ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υποθ. Αρ.: 2450/2023

 

15 Απριλίου 2024

[Β. ΚΟΥΡΟΥΖΙΔΟΥ-KΑΡΛΕΤΤΙΔΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με τάρθρο 146 του Συντάγματος

 Μεταξύ:

C.C.I.  από τη Νιγηρία

Αιτητής

-και- 

Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω του Διευθυντή της Υπηρεσίας Ασύλου

 

Καθ' ων η Αίτηση

 

Ρ. Μαλεκκίδου (κα), Δικηγόροι για τον Αιτητή.

Μ. Βασιλείου (κα) για Π. Βρυωνίδου, Δικηγόρος για τους Καθ' ων η Αίτηση.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση ημερομηνίας 30/06/2023, η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 12/07/2023 και με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για παροχή διεθνούς προστασίας καθότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του περί Προσφύγων Νόμου 6(Ι)/2000 είναι παράνομη, άκυρη, αντισυνταγματική, στερείται κάθε νόμιμου αποτελέσματος, είναι αποτέλεσμα πλάνης και κακής εφαρμογής του νόμου. Περαιτέρω αιτείται παροχής διεθνούς προστασίας από το παρόν Δικαστήριο.

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Σύμφωνα με τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου που βρίσκονται ενώπιον μου, ο Αιτητής είναι υπήκοος Νιγηρίας και στις 06/04/2022 υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας, αφού προηγουμένως εισήλθε παράνομα στη Δημοκρατία, μέσω των μη ελεγχόμενων από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχών, κατέχοντας φοιτητική άδεια στις 20/02/2022. Στις 22/06/2023 διεξήχθη συνέντευξη στον Αιτητή από  αρμόδιο λειτουργό του European Union Agency for Asylum (EUAA). Στις 28/06/2023 υποβλήθηκε Έκθεση-Εισήγηση από τον αρμόδιο λειτουργό προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου με την εισήγηση όπως απορριφθεί το αίτημα του Αιτητή. Στις 30/06/2023 η δεόντως εξουσιοδοτημένη από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός, ενέκρινε την πιο πάνω Έκθεση-Εισήγηση αποφασίζοντας  την απόρριψη της αίτησης διεθνούς προστασίας του Αιτητή και εξέδωσε απόφαση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του με αναστολή έως την άπρακτη πάροδο της προθεσμίας για καταχώριση προσφυγής ή έως την έκδοση πρωτόδικης απόφασης. Στις 12/07/2023 εκδόθηκε απορριπτική του αιτήματος του Αιτητή  επιστολή από την Υπηρεσία Ασύλου συνοδευόμενη από αιτιολόγηση της απόφασής της, η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή  αυθημερόν. Στις 28/07/2023 ο Αιτητής καταχώρισε την παρούσα προσφυγή με την οποία ζητά την ακύρωση της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου.

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Ο Αιτητής, δια της δικηγόρου του, προβάλει  διάφορους νομικούς ισχυρισμούς προς υποστήριξη του αιτήματος για ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης, οι οποίοι τίθενται με γενικότητα και χωρίς να συναρτώνται με τα επίδικα γεγονότα, και οι περισσότεροι εκ των οποίων δεν προωθούνται με τη Γραπτή Αγόρευση. Κατά τη Γραπτή της Αγόρευση, η συνήγορος του Αιτητή προβάλλει ότι η προσβαλλόμενη πράξη ελήφθη χωρίς δέουσα έρευνα και ότι είναι αναιτιολόγητη.

Η δικηγόρος των Καθ' ων η Αίτηση, με τη Γραπτή της Αγόρευση, αιτείται την απόρριψη του συνόλου των ισχυρισμών που προβάλλονται με γενικότητα λόγω παραβίασης του άρθρου 7 του Κανονισμού του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962. Παράλληλα, αντιτείνει ότι η επίδικη απόφαση έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος και των Νόμων, μετά από δέουσα έρευνα και σωστή ενάσκηση των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στους Καθ' ων η αίτηση και αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης και ότι η επίδικη απόφαση είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη. Τέλος, η συνήγορος των Καθ’ ων η αίτηση ισχυρίζεται ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποσείσει το βάρος απόδειξης το οποίο φέρει από το νόμο.

Κατά το στάδιο των Διευκρινίσεων, ημερομηνίας 09/01/2024 οι διάδικοι υιοθέτησαν  τα όσα προβάλλονται  με τα δικόγραφά και τις γραπτές του αγορεύσεις τους .

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

Καταρχάς πρέπει να λεχθεί ότι οι λόγοι ακύρωσης είναι με γενικότητα και αοριστία που εγείρονται στην παρούσα αίτηση.  Η απλή καταγραφή κατά ιδιαίτερο συνοπτικό τρόπο στους λόγους ακύρωσης της νομικής βάσης της προσφυγής δεν ικανοποιεί την επιτακτική ανάγκη του Καν. 7 του Ανωτάτου Συνταγματικού Διαδικαστικού Κανονισμού του 1962, όπως οι νομικοί λόγοι αναφέρονται πλήρως.  

Οι ισχυρισμοί για την ακύρωση μιας διοικητικής απόφασης πρέπει να είναι συγκεκριμένοι και να εξειδικεύουν ποια νομοθετική πρόνοια ή αρχή διοικητικού δικαίου παραβιάζεται. Όπως έχει τονισθεί στην υπόθεση Latomia Estate Ltd. v. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672: «Η αιτιολόγηση των νομικών σημείων πάνω στα οποία βασίζεται μια προσφυγή είναι απαραίτητη για την εξέταση από ένα Διοικητικό Δικαστήριο των λόγων που προσβάλλουν τη νομιμότητα μιας διοικητικής πράξης».

Περαιτέρω δεν αρκεί η παράθεση των συγκεκριμένων διατάξεων της νομοθεσίας που κατ' ισχυρισμόν παραβιάζει η προσβαλλόμενη πράξη, αλλά θα πρέπει επίσης τα επικαλούμενα νομικά σημεία να αιτιολογούνται πλήρως.  Οποιαδήποτε αοριστία ή ασάφεια σε σχέση με αυτά μπορεί να έχει ως συνέπεια την απόρριψη της προσφυγής. (βλ. Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 AΑΔ 598).

Επίσης είναι πλειστάκις νομολογημένο ότι, λόγοι ακύρωσης που δεν εγεί­ρονται στο δικόγραφο της προσφυγής δεν μπορούν να εξεταστούν με το να εγείρονται για πρώτη φορά στις γραπτές αγορεύσεις. Σχετικό είναι η  απόφαση της Ολομέλειας στη Φλωρεντία Πετρίδου ν. Επιτρο­πής Δημόσιας Υπηρεσίας, (2004) 3 Α.Α.Δ. 636 . Σχετική είναι και  η υπόθεση Σπύρου και Άλλων ν. Δημοκρατίας, Προσφ. 571/94 κ.α., ημερ. 22.11.1995, στη σελ. 4

Οι αγορεύσεις αποτελούν τη μόνη μέθοδο ανάπτυξης των λόγων ακύρωσης ή ισχυρισμών που ήδη προσβλήθηκαν με το δικόγραφο της προσφυγής.

Σύμφωνα με την  Μαραγκός ν. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 671 : «Για να καταστεί το θέμα επίδικο, πρέπει αυτό να εγείρεται σύμφωνα με τις δικονομικές διατάξεις και να αποφασίζεται ύστερα από εξαντλητική επιχειρηματολογία.»

«Η αγόρευση αποτελεί το μέσο για την έκθεση της επιχειρηματολογίας υπέρ της αποδοχής των λόγων ακύρωσης και όχι υποκατάστατο της στοιχειοθέτησής τους. Βλ. Παπαδοπούλας ν. Ιωσηφίδη κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 601 και Λεωφορεία Λευκωσίας Λτδ ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 56

Η συνήγορος του Αιτητή γενικά και αόριστα παραθέτει τα νομικά σημεία στην αγόρευσή της και επικαλείται παραβιάσεις του  περί Προσφύγων Νόμου και των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου ωστόσο ελλείπει οποιαδήποτε επιχειρηματολογία υπέρ της αποδοχής των λόγων ακύρωσης. Εκλείπει δε και η υπαγωγή των πραγματικών γεγονότων στους λόγους ακύρωσης που κατ' ισχυρισμό παραβιάζονται. 

Τα όσα επομένως πιο κάτω εξετάζονται και  αποφασίζονται τελούν υπό την πιο πάνω τοποθέτηση.

Αναφορικά με τον ισχυρισμό ότι δεν έγινε επαρκής ή δέουσα έρευνα κρίνω ότι δεν ευσταθεί και απορρίπτεται για τους λόγους που αναφέρονται πιο κάτω.

Όπως έχει πλειστάκις νομολογηθεί  η έκταση, ο τρόπος και η διαδικασία που ακολουθείται κατά τη διενέργεια της έρευνας, ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια της διοίκησης.

Περαιτέρω, η έρευνα είναι επαρκής εφόσον εκτείνεται στη διερεύνηση κάθε γεγονότος που σχετίζεται με το θέμα που εξετάζεται. Το κριτήριο για την πληρότητα της έρευνας έγκειται στη συλλογή και τη διερεύνηση των ουσιωδών στοιχείων τα οποία παρέχουν ασφαλή συμπεράσματα (Βλ. Δημοκρατία ν. Κοινότητας Πυργών κ.α., Α.Ε. 1518/1.11.96, Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας ν. Ζάμπογλου, Α.Ε. 1575/14.7.97A.Ε.2371, Motorways Ltd ν Δημοκρατίας ημερ. 25/6/99).

Το Δικαστήριο στα πλαίσια ελέγχου της επίδικης προσβαλλόμενης απόφασης εξετάζει κατά πόσο το αρμόδιο όργανο ερεύνησε όλα εκείνα τα στοιχεία που όφειλε να ερευνήσει και να συνεκτιμήσει για να καταλήξει στην απόφασή του σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου. Η έρευνα θεωρείται πλήρης όταν το διοικητικό όργανο συλλέξει και εξετάσει όλα τα ουσιώδη στοιχεία μιας υπόθεσης ώστε να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα. Το είδος και η έκταση της έρευνας εναπόκεινται στη διακριτική ευχέρεια του εν λόγω αποφασίζοντος διοικητικού οργάνου και διαφέρουν κατά περίπτωση (Βλ. απόφαση αρ. 128/2008 JAMAL KAROU v Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 1 Φεβρουάριου 2010).

Περαιτέρω, όπως εξηγήθηκε στην υπόθεση Πολυξένη Γεωργίου ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 606/91, ημερομηνίας 22.9.92, στις σελ. 2-3: «Το τι αποτελεί επαρκή έρευνα, εξαρτάται από τα γεγονότα και περιστατικά της κάθε υπόθεσης (KNAI ν. THE REPUBLIC OF CYPRUS (1987) 3 CLR 1534). Η έκταση της έρευνας  που ένα διοικητικό όργανο διεξάγει για τη λήψη απόφασης εξαρτάται από τα γεγονότα της κάθε υπόθεσης (Κυπριακή Δημοκρατία ν. Ανδρέα Γιαλλουρίδη κ.α., Αναθεωρητικές Εφέσεις 868 και 869, ημερομηνίας 13.12.90).».

Όπως καταδεικνύεται από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου, οι Καθ' ων η αίτηση ενήργησαν σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου και εξέτασαν όλα τα ουσιώδη στοιχεία που είχαν ενώπιον τους. Ειδικότερα, στην αρχή της συνέντευξης του, ο Αιτητής, αφού ενημερώθηκε για τη διαδικασία και τα δικαιώματά του, επιβεβαίωσε ότι βρίσκεται σε καλή κατάσταση και ότι μπορεί να απαντήσει, ως επίσης ότι δεν έχει οποιεσδήποτε απορίες σχετικά με τη διαδικασία.

Όπως διαφαίνεται από τα στοιχεία τα οποία εμπεριέχονται στον διοικητικό φάκελο, ο αρμόδιος λειτουργός προέβη σε ενδελεχή εξέταση του αιτήματος του Αιτητή για παροχή διεθνούς προστασίας, καθώς και όλων των στοιχείων που είχε ενώπιον του, ενώ εξάντλησε κατά τη συνέντευξη με τον Αιτητή όλες τις πτυχές των ισχυρισμών του και εν τέλει εκεί όπου θεώρησε σκόπιμο προέβη σε περαιτέρω ανάλυση των δεδομένων μέσω έρευνας σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης.

Όσον αφορά τον ισχυρισμό του συνηγόρου του Αιτητή ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν είναι δεόντως αιτιολογημένη, αυτός απορρίπτεται αφού η αιτιολογία της προσβαλλόμενης απόφασης εμφαίνεται στο κείμενο της απόφασης των Καθ' ων η Αίτηση, το οποίο κοινοποιήθηκε στον Αιτητή, μαζί με την απορριπτική επιστολή της Υπηρεσίας Ασύλου και συμπληρώνεται από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου. Στο κείμενο της προσβαλλόμενης απόφασης αναφέρονται με λεπτομέρεια οι ισχυρισμοί του Αιτητή και αξιολογείται όλη η διαδικασία που ακολουθήθηκε από την Υπηρεσία Ασύλου και καταγράφονται εκτενώς οι λόγοι που οδήγησαν τους Καθ' ων η Αίτηση στην απόρριψη του αιτήματός του.

Όπως έχει διατυπωθεί και νομολογιακά, η αιτιολόγηση των αποφάσεων της διοίκησης είναι επιβεβλημένη ώστε να επιτρέπεται ο δικαστικός έλεγχος της νομιμότητάς τους, αλλά και για να παρέχεται η δυνατότητα να αντιληφθεί το Δικαστήριο σε ποια στοιχεία στηρίχθηκε το αρμόδιο όργανο για να καταλήξει στην απόφασή του (Γρηγορόπουλος κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, (1997) 4 ΑΑΔ 1414).  Μέσα από την αιτιολογία του οργάνου θα πρέπει να διαφαίνεται ο συλλογισμός του, ο οποίος οδήγησε στην προσβαλλόμενη απόφαση ή τουλάχιστον να υπάρχουν στοιχεία στον φάκελο της υπόθεσης που να μπορούν να συμπληρώσουν την αιτιολογία της απόφασης του αρμόδιου οργάνου (βλ. άρθρο 29 του Ν. 158 (Ι)/1999, Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου κ.α. ν Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1171 και Διογένους ν. Δημοκρατίας (1999) 4 Α.Α.Δ., 371 Στέφανος Φράγκου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, (1998) 3 ΑΑΔ 270).»

Έχω εξετάσει την προσβαλλόμενη απόφαση υπό το πρίσμα όλων των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, κυρίως των όσων ο Αιτητής δήλωσε τόσο με την υποβολή της αίτησης διεθνούς προστασίας, όσο και κατά τη διάρκεια της προφορικής του συνέντευξης ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου, αλλά και όσων προβάλλει με την παρούσα προσφυγή.

Ειδικότερα, ο Αιτητής είναι ενήλικος υπήκοος Νιγηρίας. Υπέβαλε αίτηση για παροχή διεθνούς προστασίας στις 06/04/2022. Κατά την υποβολή της αίτησής του για παραχώρηση διεθνούς προστασίας, ο Αιτητής δήλωσε  πως αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του γιατί ενώ είχε αποφασίσει να εργαστεί σε μία μεταφορική γραμμή ώστε να μαζέψει χρήματα για τις σπουδές του δέχθηκε απειλές από μία ομάδα αγοριών με την οποία αντιμετώπιζε προβλήματα η εν λόγο μεταφορική γραμμή. Ο αδελφός του πρότεινε να μεταβεί σε μία άλλη χώρα όπου θα είχε τη δυνατότητα να συνεχίσει τις σπουδές του, η οποία ήταν οι κατεχώμενες από την Τουρκία και μη ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές, αλλά ο ίδιος στη συνέχεια όταν απογοητεύτηκε από οικονομικής απόψεως αποφάσισε να μεταβεί στην Κυπριακή Δημοκρατία αντί να επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του (ερυθρό 1 του διοικητικού φακέλου).

 

Κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του, ο Αιτητής δήλωσε ότι γεννήθηκε και έζησε μέχρι την αναχώρησή του από τη χώρα καταγωγής του στην πόλη Ukehe, της πολιτείας Enugu στην Νιγηρία (ερυθρό 34 – 1Χ του διοικητικού φακέλου).  Ο Αιτητής ανήκει στην φυλή Igbo (ερυθρό 36 – 1Χ του διοικητικού φακέλου) και ομιλεί Igbo και Αγγλικά (ερυθρό 35 – 1Χ του διοικητικού φακέλου). Ολοκλήρωσε την δευτεροβάθμια εκπαίδευση στην χώρα καταγωγής του από όπου αποφοίτησε το 2015 (ερυθρό 36 – 1Χ του διοικητικού φακέλου). Σε ερώτηση του λειτουργού για ποιο λόγο δε συνέχισε τις σπουδές του ανέφερε ότι αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο αφίχθηκε στην Κύπρο ωστόσο απογοητεύθηκε από την οικονομική κατάσταση στις μη ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές (ερυθρό 35 – 1Χ του διοικητικού φακέλου). Η εργασία του Αιτητή ήταν στον τομέα των μεταφορών και ο ίδιος ανέφερε ότι πραγματοποιούσε μεταφορές με το προσωπικό του αυτοκίνητο και με αυτό τον τρόπο προσπαθούσε να επιβιώσει (ερυθρό 35 – 2Χ του διοικητικού φακέλου). Ο Αιτητής δήλωσε ότι είναι άγαμος και άτεκνος και ότι έχει 5 αδέλφια από τα οποία ο ίδιος είναι ο νεότερος ερυθρό 34 – 2Χ & 33 του διοικητικού φακέλου). Ο Αιτητής αναχώρησε από την Νιγηρία μέσω του αεροδρομίου της Abudja και αφού διήλθε την Κωνσταντινούπολη, μετέβη με φοιτητική ιδιότητα στις μη ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές (ερυθρό 32 – 1Χ του διοικητικού φακέλου).

 

Αναφορικά με τους λόγους που εγκατέλειψε τη Νιγηρία, ο Αιτητής δήλωσε, κατά τη διάρκεια της ελεύθερης αφήγησής του, ότι, αφού αποφοίτησε από τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, αποφάσισε να εργαστεί σε μία μεταφορική γραμμή για να αποταμιεύσει χρήματα και κατά τη διάρκεια αυτής της εργασίας του δέχθηκε απειλές από μία ομάδα αγοριών. Ως εκ τούτων διαπίστωσε ότι δεν είναι ασφαλές για τον ίδιο να παραμένει στη χώρα καταγωγής του με αποτέλεσμα να αναχωρήσει με απόφαση του αδελφού του ώστε να σπουδάσει με ασφάλεια (ερυθρό 31 – 1Χ του διοικητικού φακέλου). Ο Αιτητής δήλωσε ότι να εργάζεται ως ανωτέρω το 2017 (ερυθρό 31 – 1Χ του διοικητικού φακέλου).

 

Εν συνεχεία, στο στάδιο των διευκρινιστικών ερωτήσεων ο λειτουργός επεσήμανε στον Αιτητή ότι παρά το ότι προγενέστερα ανέφερε πως το 2017 ξεκίνησε να εργάζεται, εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του το έτος 2022. Ο Αιτητής ως προς τούτο ανέφερε ότι επρόκειτο για ένα οργανισμό μεταφορών ο οποίος ονομαζόταν Odo Ozor με την οποία συνεργαζόταν και δήλωσε ότι το 2018 είχε πρόβλημα με την προαναφερθείσα ομάδα διότι έπρεπε να πληρώνει ένα φόρο ανά πελάτη που εξυπηρετούσε και η εν λόγω ομάδα δεν ήταν ευχαριστημένη μαζί του. Ως αποτέλεσμα αποφάσισε να επιστρέψει στις σπουδές του (ερυθρό 31 – 1Χ & 30 – 1Χ του διοικητικού φακέλου). Σε σχετικές ερωτήσεις του λειτουργού ο Αιτητής ανέφερε πως το μόνο περιστατικό το οποίο έλαβε ποτέ χώρα ήταν το 2018 και πως το 2022 εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής για να σπουδάσει (ερυθρό 30 – 1Χ-2Χ του διοικητικού φακέλου). Στη συνέχεια όταν του ζητήθηκε από το λειτουργό να διευκρινίσει το λόγο για τον οποίο εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του δήλωσε πως το έπραξε εξαιτίας της απειλής που είχε προαναφέρει και επιβεβαίωσε ότι ο λόγος που εγκατέλειψε τη Νιγηρία ήταν διότι δέχθηκε απειλές επειδή δεν είχε καταβάλλει κάποιους φόρους το 2018, ενώ ανέφερε πως κανένα άλλο περιστατικό δεν συνέβη στον Αιτητή (ερυθρό 30 – 2Χ του διοικητικού φακέλου). Αναφορικά με τις απειλές δήλωσε ότι του ανέφεραν πως δεν είχαν τελειώσει μαζί του τον Δεκέμβριο του 2021 (ερυθρό 30 – 2Χ του διοικητικού φακέλου). Έπειτα των ανωτέρω δηλώσεων ο λειτουργός κάλεσε τον Αιτητή να διευκρινίσει σχετικώς καθότι προηγουμένως είχε δηλώσει πως δεν υπήρξε έτερο περιστατικό πέραν εκείνου του 2018 και ο τελευταίος δήλωσε ότι το 2018 του είχαν ασκήσει βία ενώ το 2021 επρόκειτο μόνο για δια του λόγου απειλές (ερυθρό 30 – 2Χ του διοικητικού φακέλου). Σε περίπτωση επιστροφής του Αιτητή στη χώρα καταγωγής του ο Αιτητής ανέφερε ότι θεωρεί πως θα τον σκοτώσουν μέλη της εν λόγω ομάδας, ωστόσο ανέφερε ότι δε γνωρίζει τα σχέδια τους και πως μετά την αναχώρησή του δεν έχει συμβεί οτιδήποτε ακριβώς επειδή απουσιάζει από τη χώρα (ερυθρό 30 – 2Χ & 29 – 1Χ του διοικητικού φακέλου). Σχετικά με την καταγγελία στην αστυνομία ο Αιτητής ανέφερε ότι μετέβη στον αστυνομικό σταθμό στο Enugu αλλά ανέφερε ότι είναι γνωστό πως δεν κάνουν οτιδήποτε και παράλληλα δήλωσε ότι δεν έχει κανένα να τον προστατέψει στη χώρα καταγωγής του (ερυθρό 29 -1Χ του διοικητικού φακέλου).

 

Αναφορικά με την εργασία του ζητήθηκε από τον Αιτητή να διευκρινίσει γιατί όφειλε να καταβάλλει φόρους εφόσον ως είχε προαναφέρει δεν εργαζόταν για κάποιον αλλά εργαζόταν μόνος του και εκείνος δήλωσε ότι δεν εργαζόταν για εκείνους απλώς τους κατέβαλε τους εν λόγω φόρους (ερυθρό 29 – 1Χ του διοικητικού φακέλου). Ακολούθως, δήλωσε ότι το μόνο που όφειλε να πράξει ώστε να ασκεί το συγκεκριμένο επάγγελμα ήταν να εγγραφεί στον προαναφερθέντα οργανισμό μεταφορών και αφ’ ης στιγμής ο ίδιος διέθετε αυτοκίνητο αποφάσισε να εγγραφεί σε αυτόν ώστε να εργάζεται (ερυθρό 29 – 1Χ του διοικητικού φακέλου). Όσον αφορά τον εν λόγω οργανισμό ο λειτουργός επεσήμανε στον Αιτητή ότι δεν μπόρεσε να εντοπίσει την ύπαρξή του διαδικτυακά και ο Αιτητής ανέφερε ότι είναι νόμιμος αλλά δε γνωρίζει αν είναι καταγεγραμμένος στην κυβέρνηση (ερυθρό 28 – 1Χ του διοικητικού φακέλου). Eπιπρόσθετα, ο Αιτητής ανέφερε ότι είχε συζητήσει με άλλα μέλη του οργανισμού την προσωπική του εμπειρία ωστόσο δε γνώριζε αν έχουν δεχθεί απειλές (ερυθρό 28 – 1Χ & 27 – 1Χ του διοικητικού φακέλου).

 

Αναφορικά με το συμβάν που διαδραματίστηκε το 2018 ο Αιτητής ανέφερε πως μετέφερε κάποιους πελάτες με το αυτοκίνητό του, εκείνοι τον είδαν όταν πέρασε από τη στάση λεωφορείου όπου πραγματοποιούσαν μία συνάντηση, τον ακολούθησαν με τον αυτοκίνητό τους και όταν ο Αιτητής έφτασε στον προορισμό των πελατών τον χτύπησαν στο πίσω μέρος του οχήματος ενώ οι πελάτες βρίσκονταν ακόμα εντός του (ερυθρό 27 – 1Χ του διοικητικού φακέλου). Επίσης, ο Αιτητής σε σχετική ερώτηση του λειτουργού ανέφερε ότι αυτοί τον ενημέρωσαν πως θα του αποκαταστήσουν τη ζημιά ωστόσο δεν το έπραξαν (ερυθρό 27 – 1Χ του διοικητικού φακέλου). Με βάση την ως άνω δήλωση του Αιτητή ο λειτουργός του επεσήμανε ότι η εξιστόρησή του αφορά  σε ατύχημα και όχι σε απειλή και ο Αιτητής απάντησε ότι τον είχαν ήδη απειλήσει (ερυθρό 27 – 1Χ του διοικητικού φακέλου). Ζητήθηκε από τον Αιτητή να αναφέρει για ποιο λόγο δεν είχε αναφέρει ότι οι απειλές προϋπήρχαν αυτού του περιστατικού από το έτος 2017 όταν εγγράφηκε ως οδηγός, ο Αιτητής δεν έδωσε οιανδήποτε εξήγηση και απάντησε «Ah» (ερυθρό 27 – 1Χ του διοικητικού φακέλου). Ο Αιτητής απαντώντας σε σχετικές ερωτήσεις του λειτουργού ανέφερε ότι κατέβαλλε τους εν λόγω φόρους πάντα και πριν αλλά και μετά το πιο πάνω περιστατικό, δεν έχει καμία οφειλή απέναντί τους και πως ο λόγος για τον οποίο λάμβανε τις απειλές ήταν επειδή ένιωθαν προσβεβλημένοι (ερυθρό 26 – 1Χ του διοικητικού φακέλου). Επίσης, δήλωσε ότι ο ίδιος δεν ήταν ευχαριστημένος μαζί τους και πως εργάστηκε μαζί τους για 4 έτη καθότι είχα ανάγκη τα χρήματα και δεν είχε άλλη επιλογή (ερυθρό 26 – 1Χ του διοικητικού φακέλου). Όταν ο λειτουργός του επεσήμανε πως όλα όσα ανέφερε δεν παραπέμπουν σε απειλή αλλά στο γεγονός ότι ο ίδιος δεν ήταν ικανοποιημένος από τη συνεργασία τους ο Αιτητής ανέφερε πως πρόκειται για απειλή καθότι όταν τον χτύπησαν θα μπορούσαν να τον είχαν σκοτώσει, ενώ επεσήμανε ότι τον απειλούσαν σε καθημερινή βάση και σταματούσαν αν κάποιος συνέχιζε να παραπονιέται ή αν έκανε καταγγελία στην αστυνομία (ερυθρό 26 – 1Χ του διοικητικού φακέλου).

 

Σε σχετική ερώτηση ο Αιτητής ανέφερε ότι αυτή την εργασία είχε τη δυνατότητα να κάνει (ερυθρό 25 – 1Χ του διοικητικού φακέλου). Ακολούθως, ο Αιτητής δήλωσε ότι δε θα ήταν οπουδήποτε ασφαλής καθότι μπορούν να τον εντοπίσουν όπου βρίσκεται, ενώ δήλωσε πως το γεγονός ότι δεν τον έβλαψαν εντός αυτών των τεσσάρων ετών δε σημαίνει ότι δεν απειλείται η ζωή του επειδή, ως ισχυρίστηκε, θα μπορούσαν να παρέλθουν 10 χρόνια κι έπειτα να τον βλάψουν χωρίς ωστόσο να κατορθώσει να επεξηγήσει επαρκώς τη σκέψη αφού ανέφερε πως κάποιος ενδέχεται να σε απειλεί έως ότου κουραστεί (ερυθρό 25 – 1Χ του διοικητικού φακέλου).

 

Εν σχέση με το ενδεχόμενο μετεγκατάστασης του Αιτητή σε άλλη πολιτεία της χώρα καταγωγής του ο ίδιος ανέφερε πως σε καμία δε θα είναι ασφαλής  και ότι δεν έχει ασφάλεια ζωής και ισχυρίστηκε ότι για αυτό το λόγο δε θα τον εντόπιζε κανένας από τους δικούς του εάν τον έβλαπταν (ερυθρό 25 – 1Χ του διοικητικού φακέλου).

Σε σχετική ερώτηση του αρμόδιου λειτουργού ο Αιτητής δήλωσε ότι έχει συγγενείς στην πολιτεία Delta, αλλά ισχυρίστηκε ότι δε θα μπορούσε να ζήσει εκεί διότι πάλι θα κινδύνευε καθώς θα μπορούσαν να τον εντοπίσουν και εκεί (ερυθρό 25 του διοικητικού φακέλου).

 

Υπό το φως των ως άνω πληροφοριών, ως αυτές προκύπτουν από το πρακτικό της συνέντευξης και τα λοιπά στοιχεία του διοικητικού φακέλου, ο αρμόδιος λειτουργός του EUAA σχημάτισε την έκθεση - εισήγησή του επί τη βάση των εξής δύο (2) ουσιωδών ισχυρισμών: α) Ταυτότητα, προφίλ και χώρα καταγωγής του Αιτητή και β) Ο Αιτητής ισχυρίζεται ότι δέχεται απειλές από μία ομάδα όπου εργαζόταν από το 2017.

 

Όσον αφορά στον πρώτο ισχυρισμό ,που δεν αμφισβητείται, αυτός έγινε δεκτός ως εσωτερικά και εξωτερικά αξιόπιστος. Αντιθέτως, ο δεύτερος ισχυρισμός δεν έτυχε αποδοχής καθότι ο Αιτητής κρίθηκε ως αναξιόπιστος. Πιο συγκεκριμένα, ο αρμόδιος λειτουργός αναφέρει ότι οι δηλώσεις του Αιτητή αναφορικά με τις ισχυριζόμενες απειλές που δεχόταν από την προαναφερθείσα ομάδα χαρακτηρίζονται από ασάφειες, ασυνέπειες και γενικότητες, ενώ δεν κατόρθωσε να είναι πιο ακριβής και με λεπτομέρειες αναφερόμενος στις προσωπικές του εμπειρίες. Ο Αιτητής, όταν του ζητήθηκε, να είναι πιο συγκεκριμένος αναφορικά με το ποιος τον απείλησε δεν ήταν σε θέση να το πράξει. Ανέφερε με γενικότητα ότι πρόκειται για έναν οργανισμό μεταφορών ονόματι Odo Ozor όπου έπρεπε να εγγραφεί ώστε να μπορέσει να εργαστεί και πως κάθε φορά που εξυπηρετούσε έναν πελάτη θα έπρεπε να καταβάλλει φόρο στον εν λόγω οργανισμό (ερυθρό 28 – 1Χ & 29 – 1Χ του διοικητικού φακέλου). Όταν, ακολούθως, ο Αιτητής κλήθηκε να διευκρινίσει το λόγο για τον οποίο είχε αρχικώς δηλώσει ότι δεν έχει εργαστεί ποτέ στη χώρα καταγωγής του δήλωσε με ασυνέπεια η Odo Ozor είναι απλώς το γραφείο για τους φόρους και πως ο ίδιος εργάζεται ανεξάρτητος (ερυθρό 35 – 2Χ & 29 -1Χ του διοικητικού φακέλου). Ο Αιτητής, επίσης, δήλωσε ότι δεν είχε ουδεμία οφειλή απέναντί τους ούτε είχε αρνηθεί να καταβάλει κανένα ποσό αλλά ο λόγος που δεχόταν απειλές ήταν επειδή δεν τον συμπαθούσαν (ερυθρό 26 – 1Χ του διοικητικού φακέλου). Εν συνεχεία, ο Αιτητής, όταν του ζητήθηκε να αναφερθεί πιο συγκεκριμένα στις απειλές που δέχθηκε, δήλωσε ότι δεχόταν απειλές από όταν ξεκίνησε να εργάζεται το 2017 έως την ημέρα που αναχώρησε και περιέγραψε ότι το περιεχόμενο των απειλών του περιελάμβανε την εξής φράση «Τhis guy, you again». Επίσης, αναφέρθηκε σε ένα περιστατικό κατά το έτος 2018 όπου προσπάθησαν αν τον σκοτώσουν χτυπώντας τον με το αμάξι χωρίς ποτέ να του αποκαταστήσουν τη ζημία, ωστόσο ο Αιτητής δεν κατόρθωσε να τεκμηριώσει το λόγο για τον οποίο το συγκεκριμένο περιστατικό δεν επρόκειτο απλώς για ένα συνηθισμένο ατύχημα. Περαιτέρω ανέφερε  ανέφερε ότι δεν ήταν ο ίδιος ευχαριστημένος με την εργασία του (ερυθρό 27 – 1Χ & 26 – 1Χ του διοικητικού φακέλου). Επίσης, ο Αιτητής δήλωσε ότι παρέμεινε 4 έτη στην εν λόγω εργασία καθότι χρειαζόταν τα χρήματα, ωστόσο ο λειτουργός στην έκθεση του ανέφερε ότι θα αναμένονταν από τον Αιτητή να απευθυνθεί στην αστυνομία ή να εξεύρει μία άλλη εργασία ωστόσο ο ίδιος δήλωσε πως αυτή η εργασία ήταν το μόνο που μπορούσε να κάνει (ερυθρό 26 – 1Χ & 25 – 1Χ του διοικητικού φακέλου). Όσον αφορά την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού του Αιτητή ο λειτουργός διεξήγαγε έρευνα σύμφωνα με την οποία δεν επιβεβαιώνονται όσα ισχυρίστηκε ο Αιτητής.

 

Εν συνεχεία,  στη βάση του μόνου αποδεδειγμένου πραγματικού ισχυρισμού του Αιτητή, ήτοι τον ισχυρισμό σχετικά με τα προσωπικά στοιχεία του και τη χώρα καταγωγής του, και λαμβανομένων υπόψιν των πληροφοριών από τη χώρα καταγωγής αναφορικά με την γενικότερη κατάσταση ασφαλείας στην πολιτεία Enugu, δεν επικρατούν συνθήκες που συνεπάγονται εύλογη πιθανότητα να υποστεί ο Αιτητής δίωξη ή σοβαρή βλάβη.

 

Προχωρώντας, στη νομική ανάλυση, οι Καθ' ων η αίτηση διαπιστώνουν ότι δεν προκύπτει για τον Αιτητή βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης δυνάμει του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου, αλλά ούτε και πραγματικός κίνδυνος σοβαρής βλάβης λόγω αδιάκριτης βίας δυνάμει του άρθρου 19 του ίδιου νόμου. Ως συνέπεια, η αίτηση διεθνούς προστασίας του Αιτητή απορρίφθηκε ως ουσία αβάσιμη και διατάχθηκε η επιστροφή του στη Nιγηρία δυνάμει του άρθρου 13(2)(δ) του περί Προσφύγων Νόμου 2000.

 

Όπως διαφαίνεται από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου οι Καθ' ων η αίτηση ενήργησαν σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου και εξέτασαν όλα τα ουσιώδη στοιχεία που είχαν ενώπιον τους.

Έχω εξετάσει με προσοχή τις απαντήσεις που ο Αιτητής έδωσε κατά τη διάρκεια της συνέντευξης του ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου και έχω διαπιστώσει ότι ο αρμόδιος λειτουργός έκανε επαρκείς ερωτήσεις για να καλύψει, τόσο τον πυρήνα του αιτήματος, όσο και τα επιμέρους θέματα, ενώ ακολούθησε την ορθή διερευνητική διαδικασία.

Καταρχάς κρίνω ότι, ορθά ο λειτουργός του EUAA διαπίστωσε και κατέγραψε στην έκθεση-εισήγησή του, η οποία υιοθετήθηκε από την εξουσιοδοτημένη από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου, ότι οι ισχυρισμοί του Αιτητή δεν εμπίπτουν στους λόγους του Άρθρου 1Α(2) της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων, ούτε στο άρθρο 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου.

Συγκεκριμένα, ορθά η Υπηρεσία Ασύλου έκανε αποδεκτό τον ισχυρισμό αναφορικά με τη χώρα καταγωγής και τον τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή, αφού δεν προέκυψε κανένα στοιχείο περί του αντιθέτου.

Σε σχέση με τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό του Αιτητή ότι αναχώρησε από τη χώρα καταγωγής του επειδή δεχόταν απειλές από μία ομάδα στην οποία εργαζόταν από το 2017 ορθά και πάλι οι Καθ’ ων η αίτηση έκριναν τον Αιτητή εσωτερικά και εξωτερικά αξιόπιστο και απέρριψαν τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό του, καθώς οι πλειονότητα των απαντήσεων του είναι διατυπωμένες με γενικότητα, χωρίς συνέπεια και συνοχή ενώ παράλληλα ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να δώσει λεπτομέρειες αναφορικά με τις απειλές που δεχόταν και τον οργανισμό με τον οποίο συνεργαζόταν. Ο Αιτητής υπέπεσε σε αντίφαση αναφορικά με την εργασία του αφού όταν ερωτήθηκε ανέφερε πως δεν είχε εργαστεί για κάποιον αλλά ούτε και ανεξάρτητα μόνος του στη χώρα καταγωγής του ενώ στη συνέχεια δήλωσε ότι εργαζόταν στις μεταφορές και συνεργαζόταν με την εν λόγω εταιρεία, ενώ όταν του επισημάνθηκε η εν λόγω αντίφαση δεν κατόρθωσε να αποσαφηνίσει αφού ανέφερε ότι η εταιρεία ήταν απλώς το γραφείο για τους φόρους. Επιπρόσθετα, ο Αιτητής δεν τεκμηρίωσε την ύπαρξη των απειλών καθότι  ανέφερε ότι ήταν πάντα τυπικός στις καταβολές των φόρων προσδιορίζοντας ότι οι λεκτικές απειλές που ανέφεραν πως «Τhis guy, you again»Αναφέρθηκε  και σε ένα ατύχημα με το αυτοκίνητο το έτος 2018 το οποίο δεν κατόρθωσε να εξηγήσει για ποιο λόγο επρόκειτο για απειλή και όχι για ένα συνηθισμένο ατύχημα με το αυτοκίνητο. Ο Αιτητής δήλωσε ασυνάρτητα με τα ανωτέρω ότι ο ίδιος δεν ήταν ευχαριστημένος με την εργασία του.

Στο σημείο αυτό κρίνω σκόπιμο να αναφέρω ότι σε κάθε περίπτωση και σύμφωνα με το άρθρο 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου, εναπόκειται στον εκάστοτε Αιτητή/Αιτήτρια να τεκμηριώσει την αίτησή του για διεθνή προστασία. Στην υπό κρίση περίπτωση, για τους λόγους που αναλύθηκαν ανωτέρω, ο Αιτητής δεν κατάφερε τεκμηριώσει κάποια παρελθούσα πράξη δίωξης σε βάρος του ούτε κατά τη διάρκεια της προφορικής του συνέντευξης, αλλά  ούτε  κατά την ενώπιον μου διαδικασία.

Εν πάση περιπτώσει  κρίνω ότι ο λειτουργός του EUAA, στην έκθεση-εισήγηση, αξιολόγησε κάθε έκαστο ισχυρισμό του Αιτητή  και για τους λόγους που εκτενώς καταγράφηκαν στην εισήγησή του, εύλογα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αξιοπιστία του δεν κρίνεται ως ικανοποιητική και ως εκ τούτου ορθά δεν παραχωρήθηκε το ευεργέτημα της αμφιβολίας, όπως αυτό καθορίζεται στην παράγραφο 204 του Εγχειριδίου για τις διαδικασίες και τα κριτήρια καθορισμού του καθεστώτος των προσφύγων.

Έχει, πολλάκις, νομολογηθεί ότι κρίση επί της αξιοπιστίας του αιτητή και έγκριση κωλύματος έγκρισης αίτησης για το λόγο αναξιοπιστίας ως προς τα προβαλλόμενα από τον αιτητή είναι επιτρεπτή (AMIRI  ΚΑΙ ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ Κ.Α. (2009 3 Α.Α.Δ. 358).

Στην παράγραφο 204 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, "Το ευεργέτημα της αμφιβολίας πρέπει  να δίνεται μόνο όταν έχουν προσκομισθεί και εξετασθεί όλα τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία και όταν ο εξεταστής είναι γενικά ικανοποιημένος από την αξιοπιστία του αιτούντος. Οι ισχυρισμοί του αιτούντος πρέπει να παρουσιάζουν συνοχή και αληθοφάνεια και να μην έρχονται σε αντίφαση με γεγονότα που είναι γενικά γνωστά σε όλους".

Επομένως, ορθά δεν παραχωρήθηκε σε αυτόν το ευεργέτημα της αμφιβολίας και ορθά ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Ασύλου αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης του για διεθνή προστασία.

Εν σχέση με την εξωτερική αξιοπιστία το Δικαστήριο διεξήγαγε εξατομικευμένη έρευνα σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, ωστόσο δεν κατόρθωσε να εντοπίσει την ύπαρξη του οργανισμού Odo Ozor στο οποίο κάνει αναφορά ο Αιτητής και αναφέρει  μέλη της ως τον φορέα δίωξής του.

Όπως προκύπτει από όσα εκτέθηκαν πιο πάνω, εκτός από έλλειψη εσωτερικής αξιοπιστίας, οι δηλώσεις του Αιτητή δεν τεκμηριώνονται από τις διαθέσιμες πληροφορίες από αξιόπιστες πηγές και επομένως δεν πληρείται ούτε η εξωτερική αξιοπιστία του εν λόγω ισχυρισμού.

Περαιτέρω, συμφωνώ με την αξιολόγηση κινδύνου στην οποία προέβη ο λειτουργός στη βάση του αποδεκτού ουσιώδους ισχυρισμού, καθώς και με το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε αναφορικά με την μη πλήρωση των προϋποθέσεων αναγνώρισης προσφυγικού καθεστώτος καθώς ο Αιτητής δεν κατάφερε να στοιχειοθετήσει βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης για ένα από τους πέντε λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο  Άρθρο  3(1) του περί Προσφύγων Νόμου και του Άρθρου 1Α(2) της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων.

Σημειώνεται πως λόγω του ότι οι ισχυρισμοί του Αιτητή αναφορικά με τους λόγους που φέρεται να εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του απορρίφθηκαν στο σύνολό τους ως μη αξιόπιστοι, δεν πληρούνται και οι προϋποθέσεις υπαγωγής του Αιτητή στα άρθρα 19 (2) (α) και (β) περί συμπληρωματικής προστασίας, καθώς δεν προέκυψαν στοιχεία εκ των οποίων μπορεί να συναχθεί ότι σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής κινδυνεύει να αντιμετωπίσει θανατική ποινή ή εκτέλεση κατά την έννοια του άρθρου 19 (2) (α), ή άλλως βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία κατά την έννοια του άρθρου 19 (2) (β).

Αναφορικά δε με την μη πλήρωση των προϋποθέσεων παροχής συμπληρωματικής προστασίας προς το πρόσωπο του Αιτητή υπό την έννοια του άρθρου 19 (2) (γ) του ερί Προσφύγων Νόμου ή άλλως του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, κρίνω σκόπιμο να παρατεθούν αρχικά τα κάτωθι:

Το άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου προϋποθέτει ουσιώδεις λόγους να πιστεύεται ότι ο Αιτητής θα υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, υπάρχει ευρεία νομολογία τόσο του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου (βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015όσο και του ΔΕΕ (βλ. C-285/12, A. Diakité v. Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides, 30/01/2014, C-465/07, Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v. Staatssecretaris van Justitie, 17/02/2009), καθώς επίσης και του ΕΔΔΑ (βλK.A.B. v. Sweden, 886/11, 05/09/2013 (final 17/02/2014), Sufi and Elmi v. the United Kingdom, 8319/07 and 11449/07, 28/11/2011) στις οποίες ερμηνεύεται η έννοια της «αδιακρίτως ασκούμενης βίας» και της «ένοπλης σύρραξης» και τίθενται κριτήρια ως προς τη σοβαρότητα του κινδύνου που προϋποτίθεται για την αξιολόγηση των περιπτώσεων στις οποίες εξετάζεται η πιθανότητα παραχώρησης συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, το οποίο αντιστοιχεί στο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου.

Στην υπόθεση Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v.  Staats-secretarisvan Justitie παρ. 35, το ΔΕΕ αναφέρει ότι «ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας[1]» ενώ στην παρ. 37 αναφέρει ότι «η απλή αντικειμενική διαπίστωση κινδύνου απορρέοντος από τη γενική κατάσταση μιας χώρας δεν αρκεί, καταρχήν, για να γίνει δεκτό ότι οι προϋποθέσεις του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, συντρέχουν ως προς συγκεκριμένο πρόσωπο, εντούτοις, καθόσον η αιτιολογική αυτή σκέψη χρησιμοποιεί τον όρο «συνήθως», αναγνωρίζει το ενδεχόμενο υπάρξεως μιας εξαιρετικής καταστάσεως, χαρακτηριζομένης από έναν τόσο υψηλό βαθμό κινδύνου, ώστε να υπάρχουν σοβαροί λόγοι να εκτιμάται ότι το πρόσωπο αυτό θα εκτεθεί ατομικώς στον επίμαχο κίνδυνο.» (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου). Περαιτέρω το ΔΕΕ στην εν λόγω υπόθεση αποφάσισε ότι «όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών την καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας» (παρ. 39).

Επιπλέον, σύμφωνα με το Εγχειρίδιο της ΕΥΥΑ σχετικά με τη δικαστική ανάλυση του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, ακόμη και αν ο αιτητής μπορεί να αποδείξει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης στην περιοχή καταγωγής του (ή καθ' οδόν προς τη συγκεκριμένη περιοχή καταγωγής), το δικαίωμα επικουρικής προστασίας μπορεί να κατοχυρωθεί μόνο εάν ο αιτητής δεν μπορεί να επιτύχει εγχώρια προστασία σε άλλο τμήμα της χώρας, καθώς επίσης, όταν αποφασίζεται η τοποθεσία της περιοχής καταγωγής ενός αιτητή ως προορισμός επιστροφής, απαιτείται η εφαρμογή προσέγγισης βασισμένης στα πραγματικά περιστατικά όσον αφορά την περιοχή του τελευταίου τόπου διαμονής και την περιοχή συνήθους διαμονής.

Εν προκειμένω, αναφορικά με τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή, ήτοι την πόλη Ukehe στην πολιτεία Enugu, το Δικαστήριο προχώρησε σε επικαιροποιημένη έρευνα αναφορικά με τις επικρατούσες εκεί συνθήκες. Από την έρευνα προέκυψε ότι στην πολιτεία Enugu της Νιγηρίας, οι κύριοι παράγοντες της κατάστασης ασφαλείας στην πολιτεία Enugu ήταν οι αστυνομικές υπηρεσίες, οι άγνωστοι ένοπλοι, η #EndSARS, το κόμμα IPOB και διάφορες κοινότητες. Το 2020, οι συγκρούσεις στην πολιτεία Enugu ήταν κυρίως γύρω από συγκρούσεις μεταξύ κοινοτήτων για τη γη. Η κυβέρνηση της πολιτείας Enugu ανέθεσε σε μια ομάδα ασφαλείας την παροχή ασφάλειας στις περιοχές γης που αμφισβητήθηκαν στη σύγκρουση μεταξύ αγροτών και κτηνοτρόφων. Παρά την ύπαρξη των συγκρούσεων η ίδια πηγή αναφέρει ότι στην πολιτεία Enugu δεν υπάρχει, σε γενικές γραμμές, πραγματικός κίνδυνος να πληγεί προσωπικά ένας πολίτης κατά την έννοια του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας.[1]

Προκειμένου να ολοκληρωθεί η εικόνα αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας στην πολιτεία Enugu, κρίνεται σκόπιμο να παρατεθούν και ορισμένα αριθμητικά δεδομένα. Κατόπιν αναζήτησης στη βάση δεδομένων ACLED προέκυψε ότι στη διάρκεια ενός έτους και συγκεκριμένα το διάστημα από τις 05/04/2023 έως τις 05/04/2024 στη πολιτεία Enugu, όπου ανήκει η πόλη Ukehe καταγράφηκαν 78 περιστατικά ασφαλείας τα οποία οδήγησαν σε 66 απώλειες ανθρώπινων ζωών. Πιο συγκεκριμένα, από τα πιο πάνω περιστατικά τα 25 συνίστατο σε μάχες (με 36 απώλειες ανθρώπινων ζωών), τα 51 σε βία εναντίο των άμαχων πολιτών (με 30 απώλειες ανθρώπινων ζωών) και τα 2 σε εξεγέρσεις (με καμία απώλεια ανθρώπινης ζωής).[2]

Τα εν λόγω στοιχεία, εξεταζόμενα συνδυαστικά με τον εκτιμώμενο πληθυσμό της εν λόγω πολιτείας ο οποίος σύμφωνα με την πιο πρόσφατη εκτίμηση του 2022 είναι 4.690.100[3], καταδεικνύουν ότι δεν υπάρχουν συνθήκες αδιάκριτης βίας και γενικά δεν υφίσταται πραγματικός κίνδυνος για έναν πολίτη να επηρεαστεί προσωπικά μόνο από την παρουσία του στην εν λόγω πολιτεία, υπό την έννοια του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ.

Από τα πιο πάνω, δεν προκύπτει οτιδήποτε που να δημιουργεί τέτοιες προϋποθέσεις ώστε, σε περίπτωση επιστροφής του Αιτητή στην περιοχή συνήθους διαμονής του, ήτοι στην πόλη Ukehe της πολιτείας Enugu, να υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι αυτός θα υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή λόγω της παρουσίας του και μόνο στην εν λόγω περιοχή, αφού πρόκειται για άμαχο πολίτη, αλλά ούτε και πραγματικός κίνδυνος να υποστεί θανατική ποινή ή εκτέλεση, ή βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία του στη χώρα καταγωγής του.

Εξετάζοντας περαιτέρω τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή, παρατηρώ ότι αυτός είναι άνδρας νεαρής ηλικίας, υγιής, ικανοποιητικού μορφωτικού επιπέδου, με  υποστηρικτικό δίκτυο στον τόπο καταγωγής και συνήθους διαμονής του και ικανός προς εργασία. Επομένως, λαμβάνοντας υπόψιν επίσης και τις ιδιαίτερες περιστάσεις του Αιτητή, οι οποίες δεν παρουσιάζουν δείκτες ευαλωτότητας, θεωρώ ότι δεν εγείρονται ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι αυτός θα διατρέξει κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του.

Στη βάση των παραπάνω δεν προκύπτει ότι με την επιστροφή του στη Νιγηρία ο Αιτητής θα έλθει αντιμέτωπος με σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας του, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης βάσει του άρθρου 19 (2) (γ).

Τέλος, λαμβάνω υπόψη ότι ο Υπουργός Εσωτερικών, στα πλαίσια των εξουσιών του άρθρου 12Βτρις του περί Προσφύγων Νόμου, καθόρισε με την Κ.Δ.Π. 166/2023 ημερ. 26/05/2023 τη χώρα καταγωγής του Αιτητή, τη Νιγηρία, ως ασφαλή χώρα ιθαγένειας.

Βάσει λοιπόν, και της επικαιροποιημένης έρευνας του Δικαστηρίου, κρίνεται ότι το ενδεχόμενο χορήγησης συμπληρωματικής προστασίας στον Αιτητή σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 19 του περί Προσφύγων Νόμου απορρίπτεται, λόγω του ότι δεν πληρούνται οι προβλεπόμενες εκ του Νόμου προϋποθέσεις. 

Επί τη βάσει όλων όσων παρατέθηκαν στην παρούσα απόφαση, το Δικαστήριο κρίνει ότι το αίτημα του Αιτητή για διεθνή προστασία εξετάστηκε επιμελώς σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου ήταν το αποτέλεσμα δέουσας έρευνας και ορθής αξιολόγησης όλων των στοιχείων και δεδομένων, είναι επαρκώς αιτιολογημένη και λήφθηκε σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου, το Σύνταγμα και τις Γενικές Αρχές του Διοικητικού Δικαίου.

Υπό το φως των πιο πάνω η  προσφυγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη με €1200 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η Αίτηση.

 

 

           

 

                 Βούλα Κουρουζίδου - Καρλεττίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 

 


 



[1] European Union Agency for Asylum (EUAA), Country Guidance: Nigeria: 3.3.3. Indiscriminate Violence, p. 125-126, https://euaa.europa.eu/publications/country-guidance-nigeria-october-2021 (assessed on 12/04/2024)

[2] Armed Conflict Location and Event Data Project (ACLED), Εφαρμοζόμενες παράμετροι: 05/04/2023-05/04/2024, Western Africa: Nigeria: Enugu State,  https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard (assessed on 12/04/24)

[3] CityPopulation, Africa: Nigeria: Enugu State, https://citypopulation.de/en/nigeria/admin/NGA014__enugu/ (assessed on 12/04/24)


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο