ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

 

    Υπόθεση Αρ.: 566/24

 

29 Μαρτίου, 2024

 

[Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:

 

P. A. O. A.

Αιτητού

και

 

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου

 

 

Καθ' ων η αίτηση

 ........

 

Ο Αιτητής εμφανίζεται αυτοπροσώπως 

 

M. Kαρπούζη (κα.), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση

 

(κ.) Ε. Ηρακλέους για πιστή μετάφραση από γαλλικά σε ελληνικά και αντίστροφα

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Ο Αιτητής με την παρούσα προσφυγή στρέφεται κατά της απόφασης των Καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 28.1.2024,  με την οποία απορρίφθηκε η αίτηση του τελευταίου για διεθνή προστασία.

Γεγονότα

1.             Τα γεγονότα της υπόθεσης έχουν ως ακολούθως: Ο Αιτητής κατάγεται από την Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (στο εξής: Λ.Δ.Κ.) και είναι κάτοχος διαβατηρίου της χώρας καταγωγής του. Περί τις 26.11.2020, ο Αιτητής υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας. Στις 24.1.2024, πραγματοποιήθηκε συνέντευξη στον Αιτητή από λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου, ο οποίος υπέβαλε σχετική Έκθεση/ Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου (στο εξής: o Προϊστάμενος) για απόρριψη της αίτησης ασύλου του Αιτητή. Η εισήγηση για απόρριψη της αίτησης ασύλου του Αιτητή εγκρίθηκε από τον Προϊστάμενο στις 28.1.2024 και κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 7.4.2024. Η τελευταία αυτή απόφαση αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.

Νομικοί Ισχυρισμοί

2.             Ο Αιτητής στην προσφυγή του αναφέρει ότι επιθυμεί την προσβολή της επίδικης απόφασης δηλώντας ότι στη χώρα του έγινε  ένα ατύχημα με μοτοσυκλέτα, την οποία είχε στην κατοχή του αλλά δεν οδηγούσε ο ίδιος, συνεπεία του οποία απεβίωσαν δύο άτομα. Η οικογένεια των θυμάτων θέλουν να τον σκοτώσουν, ενώ αντιμετωπίζει προβλήματα ταυτόχρονα και με την αστυνομία. Ως εκ τούτου, αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη χώρα διότι κινδυνεύει η ζωή του.

3.             Κατά το στάδιο των προφορικών αγορεύσεων, ο Αιτητής επιβεβαίωσε ότι κατάγεται από ΛΔΚ προσδιορίζοντας ως τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής την πόλη Κινσάσα, στην οποία εργαζόταν ως μηχανικός μηχανοκίνητων οχημάτων. Στον ίδιο τόπο διαμένουν οι δύο μικρότερες αδελφές του ηλικίας 24 και 28 ετών, αντίστοιχα, με τις οποίες διατηρεί επικοινωνία. Τόσο από την μητρική όσο και από την πατρική οικογένειά του έχει θείους και θείες στη χώρα καταγωγής του. Ως προς τα κίνητρα εγκατάλειψης της χώρας του, ο Αιτητής αναφέρθηκε σε ένα ατύχημα με μοτοσυκλέτα, την οποία ο ίδιος είχε δώσει σε ένα  φίλο του για να πλύνει. Στη μοτοσυκλέτα επέβαιναν δύο άτομα και κατόπιν σύγκρουσής τους με ένα αυτοκίνητα απεβίωσαν. Οι συνάδελφοι του Αιτητή τον ενημέρωσαν για το ατύχημα και ότι επίσης  η οικογένεια του ενός εκ των θυμάτων τον αναζητεί για τον βλάψει διότι αποδίδουν σε αυτόν το θάνατο του οικείου τους, καθώς ο Αιτητής τού δάνεισε τη μοτοσυκλέτα. Το θύμα, ως διευκρίνισε ο Αιτητής ήταν ενήλικας. Το ατύχημα έλαβε χώρα έξι μήνες πριν αυτός αναχωρήσει από τη χώρα του. Ο ίδιος διέφυγε σε άλλη περιοχή της Kinshasa ονόματι Maluku. Στο διάστημα αυτό πληροφορήθηκε από την οικογένεια και τους συναδέλφους του ότι βανδάλισαν την οικεία του.

4.             Από την πλευρά τους οι Καθ' ων η αίτηση υπεραμύνονται της επίδικης απόφασης και αντικρούουν τους ισχυρισμούς του Αιτητή, παραπέμπουν στις δηλώσεις του κατά το στάδιο της διοικητικής διαδικασίας τις οποίες χαρακτηρίζουν ασαφείς και αντιφατικές. Εισηγούνται ότι δε δικαιολογείται η υπαγωγή του σε καθεστώς διεθνούς προστασίας καθώς ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο λόγο δίωξης για τους λόγους που αναφέρονται περιοριστικά στο άρθρο 3(1) το περί Προσφύγων Νόμου. Εξετάζοντας τις δηλώσεις του σε συνδυασμό με πληροφορίες από τη χώρα καταγωγής που αφορά την κατάσταση ασφαλείας και τις προσωπικές του περιστάσεις, εισηγούνται ότι δεν μπορεί να υπαχθεί στο προστατευτικό καθεστώς των διατάξεων του άρθρου 19(2) του περί Προσφύγων Νόμου καθώς δεν αναμένεται ευλόγως να αντιμετωπίσει σοβαρό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη εξαιτίας των λόγων που αναφέρονται  στο άρθρο αυτό. Ειδικότερα, επεσήμαναν ότι κατά τη συνέντευξή του ο Αιτητής δήλωσε ότι ήταν ιδιοκτήτης της μοτοσυκλέτας ενώ κατά την ακροαματική διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου, επεσήμαναν ότι αυτός δήλωσε ότι απλώς ήταν μία μοτοσυκλέτα που βρισκόταν στο χώρο εργασίας του. Ως αόριστους και αντιφατικούς χαρακτήρισαν εξάλλου τους ισχυρισμούς του περί δίωξής του από την αστυνομία, επισημαίνοντας ότι κατά τη διοικητική διαδικασία, ο Αιτητής δήλωσε ότι φοβάται ενδεχόμενο δίωξής του από τις αρχές της χώρας του διότι η μοτοσυκλέτα δεν ήταν ασφαλισμένη. Επίσης, αντίφαση υποδεικνύουν στα λεγόμενα του Αιτητή, στο σημείο ότι ο ίδιος δήλωσε ότι εξέδωσε το διαβατήριό του την περίοδο που κρυβόταν από την οικογένεια του θύματος, ενώ το ίδιο το διαβατήριο φέρει ημερομηνία έκδοσης προ των γεγονότων του ατυχήματος. Επιπλέον, σημειώνουν αντίφαση στις αναφορές του Αιτητή ως προς την ιδιότητα του θύματος, καθώς ενώ ο Αιτητής δήλωσε στη διοίκηση ότι είναι εκπαιδευόμενός του στο δικαστήριο δήλωσε ότι πρόκειται περί συναδέλφου του.

Το νομικό πλαίσιο

5.             Το άρθρο 11 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 και 2020 (Ο περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμος) καθορίζει τη δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου.

6.             Το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου ορίζει τα ακόλουθα:

«Πρόσφυγας

3.-(1) Ως πρόσφυγας αναγνωρίζεται το πρόσωπο που, λόγω βάσιμου φόβου καταδίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, είναι εκτός της χώρας της ιθαγενείας του και δεν είναι σε θέση, ή, λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο, να χρησιμοποιήσει την προστασία της χώρας αυτής, ή πρόσωπο, που δεν έχει ιθαγένεια, το οποίο, ενώ είναι εκτός της χώρας της προηγούμενης συνήθους διαμονής του ως αποτέλεσμα αυτών των καταστάσεων, δεν είναι σε θέση ή, λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο να επιστρέψει σ' αυτή και στο οποίο δεν έχει εφαρμογή το άρθρο 5.».

7.             Το άρθρο 16 του περί Προσφύγων Νόμου ορίζει τα εξής:

«Υποχρεώσεις αιτητή κατά την εξέταση της αίτησης και συναφής υποχρέωση αρμόδιων αρχών

16.-(1) Κατά την εξέταση της αίτησής του, ο αιτητής οφείλει να συνεργάζεται με την Υπηρεσία Ασύλου με σκοπό την εξακρίβωση της ταυτότητάς του και των υπόλοιπων στοιχείων που αναφέρονται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (2).

(2)  Ιδίως, ο αιτητής οφείλει-

(α) να υποβάλει το συντομότερο δυνατό όλα τα στοιχεία που απαιτούνται για την τεκμηρίωση της αίτησης, τα οποία στοιχεία συνίστανται σε δηλώσεις του αιτητή και σε όλα τα έγγραφα που έχει ο αιτητής στη διάθεσή του σχετικά με την ηλικία του, το προσωπικό του ιστορικό, καθώς και το ιστορικό των οικείων συγγενών του, την ταυτότητα, την ιθαγένεια, τη χώρα και το μέρος προηγούμενης διαμονής του, τις προηγούμενες αιτήσεις ασύλου, το δρομολόγιο που ακολούθησε, το δελτίο ταυτότητας και τα ταξιδιωτικά του έγγραφα και τους λόγους για τους οποίους ζητεί διεθνή προστασία∙

 [.]

8.             Το άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου προβλέπει τα εξής:

«Αναγνώριση καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας

19.-(1) Ο Προϊστάμενος, με απόφασή του αναγνωρίζει καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, σε οποιοδήποτε αιτητή, ο οποίος δεν αναγνωρίζεται ως πρόσφυγας ή σε οποιοδήποτε αιτητή του οποίου η αίτηση σαφώς δεν βασίζεται σε οποιουσδήποτε από τους λόγους του εδαφίου (1) του άρθρου 3, αλλά σε σχέση με τον οποίο υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη και δεν είναι σε θέση ή, λόγω του κινδύνου αυτού, δεν είναι πρόθυμος, να θέσει τον εαυτό του υπό την προστασία της χώρας αυτής.

(2) Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, "σοβαρή βλάβη" ή "σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη" σημαίνει-

(α) θανατική ποινή ή εκτέλεση, ή

(β) βασανιστήρια ή απάνθρωπη  ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία του αιτητή στη χώρα καταγωγής του, ή

(γ) σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης...».

Κατάληξη

9.             Το παρόν Δικαστήριο ως δικαστήριο ουσίας δικάζει την υπόθεση που άγεται ενώπιον του εξ υπαρχής, κατά το νόμο και κατά την ουσία, δεν περιορίζεται μόνο στην εξέταση της διαδικασίας και των στοιχείων κρίσης της διοικητικής αρχής που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, αλλά προχωρεί παραπέρα και εξετάζει την ουσιαστική ορθότητα της επίδικης πράξεως. Ο Αιτητής αναμένεται να προβάλει, στο πλαίσιο της διοικητικής ή και της παρούσας δικαστικής διαδικασίας, τέτοιους συγκεκριμένους και ειδικούς ισχυρισμούς, οι οποίοι εν δυνάμει θα δικαιολογούσαν την υπαγωγή του στο καθεστώς διεθνούς προστασίας.

10.          Η έκταση του ελέγχου που το παρόν Δικαστήριο ασκεί επί της επίδικης πράξης, δεν απαλλάσσει τον Αιτητή από την υποχρέωση, τουλάχιστον με τη γραπτή του αγόρευση, να παραθέσει τους λόγους και να συγκεκριμενοποιήσει γιατί η επίδικη πράξη είναι λανθασμένη/ πλημμελής (Βλ. Απόφαση στην υπόθεση Αρ. 1484/2010, Κώστας Λαγός v. Yπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ημερ. 28.9.20212), γιατί η επίδικη απόφαση θα πρέπει να ανατραπεί και πού ακριβώς εδράζεται το αίτημά του για υπαγωγή στο καθεστώς διεθνούς προστασίας.

11.          Το γεγονός ότι το παρόν Δικαστήριο είναι δικαστήριο που εξετάζει όχι μόνο τη νομιμότητα αλλά και την ορθότητα των διοικητικών πράξεων, οι οποίες απαριθμούνται στο εδάφιο (4) του άρθρου 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου, δεν αναιρεί την πιο πάνω υποχρέωση του Αιτητή.

12.          Παρατηρείται συναφώς ότι ο Αιτητής κατά την καταγραφή του αιτήματός του για διεθνή προστασία ανέφερε ότι εγκατέλειψε τη χώρα του διότι η ζωή του δεν είναι ασφαλής. Ως καταγράφει, ένας αδελφός έχει ατύχημα με τη μηχανή ενός τρίτου προσώπου με τον οποίο ο Αιτητής εργαζόταν μαζί. Απεβίωσε στο σημείο της σύγκρουσης με έναν επιβάτη. Για το λόγο αυτό ο ιδιοκτήτης της μηχανής τον έστειλε έξω από τη χώρα, στην Κύπρο, προκειμένου να είναι ασφαλής.

13.          Κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξης, ο Αιτητής δήλωσε ότι προτού εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του διέμενε στην κοινότητα Κalamu της Kinshasa, όπου διέμενε από το 2007. Προηγουμένως και επί τέσσερα περίπου χρόνια διέμενε στο Mumbeke της κοινότητα Limete, η οποία επίσης ανήκει στην ευρύτερη περιφέρεια της Kinshasa.  Είναι άγαμος, απόφοιτος δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και μιλάει γαλλικά, lingala και λίγα αγγλικά. Στη χώρα του εργαζόταν ως μηχανικός από το 2012 μέχρι που εγκατέλειψε τη χώρα του. Από το 2018 εργαζόταν στο δικό του γκαράζ. Παλαιότερα, εργάστηκε και ως κουρέας και ως ελαιοχρωματιστής.

14.          Ερωτηθείς σχετικά με τους λόγους εγκατάλειψης της χώρας καταγωγής του, δήλωσε ότι έδωσε σε ένα εκπαιδευόμενό του τη μοτοσυκλέτα του για να την πάει για πλύσιμο. Παρά τις οδηγίες του Αιτητή, ο εκπαιδευόμενός του πήγε και πήρε έναν φίλο του για να μεταβούν σε άλλο χώρο για προσωπικούς τους λόγους. Περί τα 200 μέτρα μακριά από το σπίτι του Αιτητή ένα αυτοκίνητο τούς κτύπησε, με αποτέλεσμα να αποβιώσουν και οι δύο. Μόλις ένας συνάδελφός του τον πληροφόρησε για το θάνατο των δύο θυμάτων αμέσως εγκατέλειψε την οικεία του. Τότε όλοι οι άνδρες της περιοχής, διότι ένα εκ των θυμάτων ονόματι «C», έμενε στο δρόμο του, ήρθαν στο σπίτι του Αιτητή κατηγορώντας τον για το θάνατο του «C», διότι αυτός τού έδωσε τη μοτοσυκλέτα.    Τα άτομα αυτά κατέστρεψαν το σπίτι του ενώ όταν η αστυνομία ήρθε ήταν πλέον αργά διότι όλα καταστράφηκαν. Τότε ο Αιτητής εγκατέλειψε την περιοχή όπου διέμενε για να μετακομίσει στο Maluku. Από πληροφορίες που λάμβανε από τρίτους, έμαθε ότι η αστυνομία διερευνούσε τους δύο θανάτος. Ο ίδιος ουδέποτε επέστρεψε πίσω στον τόπο όπου διέμενε. Ο Αιτητής κατόπιν διευκρινιστικής ερώτησης δήλωσε ότι αυτοί που τον απειλούσαν προέρχονταν από την οικογένεια του προσώπου που απεβίωσε. Ακολούθησαν διευκρινιστικής φύσεως ερωτήματα αναφορικά με τις περιστάσεις και το χρόνο του ατυχήματος, την εμπλοκή της αστυνομίας και τα επεισόδια που ακολούθησαν το  ατύχημα. Ο Αιτητής δήλωσε ότι φοβάται την οικογένεια του θύματος αφενός, αφετέρου, την αστυνομία καθώς δεν είχε ασφάλεια η μοτοσυκλέτα του και την έδωσε επίσης σε τρίτο πρόσωπο.

15.          Αξιολογώντας τις δηλώσεις του Αιτητή, οι Καθ' ων η αίτηση σχημάτισαν δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς, ο πρώτος ως προς τη χώρα καταγωγής του Αιτητή, τον τόπο γέννησης και τόπο διαμονής, την Κινσάσα και ο δεύτερος ως προς τον φόβο δίωξης του Αιτητή από την αστυνομία και την οικογένεια ενός υπαλλήλου του Αιτητή, ο οποίος απεβίωσε ενώ οδηγούσε την μοτοσυκλέτα του Αιτητή.

16.          Ως προς την αξιοπιστία των ισχυρισμών του, ο πρώτος κρίθηκε αξιόπιστος στο σύνολό του και έγινε δεκτός.

17.          Ο δεύτερος ισχυρισμός απορρίφθηκε, λόγω έλλειψης εσωτερικής αξιοπιστίας. Κρίθηκε ειδικότερα ότι  ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να παρέχει επαρκείς πληροφορίες αναφορικά με τη μοτοσυκλέτα του, καθώς αναφέρθηκε μόνο στο μοντέλο και τη μάρκα χωρίς επιπλέον λεπτομέρειες, Επιπλέον, σημείωσαν ως αντιφατική τη δήλωσή του Αιτητή ως προς τον τόπο διαμονής του προτού αναχωρήσει από τη χώρα, καθώς ουδεμία αναφορά έκανε στην περιοχή Maluku. Ως μη αρκούντως ευλογοφανείς χαρακτηρίστηκαν οι δηλώσεις του Αιτητή αναφορικά με τις περιστάσεις εξόδου του από τη χώρα. Αν και ο Αιτητής δήλωσε ότι καταζητείται από τις αρχές της χώρας του από την άλλη εξέδωσε ως ανέφερε διαβατήριο την περίοδο που καταζητείτο  και δεν αντιμετώπισε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την έξοδό του από τη χώρα. Επιπλέον, ο ίδιος απέδωσε αυτό στο γεγονός ότι όταν κάποιος  καταζητείται σε μια περιοχή της χώρας δεν σημαίνει ότι καταζητείται και σε μια άλλη περιοχή.  

18.          Κατά την αξιολόγηση του κινδύνου οι Καθ’ ων η αίτηση έλαβαν υπόψη τα στοιχεία του προφίλ του Αιτητή καθώς και την κατάσταση ασφαλείας στην Κινσάσα που αποτελεί τον τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή και εισηγούνται ότι βάσει των στοιχείων που εξετάστηκαν δεν αναμένεται ευλόγως να αντιμετωπίσει δίωξη ή πραγματικό κίνδυνο βλάβης σε περίπτωση επιστροφής. Κατά τη νομική ανάλυση οι Καθ’ ων η αίτηση συμπεραίνουν ότι δεν δικαιούται καθεστώς πρόσφυγα καθώς δεν προκύπτει βάσιμος φόβος δίωξης για έναν από τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου. Αναφορικά με το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας οι Καθ'ων η αίτηση κατέληξαν πως δε συντρέχει περίπτωση εφαρμογής του άρθρου 19(2) του περί Προσφύγων Νόμου.

19.          Στο πλαίσιο της ακροαματικής διαδικασίας ενώπιον του Δικαστηρίου, ο Αιτητής δήλωσε όσα καταγράφονται ανωτέρω, υπό τον τίτλο «Νομικοί Ισχυρισμοί».

20.          Προχωρώντας στην de novo και ex nunc εξέταση των ενώπιόν μου δεδομένων, όπως υπαγορεύουν τα εδάφια (3) και (4) του άρθρου 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου και αξιολογώντας τους ισχυρισμούς του Αιτητή, οι οποίοι συνδέονται με τον πυρήνα του αιτήματός του για διεθνή προστασία, επισημαίνονται τα εξής:

21.          Όσον αφορά στον πρώτο ισχυρισμό του αιτητή σχετικά με τα προσωπικά στοιχεία του αιτητή, τα στοιχεία του προφίλ του και τη χώρα καταγωγής, επιβεβαιώνεται ότι πρόκειται για νεαρό ενήλικα γεννηθείς το 1993, μονήρη, υγιή, με εργασιακή πείρα και μορφωτικό επίπεδο δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, ο οποίος διαθέτει οικογενειακό και ευρύτερο κοινωνικό δίκτυο στη χώρα καταγωγής του. Τα προσωπικά στοιχεία του αιτητή προκύπτουν από το αντίγραφο του διαβατήριου, το οποίο προσκόμισε ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου. Σε ό,τι αφορά δε τον τόπο συνήθους διαμονής του την περιοχή Kalamu, της διοικητικής περιφέρειας της Funa της πρωτεύουσας Kinshasa[1] εντοπίζεται σε εξωτερικές πηγές χαρτογράφησης.

22.          Ακολούθως, διαπιστώνω τον εσφαλμένο διαχωρισμό των ουσιωδών ισχυρισμών στον οποίο προέβησαν οι Καθ’ ων η αίτηση. Όπως υποδεικνύει ο Πρακτικός Οδηγός της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο (EASO, και πλέον Οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο, EUAA), «η προσήκουσα ταυτοποίηση των ουσιωδών ισχυρισμών είναι ουσιώδης τόσο για την αξιολόγηση της αξιοπιστίας όσο και για την αξιολόγηση κινδύνου».[2] Διαχωρίζοντας κατ’ ορθό τρόπο τους ουσιώδεις ισχυρισμούς, επισημαίνω ότι ως δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός όφειλε να σχηματισθεί το κατ’ ισχυρισμόν  ατύχημα που προκάλεσε το θάνατο δύο προσώπων, το οποίο αποτελεί και τη γενεσιουργό αιτία της κατ’ ισχυρισμό δίωξης του Αιτητή, ως τρίτος η κατ’ ισχυρισμό δίωξη του Αιτητή από την αστυνομία και τέλος, ως τέταρτος  η κατ΄ισχυρισμό δίωξη του Αιτητή από την οικογένεια του ενός εκ των θυμάτων. 

23.          Προχωρώντας στην εξέταση του ως ανωτέρω δεύτερου ουσιώδους ισχυρισμού την ύπαρξη του ατύχηματος που προκάλεσε το θάνατο δύο προσώπων, το οποίο αποτελεί και τη γενεσιουργό αιτία της κατ’ ισχυρισμό δίωξης του Αιτητή παρατηρούνται τα ακόλουθα.  Καταρχάς, αντίφαση παρατηρείται ως προς το πρόσωπο του ιδιοκτήτη της μοτοσκυκλέτας στην οποία επέβαιναν τα θύματα. Ενώ στην καταγραφή της αίτησής του, ο Αιτητής αναφέρεται σε έτερο ιδιοκτήτη του οχήματος και αναφέρεται στο εαυτό του ως αδειούχο οδηγό, κατά το στάδιο της συνέντευξης ο Αιτητής δήλωσε ότι ο ίδιος ήταν ιδιοκτήτης της μοτοσυκλέτας, εξ ου και ανησυχούσε ότι θα διωχθεί από την αστυνομία διότι η μοτοσυκλέτα δεν ήταν ασφαλισμένη. Ακολούθως, στο πλαίσιο της δικαστικής διαδικασίας, ο Αιτητής ανέφερε ότι η μοτοσυκλέτα ανήκε στον ίδιο αλλά κατά τη διάρκεια του δυστυχήματος την οδηγούσε τρίτο πρόσωπο συνοδεία φίλου του. Αντίφαση παρατηρείται και στις αναφορές του Αιτητή ως προς το μοντέλο της μοτοσυκλέτας καθώς ενώ στη συνέντευξη ανέφερε ότι είναι μάρκας C E Haojoue ενώπιον του Δικαστηρίου ανέφερε ότι είναι μάρκας Audi, διαφοροποιώντας στη συνέχεια τη δήλωσή του όταν τού υποδείχθηκε η αντίφαση. Οι εν λόγω αντιφάσεις σε συνάρτηση με τα όσα καταγράφονται κατωτέρω και τα οποία θίγουν τη γενικότερη αξιοπιστία του Αιτητή οδηγούν σε απόρριψη του δεύτερου  ουσιώδους ισχυρισμού, καθώς δεν στοιχειοθετείται η εσωτερική του αξιοπιστία.

24.          Ακολούθως, ως προς την κατ΄ισχυρισμό δίωξή του από την οικογένεια του θύματος, επισημαίνεται εκ προοιμίου, ότι ο ίδιος ουδέποτε ήρθε σε επαφή έστω λεκτική με τους συγγενείς του θύματος. Συνεπώς, τα όσα ανάφερε ο Αιτητή αφορούν σε δηλώσεις που τού μετέφερε ένας φίλος του, ο οποίος τον ενθάρρυνε να εγκαταλείψει το σπίτι του. Επιπλέον, δεν είναι σαφές το περιεχόμενο των κατ΄ισχυρισμόν απειλών που δέχτηκε. Ούτε και οι φορείς δίωξής του προσδιορίζονται με σαφήνεια καθώς γίνεται αναφορά αρχικώς σε άνδρες της γειτονίας όπου διέμεναν ο Αιτητής και το θύμα και σε ακόλουθο στάδιο της συνέντευξης γίνεται αναφορά σε μέλη της οικογένειας του θύματος, χωρίς κάποιο σαφέστερο προσδιορισμό. Ούτε και εξηγείται με ποιο τρόπο και υπό ποιες περιστάσεις ο φίλος και συνάδελφός του έλαβε γνώση των κατ΄ισχυρισμόν απειλών. Δημιουργούνται δε τα εύλογα ερωτήματα, πώς έλαβε γνώση των απειλών, και πώς τα μέλη της οικογένειας του θύματος γνώριζαν τη σχέση του Αιτητή με το συνάδελφό του; Υπάρχει σε αυτό το σημείο συνεπώς σημαντική έλλειψη λεπτομέρειας, ένδειξη ότι αυτά που περιγράφει ο Αιτητή δεν αφορούν σε όντως βιωθείσες καταστάσεις. Επιπλέον, η επίθεση που περιγράφει με γενικότητα ο Αιτητής στην οικία του, πέραν του ότι χρονικά τοποθετείται κοντά στο ατύχημα δεν υπάρχουν άλλα αντικειμενικά δεδομένα που να συνδέουν τον κατ’ ισχυρισμό βανδαλισμό με την οικογένεια του θύματος. Και σε αυτό το σημείο ο Αιτητής αναπαράγει γεγονότα που τρίτοι του μετέφεραν. Τέλος, παρατηρείται ότι, καίτοι δεν αποτελεί το μόνο στοιχείο προς απόρριψη του εν λόγω ισχυρισμού καθώς αφορά στην υποκειμενική στάση της οικογένειας του θύματος, δεν παρίσταται ευλογοφανής η δίωξη του Αιτητή από την οικογένεια του θύματος, καθώς το θύμα, ως δήλωσε ο Αιτητής, ήταν ενήλικας άνδρας, ο οποίος είχε γνώση οδήγησης μοτοσυκλέτας καθώς εργαζόταν στο συνεργείο του Αιτητή και δεν ήταν η πρώτη φορά που οδηγούσε τέτοιου είδους οχήματα. Συνεπώς δεν είναι εύλογο να αποδίδεται ευθύνη στον Αιτητή σε βαθμό που να κινδυνεύει η σωματική του ακεραιότητα, για τις ενέργειες που ελεύθερα το θύμα ως ενήλικας επέλεξε να προβεί, μόνο εκ του λόγου ότι η μοτοσυκλέτα ανήκε στον Αιτητή. Επιπλέον, ο θάνατος του θύματος φαίνεται να προήλθε κατά τους ισχυρισμούς του Αιτητή από σύγκρουση με αυτοκίνητο. Ως εκ τούτου, πέραν της αιτιώδους συνάφειας του δεύτερου  απορριφθέντως ισχυρισμού με τον παρόντα, επιπλέον ο υπό εξέταση ισχυρισμός περί δίωξης του Αιτητή από την οικογένεια του θύματος απορρίπτεται ως αναξιόπιστος.

25.          Τέλος, ως προς τον τέταρτο  ουσιώδη ισχυρισμό περί δίωξης του Αιτητή από την αστυνομία, σημειώνεται καταρχάς ότι αυτή παρουσιάζεται με πολλή γενικότητα. Δεν είναι σαφές για πιο λόγο ο Αιτητής διώκεται ή για πιο λόγω θεωρεί ότι ενδέχεται να διωχθεί. Ο Αιτητής δεν προσκόμισε οποιοδήποτε έγγραφο ότι καταζητείται ούτε και εξηγεί που εδράζει τη γνώση του ότι καταζητείται από την αστυνομία. Οι δηλώσεις του Αιτητή διαφοροποιούνται στα διάφορα στάδιο της διαδικασίας καθώς κατά την καταγραφή αναφέρει ότι ανησυχεί ως δικαιούχος οδήγησης την εν λόγω μηχανή, υποδεικνύοντας τρίτο πρόσωπο ως ιδιοκτήτη της, στη συνέχεια κατά τη συνέντευξή του δηλώνει ότι ανησυχεί ως ιδιοκτήτης διότι η μηχανή δεν ήταν δεόντως ασφαλισμένη. Στο σημείο αυτό υπενθυμίζεται ότι η διεθνής προστασία δε δύναται να αποτελέσει προστασία από την άσκηση ποινικής δίωξης κατά ενός προσώπου, καθώς αυτή δεν υπάγεται καταρχήν στο όρο δίωξη με την έννοια του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου. Ανατρέχοντας και στον οδηγό της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο, με ημερομηνία έκδοσης το 2018, αναφέρεται πως η δίωξη πρέπει να διακρίνεται από την ποινική δίωξη ή την ποινή που επιβάλλεται για αδίκημα του κοινού ποινικού δικαίου. Οι φυγόδικοι ή οι φυγόποινοι δεν είναι κανονικά πρόσφυγες.[3] Ως εκ τούτου, εάν ο Αιτητή επιστρέφοντας στη χώρα του υπήρχε περίπτωση να διωχθεί εξαιτίας της παράλειψής του συμμορφωθεί με σχετικές απαιτήσεις της νομοθεσίας, δεν προκύπτει ζήτημα δίωξής του με την έννοια του άρθρου 3  ή 10 του περί Προσφύγων Νόμου. Σημειώνεται εξάλλου, ότι καίτοι ο Αιτητής ανέφερε ότι διώκεται από τις αρχές της χώρας του έξι μήνες μετά το περιστατικό του ατυχήματος εγκατέλειψε τη χώρα του νόμιμα μέσω αερολιμένα, δεδομένο που ενισχύει το συμπέρασμα ότι ο Αιτητή δεν διώκεται από τις αρχές της χώρας του.

26.          Τέλος στο πλαίσιο εξέτασης της γενικότερης αξιοπιστίας του Αιτητή σημειώνονται και οι αντιφατικές αναφορές του ως προς το χρόνο έκδοσης του διαβατηρίου του, καθώς ενώ το ίδιο το έγγραφο φέρει ημερομηνία έκδοσης Νοέμβριου του 2019 και ημερομηνία λήξεως Νοέμβριο του 2024, (βλ. ερ. 31 χ1 και ερ. 30 χ2 του διοικητικού φακέλου), ο Αιτητής δήλωσε ότι ανανέωσε του διαβατήριό του το χρονικό διάστημα κατά το οποίο προσπαθούσε να εγκαταλείψει τη χώρα (μετά δηλαδή το Μάιο του 2020 όπου έλαβε χώρα το ατύχημα).

27.          Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω, και ο τέταρτος  ουσιώδης ισχυρισμός απορρίπτεται.

28.          Προχωρώντας στην αξιολόγηση του κινδύνου που διατρέχει ο Αιτητής, στη βάση του μόνου αξιόπιστου ισχυρισμού του Αιτητή, ήτοι το προφίλ, την ταυτότητα και τη χώρα καταγωγής του Αιτητή, επισημαίνονται τα κάτωθι: έχοντας ενώπιόν μου τον διοικητικό φάκελο της υπόθεσης καθώς και την ίδια την επίδικη απόφαση καταλήγω ότι δεν δικαιολογείται η υπαγωγή του Αιτητή στο καθεστώς του πρόσφυγα καθώς δεν τεκμηριώθηκε η συνδρομή βάσιμου φόβου δίωξης για τους λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου. Φόβος δίωξης δεν προκύπτει καθαυτός από τα προσωπικά στοιχεία του Αιτητή τα οποία και έχουν γίνει αποδεκτά.

29.          Το Δικαστήριο θα προχωρήσει σε έρευνα σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης σχετικά με την γενικότερη κατάσταση ασφαλείας στην χώρα καταγωγής του Αιτητή και ειδικότερα στην περιοχή διαμονής του Αιτητή,  ήτοι την πόλη Kinshasa.

30.          Κατόπιν έρευνας σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης ανευρέθη ότι δεν δραστηριοποιούνται μη κρατικοί ένοπλοι φορείς στην Kinshasa, αλλά μόνον στις ανατολικές περιοχές της ΛΔΚ, ήτοι Ituri, Kasai, και Kivu[4].

31.          Για την πληρότητα της έρευνας θα παρατεθούν και αριθμητικά δεδομένα από τη βάση δεδομένων ACLED. Πρέπει να σημειωθεί ότι αυτά τα δεδομένα  αφορούν συνολικά την επαρχία της Kinshasa, της οποίας η πόλη Kinshasa αποτελεί πρωτεύουσα. Κατά την χρονική περίοδο 22/3/2023 έως 22/3/2024 στην  επαρχία Kinshasa καταγράφηκαν 106 περιστατικά τα οποία οδήγησαν σε 69 απώλειες. Τα 106 περιστατικά έχουν κατηγοριοποιηθεί ως ακολούθως: 8 μάχες (battles) οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα 20 απώλειες σε ανθρώπινες ζωές, 21 περιστατικά βίας κατά πολιτών (violence against civilians) τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα 48 ανθρώπινες απώλειες, 26 ταραχές (riots) οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα 1 ανθρώπινη απώλεια, και 51 διαμαρτυρίες (protests)..[5]  Σημειώνεται περαιτέρω, ότι κατά τη χρονική περίοδο 1/1/2024 έως 22/3/2024  καταγράφηκαν στην επαρχία Kinshasa, 20 περιστατικά ασφαλείας, χωρίς οποιεσδήποτε καταγεγραμμένες απώλειες.[6] Σημειώνεται επίσης, ότι η ευρύτερη περιοχή της Κinshasa εκτιμάται ότι αριθμεί περί τα 17,032,322 (2024)  πληθυσμό.[7] Όπως παρατίθενται ανωτέρω, η κατάσταση ασφαλείας στις κεντρικές και στις περισσότερες δυτικές περιοχές της ΛΔΚ όπου υπάγεται η Kinshasa, ο τόπος καταγωγής και μόνιμης διαμονής του Αιτητή, είναι σχετικά ήρεμη και σταθερή, ενώ ως αναφέρθηκε οι εχθροπραξίες περιορίζονται στις ανατολικές επαρχίες της χώρας. Με βάση τα ανωτέρω, και σε συνάρτηση με τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή, ήτοι νέος, άρρεν, με σημαντικό μορφωτικό επίπεδο και με ισχυρό δίκτυο υποστήριξης, αποτελούμενο από την πυρηνική του οικογένεια, δεν διαφαίνεται αυτός να διατρέχει σοβαρό κίνδυνο βλάβης στην πόλη Kinshasa.

32.          Καταληκτικά, ενόψει των ανωτέρω και από τα στοιχεία του φακέλου δεν προκύπτει δυνατότητα υπαγωγής του Αιτητή στην προστατευτική διάταξη του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου.

33.          Ούτε επίσης τεκμηριώνεται υπαγωγή του στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας (άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου), καθώς ο Αιτητής δεν επικαλέστηκε κατά βάσιμο τρόπο αλλά και από τα ενώπιόν μου στοιχεία δεν προκύπτει ότι εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη.

34.          Ειδικότερα, στην προκείμενη περίπτωση από το προαναφερόμενο ιστορικό και δεδομένου ότι ο Αιτητής δεν επικαλείται ειδικώς, ότι ενόψει των προσωπικών του περιστάσεων, πιθανολογείται να εκτεθεί σε κίνδυνο βλάβης συγκεκριμένης μορφής [βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94, Elgafaji, σκέψη 32)] δεν προκύπτει ότι αυτή διατρέχει κίνδυνο σοβαρής βλάβης, λόγω θανατικής καταδίκης ή εκτέλεσης, βασανιστηρίων, απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας σε περίπτωση επιστροφής της στη χώρα καταγωγής [βλ άρθρο 19(2)(α) και (β)].

35.          Ούτε εξάλλου, προκύπτει ότι συντρέχει αδιακρίτως ασκούμενη βία στον τελευταίο τόπο διαμονής του Αιτητή, ο βαθμός της οποίας να είναι τόσο υψηλός, ώστε να υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμηθεί ότι ο Αιτητής, ακόμα κι αν ήθελε υποτεθεί ότι θα επιστρέψει στη συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή, θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί στην εν λόγω απειλή [βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94  Elgafaji, σκέψη 43].

36.          Σημειώνεται συναφώς ότι «το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, αναγνωρίζεται σε οποιοδήποτε Αιτητή, ο οποίος δεν αναγνωρίζεται ως πρόσφυγας ή σε οποιοδήποτε Αιτητή του οποίου η αίτηση σαφώς δε βασίζεται σε οποιουσδήποτε από τους λόγους του εδαφίου (1) του άρθρου 3, αλλά σε σχέση με τον οποίο υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη και δεν είναι σε θέση ή, λόγω του κινδύνου αυτού, δεν είναι πρόθυμος, να θέσει τον εαυτό του υπό την προστασία της χώρας αυτής». Ως  «σοβαρή» ή «σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη» ορίζεται δυνάμει του άρθρου 19(2)(γ) ως «σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης».

37.          Ως προς τους παράγοντες που δύνανται να ληφθούν υπόψιν ως προς την αξιολόγηση του συστατικού στοιχείου της αδιάκριτης βίας, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: το ΔΕΕ) επεσήμανε σε πρόσφατη απόφασή του ότι συνιστούν «[…]μεταξύ άλλων, η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύρραξης ως στοιχεία λαμβανόμενα υπόψη κατά την εκτίμηση του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 (πρβλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C‑285/12, EU:C:2014:39, σκέψη 35), καθώς και άλλα στοιχεία όπως η γεωγραφική έκταση της κατάστασης αδιάκριτης άσκησης βίας, ο πραγματικός προορισμός του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής στην οικεία χώρα ή περιοχή και οι τυχόν εκ προθέσεως επιθέσεις κατά αμάχων εκ μέρους των εμπόλεμων μερών» (ΔΕΕ, C-901/19, ημερομηνίας 10.6.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland, σκέψη 43).

38.          Περαιτέρω, ως προς τον προσδιορισμό του επιπέδου της ασκούμενης αδιάκριτης βίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (στο εξής: το ΕΔΔΑ) στην απόφασή του Sufi and Elmi (ΕΔΔΑ, απόφαση επί των προσφυγών  8319/07 and 11449/07, ημερομηνίας 28.11.2011) αξιολόγησε, διευκρινίζοντας ότι δεν κατονομάζονται εξαντλητικά, τη χρήση μεθόδων και τακτικών πολέμου εκ μέρους των εμπόλεμων πλευρών, οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο αμάχων θυμάτων ή ευθέως στοχοποιούν αμάχους, εάν η χρήση αυτών είναι διαδεδομένη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, και, τελικά, τον αριθμό των αμάχων που έχουν θανατωθεί, τραυματιστεί και εκτοπιστεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης.

39.          Επιπλέον, όπως διευκρίνισε το ΔΕΕ, «ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές, οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή, θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας» (Βλ. Απόφαση στην υπόθεση C-465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji κ. Staatssecretaris van Justitie, ημερ.17.2.2009). Ιδίως ως προς την εφαρμογή της αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας, το ΔΕΕ στην ως άνω απόφαση διευκρίνισε ότι «όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας».

40.           Ενόψει των ανωτέρω ποιοτικών και ποσοτικών χαρακτηριστικών, ιδίως δε του χαμηλού βαθμού απομακρυσμένης βίας, η οποία είναι εκ φύσεως δυνατό να επιφέρει απώλειες αμάχων, καθώς και του σχετικά χαμηλού αριθμού μαχών και περιστατικών βίας κατά αμάχων, σε σχέση και με το συνολικό πληθυσμό της περιοχής, δεν είναι δυνατό η επικρατούσα κατάσταση στην ευρύτερη περιοχή της Kinshasa να χαρακτηριστεί ως αδιάκριτη βία λόγω ένοπλης σύρραξης η οποία εξικνείται σε τέτοιο βαθμό ώστε ο Αιτητής μόνο λόγω της παρουσίας του εκεί να έρχεται αντιμέτωπος με πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης εντός του πλαισίου του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου. Tην ίδια στιγμή δεν προκύπτει οποιοσδήποτε παράγοντας επίτασης του κινδύνου στο πρόσωπο του Αιτητή, δεδομένου ότι αυτός είναι άρρεν, νεαρής ηλικίας, χωρίς κάποιο πρόβλημα υγείας και με υποστηρικτικό δίκτυο.

41.          Υπό το φως των ανωτέρω, κρίνω ότι δεν δικαιολογείται η υπαγωγή του Αιτητή στο καθεστώς του πρόσφυγα καθώς δεν τεκμηριώθηκε η συνδρομή βάσιμου φόβου δίωξης για τους λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου. Ούτε επίσης τεκμηριώνεται υπαγωγή της στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας (άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου), καθώς ο Αιτητής δεν καταδεικνύεται ότι εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς της, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη.

  

Ως εκ τούτου, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση τροποποιείται ως ανωτέρω, με €300 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση.                                                                                                            

 

 Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.



[1] MapCarta, https://mapcarta.com/27748136

[2] EASO, ‘Practical Guide: Evidence Assessment’ (2015), 2 διαθέσιμο σε https://euaa.europa.eu/sites/default/files/public/EASO-Practical-Guide_-Evidence-Assessment.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 05/03/2024)

[3] Προϋποθέσεις χορήγησης διεθνούς προστασίας (Οδηγία 2011/95/ΕΕ), διαθέσιμο στη διεύθυνση: Προϋποθεσεις χορηγησης διεθνους προστασιας (οδηγια 2011/95/ΕΕ) (europa.eu), σελ. 42 (τελευταία πρόσβαση 23/11/2023).

[4] RULAC, Non-international Armed Conflicts in Democratic Republic of Congo, 13 April 2021, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.rulac.org/news/drc-a-new-conflict-in-ituri-involving-the-cooperative-for-development-of-th , UN Security Council Resolutions για τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό στη διεύθυνση: https://www.securitycouncilreport.org/un-documents/democratic-republic-of-the-congo/ , καθώς και το πλέον πρόσφατο ψήφισμα που υιοθετήθηκε στις 30/06/2022, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.securitycouncilreport.org/atf/cf/%7B65BFCF9B-6D27-4E9C-8CD3-CF6E4FF96FF9%7D/s_res_2641.pdf , HRW, Democratic Republic of Congo, Events of 2021, 13 January 2021, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.hrw.org/world-report/2022/country-chapters/democratic-republic-congo , UNHCR, Attacks by armed groups displace 20 000 civilians in eastern DRC, 16 July 2021, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.unhcr.org/news/briefing/2021/7/60f133814/attacks-armed-group-displace-20000-civilians-eastern-drc.html , USAID, Democratic Republic of the Congo - Complex Emergency, Fact Sheet #3, 13 May 2022, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.usaid.gov/sites/default/files/documents/2022-05-13_usg_democratic_republic_of_the_congo_complex_emergency_fact_sheet_3_0.pdf  και cfa, global conflict tracker, center for preventive action, instability in the democratic republic of congo, last updated 03 August 2022, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.cfr.org/global-conflict-tracker/conflict/violence-democratic-republic-congo ,

[5] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard (βλ. πλατφόρμα Dashboard, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: ΧΡΟΝΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ: 22/3/2023 – 22/3/2024, ΤΥΠΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests, και ΠΕΡΙΟΧΗ: Middle Africa – DRC – Kinshasa) [Ημερομηνία Πρόσβασης: 27/03/2024]

[6] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard (βλ. πλατφόρμα Dashboard, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: ΧΡΟΝΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ: 1/1/2024 – 22/3/2024, ΤΥΠΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests, και ΠΕΡΙΟΧΗ: Middle Africa – DRC – Kinshasa) [Ημερομηνία Πρόσβασης: 27/03/2024]

[7] https://worldpopulationreview.com/world-cities/kinshasa-population [τελευταία ημερομηνία πρόσβασης: 27.3.2024]


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο