ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ 

                                                                                      Υπόθεση αρ.827/23

 

29 Μαρτίου 2024

 

[Α. ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

Μ. Η. Ι. Α.

                                                                                                                        Αιτητής

Και

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου

                                                                                                                        Καθ’ ων η αίτηση

 

Κκ Χρ. Χριστούδιας και Ν. Λοΐζου, Δικηγόροι για τον αιτητή

Κα Π. Βρυωνίδου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η αίτηση

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με την προσφυγή ο αιτητής αιτείται την ακύρωση της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, ημ.15/03/23, η οποία κοινοποιήθηκε αυθημερόν, δια της οποίας απορρίφθηκε η αίτησή του για παροχή διεθνούς προστασίας ως άκυρης, αντισυνταγματικής, παράνομης και στερούμενης νομικού αποτελέσματος.

Ως εκτίθεται στην Ένσταση που καταχωρήθηκε από τους καθ' ων η αίτηση και προκύπτει από το περιεχόμενο του Φάκελου (Υπηρεσίας Ασύλου) που κατατέθηκε στα πλαίσια των διευκρινήσεων, o αιτητης κατάγεται από την Αίγυπτο, εισήλθε στη Δημοκρατία νομίμως, στις 05/09/11 και υπέβαλε αίτηση για παροχή διεθνούς προστασίας στις 16/04/14 (ερ.11-13, 19-21, 53).

Στις 14/11/16 διεξήχθη συνέντευξη με τον αιτητή από την Υπηρεσία Ασύλου προς εξέταση του αιτήματός για διεθνή προστασία όπου του δόθηκε η ευκαιρία, μέσα από σχετικές ερωτήσεις, μεταξύ άλλων, να εκθέσει τους λόγους στους οποίους στηρίζει το αίτημα του στην παρουσία διερμηνέα στη μητρική του γλώσσα (ερ.47-53). Μετά το πέρας της συνέντευξης ετοιμάστηκε σχετική Έκθεση-Εισήγηση και στις 13/12/16 η αίτηση διεθνή προστασία απορρίφθηκε (ερ.66-68).

Ακολούθως, ετοιμάστηκε σχετική επιστολή ενημέρωσης του αιτητή για την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία επιδόθηκε διά χειρός στις 13/02/17 και του μεταφράστηκε σε γλώσσα κατανοητή από αυτόν (ερ.69-71).

Κατά της ως άνω απόφασης ο αιτητής υπέβαλε στις 24/02/17 ιεραρχική προσφυγή στην Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων (στο εξής ΑΑΠ), ως λειτουργούσε τότε. Ενόψει του ότι η ΑΑΠ εν τω μεταξύ έπαυσε να λειτουργεί, η ιεραρχική προσφυγή παραπέμφθηκε και εξετάστηκε από τους καθ’ ων η αίτηση. Κατά την εξέταση της επίδικης ιεραρχικής προσφυγής ετοιμάστηκε σχετική Έκθεση-Εισήγηση και στις 30/01/23 αυτή απορρίφθηκε (ερ.143-160).

Ακολούθως, ετοιμάστηκε σχετική επιστολή ενημέρωσης του αιτητή για την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου (επί της επίδικης ιεραρχικής προσφυγής), η οποία του επιδόθηκε διά χειρός στις 15/03/23 και του μεταφράστηκε σε γλώσσα κατανοητή από αυτόν (ερ.163).

Στην αίτηση διεθνούς προστασίας που υπέβαλε ο αιτητής καταγράφει ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του για μία καλύτερη ζωή καθώς, ως αναφέρει, μετά τα περιστατικά το 2011 στην Αίγυπτο, οιοσδήποτε μπορεί να κατηγορηθεί για ανήκει στην Μουσουλμανική Αδελφότητα, «χωρίς κανένα λόγο». Περαιτέρω αναφέρει ότι, λόγω των «εκρήξεων και συλλήψεων», δεν υπάρχει ασφάλεια «στους δρόμους της Αιγύπτου».

Κατά  τη διάρκεια της συνέντευξης που διενεργήθηκε από την Υπηρεσία Ασύλου ο αιτητής αναίρεσε τα ως άνω αναφέροντας ότι δεν αντιμετωπίζει πρόβλημα ούτε με τη κυβέρνηση, ούτε με τη μουσουλμανική αδελφότητα, αλλά ήρθε στη Δημοκρατία για να θρέψει την οικογένεια του. Ως περαιτέρω ανέφερε, εργαζόταν στην Ελλάδα από το 1996 για να στηρίξει οικονομικά την οικογένεια του και, όταν τελείωσε το συμβόλαιο του, ήρθε στη Δημοκρατία.

Οι καθ’ ων η αίτηση, εξετάζοντας τα λεγόμενα του αιτητή τόσο στην αίτηση όσο και τη συνέντευξη απέρριψαν την αίτηση διεθνούς προστασίας καθώς αναφέρθηκαν αμιγώς οικονομικής φύσεως ισχυρισμοί.

Στην επίδικη ιεραρχική προσφυγή ο αιτητής ανέφερε επί το πλείστο νομικούς ισχυρισμούς που περιστρέφονταν κυρίως γύρω από το αναιτιολόγητο της ως άνω απόφασης και τη μη διεξαγωγή δέουσας έρευνας στα πλαίσια αυτής, τους οποίους ουδόλως ανέπτυξε εν τέλει περαιτέρω. Επιπροσθέτως, δια χειρόγραφης επιστολής του ημ.17/03/17, ο αιτητής ανέφερε ότι έχει υποστεί στη Δημοκρατία εργατικό ατύχημα εκ του οποίου έχασε δάκτυλα του ενός ποδιού του και συνεπεία του οποίου δεν μπορεί την ορθοστασία πέραν των 2 ωρών. Αργότερα, καλούμενος προς τούτο, ο αιτητής προσκόμισε ιατρικά πιστοποιητικά  του Γεν. Νοσοκομείου Λευκωσίας αναφορικά με τη κατάσταση του (ερ.86-87).

Οι καθ’ ων η αίτηση, πραγματευόμενοι την επίδικη ιεραρχική προσφυγή του, κατέληξαν αφενός ότι η απόφαση της Υπηρεσίας ήταν ορθή, δεδομένου του ότι αναφέρθηκαν μόνο οικονομικής φύσεως ισχυρισμοί και αφετέρου, εξετάζοντας τα ενώπιον τους νέα στοιχεία που αφορούσαν την υγεία του αιτητή και τις επιπτώσεις που αυτή είχε εκ του ατυχήματος του, κατέληξαν, αφού αναζήτησαν και αξιολόγησαν πληροφορίες σχετικά με το σύστημα υγείας της χώρας καταγωγής και προσβασιμότητας του από τους πολίτες, ότι δεν υφίστανται λόγοι να πιστεύεται ότι ο αιτητής θα στερηθεί της πρόσβασης σε υγειονομική περίθαλψη (ενόψει του ατυχήματος και ακρωτηριασμού) του και συνεπώς δεν μπορεί να λεχθεί ότι χρήζει διεθνούς προστασίας. Οι σχετικές πληροφορίες που εντόπισαν και τα επί τούτου συμπεράσματα τους καταγράφονται διεξοδικά και εκτενώς στα ερ.143-148, στα πλαίσια της επίδικης έκθεσης που ετοίμασαν.

Σημειώνεται ότι η παρούσα καταχωρήθηκε προσωπικά εκ του αιτητή, ο οποίος διόρισε αργότερα τους δικηγόρους του, οι οποίοι καταχώρησαν, κατόπιν σχετικής αιτήσεως και διατάγματος του Δικαστηρίου, τροποποιημένη αίτηση.

Κατά τις Διευκρινήσεις της παρούσης, ο συνήγορος του αιτητή, αγορεύοντας προφορικά, ως οι σχετικές οδηγίες του Δικαστηρίου, αναφέρθηκε στο ατύχημα που είχε ο αιτητής, σημειώνοντας ότι αδυνατεί μέχρι σήμερα να φορέσει παπούτσι και λαμβάνει θεραπεία, η οποία δεν μπορεί να συνεχιστεί στη χώρα καταγωγής αν επιστρέψει. Για το λόγο αυτό, ως ισχυρίστηκε, ο αιτητής χρήζει συμπληρωματικής προστασίας, στη βάση του αρ.19 του Νόμου, για ανθρωπιστικούς λόγους, ως ανέφερε. Ο συνήγορος του αιτητή προσκόμισε ιατρικό πιστοποιητικό ημ.17/11/23, στο οποίο αναφέρεται ότι αυτός χρήζει προσθετικού μέλους και επιστολή του ιδίου προς τη Γεν. Διευθύντρια του Υπουργείου, ίδιας ημερομηνίας, όπου αιτείται την επιδότηση του προσθετικού μέλους. Τα έγγραφα αυτά κατατέθηκαν εκ συμφώνου ως Δέσμη Τεκμηρίων 3.

Αγορεύοντας ομοίως προφορικά οι καθ’ ων η αίτηση αντέταξαν ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι καθ’ όλα νόμιμη και ορθή και πως στα πλαίσια αυτής εξετάστηκαν πλήρως και διεξοδικά οι ισχυρισμοί του αιτητή αναφορικά με το ατύχημα και το συνεπακόλουθο πρόβλημα υγείας που αντιμετωπίζει.

Προχωρώ με επί της ουσίας εξέταση των ισχυρισμών του αιτητή, οι οποίοι περιορίζονται στο πρόβλημα υγείας που αντιμετωπίζει.

Σημειώνω ότι, ως προκύπτει από τα ερ.86-87 και τη Δέσμη Τεκμηρίων 3, ο αιτητής υπέστη συνεπεία του ατυχήματος του συνθλιπτική κάκωση άκρου ποδός, της οποίας έγινε αποκατάσταση με ιστό από το μηρό του, και χρήζει σήμερα προσθετικού μέλους, λόγω της δυσκολίας του να εργαστεί. Αξίζει να σημειωθεί ότι επί των ως άνω εγγράφων γίνεται λόγος για δυσκολία εργασίας και όχι πλήρους αδυναμίας.

Σχετικά, στο εγχειρίδιο του EASO «Προϋποθέσεις χορήγησης διεθνούς προστασίας (οδηγία 2011/95/ΕΕ) – Δικαστική Ανάλυση», σελ.120, αναφέρονται τα εξής:

«Ωστόσο, στην απόφαση που εξέδωσε στην υπόθεση MBodj, το ΔΕΕ διέκρινε την ερμηνεία του από την ερμηνεία του άρθρου 3 της ΕΣΔΑ από το ΕΔΔΑ βάσει της ελαφρώς διαφορετικής διατύπωσης του άρθρου 15 στοιχείο β) της ΟΕΑΑ (αναδιατύπωση) και του πλαισίου στο οποίο τυγχάνει να εφαρμόζεται το άρθρο 15 στοιχείο β). Σε όλως εξαιρετικές περιπτώσεις, το ΕΔΔΑ εφάρμοσε το άρθρο 3 της ΕΣΔΑ για να απαγορεύσει την απομάκρυνση υπηκόου τρίτης χώρας που έπασχε από σοβαρή ασθένεια σε χώρα στην οποία δεν υπήρχε διαθέσιμη κατάλληλη ιατρική περίθαλψη (708). Το ΔΕΕ αρνήθηκε να ερμηνεύσει το άρθρο 15 στοιχείο β) με τον ίδιο τρόπο. Το ΔΕΕ επι­σήμανε ότι το γράμμα του άρθρου 15 στοιχείο β) της ΟΕΑΑ (αναδιατύπωση) διαφέρει από εκείνο του άρθρου 3 της ΕΣΔΑ στο μέτρο που εφαρμόζεται σε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία του αιτούντος «στη χώρα καταγωγής». […] Επιπλέον, το ΔΕΕ επισήμανε ότι ορισμένα στοιχεία του πλαισίου στο οποίο εντάσσεται το άρθρο 15 στοιχείο β) της ΟΕΑΑ (αναδι­ατύπωση), καθώς και η ratio της συγκεκριμένης οδηγίας πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά την ερμηνεία της συγκεκριμένης διάταξης. Συγκεκριμένα, το άρθρο 6 της ΟΕΑΑ (αναδιατύπωση) απαριθμεί τους φορείς σοβαρής βλάβης, γεγονός που επιβεβαιώνει την άποψη ότι οι βλάβες αυτές πρέπει να απορρέουν από συμπεριφορά τρίτου και δεν μπορούν, κατά συνέπεια, να αποτελούν απλώς και μόνο συνέπεια των γενικών ανεπαρκειών του συστήματος υγείας της χώρας καταγωγής. Ομοίως, κατά την αιτιολογική σκέψη 26 της ΟΕΑΑ (αναδιατύπωση), οι κίνδυνοι στους οποίους εκτίθεται εν γένει ο πληθυσμός ή τμήμα του πληθυσμού μιας χώρας δεν συνιστούν συνήθως, αυτοί καθαυτοί, προσωπική απειλή που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως σοβαρή βλάβη.»

Περαιτέρω, στην σελ.123 του ιδίου εγχειριδίου αναφέρονται τα εξής:

«Η εφαρμογή του άρθρου 15 στοιχείο β) προϋποθέτει ένα στοιχείο ηθελημένης κακομεταχείρισης. Παρά την παραπομπή του ΔΕΕ στη νομολογία του ΕΔΔΑ σχετικά με την ερμηνεία του άρθρου 3 της ΕΣΔΑ και στην υπο­χρέωση εφαρμογής της ΟΕΑΑ (αναδιατύπωση) κατά τρόπο που συνάδει με το άρθρο 19 παράγραφος 2 του Χάρτη της ΕΕ (μη επαναπροώθηση, σε περίπτωση σοβαρού κινδύνου απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρι­σης ή τιμωρίας) (731), το ΔΕΕ αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στη διαφορετική διατύπωση του άρθρου 15 στοιχείο β) και διακρίνει μεταξύ του πεδίου εφαρμογής του άρθρου 3, ως απαγόρευσης επιστροφής προσώπου, και της θεμελίωσης αίτησης επικουρικής προστασίας […]»

Εκ των ως άνω προκύπτει ότι, χωρίς να συνυπάρχει το απαραίτητο «στοιχείο ηθελημένης κακομεταχείρισης», δεν δύναται, χωρίς να καταδειχθεί σχετικός φορέας δίωξης ή σοβαρής βλάβης εκ του οποίου ο αιτητής κινδυνεύει να υποστεί την προβλεπόμενη στο αρ.19 του Νόμου βλάβη, να αποδοθεί καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας στη βάση και μόνο της ανεπάρκειας του συστήματος υγείας της χώρας καταγωγής (βλ. απόφαση ΔΕΕ, C-542/13, M’Bodj, EU:C:2014:2452, ημ.18/12/14). Εδώ ελλείπει παντελώς ο απαιτούμενος φορέας δίωξης ή σοβαρής βλάβης και συνεπώς ουδείς λόγος θα μπορούσε να γίνει για συμπληρωματική προστασία στη βάση των λόγων υγείας που αναφέρθηκαν.

Εξάλλου, στη βάση της αρχής της μη επαναπροώθησης (αρ.3 ΕΣΔΑ), επί της οποίας σημειώνω ότι δεν αναφέρθηκε ο συνήγορος του αιτητή, ακόμα και επί ανεπαρκούς συστήματος υγείας, ως στο πιο πάνω απόσπασμα αναφέρεται, μόνο «σε όλως εξαιρετικές περιπτώσεις, το ΕΔΔΑ εφάρμοσε το άρθρο 3 της ΕΣΔΑ για να απαγορεύσει την απομάκρυνση υπηκόου τρίτης χώρας που έπασχε από σοβαρή ασθένεια σε χώρα στην οποία δεν υπήρχε διαθέσιμη κατάλληλη ιατρική περίθαλψη». Εν προκειμένω, ως καταδεικνύεται από τις πληροφορίες που εντόπισαν οι καθ’ ων η αίτηση και καταγράφεται εκτενώς στα ερ.145-147, δεν διαπιστώνεται ανεπάρκεια του συστήματος υγείας της χώρας καταγωγής ή και μη πρόσβαση σ’ αυτό.

Ουδέν στοιχείο δε προσήχθη από τον αιτητή που να διαφοροποιεί τα ως άνω.

Εκ των ανωτέρω συνάγεται ότι δεν τεκμηριώνεται βάσιμος φόβος «καταδίωξης του [αιτητή] για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων» και δεν υφίστανται «ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη», ως αμφότερες αυτές οι έννοιες ορίζονται στα άρθρα 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 (Ν. 6(I)/2000) αντίστοιχα.

Είναι βεβαίως δεδομένη η συμπάθεια του Δικαστηρίου για τον προσωπικό πόνο που έχει περάσει ο αιτητής εξαιτίας του ατυχήματος και των βλαβών που αυτό του έχει προκαλέσει, όμως αυτό δεν αρκεί για παροχή διεθνούς προστασίας, καθώς αμιγώς ανθρωπιστικοί λόγοι εκφέυγουν του πλαισίου διεθνούς προστασίας (βλ. και αιτ. σκέψη αρ.15 της οδηγίας 2011/95/ΕΕ).

Σημειώνεται ότι η Αίγυπτος έχει καθοριστεί στις Κ.Δ.Π. 198/2020, 225/2021, 202/2022 και 166/2023, οι οποίες εκδόθηκαν δυνάμει του αρ.12Βτρις του Νόμου, ως ασφαλής χώρα ιθαγενείας και στην παρούσα ουδέν στοιχείο προσκομίστηκε στη βάση του οποίου θα μπορούσε να «θεωρηθεί ότι η χώρα αυτή δεν είναι ασφαλής […] στη συγκεκριμένη περίπτωσή», στη βάση των όσων διαλαμβάνονται από το αρ.12Βτρις (6).

Η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με έξοδα €800 υπέρ των καθ' ων η αίτηση και εναντίον του αιτητή.

 

Α. Χριστοφόρου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο