ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

 

Νομική Αρωγή Αρ. 82/23

 

19 Μαρτίου 2024

 

[ΔΚΑΤΣΑΡΙΔΗΣΔ.Δ.Δ.Δ.Π.]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΡΩΓΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΑΡ.1 ΤΟΥ 2003, ΩΣ ΕΧΕΙ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΕΙ ΚΑΙ ΤΟΥΣ

ΠΕΡΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΡΩΓΗΣ ΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥ 2002 ΜΕΧΡΙ 2019

 

ΑΙΤΗΣΗ ΑΠΟ:

 

B.C.O

Αιτητή

 

......................

 

Ο Αιτητής εμφανίζεται προσωπικά

Σ. Πιτσιλλίδου (Κα) για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας

 

(S. Habib (κα) ορκίζεται να μεταφράζει πιστά από τα Αγγλικά στα Ελληνικά και αντίστροφα)

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Δ. ΚΑΤΣΑΡΙΔΗΣ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Ο Αιτητής με την αίτησή του ημερομηνίας 29/05/2023, αιτείται την παροχή δωρεάν νομικής αρωγής, προκειμένου να χειριστεί την προσφυγή που έχει ήδη καταχωρήσει, δυνάμει του άρθρου 146 του Συντάγματος, εναντίον της απόφασης του Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 16/06/2023, η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 24/05/2023 και με την οποία απορρίπτεται η αίτησή του για χορήγηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας.

 

 

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ 

Τα γεγονότα της υπόθεσης, όπως προκύπτουν από το γραπτό σημείωμα που καταχώρισε η ευπαίδευτη συνήγορος που εμφανίζεται για τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας και από τα τεκμήρια που επισυνάπτονται σε αυτό, έχουν ως ακολούθως:

Ο Αιτητής συμπλήρωσε αίτηση για παροχή διεθνούς προστασίας στις 05/02/2021, αφού εισήλθε παράνομα στις ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές. Στις 25-04-2023 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του αιτητή από αρμόδιο λειτουργό της EUAA. Στις 28-04-2023, αρμόδιος λειτουργός της EUAA ετοίμασε Έκθεση/Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου, σχετικά την συνέντευξη του αιτητή. Στη συνέχεια, ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Ασύλου ενέκρινε την Εισήγηση για απόρριψη της αίτησης ασύλου του αιτητή στις 09-05-2023. Στις 24-05-2023 η Υπηρεσία Ασύλου εξέδωσε απορριπτική επιστολή σχετικά με το αίτημα του Αιτητή, η οποία παραλήφθηκε και υπογράφηκε ιδιοχείρως από τον Αιτητή στις 24-05-2023. Στις 29-05-2023 ο Αιτητής καταχώρησε την προσφυγή υπ’ αρθμ. 1625/2023 ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας.

 

Νομικό Πλαίσιο

Η παρούσα αίτηση στηρίζεται στους περί Νομικής Αρωγής Διαδικαστικούς Κανονισμούς (Αρ.1) του 2003 και στον περί Νομικής Αρωγής Νόμο του 2002, Ν. 165(Ι)/2002 και συγκεκριμένα στις διατάξεις του άρθρου 6Β(2)(α) και 6Β(2)(ββ) του σχετικού Νόμου, το οποίο ορίζει τα ακόλουθα:

«6Β.(1) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου και του άρθρου 8-

(2) Παρέχεται δωρεάν νομική αρωγή σε αιτητή διεθνούς προστασίας, ο οποίος ασκεί προσφυγή ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου, δυνάμει των διατάξεων του Άρθρου 146 του Συντάγματος - (α) Κατά δυσμενούς απόφασης του Προϊσταμένου επί της αίτησης διεθνούς προστασίας του εν λόγω αιτητή, την οποία απόφαση ο Προϊστάμενος έλαβε δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 5, 12Βδις, 12Βτετράκις, 12Δ ή 13 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000, ή υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

(αα) Η δωρεάν νομική αρωγή αφορά μόνο την πρωτοβάθμια εκδίκαση της προσφυγής ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου δυνάμει των διατάξεων του Άρθρου 146 του Συντάγματος, και όχι την εκδίκαση έφεσης ενώπιον του Ανώτατου Δικαστηρίου κατά της δικαστικής απόφασης η οποία εκδίδεται στα πλαίσια της εν λόγω πρωτοβάθμιας εκδίκασης, ούτε άλλο ένδικο μέσο και

(ββ) κατά την κρίση του Διοικητικού Δικαστηρίου, η προσφυγή έχει πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας:

Νοείται ότι οι διατάξεις της παραγράφου (ββ) εφαρμόζονται χωρίς να περιορίζουν αυθαίρετα την παροχή της δωρεάν νομικής αρωγής και χωρίς να εμποδίζεται η ουσιαστική πρόσβαση του αιτητή διεθνούς προστασίας στη δικαιοσύνη.»

Σε περιπτώσεις ως η παρούσα θα πρέπει να ληφθεί υπόψη το δικαίωμα του Αιτητή να έχει πρόσβαση στη δικαιοσύνη, όμως το Δικαστήριο καλείται να εξετάσει την αίτηση με βάση το υλικό που έχει ενώπιον του χωρίς να δίδονται νομικές αρωγές ανεξέλεγκτα σε υποθέσεις που δεν έχουν πιθανότητες επιτυχίας.

Κατά την εξέταση των εκατέρωθεν ισχυρισμών το Δικαστήριο προβαίνει σε εκ πρώτης όψεως εξέταση της υπόθεσης, χωρίς βεβαίως να αποφασίζεται οριστικά η τύχη της προσφυγής που καταχώρησε ο αιτητής. Το αποτέλεσμα δε της παρούσας δεν επηρεάζει κατ' ουδένα λόγο την τελική έκβαση της προσφυγής της (βλέπε μεταξύ άλλων Durgo Man ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 278/09, ημ. 15/07/2009, καθώς και Baghour και Roud Gad, υπόθ. αρ.7/11 και 8/11, ημ.28/03/2011 ).

Ιδιαίτερα σχετικό με την φύση της παρούσας διαδικασίας είναι το κάτωθι απόσπασμα από την απόφαση επί της Αιτήσεως από KAUR, Αίτηση Νομικής Αρωγής Αρ. 17/2019, ημ.27/02/19, όπου ο τότε Δικαστής Ανωτάτου Δικαστηρίου κ. Ναθαναήλ ανέφερε ότι «Η περί Νομικής Αρωγής νομοθεσία θα πρέπει να ερμηνεύεται υπό το φως τόσο της φιλοσοφίας αυτής, όσο και υπό το φως των διατάξεων του περί Προσφύγων Νόμου και τη νομοθεσία περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης.».  Λαμβάνεται υπόψη δε ότι το Δικαστήριο τούτο έχει εξουσία να εξετάσει τυχόν προσφυγή κατά απορριπτικής απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου και επί της ουσίας και από τούδε και στο εξής (ex nunc) και όχι μόνο επί της νομιμότητας. Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρ. 11 (5) του περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018, το παρόν Δικαστήριο «[...] λαμβάνει υπόψη και σχετικά γεγονότα και ισχυρισμούς του προσφεύγοντος που δεν λήφθηκαν υπόψη κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης ή πράξης, είτε αυτά είναι προγενέστερα είτε είναι μεταγενέστερα αυτής.»

Στην απόφαση επί της αιτήσεως Νομικής Αρωγής αρ.31/2013, SΙNGH KHUSHWANT του Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου κ. Λιάτσου αναφέρθηκαν τα ακόλουθα:

« Κατ' ακολουθία του άρθρου 6Β(2) του Νόμου, παρέχεται δωρεάν νομική αρωγή σε αιτητή ασύλου, ο οποίος ασκεί προσφυγή ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος, μεταξύ άλλων, κατά δυσμενούς απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων επί διοικητικής προσφυγής, την οποία ο αιτητής ασύλου άσκησε ενώπιον της, και η οποία προσφυγή αφορούσε δυσμενή απόφαση.

Πρέπει να συνυπάρχουν οι προϋποθέσεις που θέτει το πιο πάνω άρθρο του Νόμου, προκειμένου να γίνει αποδεκτό αίτημα για παροχή δωρεάν νομικής αρωγής, μεταξύ των οποίων, η πιθανότητα να εκδοθεί θετική δικαστική απόφαση στα πλαίσια της πρωτοβάθμιας εκδίκασης της προσφυγής. Όπως νομολογιακά έχει αποφασιστεί, ο Νόμος δίνει ευρεία διακριτική ευχέρεια στο Δικαστήριο να αποφασίσει, κατά πόσον «είναι πιθανό να εκδοθεί θετική δικαστική απόφαση». Είναι, επίσης, πάγια γραμμή της Νομολογίας, ότι ο Αιτητής δεν πρέπει να στερείται, χωρίς επαρκή λόγο, του δικαιώματος του να ακουστεί η προσφυγή του από το Ανώτατο Δικαστήριο, έχοντας τη βοήθεια συνηγόρου. Από την άλλη, όμως, δεν είναι επιτρεπτή η παροχή νομικής αρωγής ανεξέλεγκτα, με συνακόλουθο την σπατάλη δημοσίου χρήματος με την καταχώρηση προσφυγών, οι οποίες δεν έχουν πιθανότητα επιτυχίας.

Το όλο ζήτημα, στην προσπάθεια του Δικαστηρίου να καταλήξει στη βασιμότητα αιτήματος παροχής νομικής αρωγής, εξετάζεται στη βάση του υλικού που τίθεται ενώπιον του. Στην προκειμένη περίπτωση, εφόσον, βεβαίως, δεν έχει καταχωρηθεί ακόμη προσφυγή, θα πρέπει να εξεταστεί στη βάση της ίδιας της απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερομηνίας 31/10/2013, η οποία βρίσκεται στον φάκελο του Δικαστηρίου και, έχοντας πάντα κατά νου τις νομικές αρχές που καλύπτουν το ζήτημα και τις τοποθετήσεις των δύο πλευρών. Παρεμβάλλω ότι είναι βασική αρχή πως το Δικαστήριο, εξετάζοντας αιτήσεις αυτής της μορφής και ασκώντας την ευρεία διακριτική του εξουσία, δεν προβαίνει σε οριστικά συμπεράσματα ως προς το αποτέλεσμα της ίδιας της προσφυγής, αλλά παραμένει στην πιθανολόγηση έκδοσης θετικής απόφασης. Η λέξη «πιθανό» που χρησιμοποιείται στην υποπαράγραφο (ββ) του άρθρου 6Β του Νόμου, αντικρίζεται σε αποκλειστική συνάρτηση προς τα διαλαμβανόμενα στο διοικητικό δίκαιο και υπό το φως του αντικειμένου μιας προσφυγής, η εξέταση της οποίας δεν οδηγεί σε απόφαση επί της ουσίας, αλλά αναθεωρείται μόνο η διοικητική πράξη, σύμφωνα με τις αρχές του διοικητικού δικαίου, χωρίς να εκτείνεται στην υποκατάσταση της διοικητικής απόφασης. Όπως έχει τονιστεί στην Υπόθεση Αρ. Αίτησης νομικής Αρωγής 12/2010, Mohammad Ismail ημερομηνίας 13/5/2010: «με άλλα λόγια, για να είναι πιθανό να εκδοθεί θετική δικαστική απόφαση' θα πρέπει από μια πρώτη θεώρηση της προσφυγής, με αναφορά στα γεγονότα και το νομικό υπόβαθρό της, να διαφαίνεται η ύπαρξη ενός ή περισσοτέρων εκ των λόγων για τους οποίους το Αναθεωρητικό Δικαστήριο δικαιούται να ακυρώσει διοικητική πράξη.» Τελικό, λοιπόν, κριτήριο είναι η πιθανότητα έκδοσης θετικής δικαστικής απόφασης και, κατά την εξέταση μιας τέτοιας πιθανότητας, το Δικαστήριο δεν αποφασίζει για την οριστική τύχη της προσφυγής, αλλά, όπως είναι καθήκον του, σταθμίζει τα ενώπιον του στοιχεία, προκειμένου να κρίνει κατά πόσον οι απαραίτητες προϋποθέσεις του Νόμου ικανοποιούνται, για να συνεκτιμήσει την πιθανότητα έκδοσης θετικής δικαστικής απόφασης στην αναμενόμενη να καταχωρηθεί προσφυγή»

Στον Αιτητή παραδόθηκε το σημείωμα του Γενικού Εισαγγελέα, του δόθηκε η ευκαιρία να αναφέρει οτιδήποτε επιθυμεί, και του εξηγήθηκαν οι προϋποθέσεις που θέτει η οικεία νομοθεσία επί αιτήσεως ως η παρούσα.

Κατά την υποβολή του αιτήματός του για διεθνή προστασία (Παράρτημα 1 του Σημειώματος του Γενικού Εισαγγελέα), ο Αιτητής δήλωσε ότι είναι υπήκοος Νιγηρίας. Μητρική του γλώσσα είναι τα Agbor. Ανέφερε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του στις 12/11/2020, και εισήλθε παράνομα στις ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές στις 14/11/2020. Στο έντυπο της αίτησης ο αιτητής κατέγραψε στους λόγους για τους οποίους αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του, δηλώνοντας ότι η πρώην σύντροφός του απεβίωσε μετά από διαπληκτισμό που είχαν μεταξύ τους και ότι ο αδελφός της και η αστυνομία τον αναζητούν διότι τον θεωρούν υπεύθυνο για τον θάνατό της.

Στο πλαίσιο της διαδικασίας εξέτασης της αίτησής του ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου (Παράρτημα 3 του Σημειώματος), ως προς τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, ο αιτητής στην συνέντευξη που παραχώρησε την 25/04/2023, δήλωσε ότι έφυγε εξαιτίας περιστατικού που συνέβη στις 17/10/2020. Συγκεκριμένα, ο αιτητής ανέφερε ότι εκείνη την ημέρα διαπληκτίστηκε με την πρώην σύντροφό του με αποτέλεσμα, η σύντροφός του να γλιστρήσει και να χτυπήσει στο κεφάλι. Ο αιτητής κατόπιν την μετέφερε, με την βοήθεια των γειτόνων του, στο Νοσοκομείο, όπου του ζήτησαν χρηματικό ποσό για την νοσηλεία της και την ιατρική της περίθαλψη. Ο Αιτητής δεν διέθετε το χρηματικό ποσό και έφυγε από το Νοσοκομείο για να αναζητήσει χρήματα. Ανέφερε ότι κάλεσε τον αδελφό της πρώην συντρόφου του, να τον ενημερώσει για το περιστατικό. Πρόσθεσε ότι η οικογένειά της αρνήθηκε να δώσει το χρηματικό ποσό, διότι δεν διέθεταν τα χρήματα. Αποτέλεσμα ήταν η πρώην σύντροφός του να αποβιώσει μετά από τρείς ημέρες. Στην συνέχεια, ο αδελφός της συντρόφου του, ο οποίος ανέφερε ότι ανήκει στην ομάδα 'Aye', μαζί με άλλα άτομα, εισέβαλαν στο σπίτι του στο Benin, κατέστρεψαν την περιουσία του και σκότωσαν τον αδελφό του. Όταν πληροφορήθηκε ότι τον αναζητά ο αδελφός της και η αστυνομία, ο Αιτητής μετέβη στο Abudja, όπου συνάντησε τον θείο του, ο οποίος του πρότεινε να μεταβεί στην Κυπριακή Δημοκρατία για να σωθεί. Σε ερώτηση του λειτουργού για το πόσες φορές η οικογένεια της πρώην συντρόφου του, μετέβη στο σπίτι του, απάντησε δύο φορές. Συγκεκριμένα, διευκρίνισε ότι την πρώτη φορά μετέβη ο αδελφός της μαζί με την μητέρα της και απλώς τους απείλησαν, ενώ την δεύτερη φορά, μετά τον θάνατο της συντρόφου του, ο αδελφός της κατέστρεψε το σπίτι του και σκότωσε τον αδελφό του, διότι ο ίδιος δεν βρισκόταν εκεί. Ανέφερε ότι κατόπιν η μητέρα του απευθύνθηκε στην αστυνομία, όμως δεν κατάφερε να δηλώσει το περιστατικό διότι δεν είχε χρήματα. Ερωτηθείς να αναφέρει το όνομα του αδελφού της πρώην συντρόφου του, απάντησε ότι γνωρίζει μόνο το ψευδώνυμό του, ότι ανήκει στην ομάδα  Aye’ και ότι είναι πλούσιος με πολλές διασυνδέσεις. Τέλος, ανέφερε ότι ο αδελφός της παρόλο που ήταν πλούσιος δεν έδωσε χρήματα για την ιατρική περίθαλψη της αδελφής του, διότι δεν ενέκρινε την σχέση τους.

Κατά την ετοιμασία της έκθεσης/εισήγησης ημερομηνίας 12/06/2023, ο αρμόδιος λειτουργός κατηγοριοποίησε τους ισχυρισμούς του Αιτητή σε: «1. Υπήκοος Νιγηρίας, περιοχή γέννησης Agbor της πολιτείας Δέλτα  και περιοχή προηγούμενης/τελευταίας διαμονής η πόλη Benin στην πολιτεία Edo» και «2. Η πρώην σύντροφος του Αιτητή έχασε την ζωή της, μετά από διαπληκτισμό που είχαν μεταξύ τους και  ο αδερφός της που ανήκει στην ομάδα 'Aye' σκότωσε τον αδελφό του αιτητή και αναζητά τον ίδιο τον αιτητή.» Όσον αφορά την πρώτη κατηγορία ισχυρισμών, ο λειτουργός έκρινε ότι οι απαντήσεις του Αιτητή ήταν ικανοποιητικές, οι πηγές πληροφόρησης επιβεβαιώνουν τις αναφορές του Αιτητή και συνεπώς αποδέχτηκε τις αναφορές του Αιτητή. Ως προς το δεύτερο ισχυρισμό, ο λειτουργός κατέληξε ότι δε στοιχειοθετείται η εσωτερική και εξωτερική αξιοπιστία με αποτέλεσμα να απορριφθεί.

Εν συνεχεία ο λειτουργός προέβη σε αξιολόγηση κινδύνου βάσει των αποδεδειγμένων ουσιωδών στοιχείων, ήτοι «Υπήκοος Νιγηρίας, περιοχή γέννησης Agbor της πολιτείας Δέλτα και περιοχή προηγούμενης/τελευταίας διαμονής η πόλη Benin στην πολιτεία Edo». Διαπιστώνεται ότι δεν υπάρχει εύλογη πιθανότητα ότι, σε περίπτωση επιστροφής του αιτητή στη Νιγηρία, στην πόλη Benin, στην πολιτεία Edo, θα αντιμετωπίσει μεταχείριση που θα μπορούσε να ισοδυναμεί με δίωξη ή σοβαρή βλάβη.

Κατά τη νομική ανάλυση, ο αρμόδιος λειτουργός κατέληξε ότι δεν στοιχειοθετείται φόβος δίωξης με βάση την εθνικότητα, τη φυλή, τη θρησκεία, τη συμμετοχή σε συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα ή τα πολιτικά του φρονήματα, όπως περιγράφονται στο άρθρο 1Α της Σύμβασης της Γενεύης του 1951, στο εδάφιο (δ) του άρθρου 2 της Οδηγίας 2011/95/EU και στο εδάφιο (1) του άρθρου 3 του Περί Προσφύγων Νόμου. Εξετάζοντας τη δυνατότητα να του χορηγηθεί το καθεστώς της συμπληρωματικής προστασίας, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι ο αιτών δεν θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης μόνο και μόνο λόγω της παρουσίας του στο Benin, της πολιτείας Edo, τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή, δεδομένου ότι η χώρα του δεν βρίσκεται σε κατάσταση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης.

Κατάληξη

Εν προκειμένω, σημειώνεται ότι η ευπαίδευτη εκπρόσωπος του Γενικού Εισαγγελέα εισηγήθηκε μέσω του Γραπτού της Σημειώματος ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις που θέτει ο περί Νομικής Αρωγής Νόμος για την παραχώρηση του ευεργετήματος της νομικής αρωγής στον Αιτητή. Στον Αιτητή μεταφράστηκε το σημείωμα του Γενικού Εισαγγελέα. Κατά την ακροαματική διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου στις 25/09/2023, ο αιτητής δήλωσε ότι εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του διότι η πρώην σύντροφός του έχασε την ζωή της σε διαπληκτισμό που είχαν μεταξύ τους και έκτοτε κινδυνεύει από τον αδελφό της. Πρόσθεσε ότι η οικογένειά της απευθύνθηκε στην αστυνομία και ότι ο αδελφός της, ο οποίος ανήκει στην ομάδα “Black axe” εισέβαλε στο σπίτι του, το οποίο κατέστρεψε. Τότε σκότωσαν τον αδελφό του στην προσπάθειά του να τους σταματήσει. Στην συνέχεια διευκρίνισε ότι δεν ήταν αδελφός της ο συγκεκριμένος άντρας αλλά θείος της, ο οποίος πίεζε τον αιτητή να γίνει μέλος της ανωτέρω ομάδας. Τέλος, ανέφερε ότι τον αναζητούσε η αστυνομία στο σπίτι του και ότι πληροφορήθηκε από την μητέρα του ότι η υπόθεσή του παραμένει σε εκκρεμότητα. Παρά τις διευκρινιστικές ερωτήσεις που έθεσε το Δικαστήριο στον Αιτητή, και λαμβάνοντας υπόψη και την αξιολόγηση των ισχυρισμών του Αιτητή από τη Διοίκηση, οι απαντήσεις του δεν έδειξαν οποιοδήποτε στοιχείο βιωματικότητας που θα επέτρεπε στο Δικαστήριο να καταλήξει ότι ο Αιτητής κατάφερε να αποδείξει ότι έχει πραγματική πιθανότητα επιτυχίας της προσφυγής.

Ξεκάθαρα και από τα ενώπιον μου στοιχεία ο βασικός λόγος για τον οποίο δεν έγινε δεκτό το αίτημα του Αιτητή περί δίωξης του από τον αδελφό της πρώην συντρόφου του, ήταν το γεγονός της μη απόδειξης της αληθοφάνειας των βασικών ισχυρισμών του και του κλονισμού της αξιοπιστίας του, λόγω ουσιωδών αντιφάσεων, ελλείψεων και αδυναμιών οι οποίες εντοπίστηκαν στην συνέντευξη που έδωσε. Αυτό δε το εμπόδιο αναγνωρίζεται ρητά ως ένα από τα κωλύματα στην έγκριση αιτήματος ασύλου, από τις πρόνοιες του Εγχειριδίου (Βλ.  απόφαση Ανωτάτου Δικαστηρίου EDWARD ESKANDAZ ν. ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ κ.α., Υπόθεση Αρ. 1673/2010, 4/7/2013).

Παρατηρώ συναφώς ότι ο Αιτητής, κατά την διεξαγωγή της συνέντευξής του ενώπιον του λειτουργού της EUAA, δεν ήταν σε θέση να δώσει επαρκείς πληροφορίες, ενώ οι ισχυρισμοί του  ήταν ασυνάρτητοι και απροσδιόριστοι με πλήρη απουσία του βιωματικού στοιχείου. Συγκεκριμένα, παρατηρώ ότι οι δηλώσεις του Αιτητή αναφορικά με τον θάνατο της πρώην συντρόφου του στο νοσοκομείο ήταν πολύ γενικές, αόριστες και μη ευλογοφανείς ενώ ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να παρέχει λεπτομερείς και ακριβείς πληροφορίες σχετικά με αυτό το περιστατικό. Ο Αιτητής ανεφερε ότι κάλεσε τον αδερφό της πρώην συντρόφου του, για να τον ενημέρωσει για το περιστατικό και εκείνος του φώναζε και τον κατηγόρησε ότι είναι υπεύθυνος για τον θάνατο της αδερφής του. Ακολούθως, ισχυρίστηκε ότι η οικογένειά της αρνήθηκε να δώσει χρήματα για την νοσηλεία της, διότι δεν διέθεταν χρήματα (βλ. ερυθ. 43 1Χ), ισχυρισμός ο οποίος έρχεται σε αντίθεση με τον μετέπειτα ισχυρισμό του Αιτητή ότι ο αδελφός της πρώην συντρόφου του ήταν πλούσιος και ισχυρός (Βλ. ερυθ. 40 1Χ). Συγκεκριμένα, σε επόμενο στάδιο της συνέντευξης, ο Αιτητής ανέφερε ότι o αδερφός της πρώην συντρόφου του είναι πλούσιος και δεν ήθελε να πληρώσει για την περίθαλψή της, διότι δεν επικροτούσε την σχέση του μαζί της και δεν ήθελε τον αιτητή, αφού ήθελε η αδερφή του να είναι μαζί με κάποιο μέλος της ομάδας, στην οποία ανήκει ο ίδιος (Βλ. ερυθ. 39 1Χ). Ο ισχυρισμός αυτός του Αιτητή δεν διακρίνεται σε καμία περίπτωση από αληθοφάνεια, καθότι είναι αδιανόητο μια οικογένεια να αφήσει ένα μέλος της να πεθάνει, ενώ οικονομικά θα μπορούσαν να συνεισφέρει στη νοσηλεία της.

Σχετικά με τη συμμετοχή του αδελφού της πρώην συντρόφου του στην ομάδα «Aye» παρατηρώ ότι οι απαντήσεις που έδωσε ο Αιτητής στον αρμόδιο λειτουργό δεν ήταν επαρκείς ούτως ώστε να σχηματιστεί μια σαφής εικόνα για την συγκεκριμένη ομάδα. Ο Αιτητής δεν μπορούσε να διευκρινίσει σε ποιο μέρος συγκεκριμένα δρα και ενεργεί η ανωτέρω ομάδα (Βλ. ερυθ. 41 1Χ), αναφέροντας ότι όταν έχουν κάποιο πρόβλημα με ένα συγκεκριμένο άτομο, τότε βρίσκουν το συγκεκριμένο άτομο. Θα ήταν αναμενόμενο να γνωρίζει ο Αιτητής όλες τις λεπτομέρειες της συγκεκριμένης ομάδας, λαμβάνοντας υπόψη ότι είχε σχέση πέντε χρόνια με την αδελφή του και ότι τον κατηγόρησαν ότι ήταν υπεύθυνος για τον θάνατό της. Σε κάθε περίπτωση οι δηλώσεις του Αιτητή έρχονται σε αντίθεση με την δήλωσή του κατά την ακροαματική διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου στις 25/09/2023, κατά την οποία δήλωσε ότι η ομάδα ονομάζεται “Black Axe” και όχι Aye».

Επιπλέον, είναι άξιο απορίας πώς γίνεται ο Αιτητής να διατηρεί δεσμό με την ανωτέρω σύντροφο για πέντε ολόκληρα χρόνια, ωστόσο να μην είναι σε θέση να γνωρίζει το πλήρες όνομα του αδελφού της, παρα μόνο το ψευδώνυμό του (Βλ. ερυθ. 41 1Χ). Τέλος, αναφορικά με τον ισχυρισμό του Αιτητή σε σχέση με το ότι ο αδελφός της πρώην συντρόφου του μαζί με άλλα μέλη της ομάδας, στην οποία ανήκε ο αδελφός της, εισέβαλαν στο σπίτι του και σκότωσαν τον αδελφό του Αιτητή, διαφάνηκε πως δεν ήταν σε θέση να δώσει επαρκείς λεπτομέρειες, καθώς οι απαντήσεις που έδινε ήταν ασαφείς και παρουσίαζαν πολλές ελλείψεις. Ο Αιτητής δεν ήξερε να απαντήσει πόσα άτομα εισέβαλαν στο σπίτι του αλλά ούτε και τί ακριβώς είπαν ισχυριζόμενος ότι το περιστατικό το γνωρίζει από τη μητέρα του (Βλ. ερυθ. 42 1Χ).

Από τα όσα αναφέρει ο Αιτητής προκύπτει ότι πλήττεται η εσωτερική αξιοπιστία τον ισχυρισμών του λόγω των αντιφάσεων, της έλλειψης λεπτομέρειας και της μη ευλογοφάνειας.

Όπως προκύπτει από τα σχετικά έγγραφα της συνέντευξης του Αιτητή, ο λειτουργός έλαβε υπόψη τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά τα οποία όμως δεν έγιναν αποδεκτά (αξιολόγηση της αξιοπιστίας) και βάση αυτών έκριναν στην συνέχεια ότι δεν υπάρχει πιθανότητα ο Αιτητής  να υποβληθεί σε μεταχείριση που συνιστά δίωξη ή σοβαρή βλάβη (εκτίμηση κινδύνου).

Από το σύνολο των πιο πάνω δεδομένων και κατά την εκ πρώτης όψεως εκτίμηση τους, διαπιστώνω πως ο αρμόδιος λειτουργός κατά την εξέταση της διοικητικής προσφυγής του Αιτητή ορθώς εντόπισε και εξέτασε όλους τους ισχυρισμούς του Αιτητή, στο μέτρο που αυτοί θα ήταν κρίσιμοι για την υπαγωγή του στο καθεστώς διεθνούς προστασίας και προέβη εν συνεχεία, σε ορθή εκ πρώτης όψεως αξιολόγηση αυτών. Ειδικότερα, ο αρμόδιος λειτουργός φαίνεται εκ πρώτης όψεως να κατέληξε σε ορθά συμπεράσματα επί της αξιοπιστίας των ισχυρισμών του Αιτητή, οι οποίοι για τους λόγους που αναλύθηκαν στην Εισηγητική Έκθεση και καταγράφηκαν και ανωτέρω, απορρίφθηκαν ως εσωτερικά αναξιόπιστοι. Πέραν των όσων αναλυτικά εκτίθενται στην Εισηγητική Έκθεση, η οποία αποτέλεσε την αιτιολογική βάση της επίδικης απόφασης, παρατηρώ ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να θεμελιώσει τους ισχυρισμούς του, τόσο ως προς τους λόγους που εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, ούτε ως προς τον φόβο του σε περίπτωση επιστροφής του.

Ούτε διακρίνω πλημμέλειες στην ανάλυση του μελλοντικού κινδύνου δίωξης ή σοβαρής βλάβης του Αιτητή στον οποίον ενδέχεται να εκτεθεί σε περίπτωση επιστροφής του στην χώρα καταγωγής του. Τουναντίον, διαπιστώνω πως ο λειτουργός EUAA κατά το στάδιο της αξιολόγησης του μελλοντικού κινδύνου δίωξης ή σοβαρής βλάβης εξέτασε επαρκώς τα ουσιώδη εκείνα αποδεκτά στοιχεία του προφίλ του Αιτητή, από τα οποία ενδεχομένως ο Αιτητής να κινδύνευε κατά την επιστροφή του στην χώρα καταγωγής του να υποστεί δίωξη ή σοβαρή βλάβη, και ορθώς κατέληξε ότι τέτοιος κίνδυνος δεν συντρέχει. Ομοίως, προέβη σε ορθή εκ πρώτης όψεως κατάληξη επί της μη υπαγωγής του Αιτητή σε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, αναλύοντας εκτενώς και σε συνάρτηση με πληροφορίες από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης το ενδεχόμενο υπαγωγής αυτού  στις πρόνοιες του άρθρου 19 του Περί Προσφύγων Νόμου.

Ο Αιτητής έχει το βάρος να καταδείξει ότι έχει πραγματικές πιθανότητες να εκδοθεί δικαστική απόφαση υπέρ του και χωρίς να αποφασίζεται οριστικά το αποτέλεσμα της προσφυγής που πιθανόν να καταχωρίσει ο Αιτητής (Αποφάσεις στην Αίτηση Νομικής Αρωγής  Αρ. 1/2009, Tamaga Durja Man v. Δημοκρατίας, ημερ.  15/7/2009, και στη  Αίτηση  Νομικής Αρωγής  Αρ. 10/12, Nacira Baghour και Maged Ahmad Odeh, ημερ. 28/3/2012).Ως εκ τούτου, κρίνω ότι δεν υπάρχουν εκ πρώτης όψεως πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας της προσφυγής που έχει καταχωρίσει ο Αιτητής, καθώς δεν προκύπτουν διαδικαστικά θέματα και σημεία που δεν διερευνήθηκαν δεόντως, ο δε λειτουργός εξέτασε δεόντως τους ισχυρισμούς αυτού τόσο κατά τη διάρκεια διεξαγωγής της συνέντευξης όσο και κατά την εισήγηση. Εξετάζοντας την συνέντευξη που διεξήχθη, την εισήγηση του αρμόδιου λειτουργού,  τις απαντήσεις που έδωσε ο Αιτητής στις διευκρινιστικές ερωτήσεις του παρόντος Δικαστηρίου και γενικότερα όλο το υλικό το οποίο είναι ενώπιον μου, κρίνω ότι η Υπηρεσία Ασύλου προέβη σε επαρκή έρευνα όλων των ουσιωδών στοιχείων.

Ως εκ τούτου φρονώ ότι  δεν πληρείται η προϋπόθεση που προβλέπεται στο άρθρο 6Β(2)(ββ) αναφορικά με την πραγματική πιθανότητα επιτυχίας της προσφυγής του. Διαπιστώνω επιπλέον, ότι εκ πρώτης όψεως κατά τη διάρκεια της συνέντευξης φαίνεται ότι έχουν τεθεί επαρκείς και διευκρινιστικές ερωτήσεις προς τον Αιτητή. Η έκθεση/εισήγηση της λειτουργού περιλαμβάνει και αξιολογεί τους ισχυρισμούς του Αιτητή ενώ δεν προκύπτει εκ πρώτης όψεως οποιοδήποτε στοιχείο περί πλημμέλειας της αιτιολογίας της απόφασης της διοίκησης.

Από τα παραπάνω φαίνεται εκ πρώτης όψεως ότι δεν υφίσταται δικαιολογημένος φόβος δίωξης κατά την έννοια των διατάξεων της Σύμβασης της Γενεύης όσο και των διατάξεων του άρθρου 3 του Περί Προσφύγων Νόμου 2000 (6(I)/2000) για κάποιο από τους περιοριστικά αναγραφόμενους στη Σύμβαση της Γενεύης λόγους για χορήγηση προσφυγικού καθεστώτος. Ούτε περαιτέρω φαίνεται να τεκμηριώνονται τέτοιοι ισχυρισμοί, οι οποίοι να δικαιολογούν την υπαγωγή του Αιτητή στο καθεστώς της συμπληρωματικής προστασίας. 

Με βάση λοιπόν το σύνολο των στοιχείων που τέθηκε ενώπιον μου, όπως τα έχω αναφέρει και πιο πάνω, καταλήγω - στο βαθμό που απαιτείται στην παρούσα, η οποία δεν απαιτεί εις βάθος εξέταση της ουσίας της αιτήσεως διεθνούς προστασίας - ότι το αίτημα του Αιτητή για παροχή διεθνούς προστασίας εξετάστηκε επιμελώς και ερευνήθηκε δεόντως από την Υπηρεσία Ασύλου.  Για τους λόγους που έχουν εκτεθεί καταλήγω ότι, βάσει των προνοιών της σχετικής νομοθεσίας, και λαμβανομένων υπόψη των ενώπιον μου στοιχείων, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι η προσφυγή εναντίον της επίδικης απόφασης έχει πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας. Με δεδομένο τούτο παρέλκει η εξέταση της παρούσας στην βάση της οικονομικής δυνατότητας του Αιτητή να ανταπεξέλθει στα έξοδα της προσφυγής που προτίθεται να καταχωρήσει. 

Ο Αιτητής διατηρεί βεβαίως κάθε δικαίωμα του να καταχωρήσει προσφυγή στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας κατά της απορριπτικής απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, με δικά του έξοδα, παρά την απόρριψη της παρούσας καθότι το αποτέλεσμα της παρούσας ουδόλως προδικάζει την έκβαση πιθανής  προσφυγής που ήθελε καταχωρήσει.

Με δεδομένη τη μη ικανοποίηση αυτής της απαραίτητης εκ του Νόμου προϋπόθεσης, η αίτηση αναπόφευκτα απορρίπτεται χωρίς έξοδα.

Τα έξοδα των μεταφραστών να καταβληθούν από τη Δημοκρατία.

 

Κ. Δ. Κατσαρίδης, Δ.Δ.Δ.Δ.Π

 

 

 

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο