ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ 

                                                                                      Υπόθεση αρ.2287/22

 

17 Απριλίου 2024

 

[Α. ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

Β. Ν. Ν.

                                                                                                                        Αιτητής

Και

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου

                                                                                                                        Καθ’ ων η αίτηση

 

Κα Γ. Μιλτιάδους, Δικηγόρος για τον Αιτητή

Κα Μ. Καρπουζή, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ’ ων η αίτηση                                          

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με την προσφυγή ο  αιτητής αιτείται την ακύρωση της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημ.11/04/22, η οποία κοινοποιήθηκε στις 15/04/22, δια της οποίας απορρίφθηκε η αίτηση διεθνούς προστασίας που υπέβαλε, ως άκυρης, παράνομης, και στερούμενης νομικού αποτελέσματος.

Ως εκτίθεται στην Ένσταση που καταχωρήθηκε από τους καθ’ ων η αίτηση και προκύπτει από το περιεχόμενο του Διοικητικού Φάκελου, ως κατατέθηκε στα πλαίσια της παρούσης, ο αιτητής κατάγεται από το Καμερούν, εισήλθε στις ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές παρατύπως, μέσω κατεχομένων, στις 01/10/18 και υπέβαλε την επίδικη αίτηση για παροχή διεθνούς προστασίας στις 28/11/18 (ερ.1-3, 47).

Στις 02/02/22 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη με τον αιτητή από την Υπηρεσία προς εξέταση του αιτήματός για διεθνή προστασία όπου του δόθηκε η ευκαιρία, μέσα από σχετικές ερωτήσεις, μεταξύ άλλων, να εκθέσει τους λόγους στους οποίους στηρίζει το αίτημα του (ερ.35-47). Μετά το πέρας της συνέντευξης ετοιμάστηκε σχετική Έκθεση και στις 31/03/22 απορρίφθηκε το αίτημα για διεθνή προστασία (ερ.73-86).

Ακολούθως ετοιμάστηκε σχετική επιστολή ενημέρωσης του αιτητή για την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία του δόθηκε διά χειρός 15/04/22, μαζί με την αιτιολογία αυτής, σε γλώσσα κατανοητή απ’ αυτόν (ερ.90-91).

Επί της αιτήσεως ασύλου ο αιτητής καταγράφει ότι έφυγε από τη χώρα καταγωγής λόγω του ότι συνελήφθη και φυλακίστηκε επειδή κάποια άτομα του έστειλαν χρήματα προς υποστήριξη του αγώνα εναντίον της Γαλλόφωνης κοινότητας. Ως αναφέρει, η γαλλόφωνη αστυνομία του Καμερούν τον φυλάκισε στη Kumba και η οικογένεια του πούλησε όλα τους τα υπάρχοντα προκειμένου να δωροδοκηθούν μέλη της ασφάλειας των φυλακών για να τον αφήσουν να αποδράσει. Τέλος αναφέρει ότι δεν μπορεί να επιστρέψει γιατί θα τον σκοτώσουν και αποφάσισε να έρθει στην Κύπρο αναζητώντας προστασία και ασφάλεια.

Κατά τη συνέντευξή με την Υπηρεσία ο αιτήτης δήλωσε ότι γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Kumba, περιφέρεια Meme του Νοτιοδυτικού Καμερούν και διέμεινε εκεί μέχρι να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής αεροπορικώς, μέσω Κωνσταντινούπολης, απ’ όπου μετέβη στα κατεχόμενα και ακολούθως στις ελεύθερες περιοχές.  Είναι άγαμος και άτεκνος, οι γονείς του και τα 4 αδέρφια του διαμένουν στην πόλη Kumba. Είναι Χριστιανός Καθολικός και ανήκει στην εθνοτική ομάδα Bamwa, δεν φοίτησε σε σχολείο και εργαζόταν από την ηλικία των 6 ετών στα χωράφια του πατέρα του. Μιλάει Αγγλικά και την ομώνυμη διάλεκτο της εθνοτικής ομάδας Bamwa. 

Αναφορικά με τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής, ο αιτητής ισχυρίστηκε ότι συνελήφθη και φυλακίστηκε από την αστυνομία λόγω του ότι συμμετείχε σε διαδήλωση της αγγλόφωνης κοινότητας στη Kumba.  Ως ανέφερε, την 1η Οκτωβρίου απροσδιόριστου έτους, συνελήφθη από την αστυνομία του Καμερούν λόγω του ότι ήταν το άτομο το οποίο εκτύπωσε τα t-shirt που διανεμήθηκαν στους λοιπούς διαδηλωτές κατά τη διαδήλωση, με αποτέλεσμα να φυλακιστεί για δύο μήνες, προτού αποφυλακιστεί («released») με τη βοήθεια ατόμου που εργαζόταν στη φυλακή και ήταν γνωστός του πατέρα του.

Σε σχέση με τη συγκεκριμένη διαδήλωση, ο αιτητής δήλωσε ότι έγινε, λόγω της επετείου της διακήρυξης της ανεξαρτησίας της Αγγλόφωνης περιοχής του Καμερούν, την 1η  Οκτωβρίου, χωρίς εντούτοις να θυμάται το έτος, ενώ προσέθεσε πως αυτή ήταν η πρώτη φορά που συμμετείχε σε διαδήλωση και ουδέποτε είχε πολιτική δραστηριότητα.  Δεν ήταν σε θέση να προσδιορίσει πότε η αγγλόφωνη περιοχή του Καμερούν διακήρυξε την ανεξαρτησία της ενώ δήλωσε ότι ο ίδιος συμμετείχε στη διαδήλωση γιατί ήταν χαρούμενος για την ανεξαρτησία της αγγλόφωνης περιοχής καθώς δεν συμπαθεί τη γαλλόφωνη κοινότητα.

Σε σχέση με το ρόλο του στη διαδήλωση, ο αιτητής ανέφερε ότι συνεργάστηκε με την ομάδα «NCNC» εκτυπώνοντας τα t-shirts που διανεμήθηκαν στους διαδηλωτές, χωρίς να μπορεί να προσδιορίσει σε τι αντιστοιχούν τα συγκεκριμένα ακρωνύμια, καθώς δήλωσε ότι δεν ήταν επίσημο μέλος του κόμματος και δεν έφερε κάρτα μέλους. Ερωτηθείς για ποιο λόγο συνεργάστηκε με τη συγκεκριμένη ομάδα, ο αιτητής απάντησε λόγω του ότι οι συναντήσεις της λάμβαναν χώρα κοντά στο σπίτι του κάθε Σάββατο και ο ίδιος εκτίμησε την οργάνωσή της. Ερωτηθείς με ποιο τρόπο ενημερώθηκε σχετικά με τι διεξαγωγή της διαδήλωσης, απάντησε ότι ενημερώθηκε κατά τη συνάντηση της ομάδας. Σε σχέση με τους λόγους που εκτύπωσε ο ίδιος τα T-shirt στη διαδήλωση ανέφερε ότι το άτομο που ήταν υπεύθυνο για τη συγκεκριμένη ενέργεια πενθούσε την αδερφή του με αποτέλεσμα να ζητήσει από τον αιτητή να τον αντικαταστήσει. Αναφορικά με το κόστος εκτύπωσης των t-shirts,  ο αιτητής ισχυρίστηκε ότι τα μέλη της ομάδας του έδωσαν 850,000 φράγκα για το συγκεκριμένο σκοπό. Καλούμενος να περιγράψει τη διαδικασία την οποία ακολούθησε προκειμένου να  εκτυπωθούν τα συγκεκριμένα T-shirts, δήλωσε ότι πήρε από ένα μέλος της ομάδας τα χρήματα και ένα χάρτη ο οποίος έπρεπε να τυπωθεί επάνω στα t-shirts και αφού τα έδωσε στην αδερφή του, της ζήτησε να εκτυπωθεί η φράση «Ανεξαρτησία της Αμπαζονίας» πάνω από τον χάρτη. Δεν θυμάται των αριθμό των t-shirts τα οποία του ζητήθηκε να εκτυπώσει αφού η παραγγελία είχε ήδη υποβληθεί και ο δικός του ρόλος συνίστατο στο να δώσει τα χρήματα στην αδερφή του.

Ως περαιτέρω ανέφερε, κατά τη διάρκεια της διαδήλωσης, η πορεία ξεκίνησε στις 9 το πρωί και κατευθύνθηκε προς το αστυνομικό τμήμα με σκοπό να υποσταλεί η σημαία του Καμερούν και να αντικατασταθεί από τη σημαία της Αμπαζονίας. Στη συνέχεια η πορεία κατευθύνθηκε προς το δημαρχείο, πλην όμως ο δήμαρχος κάλεσε τις αστυνομικές και στρατιωτικές αρχές, οι οποίες με χρήση δακρυγόνων, κατέστειλαν τη διαδήλωση με αποτέλεσμα ο ίδιος να χάσει τις αισθήσεις του και να τις ανακτήσει όντας κρατούμενος σε αστυνομικό τμήμα της πόλης Kumba. Κρατήθηκε στο αστυνομικό τμήμα για 2 ημέρες ενώ στη συνέχεια μεταφέρθηκε στη φυλακή, στην οποία διέμεινε για δύο μήνες χωρίς ωστόσο να του απαγγελθούν κατηγορίες ή να ανακριθεί. Δήλωσε επίσης ότι δεν γνωρίζει το όνομα της φυλακής όπου μεταφέρθηκε και ανέφερε πως βρισκόταν δίπλα στο γενικό νοσοκομείο της πόλη Kumba.

Ερωτώμενος για την καθημερινότητά του στη φυλακή δήλωσε ότι το κελί του ήταν μικρό και σκοτεινό, το εγκατέλειπε μια φορά την ημέρα προκειμένου να λάβει φαγητό και να προαυλιστεί και περιστασιακά τον χτυπούσαν στρατιώτες και παλαιότεροι κρατούμενοι τον έβαζαν να καθαρίζει το χώρο. Ερωτώμενος σχετικά ο αιτητής επανέλαβε ότι δεν ενημερώθηκε ποτέ για τους λόγους κράτησής του, ενώ σχετικά με την απόδρασή του δήλωσε ότι ο πατέρας του δωροδόκησε τον επικεφαλής της φυλακής. Ερωτώμενος για το όνομα του εν λόγω προσώπου, απάντησε πως δεν το γνωρίζει και πως, σύμφωνα με τα λεγόμενα του πατέρα του, ο επικεφαλής της φυλακής του αποκάλυψε ότι ο αιτητής φυλακίστηκε λόγω της συμμετοχής του στη διαδήλωση. Ερωτώμενος σε σχέση με το ποσό με το οποίο ο πατέρας δωροδόκησε τον επικεφαλή της φυλακής προκειμένου να τον βοηθήσει να δραπετεύσει ανέφερε πως δεν γνωρίζει. Μετά την αποφυλάκιση του εγκατέλειψε την αγγλόφωνη περιοχή και εγκαταστάθηκε στην πόλη Douala όπου διέμεινε σε ένα φίλο του πατέρα του μέχρι να εγκαταλείψει τη χώρα.

Ολοκληρώνοντας, ο αιτητής δήλωσε ότι παρόλο που δεν έχει κάτι που να το τεκμηριώνει, ο ίδιος πιστεύει ότι καταζητείται ακόμα από τις αρχές λόγω του ότι δραπέτευσε από τη φυλακή, ενώ πρόσθεσε ότι το άτομο που τον βοήθησε να δραπετεύσει, ήτοι ο επικεφαλής της φυλακής, δεν αντιμετώπισε κανένα πρόβλημα λόγω του ότι τον βοήθησε. Ερωτηθείς για ποιο λόγο δεν τιμωρήθηκε το συγκεκριμένο άτομο, ο αιτητής δήλωσε πως στη χώρα καταγωγής του «όλα είναι πιθανά». Σε σχέση με τον τρόπο που κατάφερε να εγκαταλείψει νόμιμα τη χώρα καταγωγής αν και, ως ισχυρίζεται, καταζητείται, ανέφερε ότι το πρόσωπο που τον βοήθησε να δραπετεύσει, τον βοήθησε επίσης να περάσει όλους τους ελέγχους στο αεροδρόμιο και να επιβιβαστεί στο αεροπλάνο. Ερωτώμενος σχετικά ανέφερε πως δεν είχε κάποια πολιτική δραστηριότητα στην χώρα καταγωγής και δεν άνηκε σε κάποια πολιτική, κοινωνική, στρατιωτική ή θρησκευτική ομάδα. Όταν του υποδείχθηκε ότι το κόμμα στο οποίο αναφέρθηκε ονομάζεται SCNC και όχι NCNC, ως ανέφερε, ο αιτητής δήλωσε ότι δεν ήταν μέλος και είχε «ακούσει ανθρώπους να το ονομάζουν έτσι» (NCNC).

Οι καθ’ ων η αίτηση, εξετάζοντας τα λεγόμενα του αιτητή εντόπισαν τους ακόλουθους δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς.

1.    Προσωπικά στοιχεία,  χώρα καταγωγής και τόπος διαμονής του αιτητή

2.    Ο αιτητής συνελήφθη και φυλακίστηκε γιατί συμμετείχε ενεργά σε αντικυβερνητική διαδήλωση, πριν απελευθερωθεί με τη βοήθεια επαφών του πατέρα του

Εκ των ως άνω ισχυρισμών έγινε αποδεκτός ο 1ος και απορρίφθηκε ο 2ος, λόγω ελλείψεως εσωτερικής συνοχής και αξιοπιστίας.   

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι στα πλαίσια του 2ου ως άνω ισχυρισμού, κατ’ ουσία έγινε εξέταση των ισχυρισμών του αιτητή ότι συμμετείχε σε  διαδήλωση, έχοντας ως ρόλο την εκτύπωση των t-shirts τα οποία διανεμήθηκαν στους διαδηλωτές, ο ίδιος συνελήφθη και φυλακίστηκε λόγω αυτού και καταζητείται από τις αρχές λόγω του ότι αποφυλακίστηκε  με τη βοήθεια φίλου του πατέρα του. Επί τούτων κρίθηκε ότι ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να παράσχει αρκετές πληροφορίες και η αφήγησή του στερείται στο σύνολο της σαφήνειας, βιωματικών λεπτομερειών και χρονικής ακολουθίας.

Συγκεκριμένα ότι ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να προσδιορίσει το έτος που έλαβε χώρα η συγκεκριμένη διαδήλωση, την ημερομηνία που η αγγλόφωνη περιοχή του Καμερούν διακήρυξε την ανεξαρτησία της και το πολιτικό υπόβαθρο της αγγλόφωνης κρίσης. Επί τούτου αξιολογήθηκε ότι, δεδομένης της δήλωσης περί συμμετοχής του στη συγκεκριμένη διαδήλωση, θα αναμενόταν εύλογα από τον αιτητή να γνωρίζει σχετικές πληροφορίες αναφορικά με την αγγλόφωνη κρίση και δη την ημερομηνία διακήρυξης της ανεξαρτησίας της αγγλόφωνης περιοχής του Καμερούν. Παράλληλα αξιολογήθηκε ότι, αν και ο αιτητής ανέφερε ότι ενημερώθηκε σχετικά με τη διαδήλωση από μέλη της ομάδας NCNC, δεν ήταν σε θέση να παραθέσει πληροφορίες σχετικά με τη συγκεκριμένη ομάδα και ούτε να εξηγήσει το ακρωνύμιο.

Αναφορικά με τις συνθήκες σύλληψης και κράτησής του αιτητή κρίθηκε ότι η άγνοια του αναφορικά με το όνομα της φυλακής που κρατήθηκε δεν είναι εύλογη, δεδομένου ότι, ως ανέφερε, κρατήθηκε για δύο μήνες. Σε σχέση με τις συνθήκες απόδρασής/αποφυλάκισης του, κρίθηκε ότι οι δηλώσεις του, ομοίως, στερούντο περιγραφικής λεπτομέρειας και σαφήνειας, καθώς ο αιτητής περιορίστηκε στη δήλωση ότι ο πατέρας του δωροδόκησε τον επικεφαλής της φυλακής, ενώ επέδειξε άγνοια σε σχέση με το ποσό με το οποίο ο πατέρας του φέρεται να δωροδόκησε το συγκεκριμένο πρόσωπο αλλά και το όνομα του εν λόγω προσώπου. Παράλληλα δεν ήταν σε θέση να προσδιορίσει το λόγο που αυτός δεν κατηγορήθηκε για την βοήθεια που του παρείχε, δηλώνοντας αορίστως ότι όλα είναι πιθανά στη χώρα καταγωγής του, αλλά ούτε και τον τρόπο που ο ίδιος κατάφερε να αναχωρήσει νόμιμα από τη χώρα, δεδομένου του ισχυρισμού του περί αναζήτησής του από τις αρχές. Η δήλωση του αιτητή ότι τον βοήθησε ο επικεφαλής της φυλακής να διέλθει του ελέγχου στο αεροδρόμιο και να επιβιβαστεί στο αεροπλάνο, κρίθηκε ότι στερείται συνοχής και ευλογοφάνειας.

Κρίθηκε τέλος ότι ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να αποσαφηνίσει τις αντιφάσεις μεταξύ της υποβολής του αιτήματός του και της προφορικής του συνέντευξης, απαντώντας ότι το πρόσωπο που κατέγραψε το αίτημά του αποτύπωσε ορθώς τις δηλώσεις του. Τέλος αξιολογήθηκε αρνητικά το ότι, όταν ζητήθηκε από τον αιτητή να προσδιορίσει το λόγο για τον οποίο τα έγγραφα που παρουσίασε αναφέρουν άλλες ημερομηνίες για τα κατ’ ισχυρισμό συμβάντα από αυτές που είχε αναφέρει στη συνέντευξη ο αιτητής απάντησε ότι δεν ήξερε τι να πει.

Στη συνέχεια οι καθ’ ων η αίτηση προχώρησαν σε αξιολόγηση της εξωτερικής αξιοπιστίας του ισχυρισμού, από την οποία προέκυψαν πληροφορίες που επιβεβαιώνουν ότι κατά τα έτη 2017-2018 οι διαδηλώσεις των αγγλόφωνων αποσχιστών στο Νοτιοδυτικό Καμερούν, και συγκεκριμένα στις περιοχές Buea, Kumba και Bamenda αντιμετωπίστηκαν βιαίως από τις αρχές, οι οποίες έκαναν χρήση πυρομανιών κατά των διαδηλωτών, σκοτώνοντας αμάχους, ενώ προχώρησαν και σε πλήθος συλλήψεων διαδηλωτών.

Ακολούθως, στα πλαίσια εξέτασης της εξωτερικής συνοχής των ισχυρισμών του, οι καθ’ ων η αίτηση προέβηκαν σε αξιολόγηση των εξής εγγράφων, τα οποία είχε προσκομίσει ο αιτητής προς τεκμηρίωση των ισχυρισμών του.

·         Γραπτή δήλωση του πατέρα του αιτητή, που εκδόθηκε από το δικηγορικό γραφείο Abang & Partners Law στις 16/04/21. Στη συγκεκριμένη δήλωση ο πατέρας του παρουσιάζεται να αναφέρει ότι ο αιτητής συνελήφθη στα πλαίσια διαδήλωσης στις 01/10/16 και διέφυγε. Περαιτέρω αναφέρει ότι ο αιτητής συνελήφθη στις 28/01/18 ενώ προσπαθούσε να λάβει χρήματα για να αγοράσει t-shirts για διαδήλωση, διευθέτησε ο ίδιος την αποφυλάκιση του μέσω προσωπικής του επαφής και πως, μετά την απόδραση του, οι αρχές της χώρα επισκέφτηκαν την οικία του και την έκαψαν, απειλώντας τον ότι αν ο αιτητής δεν εμφανιστεί θα συλλάβουν και τον ίδιο και ότι έχουν εκδοθεί εντάλματα σύλληψης κατά του αιτητή.

·         Γραπτή δήλωση από φερόμενο φίλο του αιτητή, η οποία εκδόθηκε από το δικηγορικό γραφείο Abang & Partners Law στις 04/05/21, όπου το πρόσωπο αυτό επιβεβαιώνει ότι ο αιτητής συνελήφθη στις 28/01/18, έμεινε ένα μήνα υπό κράτηση πριν αποφυλακιστεί/δραπετεύσει (left detention) και ότι ο πατέρας και τα αδέρφια του αιτητή κρύβονται.

·         Γραπτή δήλωση φερόμενης ως γείτονα του αιτητή, η οποία εκδόθηκε από το δικηγορικό γραφείο Abang & Partners Law στις 29/04/21, όπου το πρόσωπο αυτό επιβεβαιώνει ότι ο αιτητής συνελήφθη πριν δραπετεύσει το Φεβρουάριο του 2018, ο πατέρας του αιτητή απειλήθηκε ότι θα συλληφθεί και ο ίδιος αν δεν εμφανιστεί ενώπιον των αρχών ο αιτητής, ότι η ίδια ρωτήθηκε 4 φορές από τις αρχές εάν γνωρίζει που βρίσκεται ο αιτητής και πως ο πατέρας του αιτητή κρύβεται και έχουν εκδοθεί εντάλματα σύλληψης για τον λόγο της απόδρασης του.

·         Κλήση προς τον αιτητή, η οποία φέρεται να εκδόθηκε από το αστυνομικό τμήμα της πόλης Kumba, ημ.06/03/18, βάσει της οποίας καλείται ο αιτητής να εμφανιστεί στο αστυνομικό τμήμα προκειμένου να δώσει εξηγήσεις στα πλαίσια διεξαγωγής προκαταρκτικής έρευνας.

·         Κλήση προς τον αιτητή, η οποία φέρεται να εκδόθηκε από το αστυνομικό τμήμα της πόλης Kumba, ημ.14/12/20, βάσει της οποίας καλείται ο αιτητής να εμφανιστεί στο αστυνομικό τμήμα προκειμένου να δώσει εξηγήσεις στα πλαίσια διεξαγωγής προκαταρκτικής έρευνας.

Κατόπιν αξιολόγησης των εν λόγω εγγράφων, οι καθ’ ων η αίτηση εντόπισαν ότι επί της δήλωσης του πατέρα του αιτητή γίνεται αναφορά σε φυλάκιση του αιτητή τον Οκτώβριο 2016, πλην όμως ο αιτητής ουδέποτε αναφέρθηκε σ’ αυτό. Οι δηλώσεις αναφέρουν  ότι ο αιτητής συνελήφθη στις 28/01/18 (αντί τον Οκτώβριο του 2017), ενώ προσπαθούσε να λάβει χρήματα για να αγοράσει t-shirt για τη διαδήλωση, ενώ ο αιτητής δήλωσε ότι τον συνέλαβαν κατά τη διάρκεια της διαδήλωσης αφού είχε αγοράσει τα t-shirts. Οι δηλώσεις αναφέρουν ότι μετά την απόδραση του αιτητή, οι αρχές επισκέφτηκαν την πατρική οικία του αιτητή, την έκαψαν και απείλησαν τον πατέρα του ότι θα τον σκοτώσουν αν δεν εμφανιστεί ο αιτητής, συν ότι έχουν εκδοθεί εντάλματα σύλληψης. Ωστόσο ο αιτητής δήλωσε ότι υποθέτει ότι καταζητείται από τις αρχές της χώρας καταγωγής, ουδέποτε ανέφερε ότι οι αρχές έκαψαν την πατρική του οικία, ούτε και ότι απείλησαν τον πατέρα του. Οι δηλώσεις αναφέρουν ότι ο πατέρας και τα αδέρφια του αιτητή κρύβονται πλην όμως ο αιτητής ανέφερε κατά τη συνέντευξή του ότι τα μέλη της οικογένειάς του διαμένουν στην πόλη Kumba και είναι καλά, έχει δε συχνή επικοινωνία μαζί τους. Οι κλήσεις που προσκόμισε ο αιτητής αναφέρονται σε προκαταρκτική έρευνα και έρχονται σε αντίθεση με τη δήλωση του αιτητή ότι υποθέτει ότι οι αρχές τον καταζητούν, ενώ οι συγκεκριμένες κλήσεις δεν αναφέρουν συγκεκριμένη κατηγορία εις βάρος του αιτητή.

Συνεπεία των ως άνω παρατηρήσεων επί των προσκομισθέντων εγγράφων, οι καθ’ ων η αίτηση κατέληξαν, στα πλαίσια συνολικής αποτίμησης των ενώπιον τους στοιχείων, δεδομένων των αντιφάσεων που εντόπισαν μεταξύ των εγγράφων και των δηλώσεων του αιτητή, ότι τα έγγραφα αυτά είναι ικανά να ισχυροποιήσουν τους ισχυρισμούς του, οι οποίοι – παρότι συνάδουν με πληροφορίες για τη χώρα καταγωγής σχετικά με διαδηλώσεις στον χρόνο που ο αιτητής τοποθετεί τη σύλληψη και φυλάκιση του και τη μεταχείριση μετεχόντων από τις αρχές – δεν έχουν, συνολικά θεωρούμενοι, την απαιτούμενη αξιοπιστία.

Για τους λόγους αυτούς απορρίφθηκε το σύνολο των ισχυρισμών του που υπάχθηκαν στον 2ο ουσιώδη ισχυρισμό του αιτητή, ως αυτός εξετάστηκε.

Υπό το φως τον ανωτέρω, στη βάση του αποδεκτού 1ου ισχυρισμού, κρίθηκε κατά την αξιολόγηση κινδύνου ότι ο αιτητής δεν κινδυνεύει να αντιμετωπίσει δίωξη ή σοβαρή βλάβης και πως, παρότι κατόπιν έρευνας για τις επικρατούσες συνθήκες στον τόπο διαμονής προέκυψε ότι στο Νοτιοδυτικό Καμερούν αναφέρονται αυξημένα περιστατικά ασφαλείας και επικρατούν συνθήκες ένοπλων συγκρούσεων, δεν είναι σε τέτοιο επίπεδο ώστε να τεκμηριώνεται κίνδυνος κατά της ζωής ή σωματικής ακεραιότητας του αιτητή (ως άμαχου, λόγω αδιάκριτης βίας στα πλαίσια ένοπλης σύρραξης, κατά το 19 (2) (γ) του Νόμου.

Για τους πιο πάνω λόγους η επίδικη αίτηση απορρίφθηκε.

Στη βάση σχετικής νομολογίας (βλ. Χριστοδουλίδης ν. Πανεπιστήμιου Κύπρου, Αναθ. Έφεση αρ.95/2012, ECLI:CY:AD:2018:C344, ημ.6/7/2018 και Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 Α.Α.Δ. 598) θα εξεταστούν μόνο οι ισχυρισμοί του αιτητή οι οποίοι εξειδικεύονται δεόντως στο εισαγωγικό δικόγραφο και αναπτύσσονται επαρκώς στην αγόρευση που επακολούθησε.

Στα πλαίσια λοιπόν της γραπτής της αγόρευσης ο αιτητής ανέπτυξε ισχυρισμούς προς ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξεως λόγω έλλειψης δέουσας έρευνας σχετικά με το ισχυρισμούς του, η οποία οδήγησε στην λήψη απόφασης από τους καθ’ ων η αίτηση υπό καθεστώς πλάνης, η οποία – πέραν του ότι είναι επί της ουσίας λανθασμένη - είναι αναιτιολόγητη και, σε κάθε περίπτωση, μη επαρκώς αιτιολογημένη.

Συγκεκριμένα, ο αιτητής αναφέρει ότι δεν έγινε έρευνα σε πηγές πληροφόρησης αναφορικά με τους κατ’ ισχυρισμό διώκτες του αιτητή, την όλη κατάσταση σε σχέση με τη μεταχείριση αγγλόφωνων από τις αρχές αλλά και δεν εξετάστηκαν δεόντως και ενδελεχώς τα στοιχεία και έγγραφα που προσκόμισε ο αιτητής. Το αφήγημα του, ως αναφέρει, διατηρεί συνοχή και συνέπεια στο σύνολο του και θα έπρεπε να γίνει αποδεκτό ως αξιόπιστο. Αναφέρει δε τέλος ότι, σε κάθε περίπτωση, λανθασμένα κρίθηκε ότι η κατάσταση ασφαλείας στον τόπο διαμονής του αιτητή δεν είναι τέτοια που να τεκμηριώνει ανάγκη προστασίας στη βάση του αρ.19 (2) (γ) του Νόμου, ήτοι συμπληρωματική προστασία λόγω κινδύνου κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιακρίτως ασκούμενης βίας στα πλαίσια ένοπλης σύρραξης, η οποία, ως αναφέρει, αναμφισβήτητα λαμβάνει χώρα στο Νοτιοδυτικό Καμερούν.

Οι καθ’ ων η αίτηση αντιτάσσουν ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι καθ’ όλα νόμιμη, όλα τα ευρήματα τους επί της αξιοπιστίας των ισχυρισμών του αιτητή ήταν εύλογα υπό τις περιστάσεις, πλήρως αιτιολογημένα, προϊόν δέουσας έρευνας όλων των δεδομένων και στοιχείων που είχαν ενώπιον τους και ορθά επί της ουσίας, ζητούν δε απόρριψη της προσφυγής.

Κατά τις διευκρινήσεις οι συνήγοροι των μερών αρκέστηκαν στο να υιοθετήσουν τα όσα επί των εκατέρωθεν αγορεύσεων αναφέρονται.

Έχω διέλθει με προσοχή τα όσα αναφέρουν οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των μερών επί της αιτήσεως, ενστάσεως και στις γραπτές τους αγορεύσεις, καθώς και το περιεχόμενο του διοικητικού φάκελου.

Προτού προχωρήσω θα πρέπει να σημειωθεί ότι τα όσα συνάπτονται επί της προσφυγής δεν μπορούν βεβαίως να ληφθούν υπόψη, καθότι συνιστούν μαρτυρία για την οποία δεν έχει ζητηθεί προηγούμενη άδεια του Δικαστηρίου δια του προσήκοντος δικονομικού διαβήματος, πλην όσων είτε αφορούν πληροφορίες για τη χώρα καταγωγής (ΠΧΚ) είτε πρόκειται για έγγραφα τα οποία αποτελούν μέρος του διοικητικού φακέλου.

Σχετικά είναι τα όσα λέχθηκαν στην Ευθυμίου ν. Δημοκρατίας (1997) 3 ΑΑΔ 281, όπου αναφέρεται ότι «[…] η αγόρευση ούτε διευρύνει, ούτε επεκτείνει τα επίδικα θέματα και δεν αποτελεί μέσο προσαγωγής μαρτυρίας. (Βλ. Δημοκρατία ν. Κουκκουρή κ.ά (1993) 3 Α.Α.Δ. 598· Βασιλείου ν. Δήμου Παραλιμνίου - (Υπόθεση αρ. 1061/94 - 30.6.1995).)

Τα επίδικα θέματα, όπως τονίσαμε στη Βασιλείου ν. Δήμου Παραλιμνίου (ανωτέρω), προσδιορίζονται στη δικογραφία και στοιχειοθετούνται από το διοικητικό φάκελο. (Βλ. επίσης Βαρνάβας Νικολάου και Υιοί Λτδ. ν. Δημοκρατίας, Υπ. αρ. 380/94 - 31.8.1995· Κυριακίδης και Άλλος ν. Δημοκρατίας, Υπ. αρ. 212/95 και 259/95 - 31.1.1997.)

Απαιτείται η άδεια του Δικαστηρίου για την προσαγωγή μαρτυρίας άλλης, από το διοικητικό φάκελο.»

Συνεπεία των ως άνω τα επί της αιτήσεως Παραρτήματα Δ, Ζ, Η, Θ και Ι δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη και να αξιολογηθούν ως μη δεόντως προσκομισθείσα μαρτυρία. Τα δε λοιπά παραρτήματα, εφόσον περιέχονται στο φάκελο ή αποτελούν ΠΧΚ θα αξιολογηθούν αναλόγως.

Δεδομένου ότι το σύνολο των ισχυρισμών του αιτητή συνεπλέκονται και αφορούν το επί της ουσίας λανθασμένο, ως ισχυρίζεται, της προσβαλλόμενης απόφασης, σε συνάρτηση με την έρευνα που έγινε στα πλαίσια της επίδικης αίτησης και εξέτασης της αξιοπιστίας των ισχυρισμών του αιτητής κατά τις συνεντεύξεις αλλά και σε συνάρτηση με διαθέσιμες πληροφορίες για τη χώρα καταγωγής, θα εξεταστούν μαζί πιο κάτω.

Προχωρώ λοιπόν με αξιολόγηση των ενώπιον μου στοιχείων.

Στην Χωματένος ν. Δημοκρατίας, (2013) 3 Α.Α.Δ. 120, ημ.14/03/13, λέχθηκε ότι: «[η] έκταση και η μορφή της έρευνας είναι συνυφασμένη με τα περιστατικά κάθε υπόθεσης. Το κριτήριο για την επάρκεια και πληρότητα της έρευνας έγκειται στη συλλογή και διερεύνηση του συνόλου των ουσιωδών στοιχείων, τα οποία παρέχουν βάση για ασφαλή συμπεράσματα.». Στην Παπαγεωργίου ν. Δημοκρατίας, (1999) 3 Α.Α.Δ. 648, ημ.28/09/99, λέχθηκε ότι: «[η] αιτιολογία πρέπει να είναι ειδική και επαρκής.  Όμως μπορεί να πάρει μια λακωνική μορφή νοουμένου ότι το συμπέρασμα ανταποκρίνεται προς τα γεγονότα που περιέχονται στο σχετικό φάκελο. (Ίδε Σπηλιωτόπουλου "Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου", 6η έκδοση, σ. 67 και Ι. Σαρμά "Συνταγματική και Διοικητική Νομολογία του Συμβουλίου Επικρατείας", σ. 130). Η επάρκεια της κρίνεται ανάλογα με τα ιδιαίτερα περιστατικά και τη φύση της κάθε υπόθεσης. (Ίδε Δημοκρατία v. Σταύρου [1993] 3 Α.Α.Δ. 71).»

Στο εγχειρίδιο του EASO «Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου», Δικαστική ανάλυση, 2018, αναφέρεται στην σελ.98, ότι «[...] απαιτείται ισορροπημένη και αντικειμενική αξιολόγηση του αν η αφήγηση του αιτούντος αντικατοπτρίζει την αφήγηση που αναμένεται από ένα πρόσωπο στην κατάσταση του αιτούντος το οποίο αφηγείται μια πραγματική προσωπική εμπειρία.». Στην σελ.102 του ιδίου εγχειριδίου, αναφέρεται ότι «[…] οι δείκτες αξιοπιστίας είναι απλοί δείκτες και δεν συνιστούν αυστηρά κριτήρια ή προϋποθέσεις. Παρότι οι τέσσερις δείκτες που προσδιορίστηκαν ανωτέρω (εσωτερική και εξωτερική συνέπεια, επαρκώς λεπτομερείς πληροφορίες και ευλογοφάνεια) αποτυπώνουν τους δείκτες που εφαρμόζουν στην πράξη τα δικαστήρια, κανένας από αυτούς δεν μπορεί να θεωρηθεί καθοριστικός. Η σημασία τους από υπόθεση σε υπόθεση ποικίλλει σημαντικά. Σε κάθε περίπτωση είναι αναγκαία η εξέταση του σωρευτικού τους αντίκτυπου (305).  […] Από την ανωτέρω ανάλυση προκύπτει ότι δεν υπάρχει απλή απάντηση στο ερώτημα που αφορά τον τρόπο αξιολόγησης της αξιοπιστίας σε υποθέσεις διεθνούς προστασίας. Το μόνο που μπορεί να ειπωθεί είναι ότι η αξιολόγηση πρέπει να διενεργείται με βάση το σύνολο των αποδεικτικών στοιχείων, λαμβανομένων υπόψη των αρχών, των μεθόδων και των δεικτών που αναφέρονται στην παρούσα ανάλυση. Οι αρχές, οι μέθοδοι και οι δείκτες αυτοί θα πρέπει να εφαρμόζονται με προσοχή (307), αντικειμενικότητα και αμεροληψία, ώστε να αποφευχθεί τυχόν εσφαλμένη και απλοϊκή απόρριψη, ή αφελής και ανεπιφύλακτη αποδοχή μιας συγκεκριμένης αφήγησης.»

Υπό το φως και των ως άνω κατευθυντήριων γραμμών θα συμφωνήσω με την κατάληξη των καθ’ ων η αίτηση επί της συνοχής και αξιοπιστίας των ουσιωδών ισχυρισμών 3 και 4 ως καταγράφηκαν στην επίδικη έκθεση.

Διερχόμενος το επίδικο πρακτικό της συνέντευξης που διενεργήθηκε από τους καθ’ ων η αίτηση, θεωρώ ότι όσα ο αιτητής ανέφερε κατά την ελεύθερη αφήγηση των ισχυρισμών του, όσο και στις απαντήσεις που έδωσε στις ερωτήσεις που του υποβλήθηκαν, ουδόλως περιείχαν επαρκείς – εύλογα αναμενόμενες υπό τις περιστάσεις - λεπτομέρειες, στοιχεία και συνέχεια. Συνεπώς τα ευρήματα των καθ’ ων η αίτηση επί της εσωτερικής συνοχής των λεγομένων του αιτητή που αφορούσαν τη κατ’ ισχυρισμό σύλληψη, κράτηση του και μετέπειτα αποφυλάκιση είναι ορθά.

Εξηγώ.

Τα όσα ο αιτητής ανέφερε σε σχέση με τον πυρήνα του αφηγήματος του δεν ενέχουν την παραμικρή βιωματική λεπτομέρεια ή άλλο στοιχείο που θα μπορούσε να ενδυναμώσει τη συνολική αξιοπιστία των όσων ανέφερε. Ο αιτητής παρέμεινε γενικός και ασαφής, χωρίς να είναι σε θέση, αν και ρωτήθηκε επισταμένα επ’ αυτού, να αναφέρει στοιχεία σε σχέση με τους σκοπούς και τη δράση του κόμματος σε διαδήλωση του οποίου μετείχε, τα όσα έγιναν κατά τις 2 ½ ώρες που διήρκησε αυτή, μέχρι που ο ίδιος κατ’ ισχυρισμό συνελήφθη, σε ποια φυλακή κρατήθηκε για δύο μήνες, το όνομα του ατόμου που τον βοήθησε να φύγει (released), το ποσό που καταβλήθηκε από τον πατέρα του, τι έκανε κατά τους 7 περίπου μήνες που διέρρευσαν από τη κατ’ ισχυρισμό αποφυλάκιση του μέχρι να φύγει από τη χώρα (σημειώνεται ότι επί τούτου απλά αναφέρει ότι διέμενε σε φίλο του πατέρα του στη Douala) και πως είναι δυνατό να μην μπορεί να αναφέρει καν τα αρχικά του εν λόγω κόμματος ή τη σημαίνουν αυτά.

Ομοίως – και δίδω ιδιαίτερη βαρύτητα σε τούτα - ελλείπουν παντελώς κάθε ευλόγως αναμενόμενη υπό τις περιστάσεις βιωματική λεπτομέρεια αναφορικά με το τι έκανε κατά τον χρόνο της κράτησης του και το έτος στο οποίο έγινε η διαδήλωση της 01/10, στα πλαίσια της οποίας συνελήφθη.

Θα πρέπει να τονιστεί ότι δεν αναμένεται από ένα αιτητή να είναι σε θέση να αναφέρει λεπτομέρειες από κάθε επιμέρους ισχυρισμό του, ειδικώς σε περιπτώσεις που – ως ο εδώ αιτητής – πρόκειται για πρόσωπο χωρίς στοιχειώδη μόρφωση (δεν φοίτησε σε σχολείο, ως ανέφερε), όμως αναμένεται να είναι σε θέση να αναφέρει με λεπτομέρεια τα βασικά στοιχεία του αφηγήματος του, ως ανωτέρω σημειώνω, και να απαντήσει με συνοχή και ευλογοφάνεια στα ερωτήματα που του υποβάλλονται.

Σε σχέση τώρα με τα προσκομισθέντα έγγραφα θα συμφωνήσω με τα όσα εντόπισαν οι καθ’ ων η αίτηση. Σημειώνω σχετικώς ότι οι φερόμενες δηλώσεις του πατέρα, του φίλου αλλά και της γείτονα του αιτητή, όλες αναφέρονται σε σύλληψη του τον Ιανουάριο 2018, ενώ ο αιτητής αναφέρθηκε σε σύλληψη του στα πλαίσια διαδήλωσης τη 1η Οκτωβρίου αγνώστου έτους. Επί της αναφερθείσας από τον πατέρα του προηγούμενης σύλληψης του αιτητή το 2016 ουδέν αναφέρθηκε από τον ίδιο κατά τη συνέντευξη. Οι ισχυρισμοί περί αναζήτησης του στην οικία του και οι προσκομισθείσες κλήσεις του αιτητή δεν αναφέρθηκαν από τον αιτητή κατά τη συνέντευξη (παρότι είναι όλες προηγούμενης ημερομηνίας από τη συνέντευξη), όπου δήλωσε ότι δεν έχει κάποιο στοιχείο που να τεκμηριώνει ότι αυτός αναζητείται, πέραν του ότι ενημέρωσαν τον πατέρα του οι γείτονες ότι τον αναζήτησαν όταν ο πατέρας του δεν βρισκόταν στην οικία. Σε σχέση με το κατ’ ισχυρισμό κάψιμο και καταστροφή της οικίας του ουδέν ανέφερε και πάλι ο αιτητής κατά τη συνέντευξη, παρόλο που έκανε αναφορά σε επίσκεψη των αρχών στην οικία του. Θα πρέπει δε τέλος να συνυπολογιστεί και το ότι οι τρείς δηλώσεις που προσκόμισε έγιναν σε χρόνο πολύ μεταγενέστερο της φυγής του από τη χώρα (3 χρόνια μετά).

Σε σχέση δε με τις προσκομισθείσες κλήσεις του αιτητή για έρευνα από τις αρχές, έχω εντοπίσει τα κάτωθι.

Σύμφωνα με αναφορά του EASO, με αναφορά και σε παλαιότερη έρευνα του Συμβουλίου Μετανάστευσης και Προσφύγων του Καναδά (IRB), η κλήση για εμφάνιση ενός ατόμου ενώπιον των αρχών δίδεται σε άτομο που είναι πιθανότερο να την παραδώσει στο άτομο το οποίο αφορά η κλήση. Περαιτέρω έχει παρατηρηθεί η προσαγωγή πλαστών τέτοιων κλήσεων, οι οποίες φαίνεται να είναι κατ’ όψη πανομοιότυπες με τις αυθεντικές κλήσεις, με τη διαφορά ότι, σε περίπτωση πλαστής κλήσης, δεν ακολουθεί ποινική διαδικασία κατά του ατόμου που αφορά, ενώ στις αυθεντικές κλήσεις η ποινική διαδικασία, με έκδοση εντάλματος σύλληψης κατά του ατόμου που αφορά η κλήση, αρχίζει με την επίδοση της 3ης κλήσης και, πολύ συχνά, μετά την έκδοση της 1ης κλήσης, με την οποία το άτομο το οποίο αυτή αφορά δεν έχει συμμορφωθεί. [1] [2] Εν προκειμένω λοιπόν θα αναμενόταν, με βάση τις ως άνω πληροφορίες, να έχει ήδη κινηθεί διαδικασία κατά του αιτητή δια της εκδόσεως εντάλματος σύλληψης, δεδομένου ότι κατά τον χρόνο που εκδόθηκε η κλήση ημ.06/03/18, ο αιτητής βρισκόταν (μέχρι και την 01/10/18) στη χώρα.

Τα ως άνω συνηγορούν υπέρ της μη γνησιότητας των προσκομισθείσων εκ του αιτητή κλήσεων, πολύ δε περισσότερο λαμβανομένου υπόψη του η εσωτερική αξιοπιστία και συνοχή του αφηγήματος του αιτητή έχει τρωθεί σημαντικά, για τους λόγους που έχω πιο πάνω αναφέρει. Η τελική μου κρίση επί της αξιοπιστίας των εγγράφων που ο αιτητής προσκόμισε θα εκφρασθεί κατωτέρω, μετά την αποτίμηση και της εξωτερικής συνοχής των ισχυρισμών του αιτητή, σε συνάρτηση με και μετά από ανασκόπηση των διαθέσιμων πληροφοριών για τη χώρα καταγωγής (ΠΧΚ).

Η Διεθνής Αμνηστία και το Human Rights Watch (HRW) κάνουν λόγο για μη τήρηση και παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε εκτεταμένο βαθμό στα πλαίσια της κρίσης στις Αγγλόφωνες επαρχίες και την καταστολή τής δράσης τής Boko Haram στην επαρχία Far North.[3]

Τα Ηνωμένα Έθνη καταλήγουν πως υπάρχουν « […] αναφορές για βίαιες ενέργειες που καταλήγουν σε καταστροφή νοσοκομείων, σχολείων και ολόκληρων χωριών στις εν λόγω περιοχές τις οποίες έχουν διαπράξει μη κυβερνητικές ένοπλες ομάδες και μέλη των ενόπλων δυνάμεων του κυβερνώντος κόμματος […]»[4],  ενώ το HRW, στην πιο πρόσφατη Έκθεσή του, και η Διεθνής Αμνηστία επίσης αναφέρουν πως στις βίαιες ενέργειες αυτές προβαίνουν τόσο κυβερνητικοί όσο και μη κυβερνητικοί δρώντες[5]. «Στις ΝΔ και ΒΔ επαρχίες, υψηλά επίπεδα ανασφάλειας συνεχίζονταν. Η παρουσία κρατικών σωμάτων ασφαλείας – αστυνομία, χωροφυλακή, στρατός – είναι συγκεντρωμένη κατά μήκος των κύριων οδικών αρτηριών και στις πόλεις, ενώ οι μη κρατικές ένοπλες ομάδες εντοπίζονται κυρίως στις αγροτικές περιοχές.»[6].

Σε COI QUERY του EASO, ημ.14/06/21, αναφέρεται ότι ο εκτοπισμός πληθυσμού από τα σπίτια του είναι συχνό φαινόμενο λόγω της γενικευμένης βίας, οι οποίοι εκτοπισθέντες βρίσκουν συχνά καταφύγιο σε αγροτικές ή δασώδεις εκτάσεις κοντά στον τόπο διαμονής τους.

«According to OCHA 712 180 IDPs were within or displaced in the North-West and South-West regions as of March 2021. Violence in the aforementioned regions resulted in multiple population displacements and over 1 427 people were forced to flee their homes only in March 2021, seeking shelter and safety in nearby bushes, villages and towns. 71 More than 10 000 people, mainly in Menchum division in the North-West region, were forced to flee their villages in April 2021 and IDPs reached the number of 712 800.72 For the same reference period , a UNHCR map depicting the locations of UNHCR persons of concern mentions that as of April 2021 there were 1 032 942 internally displaced persons, the majority of whom seem to be situated in the Far North, North-West and South-West regions.73 »[7]

Πηγές των Ηνωμένων Εθνών αναφέρουν τα εξής:

«Με την κλιμακούμενη βία ανάμεσα στις κυβερνητικές δυνάμεις και τις μη-κρατικές ένοπλες ομάδες στις Νοτιοδυτικές και Βορειοδυτικές περιοχές τού Καμερούν κατά το 2019, ο άμαχος πληθυσμός είναι αντιμέτωπος με σοβαρές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων […] μαζικό εκτοπισμό, επιθέσεις κατά περιουσιών, κάψιμο σπιτιών και χωριών, διαχωρισμός οικογενειών, απώλεια εγγράφων ταυτοποίησης, αυθαίρετη σύλληψη και κράτηση […] έλλειψη πρόσβασης σε βασικές υπηρεσίες που έχουν επηρεασθεί από την κρίση και σοβαρές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων (δολοφονίες, στρατολόγηση παιδιών, απαγωγές, έμφυλη βία, κ.ά. […] Επιθέσεις κατά χωριών, κάψιμο σπιτιών και δολοφονίες έχουν καταγραφεί.».[8]

Σε αναφορά του EASO σχετικά με τη διαφθορά και δωροδοκίες από τις αρχές, αναφέρεται ότι όντως αυτές οι πρακτικές είναι διαδεδομένες στις δυνάμεις ασφαλείας στη χώρα και αφορούν ακόμα και τη έξοδο από τη χώρα μέσω αεροδρομίου.[9]

Εκ των ανωτέρω είναι σαφές, ως και οι καθ’ ων η αίτηση άλλωστε παρατήρησαν για μέρος αυτών, ότι τα όσα αναφέρει ο αιτητής περί αυθαίρετης σύλληψης και κράτησης του λόγω συμμετοχής του σε διαδηλώσεις προκείμενες στο αίτημα του αγγλόφωνου πληθυσμού για ανεξαρτητοποίηση της περιοχής, της μετέπειτα δια δωροδοκίας απελευθέρωσης του και εξόδου του από τη χώρα μέσω αεροδρομίου συνάδουν της διαθέσιμες πληροφορίες για τη χώρα.

Το γεγονός βεβαίως και μόνο ότι το αφήγημα ενός αιτητή συνάδει με ΠΧΚ δεν είναι αρκετό από μόνο του, χωρίς τη στοιχειοθέτηση εσωτερικής συνοχής των ισχυρισμών του, για να γίνουν αυτοί αποδεκτοί. Η συμφωνία των όσων αναφέρει ένας αιτητής με διαθέσιμες πληροφορίες για τη χώρα καταγωγής δεν αρκεί από μόνη της για άνευ ετέρου αποδοχή ενός αφηγήματος, τη στιγμή που τούτο στερείται εσωτερικής συνοχής, ενόψει και της συνολικής θεώρησης και αποτίμησης των δεικτών αξιοπιστίας, ως και στο ανωτέρω απόσπασμα από το εγχειρίδιο του EASO αναφέρεται. Αν η αξιολόγηση γινόταν στη βάση μόνο της εξωτερικής συνοχής, θα υπήρχε ο κίνδυνος αποδοχής ισχυρισμών για τούτο και μόνο τον λόγο, οι οποίοι κατά τ’ άλλα στερούνται εσωτερικής συνοχής και θα οδηγούσε σε ανεπιφύλακτη αποδοχή ενός αφηγήματος, ενάντια σε κάθε εύλογη κριτική θεώρηση των όσων ένας αιτητής εξιστορεί. Άλλωστε, ως στο εγχειρίδιο του EASO «Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου», Δικαστική ανάλυση, 2018, σελ.97, αναφέρεται, «[…] είναι αναγκαία η επαγρύπνηση για καταστάσεις στις οποίες ορισμένοι αιτούντες μπορεί να προσαρμόσουν τους ισχυρισμούς τους ώστε να είναι συνεπείς με συναφείς ΠΧΚ, οι οποίες κατά την άποψή τους θα στηρίξουν την αίτησή τους.» Στη δε σελ.131 του ιδίου εγχειριδίου τονίζεται σχετικώς ότι «[η] γενικευμένη προσβασιμότητα πολλών πηγών ΠΧΚ, μέσω του διαδικτύου ή άλλων μέσων ενημέρωσης, συνεπάγεται την ανάγκη οι δικαστικοί λειτουργοί να έχουν υπόψη τους την πιθανότητα ορισμένες αιτήσεις διεθνούς προστασίας να έχουν καταρτιστεί κατά τρόπο ώστε να είναι συνεπείς με τις συναφείς ΠΧΚ.»

Εν προκειμένω λοιπόν η παντελής έλλειψη εσωτερικής συνοχής των ισχυρισμών του αιτητή, ως αυτοί αναφέρθηκαν κατά τη συνέντευξη, δεν αφήνουν περιθώριο για αποδοχή τους. Στην απουσία εν προκειμένω περαιτέρω μαρτυρίας ενώπιον του Δικαστηρίου που θα εξηγούσε τις αντιφάσεις και θα συμπλήρωνε τις ελλείψεις, ως ανωτέρω λεπτομερώς καταγράφονται και αξιολογούνται, είναι η κατάληξη μου ότι τα κενά παραμένουν και συνεπώς η αποδοχή του 2ου ουσιώδους ισχυρισμού του αιτητή (ως σχηματίστηκε από τους καθ’ ων η αίτηση, που περιλαμβάνει όλους τους περί διώξεως του ισχυρισμούς του), ακόμα και αν συνάδει με διαθέσιμες πληροφορίες για τη χώρα καταγωγής, θα ήταν ενάντια σε κάθε εύλογα κριτική θεώρηση του.

Για τον ίδιο αυτό λόγο, στα πλαίσια πάντοτε της συνολικής αποτίμησης των ενώπιον μου στοιχείων, σε συνάρτηση με τα όσα επί τον εγγράφων που προσκομίστηκαν αναφέρω πιο πάνω, δεν ισχυροποιούν τους ισχυρισμούς του καθώς αποδίδω σε αυτά τέτοια οριακή βαρύτητα, τέτοια που δεν είναι αρκετή εν προκειμένω για να υπερκερασθεί η τρωθείσα εσωτερική συνοχή και αξιοπιστία του αφηγήματος του αιτητή, λαμβανομένων υπόψη και των αντιφάσεων που προκύπτουν από το περιεχόμενο τους με τα λεγόμενα του κατά τη συνέντευξη αλλά και τις διαθέσιμες πληροφορίες που κάνουν λόγο για ποινική διαδικασία που δεν φαίνεται εδώ να ακολούθησε (σχετικά με τις προσκομισθείσες κλήσεις του αιτητή από τις αρχές).

Σε σχέση με τα ως άνω θα πρέπει να υπομνησθουν και τα εξής.

Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ), στην υπόθεση J. K. κ.α. κατά Σουηδίας, προσφυγή αρ.59166/22, ημ.23/08/16, σκέψη 93, ανέφερε ότι «[λ]όγω της ειδικής κατάστασης στην οποία βρίσκονται συνήθως οι αιτούντες άσυλο, συχνά χρειάζεται να τους παρέχεται το ευεργέτημα της αμφιβολίας κατά την αξιολόγηση της αξιοπιστίας των δηλώσεών τους και των εγγράφων που υποβάλλουν προς υποστήριξή τους. Όμως, όταν παρουσιάζονται πληροφορίες που δημιουργούν ισχυρούς λόγους αμφισβήτησης της αλήθειας των ισχυρισμών ενός αιτούντος άσυλο, ο ενδιαφερόμενος πρέπει να παράσχει ικανοποιητική εξήγηση των προβαλλόμενων ανακριβειών των ισχυρισμών του (βλ. την προαναφερθείσα απόφαση στην υπόθεση F.G. κατά Σουηδίας, παρ. 113, Collins και Akaziebie κατά Σουηδίας (dec.), No. 23944/05, 8 Μαρτίου 2007, και S.H.H. κατά Ηνωμένου Βασιλείου, Νο. 60367/10, παρ. 71, 29 Ιανουαρίου 2013).»

Στο εγχειρίδιο του EASO «Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου», Δικαστική ανάλυση, 2018, σελ.107-108, αναφέρονται τα εξής:

«Το περιεχόμενο, η φύση και ο συντάκτης αφορούν το αν το έγγραφο είναι αξιόπιστο. Ένα έγγραφο μπορεί να είναι γνήσιο, υπό την έννοια ότι πρόκειται όντως για το έγγραφο ως το οποίο υποβάλλεται, αλλά το περιεχόμενό του ενδέχεται να είναι αναξιόπιστο και να μην τεκμηριώνει τις δηλώσεις του αιτούντος. Από την άλλη πλευρά, το γεγονός ότι δεν μπορεί να αποδειχθεί ότι ένα έγγραφο είναι πλαστογραφημένο δεν σημαίνει ότι μπορεί να θεωρηθεί αξιόπιστο μόνο γι’ αυτόν τον λόγο. Το βάρος της απόδειξης της γνησιότητας και της αξιοπιστίας του εγγράφου το φέρει ο αιτών.

Ενδεχομένως να πρέπει να εξεταστούν παράγοντες όπως η εσωτερική συνέπεια, το επίπεδο λεπτομέρειας, η συνέπεια με άλλα αποδεικτικά στοιχεία, και ιδιαίτερα με τις ΠΧΚ, και το αν οι πληροφορίες προέρχονται από άμεση πηγή. Το ίδιο ισχύει και για πτυχές που αφορούν τον συντάκτη, τα προσόντα του, την αξιοπιστία των πληροφοριών στις οποίες βασίζεται το έγγραφο και τον σκοπό για τον οποίο συντάχθηκε.

[…]

Τα έγγραφα πρέπει να υποβάλλονται στον ίδιο βαθμό ελέγχου που υποβάλλονται και οι δηλώσεις του αιτούντος: οι αρχές που εφαρμόζονται στην αξιολόγηση των αποδεικτικών στοιχείων και αναφέρονται στην ενότητα 4.3 ανωτέρω δεν ισχύουν μόνο για τις δηλώσεις, γραπτές ή προφορικές, αλλά και για όλα τα έγγραφα που υποβάλλονται προς στήριξη της αίτησης (324). Τα έγγραφα δεν πρέπει να αξιολογούνται χωριστά, αλλά με βάση το σύνολο των αποδεικτικών στοιχείων. Σε κάθε περίπτωση, πριν από οποιαδήποτε αρνητική διαπίστωση, θα πρέπει να έχει παρασχεθεί στον αιτούντα η κατάλληλη ευκαιρία ώστε να δώσει εξηγήσεις ή να σχολιάσει τις σχετικές ανησυχίες.»

Εν προκειμένω λοιπόν, στη βάση και των ως άνω κατευθυντήριων γραμμών αναφορικά με την αξιολόγηση των στοιχείων που συνθέτουν την υπό κρίση υπόθεση, θεωρώ πως η σημαντικά τρωθείσα εσωτερική συνοχή του αφηγήματος του, η εύλογες αμφιβολίες που προκύπτουν για τη γνησιότητα των εγγράφων που προσκόμισε (το βάρος γνησιότητας το φέρει ο αιτητής, βλ. πιο πάνω απόσπασμα), η απουσία οιασδήποτε εκ μέρους του αιτητή μαρτυρίας ενώπιον μου που θα εξηγούσε τα κενά, ασάφειες και αντιφάσεις που αφορούν τόσο τα λεγόμενα του όσο και τα έγγραφα που προσκομίστηκαν, δεν αφήνει περιθώριο για διαφορετική αντιμετώπιση. Το πολύ χαμηλό μορφωτικό επίπεδο του αιτητή θα μπορούσε να εξηγήσει επιμέρους κενά και ασάφειες στο αφήγημα του, ιδίως σε αναφορικά με τις πολιτικές του κόμματος στο οποίο αναφέρθηκε, την άγνοια του για το όνομα αυτού και το ακρωνύμιο του, όμως δεν θα μπορούσε να εξηγήσει τις καίριες αντιφάσεις που εντοπίστηκαν, τόσο στα λεγόμενα του όσο και σε συνάρτηση με τα προσκομισθέντα έγγραφα, ως ανωτέρω λεπτομερώς καταγράφονται.

Σε σχέση τέλος με το κατά πόσο πηγάζει ή τεκμηριώνεται εκ των αποδεκτών ισχυρισμών του αιτητή, στα πλαίσια μελλοντοστραφούς ελέγχου, κίνδυνος δίωξης ή σοβαρής βλάβης, αξιολογώ ότι, δεδομένου ότι, ως ο ίδιος ο αιτητής ανέφερε, δεν έχει εμπλακεί με κάποια πολιτική ή άλλη δράση στα πλαίσια του αποσχιστικού κινήματος και η συμμετοχή του σε διαδήλωση (ισχυρισμός που σε κάθε περίπτωση δεν έγινε αποδεκτός) ήταν, σύμφωνα με τα λεγόμενα του, συγκυριακός, δεν τίθεται τέτοιο ζήτημα.

Ενόψει των ανωτέρω παραμένει η αποτίμηση της γενικής κατάστασης ασφαλείας στον τόπο διαμονής του αιτητή (Kumba).

Σε σχέση με τις επικρατούσες συνθήκες στον τόπο διαμονής, κατόπιν σχετικής έρευνας διαπιστώνεται ότι η έκθεση του OCHA τον Μάρτιο του 2023 αναφέρει ότι τον Ιανουάριο του 2023, η κατάσταση στις βορειοδυτικές και νοτιοδυτικές περιοχές (NWSW) παρέμεινε τεταμένη, με συνεχιζόμενη βία και στοχευμένες επιθέσεις. Οι ένοπλες αντιπαραθέσεις και η αυξημένη χρήση αυτοσχέδιων εκρηκτικών μηχανισμών (IED) συνέχισαν να οδηγούν στον θάνατο, τον τραυματισμό και τον εκτοπισμό αμάχων. Περισσότεροι από 15.130 άνθρωποι εκτοπίστηκαν από τους τόπους καταγωγής τους λόγω βίας και στοχευμένων επιθέσεων. Οι περισσότερες από τις τρέχουσες μετατοπίσεις εντός του NWSW είναι εκκρεμείς, με την πλειοψηφία των εκτοπισμένων να επιστρέφουν στον τόπο προέλευσης μόλις το επιτρέψει η κατάσταση ασφαλείας. Οι περιοχές που επηρεάζονται περισσότερο από αυτές τις μετατοπίσεις περιλαμβάνουν τα τμήματα Manyu και Meme στα ΝΔ, και τα τμήματα Menchum, Momo και Mezam στα ΒΔ. [10]

Παράλληλα, έκθεση της Unicef το Φεβρουάριο του 2023 αναφέρει ότι εννέα στις δέκα περιοχές του Καμερούν πλήττονται από περιστατικά ασφαλείας που κυμαίνονται από επιθέσεις από ένοπλες ομάδες έως διακοινοτική βία που προκαλείται από την κλιματική αλλαγή και τις εισροές προσφύγων. Συνολικά, 3,9 εκατομμύρια χρειάζονται ανθρωπιστική βοήθεια, συμπεριλαμβανομένων 2,3 εκατομμυρίων παιδιών. Η κατάσταση ασφαλείας στα βορειοδυτικά και νοτιοδυτικά (ΒΔ/ΝΔ) παρέμεινε σε μεγάλο βαθμό αμετάβλητη το 2022. Από τις 14 Δεκεμβρίου 2022, συνέβησαν συνολικά 1765 περιστατικά ασφαλείας και κρατικές δυνάμεις ασφαλείας και μη κρατικές ένοπλες ομάδες (NSAGs) συνέχισαν να εμπλέκονται σε μάχες. [11]

Βάσει στοιχείων από το ACLED, για την περίοδο 28/04/22 με 28/04/23 στην περιοχή του Νοτιοδυτικό (SW) Καμερούν αναφέρθηκαν 98 περιστατικά ασφαλείας τα οποία επέφεραν 160 θανάτους. Σε αυτά περιλαμβάνονται 29 μάχες (50 θάνατοι),  60 περιστατικά βίας κατά αμάχων (99 θάνατοι), 1 περιστατικό εκρήξεως/απομακρυσμένης βίας (1 θάνατος) και 8 εξεγέρσεις (10 θάνατοι), ενώ δεν αναφέρθηκαν περιστατικά διαμαρτυριών.

Αναφορικά με τη γενική κατάσταση ασφαλείας της ευρύτερης περιοχής του Νοτιοδυτικού Καμερούν [12], σε επικαιροποιημένη αναφορά του ACLED καταγράφεται ότι σε διάστημα ενός έτους από 12/04/23 έως 12/04/24, καταγράφηκαν 725 περιστατικά ασφαλείας και προέκυψαν εξ αυτών 655 θάνατοι. Στην πόλη Kumba πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με την ίδια βάση δεδομένων σημειώθηκαν 25 περιστατικά ασφαλείας τα οποία οδήγησαν σε 10 απώλειες ανθρώπινων ζωών. Εξ αυτών τα 5 συνίσταντο σε μάχες, το 1 σε εξέγερση και τα 19 σε βία κατά αμάχων.[13]

Σημειώνεται ότι o πληθυσμός της περιφέρειας South West για το 2015 ανήλθε περί το 1 ½ εκατομμύριο [14] και της Kumba εκτιμάται ότι ανέρχεται για το 2024 περί τις 400.000. [15]

Εκ των ως άνω στοιχείων δεν θεωρώ ότι καταδεικνύεται εδώ εύλογη πιθανότητα ο αιτητής να αντιμετωπίσει κατά την επιστροφή του στον τόπο διαμονής του κίνδυνο σοβαρής βλάβης (με την έννοια του αρ.19 (2) (γ) του Νόμου), καθότι η συχνότητα περιστατικών ασφαλείας στην Kumba όπου διέμενε (και διαμένει μέχρι σήμερα η οικογένεια του) δεν είναι τέτοιας έντασης ώστε να θεωρείται ότι διατρέχει κίνδυνο εξαιτίας και μόνο της παρουσίας του στην περιοχή. Δεν μπορώ δε να εντοπίσω ιδιαίτερες περιστάσεις που επιτείνουν τον κίνδυνο ειδικώς για τον αιτητή στη βάση της «αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας» [16] (βλ. απόφαση ΔΕΕ, ημ.10/06/21, C-901/19, CF and DN), δεδομένου ότι ο ισχυρισμός του περί διώξεως του από τις αρχές δεν έχει γίνει αποδεκτός. Άλλωστε, ως ο ίδιος ο αιτητής ανέφερε (ερ.43), η οικογένεια του ζει έκτοτε εκεί, χωρίς να αντιμετωπίσει κάποιο πρόβλημα («they are ok»).

Αξίζει τέλος να σημειωθεί ότι οι όποιες αναφορές της συνηγόρου του αιτητή περί άλλης κατάληξης των καθ’ ων η αίτηση επί της κατάστασης ασφαλείας στην περιοχή, στα πλαίσια εξέτασης άλλης αιτήσεως, δεν μπορεί βεβαίως να εξεταστεί, δεδομένου του ότι αφορά άλλη διαδικασία και σε κάθε περίπτωση εκφεύγει των εδώ επίδικων θεμάτων.

Έπεται λοιπόν ότι δεν τεκμηριώνεται βάσιμος φόβος «καταδίωξης του [αιτητή] για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων» αλλά και ότι δεν υφίστανται στην προκείμενη περίπτωση «ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη», ως αμφότερες αυτές οι έννοιες ορίζονται στα άρθρα 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 (Ν. 6(I)/2000) αντίστοιχα. 

Για τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με έξοδα €1000 υπέρ των καθ’ ων η αίτηση.

 

Α. Χριστοφόρου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.



[1] Cameroon: Notices to appear issued by the General Delegation for National Security (Délégation générale à la Sûreté nationale, DGSN), including the issuing procedure; the content and appearance of the notices to appear, and whether it is the same at all police stations in the country; possibility of obtaining a fraudulent notice to appear (2012-October 2013), IRB – Immigration and Refugee Board of Canada (Author), https://www.ecoi.net/en/document/1110615.html

[2]  Information on the notification system of wanted notices in

Cameroon, EASO, COI QUERY, 14/06/18, https://coi.euaa.europa.eu/administration/easo/PLib/EASO_COI_QUERY_CAMEROON_85.pdf

[3] Amnesty International (AI), Human Rights in Africa: Review of 2019 - Cameroon [AFR 01/1352/2020], 08 April 2020, available at: https://www.ecoi.net/en/document/2028266.html ; Human Rights Watch (HRW), World Report 2021 – Cameroon (Events of 2020), 13 January 2021, available at: https://www.ecoi.net/en/document/2043533.html (accessed on 05/08/2022)

[4] United Nations Economic and Social Council, Concluding observations on the fourth periodic report of Cameroon, E/C.12/CMR/CO/4, para. 4, 25 March 2019, available at: https://tbinternet.ohchr.org/_layouts/15/treatybodyexternal/Download.aspx?symbolno=E/C.12/CMR/CO/4&Lang=En

[5] Human Rights Watch (HRW), World Report 2021 – Cameroon (Events of 2020), 13 January 2021, available at:  https://www.ecoi.net/en/document/2043533.html; Amnesty International (AI), Human Rights in Africa: Review of 2019 - Cameroon [AFR 01/1352/2020], 08 April 2020, available at: https://www.ecoi.net/en/document/2028266.html (accessed on 11/08/2021)

[5] United Nations Office for the Coordination of Humanitarian Affairs (UN OCHA), Cameroon Humanitarian Needs Overview 2020 (revised June 2020), p. 9, June 2020, available at:  https://www.ecoi.net/en/file/local/2039302/cmr_hno_2020-revised_25062020_print.pdf

[6] United Nations Office for the Coordination of Humanitarian Affairs (UN OCHA), Cameroon Humanitarian Needs Overview 2020 (revised June 2020), p. 9, June 2020, available at:  https://www.ecoi.net/en/file/local/2039302/cmr_hno_2020-revised_25062020_print.pdf (accessed on 05/08/2022)

[7] EASO, COI QUERY «Latest developments on security situation in Anglophone region between 1 January 2020 and 31 May 2021», σελ.8, available at: https://euaa.europa.eu/

[8] United Nations Office for the Coordination of Humanitarian Affairs (UN OCHA), Cameroon Humanitarian Needs Overview 2020 (revised June 2020), pp. 41-42, June 2020, available at:https://www.ecoi.net/en/file/local/2039302/cmr_hno_2020-revised_25062020_print.pdf (accessed on 05/08/2022)

[9] EASO, COI QUERY, EASO, COI QUERY «Information on exit procedures at airports, in particular Douala airport, for individuals with existing arrest warrants; prevalence of corruption among border officials and the police», 19/12/23

[10] Relief Web, Cameroon: Situation Report, 15 March 2023, διαθέσιμο σε https://reliefweb.int/report/cameroon/cameroon-situation-report-15-march-2023,  [ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 12/05/2023]

[11] Unicef, Humanitarian Situation Report No 4, Cameroon, διαθέσιμο σε https://reliefweb.int/report/cameroon/unicef-cameroon-humanitarian-situation-report-no-4-1-january-31-december-2022-2-february-2023, ,  [ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 12/05/2023]

[12] https://www.mindat.org/feature-2229752.html

[13] https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard

(βλ. Πλατφόρμα Dashboard, με στοιχεία ανάλυσης ως εξής: ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: 12/04/2023-12/04/2024, ΤΥΠΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: Battles / Violence against civilians / Explosions - Remote violence/ Riots και ΠΕΡΙΟΧΗ: Middle AfricaCameroonSud-Ouest (Kumba)

[14]https://en.wikipedia.org/wiki/Southwest_Region_(Cameroon)

[15] https://en.wikipedia.org/wiki/Kumba

[16] Εγχειρίδιο EASO, Άρθρο 15 στοιχείο γ) της οδηγίας για τις ελάχιστες απαιτήσεις ασύλου (2011/95/ΕΕ) Δικαστική ανάλυση, σελ.26-28, διαθέσιμο εδώ: https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/Article-15c-QD_a-judicial-analysis-EL.pdf


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο