ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθεση Αρ.: 2276/23

16 Απριλίου, 2024

[Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

 I.N.

Αιτητού,

και

Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου

Καθ' ων η αίτηση

M Παπαλοΐζου (κ.) για τον Αιτητή

Α. Αναστασιάδη (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Ο Αιτητής με την παρούσα προσφυγή αιτείται την έκδοση απόφασης από το παρόν Δικαστήριο με την οποία να κηρύσσεται άκυρη, παράνομη και στερούμενη κάθε έννομου αποτελέσματος η απόφαση των Καθ' ων η αίτηση, ημερομηνίας 19.5.2023, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα του τελευταίου για διεθνή προστασία, καθότι κρίθηκε ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 19 των περί Προσφύγων Νόμων του 2000 έως 2022 (στο εξής: ο Περί Προσφύγων Νόμος). Αιτείται εξάλλου την αναγνώριση καθεστώτος διεθνούς προστασίας σε σχέση με τον ίδιο.

 

Γεγονότα

1.             Τα γεγονότα της υπόθεσης έχουν ως ακολούθως: Ο Αιτητής κατάγεται από τη Νιγηρία. Εισήλθε παράνομα στη Δημοκρατία και περί τις 7.4.2022, υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας. Στις 18.5.2023, πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του Αιτητού. Ακολούθως, ο λειτουργός υπέβαλε Έκθεση / Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου (στο εξής: Προϊστάμενος) για απόρριψη της αίτησης ασύλου του Αιτητού. Η Εισήγηση εγκρίθηκε από τον Προϊστάμενο στις 19.5.2023. Η εν λόγω απορριπτική απόφαση, η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 26.6.2023, αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.

 

 

Νομικοί Ισχυρισμοί

2.             Στο πλαίσιο της γραπτής του αγόρευσης, ο Αιτητής αναφερόμενος στον πυρήνα του αιτήματός του, δήλωσε ότι διώκεται από το θείο του, ο οποίος δολοφόνησε τον πατέρα του, ο οποίος ήταν πρόεδρος του Peoples Democraric Party στη Νιγηρία. Ο θείος του εξαπέλυσε επίθεση εναντίον του Αιτητή ως του μοναδικού υιού της οικογένειάς του προκειμένου να παρεμποδίσει τη διαδοχή του πατέρα του στη θέση του και επιπλέον να διεκδικήσει την περιουσία του. Ως προς τους επιμέρους λόγους προσφυγής, ο Αιτητής δια του συνηγόρου του επικαλείται αναρμοδιότητα του φορέα το οργάνου που εξέδωσε την επίδικη απόφαση. Επικαλείται διαδικαστικές πλημμέλειες κατά την διοικητική εξέταση της αίτησης του και έλλειψη δέουσας έρευνας.

 

3.             Από πλευρά τους οι Καθ’ ων η αίτηση υπεραμύνονται της επίδικης πράξης. Υποδεικνύουν τις αναφορές της έκθεσης εισήγησης και τα σημεία επί των οποίων βασίστηκε το εύρημά τους περί αναξιοπιστίας του Αιτητή ως προς τον ισχυρισμό του περί δίωξής του από το θείο του. Επισημαίνουν δε ότι δεν εγείρεται ζήτημα αδιάκριτης βίας κατά αμάχων λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση ασφαλείας στην πολιτεία Rivers. Τέλος, επισημαίνουν ότι η χώρα καταγωγής του συγκαταλέγεται στις ασφαλείς χώρες ιθαγένειας.

 

Το νομικό πλαίσιο

4.             Ο Κανονισμός 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 έχει ως ακολούθως (η υπογράμμιση είναι δική μου):

 

«Ο Διαδικαστικός Κανονισμός του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, και οι περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου (Αρ.1) Διαδικαστικοί Κανονισμοί του 2015, τυγχάνουν εφαρμογής σε όλες τις προσφυγές που καταχωρούνται στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας από 18.6.2019, με τις αναγκαίες τροποποιήσεις που αναφέρονται στη συνέχεια και κατ΄ ανάλογη εφαρμογή των δικονομικών κανόνων και πρακτικής που ακολουθούνται και εφαρμόζονται στις ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου προσφυγές εκτός αν ήθελε άλλως ορίσει το Δικαστήριο.».

 

5.             Ο Κανονισμός 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962 προβλέπει τα εξής:

 

«Έκαστος διάδικος δέον δια των εγγράφων προτάσεων αυτού να εκθέτη τα νομικά σημεία επί των οποίων στηρίζεται και αιτιολογών συγχρόνως ταύτα πλήρως. Διάδικος εμφανιζόμενος άνευ συνηγόρου δεν υποχρεούται εις συμμόρφωσιν προς τον κανονισμό αυτόν».

 

6.             Το άρθρο 11 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 και 2020 (Ο περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμος) καθορίζει τη δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου.

 

7.             Στο ερμηνευτικό άρθρο 2 του περί Προσφύγων νόμου, ο όρος «Προϊστάμενος» ορίζεται ως ακολούθως (η υπογράμμιση είναι δική μου):

 

«Προϊστάμενος» σημαίνει αρμόδιο λειτουργό ο οποίος προΐσταται της Υπηρεσίας Ασύλου και περιλαμβάνει οποιοδήποτε άλλο αρμόδιο λειτουργό της εν λόγω Υπηρεσίας που εξουσιοδοτείται από τον Υπουργό, για να ασκεί όλες ή οποιεσδήποτε από τις εξουσίες ή να εκτελεί όλα ή οποιαδήποτε από τα καθήκοντα του Προϊσταμένου·»

 

8.             Το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου καθορίζει την έννοια του όρου πρόσφυγας και τις προϋποθέσεις υπαγωγής σε αυτόν τον ορισμό.

 

9.             Το άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου προβλέπει τις περιπτώσεις, όπου αναγνωρίζεται το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.

 

Κατάληξη.

10.           Εκ προοιμίου, επισημαίνω ότι η περίμετρος των ζητημάτων που έχει δικαιοδοσία να εξετάσει το παρόν Δικαστήριο καθορίζονται και σε αυτή την περίπτωση καταρχήν από τα δικόγραφα των διαδίκων. Μόνη εξαίρεση αποτελούν οι λόγοι ακύρωσης που άπτονται ζητημάτων δημοσίας τάξεως, τα οποία δύναται το Δικαστήριο να εξετάσει και αυτεπαγγέλτως κάτω και πάλι από συγκεκριμένες προϋποθέσεις [Βλ. «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», Επαμεινώνδας Π. Σπηλιωτόπουλος, 14ης Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 260 και «Εισηγήσεις Διοικητικού Δικονομικού Δικαίου, Χαράλαμπος Χρυσανθάκης, 2η Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 247»].

 

11.          Η αναγκαιότητα έγερσης των λόγων ακύρωσης με ευκρίνεια και λεπτομέρεια είναι θεμελιώδους σημασίας διαφορετικά το Δικαστήριο δεν νομιμοποιείται να τα εξετάσει αυτεπαγγέλτως, έστω και εάν έχουν εγερθεί με την αγόρευση [Βλ. Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 Α.Α.Δ. 598, Δημοκρατία ν. Κουκκουρή (1993) 3 Α.Α.Δ. 598, Δημοκρατία ν. Σπύρου (2007) 3 Α.Α.Δ. 533 και Χατζηχάννας ν. Δημοκρατίας (Αρ. 2) (2009) 3 Α.Α.Δ. 655]. 

 

12.          Επισημαίνεται συγκεκριμένα ότι το ζήτημα που εγείρεται αναφορικά με την κατ΄ ισχυρισμό αναρμοδιότητα του διοικητικού οργάνου, παρά το γεγονός ότι δεν δικογραφείται δεόντως στο πλαίσιο του εισαγωγικού δικογράφου της παρούσας διαδικασίας, εντούτοις ως θέμα απτόμενο δημοσίας τάξεως, δύναται να εξεταστεί και αυτεπαγγέλτως από το παρόν Δικαστήριο.

 

13.          Εν προκειμένω, θα προχωρήσω στην εξέταση αυτού του εγειρόμενου λόγου προσφυγής, καθώς έχω ενώπιόν μου όλα τα ουσιώδη στοιχεία. Ο ισχυρισμός του Αιτητή περί έκδοσης της απόφασης από αναρμόδιο πρόσωπο επικαλούμενος ότι δυνάμει νέας εξουσιοδότησης του Υπουργού ο κ. Α.Α. δεν ήταν πλέον αρμόδιος για την έκδοση αποφάσεων επί αιτήσεων διεθνούς προστασίας αλλά έτεροι λειτουργοί.

 

14.          Παρά ταύτα παρατηρείται, με βάση τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου, ότι ο κ. Α.Α., ο φορέας του διοικητικού οργάνου κατά τον ουσιώδη χρόνο και κατά την έκδοσης της επίδικης απόφασης στις 19.5.2023, ήταν ήδη εξουσιοδοτημένος προς τούτο με εξουσιοδότηση ημερομηνίας 9.6.2022 (βλ. ερ. 64 του διοικητικού φακέλου). Η εξουσιοδότηση σε μεταγενέστερο χρόνο και άλλων λειτουργών δυνάμει του άρθρου 2 του περί Προσφύγων Νόμου, του 17(4) του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου (Ν. 158 (Ι)/1999) και του περί Εκχωρήσεως της Εvασκήσεως τωv Εξoυσιώv τωv Απoρρεoυσώv εκ τιvός Νόμoυ τoυ 1962, δεν οδηγεί σε σιωπηρή ανάκληση προηγούμενων εξουσιοδοτήσεων άνευ ετέρου και ιδίως της εξουσιοδότησης του κ. Α.Α, ούτε κάτι τέτοιο συνάγεται από το περιεχόμενο των εν λόγω εξουσιοδοτήσεων.

 

15.          Σε κάθε περίπτωση επισημαίνεται ότι δυνάμει του εδαφίου (4) του άρθρου 17 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου, Ν. 158 (Ι)/1999, όταν ο νόμος αναθέτει την άσκηση μιας εξουσίας σε ένα όργανο, το όργανο αυτό δεν μπορεί να μεταβιβάσει ολικά ή μερικά την εξουσία του αυτή σε άλλο όργανο, χωρίς να υπάρχει ρητή διάταξη του νόμου που να το επιτρέπει.

 

16.          Δυνάμει του ερμηνευτικού άρθρου 2 του περί Προσφύγων Νόμου, το οποίο παρατίθεται ανωτέρω, Προϊστάμενος με την έννοια του εν λόγω άρθρου, και άρα πρόσωπο το οποίο έχει, μεταξύ άλλων, και εξουσία να εκδίδει απορριπτικές αποφάσεις επί αιτήσεων ασύλου, είναι και οποιοσδήποτε αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου που εξουσιοδοτείται από τον Υπουργό, για να ασκεί όλες ή οποιεσδήποτε από τις εξουσίες ή να εκτελεί όλα ή οποιαδήποτε από τα καθήκοντα του Προϊσταμένου, περιλαμβανομένης και της έκδοσης αποφάσεων επί αιτημάτων διεθνούς προστασίας. Ως εκ τούτου, υπάρχει ρητή πρόνοια στον περί Προσφύγων Νόμων, η οποία επιτρέπει την εκχώρηση των εξουσιών του Προϊσταμένου (Βλ. Απόφαση στην. Α.Ε. αρ. 2115, Ανδρούλλας Ζηνοβίου ν Κυπριακής Δημοκρατίας, ημερ. 2.10.1997, (1997) 3 Α.Α.Δ 385).

 

17.          Ο Υπουργός Εσωτερικών με εξουσιοδότησή του ημερομηνίας 9.6.2022, εξουσιοδότησε τον κ. Α. Α. να εκδίδει αποφάσεις επί αιτήσεων διεθνούς προστασίας.  Η επίδικη πράξη εκδόθηκε στις 19.5.2023. Ως εκ τούτου, προκύπτει ότι κατά τον κρίσιμο ουσιώδη χρόνο, ο κ. Α.Α. ήταν δεόντως εξουσιοδοτημένος για την έκδοση της επίδικης απόφασης. Ο Αιτητής δεν έχει κατορθώσει να ανατρέψει το τεκμήριο νομιμότητας το οποίο περιβάλλει την εξουσιοδότηση προς τον κ. Α. Α..

 

18.          Την ίδια κατάληξη είχε και η αδελφή μου δικαστής κ. Παπαντωνίου στην απόφασή της στην προσφυγή αρ. ΔΔΠ 190/19, G.Dv. Κυπριακή Δημοκρατία μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, ημερ. 18.8.2020, με το σκεπτικό και την κατάληξη, της οποίας συμφωνώ και υιοθετώ. 

 

19.          Ως προς τους εγειρόμενους λόγους προσφυγής είναι κρίσιμο και απαραίτητο να καταστεί αντιληπτό ότι η δικαιοδοσία του παρόντος δικαστηρίου διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο στο λυσιτελές της προβολής των υπό εξέταση λόγων προσφυγής. Ειδικότερα, το παρόν Δικαστήριο ως δικαστήριο ουσίας δικάζει την υπόθεση που άγεται ενώπιον του εξ υπαρχής, κατά το νόμο και κατά την ουσία, δεν περιορίζεται μόνο στην εξέταση της διαδικασίας και των στοιχείων κρίσης της διοικητικής αρχής που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, αλλά προχωρεί παραπέρα και εξετάζει τις περιστάσεις του εκάστοτε αιτούντος de novo και ex nunc. Ο Αιτητής αναμένεται να προβάλει, στο πλαίσιο της διοικητικής ή και της παρούσας δικαστικής διαδικασίας, τέτοιους συγκεκριμένους και ειδικούς ισχυρισμούς, οι οποίοι εν δυνάμει θα δικαιολογούσαν την υπαγωγή του στο καθεστώς διεθνούς προστασίας. Η έκταση του ελέγχου που ασκεί το παρόν Δικαστήριο επί της επίδικης πράξης και η εξουσία του να την τροποποιήσει καθιστά αλυσιτελή την προβολή υποπεριπτώσεων λόγων προσφυγής π.χ. έλλειψη δέουσας έρευνας, ορισμένες διαδικαστικές πλημμέλειες κατά την έκδοση της επίδικης πράξης (προσόντα μεταφραστή, διάρκεια συνέντευξης κ.α.). Εν προκειμένω, ο Αιτητής εκπροσωπούμενος και δια συνηγόρου, έχει την ευκαιρία να εκθέσει τους ισχυρισμούς του και να λάβει όλα τα δέοντα δικονομικά μέσα προς τεκμηρίωσή τους [Βλ. «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», Επαμεινώνδας Π. Σπηλιωτόπουλος, 14ης Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 260, υποσημ. 72, «Εισηγήσεις Διοικητικού Δικονομικού Δικαίου, Χαράλαμπος Χρυσανθάκης, 2η Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σελ. 247 και Π.Δ. Δαγτόγλου, (Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο), σελ. 552].

 

20.          Επισημαίνεται επιπλέον συναφώς ότι αποτελεί βασική νομολογιακή αρχή ότι η έκταση της έρευνας, ο τρόπος και η διαδικασία που θα ακολουθηθεί ποικίλλει ανάλογα με το υπό εξέταση ζήτημα, ανάγεται δε στη διακριτική ευχέρεια της Διοίκησης [Βλ. Δημοκρατία ν. Κοινότητας Πυργών κ.ά. (1996) 3 Α.Α.Δ. 503, Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας ν. Ζάμπογλου (1997) 3 Α.Α.Δ. 270, Α.Ε. Aρ.: 3017, Αντώνης Ράφτης ν. Δημοκρατίας, ημερ. 5.6.2002, (2002) 3 ΑΑΔ 345].

 

21.          Η γενική αυτή νομολογιακή αρχή θα πρέπει να εξεταστεί εν προκειμένω υπό το φως του ειδικού δικαίου που διέπει τη διαδικασία εξέτασης μίας αιτήσεως ασύλου και των αρχών που θεσπίζει τόσο η εθνική όσο και η ενωσιακή νομοθεσία. Συναφές εν προκειμένω είναι το άρθρο 16 του περί Προσφύγων Νόμου και ειδικότερα τα εδάφια (2) και (3) αυτού. Από τις εν λόγω διατάξεις απορρέει καταρχάς η υποχρέωση του αιτητού να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια προς τεκμηρίωση της αίτησης ασύλου του και μάλιστα να υποβάλει το συντομότερο δυνατόν όλα τα στοιχεία που απαιτούνται για την τεκμηρίωση της αίτησης διεθνούς προστασίας. Σύμφωνα με πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Βλ. ενδεικτικώς, Υπόθ. Αρ. 1721/2011, Ηοοman & Mahiab Khanbabaie v. Aναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 30.6.2016, ECLI:CY:AD:2016:D320) αποτελεί υποχρέωση του αιτητού ασύλου να επικαλεστεί, έστω και χωρίς να προσκομίσει τυπικά αποδεικτικά στοιχεία, συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που του προκαλούν κατά τρόπο αντικειμενικώς αιτιολογημένο, φόβο δίωξης στη χώρα του για έναν από τους λόγους που αναφέρει το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου [Βλ. επίσης νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, αποφάσεις αρ. 1093/2008, 817/2009 και 459/2010]. Εν συνεχεία ωστόσο, λόγω ακριβώς της δυσχέρειας των αιτητών ασύλου να τεκμηριώσουν με συγκεκριμένα στοιχεία την αίτησή τους, γεννάται υποχρέωση της διοίκησης να συνδράμει τον αιτητή σε αυτήν την προσπάθεια προβολής και τεκμηρίωσης των ισχυρισμών του [Βλ. Εγχειρίδιο για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων της Υπάτης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών παρ. 195 επ., Βλ. επίσης αναφορικά με την ενεργό συνεργασία Απόφαση του ΔΕΕ της 22ας Νοεμβρίου 2012, Υπόθεση C‑277/11, M. M., ECLI:EU:C:2012:744, σκέψεις 63 εώς 68, Απόφαση του ΔΕΕ της 19ης Νοεμβρίου 2020, EZ κατά Bundesrepublik Deutschland, σκέψεις 51 έως 55).

 

22.          Εν προκειμένω, ο Αιτητής κατά την καταγραφή του αιτήματός του για διεθνή προστασία δήλωσε ότι απειλείται η ζωή του εξαιτίας της πολιτικής κρίσης  και της διαμάχης ανάμεσα στον πατέρα του και το θείο του, ο οποίος τελευταίος σκότωσε τον πατέρα και έκαψε την περιουσία του. Ως ο μεγαλύτερος υιός του πατέρα τον παρότρυναν να εγκαταλείψει τη χώρα  και να αναζητήσει προστασία διότι ο θείος του έχει διασυνδέσεις και επιρροή.

 

23.           Κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξής του, ο Αιτητής δήλωσε ότι κατάγεται από τη Νιγηρία και ότι τα τελευταία 15 έτη προτού εγκαταλείψει τη χώρα του διέμενε στην πολιτεία Rivers. Στην ίδια πολιτεία διαμένουν η γυναίκα του, τα παιδιά του και η μητέρα του, με τους οποίους διατηρεί επικοινωνία, ενώ έχασε τον πατέρα του 8 έτη προηγουμένως (πριν από το 2022, χρόνο της συνέντευξης), καθώς τον δολοφόνησε στο πλαίσιο πολιτικής διαμάχης, ο θείος του Αιτητή. Είναι φυλετικής καταγωγή Igbo και χριστιανός ορθόδοξος ως προς το θρήσκευμα. Είναι απόφοιτος ανώτερης εκπαίδευσης και διατηρούσε δική του επιχείρηση. Ερωτηθείς για τους λόγους που τον ώθησαν να εγκαταλείψει τη χώρα του, ο Αιτητής αποκρίθηκε ότι μεταξύ του πατέρα του και του θείου του υπήρχε πολιτική διαμάχη και ο πατέρας του, ο οποίος ήταν επικεφαλής ενός πολιτικού κόμματος, δολοφονήθηκε στο πλαίσιο μιας συνομωσίας. Το σπίτι του πατέρα του μετά τη δολοφονία του καταστράφηκε∙ ενώ ως περαιτέρω ισχυρίζεται ο Αιτητής,  ο θείος του,  έχει διασυνδέσεις στην κυβέρνηση και επιρροή. Ο Αιτητής αποφάσισε να εγκαταλείψει τη χώρα του φοβούμενος για την ασφάλειά του καθώς, ο θείος του γνωρίζει ότι ο Αιτητής θα στραφεί μια μέρα εναντίον του. Αυτός είναι και ο μόνος λόγος για τον οποίο αποφάσισε να εγκαταλείψει τη χώρα του. Ο Αιτητής ισχυρίζεται ότι στη χώρα του εάν κανείς δεν έχει χρήματα δεν μπορεί να βρει το δίκαιο του. Ακολούθως, υποβλήθηκαν διερευνητικής φύσεως ερωτήματα στον Αιτητή αναφορικά με την αιτία της διαμάχης του θείου του και του πατέρα του και τις περιστάσεις της δολοφονίας του τελευταίου.  Επιπλέον, κατόπιν σχετικής ερώτησης ο Αιτητής διευκρίνισε ότι η οικογένειά του βρίσκεται σε άλλη πολιτεία και ο θείος του έχει σφετεριστεί την περιουσία του πατέρα του. Διερευνητικής φύσεως ερωτήματα υποβλήθηκαν στον Αιτητής και ως προς τις κατ΄ισχυρισμόν απειλές που ο θείος του απηύθυνε στον ίδιο. Στο πλαίσιο των αποκρίσεών του, ο Αιτητής ανέφερε ότι έλαβε μία φορά απειλητικό τηλεφώνημα από το θείο του και ότι από το Μάρτιο του 2007 δεν έχει συμβεί στον ίδιο οτιδήποτε διότι έχει μετεγκατασταθεί. Τέλος, ως προς τα μελλοντικά του σχέδια, ανέφερε ότι σκοπεύει να παραμείνει στη Δημορκατία για μερικά χρόνια και ακολούθως να γυρίσει στην οικογένειά του.  

 

24.          Αξιολογώντας τις δηλώσεις του Αιτητή, οι Καθ’ ων η αίτηση σχημάτισαν δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς, ο μεν πρώτος ως προς τα προσωπικά στοιχεία του Αιτητή, την ταυτότητα, τη χώρα καταγωγής και τον τόπο συνήθους διαμονής του, ο δε δεύτερος ως προς την κατ’ ισχυρισμό δίωξή του από το θείο του εξαιτίας πολιτικής διαμάχης μεταξύ του πατέρα του και του θείου του, ο οποίος δολοφόνησε τον πατέρα του.

 

25.          Ο πρώτος ισχυρισμός έγινε αποδεκτός, δεδομένου ότι κρίθηκε ότι παρατέθηκε με επαρκή λεπτομέρεια και πως, βρισκόταν σε συμφωνία με τις εξωτερικές πηγές.

 

26.          Ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός, περί δίωξής του από το θείο του απορρίφθηκε. Ειδικότερα, οι Καθ’ ων η αίτηση έκριναν ότι οι αναφορές του περί της δολοφονίας του πατέρα του, ο οποίος ως δήλωσε κατείχε ηγετική θέση στο PDP, από το θείο του ήταν γενικές, παρουσιάζουν έλλειψη ευλογοφάνειας και είναι αόριστες. Ειδικότερα, έκριναν ότι ο Αιτητής δεν ήταν  σε θέση να παρέχει λεπτομέρειες ως προς το  περιστατικό της δολοφονίας  ούτε  ως προς την πηγή της γνώσης του ότι όντως ο θείος του υπήρξε ο δολοφόνος του πατέρα του. Επιπλέον, ως μη ικανοποιητική κρίθηκε η απάντησή του όταν αυτός ερωτήθηκε γιατί δεν παρέμεινε με την οικογένειά του, με την οποία μετεγκαταστάθηκε στην πολιτεία Rivers, με τον τελευταίο να δίδει μια μη ικανοποιητική απάντηση ότι έχει και άλλα προβλήματα. Επιπλέον, σημειώθηκε ότι ο Αιτητής επιβεβαίωσε ότι από το Μάρτιο του 2007 δεν τού είχε συμβεί οτιδήποτε. Λόγω της υποκειμενικής φύσεως των ισχυρισμών του Αιτητή δεν εξετάστηκε περαιτέρω η εξωτερική του αξιοπιστία.

 

27.          Στη βάση του μόνου αποδεκτού ισχυρισμού  του Αιτητή, δεν διαπιστώθηκε βάσιμος φόβος δίωξής ή σοβαρής βλάβης σε περίπτωση επιστροφής του στη Νιγηρία και πιο συγκεκριμένα στην πολιτεία Rivers.

 

28.          Προχωρώντας στη νομική ανάλυση, οι Καθ’ ων η αίτηση διαπιστώνουν ότι δεν προκύπτει βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης του Αιτητού δυνάμει του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου, αλλά ούτε και πραγματικός κίνδυνος σοβαρής βλάβης λόγω αδιάκριτης βίας δυνάμει του άρθρου 19 του περί Προσφύγων Νόμου.

 

29.          Ενώπιον της παρούσας δικαστικής διαδικασίας, ο Αιτητής, δια του συνηγόρου του, δεν προβάλει κανένα περαιτέρω ισχυρισμό συναφή με τον πυρήνα του αιτήματός του αλλά στηρίζεται και σχολιάζει το αίτημά του σε συνάρτηση με τα όσα διαμείφθηκαν κατά τη συνέντευξή του.

30.          Κατ΄ εφαρμογή του άρθρου 11(3) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμο δυνάμει του οποίου το παρόν δικαστήριο προβαίνει σε έλεγχο νομιμότητας και ορθότητας αυτής, εξετάζοντας πλήρως και από τούδε και στο εξής, θα προχωρήσω στην αξιολόγηση των ενώπιον μου δεδομένων ως προς την αίτησή του Αιτητή για διεθνή προστασία.

31.          Υπό το φως των ενώπιoν μου δεδομένων, καταρχάς, συντάσσομαι με την αποδοχή από τους Καθ’ ων η αίτηση του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού για τους λόγους που καταγράφονται στην εισηγητική έκθεση, η οποία αποτελεί και την αιτιολογική βάση της επίδικης απόφασης.

 

32.          Ως προς τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό, συντάσσομαι με τα ευρήματα αναξιοπιστίας που εντοπίστηκαν από τους Καθ’ ων η αίτηση και οδήγησαν στην απόρριψη του. Πέραν των όσων αναφέρουν οι Καθ’ ων η αίτηση, εντοπίζεται  σοβαρή χρονική αντίφαση στις δηλώσεις του αναφορικά με το θάνατο του πατέρα του. Ενώ στην αρχή της συνέντευξης δήλωσε ότι ο πατέρας του δολοφονήθηκε από το θείο του πριν από 8 χρόνια (από το 2022, χρόνο της συνέντευξης) (ερυθρό 22, 7Χ του διοικητικού φακέλου), στη συνέχεια ανέφερε ότι οι απειλές ξεκίνησαν αμέσως μετά το θάνατο του πατέρα του τον Ιανουάριο του 2007 (ερυθρό 18, 6Χ του διοικητικού φακέλου) το οποίο υπολογίζεται σε διάστημα 15 ετών μέχρι το 2022. Επιπρόσθετα, σημειώνεται αντίφαση και στο γεγονός ότι o Aιτητής δήλωσε ότι αφορμή για την μετεγκατάσταση του ιδίου και της οικογένειάς του από  την πολιτεία Abia στην πολιτεία River υπήρξε η δίωξη της οικογένειας  του από το θείο, ενώ σε αρχικά στάδια της συνέντευξής του δήλωσε ότι τα τελευταία 15 χρόνια διαμένει στην πολιτεία Rivers (βλ. ερ 21, σημείο 3χ). Τονίζεται δε ότι από το 2007 μέχρι και το 2022 δεν έλαβε χώρα οποιοδήποτε επεισόδιο εναντίον του ιδίου ή της οικογένειάς του. Τονίζεται εξάλλου και η μεγάλη γενικότητα με την οποία αναφέρεται στις περιστάσεις γύρω από την κατ’ ισχυρισμό δολοφονία του πατέρα του, του οποίου το όνομα δεν αναφέρει καν ούτε και τη σημαντική θέση που κατ’ ισχυρισμό αυτός κατείχε στο κόμμα του. Στο σημείο αυτό τονίζεται ότι ο Αιτητής εκπροσωπούμενος δια συνηγόρου παραλείπει να επιχειρήσει οποιαδήποτε περαιτέρω στοιχειοθέτηση της υπόθεσής του και να καλύψει τα κενά που οι Καθ’ ων η αίτηση επεσήμαναν κατά την αξιολόγηση των δηλώσεών του. 

 

33.          Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του δεύτερου ουσιώδους ισχυρισμού, λανθασμένως οι Καθ’ ων η αίτηση δεν προέβησαν σε καμία απολύτως εξέταση. Σε έρευνα του παρόντος Δικαστηρίου επιβεβαιώνεται η ύπαρξη του πολιτικού κόμματος Peoples Democratic Party (PDP).[1] Ως προς τον πυρήνα του αιτήματος του Αιτητή, και δη τη δολοφονία του πατέρα του από το θείο του λόγω των πολιτικών φιλοδοξιών και επιδιώξεων του θείου του, δεν κατέστη δυνατός ο εντοπισμός οποιοδήποτε πληροφοριών που να ενισχύουν τις δηλώσεις του. Εντοπίστηκαν άρθρα τα οποία αναφέρονται στην παραίτηση του Καθηγητή ABC N. (Professor ABC N.) από μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου (Board of Trustees) του εν λόγω κόμματος, με ημερομηνία 13 Ιανουαρίου 2023.[2] Η ημερομηνία των εντοπισθέντων δημοσιευμάτων δεν συνάδει χρονικά με τα περιστατικά τα οποία αναφέρει ο Αιτητής, αλλά ούτε και με τη θέση την οποία κατείχε ο πατέρας του στο κόμμα∙ ως υποστήριξε ο Αιτητής, ο πατέρας του υπήρξε επικεφαλής του κόμματος στην Πολιτεία Abia (ερυθρό 20, 6Χ του διοικητικού φακέλου). Ως τεκμαίρεται, από τις πληροφορίες που συλλέχθηκαν από εξωτερικές πηγές πρόκειται για συνωνυμία (ως προς το επώνυμο) και δεν μπορούν να συνδεθούν με το αίτημα του Αιτητή.  

 

Αξιολόγηση κινδύνου

34.          Προχωρώντας στην ανάλυση του κινδύνου που ο Αιτητής διατρέχει σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα του σημειώνεται καταρχάς ότι δυνάμει της Κ.Δ.Π. 166/23 αυτός κατάγεται από χώρα που έχει χαρακτηριστεί ως ασφαλής χώρα ιθαγένειας. Επιπλέον, από το προφίλ του δεν προκύπτει οποιοσδήποτε κίνδυνος ούτε και ο ίδιος επικαλείται οποιαδήποτε κίνδυνο που να απορρέει από αυτό. Σημειώνεται κατά τα άλλο ότι πρόκειται για άτομο που δεν παρουσιάζει κάποια στοιχεία ευαλωτότητας, ουδέποτε αντιμετώπισε οποιοδήποτε πρόβλημα με τις αρχές της χώρας του και εργαζόταν στην πολιτεία Rivers πριν εγκαταλείψει τη χώρα του.

 

35.          Ως προς την γενικότερη κατάσταση ασφαλείας στη χώρα καταγωγής του Αιτητή, σύμφωνα με το Portal RULAC (Rule of Law in Armed Conflict) της Ακαδημίας της Γενεύης, η Νιγηρία είναι αναμεμειγμένη σε δύο παράλληλες μη διεθνείς ένοπλες συρράξεις ενάντια στις μη κρατικές ένοπλες ομάδες Boko Haram και ISWAP (Islamic State in West Africa Province)[3].

 

36.          Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ACLED τη χρονική περίοδο 12.4.2023 – 12.4.2024 καταγράφηκαν στην Πολιτεία Rivers 163 περιστατικά ασφαλείας στα οποία χάθηκαν 133 ανθρώπινες ζωές. Τα 163 περιστατικά έχουν κατηγοριοποιηθεί ως ακολούθως: 7 ταραχές (riots) οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα 1 ανθρώπινη απώλεια, 31 διαμαρτυρίες (protests), 29 εκρήξεις/απομακρυσμένη βία (explosions/remote violence), 59 περιστατικά βίας κατά πολιτών (violence against civilians) τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα 58 απώλειες σε ανθρώπινες ζωές, και 37 μάχες (battles) οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα 74 ανθρώπινες απώλειες.[4] Σημειώνεται ότι ο πληθυσμός της Πολιτείας Rivers εκτιμάται ότι το 2022 ανερχόταν στα 7,476,800.[5]

 

37.          Ως εκ των ανωτέρω ποσοτικών και ποιοτικών δεδομένων σε σχέση με την πολιτεία Rivers, τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή, δεν προκύπτει ότι σε περίπτωση επιστροφής του αυτός θα βρεθεί αντιμέτωπος με συνθήκες αδιάκριτης βίας λόγω ένοπλης σύρραξης οι οποίες να θέτουν σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας μόνο εκ της παρουσίας του στο έδαφος της συγκεκριμένης περιοχής εντός της έννοιας του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου.[6]

 

38.           Όλως επικουρικώς, καίτοι ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός του Αιτητή απορρίφθηκε, δεν παροράται ότι από το 2007 και έπειτα καμία  ενέργεια δεν φαίνεται να λήφθηκε εναντίον του από τον κατ’ ισχυρισμό φορέα δίωξής του, γεγονός που είναι παραδεκτό από τον Αιτητή. Ως αναφέρει ο Αιτητής δέχθηκε απειλές μέσω τηλεφώνου μια φορά, η οποία αποτελεί ένα μεμονωμένο περιστατικό σε διάστημα 15 ετών, καθώς με βάση τους ισχυρισμούς του οι απειλές άρχισαν μετά το θάνατο του πατέρα του το 2007 (ερυθρό 18, 6Χ του διοικητικού φακέλου), και μέχρι το 2022 που εγκατέλειψε τη χώρα του δέχθηκε 1 τηλεφώνημα από τον θείο του (ερυθρό 17, 2Χ και 5Χ του διοικητικού φακέλου). Αλλά ούτε και εναντίον της οικογένειά του έχει σημειωθεί οποιοδήποτέ περιστατικό, η οποία εξακολουθεί να παραμένει στην πολιτεία Rivers.

 

39.          Με βάση τα ανωτέρω, έχοντας ενώπιόν μου το διοικητικό φάκελο της υπόθεσης καθώς και την ίδια την επίδικη απόφαση καταλήγω ότι δεν δικαιολογείται η υπαγωγή του Αιτητή στο καθεστώς του πρόσφυγα καθώς δεν τεκμηριώθηκε η συνδρομή βάσιμου φόβου δίωξης για τους λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου.

 

40.          Ούτε επίσης τεκμηριώνεται, επικουρικώς, η υπαγωγή του στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας (άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου), καθώς ο Αιτητής δεν τεκμηριώνει αλλά και από τα ενώπιόν μου στοιχεία δεν προκύπτει ότι εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη.

 

41.          Ειδικότερα, στην προκείμενη περίπτωση από το προαναφερόμενο ιστορικό του Αιτητή δεν προκύπτει, ότι ενόψει των προσωπικών του περιστάσεων, πιθανολογείται να εκτεθεί σε κίνδυνο βλάβης συγκεκριμένης μορφής [βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94, Elgafaji, σκέψη 32)] ότι αυτός διατρέχει κίνδυνο σοβαρής βλάβης, λόγω θανατικής καταδίκης ή εκτέλεσης, βασανιστηρίων, απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής της [βλ άρθρο 19(2)(α) και (β)].

 

42.          Ως προς τους παράγοντες που δύνανται να ληφθούν υπόψιν κατά την αξιολόγηση του συστατικού στοιχείου της αδιάκριτης βίας, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: το ΔΕΕ) επεσήμανε σε πρόσφατη απόφασή του ότι λαμβάνονται υπόψη «[.]μεταξύ άλλων, η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύρραξης ως στοιχεία λαμβανόμενα υπόψη κατά την εκτίμηση του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 (πρβλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C‑285/12, EU:C:2014:39, σκέψη 35), καθώς και άλλα στοιχεία όπως η γεωγραφική έκταση της κατάστασης αδιάκριτης άσκησης βίας, ο πραγματικός προορισμός του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής στην οικεία χώρα ή περιοχή και οι τυχόν εκ προθέσεως επιθέσεις κατά αμάχων εκ μέρους των εμπόλεμων μερών.» (ΔΕΕ, C-901/19, ημερομηνίας 10.6.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland, σκέψη 43).

 

43.          Περαιτέρω, ως προς τον προσδιορισμό του επιπέδου της ασκούμενης αδιάκριτης βίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου ( στο εξής: το ΕΔΔΑ) στην απόφασή του Sufi and Elmi (ΕΔΔΑ, απόφαση επί των προσφυγών  8319/07 and 11449/07, ημερομηνίας 28.11.2011) αξιολόγησε, διευκρινίζοντας ότι δεν κατονομάζονται εξαντλητικά, τη χρήση μεθόδων και τακτικών πολέμου εκ μέρους των εμπόλεμων πλευρών οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο αμάχων θυμάτων ή ευθέως στοχοποιούν αμάχους, εάν η χρήση αυτών είναι διαδεδομένη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, και, τελικά, τον αριθμό των αμάχων που έχουν θανατωθεί, τραυματιστεί και εκτοπιστεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης.

 

44.          Περαιτέρω, όπως διευκρίνισε το ΔΕΕ «ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας.» (απόφαση στην υπόθεση C-465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji κ. Staatssecretaris van Justitie, ημερ.17.2.2009) Ιδίως ως προς την εφαρμογή της αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας, το ΔΕΕ στην ως άνω απόφαση διευκρίνισε ότι «ότι όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας.».

 

45.          Αλλά και όλως επικουρικώς, των ανωτέρω, δεν εντοπίζω οποιοδήποτε παράγοντα επίτασης κινδύνου εξετάζοντας τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή, διαπιστώνοντας ότι αυτός , σε κάθε περίπτωση,  συνιστά άρρενα, νεαρής ηλικίας, μορφωμένο, χωρίς προβλήματα υγείας, με υποστηρικτικό/οικογενειακό δίκτυο στην χώρα καταγωγής του.

 

46.          Όλως επικουρικώς, ως προς τις διαδικαστικές πλημμέλειες, τις οποίες επικαλείται ο Αιτητής, κρίνεται σκόπιμο να σημειωθούν τα εξής. Σημειώνεται ότι ο εν λόγω ισχυρισμός προβάλλεται αλυσιτελώς, δεδομένου ότι δεν εξειδικεύεται από τον συνήγορο του Αιτητή η βλάβη που επήλθε στον Αιτητή από τις ως άνω παραλείψεις. Εξάλλου, και όλως επικουρικώς, ως προς την παροχή υπηρεσιών διερμηνέα, σημειώνεται όσον αφορά τη συνέντευξη, όπως προκύπτει από το πρακτικό αυτής η συνέντευξή πραγματοποιήθηκε στα αγγλικά, γλώσσα που ομιλεί και κατανοεί ο Αιτητής, σε κάθε περίπτωση δε με το πέρας της συνέντευξης, αυτή διαβάστηκε και υπογράφηκε ως προς το περιεχόμενο της από τον ίδιο τον Αιτητή, παρέχοντας την δυνατότητα ελέγχου και προσβολής του σε περίπτωση εσφαλμένης μετάφρασης. Ως προς τον ισχυρισμό ότι δεν δόθηκε η δυνατότητα επικοινωνίας του αιτητή με την Ύπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες ή με οργανώσεις που παρέχουν νομική αρωγή και ότι δεν του δόθηκε το δικαίωμα να εκπροσωπείται από δικηγόρο κατά την προσωπική συνέντευξη επαναλαμβάνω ότι οι εν λόγω ισχυρισμοί προβάλλονται αλυσιτελώς και ο Αιτητής μη αναφερόμενος σε συγκεκριμένα στοιχεία και ισχυρισμούς που κατ' ισχυρισμό αποστερήθηκε του δικαιώματος  να προβάλει καθιστά και εξ αυτού του λόγου το συναφή ισχυρισμό αλυσιτελή καθώς δεν καταδεικνύεται οποιαδήποτε ζημία. Σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα με το άρθρο 18 του περί Προσφύγων Νόμου ο  δικηγόρος ή ο νομικός σύμβουλος του Αιτητή, ο οποίος μπορεί να παρευρίσκεται κατά την προσωπική συνέντευξη επιτρέπεται να παρεμβαίνει μόνο στο τέλος της προσωπικής συνέντευξης και ο αρμόδιος λειτουργός προβαίνει σε προσωπική συνέντευξη του Αιτητή, ανεξαρτήτως αν ο Αιτητής εκπροσωπείται από δικηγόρο ή νομικό σύμβουλο. 

 

47.          Παρατηρώ εξάλλου ότι ο Αιτητής δια του συνηγόρου του δεν προβαίνει σε οποιαδήποτε ανάλυση της ζημίας που έχει υποστεί εκ της κατ' ισχυρισμό διαδικαστικής αυτής παράλειψη ούτε και προβαίνει σε σύνδεση της με τις προϋποθέσεις υπαγωγής του σε καθεστώς διεθνούς προστασίας, το οποίο είναι και το ζητούμενο εν προκειμένω.

 

48.          Επισημαίνεται εξάλλου ότι δεν πρόκειται για περίπτωση σε σχέση με την οποία θα μπορούσε να χορηγηθεί το τεκμήριο της αμφιβολίας. Όπως εναργώς προκύπτει από το ίδιο το εδάφιο (4) του του άρθρου 13 του περί Προσφύγων Νόμου, το ευεργέτημα της αμφιβολίας δίδεται μόνο εκεί όπου ο αιτών άσυλο υποβάλει όλα τα διαθέσιμα απ΄ αυτόν στοιχεία σε σχέση με την αίτησή του, τα οποία έχουν ελεγχθεί και, ο αρμόδιος λειτουργός ή/και ο Προϊστάμενος ικανοποιούνται ότι ο Αιτητής είναι γενικά αξιόπιστος.

 

49.          Το ευεργέτημα της αμφιβολίας χορηγείται εκεί όπου ο αιτών άσυλο καταβάλλει πραγματική προσπάθεια να τεκμηριώσει την προσωπική του ιστορία, η οποία βεβαίως δικαιολογεί καταρχήν την υπαγωγή του σε καθεστώς διεθνούς προστασίας και όταν, εντούτοις, υπάρχουν κενά και έλλειψη αποδεικτικών στοιχείων προς τεκμηρίωση των συναφών ισχυρισμών.

 

50.          Εν προκειμένω, ο Αιτητής δεν προέβαλε οποιουσδήποτε αξιόπιστους ισχυρισμούς, οι οποίοι θα δικαιολογούσαν την υπαγωγή του στο καθεστώς διεθνούς προστασίας, ώστε το έλλειμα των στοιχείων προς τεκμηρίωση συγκεκριμένων ισχυρισμών να καλυφθεί από το ευεργέτημα της αμφιβολίας. Συνεπώς, δεν δικαιολογείται στην περίπτωσή του η χορήγηση του ευεργετήματος της αμφιβολίας.

 

Ως εκ τούτου, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση τροποποιείται ως ανωτέρω, με €1000 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ’ ων η αίτηση.

Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.



[1] Britannica, https://www.britannica.com/topic/Peoples-Democratic-Party-political-party-Nigeria, [Ημερομηνία Πρόσβασης: 16.4.2024]

[2] Vanguard, 13 Ιανουαρίου 2023, https://www.vanguardngr.com/2023/01/pdp-crisis-pdp-bot-member-nwosu-dumps-party/ [Ημερομηνία Πρόσβασης: 16.4.2024]

[3] https://www.rulac.org/browse/countries/nigeria#collapse1accord (ημερομηνία πρόσβασης 15/02/2024)

[4] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard (βλ. πλατφόρμα Dashboard, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: ΧΡΟΝΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ: 12.4.2023 – 12.4.2024, ΤΥΠΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests, και ΠΕΡΙΟΧΗ: Western AfricaNigeriaRivers) [Ημερομηνία Πρόσβασης: 16.4.2024]

[5] City Population, https://www.citypopulation.de/en/nigeria/admin/NGA033__rivers/, [Ημερομηνία Πρόσβασης: 16.4.2024]

 

[6] Αξιολογώντας τα ως άνω δεδομένα συμφωνώ με το συμπέρασμα του Οδηγού Χώρας (Country Guidance) της Νιγηρίας, εκδοθέντος από το Ευρωπαϊκό Γραφείο Υποστήριξης για το Άσυλο (EASO), ο οποίος δεν αποτελεί δεσμευτικό κείμενο, οφείλει ωστόσο να λαμβάνεται υπόψιν από τα κράτη-μέλη EASO, 'Country GuidanceNigeria' (2021), 8, 134 διαθέσιμο σε https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2022-01/Country_Guidance_Nigeria_2021.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 15/02/2024)


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο