ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθ. Αρ.: 6872/2021

 19 Μαρτίου, 2024

[Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:

1.        C.S.E.

2.        C.P. όπως αυτή εκπροσωπείται από την Αιτήτρια 1 ως φυσικός κηδεμόνας ανήλικου

3.        E.D.N. όπως αυτός εκπροσωπείται από την Αιτήτρια 1 ως φυσικός κηδεμόνας ανήλικου

Αιτητές

-και-

 

Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπηρεσίας Ασύλου

 

Καθ' ων η Αίτηση

 

Αίτηση ημερομηνίας 21.12.2022 για προσαγωγή μαρτυρίας

 

Χρ. Π. Χριστοδουλίδης (κος), Δικηγόρος για τους Αιτητές

 

Μ. Χρ. Σουρουλλά (κα), Δικηγόρος για τους Καθ' ων η Αίτηση

 

 

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ 

 

Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Με την υπό αναφορά προσφυγή, ζητείται από το Δικαστήριο απόφαση η οποία να ακυρώνει ως αντισυνταγματική και/ή παράνομη και/ή παράτυπη και/ή καταχρηστική και/ή επειδή στερείται δέουσας έρευνας και/ή επαρκούς αιτιολογίας και/ή επειδή αντίκειται σε βασικές αρχές του διοικητικού δικαίου και/ή είναι αντίθετη με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και/ή είναι αντίθετη με τον περί Προσφύγων Νόμο, Ν.6(Ι)/2000, την απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση ημερ. 25/08/2021, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα των Αιτητών για χορήγηση διεθνούς προστασίας. Ζητείται, επιπρόσθετα, απόφαση του Δικαστηρίου η οποία να αναγνωρίζει τους Αιτητές ως πρόσφυγες ή εναλλακτικά απόφαση του Δικαστηρίου η οποία να αναγνωρίζει τους Αιτητές ως δικαιούχους συμπληρωματικής προστασίας.

 

Στο πλαίσιο της παρούσας προσφυγής και μετά την καταχώρηση της Ένστασης από τους Καθ'  ων η Αίτηση και της γραπτής αγόρευσης των Αιτητών στη συνέχεια, καταχωρήθηκε η υπό εξέταση αίτηση δια κλήσεως. Με την εν λόγω αίτηση, οι Αιτητές αιτούνται Διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο να επιτρέπεται η προσαγωγή μαρτυρίας, υπό μορφή ενόρκων δηλώσεων και/ή δια της φυσικής τους παρουσίας, ώστε να αποδειχθεί η εκ μέρους των Καθ' ων η Αίτηση πλημμελής έρευνα κατά την εξέταση της υπόθεσης των Αιτητών και η παραβίαση διαδικαστικών εγγυήσεων που προβλέπονται στον περί Προσφύγων Νόμο σχετικά με τους ανήλικους και ευάλωτους αιτητές διεθνούς προστασίας, προς υποστήριξη του αιτήματός τους για παραχώρηση διεθνούς προστασίας.

 

Η υπό αναφορά αίτηση συνοδεύεται από ένορκη δήλωση (ημερ. 21/12/2022) της κας Μ. Μόσχου, η οποία είναι δικηγόρος, πλήρως και δεόντως εξουσιοδοτημένη από τους Αιτητές για να προβεί στην εν λόγω ένορκη δήλωση, προς υποστήριξη της επίδικης αίτησης των Αιτητών. Επί της ένορκης δήλωσης της κας. Μ. Μόσχου επισυνάπτονται τα ακόλουθα τεκμήρια:

Τεκμήριο Α – δήλωση μαρτυρίας που προτίθεται να καταθέσει η Αιτήτρια αρ.1 στην γαλλική γλώσσα, η οποία συνοδεύεται από δήλωση μαρτυρίας της κα Π.Τζέου,

Τεκμήριο Β - δήλωση μαρτυρίας της κας Π.Τζέου, ταμία στο Διοικητικό Συμβούλιο του Μη Κερδοσκοπικού Οργανισμού (στο εξής: «ΜΚΟ») “Cyprus Stop Trafficking”, στην ελληνική γλώσσα,

Τεκμήριο Γ - μετάφραση της ως το Τεκμήριο Α δήλωσης μαρτυρίας της Αιτήτριας αρ.1 στην ελληνική γλώσσα.

 

Οι Καθ' ων η Αίτηση, με πολλή καθυστέρηση και αφού παρήλθαν περίπου δέκα μήνες από την ημερομηνία καταχώρισης της υπό εξέταση αίτησης, υπέβαλαν τελικά ένσταση στην αίτηση των Αιτητών και εισηγούνται την απόρριψή της, προβάλλοντας, πλείονες λόγους ένστασης. Μεταξύ άλλων, προβάλλουν τους ακόλουθους ισχυρισμούς:

-       Δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις της νομοθεσίας και της νομολογίας για να επιτραπεί από το Δικαστήριο η προσαγωγή της σκοπούμενης μαρτυρίας.

-       Η μαρτυρία που επιδιώκεται να προσκομιστεί δεν είναι σχετική με τα επίδικα θέματα και/ή δεν επιτελεί κανένα σκοπό.

-       Η μαρτυρία που επιδιώκεται να προσκομιστεί αλλοιώνει και μεταβάλλει ολοκληρωτικά τους ισχυρισμούς των Αιτητών όπως προβλήθηκαν κατά το στάδιο εξέτασης του αιτήματός τους.

-       Η μαρτυρία που επιδιώκεται να προσαχθεί δεν είναι δυνατό να τεκμηριώσει οποιοδήποτε λόγο ακύρωσης της προσβαλλόμενης απόφασης ούτε και να οδηγήσει σε ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης.

-       Η μαρτυρία που επιδιώκεται να προσκομιστεί δεν είναι αναγκαία και/ή ουσιώδης για να κριθεί η νομιμότητα και/ή ορθότητα της επίδικης απόφασης.

-       Οι Αιτητές δεν έχουν προσδιορίσει με εύλογη λεπτομέρεια τα γεγονότα τα οποία επιδιώκουν να αποδείξουν και/ή τη μαρτυρία την οποία επιδιώκουν να προσάξουν ώστε να ικανοποιήσουν το Δικαστήριο ότι τα γεγονότα αυτά και/ή η μαρτυρία αυτή είναι σχετική με τα επίδικα θέματα που εγείρονται στην προσφυγή.

-       Τα αιτούμενα με την παρούσα αίτηση έγγραφα και/ή μαρτυρία δεν αυξάνουν τις πιθανότητες των Αιτητών για επιτυχία της προσφυγής τους ούτε μεταβάλλουν το νομικό υπόβαθρο στο οποίο στηρίχθηκε η απόφαση των Καθ’ ων η Αίτηση.

-       Οι Αιτητές δεν έχουν παρουσιάσει οποιοδήποτε πειστικό λόγο για τον οποίο δεν μπορούσαν να εξασφαλίσουν και παρουσιάσουν το έγγραφο που επιδιώκεται να προσαχθεί νωρίτερα.

-       Η παρούσα αίτηση καταχωρήθηκε καθυστερημένα και/ή με υπέρμετρη καθυστέρηση και/ή καταχρηστικά και/ή σε στάδιο που δεν επιτρέπεται από τους διαδικαστικούς κανονισμούς.

 

Την ένσταση των Καθ' ων η Αίτηση συνοδεύει ένορκη δήλωση (ημερ. 04/10/2023) της κας Α. Ρούσου, δικηγόρου για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, η οποία και υποστηρίζει τους πιο πάνω ισχυρισμούς.

 

Στα πλαίσια της γραπτής αγόρευσης προς υποστήριξη της υπό εξέταση αίτησης, ο συνήγορος των Αιτητών, υποβάλλει ότι, η ένσταση των Καθ’ ων η Αίτηση είναι πρόχειρη και, παραπέμποντας στο γεγονός της αναγνώρισης της Αιτήτριας αρ.2 ως θύμα εμπορίας, τονίζει ότι οι ισχυρισμοί που προβάλλονται με την ένσταση αμφισβητούν τα πορίσματα των Καθ’ ων η Αίτηση οι οποίοι εμμέσως είχαν αμφισβητήσει τα πορίσματα της λειτουργού που εξέτασε την αίτηση των Αιτητών σε σχέση με το καθεστώς διεθνούς προστασίας που μπορούσε να τους παρασχεθεί. Επιπρόσθετα, υποστηρίζει πως τα όσα αναφέρουν οι Αιτητές είναι σχετικά με την παρούσα προσφυγή, αφορούν τον πυρήνα του αιτήματός τους και θα έπρεπε να αποτελούσαν μέρος του διοικητικού τους φακέλου τους, καθώς η αναγνώριση προσώπου ως θύμα εμπορίας το εντάσσει σε ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα που χρήζει διεθνούς προστασίας.

 

Είναι η θέση των Αιτητών, η οποία προβάλλεται δια του συνηγόρου τους, ότι η μαρτυρία που ζητούν να προσάγουν δεν μεταβάλλει την ουσία της υπόθεσης ενώ συγκεκριμενοποιεί τα όσα ανέφερε η Αιτήτρια αρ.1 στη συνέντευξή της, γίνεται καλόπιστα, συνδέεται με τα επίδικα θέματα και η αποδοχή της είναι προς το συμφέρον της απονομής δικαιοσύνης. Καταλήγοντας, ο συνήγορος των Αιτητών ισχυρίζεται ότι η μαρτυρία που ζητεί να προσάγει είναι δικογραφημένη και η πλευρά των Καθ’ ων η Αίτηση δεν θα βρεθεί προ εκπλήξεως αφού καμία αλλοίωση δεν επιδιώκεται με την αιτούμενη προς προσαγωγή μαρτυρία.

 

Η συνήγορος των Καθ' ων η Αίτηση με τη δική της γραπτή αγόρευση στην υπό εξέταση αίτηση προσαγωγής μαρτυρίας, υποστηρίζει αρχικά ότι οι Αιτητές δεν κατάφεραν με τη γραπτή αγόρευση του συνηγόρου τους να αναλύσουν τη σχετικότητα της μαρτυρίας που επιθυμούν να προσκομίσουν με τα επίδικα θέματα. Ακολούθως υποβάλλει πως οι δηλώσεις της κας Μ. Μόσχου και της κας Π.Τζέου αποτελούν υπόνοιες που δεν αποδεικνύουν οτιδήποτε μεμπτό στη διαδικασία που ακολούθησαν οι Καθ’ ων η Αίτηση ή στην κατάληξή τους ως προς το αίτημα των Αιτητών, καθώς ούτε κατά τη διάρκεια της συνέντευξης της Αιτήτριας αρ.1 ούτε μετέπειτα η Αιτήτρια αρ.1 ανέφερε ότι αποτάθηκε και της παρασχέθηκε βοήθεια από τον ΜΚΟ “Cyprus Stop Trafficking”.

 

Υποστηρίζει, ακόμη, ότι «οι υπόνοιες» του λειτουργού του γραφείου ευημερίας, των οποίων ζητείται η προσαγωγή μέσω των ενόρκων δηλώσεων, δεν επηρεάζει τη διαδικασία εξέτασης της αίτησης των Αιτητών και δεν είναι σχετικές, καθώς η Αιτήτρια αρ.1 κρίθηκε αναξιόπιστη ως προς τις δηλώσεις της. Επιπρόσθετα, υποβάλλει ότι με την αιτούμενη μαρτυρία δεν τεκμηριώνεται παραβίαση του περί Προσφύγων Νόμου.  Υποστηρίζει δε πως η συνέντευξη της ανήλικης θυγατέρας της Αιτήτριας αρ.1 δεν ήταν αναγκαία και πως οι Καθ’ ων η Αίτηση δεν είχαν υποχρέωση να καλέσουν την Αιτήτρια αρ.2 σε συνέντευξη.

 

Είναι ακόμη η θέση των Καθ’ ων η Αίτηση, ότι το Δικαστήριο δεν μπορεί να εξετάσει την κατάληξη του Γραφείου Καταπολέμησης Εγκλήματος για το κατά πόσο η Αιτήτρια αρ.2 συνιστά θύμα εμπορίας καθότι δεν βρίσκεται ενώπιον του η διαδικασία που ακολουθήθηκε από το Γραφείο Καταπολέμησης Εγκλήματος ούτε η μαρτυρία και τα γεγονότα που έλαβε υπόψη του ώστε να αναγνωρίσει την Αιτήτρια αρ.2 ως θύμα εμπορίας. Καταληκτικά, η συνήγορος των Καθ’ ων η Αίτηση υποβάλλει ότι η επιδιωκόμενη προς προσαγωγή μαρτυρία δεν είναι άμεσα συνδεδεμένη με τα επίδικα γεγονότα, δεν τεκμηριώνει οποιοδήποτε λόγο ακύρωσης της προσβαλλόμενης απόφασης, δεν αυξάνει σημαντικά τις πιθανότητες χορήγησης καθεστώτος διεθνούς προστασίας στους Αιτητές, είναι αντιφατική με τα όσα ισχυρίστηκε η Αιτήτρια αρ.1 στη συνέντευξή της και ως εκ τούτου προωθείται καταχρηστικά και με σκοπό να καθυστερήσει τη δικαστική διαδικασία.

 

Έχω εξετάσει με ιδιαίτερη προσοχή τις θέσεις και ισχυρισμούς που προβάλλονται, τόσο εκ μέρους των Αιτητών όσο και εκ μέρους των Καθ' ων η Αίτηση, υπό το φως βέβαια των πάγιων και διαχρονικών νομολογιακών αρχών αναφορικά με την εξέταση αίτησης για προσαγωγή μαρτυρίας.

 

Ο Διαδικαστικός Κανονισμός 3 των Διαδικαστικών Κανονισμών περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας του 2019 (ως ίσχυε κατά τον χρόνο καταχώρισης της παρούσας προσφυγής και εξακολουθεί να τυγχάνει εφαρμογής δυνάμει του Κανονισμού 16 των Διαδικαστικών Κανονισμών περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας του 2019, ως τροποποιήθηκαν) προνοεί ότι:

«(α) Κάθε προσφυγή καταχωρείται στο αρμόδιο Πρωτοκολλητείο με έγγραφη αίτηση, ως το συνημμένο έντυπο αρ. 1 συνοδευόμενη από την προσβαλλομένη απόφαση και οποιαδήποτε νέα έγγραφα.»

 

Σύμφωνα με τον Διαδικαστικό Κανονισμό 7 των Διαδικαστικών Κανονισμών περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας του 2019 (ως ίσχυε κατά το χρόνο καταχώρησης της αίτησης ακυρώσεως και τυγχάνει εφαρμογής στην παρούσα), το Δικαστήριο «δύναται να καθορίζει τη διαδικασία και να εκδίδει οδηγίες κατά περίπτωση αναφορικά με τη λήψη γραπτής ή προφορικής μαρτυρίας ή άλλων αποδεικτικών μέσων, συνεντεύξεων του αιτητή ασύλου ή δικαιούχου διεθνούς προστασίας και άλλων διαδικασιών σύμφωνα με τον Περί Προσφύγων Νόμο αρ. 6(Ι)/2000 ως εκάστοτε τροποποιείται και τις οδηγίες της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο,(Ε.Υ.Υ.Α) όπως ήθελε κρίνει ορθό και δίκαιο υπό τις περιστάσεις».

 

Ο Διαδικαστικός Κανονισμός 10 των Διαδικαστικών Κανονισμών περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας του 2019 (ως ίσχυε κατά το χρόνο καταχώρησης της αίτησης ακυρώσεως και τυγχάνει εφαρμογής στην παρούσα) προέβλεπε τα ακόλουθα:

«Νέα έγγραφα και/ή επιπρόσθετα στοιχεία και/ή οποιαδήποτε επιπρόσθετη μαρτυρία να προσκομίζεται στο Δικαστήριο το συντομότερο δυνατόν, και εν πάση περιπτώση όχι κατά τις διευκρινίσεις ή μεταγενέστερα, εκτός αν πρόκειται για στοιχεία τα οποία ο αιτητής, άνευ δικής του υπαιτιότητας, αδυνατούσε να υποβάλει κατά την πρωτοβάθμια εξέταση της αίτησης του. Το Δικαστήριο δύναται να αποδεκτεί τέτοια μαρτυρία μόνο σε περιπτώσεις που κρίνει ότι τα εν λόγω στοιχεία ή πορίσματα αυξάνουν σημαντικά τις πιθανότητες χορήγησης στον αιτητή διεθνούς προστασίας.»

 

Το Δικαστήριο λοιπόν, έχει ευρεία εξουσία να δεχθεί μαρτυρία για οποιοδήποτε σημείο που κρίνει ορθό και δίκαιο υπό τις περιστάσεις, λαμβάνοντας υπόψιν αν οι Αιτητής αδυνατούσαν να τα υποβάλουν κατά την πρωτοβάθμια εξέταση της αίτησης τους και μόνο αν το Δικαστήριο κρίνει ότι τα εν λόγω στοιχεία ή πορίσματα αυξάνουν σημαντικά τις πιθανότητες χορήγησης στον αιτητή διεθνούς προστασίας. Απαραίτητη προϋπόθεση όμως για να επιτραπεί η οποιαδήποτε μαρτυρία ενώπιον Δικαστηρίου είναι η συνάφεια της με τα επίδικα θέματα που εξετάζονται κατά περίπτωση καθώς και η αποδεικτική της αξία (βλ. Petrolina Ltd κ.α. v. Αρχής Λιμένων Κύπρου, Υποθ. Αριθ. 223/2000, ημερ. 4.4.2002, Ζαρβός ν. Δημοκρατίας (1989) 3(Β) Α.Α.Δ. 106, Kyriakides v. Republic, 1 RSCC 66).

 

Προσαγωγή μαρτυρίας επιτρέπεται μόνον όταν η απόδειξη των συγκεκριμένων γεγονότων μπορεί να τεκμηριώσει οποιονδήποτε από τους λόγους ακύρωσης της προσβαλλόμενης απόφασης (βλ. Κωνσταντίνου ν. Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λεμεσού, Υποθ. Αρ. 999/91, ημερ. 24.9.1992 και Lordos Hotels Holdings Ltd v. Συμβουλίου Αποχετεύσεων Παραλιμνίου, Υποθ. Αρ. 71/97, ημερ. 18.11.1999). Επιπρόσθετα, η έγκριση του αιτήματος για προσαγωγή μαρτυρίας θα πρέπει να είναι προς το συμφέρον της δικαιοσύνης (βλ. Tasni Enviro Ltd και Telmen Ltd ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 862/2005, ημερ. 26.6.2008).

 

Υπό το φως λοιπόν των πιο πάνω κατευθυντήριων νομολογιακών αρχών, προχωρώ να εξετάσω την παρούσα αίτηση, τονίζοντας εξ αρχής ότι, σε αυτό το στάδιο, δεν εξετάζεται ούτε η ουσία, ούτε και η βασιμότητα των ισχυρισμών και λόγων ακύρωσης που προβάλλουν οι Αιτητές με την προσφυγή τους, αλλά ούτε και αξιολογείται περαιτέρω η προτεινόμενη μαρτυρία. Αυτό είναι κάτι που θα γίνει κατά το στάδιο έκδοσης απόφασης επί της παρούσας προσφυγής. Στο παρόν στάδιο εξετάζεται η βασιμότητα του αιτήματος που βρίσκεται ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου για προσαγωγή μαρτυρίας, με γνώμονα πάντοτε τη σχετικότητα της μαρτυρίας με τα επίδικα θέματα, αλλά και την ορθή απονομή της δικαιοσύνης.

 

Τούτων λεχθέντων, αναφέρω τα ακόλουθα:

 

Στην προτεινόμενη ένορκη δήλωση της Αιτήτριας αρ.1, δηλώνεται ότι αυτή γίνεται με σκοπό να παρουσιάσει την ένορκη δήλωση της κας Π. Τζέου και να δείξει μέσω αυτής ότι λειτουργός του Γραφείου Κοινωνικών Ασφαλίσεων Λεμεσού είχε ζητήσει από το 2018 όπως φιλοξενηθεί με τα παιδιά της σε καταφύγιο του ΜΚΟ “Cyprus Stop Trafficking” και εξακολουθεί να βρίσκεται εκεί μέχρι σήμερα. Κατά την Αιτήτρια αρ.1, η δήλωση που επιθυμεί να παρουσιάσει θα καταδείξει ότι παρόλο που οι κοινωνικές υπηρεσίες είχαν υποψίες ότι η ίδια και τα παιδιά της ήταν θύματα εμπορίας/εκμετάλλευσης, η αίτησή της απορρίφθηκε από την Υπηρεσία Ασύλου. Καταλήγει εξηγώντας πως παρουσιάζει σε αυτό το στάδιο της διαδικασίας τους πιο πάνω ισχυρισμούς ως αποτέλεσμα της νομικής συμβουλής που έλαβε και δεν είχε προηγουμένως.

 

Περαιτέρω, στην προτεινόμενη ένορκη δήλωση της κας Τζέου, η οποία είναι μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Μη Κερδοσκοπικού Οργανισμού “Cyprus Stop Trafficking”, καταγράφεται ότι τα άτομα που διαμένουν στις στέγες του Οργανισμού, ως η Αιτήτρια με τα παιδιά της, παραπέμπονται από τις κρατικές υπηρεσίες.  Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η ενόρκως δηλούσα αναφέρει ότι ενώ υπήρχαν βάσιμες υπόνοιες ότι όντως ο ισχυρισμός της Αιτήτριας αρ. 1 αναφορικά με την εκμετάλλευση της κόρης της – Αιτήτριας αρ. 2 – ευσταθεί, το αίτημα της απορρίφθηκε από την Υπηρεσία Ασύλου λόγω έλλειψης λεπτομερειών στην αφήγηση της Αιτήτριας αρ. 1.  

 

Τα στοιχεία που επιθυμούν να προσκομίσουν οι Αιτητής φαίνεται ότι είναι συναφή με τα επίδικα θέματα. Μελετώντας τα πρακτικά της συνέντευξης της Αιτήτριας αρ.1, συνάγω ότι ο πυρήνας του αιτήματός της ήταν ακριβώς το γεγονός ότι η κόρη της εξαναγκάστηκε σε γάμο ενώ ήταν ακόμη παιδί. Συγκεκριμένα, όταν ζητήθηκε από την Αιτήτρια αρ.1 να αναφέρει με δικά της λόγια γιατί έφυγε από τη χώρα καταγωγής της, αυτή απάντησε επί λέξει: “I left my country I was persecuted, because I refused the forced marriage of my daughter, my daughter was less of 13 years old. (…)” (Βλ. Ερ.86/3χ στο Παράρτημα 4 στην Ένσταση των Καθ’ ων η Αίτηση). Ο ευπαίδευτος δικηγόρος των Αιτητών στην αίτηση ακυρώσεως δικογραφεί, μεταξύ άλλων, το πιο πάνω γεγονός και προβάλλει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει λόγω πλάνης περί τα πράγματα και μη δέουσας έρευνας και ορθής αξιολόγησης της αλήθειας των ισχυρισμών της Αιτήτριας αρ.1 και του κινδύνου που αυτή διατρέχει. Επιπρόσθετα, στη γραπτή αγόρευση των Αιτητών, ο δικηγόρος τους προβάλλει ισχυρισμούς περί μη δέουσας έρευνας εκ μέρους των Καθ’ ων η Αίτηση και εσφαλμένης αξιολόγησης των ισχυρισμών της Αιτήτριας αρ.1, ενώ επιχειρηματολογεί ταυτόχρονα ως προς την αξιοπιστία των ισχυρισμών της και τους λόγους που η Αιτήτρια αρ.1 – και κατ’ επέκταση τα τέκνα της – θα έπρεπε να τύχουν διεθνούς προστασίας. Επομένως, τα όσα επιθυμούν οι Αιτητές να προσάγουν δια της παρούσας αίτησης για προσαγωγή μαρτυρίας είναι προδήλως συναφή με τους ισχυρισμούς της Αιτήτριας αρ.1, τους λόγους ακύρωσης της προσβαλλόμενης απόφασης και το αίτημα για διεθνή προστασία που προωθούν με την παρούσα προσφυγή.

 

Όσον αφορά την προϋπόθεση που θέτει ο Κανονισμός 10 των Διαδικαστικών Κανονισμών περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας του 2019 (ως έχουν τροποποιηθεί) και αφορά την αποδοχή μαρτυρίας από το Δικαστήριο μόνο στις περιπτώσεις που τα στοιχεία ή πορίσματα αυξάνουν σημαντικά τις πιθανότητες χορήγησης στον αιτητή διεθνούς προστασίας, παραθέτω τα ακόλουθα:

 

Ο εξαναγκαστικός γάμος, η άσκηση σωματικής βίας και η εμπορία ανθρώπων συνιστούν περιστατικά έμφυλης βίας.[1] Η έμφυλη βία συνιστά μια από τις πιο συχνές μορφές παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων παγκοσμίως και επηρεάζει κυρίως τις γυναίκες και τα κορίτσια.[2] Ειδικότερα ως προς τις περιπτώσεις καταναγκαστικού γάμου, στον Οδηγό της EASO «Προϋποθέσεις χορήγησης διεθνούς προστασίας (οδηγία 2011/95/ΕΕ)», υποστηρίζεται ότι μια τέτοια πράξη συνιστά πράξη δίωξης που στοχεύει το φύλο.[3] Η άποψη αυτή έχει επιβεβαιωθεί τόσο από την ημεδαπή νομολογία[4] όσο και σε αποφάσεις δικαστηρίων άλλων ευρωπαϊκών κρατών. Ενδεικτική είναι η απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Ισπανίας στην υπόθεση υπ’ αρ. 1789/2009, ημερ. 15/06/2011, όπου λέχθηκαν τα εξής σχετικά (όπως παρατίθενται σε μετάφραση στον Οδηγό της EASO): «Επιπλέον, θεωρούμε ότι η απόφαση του δικαστηρίου συνάδει με τη νομολογία του παρόντος Τμήματος Διοικητικών Διαφορών του Ανώτατου Δικαστηρίου (Sala de lo Contencioso-Administrativo del Tribunal Supremo), το οποίο έκρινε, στις αποφάσεις της 15ης Φεβρουαρίου 2007 (RC 9036/2003) και της 11ης Μαΐου 2009 (RC 3155/2006), ότι σε περιπτώσεις στις οποίες διαπιστώνεται η ύπαρξη «επαρκών ενδείξεων», βάσει των περιστάσεων της εκάστοτε υπόθεσης, ότι μια γυναίκα υφίσταται δίωξη λόγω φύλου, ότι εφαρμόζονται σε βάρος της πρακτικές αντίθετες με την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, όπως ο καταναγκαστικός γάμος ή ο ακρωτηριασμός των γεννητικών οργάνων, και ότι το νομικό πλαίσιο της χώρας καταγωγής δεν παρέχει αποτελεσματική έννομη προστασία, χορηγείται δικαίωμα ασύλου σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 3 και 8 του νόμου 5/1984, της 26ης Μαρτίου, ο οποίος διέπει το δικαίωμα ασύλου και το καθεστώς πρόσφυγα.» [5]

 

Σύμφωνα με στοιχεία του ΔΟΜ/IOM, «μετά την έξοδο από μια κατάσταση εμπορίας ανθρώπων, τα θύματα εμπορίας μπορεί να είναι ευάλωτα στην εκ νέου εμπορία αν συνεχίσουν να εργάζονται σε μια περιοχή όπου οι διακινητές τους μπορούν εύκολα να τους εντοπίσουν. Επιπλέον, τα θύματα εμπορίας που έχουν επιστρέψει βίαια στις χώρες καταγωγής τους χωρίς να παραπεμφθούν προηγουμένως στον ΔΟΜ ή σε κάποιον άλλο οργανισμό που μπορεί να προβεί σε εκτίμηση κινδύνου και να βοηθήσει στη διευκόλυνση της ασφαλούς επιστροφής τους μπορεί να είναι ευάλωτα στην εκ νέου εμπορία, ιδιαίτερα καθ' οδόν προς τις χώρες καταγωγής τους. […] Επιπλέον, παράγοντες που αποδίδονται άμεσα στην προηγούμενη εμπειρία εμπορίας έχει βρεθεί ότι συμβάλλουν στην εκ νέου εμπορία κατά την επιστροφή στη χώρα προέλευσης.».[6]

 

Επομένως, άτομα που έχουν υποστεί βία στη χώρα καταγωγής τους λόγω φύλου είναι δυνατόν να αναγνωριστούν ως δικαιούχοι προσφυγικού καθεστώτος. Το συμπέρασμα αυτό, οδηγεί αναπόδραστα το παρόν Δικαστήριο να δεχτεί ότι, μετά από ουσιαστικό έλεγχο της παρούσας στα πλαίσια εξέτασης της προσφυγής των Αιτητών, συμπεριλαμβανομένης της προστασίας ή μη που μπορεί να προσφέρει το Καμερούν στους Αιτητές και της μελλοντοστραφούς εκτίμησης του κινδύνου που θα αντιμετωπίσουν οι Αιτητές επιστρέφοντας στη χώρα τους, είναι δυνατόν η προσβαλλόμενη απόφαση να τροποποιηθεί με την αναγνώριση των Αιτητών ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας.

 

Στα πιο πάνω προσθέτω ότι με τη σύμφωνη γνώμη και των δύο μερών προσκομίστηκαν και κατατέθηκαν στο Δικαστήριο επιστολές του Τμήματος Καταπολέμησης Εγκλήματος, ημερ. 29/03/2023 και 24/04/2023 (η τελευταία μάλιστα απευθύνεται προς τη Νομική Υπηρεσία της Δημοκρατίας), οι οποίες βεβαιώνουν ότι στις 28/02/2023 η Αιτήτρια αρ.2 αναγνωρίστηκε ως θύμα εμπορίας προσώπων. Είναι ως εκ τούτου, οξύμωρο και/ή παραπλανητικό και/ή ενάντια στα συμφέροντα της δικαιοσύνης, οι Καθ’ ων η Αίτηση με την ένσταση και τη γραπτή τους αγόρευση επί της παρούσας αίτησης, που καταχωρήθηκαν πολύ αργότερα από την έκδοση των πιο πάνω επιστολών και την προσκόμισή τους στο Δικαστήριο, να εξακολουθούν να μιλούν για υπόνοιες/υποψίες και όχι για ειλημμένη απόφαση. Η δε ένσταση των Καθ’ ων η Αίτηση στην παρούσα αίτηση δεν είναι δικαιολογημένη και έχει προκαλέσει αχρείαστη καθυστέρηση στη διαδικασία, εφόσον υπάρχουν στοιχεία τα οποία έχουν γίνει δεκτά από συνδεδεμένες υπηρεσίες της Δημοκρατίας και αφορούν και/ή είναι σχετικά με τα επίδικα θέματα της παρούσας υπόθεσης.

 

Ως εκ των ανωτέρω, στα πλαίσια του Διαδικαστικού Κανονισμού 10 των Διαδικαστικών Κανονισμών περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας του 2019 (ως έχουν τροποποιηθεί), και για τους λόγους που παρατίθενται ανωτέρω και αναλύονται ως προς τη βασιμότητα της υπό εξέταση αίτησης, θεωρώ πως το σύνολο της προτεινόμενης μαρτυρίας, ήτοι οι Ένορκες Δηλώσεις της Αιτήτριας αρ.1 και της κας Π.Τζέου μπορούν να προσαχθούν ως μαρτυρία καθότι σχετίζονται με τον πυρήνα του αιτήματος των Αιτητών και ενδέχεται να ενδυναμώσουν το αίτημά τους για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας ώστε το Δικαστήριο να τροποποιήσει την επίδικη απόφαση.

 

Υπό το φως των πιο πάνω, η αίτηση γίνεται δεκτή. Συγκεκριμένα, κρίνω ότι είναι ορθό, εύλογο και προς το συμφέρον της ορθής απονομής της δικαιοσύνης να επιτραπεί στον δικηγόρο των Αιτητών να προχωρήσει στην προσαγωγή της έγγραφης μαρτυρίας, ως αιτείται, υπό τη μορφή ένορκης δήλωσης της Αιτήτριας αρ.1 πλέον της συνημμένης σε αυτήν ένορκης δήλωσης της κας Π.Τζέου. Τα έξοδα της παρούσας αίτησης εκ €400, πλέον Φ.Π.Α. αν υπάρχει, επιδικάζονται υπέρ των Αιτητών και εναντίον των Καθ’ ων η Αίτηση.

 

 

Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.



[1]    Differenza Donna, Fundació Surt, Κέντρο Διοτίμα, ΚΕΘΙ, ΓΓΙΦ ΙΟΤΙΜΑ, ‘Οδηγός Ευαισθητοποίησης για υποστηρικτικό προσωπικό που εργάζεται με επιζήσασες έμφυλης βίας’, Νοέμβριος 2018, διαθέσιμο σε https://diotima.org.gr/odigos-gia-ypostiriktiko-prosopiko/, σελ.6 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 12/03/2024).

[2] Ό.π., σελ.5.

[3]    EASO, ‘Δικαστική ανάλυση – Προϋποθέσεις χορήγησης διεθνούς προστασίας (οδηγία 2011/95/ΕΕ)’, 2018, σελ. 47, διαθέσιμο σε https://euaa.europa.eu/sites/default/files/qip-ja_el.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 12/03/2024).

[4] Βλ. ενδεικτικά απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου επί τούτου στην υπόθεση N D ν. Υπηρεσία Ασύλου, Υπόθ. Αρ.: 7397/21, 9/5/2023, ECLI:CY:DDDP:2023:602.

[5]    Ό.π., σελ.237.

[6] ΙΟΜ, ‘The Causes and Consequences of Evidence from the IOM Human Trafficking Database’, 2010, διαθέσιμο σε https://publications.iom.int/system/files/pdf/causes_of_retrafficking.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 12/03/2024).


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο