τους Καθ' ων η Αίτηση κατόπιν ανεπαρκούς έρευνας και υπό καθεστώς πλάνης περί τα πράγματα. Καταληκτικά δε, αναφέρει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε κατά παράβαση των διατάξεων του Συντάγματος και των αρχών του Διοικητικού Δικαίου, κατόπιν πλημμελούς και μη επαρκούς έρευνας και είναι πλήρως αναιτιολόγητη επί της ουσίας της. Τέλος, αναφέρει ότι ο Αιτητής απορρίπτει όλους τους ισχυρισμούς των Καθ' ων η Αίτηση που προβάλλονται στην ένσταση τους.

 

Η ευπαίδευτη συνήγορος των Καθ' ων η Αίτηση απορρίπτει τους ισχυρισμούς του Αιτητή και αντιτείνει ότι η επίδικη απόφαση έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος και των Νόμων, κατόπιν δέουσας έρευνας και ορθής ενάσκησης των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στους Καθ' ων η Αίτηση, αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης, είναι δε, επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη.

 

Αξιολόγηση

 

Καταρχάς, παρατηρώ ότι οι πλείστοι λόγοι ακύρωσης εγείρονται με γενικότητα και αοριστία στην γραπτή αγόρευση του Αιτητή, δεδομένου ότι ελλείπει η οποιαδήποτε υπαγωγή στα πραγματικά γεγονότα της υπόθεσης, καθώς και η οποιαδήποτε επί της ουσίας τεκμηρίωση και διασαφήνιση του θεμελίου επί του οποίου οι εν λόγω ισχυρισμοί στηρίζονται, ενώ γίνεται αναφορά μόνο στη νομολογία και ουδόλως στα πραγματικά περιστατικά και στοιχεία που πλαισιώνουν την επίδικη υπόθεση. Κατά συνέπεια, οι εν λόγω νομικοί ισχυρισμοί που προβάλλονται με την γραπτή αγόρευση του Αιτητή και αφορούν σε πλάνη περί τα πράγματα και έλλειψη αιτιολογίας της επίδικης απόφασης δεν μπορούν να τύχουν εξέτασης από το Δικαστήριο (βλ. σχετικά, Κυπριακή Δημοκρατία ν. Svetlana Shalaeva (2010) 3 AAΔ 598) και ως εκ τούτου απορρίπτονται στο σύνολό τους.

 

Επίσης, όπως έχει πολλάκις νομολογηθεί, η γραπτή αγόρευση δεν αποτελεί μέσο προσαγωγής μαρτυρίας, ενώ το επίδικο πλαίσιο περιορίζεται στα στοιχεία που περιέχονται στον διοικητικό φάκελο (Βλ. Χριστάκη Βασιλείου v. Δήμου Παραλιμνίου (1995) 4 Α.Α.Δ. 1275, Υπ. Αρ. 1061/94, Μαρία Νικολάου v. Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού (2015), Υπ. Αρ. 1091/2012, ΑΝΤΕΝΝΑ ΛΙΜΙΤΕΔ ν. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου (2013), 3 Α.Α.Δ. 12/04/2013). Για αυτό το λόγο δεν μπορώ να αποδεχτώ τους ισχυρισμούς του Αιτητή που τέθηκαν μόνο μέσω της αγόρευσης της συνηγόρου του.

 

Περαιτέρω, στα πλαίσια των δικονομικών ρυθμίσεων και διατάξεων (βλ. συναφώς Κανονισμό 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανώτατου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962), οι αγορεύσεις αποτελούν τη μόνη μέθοδο ανάπτυξης των λόγων ακύρωσης ή ισχυρισμών που ήδη προβλήθηκαν με το δικόγραφο της προσφυγής. Όλοι οι λόγοι ακύρωσης που δεν αναπτύσσονται επαρκώς στην γραπτή αγόρευση του Αιτητή θεωρούνται νομολογιακά εγκαταλειφθέντες και ως εκ τούτου δεν μπορούν να τύχουν εξέτασης από το παρόν Δικαστήριο (βλ. συναφώς όσα σχετικά για το θέμα αυτό λέχθηκαν στην Μαραγκός v. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 671).

 

Αναφορικά με τον ισχυρισμό περί έλλειψης έρευνας και/ή μη δέουσας έρευνας και συνακόλουθα λανθασμένης αξιολόγησης και απόδοσης του αφηγήματος του Αιτητή, κρίνω σκόπιμη την σύντομη παράθεση των ισχυρισμών του Αιτητή, ως αυτοί προβλήθηκαν καθ' όλη τη διαδικασία εξέτασης του αιτήματός του και οι οποίοι συμπεριλαμβάνονται στο περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου (από τούδε και στο εξής, «.Δ.Φ.»).

 

Κατά το στάδιο της υποβολής της αίτησής του για διεθνή προστασία ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου, ο Αιτητής ανέφερε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του διότι δεν έχει κανέναν να τον στηρίξει εκεί και όταν έχασε τους γονείς του, δέχθηκε απειλές θανάτου από τα μέλη της οικογένειας του πατέρα του που ήθελαν την κληρονομιά που του άφησε και έτσι ο ίδιος έφυγε για την ασφάλεια του (βλ. ερ. 1 του Δ.Φ.).

 

Κατά τη συνέντευξή του ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου, τα πρακτικά της οποίας βρίσκονται κατατεθειμένα ως ερ. 23-13 στον Δ.Φ., τέθηκαν στον Αιτητή γενικές ερωτήσεις που αφορούν την ταυτότητα, το προφίλ και την περιοχή καταγωγής του. Ειδικότερα, ο Αιτητής δήλωσε ότι δεν αντιμετωπίζει οποιαδήποτε ιατρικά θέματα ή ζητήματα υγείας (βλ. ερ. 22 του Δ.Φ.), ως επίσης ότι κατέχει μόρφωση μέχρι τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση στη χώρα του, ενώ ουδέποτε εργάστηκε στην πατρίδα του και τον στήριζε η οικογένεια του (βλ. σημεία 3Χ και 4Χ, ερ. 21 του Δ.Φ.). Αναφορικά με την οικογένεια του, ο Αιτητής δήλωσε ότι έχασε τον πατέρα του και πλέον έχει μόνο την μητέρα του, μαζί με την οποία διέμενε στην Kinshasa (όμως, η μητέρα του πλέον διαμένει σε άλλη περιοχή της Kinshasa), ενώ έχει επίσης και αρκετούς άλλους συγγενείς από την πλευρά της μητέρας του που διαμένουν στην Kinshasa (βλ. σημείο 6Χ, ερ. 21 του Δ.Φ.). Ανέφερε επίσης ότι κατάγεται από την περιοχή Masina στην Kinshasa της Λ.Δ.Κ., όπου διέμενε (με εξαίρεση μερικούς μήνες του 2021) μέχρι που εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του (βλ. σημεία 7Χ και 8Χ, ερ. 21 του Δ.Φ.).

 

Αναφορικά με τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι μετά το θάνατο του πατέρα του, οι συγγενείς του πατέρα του τους απειλούσαν με διάφορους τρόπους, ζητώντας τους να τους δώσουν τα υπάρχοντα του πατέρα του και εν τέλει, πήραν σταδιακά τα πάντα, και έτσι, η μητέρα του, ανησυχώντας ότι στο μέλλον όταν η ίδια δεν θα ζει τα πράγματα θα είναι δύσκολα για τον Αιτητή, αποφάσισε να πωλήσει το σπίτι τους (βλ. σημείο 2Χ, ερ. 19 του Δ.Φ.). Σε αυτά τα πλαίσια, η μητέρα του ενημέρωσε κάποιους μεσίτες και εκείνοι με τη σειρά τους διέδωσαν τις εν λόγω πληροφορίες προς διάφορες κατευθύνσεις, όταν όμως έμαθαν για αυτό το γεγονός οι συγγενείς του πατέρα του άρχισαν να απειλούν τον Αιτητή ότι θα τον ‘ξεφορτωθούν’ διότι ήταν ο μοναδικός υιός, αλλά παρότι τα πράγματα ήταν πολύ άσχημα, η μητέρα του εν τέλει πώλησε το σπίτι τους και με τα χρήματα που πήρε χρηματοδότησε το ταξίδι του ιδίου για να φύγει από τη χώρα (βλ. σημείο 2Χ, ερ. 19 του Δ.Φ.). Σε σχετική ερώτηση του αρμόδιου λειτουργού, ο Αιτητής επιβεβαίωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του λόγω του ότι οι συγγενείς του από την πλευρά του πατέρα του τον απείλησαν λόγω κτηματικής διαφοράς (βλ. ερ. 19 και σημείο 1Χ στο ερ. 18 του Δ.Φ.). Ερωτηθείς δε, για το ποιες θα ήταν οι συνέπειες σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής δήλωσε ότι θα τον σκοτώσουν (βλ. σημείο 2Χ, ερ. 18 του Δ.Φ.). Ερωτηθείς ακόμη εάν θα παρέμενε στη χώρα του σε περίπτωση που δεν υφίστατο το εν λόγω ζήτημα που ανέφερε, ο Αιτητής απάντησε καταφατικά (βλ. ερ. 18 του Δ.Φ.).

 

Κληθείς να αναφέρει τα περιστατικά, τις απειλές και τις επιθέσεις που δέχθηκε λόγω της κτηματικής διαφοράς, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι τους επισκέφθηκαν πολλές φορές στο σπίτι λογομαχώντας με τη μητέρα του, ενώ αναφέρθηκε σε δύο συγκεκριμένα περιστατικά, όπου στη μια περίπτωση, που ο ίδιος απουσίαζε από το σπίτι, όταν επέστρεψε είδε τον μικρό αδελφό του πατέρα του να κτυπά την μητέρα του στο κεφάλι ενόσω εκείνη κοιμόταν ξαπλωμένη στο πάτωμα και ο ίδιος επιτέθηκε στον θείο του αλλά τραυματίστηκε, ενώ σε μια άλλη περίπτωση, όταν ο Αιτητής επέστρεψε στο σπίτι και είδε την αδελφή του πατέρα του να τσακώνεται με τη μητέρα του, τότε μπήκε ανάμεσά τους για να τις χωρίσει με αποτέλεσμα να πέσει και να τραυματιστεί (βλ. σημείο 6Χ, ερ. 18 του Δ.Φ.). Παρότι ο Αιτητής ανέφερε ότι ο πατέρας του απεβίωσε στις 10/11/2021 (βλ. σημείο 2Χ, ερ. 17 του Δ.Φ.), εντούτοις όταν ρωτήθηκε σχετικά με το πότε έλαβαν χώρα τα πιο πάνω περιστατικά, απάντησε ότι δεν θυμόταν καθόλου τις ημερομηνίες (βλ. σημείο 3Χ, ερ. 17 του Δ.Φ.). Δήλωσε επίσης ότι τα πιο πάνω περιστατικά ήταν οι μοναδικές περιπτώσεις που δέχθηκαν σωματική επίθεση, ισχυριζόμενος ότι τις υπόλοιπες φορές ήταν απλά λεκτικές οι επιθέσεις (βλ. σημείο 5Χ, ερ. 17 του Δ.Φ.), ενώ ισχυρίστηκε ότι ο θείος του τον απείλησε πως θα είναι ο επόμενος μετά τον πατέρα του (βλ. σημεία 7Χ και 8Χ, ερ. 17 του Δ.Φ.).

 

Ακολούθως, ερωτηθείς κατά πόσο αποτάθηκε στην αστυνομία κατόπιν των απειλών, ή/και έπειτα, κατόπιν των περιστατικών που ανέφερε, ο Αιτητής απάντησε αρνητικά (βλ. σημείο 5Χ, ερ. 16 του Δ.Φ.). Ερωτηθείς δε, για ποιο λόγο δεν ειδοποίησε τις αστυνομικές αρχές για το εν λόγω ζήτημα, ο Αιτητής ισχυρίστηκε πως του είχε πει η μητέρα του να μην αποταθεί στην αστυνομία επειδή τα εν λόγω πρόσωπα (που τους απείλησαν) αφορούσαν άτομα της οικογένειας του πατέρα του και η ίδια ήθελε να βρεθεί μια λύση μεταξύ τους (βλ. σημείο 6Χ, ερ. 16 του Δ.Φ.).

 

Οι ισχυρισμοί του Αιτητή αξιολογήθηκαν δεόντως από τον αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου που διεξήγαγε τη συνέντευξη, ο οποίος εντόπισε στην Έκθεση-Εισήγησή του δύο ουσιώδη πραγματικά περιστατικά, τα οποία προκύπτουν από τις δηλώσεις του Αιτητή (βλ. ερ. 62 στον Δ.Φ.):

1.   Προσωπικά στοιχεία και προφίλ του Αιτητή

2.   Απειλή κατά της ζωή του Αιτητή από συγγενείς του πατέρα του, λόγω περιουσιακής διαφοράς

 

Με παραπομπές στις δηλώσεις του Αιτητή και αναφορές σε διαδικτυακές πηγές, o λειτουργός έκανε αποδεκτό το πρώτο ουσιώδες πραγματικό περιστατικό (βλ. ερ. 62-61 στον Δ.Φ.). Αντιθέτως, το δεύτερο ουσιώδες πραγματικό περιστατικό δεν έγινε αποδεκτό λόγω έλλειψης αξιοπιστίας των ισχυρισμών του Αιτητή. Ειδικότερα, ως προς την εσωτερική αξιοπιστία, o αρμόδιος λειτουργός διέκρινε ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να παράσχει ικανοποιητικές και επαρκείς πληροφορίες σε θέματα που άπτονται του πυρήνα του αιτήματός του, ενώ, κληθείς να δώσει περισσότερες πληροφορίες για τα γεγονότα που σχετίζονται με το εν λόγω ουσιώδες πραγματικό περιστατικό, υπέπεσε σε ασάφειες, αοριστίες, ασυνέπειες, καθώς και σε έλλειψη λεπτομερειών και επαρκών πληροφοριών (βλ. ερ. 61-58 στον Δ.Φ.).

 

Περαιτέρω, ως προς την εξωτερική αξιοπιστία (βλ. ερ. 58 στον Δ.Φ.), ο αρμόδιος λειτουργός επεσήμανε ότι τα όσα ο Αιτητής ανέφερε κατά τη συνέντευξή του αποτελούν το μοναδικό τεκμήριο προς υποστήριξη του αιτήματός του (εξάλλου, κληθείς να αναφέρει κατά πόσο υπάρχει οτιδήποτε άλλο που θα ήθελε να προσθέσει ή οποιαδήποτε/άλλα έγγραφα που επιθυμεί να υποβάλει προς υποστήριξη του αιτήματός του, ο Αιτητής αποκρίθηκε αρνητικά – βλ. ερ. 15 στον Δ.Φ.) και παράλληλα, σημείωσε πως δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι που να δικαιολογούν την οποιαδήποτε ανάλυση των εν λόγω δεδομένων μέσω άλλων πηγών πληροφόρησης.  Η κατάληξη του λειτουργού ήταν δικαιολογημένη εφόσον τα κατ’ ισχυρισμό περιστατικά αφορούν προσωπικά βιώματα, και που σχετίζονται, εξάλλου, με ιδιωτικής φύσεως ζητήματα/διαφορές.

 

Υπό το φως τον ανωτέρω, ο αρμόδιος λειτουργός κατέληξε, επί τη βάσει του μοναδικού αποδεδειγμένου ουσιώδους πραγματικού περιστατικού που προέκυψε από τις δηλώσεις του Αιτητή, ήτοι τα προσωπικά στοιχεία και το προφίλ του, καθώς επίσης και επί τη βάσει των σχετικών πληροφοριών για την κατάσταση ασφαλείας τόσο γενικότερα στη χώρα καταγωγής του Αιτητή (όπου διακρίνεται ότι οι ένοπλες δραστηριότητες περιορίζονται στις κεντρικές και ανατολικές περιφέρειες της χώρας) όσο και ειδικότερα στην περιοχή καταγωγής και προηγούμενης συνήθους διαμονής του (ήτοι, από τα περιστατικά βίας και ασφαλείας που καταγράφηκαν στην Kinshasa) και λαμβανομένων υπόψιν των προσωπικών του περιστάσεων, πως διαπιστώνεται ότι δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι ότι ο Αιτητής θα αντιμετωπίσει μεταχείριση που να συνιστά δίωξη ή σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής του στην χώρα καταγωγής του (βλ. ερ. 58-57 στον Δ.Φ.).

 

Ακολούθως, ο αρμόδιος λειτουργός προέβη σε αξιολόγηση/ανάλυση με βάση το νομοθετικό πλαίσιο για το προσφυγικό καθεστώς, καθώς επίσης και αυτό της συμπληρωματικής προστασίας, σε συνάρτηση με τους ισχυρισμούς του Αιτητή, προκειμένου να εξακριβωθεί εάν πληρούνται οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή του Αιτητή σε οιοδήποτε καθεστώς διεθνούς προστασίας. Ως αναφέρεται στην έκθεση-εισήγηση του αρμόδιου λειτουργού, από τους προβαλλόμενους ισχυρισμούς του Αιτητή διαφαίνεται ότι στο πρόσωπο του δεν συντρέχουν τα απαραίτητα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία που θα μπορούσαν να τεκμηριώσουν βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής, για κάποιον από τους λόγους που προβλέπονται στο άρθρο 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου και στο Άρθρο 1Α(2) της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 για τους Πρόσφυγες και ως εκ τούτου ο Αιτητής δεν πληροί τις προϋποθέσεις για υπαγωγή στο καθεστώς του πρόσφυγα (βλ. ερ. 56 στον Δ.Φ.).

 

Επιπλέον, κρίθηκε ότι ο κίνδυνος που μπορεί να αντιμετωπίσει ευλόγως ο Αιτητής κατά την επιστροφή του στη χώρα καταγωγής του βάσει των ισχυρισμών του και του αποδεκτού πραγματικού περιστατικού, του προσωπικού του προφίλ και της αξιολόγησης κινδύνου, δεν συνιστά πραγματικό κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης σύμφωνα με το άρθρο 19(2)(α) του περί Προσφύγων Νόμου (αντίστοιχο Άρθρο 15(α) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ), ούτε μπορεί να θεωρηθεί ως πραγματικός κίνδυνος βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας σύμφωνα με το άρθρο 19(2)(β) του περί Προσφύγων Νόμου (αντίστοιχο Άρθρο 15(β) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ) – βλ. ερ. 56 στον Δ.Φ.. Αναφορικά με το άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, το οποίο αντιστοιχεί στο Άρθρο 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, ο αρμόδιος λειτουργός κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του και ειδικότερα στην Kinshasa όπου αναμένεται να επιστρέψει, ο Αιτητής δεν θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη, υπό την έννοια της σοβαρής και προσωπικής απειλής κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας ως άμαχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, καθότι με βάσει τις πληροφορίες σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας στην Kinshasa της Λ.Δ.Κ., δεν παρατηρούνται συνθήκες ενόπλων συγκρούσεων υπό την πιο πάνω έννοια (βλ. ερ. 56 στον Δ.Φ.). Ως εκ τούτου, o αρμόδιος λειτουργός κατέληξε ότι ο Αιτητής δεν πληροί τις προϋποθέσεις ούτε για υπαγωγή στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας (βλ. ερ. 55 στον Δ.Φ.).

 

Συνεπώς, εκ των ανωτέρω προκύπτει ότι έγινε δέουσα έρευνα πριν από τη λήψη της επίδικης απόφασης, η αιτιολόγηση της οποίας συμπληρώνεται από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου ως ανωτέρω αναλύεται (βλ. άρθρο 29 του Ν. 158(Ι)/1999, Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου κ.α. ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1171, Διογένους ν. Δημοκρατίας (1999) 4 Α.Α.Δ. 371 και Στέφανος Φράγκου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 270). Είναι δε, πάγια νομολογημένο ότι η έρευνα είναι επαρκής εφόσον εκτείνεται στη διερεύνηση κάθε γεγονότος που σχετίζεται με το θέμα που εξετάζεται (βλ. Motorways Ltd v. Δημοκρατίας Α.Ε. 2371/25.6.99). Εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός, μετά από εξέταση της έκθεσης-εισήγησης, αποφάσισε επί της αίτησης διεθνούς προστασίας (βλ. ερ. 65 στον Δ.Φ.) ως και η ανωτέρω εισήγηση του αρμόδιου λειτουργού (βλ. ερ. 55 στον Δ.Φ.), και ορθά και νόμιμα απορρίφθηκε το αίτημα του Αιτητή. Η έρευνα που είχε προηγηθεί ήταν επαρκής και είχαν συλλεγεί και διερευνηθεί όλα τα ουσιώδη στοιχεία σε συνάρτηση πάντα με τους ισχυρισμούς που είχε προβάλει ο Αιτητής, όπως αναλύεται ανωτέρω. Ως εκ τούτου, απορρίπτω τους ισχυρισμούς που προβλήθηκαν από τη συνήγορο του Αιτητή και αφορούν στην έλλειψη δέουσας έρευνας.

 

Πέραν των ανωτέρω, κατά τη διάρκεια της εκδίκασης της παρούσας υπόθεσης, ο Αιτητής δεν ανέφερε ενώπιον μου οποιονδήποτε λόγο που να καταδεικνύει ότι έχει γνήσιο αίτημα διεθνούς προστασίας ή ότι η επίδικη απόφαση λήφθηκε παράνομα και/ή λανθασμένα. Τονίζω δε, ότι το βάρος απόδειξης του αιτήματός του βαραίνει αρχικά τον ίδιο τον Αιτητή (βλ. άρθρο 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου).

 

Κατά συνέπεια, στην προκειμένη περίπτωση, κρίνω ότι δεν συντρέχουν στο πρόσωπο του Αιτητή εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία που τεκμηριώνουν τη θεμελίωση δικαιολογημένου φόβου δίωξης σύμφωνα με το άρθρο 3(1) του Περί Προσφύγων Νόμου (βλ. συναφώς παρ. 37-39 του Εγχειρίδιου για τις διαδικασίες και τα κριτήρια καθορισμού του καθεστώτος των προσφύγων σύμφωνα με τη Σύμβαση του 1951 και το Πρωτόκολλο του 1967 για το Καθεστώς των Προσφύγων, της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες). Επίσης, με βάση το προσωπικό του προφίλ και υπό το φως των ισχυρισμών που ο ίδιος προώθησε, δεν θεωρώ ότι σε περίπτωση επιστροφής του υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι ο Αιτητής θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη, όπως η εν λόγω έννοια ορίζεται στο άρθρο 19(2) του περί Προσφύγων Νόμου.

 

Ειδικότερα, εκ των όσων παρατέθηκαν ανωτέρω, διαφαίνεται ξεκάθαρα ότι ο Αιτητής δεν πληροί τις προϋποθέσεις για την υπαγωγή του σε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει των προνοιών του άρθρου 19(2), εδάφια (α) και (β), του περί Προσφύγων Νόμου, καθότι ως αναφέρθηκε και ανωτέρω, δεν τεκμηριώνεται από τους ισχυρισμούς του Αιτητή παρελθούσα δίωξη, ούτε στοχοποίησή του από οποιονδήποτε κρατικό ή μη κρατικό φορέα. Προκειμένου δε, να εφαρμοστούν οι πρόνοιες των συγκεκριμένων άρθρων και να υπαχθεί αιτητής σε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει αυτών, απαιτείται υψηλός βαθμός εξατομίκευσης των περιστάσεων που σχετίζονται με τον επικαλούμενο φόβο[1]. Στην παρούσα υπόθεση δεν διαπιστώνω να συντρέχουν οι απαιτούμενες προϋποθέσεις.

 

Γενικότερα δε, σε ότι αφορά θέματα κρατικής προστασίας στην Λ.Δ.Κ., σε έκθεση του US Department of State για τα ανθρώπινα δικαιώματα που αφορά το έτος 2022, καταγράφεται ότι «[η] κύρια ευθύνη για την επιβολή του νόμου και τη δημόσια τάξη ανήκει στην Εθνική Αστυνομία του Κονγκό [.]»[2]. Ειδικότερα, σε ότι αφορά θέματα κτηματικής διαφοράς στην Λ.Δ.K., σε σχετική αναφορά που ετοιμάστηκε από την EASO προκύπτει ότι η θέση και εξουσία των εθιμικών αρχηγών αναγνωρίζεται από το Σύνταγμα της χώρας και συγκεκριμένα υφίσταται σχετικός νόμος στη χώρα από τον Αύγουστο του 2015 για την καθιέρωση του καθεστώτος των εθιμικών αρχηγών, σύμφωνα με τον οποίο «η εθιμική εξουσία ασκείται εντός των ακόλουθων εδαφικών οντοτήτων: ηγεμονίες, κοινότητες, χωριά», ενώ συγκεκριμένα αναφέρεται επίσης ότι «[η] εθιμική αρχή έχει καθήκον να προάγει την εθνική ενότητα και συνοχή»[3]. Από αναφορές σε άλλες πηγές που καταγράφονται στην πιο πάνω πηγή, προκύπτει επίσης ότι ο εθιμικός αρχηγός «ως επικεφαλής μιας ηγεμονίας, εκπληρώνει τόσο διοικητικό όσο και εθιμικό ρόλο σε αυτή», ενώ παράλληλα, σημειώνεται ότι «το εθιμικό δίκαιο αποτελεί μία από τις βάσεις του δικαίου στην Λ.Δ.Κ., που ρυθμίζει την προσωπική κατάσταση και τα δικαιώματα ιδιοκτησίας», ως επίσης ότι «[υ]πολογίζεται ότι οι εθιμικοί νόμοι επιλύουν το 75% των διαφορών στη χώρα»[4].

 

Πέραν τούτων, η (πιο πρόσφατη) έκθεση του US Department of State για τα ανθρώπινα δικαιώματα που αφορά το έτος 2022, παραπέμπει σε άλλη έγκυρη πηγή που αναφέρει σχετικά με περιουσιακά θέματα ότι «[.] πολλές χήρες δεν μπόρεσαν να κληρονομήσουν την περιουσία του μακαρίτη συζύγου τους επειδή ο νόμος ορίζει ότι στην περίπτωση ενός θανάτου όπου δεν υπάρχει διαθήκη, τα παιδιά του συζύγου, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που γεννήθηκαν εκτός γάμου (υπό την προϋπόθεση ότι αναγνωρίστηκαν επίσημα από τον πατέρα), έναντι της χήρας του, έχουν προτεραιότητα όσον αφορά την κληρονομιά.»[5]. Στην πιο πάνω έκθεση καταγράφεται επίσης ότι «[σ]ε πολλές συνοικίες, γνωστές ως ηγεμονίες, οι παραδοσιακοί αρχηγοί εκτελούν το ρόλο του διοικητή της τοπικής αυτοδιοίκησης».[6]

 

Αναφορικά με την υπαγωγή του Αιτητή σε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, το οποίο προϋποθέτει ουσιώδεις λόγους να πιστεύεται ότι ο Αιτητής θα υποστεί «σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής [του ακεραιότητας], λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης», σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, υπάρχει ευρεία νομολογία τόσο του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου (βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015), όσο και του ΔΕΕ (βλ. C-285/12, A. Diakité v. Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides, 30/01/2014, και C-465/07, Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v. Staatssecretaris van Justitie, 17/02/2009) καθώς επίσης και του ΕΔΔΑ (βλ. K.A.B. v. Sweden, 886/11, 05/09/2013 (final 17/02/2014), Sufi and Elmi v. the United Kingdom, 8319/07 and 11449/07, 28/11/2011), όπου ερμηνεύεται η έννοια της «αδιακρίτως ασκούμενης βίας» και της «ένοπλης σύρραξης» και τίθενται κριτήρια ως προς τη σοβαρότητα του κινδύνου που προϋποτίθεται για την αξιολόγηση των περιπτώσεων στις οποίες εξετάζεται η πιθανότητα παραχώρησης συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, το οποίο αντιστοιχεί στο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου.

 

Εν προκειμένω, σύμφωνα με τις δηλώσεις του Αιτητή και βάσει της αξιολόγησης της αξιοπιστίας των ισχυρισμών του ως παρατέθηκε ανωτέρω, η περιοχή της προηγούμενης συνήθους διαμονής του στη χώρα καταγωγής του βρίσκεται εντός της περιφέρειας Kinshasa της Λ.Δ.Κ.. Προκειμένου δε, να διαπιστωθεί εάν συντρέχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη υπό την έννοια της σοβαρής και προσωπικής απειλής κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας ως αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, ως οι διατάξεις του άρθρου 19, εδάφια (1) και (2)(γ), του περί Προσφύγων Νόμου, το Δικαστήριο ανέτρεξε σε έγκυρες πηγές πληροφόρησης για τη χώρα καταγωγής του Αιτητή, προς εξέταση της κατάστασης που επικρατεί σε αυτήν και ειδικότερα, στην Kinshasa, η οποία, όπως αναφέρθηκε ανωτέρω, θεωρείται η περιοχή της προηγούμενης συνήθους διαμονής του στην Λ.Δ.Κ..

 

Ειδικότερα, η διαδικτυακή πλατφόρμα CRISIS24 καταγράφει το επίπεδο επικινδυνότητας στην Λ.Δ.Κ. ως ‘υψηλό’, αναφέροντας συγκεκριμένα και μεταξύ άλλων ότι «[μ]εγάλες περιοχές της αχανούς χώρας παραμένουν εκτός του ελέγχου της κυβέρνησης […]», ως επίσης ότι «[ι]στορικά, οι ανατολικές και βορειοανατολικές περιοχές υπήρξαν οι πιο επιρρεπείς στην ανασφάλεια που προκλήθηκε από μια μυριάδα κινημάτων ανταρτών και άλλων ένοπλων ομάδων»[7]. Στην ίδια πηγή, όσον αφορά την ασφάλεια, καταγράφεται ότι «[η] κατάσταση ασφαλείας στις ανατολικές περιοχές και συγκεκριμένα στις επαρχίες Ituri, North Kivu, και South Kivu, παραμένει σοβαρή», ως επίσης ότι «[ο]ι μαχητές συνήθως χρησιμοποιούν σημαντική και αδιάκριτη βία», καθώς και ότι (γενικότερα) «[υ]πάρχει υψηλός κίνδυνος βίαιων αναταραχών στην Λ.Δ.Κ., κυρίως λόγω των πολιτικών εντάσεων και του διχασμένου πολιτικού κλίματος»[8].

 

Πέραν των πιο πάνω, από τις αναφορές σε έγκυρες πηγές σχετικά με την κατάσταση ανθρωπίνων δικαιωμάτων και την κατάσταση ασφαλείας στη χώρα καταγωγής του Αιτητή, διαφαίνεται ότι τα πλείστα βίαια περιστατικά συγκεντρώνονται στις ανατολικές περιφέρειες της χώρας, όπου και εντοπίζονται/περιορίζονται οι ένοπλες διαμάχες/συγκρούσεις στην Λ.Δ.Κ.[9].

 

Περαιτέρω, ως προς τον αριθμό των περιστατικών ασφαλείας γενικότερα στην περιφέρεια Kinshasa της Λ.Δ.Κ., όπου ανήκει γεωγραφικά η περιοχή προηγούμενης συνήθους διαμονής του Αιτητή, παρατίθενται σχετικά αριθμητικά δεδομένα από τη βάση δεδομένων ACLED (The Armed Conflict Location & Event Data Project). Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία, κατά το χρονικό διάστημα μεταξύ 02/02/2023 και 02/02/2024, στην εν λόγω περιφέρεια καταγράφηκαν στην πιο πάνω βάση δεδομένων συνολικά 107 περιστατικά ασφαλείας εκ των οποίων προέκυψαν 71 ανθρώπινες απώλειες[10]. Πιο αναλυτικά, 7 εξ αυτών καταγράφηκαν ως μάχες (με 20 απώλειες), 23 ως περιστατικά χρήσης βίας κατά αμάχων (με 49 απώλειες), 29 ως ταραχές (με 2 απώλειες) και 48 ως διαμαρτυρίες (με καμία απώλεια), ενώ δεν καταγράφηκαν περιστατικά εκρήξεων / απομακρυσμένης χρήσης βίας[11]. Σημειώνεται δε, ότι ο πληθυσμός της περιφέρειας Kinshasa της Λ.Δ.Κ. καταγράφεται στους 14 565 700 κατοίκους, σύμφωνα με την τελευταία επίσημη εκτίμηση για το 2020[12].

 

Στο σημείο αυτό, επισημαίνεται ότι, με βάση το προσωπικό προφίλ του Αιτητή, πρόκειται για ενήλικο άτομο, με επίπεδο μόρφωσης μέχρι και τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, χωρίς σημεία ευαλωτότητας ή ζητήματα υγείας, με εργασιακή ικανότητα, καθώς και με υποστηρικτικό δίκτυο στην ευρύτερη περιοχή της Kinshasa της Λ.Δ.Κ. όπου αναμένεται να επιστρέψει.

 

Κατά συνέπεια, παρότι εκ των ανωτέρω πληροφοριών διαφαίνεται ότι, γενικότερα, η κατάσταση στη Λ.Δ.Κ. παραμένει ασταθής, εντούτοις, η περιφέρεια Kinshasa δεν φαίνεται να πλήττεται σε τέτοιο βαθμό από συγκρούσεις και περιστατικά βίας, τα οποία να ανάγονται σε τέτοιο επίπεδο, ώστε να θεωρούνται ότι πληρούν τις πρόνοιες του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, ως αυτό ερμηνεύθηκε από το ΔΕΕ[13]. Λαμβάνοντας συνεπώς υπόψιν και τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή (ως αναφέρθηκαν ανωτέρω), θεωρώ ότι δεν εγείρονται ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι αυτός θα διατρέξει κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του και συγκεκριμένα στην Kinshasa της Λ.Δ.Κ..

 

Επομένως, στη βάση των όσων αναλύθηκαν ανωτέρω, κρίνω πως ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει ότι πάσχει η ορθότητα και νομιμότητα της επίδικης απόφασης, ούτε ότι στο πρόσωπό του πληρούνται οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή του στο καθεστώς του πρόσφυγα ή για να του παραχωρηθεί συμπληρωματική προστασία, σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου.

 

Ως εκ τούτου, η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται. Επιδικάζονται €800 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η Αίτηση. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.

 

 

Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.



[1] Βλ. σκ. 32-33 στην απόφαση του ΔΕΕ στην υπόθεση C-465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji v. Staatssecretaris van Justitie, 17/02/2009 (ECLI:EU:C:2009:94)

<https://curia.europa.eu/juris/document/document.jsf;jsessionid=F1C575DF5EA726E5253B7904249787DB?text=&docid=76788&pageIndex=0&doclang=EL&mode=lst&dir=&occ=first&part=1&cid=159298>:

«32. Συναφώς, παρατηρείται ότι οι όροι «θανατική ποινή», «εκτέλεση» καθώς και «βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία του αιτούντος» του άρθρου 15, στοιχεία α΄ και β΄, της οδηγίας, χαρακτηρίζουν περιπτώσεις στις οποίες ο αιτών επικουρική προστασία διατρέχει ειδικώς τον κίνδυνο βλάβης συγκεκριμένης μορφής.

33. Αντιθέτως, η κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας βλάβη, καθόσον συνίσταται σε «σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας» του αιτούντος, αναφέρεται σε ένα γενικότερο κίνδυνο βλάβης.»

[2] USDOS – US Department of State, 2022 Country Report on Human Rights Practices: Democratic Republic of the Congo, 20 March 2023, https://www.ecoi.net/en/document/2089109.html (βλ. δεύτερη παράγραφο στην ενότητα ‘EXECUTIVE SUMMARY’) [ημερ. πρόσβασης 09/02/2024]

[3] EASO, COI QUERY RESPONSE – Democratic Republic of Congo (DRC): 1. Information on the process/practice of becoming a traditional chief in the Kinshasa province and how this title of ‘chief’ is passed along or inherited (2015-2019) & 2. Information on the potential consequences faced by a person who refused to become a traditional chief (2015-2019), 19 December 2019, https://www.ecoi.net/en/file/local/2021713/2019_12_DRC_Query_Traditional_Chief_Q40.pdf (βλ. αναφορές υπό το σημείο 1. – σελ. 2-3) [ημερ. πρόσβασης 09/02/2024]

[4] Ibid. (βλ. αναφορές υπό το σημείο 1. – σελ. 4) [ημερ. πρόσβασης 09/02/2024]

[5] USDOS – US Department of State, 2022 Country Report on Human Rights Practices: Democratic Republic of the Congo, 20 March 2023, https://www.ecoi.net/en/document/2089109.html (βλ. τελευταία παράγραφο υπό την ενότητα ‘Section 6. Discrimination and Societal Abuses - Women - Discrimination’) [ημερ. πρόσβασης 09/02/2024]

[6] Ibid. (βλ. τελευταία παράγραφο υπό την ενότητα ‘Section 3. Freedom to Participate in the Political Process - Elections and Political Participation - Political Parties and Political Participation’) [ημερ. πρόσβασης 09/02/2024]

[7] Βλ. CRISIS24, DR Congo Country Report, Last update: August 16, 2023, https://crisis24.garda.com/insights-intelligence/intelligence/country-reports/dr-congo (βλ. ενότητα υπό εισαγωγικό κείμενο) [ημερ. πρόσβασης 09/02/2024]

[8] Ibid. (βλ. ενότηταSecurity’) [ημερ. πρόσβασης 09/02/2024]

[9] Βλ. (ενδεικτικά) ακόλουθες πηγές:

-          Refugee Documentation Centre (RDC, Ireland) - Legal Aid Board, Democratic Republic of Congo: Information on the human rights situation nationwide and in North Kivu, 29 September 2023, https://coi.euaa.europa.eu/administration/ireland/PLib/2023_09_DRC_Human_rights.pdf [ημερ. πρόσβασης 09/02/2024]

-          Refugee Documentation Centre (RDC, Ireland) - Legal Aid Board, DRC: Information on the current security situation including use of child soldiers by militia groups, 1 December 2023, https://coi.euaa.europa.eu/administration/ireland/PLib/2023_12_DRC_Security_child_soldiers.pdf [ημερ. πρόσβασης 09/02/2024]

-          Refugee Documentation Centre (RDC, Ireland) - Legal Aid Board, DRC: Information on the current security situation, 28 September 2023, https://coi.euaa.europa.eu/administration/ireland/PLib/2023_09_DRC_Security.pdf [ημερ. πρόσβασης 09/02/2024]

[10] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, 2023, https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard (βλ. πλατφόρμα Dashboard, με στοιχεία ανάλυσης ως εξής: ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ – 02/02/2023 - 02/02/2024, ΤΥΠΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests και ΠΕΡΙΟΧΗ Middle Africa - Democratic Republic of Congo - Kinshasa) [ημερ. πρόσβασης 12/02/2024]

[11] Ibid. [ημερ. πρόσβασης 12/02/2024]

[12] βλ. WWW.CITYPOPULATION.DE, 09/10/2020, υπό Africa / Democratic Republic of the Congo / Provinces - Kinshasa, https://www.citypopulation.de/en/drcongo/cities/ [ημερ. πρόσβασης 12/02/2024]

[13] Βλ. C-285/12, A. Diakité v. Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides, 30/01/2014 (ECLI:EU:C:2014:39) <https://curia.europa.eu/juris/document/document.jsf;jsessionid=7D51FCB3643AB74C3255F23E04E1BA4A?text=&docid=147061&pageIndex=0&doclang=EL&mode=lst&dir=&occ=first&part=1&cid=1100979>, καθώς και C-465/07, Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v. Staatssecretaris van Justitie, 17/02/2009 (ECLI:EU:C:2009:94) <https://curia.europa.eu/juris/document/document.jsf?text=&docid=76788&pageIndex=0&doclang=EL&mode=lst&dir=&occ=first&part=1&cid=1101316>


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο