ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθεση Αρ.:  1683/2022

19 Απριλίου, 2024

[Ε. ΡΗΓΑ, ΔΙΚΑΣΤΗΣ Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

Μ.Μ.,

από Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό

                                                    Αιτητής

                                    

-και-

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω της Υπηρεσίας Ασύλου

 Καθ' ων η Αίτηση

 

Δικηγόροι για Αιτητή: Α. Παναγή (κα), Δικηγόρος για τον Αιτητή

Δικηγόρος για Καθ' ων η αίτηση: Χαράλαμπους (κα) για Α. Δημητρίου (κος), Δικηγόρος της Δημοκρατίας

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Ε. ΡΗΓΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Με την υπό κρίση προσφυγή, ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση των Καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 29.12.2021, με την οποίαν απορρίφθηκε το αίτημά του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας, καθότι κρίθηκε ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000, Ν. 6(Ι)/2000, ως έχει τροποποιηθεί (στο εξής αναφερόμενος ως «ο περί Προσφύγων Νόμος»).

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

 

Προτού εξεταστούν οι εκατέρωθεν ισχυρισμοί, επιβάλλεται η σκιαγράφηση των γεγονότων που περιβάλλουν την υπό κρίση υπόθεση, όπως αυτά προκύπτουν από την αίτηση του Αιτητή, την ένσταση των Καθ' ων η αίτηση αλλά και από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου ο οποίος κατατέθηκε στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας και σημειώθηκε ως Τεκμήριο 1 (στο εξής αναφερόμενος ως «ο δ.φ.» ή «ο διοικητικός φάκελος»).

 

Ο Αιτητής κατάγεται από τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (στο εξής αναφερόμενη και ως «ΛΔΚ») , την οποίαν εγκατέλειψε στις 23.11.2019 και εισήλθε στις ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές στις 25.11.2019 χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα. Στις 27.11.2019 υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας και στις 13.10.2021 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του Αιτητή από αρμόδιο λειτουργό της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο (EUAA, πρώην EASO, στο εξής αναφερόμενη ως «η EUAA»), ο οποίος υπέβαλε στις 14.12.2021 Εισηγητική Έκθεση προς  τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου εισηγούμενος την απόρριψη της υποβληθείσας αίτησης. Ακολούθως, ο ασκών καθήκοντα Προϊσταμένου λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου ενέκρινε στις 29.12.2021 την εισήγηση, αποφασίζοντας την απόρριψη της αίτησης ασύλου του Αιτητή, απόφαση η οποία κοινοποιήθηκε σε αυτόν στις 11.03.2022 μέσω σχετικής επιστολής της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 06.03.2022. Αυτήν την απόφαση αμφισβητεί ο Αιτητής μέσω της υπό εξέταση προσφυγής του.

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

 

Ο Αιτητής μέσω της συνηγόρου του, προέβαλε στα πλαίσια τόσο του εισαγωγικού δικογράφου της διαδικασίας όσο και της γραπτής του αγόρευσης πλείονες λόγους ακυρώσεως, τους οποίους ωστόσο απέσυρε κατά το στάδιο των Διευκρινίσεων και περιορίστηκε μόνο στην προώθηση του ισχυρισμού περί έλλειψης δέουσας έρευνας.

 

Από την πλευρά τους οι Καθ' ων η αίτηση υπεραμύνονται της νομιμότητας της επίδικης πράξης, εξετάζοντας και αντικρούοντας έναν έκαστο ισχυρισμό του Αιτητή, υποβάλλοντας ότι αυτή λήφθηκε κατόπιν ενδελεχούς έρευνας όλων των σχετικών στοιχείων της υπόθεσης, εύλογα και εντός των ορίων της διακριτικής τους ευχέρειας εφαρμόζοντας τον Νόμο και ότι αυτή είναι δεόντως αιτιολογημένη. Ισχυρίζονται περαιτέρω, ότι οι ισχυρισμοί του Αιτητή δεν αποσείουν το βάρος απόδειξης, το οποίο ο ίδιος φέρει στους ώμους του, τόσο ως προς τους λόγους ακυρώσεως που προωθεί με την προσφυγή του, όσο και προς την ύπαρξη βάσιμου φόβου δίωξης βάσει του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου ή πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης δυνάμει του άρθρου 19 του ίδιου Νόμου. 

 

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΕΚΑΤΕΡΩΘΕΝ ΙΣΧΥΡΙΣΜΩΝ

 

Αναφορικά με τους εναπομείναντες λόγους ακυρώσεως περί έλλειψης δέουσας έρευνας, επισημαίνω ότι αυτός προωθείται με γενικότητα και αοριστία χωρίς οποιαδήποτε εξειδίκευση σε συνάρτηση με τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης του Αιτητή, πολλώ μάλλον κατά τρόπο που να προκύπτει ο πυρήνας του αιτήματός του και να δικαιολογεί την αναγνώριση πρόσφυγα ή την απόδοση καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει των άρθρων 3 και 9 του περί Προσφύγων Νόμου[1]. Πράττει δε τούτο, αντίθετα με τα όσα επιτάσσει ο Κανονισμός 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962[2]. Έχει πλειστάκις λεχθεί και από το παρόν Δικαστήριο, με παραπομπή στη σχετική επί του θέματος νομολογία, ότι τα επίδικα θέματα στοιχειοθετούνται και προσδιορίζονται από τη δικογραφία[3], ενώ ξεκάθαρη είναι η απαίτηση για αιτιολόγηση των νομικών σημείων της αίτησης ακυρώσεως, ούτως ώστε αυτά να μπορούν να τύχουν εξέτασης από το Δικαστήριο[4]. Δεν αρκεί συνεπώς η γενικόλογη και αόριστη επιχειρηματολογία περί έλλειψης δέουσας έρευνας και αιτιολογίας χωρίς ταυτόχρονα την εξειδίκευση και αναφορά στα γεγονότα της συγκεκριμένης υπόθεσης και στη βάση ποιας συγκεκριμένης επιχειρηματολογίας προωθούνται οι συγκεκριμένοι λόγοι ακυρώσεως.  

 

Είναι διαχρονική η θέση της ημεδαπής νομολογίας ότι τα επίδικα θέματα στοιχειοθετούνται και προσδιορίζονται από τη δικογραφία[5], ενώ ξεκάθαρη είναι η απαίτηση για αιτιολόγηση των νομικών σημείων της αίτησης ακυρώσεως, ούτως ώστε αυτά να μπορούν να τύχουν εξέτασης από το Δικαστήριο[6]. Σχετική είναι και η απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Χριστοδουλίδης ν. Πανεπιστήμιο Κύπρου, ECLI:CY:AD: 2018:C344, όπου επισημάνθηκε ακριβώς ότι η γενικότητα με την οποίαν παρατηρείται η δικογράφηση των νομικών ισχυρισμών έχει λάβει ανησυχητικές διαστάσεις και στην ουσία παρακωλύει την ορθή και σύννομη απονομή της δικαιοσύνης, διότι οι προσφεύγοντες καλυπτόμενοι πίσω από τη γενικότητα των ισχυρισμών τους, θεωρούν ότι δύνανται να εγείρουν οποιοδήποτε θέμα κατά τον τρόπο που επιθυμούν, αποπροσανατολίζοντας έτσι την υπόθεση από την ορθή της διάσταση, αλλά και με το Δικαστήριο να ασχολείται άνευ λόγου με σωρεία θεμάτων. Η έννοια του Κανονισμού 7 είναι η οριοθέτηση με λεπτομέρεια, (αυτή είναι η έννοια της λέξης «πλήρως»), ούτως ώστε τα επίδικα θέματα να περιορίζονται στα απολύτως αναγκαία, με τους διαδίκους να γνωρίζουν με ακρίβεια το λόγο που προωθείται η νομική εισήγηση, αλλά και το Δικαστήριο να ασχολείται μόνο με συγκεκριμένα ζητήματα και όχι με γενικότητες και αοριστολογίες. Σε διαφορετική περίπτωση θα παρεχόταν ευχέρεια για τη συζήτηση κάθε θέματος, με αποτέλεσμα τον εξοβελισμό των δικονομικών διατάξεων και του ρόλου τους στον καθορισμό των επίδικων θεμάτων και της διεξαγωγής της διοικητικής δίκης[7].

 

Ανεξαρτήτως της ως άνω κατάληξης μου, ενόψει και της υποχρέωσης που έχει το παρόν Δικαστήριο να προβαίνει σε έλεγχο τόσο της νομιμότητας, όσο και της ορθότητας κάθε προσβαλλόμενης απόφασης, εξετάζοντας πλήρως και από τούδε και στο εξής (ex nunc) τα γεγονότα και τα νομικά ζητήματα που τη διέπουν (Βλ. άρθρο 11(3) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018, N. 73(I)/2018), θα προχωρήσω στην εξέταση  της ουσίας της υπόθεσης, σε συνάρτηση και με τον έστω γενικόλογο ισχυρισμό περί έλλειψης δέουσας έρευνας ο οποίος άπτεται εν πάση περιπτώσει της ουσίας της υπόθεσης.

 

Επί της ουσίας της προσφυγής σε συνάρτηση και με την κατ' ισχυρισμό έλλειψη δέουσας έρευνας

 

Αναφορικά με τη θέση του Αιτητή, ως αυτή προβάλλεται με την κατ' ισχυρισμό έλλειψη δέουσας έρευνας, επισημαίνεται ότι το Δικαστήριο στα πλαίσια ελέγχου της προσβαλλόμενης απόφασης εξετάζει κατά πόσον το αρμόδιο όργανο ερεύνησε όλα εκείνα τα στοιχεία που όφειλε να ερευνήσει και να συνεκτιμήσει για να καταλήξει στην απόφασή του σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου. Η έρευνα θεωρείται πλήρης όταν το διοικητικό όργανο συλλέξει και εξετάσει όλα τα ουσιώδη στοιχεία μιας υπόθεσης, ώστε να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα. Το είδος και η έκταση της έρευνας εναπόκειται στην διακριτική ευχέρεια του αποφασίζοντας οργάνου και διαφέρει κατά περίπτωση[8].

 

Ως εκ τούτου, προσέγγισα το θέμα με βάση τα ενώπιόν μου στοιχεία και το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου, εξετάζοντας όλα τα ουσιώδη στοιχεία και πραγματικά περιστατικά που οι Καθ' ων η αίτηση είχαν ενώπιόν τους.

 

Ειδικότερα, παρατηρώ ότι ο Αιτητής κατά την υποβολή της αίτησής του για διεθνή προστασία δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του επειδή κατηγορήθηκε για περιφρόνηση της κρατικής εξουσίας καθώς και για υποκίνηση φυλετικού μίσους και για προδοσία.

 

Ακολούθως, κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξής του ενώπιον του λειτουργού της EASO, ο Αιτητής ανέφερε σχετικά με τα προσωπικά του στοιχεία ότι είναι υπήκοος της ΛΔΚ με τόπο γέννησης το Kikwit και τόπο συνήθους διαμονής την Κινσάσα, όπου διέμενε από το 1987 και έπειτα. Ως προς την εθνοτική του καταγωγή δήλωσε ότι ανήκει στην εθνοτική ομάδα των Mbun ενώ ως προς το θρήσκευμά του δήλωσε χριστιανός προτεστάντης. Ως ο ίδιος δήλωσε, είναι νυμφευμένος και πατέρας τριών τέκνων τα οποία βρίσκονται μαζί με τη σύζυγό του στην Κινσάσα. Ως προς την πατρική του οικογένεια ο Αιτητής δήλωσε ότι οι γονείς του έχουν αποβιώσει λόγω προβλημάτων υγείας και πως έχει κάποια αδέρφια που διαμένουν στην Αγκόλα, έναν αδερφό στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής καθώς και άλλα αδέρφια που διαμένουν στην Κινσάσα. Ο Αιτητής, έχει σπουδάσει θεολογία, ενώ ως προς την επαγγελματική του ιδιότητα ο ίδιος ισχυρίστηκε ότι εργαζόταν ως ιερέας στην εκκλησία Mont Carmel στο Galilei Community καθώς και ως αγρότης.

Ως προς την ουσία του αιτήματός του, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι ο κύριος λόγος που εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του είναι λόγω του ότι η Κυβέρνηση της χώρας τον κατηγόρησε πως εργαζόταν προκειμένου να στρέψει τον κόσμο εναντίον της όπως και ότι δημιουργούσε προβλήματα για την κοινότητα από τη Ρουάντα που διέμενε στη ΛΔΚ. Ο Αιτητής υποστήριξε ότι λόγω των ανωτέρω, η ζωή του βρέθηκε σε κίνδυνο, ενώ προσέθεσε ότι φυλακίστηκε για διάστημα 23 ημερών. Δήλωσε ότι συνελήφθη ενώ βρισκόταν στη γη που καλλιεργούσε και πως κατόρθωσε να αποδράσει από τη φυλακή όταν βρισκόταν καθ’ οδόν για τις κεντρικές φυλάκες όπου τον μετέφεραν, με την βοήθεια ενός στρατιωτικού.

 

Σε περίπτωση επιστροφής του στη ΛΔΚ, ο Αιτητής υποστήριξε ότι φοβάται πως θα χάσει τη ζωή του, ισχυριζόμενος πως, προτού φύγει οριστικά από τη ΛΔΚ, κρυβόταν από τον Ιανουάριο έως τον Ιούνιο του 2019 επειδή τον έψαχναν οι δυνάμεις ασφαλείας. Προσέθεσε, επίσης, ότι θα κινδυνεύσει επειδή προκαλούσε τους πολίτες σε αντίσταση.

 

Ερωτηθείς ως προς το εάν μπορεί να εγκατασταθεί σε άλλη περιοχή της ΛΔΚ, και συγκεκριμένα στο Lubumbashi, ο Αιτητής απάντησε αρνητικά, ισχυριζόμενος πως, από τη στιγμή που οι διώκτες του ανήκουν στον κρατικό φορέα, τότε θα μπορέσουν να  τον εντοπίσουν σε ολόκληρη την επικράτεια της χώρας καταγωγής του.

 

Κατόπιν περαιτέρω ερωτήσεων και ως προς τη φερόμενη πολιτική δραστηριότητα του, ο Αιτητής ισχυρίστηκε πως δεν είχε αναπτύξει κάποια ακτιβιστική δράση αλλά ότι ως πάστορας είχε την υποχρέωση να ευαισθητοποιεί τον κόσμο λέγοντάς τους να έχουν συνείδηση, να παλεύουν για την αλλαγή στη χώρα και για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Ο Αιτητής προσέθεσε ότι έδινε στους ανθρώπους το μήνυμα της αναγκαιότητας για πάλη ενάντια στη διαφθορά και στην κακοποίηση καθώς και ενάντια στους ανθρώπους που εισήλθαν παράνομα στη χώρα και κλέβουν τους φυσικούς πόρους της, αναφερόμενος, ως διευκρίνισε, στα άτομα με καταγωγή από τη Ρουάντα. Σε ερώτηση σχετικά με τον τρόπο που διέδιδε τις συγκεκριμένες πεποιθήσεις του, ο Αιτητής εξήγησε ότι, λόγω της ιδιότητάς του ως πάστορα, συνομιλούσε τόσο με τα άτομα της κοινότητάς του όσο και με άλλα άτομα σε οποιαδήποτε περίσταση είχε την ευκαιρία.

Ο ίδιος δεν ήταν ποτέ μέλος κάποιου πολιτικού κόμματος, ωστόσο προέτρεπε τον κόσμο να συμμετέχει στις συγκεντρώσεις όποιου κόμματος μιλούσε υπέρ της ανάγκης για αλλαγή στη χώρα, πράττοντας τούτο απέναντι σε οποιοδήποτε αντιπολιτευτικό κόμμα προωθούσε τέτοιες ιδέες, προτρέποντας τους περαιτέρω και για συμμετοχή στο Lamuka. Ο Αιτητής περιέγραψε το Lamuka ως μία πλατφόρμα όπου τα αντιπολιτευτικά κόμματα μιλάνε όλα μαζί για την ανάγκη αλλαγής. Τόνισε, βέβαια, ότι ο ίδιος ως πάστορας δε μπορούσε να έχει κάποιον «κομματικό χρωματισμό» και πως μόνο ωθούσε τους πολίτες στη συμμετοχή σε πολιτικούς σχηματισμούς που θα έφερναν την αλλαγή. Έπειτα από περαιτέρω ερωτήσεις ο Αιτητής δήλωσε ότι το 2018 ο ίδιος υποστήριξε το Lamuka.

 

Ως προς τα προβλήματα που αντιμετώπισε από την Κυβέρνηση λόγω των όσων εκτέθηκαν ανωτέρω, ο Αιτητής υποστήριξε πως όταν οι εκλογές μετατέθηκαν από τις 23 Δεκεμβρίου (εννοώντας του 2018) μία εβδομάδα αργότερα, ο ίδιος προέτρεψε εκείνη την ημέρα μέσα από την εκκλησία του τον κόσμο να πάει και να ψηφίσει το κόμμα που θα έφερνε αλλαγή στη ΛΔΚ και να μην ψηφίσει την παρούσα Κυβέρνηση επειδή δεν κάνει κάτι καλό για τη χώρα. Λόγω της τοποθέτησής του αυτής, ξεκίνησαν όλα τα μετέπειτα προβλήματά του, τα οποία οδήγησαν στη σύλληψή του. Ο Αιτητής δήλωσε πως τότε η κατάσταση ήταν τεταμένη λόγω της αναβολής των εκλογών.

 

Ως προς τις δηλώσεις του αναφορικά με τα άτομα με καταγωγή από τη Ρουάντα, ο Αιτητής δήλωσε ότι τα άτομα αυτά έρχονται παράνομα στη χώρα του και εργάζονται, ενώ βρίσκονται ακόμα και σε υψηλά ιστάμενες θέσεις και έχουν συγκεντρώσει μεγάλη δύναμη στα χέρια τους. Καθώς ο Αιτητής ενημέρωνε τον κόσμο για τα ζητήματα αυτά, ισχυρίστηκε πως προκάλεσε τη δυσαρέσκειά τους και, συνεπώς, άρχισε να αντιμετωπίζει προβλήματα. Ο Αιτητής προσέθεσε πως ο γείτονάς του στη ΛΔΚ ήταν στρατιωτικός με καταγωγή από τη Ρουάντα και πως στην εκκλησία του πήγαιναν άτομα που εργάζονταν για λογαριασμό του τα οποία όταν άκουσαν την τοποθέτηση του Αιτητή, την μετέφεραν στον γείτονά του, με αποτέλεσμα ο άνθρωπος αυτός να δώσει εντολή για θανάτωση του Αιτητή.

 

Σχετικά με το περιστατικό σύλληψης του Αιτητή, ο Αιτητής ισχυρίστηκε πως αυτή συνέβη στις 26/12 στις 5 το πρωί, περιγράφοντας πως βρισκόταν στη φάρμα του όταν άκουσε τον ήχο από ένα αμάξι και είδε τότε δύο οχήματα του στρατού σταματημένα. Ως δήλωσε δέχθηκε σωματική βία, ενώ τέσσερα άτομα τον έβαλαν σε ένα αμάξι και τον έθεσαν υπό κράτηση προσθέτοντας περαιτέρω ότι κατάσχεσαν και ορισμένα προσωπικά αντικείμενα του όπως τον ηλεκτρονικό του υπολογιστή, το τηλέφωνο και την τσάντα του. Προέβαλε ότι μεταφέρθηκε στις εγκαταστάσεις της ANR και εν συνεχεία φυλακίστηκε. Κατά τη διάρκεια της φυλάκισής του ο Αιτητής προέβαλε ότι υπέστη κακομεταχείριση και σωματική βία, ενώ ως προς τον χώρο κράτησής του, δήλωσε ότι τον έβαλαν σε ένα μικρό δωμάτιο μαζί με άλλα άτομα, και πως τον μετέφεραν από χώρο με πολύ σκοτάδι σε χώρο με πάρα πολύ φως. Προσέθεσε ότι δεχόταν χτυπήματα στο σώμα του και προσβολές, ενώ άλλες φορές τον ανάγκαζαν να βγάλει τα ρούχα του μπροστά σε τρίτα άτομα.

 

Ερωτηθείς ως προς την απόδρασή του, ο Αιτητής δήλωσε ότι αυτή πραγματοποιήθηκε στις 18.01.2019, απόγευμα Παρασκευής. Προέβαλε ότι ένας εκ των στρατιωτικών τον βοήθησε στην απόδρασή του, εξηγώντας του ότι κατά τη μεταφορά του στις φυλακές Makala το όχημα στο οποίο θα επέβαινε θα έκανε στάση και στο διάστημα αυτό ο Αιτητής θα έπρεπε να αποδράσει. Εξήγησε ότι ο στρατιωτικός που τον βοήθησε έκανε μία συμφωνία με έναν εκ των συναδέλφων του προκειμένου να αφήσουν τον Αιτητή να αποδράσει.

 

Μετά την απόδρασή του ο Αιτητής δήλωσε ότι μετέβη στην περιοχή Kikwit, ήτοι τον τόπο καταγωγής του, και διέμεινε στο σπίτι ενός ιερέα φίλου του, από το οποίο  έβγαινε με προσοχή λίγες φορές. Επίσης δήλωσε ότι καθώς η Κυβέρνηση της ΛΔΚ άλλαξε, με τον Tshisekedi να βρίσκεται πλέον στην εξουσία, ο Αιτητής θεωρούσε ότι η κατάσταση είχε βελτιωθεί, οπόταν τον Ιούλιο του 2019 επέστρεψε στην Κινσάσα, καθώς επιθυμούσε να βρεθεί κοντά στην οικογένειά του, και ήθελε να ξεκινήσει να εργάζεται ξανά στη φάρμα του, ωστόσο όταν έφτασε εκεί διαπίστωσε πως είχε καταληφθεί από στρατιωτικούς οι οποίοι τον αναγνώρισαν. Τότε ο Αιτητής τράπηκε σε φυγή και κρύφτηκε εκ νέου στην περιοχή Mont Ngafula όπου διέμεινε ως τον Νοέμβριο του 2019.

 

Σχετικά με τυχόν γεγονότα που επακολούθησαν της φυγής του Αιτητή από τη ΛΔΚ, ο Αιτητής δήλωσε ότι κάλεσε την οικογένειά του και έμαθε ότι στρατιωτικοί επισκέφθηκαν την εκκλησία του αναζητώντας τον και ότι πήραν από την εκκλησία όλα τα αντικείμενα που βρισκόντουσαν σε αυτήν.

 

Η αξιολόγηση των ισχυρισμών του Αιτητή από τους Καθ' ων η αίτηση

 

Κατά την αξιολόγηση της αίτησης ασύλου του Αιτητή, ο αρμόδιος λειτουργός σχημάτισε τρεις ουσιώδεις ισχυρισμούς. Ο πρώτος αφορούσε την ταυτότητα, το προφίλ, τον τόπο καταγωγής και συνήθους διαμονής του αιτητή. Ο δεύτερος ισχυρισμός αφορούσε το ότι ο Αιτητής κατηγορήθηκε από την Κυβέρνηση της χώρας καταγωγής του ότι προέτρεπε τον κόσμο να επαναστατήσει. Ο τρίτος ισχυρισμός αφορούσε το ότι ο Αιτητής τέθηκε υπό κράτηση για 23 ημέρες και υπέστη κακομεταχείριση.

 

Ο πρώτος ισχυρισμός έγινε αποδεκτός από τον αρμόδιο λειτουργό, καθώς κρίθηκε ότι οι ισχυρισμοί του Αιτητή υπήρξαν αρκούντως λεπτομερείς και συνεκτικοί. Παράλληλα, τα λεγόμενά του επιβεβαιώθηκαν τόσο από εξωτερικές πηγές όσο και από το δίπλωμα οδήγησης που προσκόμισε ο Αιτητής στον αρμόδιο λειτουργό.

 

Όσον αφορά τον δεύτερο ισχυρισμό, αυτός απορρίφθηκε καθώς τα λεγόμενα του Αιτητή δεν κρίθηκαν επαρκώς λεπτομερή και συγκεκριμένα. Ειδικότερα, ως προς την εσωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού:

 

·         Ο Αιτητής κρίθηκε συνεκτικός και συγκεκριμένος από τον αρμόδιο λειτουργό σχετικά με την τοποθεσία όπου εξέφραζε τις απόψεις του αναφορικά με την ανάγκη να επέλθει αλλαγή στη χώρα, καθώς δήλωσε ότι έπραττε τούτο κατά τη διάρκεια της άσκησης των καθηκόντων του ως πάστορας.

 

·         Ο αρμόδιος λειτουργός σημείωσε ότι ο Αιτητής υπήρξε συγκεκριμένος αναφορικά με τα ζητήματα για τα οποία ασκούσε κριτική στη χώρα του.

 

·         Τονίστηκε πως ο Αιτητής υπήρξε συγκεκριμένος ως προς το ότι δεν ήταν κάποιου είδους πολιτικός ακτιβιστής και πως δεν ανήκε σε κάποιο πολιτικό κόμμα, ωστόσο θεωρούσε καθήκον του λόγω της ιδιότητάς του ως πάστορα να ευαισθητοποιεί τον κόσμο σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα και την ανάγκη για αλλαγή.

 

·         Επισημάνθηκε πως, αν και ο Αιτητής υπήρξε συνεκτικός σχετικά με τη δήλωσή του ότι ως πάστορας δε μπορούσε να έχει κάποιον «κομματικό χρωματισμό», εντούτοις δεν υπήρξε εξίσου συνεκτικός στον ισχυρισμό του ότι υποστήριζε την αντιπολιτευτική πλατφόρμα Lamuka καθώς και πως έλεγε στον κόσμο να ψηφίσει κάποιο εκ των κομμάτων της αντιπολίτευσης που θα έφερνε την αλλαγή στη χώρα.

 

·         Αξιολογήθηκε πως οι δηλώσεις του Αιτητή αναφορικά με τις δράσεις που πρότεινε έτσι ώστε να έρθει η αλλαγή στη χώρα του και η επανάληψη της φράσης ότι οι πολίτες πρέπει «να παλέψουν για την αλλαγή» στερούνταν λεπτομερειών, παρ’ όλο που ο Αιτητής ήταν συνεκτικός καθ’ όλη τη διάρκεια της συνέντευξης αναφορικά με το ότι ήθελε να αφυπνίσει τον κόσμο για τα προβλήματα της χώρας.

 

·         Ερωτηθείς ως προς το ποια θα ήταν η «μάχη για την αλλαγή» κρίθηκε πως η δήλωσή του περί του ότι οι πολίτες πρέπει να ψάξουν για τον τρόπο με τον οποίον οι αρχές θα ενδιαφερθούν για τους πολίτες και πως οι πολιτικοί είναι διεφθαρμένοι δεν ήταν αρκούντως συγκεκριμένη και λεπτομερής.

 

·         Τονίστηκε από τον αρμόδιο λειτουργό πως, αν και ο Αιτητής ερωτήθηκε επαναλαμβανόμενα ως προς τον τρόπο που θα επερχόταν η αλλαγή, εντούτοις εκείνος υπήρξε μη συγκεκριμένος ως προς τις απαντήσεις του καθώς αναφέρθηκε στην αναγκαιότητα της αλλαγής μέσω των εκλογών.

 

Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού ο αρμόδιος λειτουργός παρέθεσε πληροφορίες για τη χώρα καταγωγής του Αιτητή οι οποίες αφορούσαν την ύπαρξη του αντιπολιτευτικού συνασπισμού Lamuka, ο οποίος αναφέρθηκε από τον Αιτητή κατά την προσωπική του συνέντευξη.

 

Καταληκτικά επισημάνθηκε πως παρ’ όλο που ο Αιτητής υπήρξε συνεκτικός και ακολούθησε σαφή χρονολογική σειρά για να περιγράψει τα όσα διαδραματίστηκαν, εντούτοις ήταν ευλόγως αναμενόμενο όπως ο ίδιος κάνει εκτενέστερη αναφορά στα σημεία που άπτονταν του πυρήνα του αιτήματος διεθνούς προστασίας του, ήτοι στις ιδέες του σχετικά με την «αλλαγή». Τουναντίον, ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να αναφερθεί στο πως ακριβώς θα συνέβαινε η εν λόγω αλλαγή, πράγμα μη αναμενόμενο από τη στιγμή που ο Αιτητής δήλωσε ότι μιλούσε για το συγκεκριμένο ζήτημα κατά την άσκηση των ιερατικών του καθηκόντων.

 

Ομοίως και ο τρίτος ισχυρισμός  του Αιτητή απορρίφθηκε λόγω έλλειψης εσωτερικής αξιοπιστίας. Ειδικότερα, ως προς την εσωτερική αξιοπιστία του εν λόγω ισχυρισμού, ο λειτουργός EASO επισήμανε τα ακόλουθα:

 

·         Ο Αιτητής ήταν συγκεκριμένος ως προς την ημερομηνία σύλληψής του, ήτοι την 23.12.2019.

 

·         Δήλωσε συνεκτικά πως η κατάσταση στη χώρα τη συγκεκριμένη περίοδο ήταν τεταμένη λόγω της αναβολής διενέργειας εκλογών, ενώ καταγράφηκε η δήλωση του ως προς το ότι πριν τις 23.12.2019 ο ίδιος δεν είχε αντιμετωπίσει κάποιο άλλο πρόβλημα λόγω των ομιλιών του.

 

·         Σχετικά με τους δράστες της σύλληψής του, ο Αιτητής υπήρξε μεν συνεκτικός αλλά δεν υπήρξε λεπτομερής ως προς τον ισχυρισμό του πως ένας γείτονάς του με καταγωγή από τη Ρουάντα ενημερώθηκε για τα όσα ο ίδιος κήρυττε και διέταξε τη σύλληψη και θανάτωσή του.

 

·         Υπήρξε συγκεκριμένος ως προς την τοποθεσία όπου έλαβε χώρα η σύλληψή του,  ωστόσο αξιολογήθηκε ως μη συνεκτική η δήλωση του Αιτητή περί του ότι δεν είχε δει άλλη φορά τα άτομα που τον συνέλαβαν συγκρίνοντάς το με έτερη δήλωσή του η οποία αφορούσε το ότι άτομα που παρευρίσκονταν στην εκκλησία του ενημέρωσαν τον στρατιωτικό περί των όσων διέδιδε ο Αιτητής εντός της εκκλησίας.

 

·         Υπήρξε συνεκτικός ως προς τον λόγο της σύλληψής του, ήτοι το ότι κινητοποιούσε τους πολίτες κατά της Κυβέρνησης ωστόσο δεν ήταν λεπτομερής ως προς την περιγραφή του χώρου κράτησής του.

 

·         Αδυνατούσε να παράσχει επαρκείς λεπτομέρειες σχετικά με τους υπόλοιπους συγκρατούμενούς του, όπως για παράδειγμα τον αριθμό των ατόμων στο κελί του, τυχόν συζητήσεις που είχε μαζί τους ή τον λόγο για τον οποίον είχαν συλληφθεί.

 

·         Σχετικά με την κακομεταχείριση που υπέστη, ο Αιτητής δεν παρείχε αρκετές λεπτομέρειες όταν του ζητήθηκε η περιγραφή συγκεκριμένων περιστατικών, ωστόσο κρίθηκε συνεκτικός ως προς τη λεκτική κακοποίηση που ισχυρίστηκε πως υπέστη.

 

·         Σημείωσε την συγκεκριμένη αναφορά του Αιτητή ως προς την ημερομηνία απόδρασής του, ήτοι την 18.01.2019, κατά τη διάρκεια της μεταφοράς του στις φυλακές Makala, με τη βοήθεια ενός στρατιωτικού. Ωστόσο, ο αρμόδιος λειτουργός κατέληξε πως ο Αιτητής δεν υπήρξε αρκούντως λεπτομερής τόσο ως προς την αιτιολόγηση του γιατί ο συγκεκριμένος στρατιωτικός επέλεξε να τον βοηθήσει όσο και τον ακριβή τρόπο με τον οποίον ο Αιτητής κατόρθωσε να αποδράσει επιτυχώς. Κρίθηκε περαιτέρω ότι δεν ήταν λεπτομερής ούτε και ως προς τη συμφωνία που ο στρατιωτικός αυτός έκανε με τους συναδέλφους του προκειμένου να κατορθώσει ο Αιτητής να αποδράσει.

 

·         Υπήρξε συνεκτική η περιγραφή του Αιτητή ότι έπειτα από την απόδρασή του κρυβόταν έως τον Ιούλιο του 2019 στο σπίτι ενός φίλου του. Ωστόσο, αξιολογήθηκε ως μη συνεκτική η περιγραφή του Αιτητή αναφορικά με το πως ήταν η ζωή του κατά το εν λόγω διάστημα.

 

·         Μη λεπτομερής κρίθηκε και ο ισχυρισμός του ότι όταν επέστρεψε στην Κινσάσα η φάρμα του είχε καταληφθεί από στρατιωτικούς οι οποίοι τον αναγνώρισαν.

 

·         Τέλος ως συνεκτική κρίθηκε η δήλωση του Αιτητή ως προς το ότι, μετά την επιστροφή του στην Κινσάσα, κρυβόταν από τον Ιούλιο έως τον Νοέμβριο στην περιοχή Mont Ngafula.

 

Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού ο αρμόδιος λειτουργός παρέθεσε πληροφορίες γενικού περιεχομένου για τη χώρα καταγωγής του Αιτητή σύμφωνα με τις οποίες η Κυβέρνηση της χώρας, προέβη σε συλλήψεις ακτιβιστών τον Νοέμβριο του 2018, με τις προεδρικές εκλογές να είναι προγραμματισμένες στη χώρα για τον Δεκέμβριο του ιδίου έτους.

 

Τελικώς, ο λειτουργός EASO κατέληξε πως αν και ο Αιτητής παρουσίασε τα γεγονότα με χρονολογική σειρά και υπήρξε συνεκτικός και συγκεκριμένος ως προς το τι του συνέβη, εντούτοις ήταν ευλόγως αναμενόμενο να είναι σε θέση να αναφερθεί περισσότερο σε σημεία που άπτονταν του πυρήνα διεθνούς προστασίας του, ήτοι στην κράτησή του και στην απόδρασή του από την κράτηση. Ο αρμόδιος λειτουργός υπογράμμισε επίσης την αδυναμία του Αιτητή να περιγράψει τον τρόπο που κατόρθωσε να δραπετεύσει τόσο εύκολα.

 

Κατά το στάδιο εξέτασης του κινδύνου και στα πλαίσια του ισχυρισμού περί των προσωπικών στοιχείων του Αιτητή που έγινε αποδεκτός, ο λειτουργός παρέθεσε πληροφορίες από τη χώρα καταγωγής οι οποίες αφορούν τη γενική κατάσταση ασφαλείας στη ΛΔΚ. Σύμφωνα με τις συγκεκριμένες πληροφορίες η κατάσταση ασφαλείας στη ΛΔΚ παρουσιάζεται βελτιωμένη, ενώ ο πρόεδρος Tshisekedi έχει κάνει προσπάθειες για την καταπολέμηση της διαφθοράς, της ατιμωρησίας και της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Παράλληλα όσον αφορά την Κινσάσα, ήτοι τον τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή, ο αρμόδιος λειτουργός παρέθεσε αριθμητικά δεδομένα από τη βάση ACLED για το πρώτο τρίμηνο του 2021, σύμφωνα με τα οποία τα περιστατικά ασφαλείας στην πόλη ανέρχονται σε χαμηλό αριθμό. Σύμφωνα με τις συγκεκριμένες πληροφορίες, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι δεν υπάρχει εύλογη πιθανότητα να υποστεί ο Αιτητής συμπεριφορά που να ισοδυναμεί με δίωξη ή με πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής.

 

Κατόπιν των ανωτέρω, το αίτημα διεθνούς προστασίας του Αιτητή απορρίφθηκε τόσο ως προς το προσφυγικό καθεστώς όσο και ως προς τη συμπληρωματική προστασία, καθώς κρίθηκε ότι σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής δεν υπάρχει εύλογη πιθανότητα να υποστεί δίωξη με βάση τη Σύμβαση της Γενεύης του 1951. Ως προς τη συμπληρωματική προστασία, ο λειτουργός της EASO έκρινε ότι στην ΛΔΚ, και συγκεκριμένα στην Κινσάσα, δεν επικρατούν συνθήκες ένοπλης σύρραξης ή αδιάκριτης βίας ώστε να προκύπτει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας του αιτητή.

 

Η εκτίμηση του Δικαστηρίου

 

Αξιολογώντας λοιπόν  τα όσα έχουν ανωτέρω αναφερθεί υπό το φως και των νομοθετημένων προνοιών και μελετώντας επισταμένως τόσο την Εισηγητική Έκθεση του λειτουργού της EASO όσο και τους λοιπούς ισχυρισμούς του Αιτητή, ως αυτοί παρουσιάστηκαν τόσο κατά την διοικητική διαδικασία όσο και κατά την ενώπιόν μου δικαστική διαδικασία, καταλήγω στα εξής:


Συμφωνώ και συντάσσομαι με την κρίση των Καθ' ων η αίτηση ως προς την αξιοπιστία του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού τον οποίον και αποδέχομαι. 

 

Αναφορικά με τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό του Αιτητή, ήτοι το ότι ο Αιτητής ο Αιτητής κατηγορήθηκε από την Κυβέρνηση της χώρας καταγωγής του ότι προέτρεπε τον κόσμο να επαναστατήσει, έχω μελετήσει προσεκτικά το πρακτικό της συνέντευξης του Αιτητή καθώς και το σύνολο του υλικού που τέθηκε ενώπιόν μου. Σε συνάρτηση και με τον ισχυρισμό περί έλλειψης δέουσας έρευνας που προώθησε ο Αιτητής, επισημαίνω τα ακόλουθα:

 

Συντάσσομαι με το συμπέρασμα του αρμόδιου λειτουργού της EASO σχετικά με την απουσία εσωτερικής αξιοπιστίας στον ισχυρισμό του Αιτητή. Ανατρέχοντας στο πρακτικό της συνέντευξής του διαπιστώνω ότι, αν και ο Αιτητής υπήρξε συνεκτικός και ακριβής σε ένα επιφανειακό επίπεδο, εντούτοις δεν υπήρξε εξίσου λεπτομερής και συνεπής στα όσα άπτονταν του πυρήνα του αιτήματος διεθνούς προστασίας τους. Στον Αιτητή τέθηκαν επαρκείς ερωτήσεις προκειμένου να καλύψει όλα τα επιμέρους ζητήματα που άπτονταν του πυρήνα του αιτήματος διεθνούς προστασίας του, μέσω ερωτήσεων τόσο ανοικτού όσο και κλειστού τύπου. Διαπιστώνω, επίσης, ότι δόθηκαν και επαρκείς ευκαιρίες από τον αρμόδιο λειτουργό προς τον Αιτητή, με ερωτήσεις που επαναλήφθηκαν και διατυπώθηκαν με διαφορετικό τρόπο προκειμένου να δοθεί η ευκαιρία στον Αιτητή να παραθέσει περισσότερες πληροφορίες, ωστόσο ο ίδιος απέτυχε στη δημιουργία μίας σαφούς και βιωματικής εικόνας για τα όσα διαδραματίστηκαν, τα οποία γεγονότα μάλιστα τον οδήγησαν στην οριστική εγκατάλειψη της χώρας καταγωγής του και στην αναζήτηση προστασίας, διά της υποβληθείσας αίτησης για διεθνή προστασία.  

 

Δεν μπορώ να παραβλέψω ότι, παρά τις πολλαπλές ερωτήσεις του αρμόδιου λειτουργού, οι απαντήσεις του Αιτητή ήταν επαναλαμβανόμενες χωρίς την προσθήκη νέων πληροφοριών και χωρίς τη δημιουργία μίας σαφούς και βιωματικής εικόνας για τα όσα έλαβαν χώρα. Ως προς τον τρόπο που ο Αιτητής ευαισθητοποιούσε τους υπόλοιπους πολίτες, διαπιστώνω ότι ο αρμόδιος λειτουργός έθεσε την σχετική ερώτηση στον Αιτητή συνολικά πέντε φορές (βλ. ερυθρά 49 1Χ, 2Χ, 3Χ, 4Χ, 8Χ). Οι απαντήσεις του Αιτητή εκτός από την συνεχή και χωρίς εξειδίκευση επανάληψη της ανάγκης για αλλαγή, περιστρέφονταν γύρω από τη γενικότερη κατάσταση στη ΛΔΚ και τις προσωπικές του απόψεις, δηλώσεις δηλαδή που λόγω της γενικότητάς τους ευλόγως θα μπορούσε ο Αιτητής να τις παραθέσει με τρόπο συνεκτικό, ενώ δεν συγκεκριμενοποιούνταν σε σαφή λόγια και συγκεκριμένες πράξεις του ίδιου του Αιτητή. Παρά λοιπόν την επιφανειακή συνοχή των απαντήσεων του Αιτητή, η απουσία λεπτομέρειας σε αυτές πλήττει την αξιοπιστία του ισχυρισμού του. Το ίδιο παρατηρώ και ως προς τις ερωτήσεις του λειτουργού αναφορικά με το ποιο πολιτικό κόμμα προέτρεπε τους πολίτες να υποστηρίξουν καθώς ισχυριζόταν, συνεκτικά μεν αόριστα και αναιτιολόγητα δε, ότι τους προέτρεπε να υποστηρίξουν οποιοδήποτε κόμμα θα έφερνε την αλλαγή (βλ. ερυθρά 48 1Χ, 2Χ, 3Χ του Δ.Φ.). Ως προς την πολιτική ταυτότητα του Αιτητή, συντάσσομαι με το συμπέρασμα των Καθ’ ων η αίτηση αναφορικά με τη μη συνεκτικότητα των δηλώσεών του καθώς αφενός μεν υποστήριξε ότι ο ίδιος δεν έχει κάποιον «πολιτικό χρωματισμό» (βλ. ερυθρά 48 3Χ), αφετέρου δε στην αμέσως επόμενη ερώτηση του λειτουργού προέβαλε αναιτιολόγητα ότι στήριζε τον αντιπολιτευτικό συνασπισμό Lamuka (βλ. ερυθρά 48 του Δ.Φ). 

 

Αναφορικά με τον τρίτο ουσιώδη ισχυρισμό, ήτοι πως ο Αιτητής τέθηκε υπό κράτηση και υπέστη κακομεταχείριση για διάστημα 23 ημερών, συντάσσομαι επίσης με το συμπέρασμα του αρμόδιου λειτουργού ως προς την απουσία εσωτερικής αξιοπιστίας στον ισχυρισμό του Αιτητή. Αρχικά πρέπει να τονιστεί πως λόγω της άμεσης σύνδεσης του συγκεκριμένου ισχυρισμού με τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό, ο οποίος απορρίφθηκε, ο υπό εξέταση ισχυρισμός έχει περιορισμένη αξιοπιστία. Μελετώντας προσεκτικά τα λεχθέντα του Αιτητή κατά την συνέντευξή του, διαπιστώνω πως πράγματι υπήρξε συνεκτικός και σαφής ως προς ορισμένα στοιχεία του ισχυρισμού του, ήτοι την ημερομηνία σύλληψης, την ημερομηνία απόδρασής του, τον τόπο όπου έλαβε χώρα η σύλληψη καθώς και το που μεταφέρθηκε αφότου συνελήφθη. Ωστόσο, υπήρξαν στοιχεία που απαιτούσαν πιο βιωματικές και λεπτομερείς περιγραφές, για τα οποία διαπιστώνω πως ο Αιτητής δεν είχε τον ίδιο βαθμό συνοχής και δεν υπήρξε επαρκώς λεπτομερής και περιγραφικός.

 

Θα συμφωνήσω συνεπώς με την αξιολόγηση του αρμόδιου λειτουργού περί του ότι ο Αιτητής δεν έδωσε επαρκείς λεπτομέρειες σχετικά με ουσιώδη ζητήματα που αφορούσαν την περίοδο κράτησής του. Ο Αιτητής δεν γνώριζε, έστω και κατά προσέγγιση, τον αριθμό των κρατούμενων που βρισκόντουσαν στον ίδιο χώρο, ούτε και αναφέρθηκε σε πιθανές συζητήσεις που είχαν μεταξύ τους κατά το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα (βλ. ερυθρά 46 6Χ, 41 1Χ του Δ.Φ.). Ως προς την κακομεταχείριση που κατ’ ισχυρισμόν υπέστη, παρ’ όλο που ο Αιτητής αναφέρθηκε επιγραμματικά σε ορισμένα περιστατικά κακοποίησης, όπως για παράδειγμα σε σωματικά χτυπήματα (βλ. ερυθρά 45 1Χ του Δ.Φ.), όταν ζητήθηκε από τον αρμόδιο λειτουργό είτε να αναφερθεί στις συνέπειες της κακοποίησης που υπέστη είτε να περιγράψει ορισμένα εξ’ αυτών των περιστατικών, ο Αιτητής δεν εισέφερε επαρκή στοιχεία και οι περιγραφές του ήταν λιτές και αόριστες χωρίς  να παραπέμπουν σε περιστατικό βιωθέν από τον ίδιο (βλ. ερυθρά 45 2Χ, 44, 40 του Δ.Φ.). Περαιτέρω, αναφορικά με την απόδρασή του, όπως επεσήμανε σχετικά και ο αρμόδιος λειτουργός, ο Αιτητής υπήρξε εξαιρετικά αόριστος και ασαφής. Παρ’ όλο που ισχυρίστηκε ότι ένας εκ των στρατιωτικών του εξήγησε τον τρόπο με τον οποίο θα πραγματοποιούσε την απόδρασή του και εν συνεχεία ο ίδιος ακολούθησε τα βήματα και απόδρασε επιτυχώς, εντούτοις ο Αιτητής δεν έδωσε μια βιωματική και λεπτομερή περιγραφή του τρόπου με τον οποίον απόδρασε κατά τη μεταφορά του στις φυλακές Makala. Σημειώνεται δε ότι δόθηκαν οι απαραίτητες ευκαιρίες στον Αιτητή ώστε να προσθέσει περαιτέρω στοιχεία στην αφήγησή του (βλ. ερυθρά 44 2X, 39 2X, 3X του Δ.Φ.) και θα ήταν αναμενόμενη μια πληρέστερη περιγραφή της απόδρασης από τη στιγμή που αποτελεί στοιχείο που αγγίζει τον πυρήνα του αιτήματος διεθνούς προστασίας του ισχυρισμού του Αιτητή. Τέλος, ως προς τον ισχυρισμό του Αιτητή ότι όταν επέστρεψε τον Ιούλιο στην Κινσάσα, στρατιωτικοί είχαν καταλάβει την αγροτική οικία του και τον αναγνώρισαν όταν εκείνος την πλησίασε, συντάσσομαι με το συμπέρασμα του λειτουργού της EASO ως προς τη μη λεπτομερή και μη συνεκτική προβολή του συγκεκριμένου στοιχείου. Θα ήταν ευλόγως αναμενόμενο ο Αιτητής να είναι σε θέση να δώσει μία πιο βιωματική και αναλυτική περιγραφή για τη στιγμή που οι αρχές της χώρας καταγωγής του τον ανακάλυψαν έπειτα από την απόδρασή του, δεδομένου ότι το συγκεκριμένο στοιχείο αποτέλεσε και ένα εκ των αιτίων που ο Αιτητής εγκατέλειψε οριστικά τη ΛΔΚ (βλ. ερυθρά 43 3Χ, 4Χ του Δ.Φ.).

 

Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, το Δικαστήριο διεξήγαγε ανεξάρτητη έρευνα σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης από την οποία προέκυψαν τα ακόλουθα:

 

·                Σε άρθρο της εφημερίδας “The Guardian” το οποίο δημοσιεύθηκε στις 26 Δεκεμβρίου 2019 αναφέρεται πως εκατοντάδες ακτιβιστές στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό κινδυνεύουν με σύλληψη και βασανιστήρια λόγω του ότι ενημερώνουν τους ψηφοφόρους για τα δικαιώματά τους τις τελευταίες ημέρες πριν από τις προεδρικές εκλογές της χώρας[9]. Στο ίδιο άρθρο αναφέρεται ως παράδειγμα ότι μέλη του ‘Lutte Pour Le Changement’ (Lucha, ή Αγώνας για την Αλλαγή), μιας ακτιβιστικής ομάδας που δραστηριοποιείται στη χώρα, είχαν πραγματοποιήσει τη συγκεκριμένη περίοδο μια εκστρατεία πόρτα-πόρτα για να εξασφαλίσουν ότι οι ψηφοφόροι θα πάνε νωρίς στις κάλπες, θα ασκήσουν τα συνταγματικά κατοχυρωμένα δικαιώματά τους και «δεν θα παραπλανηθούν από ψεύτικες και δημαγωγικές υποσχέσεις»[10].

 

·                Το ανωτέρω επιβεβαιώνεται και από έτερη αναφορά της ίδιας χρονικής περιόδου του Παρατηρητηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Human Rights Watch), η οποία κάνει λόγο πως η Κυβέρνηση της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό προχώρησε σε συλλήψεις ακτιβιστών υπέρ της δημοκρατίας τον Νοέμβριο του 2018 ενόψει των προεδρικών εκλογών που είχαν προγραμματιστεί για τις 23 Δεκεμβρίου του ιδίου έτους[11].

 

Ωστόσο, παρά τις εξωτερικές πληροφορίες που επιβεβαιώνουν ότι κατά την κρίσιμη περίοδο όντως η Κυβέρνηση προέβαινε σε συλλήψεις ακτιβιστών, ο συγκεκριμένος ισχυρισμός του Αιτητή πάσχει ως προς την εσωτερική του αξιοπιστία. Πρέπει, επίσης, να τονιστεί ότι τόσο στις εκλογές του 2018 όσο και στις πρόσφατες εκλογές του 2023 ο Felix Tshisekedi διαδέχθηκε τον έως τότε πρόεδρο της χώρας Joseph Kabila[12], συνεπώς το πολιτικό σκηνικό της χώρας έχει αλλάξει συγκριτικά με το 2018. Σύμφωνα με άρθρο του ειδησεογραφικού πρακτορείου Al Jazeera, δημοσιευθέν το 2019, ο νέος πρόεδρος της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό Felix Tshisekedi έδωσε χάρη σε περίπου 700 πολιτικούς κρατούμενους που είχαν φυλακιστεί επί του προκατόχου του[13].

 

Ως εκ των ανωτέρω, φρονώ πως ορθώς ο αρμόδιος λειτουργός κατέληξε στην απόρριψη του συγκεκριμένου ισχυρισμού.

 

Είναι αποδεκτό, με βάση τα πιο πάνω στοιχεία, ότι στο πρόσωπο του Αιτητή υφίσταται ένα υποκειμενικό στοιχείο φόβου (φόβος στη σκέψη του Αιτητή), ωστόσο, τo καθεστώς πρόσφυγα δεν καθορίζεται μόνο από την πνευματική κατάσταση του ενδιαφερομένου, αλλά η εν λόγω κατάσταση πρέπει να υποστηρίζεται και από μία αντικειμενική κατάσταση. Επομένως, ο όρος «βάσιμος φόβος» περιέχει ένα υποκειμενικό και ένα αντικειμενικό στοιχείο και, κατά τον καθορισμό του κατά πόσον υπάρχει βάσιμος φόβος, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη αμφότερα τα στοιχεία[14].

 

Απομένει, λοιπόν, η εξέταση - εντός των πλαισίων του ισχυρισμού που έχει γίνει αποδεκτός -του αντικειμενικού φόβου του Αιτητή. Ο Αιτητής εξέφρασε το φόβο ότι άμα τη επιστροφή του στη χώρα καταγωγής οι φερόμενοι διώκτες του θα τον εντοπίσουν και θα τον σκοτώσουν. Ως εκτέθηκε και ανωτέρω, το Δικαστήριο συντάσσεται με την απόρριψη του δεύτερου και του τρίτου ουσιώδους ισχυρισμού, ήτοι των ισχυρισμών που άπτονται του πυρήνα του αιτήματος διεθνούς προστασίας του Αιτητή. Επισημαίνεται ότι «οσάκις οι αρμόδιες αρχές καλούνται να εκτιμήσουν, αν ο αιτών διακατέχεται βασίμως από τον φόβο ότι θα διωχθεί, οφείλουν να διερευνήσουν αν οι στοιχειοθετημένες περιστάσεις συνιστούν ή όχι τέτοια απειλή, ώστε ο ενδιαφερόμενος να φοβείται βασίμως, λαμβανομένης υπόψη της εξατομικευμένης καταστάσεώς του, ότι αποτελεί πράγματι αντικείμενο πράξεων διώξεων»[15]. Ο φόβος θεωρείται βάσιμος, εάν διαπιστώνεται ότι υπάρχει «εύλογη» πιθανότητα να υλοποιηθεί στο μέλλον. Για τη διαπίστωση αυτή, είναι απαραίτητο να αξιολογούνται οι δηλώσεις του αιτούντος υπό το πρίσμα  όλων των σχετικών περιστάσεων της υπόθεσης ελέγχονται οι περιστάσεις που επικρατούν στη χώρα καταγωγής του, καθώς και η συμπεριφορά των υπευθύνων δίωξης. Επομένως, η διαπίστωση του βάσιμου φόβου συνδέεται στενά με το καθήκον της αξιολόγησης των αποδεικτικών στοιχείων και της αξιοπιστίας. Εάν τα αποδεικτικά στοιχεία που υπέβαλε ο αιτών γίνουν δεκτά ως αξιόπιστα, ο υπεύθυνος για τη λήψη της απόφασης προχωρά στο δεύτερο στάδιο και εξετάζει κατά πόσον τα γεγονότα και οι περιστάσεις που έγιναν δεκτά ισοδυναμούν με βάσιμο φόβο.

 

Στην υπό εξέταση περίπτωση, οι σχετικοί ισχυρισμοί απορρίφθηκαν. Καθώς οι ισχυρισμοί αυτοί αποτελούν τη βάση πάνω στην οποία στηρίζεται ο φόβος του αιτητή ο σχετικός φόβος δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως βάσιμος και δικαιολογημένος.

 

Ως προς την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, έκθεση της Διεθνούς Αμνηστίας που δημοσιεύτηκε στις 27 Μαρτίου 2023 αναφέρει ότι σε ολόκληρη τη ΛΔΚ, το δικαίωμα στην ειρηνική συνάθροιση παρέμεινε η εξαίρεση και όχι ο κανόνας. Οι διοικητικές αρχές στην Κινσάσα, απαγόρευσαν παράνομα και συστηματικά όλες τις διαδηλώσεις που κρίθηκαν επικριτικές για τον Πρόεδρο Tshisekedi ή την κυβέρνησή του. Στις 21 Σεπτεμβρίου, μια ειρηνική διαδήλωση που οργανώθηκε από την Εθνική Ένωση Γιατρών στην Κινσάσα απαγορεύτηκε παράνομα από τον κυβερνήτη της πόλης και στη συνέχεια κατεστάλη από την αστυνομία με βαναυσότητα, με αποτέλεσμα αρκετοί διαδηλωτές να συλληφθούν και άλλοι να τραυματιστούν. Αν και ο υπουργός Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων κατήγγειλε το συγκεκριμένο περιστατικό, δεν ελήφθησαν συγκεκριμένα μέτρα για να ακυρωθεί η αυθαίρετη απαγόρευση του κυβερνήτη, να λογοδοτήσουν τόσο ο κυβερνήτης όσο και ο αστυνομικός διοικητής της Κινσάσα ή να παρασχεθεί στα θύματα πρόσβαση στη δικαιοσύνη και αποτελεσματικά ένδικα μέσα.[16] Σύμφωνα με την έκθεση του Υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ για τα ανθρώπινα δικαιώματα στη ΛΔΚ το 2022, υπήρξαν αναφορές για πολιτικούς κρατούμενους κατά τη διάρκεια του έτους, οι οποίοι αποτελούνταν κυρίως από άτομα που συνελήφθησαν βάσει της νομοθεσίας περί συκοφαντικής δυσφήμισης επειδή επέκριναν τις ενέργειες κυβερνητικών αξιωματούχων. Στα τέλη Ιουλίου και στις αρχές Αυγούστου, πολλά μέλη και υποστηρικτές του κόμματος της αντιπολίτευσης συνελήφθησαν στην Κινσάσα με ξεχωριστές κατηγορίες για συκοφαντική δυσφήμιση, δημόσια προσβολή και διάδοση ψευδών ειδήσεων[17].

 

Εξετάζοντας τον αντικειμενικό φόβο του αιτητή θα πρέπει περαιτέρω να αξιολογηθεί αν υπάρχουν παράγοντες ενίσχυσης του κινδύνου που πρέπει να ληφθούν υπόψη σχετικά με το προφίλ του Αιτητή, ιδιαίτερα σε σχέση με τις πληροφορίες για τη χώρα καταγωγής του Αιτητή ως αυτές εκτέθηκαν ανωτέρω. Ο Αιτητής είναι υπήκοος ΛΔΚ, Χριστιανός ως προς το θρήσκευμα και με τόπο καταγωγής και συνήθους διαμονής την Κινσάσα. Είναι έγγαμος και πατέρας τριών τέκνων και η οικογένειά του διαμένει επίσης στην Κινσάσα. Ο Αιτητής εργαζόταν ως ιερέας καθώς και ως αγρότης. Επισημαίνεται ότι κατά τη διάρκεια της προσωπικής του συνέντευξης με τον αρμόδιο λειτουργό της EASO δεν ανέκυψε ο οποιοσδήποτε παράγοντας που θα ενίσχυε το ρίσκο του Αιτητή σε περίπτωση επιστροφής του στη ΛΔΚ κατά την οποία δεν υφίσταται εύλογη πιθανότητα ο Αιτητής να υποβληθεί σε μεταχείριση η οποία θα μπορούσε να ανέλθει σε επίπεδο δίωξης ή σοβαρής βλάβης.

 

Υπό το φως των προλεχθέντων και του ισχυρισμού περί προσωπικών στοιχείων του Αιτητή που έγινε αποδεκτός από το παρόν Δικαστήριο, κρίνω ότι δεν δικαιολογείται η υπαγωγή του Αιτητή στο καθεστώς του πρόσφυγα, καθώς δεν διαπιστώνονται δείκτες κινδύνου έναντι της ζωής του, σε περίπτωση επιστροφής του στη ΛΔΚ, ιδιαιτέρως υπό τον ορισμό και προϋποθέσεις του προφίλ του πρόσφυγα, άρθρο 1Α της Συνθήκης της Γενεύης και άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου. Φόβος δίωξης δεν προκύπτει καθαυτός από τα προσωπικά στοιχεία του Αιτητή και έχουν γίνει αποδεκτά.

 

Ως εκ τούτου, απομένει να εξεταστεί το κατά πόσο υπάρχει δυνατότητα να υπαχθεί ο Αιτητής στο καθεστώς της επικουρικής προστασίας, ή αλλιώς συμπληρωματικής προστασίας, ως αυτό καθορίζεται στην εθνική μας νομοθεσία. Ειδικότερα, το άρθρο 19(1) του περί Προσφύγων Νόμου διαλαμβάνει ότι:

 

 «το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, αναγνωρίζεται σε οποιοδήποτε αιτητή, ο οποίος δεν αναγνωρίζεται ως πρόσφυγας ή σε οποιοδήποτε αιτητή του οποίου η αίτηση σαφώς δεν βασίζεται σε οποιουσδήποτε από τους λόγους του εδαφίου (1) του άρθρου 3, αλλά σε σχέση με τον οποίο υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη και δεν είναι σε θέση ή, λόγω του κινδύνου αυτού, δεν είναι πρόθυμος, να θέσει τον εαυτό του υπό την προστασία της χώρας αυτής.»

 

Ο ορισμός της «σοβαρής» ή «σοβαρής και αδικαιολόγητης βλάβης» καλύπτει δυνάμει του άρθρου 19(2) εξαντλητικά, τρεις διαφορετικές καταστάσεις, ήτοι :

 

(α) θανατική ποινή ή εκτέλεση, ή

 

(β) βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία του αιτητή στη χώρα καταγωγής του, ή

 

(γ) σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης.

 

Έχοντας υπόψη τις περιστάσεις που διαλαμβάνονται στην υπό κρίση υπόθεση, ο Αιτητής δεν μπορεί να ενταχθεί στα υπό (α) και (β) ανωτέρω εδάφια. Εξέτασης συνεπώς χρήζει το εδάφιο (γ) του άρθρου 19(2).

 

Ως προς τους παράγοντες που δύνανται να ληφθούν υπόψιν αναφορικά με την αξιολόγηση του συστατικού στοιχείου της αδιάκριτης βίας, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης επεσήμανε στην απόφαση του CF, DN κατά  Bundesrepublic Deutschland[18] ότι συνιστούν:

 

«(...) μεταξύ άλλων, η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύρραξης ως στοιχεία λαμβανόμενα υπόψη κατά την εκτίμηση του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 (πρβλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C‑285/12, EU:C:2014:39, σκέψη 35), καθώς και άλλα στοιχεία όπως η γεωγραφική έκταση της κατάστασης αδιάκριτης άσκησης βίας, ο πραγματικός προορισμός του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής στην οικεία χώρα ή περιοχή και οι τυχόν εκ προθέσεως επιθέσεις κατά αμάχων εκ μέρους των εμπόλεμων μερών.» 

(βλ. σκέψη 43 της απόφασης)

 

Περαιτέρω, ως προς τον προσδιορισμό του επιπέδου της ασκούμενης αδιάκριτης βίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στην απόφασή του Sufi and Elmι[19], αξιολόγησε, διευκρινίζοντας ότι δεν κατονομάζονται εξαντλητικά, τη χρήση μεθόδων και τακτικών πολέμου εκ μέρους των εμπόλεμων πλευρών οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο αμάχων θυμάτων ή ευθέως στοχοποιούν αμάχους, εάν η χρήση αυτών είναι διαδεδομένη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, και, τελικά, τον αριθμό των αμάχων που έχουν θανατωθεί, τραυματιστεί και εκτοπιστεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης.

 

Περαιτέρω, όπως διευκρίνισε το ΔΕΕ στην υπόθεση Elgafaji[20] (έμφαση και υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου):

 

 «33. Αντιθέτως, η κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας βλάβη, καθόσον συνίσταται σε «σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας» του αιτούντος, αναφέρεται σε ένα γενικότερο κίνδυνο βλάβης.

 

34.Συγκεκριμένα, η βλάβη αυτή αφορά, ευρύτερα, «απειλή [.]κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας» αμάχου και όχι συγκεκριμένες πράξεις βίας. Επιπροσθέτως, η απειλή αυτή είναι συμφυής με μια γενική κατάσταση «διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης». Τέλος, η βία από την οποία προέρχεται η εν λόγω απειλή χαρακτηρίζεται ως «αδιακρίτως» ασκούμενη, όρος που σημαίνει ότι μπορεί να επεκταθεί σε άτομα ανεξαρτήτως των προσωπικών περιστάσεών τους.

 

35. Στο πλαίσιο αυτό, ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ, της οδηγίας.

 

36. Η ερμηνεία αυτή, η οποία δύναται να διασφαλίσει ένα αυτοτελές πεδίο εφαρμογής στο άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, δεν αναιρείται  από το γράμμα της εικοστής έκτης αιτιολογικής σκέψης, κατά το οποίο «οι κίνδυνοι στους οποίους εκτίθεται εν γένει ο πληθυσμός ή τμήμα του πληθυσμού μιας χώρας δεν συνιστούν συνήθως, αυτοί καθαυτοί, προσωπική απειλή που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως σοβαρή βλάβη».

 

37.  Συγκεκριμένα, μολονότι η αιτιολογική αυτή σκέψη σημαίνει ότι η απλή αντικειμενική διαπίστωση κινδύνου απορρέοντος από τη γενική κατάσταση μιας χώρας δεν αρκεί, καταρχήν, για να γίνει δεκτό ότι οι προϋποθέσεις του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, συντρέχουν ως προς συγκεκριμένο πρόσωπο, εντούτοις, καθόσον η αιτιολογική αυτή σκέψη χρησιμοποιεί τον όρο «συνήθως», αναγνωρίζει το ενδεχόμενο υπάρξεως μιας εξαιρετικής καταστάσεως, χαρακτηριζομένης από έναν τόσο υψηλό βαθμό κινδύνου, ώστε να υπάρχουν σοβαροί λόγοι να εκτιμάται ότι το πρόσωπο αυτό θα εκτεθεί ατομικώς στον επίμαχο κίνδυνο.

 

38. Ο εξαιρετικός χαρακτήρας της καταστάσεως αυτής επιρρωννύεται, επίσης, από το γεγονός ότι η οικεία προστασία είναι επικουρική, καθώς και από την οικονομία του άρθρου 15 της οδηγίας, καθόσον η βλάβη, της οποίας τον ορισμό δίνει το άρθρο αυτό υπό τα στοιχεία α΄ και β΄, πρέπει να εξατομικεύεται σαφώς. Μολονότι είναι αληθές ότι στοιχεία που αφορούν το σύνολο του πληθυσμού αποτελούν σημαντικό παράγοντα για την εφαρμογή του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, υπό την έννοια ότι σε περίπτωση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης ο ενδιαφερόμενος, όπως και άλλα πρόσωπα, εντάσσεται στον κύκλο των δυνητικών θυμάτων μιας αδιακρίτως ασκούμενης βίας, εντούτοις, η ερμηνεία της εν λόγω διατάξεως πρέπει να γίνεται λαμβανομένου υπόψη του συστήματος στο οποίο εντάσσεται, δηλαδή σε σχέση με τις λοιπές δύο περιπτώσεις που προβλέπει το άρθρο 15 και, επομένως, να ερμηνεύεται σε στενή συνάρτηση με την εξατομίκευση αυτή.

 

39. Συναφώς, πρέπει να διευκρινισθεί ότι όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας.».

 

Εξετάζοντας σήμερα την τρέχουσα κατάσταση ασφαλείας που επικρατεί στον τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή (Κινσάσα) όπου δηλαδή ευλόγως αναμένεται ότι θα επιστρέψει, και καθώς τα συμπεράσματά μου επί της αξιοπιστίας του Αιτητή συνάδουν με αυτά της λειτουργού της Υπηρεσίας Ασύλου κατά την πρωτοβάθμια εξέταση της αίτησής του, αναφέρω τα εξής, τα οποία προκύπτουν από επικαιροποιημένες διεθνείς πηγές:

 

·                Κατόπιν έρευνας σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης ανευρέθη ότι δεν δραστηριοποιούνται μη κρατικοί ένοπλοι φορείς στην Kinshasa, αλλά μόνον στις ανατολικές περιοχές της ΛΔΚ[21].

 

·                Η πιο πρόσφατη έρευνα της αυστριακής ACCORD που δημοσιεύτηκε στις 12 Απριλίου 2023 και αφορά όλο το έτος 2022, κάνει αναφορά στα περιστατικά ασφαλείας που έλαβαν χώρα στην επαρχία της Κινσάσα. Συγκεκριμένα,  αναφέρθηκαν 100 περιστατικά στα οποία σκοτώθηκαν 20 άνθρωποι. Οι ακόλουθες τοποθεσίες ήταν μεταξύ των πληγεισών: Kinshasa, Kinshasa - Barumbu, Kinshasa - Binza Delvaux, Kinshasa - Camp Kokolo, Kinshasa - Djelo Binza, Kinshasa - Gombe, Kinshasa - Kasa-Vubu, Kinshasa - Kimbanseke, Kinshainsha - Kintasambosen, , Kinshasa - Limete, Kinshasa - Lingwala, Kinshasa - Maluku, Kinshasa - Masina, Kinshasa - Matadi Kibala, Kinshasa - Matete, Kinshasa - Ndjili Airport, Kinshasa - Ngaba, Kinshasa - Ngaliema, Menkao.[22] Το τελευταίο τετράμηνο του 2022 στην Κινσάσα αναφέρθηκαν 18 περιστατικά στα οποία σκοτώθηκαν 4 άτομα[23].

 

·                Πρόσφατη έκθεση (30.12.2023) του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών επιβεβαιώνει την ύπαρξη κρίσης στις επαρχίες Ituri, North Kivu και South Kivu. Ωστόσο, πέρα από τις εν λόγω επαρχίες, καταγράφεται η ύπαρξη κρίσης και στην επαρχία Mai Ndombe, η οποία βρίσκεται πλησίον της επαρχίας της Kinshasa. Ειδικότερα αναφέρονται τα εξής σε σχέση με την ένοπλη σύρραξη στην επαρχία Mai Ndombe:

 

«Η ένοπλη σύγκρουση στην επαρχία Mai-Ndombe επεκτάθηκε στις γειτονικές επαρχίες, συμπεριλαμβανομένης της επαρχίας Kinshasa, αφήνοντας εκατοντάδες αμάχους νεκρούς και καταστρέφοντας εκατοντάδες χωριά, σχολεία και ιατρικές εγκαταστάσεις. Οι κοινότητες Teke και Yaka παρέμειναν ένοπλες και κινητοποιημένες».[24]

 

·                Η κρίση ξέσπασε τον Ιούνιο του 2022 μεταξύ των θεωρούμενων «γηγενών» Teke και των θεωρούμενων «μη γηγενών» Yaka λόγω διαφωνιών σε σχέση με τη γη και τους παραδοσιακούς διακανονισμούς για ζητήματα εξουσίας μεταξύ τους[25]. Στα πλαίσια της κρίσης αναδείχθηκαν οι ομάδες Mobondo των οποίων τα μέλη στρατολογούνται κυρίως μεταξύ των "μη γηγενών" κοινοτήτων Yaka, Suku, Mbala, Ndinga και Songo, και στοχοποιούν χωρικούς Teke με μαχαίρια, δόρατα, κυνηγετικά τουφέκια και στρατιωτικά τουφέκια εφόδου.[26] Ο Ιανουάριος του 2024 θεωρείται ο 4ος στη σειρά μήνας αυξανόμενης βίας μεταξύ Teke και Yaka, με τις εκτυλισσόμενες μάχες να αγγίζουν ρεκόρ μετά το αποκορύφωμα της βίας που σημειώθηκε τον Αύγουστο του 2022. Μάλιστα, λόγω της ανασφάλειας και των αυξανόμενων λεηλασιών από τις πολιτοφυλακές Mobondo, οι κρατικές δυνάμεις έκλεισαν τον Ιανουάριο (2024) τον κύριο δρόμο που ενώνει την επαρχία Mai Ndombe και την επαρχία της Kinshasa.[27]

 

·                Παρατίθενται περαιτέρω και αριθμητικά δεδομένα από τη βάση δεδομένων ACLED. Σημειωτέον ότι τα περιστατικά αφορούν συνολικά την επαρχία της Kinshasa, της οποίας η πόλη Kinshasa αποτελεί πρωτεύουσα. Το διάστημα από τις 05.04.2023 έως τις 05.04.2024 καταγράφηκαν 55 περιστατικά ασφαλείας τα οποία οδήγησαν σε 69 απώλειες. Εξ αυτών των 55 περιστατικών τα 8 καταχωρήθηκαν ως «μάχες» (“battles”) και οδήγησαν σε 21 απώλειες, τα 21 καταχωρήθηκαν ως «βία κατά πολιτών» (“violence against civilians”) και οδήγησαν σε 47 απώλειες, τα 26 ως «αναταραχές» (“riots”) και οδήγησαν σε 1 απώλεια, ενώ δεν καταγράφηκε κανένα περιστατικό στην κατηγορία «εκρήξεις ή απομακρυσμένη βία» (“explosions/remote violence”)[28] [29].Τα αριθμητικά αυτά δεδομένα υποδεικνύουν πράγματι μια αύξηση των περιστατικών ασφαλείας στην σχετικά ασφαλή μέχρι πρόσφατα επαρχία της Kinshasa, καθώς κατά την εξεταζόμενη περίοδο καταγράφηκαν  27 περιστατικά με 18 απώλειες[30]. Παρόλα αυτά, ο αριθμός των περιστατικών σε σχέση με το συνολικό πληθυσμό της επαρχίας (14.565.700 σύμφωνα με επίσημη πρόβλεψη για το έτος 2020)[31] και το γεγονός ότι το επίκεντρο της βίας εντοπίζεται στην επαρχία Mai Ndombe με τα περιστατικά εντός της επαρχίας της Kinshasa να συμβαίνουν μάλλον κατ΄ εξαίρεση δεν επιτρέπει προς το παρόν να εξαχθεί συμπέρασμα περί της ύπαρξης εσωτερικής ένοπλης σύρραξης και αδιάκριτης βίας στην επαρχία της Kinshasa.

 

Λαμβάνοντας υπόψιν τα παραπάνω δεδομένα δε διακρίνω την ύπαρξη κατάστασης αδιάκριτης βίας λόγω ένοπλης σύρραξης στην Κινσάσα της ΛΔΚ, ώστε ο Αιτητής λόγω της παρουσίας του και μόνο στο έδαφος της περιοχής αυτής να έρχεται αντιμέτωπος με πραγματικό κίνδυνο σοβαρής απειλής κατά το άρθρο 19 στοιχείο (2)(γ).

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

 

Λαμβάνοντας υπόψη τα όσα ανωτέρω αναπτύχθηκαν, είναι η κατάληξή μου ότι ορθώς κρίθηκε και επί της ουσίας ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων και, περαιτέρω, ορθώς θεωρήθηκε ότι δεν κατάφερε να τεκμηριώσει ότι υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη, ως αμφότερες αυτές οι προϋποθέσεις ορίζονται από την οικεία νομοθεσία (άρθρα 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου).

 

Συνακόλουθα, η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με έξοδα €1000 υπέρ των Καθ' ων η αίτηση, και εναντίον του Αιτητή.

 

 

Ε. Ρήγα, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 



[1]  Βλ. «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», Επαμεινώνδας Π. Σπηλιωτόπουλος, 14ης Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 260, υποσημ. 72, «Εισηγήσεις Διοικητικού Δικονομικού Δικαίου», Χαράλαμπος Χρυσανθάκης, 2η Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σελ. 247 και Π.Δ. Δαγτόγλου, (Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο), σελ. 552.

[2] Σύμφωνα με τον Κανονισμό 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019: «Ο Διαδικαστικός Κανονισμός του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962, και οι περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διαδικαστικοί Κανονισμοί (Αρ.1) του 2015, τυγχάνουν εφαρμογής σε όλες τις προσφυγές που καταχωρούνται στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας  από 18.6.2019, με τις αναγκαίες τροποποιήσεις που αναφέρονται στη συνέχεια και κατ΄ ανάλογη εφαρμογή των δικονομικών κανόνων και πρακτικής που ακολουθούνται και εφαρμόζονται στις ενώπιον του Διοικητικού   Δικαστηρίου προσφυγές εκτός αν ήθελε άλλως ορίσει το Δικαστήριο.».

[3] Βλ. ενδεικτικά Δημοκρατία ν. Κουκκουρή κ.ά. (1993) 3 Α.Α.Δ. 598.

[4] Ζωμενή-Παντελίδου ν. Α.Η.Κ., Υποθ. Αρ. 108/2006, ημερ. 26.07.2007.

[5] Βλ. ενδεικτικά Δημοκρατία ν. Κουκκουρή κ.ά. (1993) 3 Α.Α.Δ. 598.

 

[6] Ζωμενή-Παντελίδου ν. Α.Η.Κ., Υποθ. Αρ. 108/06, ημερ. 26.07.2007.

[7] Ανθούσης ν. Δημοκρατίας (1995) 4(Γ) Α.Α.Δ. 1709.

[8] Άρθρο 11(3) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (N. 73(I)/2018).

[9] The Guardian (2018), ‘DRC activists risk arrest to encourage voting in delayed election’, διαθέσιμο στη διεύθυνση: DRC activists risk arrest to encourage voting in delayed election | Democratic Republic of the Congo | The Guardian (τελευταία πρόσβαση στις 15.04.2024)

[10] The Guardian (2018), ‘DRC activists risk arrest to encourage voting in delayed election’, διαθέσιμο στη διεύθυνση: DRC activists risk arrest to encourage voting in delayed election | Democratic Republic of the Congo | The Guardian (τελευταία πρόσβαση στις 15.04.2024)

[11] Human Rights Watch (2018), ‘DR Congo: Pre – Election Crackdown on Activists’, διαθέσιμο στη διεύθυνση: DR Congo: Pre-Election Crackdown on Activists | Human Rights Watch (hrw.org) (τελευταία πρόσβαση στις 15.04.2024)

[12] BBC (2019), ‘DR Congo presidential election: Outcry as Tshisekedi named winner’, διαθέσιμο στη διεύθυνσηDR Congo presidential election: Outcry as Tshisekedi named winner (bbc.com) (τελευταία πρόσβαση στις 15.04.2024), Chatham House (2024), ‘The DRC’s election was a halting step towards embedding democracy’, διαθέσιμο στη διεύθυνση: The DRC’s election was a halting step towards embedding democracy | Chatham House – International Affairs Think Tank (τελευταία πρόσβαση στις 15.04.2024)

[13] Al Jazeera (2019), ‘DRC President Tshisekedi pardons about 700 political prisoners’, διαθέσιμο στη διεύθυνση: DRC President Tshisekedi pardons about 700 political prisoners | Joseph Kabila News | Al Jazeera (τελευταία πρόσβαση στις 15.04.2024)

[14] HANDBOOK ON PROCEDURES  AND CRITERIA FOR DETERMINING REFUGEE STATUS and GUIDELINES ON

INTERNATIONAL PROTECTION UNDER THE 1951 CONVENTION AND THE 1967 PROTOCOL RELATING TO THE STATUS OF REFUGEES REISSUED GENEVA, FEBRUARY 2019, παράγραφος 38, https://www.unhcr.org/media/handbook-procedures-and-criteria-determining-refugee-status-under-1951-convention-and-1967

[15] Απόφαση του ΔΕΕ, Y και Z, ό.π., υποσημείωση 33, σκέψη 76 (η επισήμανση των συντακτών). Βλέπε επίσης απόφαση του ΔΕΕ, Abdulla και λοιποί, ό.π., υποσημείωση 336, σκέψη 89· και απόφαση του ΔΕΕ, Χ, Y και Z, ό.π., υποσημείωση 20,

 

[16] AI – Amnesty International: Amnesty International Report 2022/23; The State of the World's Human Rights; Democratic Republic Of The Congo 2022, 27 March 2023 https://www.ecoi.net/en/document/2089471.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 15.04.2024)

[17] USDOS – US Department of State: 2022 Country Report on Human Rights Practices: Democratic Republic of the Congo, 20 March 2023 https://www.ecoi.net/en/document/2089109.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 15.04.2024)

[18] ΔΕΕ, C-901/19, ημερομηνίας 10.06.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland

[19] ΕΔΔΑ, απόφαση επί των προσφυγών  8319/07 and 11449/07, ημερομηνίας 28.11.2011

[20] Απόφαση στην υπόθεση C-465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji κ. Staatssecretaris van Justitie, ημερ.17.02.2009

[21] βλ. ενδεικτικά RULAC, Non-international Armed Conflicts in Democratic Republic of Congo, 13 April 2021, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.rulac.org/news/drc-a-new-conflict-in-ituri-involving-the-cooperative-for-development-of-th (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 15/04/2024), UN Security Council Resolutions για τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό στη διεύθυνση: https://www.securitycouncilreport.org/un-documents/democratic-republic-of-the-congo/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 15/04/2024), καθώς και το πλέον πρόσφατο ψήφισμα που υιοθετήθηκε στις 30/06/2022, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.securitycouncilreport.org/atf/cf/%7B65BFCF9B-6D27-4E9C-8CD3-CF6E4FF96FF9%7D/s_res_2641.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 15/04/2024) , HRW, Democratic Republic of Congo, Events of 2021, 13 January 2021, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.hrw.org/world-report/2022/country-chapters/democratic-republic-congo (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 15/04/2024), UNHCR, Attacks by armed groups displace 20 000 civilians in eastern DRC, 16 July 2021, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.unhcr.org/news/briefing/2021/7/60f133814/attacks-armed-group-displace-20000-civilians-eastern-drc.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 15/04/2024), USAID, Democratic Republic of the CongoComplex Emergency, Fact Sheet #3, 13 May 2022, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.usaid.gov/sites/default/files/documents/2022-05-13_USG_Democratic_Republic_of_the_Congo_Complex_Emergency_Fact_Sheet_3_0.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 15/04/2024) και CFA, Global Conflict Tracker, Center for Preventive Action, Instability in the Democratic Republic of Congo, last updated 03 August 2022, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.cfr.org/global-conflict-tracker/conflict/violence-democratic-republic-congo (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 15/04/2024)

 

[22] ACCORD – Austrian Centre for Country of Origin and Asylum Research and Documentation: DEMOCRATIC REPUBLIC OF CONGO, YEAR 2022: Update on incidents according to the Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED), 12 April 2023 https://www.ecoi.net/en/file/local/2090468/2022yDemocraticRepublicofCongo_en.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 15/04/2024)

[23] ACCORD – Austrian Centre for Country of Origin and Asylum Research and Documentation: DEMOCRATIC REPUBLIC OF CONGO, THIRD QUARTER 2022: Update on incidents according to the Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED), 12 April 2023 https://www.ecoi.net/en/file/local/2090417/2022q3DemocraticRepublicofCongo_en.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 15/04/2024)

[24] UN Security Council, Midterm report of the Group of Experts on the Democratic Republic of the Congo (S/2023/990) [EN/AR/RU/ZH], 30 Δεκεμβρίου 2023, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://reliefweb.int/report/democratic-republic-congo/midterm-report-group-experts-democratic-republic-congo-s2023990-enarruzh (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 15/04/2024)

 

[25] Human Rights Watch, Thomas Fessy, Intercommunal Violence in Western Congo Kills Scores, 29 Ιουνίου 2023, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.hrw.org/news/2023/06/29/intercommunal-violence-western-congo-kills-scores (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 15/04/2024)

 

[26] Human Rights Watch, Thomas Fessy, Intercommunal Violence in Western Congo Kills Scores, 29 Ιουνίου 2023, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.hrw.org/news/2023/06/29/intercommunal-violence-western-congo-kills-scores (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 15/04/2024)

[27] ACLED, Regional Overview: Africa January 2024, 8 Φεβρουαρίου 2024, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://acleddata.com/2024/02/08/regional-overview-africa-january-2024/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 15/04/2024)

[28] Προσαρμοσμένη έρευνα στη βάση δεδομένων ACLED, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 15/04/2024)

[29] Η κατηγορία «μάχες» περιλαμβάνει τις υποκατηγορίες «ένοπλη σύγκρουση», «ανάκτηση εδαφών από τη κυβέρνηση», «κατάκτηση περιοχής από μη κυβερνητικό φορέα». Η κατηγορία «βία κατά πολιτών» περιλαμβάνει τις υποκατηγορίες «απαγωγή/εξαναγκασμένη εξαφάνιση», «επίθεση», «σεξουαλική βία». Η κατηγορία «έκρηξη/απομακρυσμένη βία» περιλαμβάνει τις υποκατηγορίες «επίθεση από αέρος/επίθεση με drone», «χρήση χημικών όπλων», «χρήση χειροβομβίδας», «απομακρυσμένη έκρηξη, ενεργοποίηση ναρκών, ενεργοποίηση αυτοσχέδιου εκρηκτικού μηχανισμού», «επίθεση με οβίδες/πυροβολικό/πύραυλο», «επίθεση αυτοκτονίας». Η κατηγορία «αναταραχές» περιλαμβάνει τις υποκατηγορίες «βία σε κατάσταση οχλοκρατίας» και «βίαιη διαδήλωση».

[30] Προσαρμοσμένη έρευνα στη βάση δεδομένων ACLED, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://acleddata.com/dashboard/#/ashboard (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 15/04/2024)

 

[31] City Population, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.citypopulation.de/en/drcongo/cities/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 15.04.2024)


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο