ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ 

 

Υπόθ. Αρ.: T2439/23 

 

      29 Μαρτίου, 2024 

 

[Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΔΔΔΔΠ.] 

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος 

 

Μεταξύ: 

                                                         

R. K. B.

 

Αιτητής 

 

-και- 

 

Υπηρεσίας Ασύλου 

 

Καθ’ ων η Αίτηση 

 

 

Λ. Κούτρα (κα) για Δ. Κούτρας & ΣΙΑ, Δικηγόροι του Αιτητή 

 

 

 

ΑΠΟΦΑΣΗ 

 

 

Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.:  Με την παρούσα προσφυγή ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση των Καθ’ ων η Αίτηση, ημερομηνίας 20/06/2023, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για χορήγηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας ως προδήλως αβάσιμο.    

 

Τα ουσιώδη γεγονότα της παρούσας υπόθεσης εκτίθενται στο Υπόμνημα των Καθ’ ων η Αίτηση και υποστηρίζονται από τα στοιχεία του σχετικού διοικητικού φακέλου που έχει κατατεθεί από τους Καθ’ ων η Αίτηση. Όπως προκύπτει από αυτά, ο Αιτητής είναι υπήκοος της Νεπάλ και στις 24/05/2023 υπέβαλε αίτηση για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας, αφού εισήλθε στην Κυπριακή Δημοκρατία με άδεια παραμονής ως φοιτητής. 

 

Στις 14/06/2023 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του Αιτητή από αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου με τη δωρεάν συνδρομή διερμηνέα. Την ίδια μέρα, ο εν λόγω λειτουργός συνέταξε εισηγητική έκθεση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου σχετικά με τη συνέντευξη του Αιτητή, όπως απορριφθεί το αίτημά του για διεθνή προστασία ως προδήλως αβάσιμο. Στη συνέχεια, εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός να εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, αφού υιοθέτησε την εισηγητική έκθεση του αρμόδιου λειτουργού της Υπηρεσίας Ασύλου, απέρριψε το αίτημα του Αιτητή στις 20/06/2023.  

 

Στις 09/08/2023 η  Υπηρεσία Ασύλου εξέδωσε απορριπτική του αιτήματος του Αιτητή επιστολή, στην οποία συμπεριέλαβε την αιτιολόγηση της απόφασής της, η οποία κοινοποιήθηκε την επομένη, ήτοι στις 10/08/2023, ιδιοχείρως στον Αιτητή, κατόπιν επεξήγησης του περιεχομένου της από διερμηνέα. Ο Αιτητής καταχώρησε την υπό εξέταση προσφυγή εναντίον της ως άνω αναφερόμενης απορριπτικής απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου μέσω των συνηγόρων του στις 24/08/2023. 

 

Με την προσφυγή του, ο Αιτητής προβάλλει διάφορους λόγους ακύρωσης, δια μέσου των δικηγόρων του. Με την γραπτή του αγόρευση προωθεί ως λόγους ακύρωσης την έλλειψη δέουσας έρευνας, την συνδρομή πλάνης και κατάχρησης εξουσίας κατά την λήψη της απόφασης και την παραβίαση του δικαιώματος προηγούμενης ακρόασης. 

 

Θα προχωρήσω με την εξέταση των εν λόγω ισχυρισμών, ενόψει και της υποχρέωσης που έχει το παρόν Δικαστήριο να προβαίνει σε έλεγχο, εκτός της νομιμότητας, και της ορθότητας κάθε προσβαλλόμενης απόφασης, εξετάζοντας πλήρως και από τούδε και στο εξής τα γεγονότα και τα νομικά ζητήματα που τη διέπουν και την ανάγκη χορήγησης διεθνούς προστασίας σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Προσφύγων Νόμου (βλ. άρθρο 11(3) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (73(I)/2018). 

  

Περί τούτου, κρίνω σκόπιμη την παράθεση αρχικά των ισχυρισμών του Αιτητή, ως αυτοί προβλήθηκαν καθ' όλη τη διαδικασία εξέτασης του αιτήματός του και οι οποίοι συμπεριλαμβάνονται στο περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου. 

 

Κατά το στάδιο της  υποβολής της αίτησής του ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου, ο Αιτητής ανέφερε ότι ο κύριος λόγος που αιτήθηκε διεθνούς προστασίας είναι το ότι δεν θα τον αποδεχόταν η οικογένειά του αν επέστρεφε στην χώρα του επειδή άλλαξε θρησκεία και από Ινδουιστής έγινε Χριστιανός. Προσθέτει επίσης ότι δεν είχε άλλη επιλογή παρά να αιτηθεί για διεθνή προστασία καθώς το κολέγιο στο οποίο φοιτούσε δεν θα του ανανέωνε την άδεια διαμονής. (ερ. 1 του διοικ. φακέλου). 

 

Κατά τη συνέντευξή του ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου, τα πρακτικά της οποίας βρίσκονται κατατεθειμένα ως ερυθρά 11-17 του διοικητικού φακέλου, τέθηκαν στον Αιτητή γενικές ερωτήσεις που αφορούν την ταυτότητα, το προφίλ, την χώρα καταγωγής, την εκπαίδευση, την οικογενειακή κατάσταση και  την επαγγελματική εμπειρία αυτού. Ο Αιτητής δήλωσε ότι είναι υπήκοος Νεπάλ, γεννήθηκε στη περιοχή Khotang της επαρχίας Koshi, όπου και έζησε μέχρι τα 10 πρώτα έτη της τυπικής εκπαίδευσης της χώρας του, ενώ για τα υπόλοιπα δύο σχολικά έτη μετακόμισε στο Kathmandu, όπου συνολικά έμεινε τρία έτη στην αδερφή του πατέρα του, μέχρι το 2014, όταν μετέβη στην πόλη Itahari της περιοχής Sunsari και διέμεινε στην αδερφή της μητέρας του και τους πέντε τελευταίους μήνες πριν την αναχώρησή του διέμεινε στο Kathmadu. Αναφορικά με την οικογένειά του, δήλωσε ότι δεν επικοινωνεί με το πατέρα του λόγω της μεταστροφής του στον Χριστιανισμό αλλά και με την μητέρα του έχει λιγότερο συχνή επικοινωνία γιατί ο πατέρας του δεν την αφήνει να μιλάει με τον Αιτητή. Ο Αιτητής έχει δύο αδερφές με τις οποίες επικοινωνεί.

 

Αναφορικά με τον λόγο που εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής απάντησε ότι έφυγε για σπουδές. Ο Αιτητής εισήλθε νομίμως με φοιτητική άδεια εισόδου στην Κυπριακή Δημοκρατία μέσω του αεροδρομίου Λάρνακας στις 24/06/2017 και ολοκλήρωσε τις σπουδές του στην ‘’Διαχείριση Ξενοδοχειακών Μονάδων’’ στο Κολλέγιο ‘’Μεσόγειος’’ το 2021. Ωστόσο, επειδή βαπτίστηκε Χριστιανός Ορθόδοξος στις 25/11/2022 δεν επιθυμεί να επιστρέψει στη χώρα του διότι αυτή η θρησκευτική μεταστροφή δεν έγινε αποδεκτή από τους γονείς του. Για την εν λόγω απόφασή του επηρεάστηκε από ένα φίλο του αλλά σε ερωτήσεις του λειτουργού σε σχέση με τον Χριστιανισμό ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να απαντήσει. Πιο συγκεκριμένα σε ερωτήσεις του λειτουργού σχετικά με το τι γνωρίζει για τον Χριστιανισμό, τι γιορτάζουν οι Χριστιανοί το Πάσχα,  αν γνωρίζει κάποια προσευχή, ο Αιτητής απάντησε ότι δεν γνωρίζει. Ερωτηθείς αν έχει κάποιο πιστοποιητικό ότι βαπτίστηκε, ο Αιτητής αποκρίθηκε αρνητικά.

 

Όταν ερωτήθηκε αν θα αντιμετωπίσει προβλήματα στο Νεπάλ λόγω της θρησκευτικής του μεταστροφής, ο Αιτητής απάντησε ότι η θεία του του είπε ότι εφόσον η μεταστροφή έγινε εκτός χώρας δεν θα αντιμετωπίσει κάποιο πρόβλημα, ενώ σε επόμενη ερώτησε αν νιώθει ασφαλής να επιστρέψει αποκρίθηκε καταφατικά. Ερωτηθείς αν οι αρχές της χώρας του θα επιστρέψουν την είσοδό του, ο Αιτητής αποκρίθηκε καταφατικά. Ο Αιτητής δήλωσε πως η φοιτητική άδεια διαμονής έληξε τον Νοέμβριο του 2021 και παρόλο που αιτήθηκε ανανέωση δεν του την ανανέωσαν. Έπειτα, κατά τις δηλώσεις του, αιτήθηκε ενώπιον των αρχών μετανάστευσης να του μετατρέψουν την φοιτητική άδεια διαμονής σε άδεια διαμονής για λόγους εργασίας αλλά μετά από έξι μήνες, τον Μάϊο του 2022, απορρίφθηκε η αίτησή και έκτοτε διέμενε παράνομα στην Κυπριακή Δημοκρατία μέχρι που υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας στις 24/05/2023. Ερωτηθείς γιατί δεν υπέβαλε νωρίτερα αίτηση διεθνούς προστασίας, ο Αιτητής απάντησε: ‘’because I did not do anything I was not doing anything’’.   Ερωτηθείς αν θα αιτούνταν διεθνούς προστασίας σε περίπτωση που η άδεια διαμονής του ως φοιτητής είχε ανανεωθεί, ο Αιτητής αποκρίθηκε αρνητικά. 

 

Οι ισχυρισμοί του Αιτητή αξιολογήθηκαν δεόντως από τον αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου που διεξήγαγε τη συνέντευξη, ο οποίος εντόπισε στην Έκθεση - Εισήγησή της δύο ουσιώδη ισχυρισμούς, οι οποίοι προκύπτουν από τις δηλώσεις του Αιτητή:  

1.   Ταυτότητα, χώρα καταγωγής και προσωπικά στοιχεία/προφίλ του Αιτητή. 

2.   Ο Αιτητής δεν επιθυμεί να επιστρέψει στο Νεπάλ για θρησκευτικούς λόγους. 

 

Με παραπομπές στις δηλώσεις του Αιτητή και αναφορές σε διαδικτυακές πηγές, ο λειτουργός έκανε αποδεκτό τον πρώτο ουσιώδη ισχυρισμό. Αντιθέτως, ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός δεν έγινε αποδεκτός καθότι δεν πληρείτο η εσωτερική αξιοπιστία του Αιτητή.  Ο λειτουργός αναφέρει ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να παρουσιάσει πως έκανε την μεταστροφή και αποφάσισε να βαπτιστεί Χριστιανός, δεν είχε γνώσεις για τον Χριστιανισμό ενώ όταν ερωτήθηκε αν νιώθει ασφαλής να γυρίσει στο Νεπάλ αποκρίθηκε θετικά λέγοντας ότι μπορεί να διαμείνει στην θεία του στο Kathmandu. Όσον αφορά την εξωτερική αξιοπιστία του, ο λειτουργός ανάφερε ότι τα όσα δήλωσε ο Αιτητής στην συνέντευξη του αποτελούν μοναδικό τεκμήριο προς υποστήριξη του αιτήματος του. Συνεπώς ο λειτουργός κατέληξε ότι ο ανωτέρω ισχυρισμός δεν γίνεται αποδεκτός. 

 

Ως εκ τούτου, ο λειτουργός προέβηκε σε αξιολόγηση κινδύνου και νομικής ανάλυσης επί τη βάσει των αποδεδειγμένων ουσιωδών πραγματικών περιστατικών που προέκυψαν από τις δηλώσεις του Αιτητή, ήτοι της ταυτότητας, του προφίλ και της χώρα καταγωγής του, αλλά και επί τη βάσει των σχετικών πληροφοριών για την κατάσταση ασφαλείας στο Νεπάλ, και διαπίστωσε ότι δεν υφίσταται εύλογη πιθανότητα ο Αιτητής να υποβληθεί σε μεταχείριση η οποία θα μπορούσε να ανέλθει σε επίπεδο δίωξης η σοβαρής βλάβης σε περίπτωση επιστροφής του στο Νεπάλ.  Ο λειτουργός των Καθ’ ων η Αίτηση προέβη σε αξιολόγηση του νομοθετικού πλαισίου και συγκεκριμένα του άρθρου 12Βτρις (1) του περί Προσφύγων Νόμου, το οποίο προβλέπει για τον καθορισμό ασφαλών χωρών από τον Υπουργό Εσωτερικών, καταλήγοντας ότι σύμφωνα με το Διάταγμα Ασφαλών Χωρών Ιθαγένειας του 2023 του Υπουργού Εσωτερικών, υπ’ αριθμόν 166/2023, το Νεπάλ περιλαμβάνεται στον κατάλογο ασφαλών χωρών ιθαγένειας και χαρακτηρίζεται ασφαλής υπό την έννοια του άρθρου 12Βτρις. Συνεπώς, ο λειτουργός έκρινε ότι το αίτημα του Αιτητή εμπίπτει στη βάση ταχύρρυθμης διαδικασίας τηρουμένων των προνοιών του άρθρου 12 Δ(1), (2), (4)(β) στον περί Προσφύγων Νόμο του 2000. Ο λειτουργός προχώρησε στην αξιολόγηση του αιτήματος του Αιτητή για το προσφυγικό καθεστώς, και καθώς επίσης και αυτό της συμπληρωματικής προστασίας, σε συνάρτηση με τους ισχυρισμούς του Αιτητή, προκειμένου να εξακριβωθεί εάν πληρούνται οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή του Αιτητή σε καθεστώς διεθνούς προστασίας.  

 

Ως αναφέρεται στην έκθεση εισήγηση, βάσει των ισχυρισμών του Αιτητή, του προσωπικού του προφίλ και της αξιολόγησης κινδύνου, δεν τεκμηριώνεται φόβος δίωξης για ένα από τους πέντε λόγους που προβλέπονται στο άρθρο 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου και ως εκ τούτου ο Αιτητής δεν δικαιούται το καθεστώς του πρόσφυγα. Επιπλέον, κρίθηκε ότι ο κίνδυνος που μπορεί να αντιμετωπίσει ευλόγως ο Αιτητής κατά την επιστροφή του στο Νεπάλ δεν συνιστά πραγματικό κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης, ούτε μπορεί να θεωρηθεί ως πραγματικός κίνδυνος βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ώστε να του παραχωρηθεί καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 19(2)(α) και (β) του περί Προσφύγων Νόμου.  

 

Αναφορικά με το άρθρο 15(γ) της Οδηγίας, το οποίο αντιστοιχεί στο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, ο λειτουργός κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, σε περίπτωση επιστροφής του στο Νεπάλ, ο Αιτητής δεν θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη, υπό την έννοια της σοβαρής και προσωπικής απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής της ακεραιότητας ως άμαχη, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, καθότι το Νεπάλ δεν βρίσκεται σε κατάσταση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης. Ως εκ τούτου, ο λειτουργός κατέληξε ότι ο Αιτητής δεν δικαιούται ούτε το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας. 

 

Κατά συνέπεια, και δυνάμει των άρθρων 12Βτρις, 12Δ και 12ΣΤ του περί Προσφύγων Νόμου, σε συνάρτηση με την Κ.Δ.Π. 166/2023 του Υπουργού Εσωτερικών, ο λειτουργός απέρριψε την αίτηση διεθνούς προστασίας του Αιτητή ως προδήλως αβάσιμη. 

 

Κατά συνέπεια, από τα ανωτέρω προκύπτει ότι έγινε δέουσα έρευνα πριν τη λήψη της επίδικης απόφασης, η αιτιολόγηση της οποίας συμπληρώνεται από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου ως ανωτέρω αναλύεται (βλ. άρθρο 29 του Ν. 158(Ι)/1999, Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου κ.α. ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1171 και Διογένους ν. Δημοκρατίας (1999) 4 Α.Α.Δ. 371 και Στέφανος Φράγκου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 270).  Είναι δε πάγια νομολογημένο ότι η έρευνα είναι επαρκής εφόσον εκτείνεται στη διερεύνηση κάθε γεγονότος που σχετίζεται με το θέμα που εξετάζεται (βλ. Motorways Ltd v. Δημοκρατίας Α.Ε. 2371/25.6.99).  Εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός, μετά από μελέτη της εισηγητικής έκθεσης, ενέκρινε την εισήγηση του αρμόδιου λειτουργού και ορθά και νόμιμα απορρίφθηκε το αίτημα του Αιτητή. Η έρευνα που είχε προηγηθεί ήταν επαρκής και είχαν συλλεγεί και διερευνηθεί όλα τα ουσιώδη στοιχεία σε συνάρτηση πάντα με τους ισχυρισμούς που είχε προβάλει ο Αιτητής, όπως αναλύεται ανωτέρω. Ως εκ τούτου, απορρίπτω τους ισχυρισμούς που προβλήθηκαν από τους συνηγόρους του Αιτητή και αφορούν στην έλλειψη δέουσας έρευνας.

 

Πέραν των ανωτέρω, ούτε κατά τη διάρκεια της εκδίκασης της παρούσας υπόθεσης, ο Αιτητής προσκόμισε επιπρόσθετη μαρτυρία ή στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι λανθασμένα κρίθηκε η αξιοπιστία του και ότι έχει γνήσιο αίτημα διεθνούς προστασίας. 

 

Τονίζω δε ότι το βάρος απόδειξης του αιτήματός της βαραίνει αρχικά τον ίδιο τον Αιτητή (Άρθρο 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου). Σύμφωνα δε με την παράγραφο 205 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια του Καθεστώτος των Προσφύγων (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου): 

«(α) Ο αιτών πρέπει: 

(Ι) Να λέει την αλήθεια και να παρέχει κάθε βοήθεια στον εξεταστή για τη διαπίστωση των στοιχείων της υπόθεσής του. 

(ΙΙ) Να προσπαθεί να τεκμηριώσει τους ισχυρισμούς του με κάθε διαθέσιμο αποδεικτικό μέσο και να δώσει ικανοποιητική εξήγηση για τυχόν ελλείψεις τους. Εάν παρουσιασθεί ανάγκη, πρέπει να προσπαθήσει να προσκομίσει πρόσθετα αποδεικτικά μέσα. 

(ΙΙΙ) Να δώσει όλες τις σχετικές πληροφορίες που αφορούν τον ίδιο και τις προηγούμενες εμπειρίες του, τόσο λεπτομερειακά όσο είναι αναγκαίο, ώστε να δοθεί στον εξεταστή η δυνατότητα να διαπιστώσει τη συνδρομή των σχετικών γεγονότων. Πρέπει ακόμη να κληθεί να δώσει μια συναφή εξήγηση ως προς όλους τους λόγους που επικαλείται για να υποστηρίξει την αίτηση για το καθεστώς του πρόσφυγα και να απαντήσει σε όσες ερωτήσεις του τεθούν 

 

Κατά συνέπεια, στη προκειμένη περίπτωση, κρίνω ότι δεν συντρέχουν στο πρόσωπο του Αιτητή εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία που δικαιολογούν την θεμελίωση δικαιολογημένου φόβου δίωξης σύμφωνα με το άρθρο 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου.  Επίσης, με βάση το προσωπικό του προφίλ υπό το φως των ισχυρισμών που ο ίδιος προώθησε, δεν θεωρώ ότι σε περίπτωση επιστροφής του υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι ο Αιτητής θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη, όπως η εν λόγω έννοια ορίζεται στο άρθρο 19(2) του περί Προσφύγων Νόμου ώστε να του παραχωρηθεί καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας. 

 

Επομένως, στη βάση των όσων αναλύθηκαν ανωτέρω, κρίνω πως ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει ότι πάσχει η ορθότητα και νομιμότητα της επίδικης απόφασης και ότι στο πρόσωπό του πληρούνται οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή του στο καθεστώς του πρόσφυγα ή της παραχώρησης συμπληρωματικής προστασίας, σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου (Ν. 6(Ι)/2000) και της Σύμβασης της Γενεύης του 1951. 

 

Ως εκ τούτου, η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται.  Επιδικάζονται €800 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται. 

 

 

 

Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π. 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο