ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ 

                                                                                      Υπόθεση αρ.3027/22

 

11 Απριλίου 2024

 

[Α. ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:

Ε. Τ. Τ.

                                                                                                                        Αιτητής

Και

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου

                                                                                                                        Καθ’ ων η αίτηση

 

Κα Α. Πλιάκα, Δικηγόρος για αιτητή

Κος Α. Ιωάννου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ’ ων η αίτηση

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με την προσφυγή ο αιτητής αιτείται την ακύρωση της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημ.26/04/22, η οποία κοινοποιήθηκε αυθημερόν, δια της οποίας απορρίφθηκε η αίτησή του για παροχή διεθνούς προστασίας, ως άκυρης, παράνομης και στερούμενης νομικού αποτελέσματος.

Ως εκτίθεται στην Ένσταση που καταχωρήθηκε από τους καθ' ων η αίτηση και προκύπτει από το περιεχόμενο του σχετικού Διοικητικού Φάκελου που κατατέθηκε στα πλαίσια των διευκρινήσεων της παρούσας προσφυγής, ο αιτητής κατάγεται από τη Λ. Δ. του Κονγκό, εισήλθε ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές παρατύπως, από τα κατεχόμενα, στις 14/08/19 και υπέβαλε αίτηση για παροχή διεθνούς προστασίας στις 14/10/19 (ερ.1-3, 11-13, 61).

Στις 07/10/21 και 15/11/21 πραγματοποιήθηκαν συνεντεύξεις στον αιτητή από την Υπηρεσία Ασύλου προς εξέταση του αιτήματός για διεθνή προστασία όπου του δόθηκε η ευκαιρία, μέσα από σχετικές ερωτήσεις, μεταξύ άλλων, να εκθέσει τους λόγους στου οποίους στηρίζει το αίτημα του (ερ.44-61, 65-72). Μετά το πέρας της συνέντευξης ετοιμάστηκε σχετική Έκθεση και, στις 31/12/21, η επίδικη αίτηση απορρίφθηκε (ερ.92-101).

Ακολούθως, ετοιμάστηκε σχετική επιστολή ενημέρωσης του αιτητή για την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία του δόθηκε διά χειρός στις 26/04/22 και του μεταφράστηκε στη μητρική του γλώσσα, μαζί με την σχετική αιτιολογία αυτής (ερ.105-106).

Στην επίδικη αίτηση διεθνούς προστασίας ο αιτητής κατέγραψε ότι είναι ένα «νεαρό αγόρι, που [αντιμετώπισε] πολλές δυσκολίες», είναι μέλος μη κυβερνητικής οργάνωσης για την καταπολέμηση της φτώχιας και της αδικίας που συνεργαζόταν με άλλα κινήματα, όπως το LUKA και διαδήλωναν μαζί. Σε κάποια στιγμή, η κυβέρνηση άρχισε να διαφθείρει, να απαγάγει και συλλαμβάνει νεαρά άτομα, μεταξύ των οποίων και τον ίδιο. Κατόπιν τούτου έφυγε από τη χώρα καταγωγής.

Κατά τη συνέντευξή του ο αιτητής δήλωσε ότι φοίτησε σε σχολείο μέχρι 18 ετών και  εργάστηκε  ως βοηθός πωλητή σε φαρμακείο. Ομιλεί γαλλικά, αγγλικά και λίγα γερμανικά και διέμενε στη Κινσάσα. Ως ανέφερε συμμετείχε σε NGO για την καταπολέμηση της φτώχιας και της αδικίας, χωρίς αντιπολιτευτική δράση. Συμμετείχε στην μη κυβερνητική οργάνωση AJNC (Action des jeunes Nationalistes du Congo) από το 2015. Ήταν μικρή οργάνωση, χωρίς επιρροή, όπου κάθε μέλος έδινε 1000 κογκολέζικα φράγκα για τη δημιουργία μικρομεσαίων επιχειρήσεων για να εργάζονται οι νέοι.  Στα τέλη του 2017 είχε πολλές διαδηλώσεις ενάντια στον τότε πρόεδρο της χώρας. Ως ο ίδιος ανέφερε, δεν του αρέσει η πολιτική και δεν ενεπλάκη ποτέ σ’ αυτήν.  Μια μέρα ο πρόεδρος της οργάνωσης τους ζήτησε να πάνε σε διαδήλωση. Ο αιτητής βρισκόταν στη στάση με άλλα άτομα για να πάνε στην διαδήλωση, μπήκαν σε ένα λεωφορείο και μετά από λίγο αντιλήφθηκαν ότι τους απήγαγαν, ως ανέφερε. Την επόμενη μέρα ένας από τους απαγωγείς, που ήταν της ίδιας φυλής με τον αιτητή, τον άφησε να διαφύγει και τον συμβούλευσε να φύγει από την περιοχή και τη χώρα.

Το ως άνω κατ’ ισχυρισμό συμβάν έλαβε χώρα το 2017. Έκτοτε ο αιτητής άλλαξε περιοχή και έφυγε από τη χώρα το 2019, αφού εξασφάλισε φοιτητική θεώρηση εισόδου για τις κατεχόμενες περιοχές. Σχετικά με το ισχυριζόμενο περιστατικό απαγωγής δεν πήγε στην αστυνομία διότι δεν ανέμενε να κάνουν κάτι και ήταν εμπλεκόμενοι (χωρίς να εξηγεί επί τούτου) στο συμβάν. Ο αιτητής ανέφερε ότι η οργάνωση στην οποία συμμετείχε δεν ήθελαν να διαδηλώσουν εναντίον της κυβέρνησης το 2017, ισχυρίστηκε ότι ο πρόεδρος της σκοτώθηκε το 2019 και δεν γνωρίζει αν υπάρχει η οργάνωση αυτή σήμερα. Ερωτώμενος επισταμένα για το γραφείο και τον τρόπο δράσης και οργάνωσης, ο αιτητής ανέφερε πως αυτή δεν είχε γραφείο μέχρι το 2015 και ακολούθως είχε ένα γραφείο 10 τ.μ., δεν ήταν σε θέση όμως να δώσει περαιτέρω πληροφορίες επί των ανωτέρω. Αναφορικά με τη δράση της οργάνωσης ανέφερε ότι αυτή προσπαθούσε να εκπαιδεύει επαγγελματικά τα μέλη της ώστε να μπορούν να εργαστούν, χωρίς να είναι σε θέση να αναφέρει κάποια συγκεκριμένη δράση, πέραν του ότι προσπάθησαν, ανεπιτυχώς, να εκπαιδεύσουν άτομα στην παραγωγή σαπουνιού και ειδών οικιακής υγιεινής.

Κατά τους 14 μήνες από την απαγωγή του μέχρι να φύγει από τη χώρα διέμενε στο σπίτι κάποιου φίλου και εργαζόταν κρυφά σε φαρμακείο. Σε αυτό το διάστημα δεν του συνέβη οτιδήποτε. Ερωτώμενος για το ενδεχόμενο επιστροφής του στη χώρα καταγωγής, είπε ότι «δεν θα είναι ασφαλής, αφού θα [τον] παρακολουθούν άτομα που δεν [γνωρίζει]».

Οι καθ’ ων η αίτηση κατά την εξέταση του αφηγήματος του αιτητή εντόπισαν και εξέτασαν δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς, ως κατωτέρω.

1.    Ταυτότητα, προφίλ και χώρα καταγωγής του αιτητή

2.    Ο αιτητής απήχθη και ακολούθως απελευθερώθηκε, λόγω της δραστηριότητας του σε μη κυβερνητική οργάνωση

Επί των ως άνω κρίθηκε ότι πληρείται η εσωτερική και εξωτερική αξιοπιστία του 1ου ουσιώδους πραγματικού περιστατικού και ως εκ τούτου έγινε αποδεκτό.

Αναφορικά με το 2ο ουσιώδες πραγματικό περιστατικό, κρίθηκε αναξιόπιστος, καθότι οι δηλώσεις του αιτητή χαρακτηρίζονταν από ασάφεια και αοριστία και στερούνταν επαρκών λεπτομερειών. Ως και στην επίδικη έκθεση καταγράφουν οι καθ’ ων η αίτηση, το αφήγημα του αιτητή παρουσιάζει κενά σε καίρια σημεία του και στερείται βιωματικών λεπτομερειών αναφορικά με σημεία του.

Συγκεκριμένα κρίθηκε ότι μη κυβερνητική οργάνωση δεν είχε σχέση με την πολιτική, ήταν μικρή σε μέγεθος και, ως ο ίδιος ανέφερε, μία από τις δραστηριότητες της ήταν η σύσταση μικροεπιχειρήσεων. Όταν του ζητήθηκε να δώσει περαιτέρω πληροφορίες για την εν λόγω οργάνωση δεν ήταν σε θέση να το πράξει. Ομοίως δεν ήταν σε θέση να αναφέρει λεπτομέρειες για το περιστατικό που μπήκε στο λεωφορείο, μαζί με άλλα μέλη της οργάνωσης, τον τόπο που τους μετέφεραν οι απαγωγείς τους, τις συνθήκες κράτησης του ίδιου και των άλλων μελών αλλά ούτε και για τον τρόπο που απελευθερώθηκε από τον απαγωγέα. Περαιτέρω αξιολογήθηκε ότι, ως ο ίδιος ανέφερε, μετά το περιστατικό, ανέφερε ότι παρέμεινε στη χώρα περί τους 14 μήνες, χωρίς να του συμβεί οτιδήποτε.

Αναφορικά με την εξωτερική αξιοπιστία των ισχυρισμών του έγινε έρευνα σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης για τη κατ’ ισχυρισμό διαδήλωση, καθ’ οδό προς την οποία, ως ισχυρίστηκε, απήχθη, δεν βρέθηκε όμως πληροφορία για τις 19/12/17, ημερομηνία που ισχυρίστηκε ο αιτητής ότι έλαβε χώρα αυτή. Επίσης μετά από έρευνα εντοπίστηκε ότι οι πληροφορίες που βρέθηκαν για την οργάνωση που ισχυρίστηκε ο αιτητής ότι ήταν μέλος δεν συνάδουν με τα όσα ανέφερε αναφορικά με το σήμα αυτής.

Συνεπεία των ως άνω, συνεπεία της τρωθείσας εσωτερικής και εξωτερικής αξιοπιστίας των ισχυρισμών του αιτητή αναφορικά με το 2ο ουσιώδες πραγματικό περιστατικό, αυτό απορρίφθηκε.

Κατά την αξιολόγηση κινδύνου, οι καθ’ ων η αίτηση αναζήτησαν πληροφορίες για τη χώρα καταγωγής του αιτητή, στη βάση του μόνου αποδεκτού ισχυρισμού, εκ των οποίων και κατέληξαν ότι η Kinshasa δεν επηρεάζεται από ένοπλη σύρραξη και γι’ αυτό δεν υφίσταται εύλογη πιθανότητα να υποβληθεί σε μεταχείριση η οποία θα μπορούσε να ανέλθει σε επίπεδο δίωξης ή σοβαρής βλάβης σε περίπτωση επιστροφής του εκεί.

Ενόψει των ως άνω η επίδικη αίτηση απορρίφθηκε.

Επί της αιτήσεως ο αιτητής αναφέρει διάφορους νομικούς ισχυρισμούς προς υποστήριξη του αιτήματος για ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης οι οποίοι τίθενται με γενικότητα και χωρίς να συναρτώνται με τα επίδικα γεγονότα.

Στη βάση σχετικής νομολογίας (βλ. Χριστοδουλίδης ν. Πανεπιστήμιου Κύπρου, Αναθ. Έφεση αρ.95/2012, ECLI:CY:AD:2018:C344, ημ.6/7/2018 και Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 Α.Α.Δ. 598) θα εξεταστούν μόνο οι ισχυρισμοί οι οποίοι δικογραφούνται και εξειδικεύονται δεόντως στο εισαγωγικό δικόγραφο και αναπτύσσονται επαρκώς στην αγόρευση που επακολούθησε, ως καταγράφονται πιο κάτω.

Στα πλαίσια της γραπτής του αγόρευσης ο αιτητής αναφέρει ότι δεν έγινε δέουσα έρευνα των ισχυρισμών του, με αποτέλεσμα η προσβαλλόμενη απόφαση να είναι λανθασμένη, προϊόν πλάνης περί το νόμο και κατάχρησης εξουσίας. Ως αναφέρει, μόνη η δράση του αιτητή στα πλαίσια της μη κυβερνητικής οργάνωσης που μετείχε, θα έπρεπε να θεωρηθεί αρκετή, δεδομένης και του υψηλού επιπέδου διαφθοράς και παραβάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων που καταγράφονται στη χώρα καταγωγής (παραθέτει εν συντομία επ’ αυτού αποσπάσματα από πηγές), για να θεωρηθεί ότι αυτός χρήζει διεθνούς προστασίας. Η έρευνα λοιπόν που έγινε, ως ισχυρίζεται, είναι πλημμελής και προκατειλημμένη, η δε δια της παρούσης προσβαλλόμενη απόφαση δεν αιτιολογείται επαρκώς. Επίσης, ακροθιγώς, αναφέρει ότι ο εγκρίνων την επίδικη έκθεση, δεν προέβη ο ίδιος σε έρευνα, προκειμένου να ελέγξει την ορθότητα των ευρημάτων του λειτουργού που την ετοίμασε, και ελήφθη χωρίς εμπλοκή του προϊσταμένου, πράγμα που παραπέμπει σε αναρμοδίως ληφθείσα απόφαση. Τέλος ισχυρίζεται ότι η επιστροφή του αιτητή στη χώρα καταγωγής είναι κατά παράβαση του αρ.33 παρ.1 της Σύμβασης της Γενεύης για το καθεστώς προσφύγων του 1951 και της αρχής της μη επαναπροώθησης.

Οι καθ' ων η αίτηση αντιτάσσουν ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι καθ' όλα νόμιμη, προϊόν δέουσας έρευνας, λήφθηκαν υπόψη και αξιολογήθηκαν ορθά όλα τα σχετικά γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης καθώς και ότι η επίδικη απόφαση είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη. Σημειώνουν δε ότι δεν θίγεται δια της επιστροφής του αιτητή η αρχή της μη επαναπροώθησης. Ζητούν γι’ αυτό απόρριψη της παρούσης αιτήσεως.

Προχωρώ κατά προτεραιότητα με εξέταση των λόγων που αφορούν την αρμοδιότητα του λαμβάνοντος την προσβαλλόμενη απόφαση οργάνου.

Προτού προχωρήσω στην εξέταση του σχετικού ισχυρισμού θεωρώ ότι προέχει να προσδιοριστεί που εντοπίζεται το πρακτικό της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, ώστε να εξεταστεί αν τούτη λήφθηκε από αρμόδιο ή μη όργανο. Από το περιεχόμενο του φακέλου είναι θεωρώ σαφές ότι το πρακτικό της προσβαλλόμενης απόφασης περιέχεται στην σφραγίδα που εντοπίζεται επί της 1ης σελίδας της έκθεσης-εισήγησης (ερ.101), όπου η σχετική εισήγηση για απόρριψη της αιτήσεως, ως υποβάλλεται από τον γράφοντα την εισήγηση, εγκρίνεται και υπογράφεται από τον εγκρίνοντα λειτουργό (που δεν είναι ο στη σελ.3 της αγόρευσης του αιτητή ονομαζόμενος).

Αναφορικά λοιπόν με τον ισχυρισμό ότι ελλείπει σχετική εξουσιοδότηση δια της οποίας να εξουσιοδοτείται δεόντως ο εγκρίνων τη σχετική έκθεση να λαμβάνει αποφάσεις επί αιτημάτων διεθνούς προστασίας στη θέση του προϊστάμενου της Υπηρεσίας παρατηρώ ότι το ερ.103 του διοικητικού φακέλου που κατατέθηκε δεόντως στα πλαίσια της παρούσας συνίσταται σε εξουσιοδότηση ημ.13/10/20, όπου ο Υπουργός εξουσιοδοτεί  τον εγκρίνοντα την έκθεση του λειτουργού να ασκεί της εξουσίες του Προϊσταμένου που αφορούν, μεταξύ άλλων, και την έκδοση αποφάσεων επί αιτημάτων διεθνούς προστασίας, βάσει του άρθρου 2 του περί Προσφύγων Νόμου. Η εν λόγω εξουσιοδότηση φέρει την υπογραφή του τότε Υπουργού Εσωτερικών.

Στο αρ.2 του Περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000, αναφέρεται ότι «“αρμόδιος λειτουργός” σημαίνει λειτουργό ο οποίος υπηρετεί στην Υπηρεσία Ασύλου και έχει τύχει ειδικής εκπαίδευσης σε θέματα ασύλου και συμπληρωματικής προστασίας· […] "Προϊστάμενος" σημαίνει αρμόδιο λειτουργό ο οποίος προΐσταται της Υπηρεσίας Ασύλου και περιλαμβάνει οποιοδήποτε άλλο αρμόδιο λειτουργό της εν λόγω Υπηρεσίας που εξουσιοδοτείται από τον Υπουργό, για να ασκεί όλες ή οποιεσδήποτε από τις εξουσίες ή να εκτελεί όλα ή οποιαδήποτε από τα καθήκοντα του Προϊσταμένου·[…..] "Υπουργός" σημαίνει τον Υπουργό Εσωτερικών·».

Με δεδομένο ότι προνοείται ρητά εκ του νόμου η σχετική δυνατότητα του Υπουργού να εξουσιοδοτεί προς τούτο οιονδήποτε αρμόδιο λειτουργό να εξασκεί τα καθήκοντα του προϊσταμένου, και εκ της συνδυασμένης ανάγνωσης του αρ.3 (2) του περί Εκχωρήσεως της ενασκήσεως των Εξουσιών των Απορρεουσών εκ τινός Νόμου, Νόμου του 1962 (23/1962) και του αρ.17 (4) περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (158(I)/1999), καταλήγω ότι η σχετική εξουσιοδότηση προς τον εγκρίνοντα την σχετική έκθεση-εισήγηση και δια τούτο, ως κατωτέρω εξηγείται, λαμβάνοντα την προσβαλλόμενη δια της παρούσης απόφαση, είναι έγκυρη.

Σε σχέση με τον ισχυρισμό περί αποδοχής της έκθεσης-εισήγησης ως αυτή υποβλήθηκε, παρατηρώ ότι το αποφασίζον όργανο εξέδωσε δεόντως διακριτή απόφαση και τούτο δεν αναιρείται από το γεγονός ότι το λεκτικό της εν λόγω απόφασης συνίσταται στην έγκριση της σχετικής έκθεσης στο σύνολο της.

Σχετικά με τούτο είναι και τα όσα λέχθηκαν στη Δημοτικό Συμβούλιο Λάρνακας κ.ά. v. Mobil Oil (Cyprus) Ltd κ.ά. (1996) 3 A.A.Δ. 294, όπου λέχθηκε ότι «Το γεγονός ότι ο Υπουργός απλώς ανέφερε ότι συμφωνεί με την εισήγηση του λειτουργού δεν σημαίνει ότι δεν ασχολήθηκε με την επίλυση του θέματος ούτε και αποτελεί  άρνηση άσκησης της εξουσίας που του παρέχει ο Νόμος.» Στην απόφαση του Ανωτάτου στην υπ. αρ.6447/2013, Χειμώνας ν. Δημοκρατίας, ημ.30/09/15, με αναφορά στην σχετική νομολογία, λέχθηκε ότι «Η σύμφωνος γνώμη του Υπουργού δεν μειώνει την επάρκεια της αιτιολόγησης. Αντίθετα, ενσωματώνει ολόκληρη την έκθεση τους λειτουργού, την οποία υιοθέτησε χωρίς οποιαδήποτε διαφωνία, ή, διαφοροποίηση Η απλή συμφωνία δεν εξυπακούει ότι ο Υπουργός δεν ασχολήθηκε με την ουσία του θέματος ή ότι απεμπόλησε την εξουσία του ή ότι επισφράγισε άνευ ετέρου τη γνώμη ή εισήγηση τρίτου, (Καρλεττίδου ν. Δημοκρατίας (1997) 4 Α.Α.Δ. 3074 και Svetoslav Stoyanov v. Υπουργείου Εσωτερικών, ECLI:CY:AD:2014:D151, υποθ. αρ. 718/2012, ECLI:CY:AD:2014:D151, ημερ. 26.2.2014). Στο πλαίσιο της κανονικότητας των διοικητικών πράξεων επί των οποίων υπάρχει μαχητό τεκμήριο, δεν νοείται ανατροπή του με τα όσα επιχειρηματολογεί ο αιτητής.».

Το δε αρ.17 (8) του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (158(I)/1999) προνοεί ότι «[δ]ε συνιστά αποχή από άσκηση αρμοδιότητας η υιοθέτηση ενός σημειώματος ή μιας πρότασης που υποβάλλεται από υφιστάμενο υπάλληλο ή όργανο στο αρμόδιο διοικητικό όργανο, αν το σημείωμα ή η πρόταση περιέχει συγκεκριμένη εισήγηση και από το σύνολο της όλης διοικητικής ενέργειας προκύπτει ότι το αρμόδιο όργανο άσκησε ουσιαστικά την αποφασιστική του αρμοδιότητα.»

Εδώ ο εξουσιοδοτημένος προς τούτο λειτουργός των καθ’ ων η αίτηση, υιοθετώντας στο σύνολο της, ως δύναται να πράξει, και εγκρίνοντας σχετική εισήγηση του αρμόδιου λειτουργού, εξάσκησε θεωρώ δεόντως την σχετική εξουσία που του δίδει ο Νόμος και η σχετική εξουσιοδότηση του Υπουργού να εξασκεί τα καθήκοντα του προϊσταμένου και συνεπώς ο σχετικός ισχυρισμός απορρίπτεται.

Ενόψει των ως άνω, δεδομένου ότι οι λοιποί ισχυρισμοί του αιτητή συνεπλέκονται με την επί της ουσίας ορθότητα της προσβαλλόμενης απόφασης, προχωρώ σε αξιολόγηση των ενώπιον μου στοιχείων και επί της ουσίας εξέταση αυτών.

Σημειώνω, προτού προχωρήσω, ότι δεν μπορώ εν προκειμένω να εντοπίσω οιονδήποτε σημείο στο πρακτικό της σχετικής συνέντευξης εκ του οποίου να καταδεικνύεται ότι ο αιτητής στερήθηκε της ευκαιρίας να παραθέσει εκτενώς το αφήγημα του και τα στοιχεία που επιθυμούσε.

Στο εγχειρίδιο του EASO «Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου», Δικαστική ανάλυση, 2018, αναφέρεται στην σελ.98, ότι «[...] απαιτείται ισορροπημένη και αντικειμενική αξιολόγηση του αν η αφήγηση του αιτούντος αντικατοπτρίζει την αφήγηση που αναμένεται από ένα πρόσωπο στην κατάσταση του αιτούντος το οποίο αφηγείται μια πραγματική προσωπική εμπειρία.». Στην σελ.102 του ιδίου εγχειριδίου, αναφέρεται ότι «[…] οι δείκτες αξιοπιστίας είναι απλοί δείκτες και δεν συνιστούν αυστηρά κριτήρια ή προϋποθέσεις. Παρότι οι τέσσερις δείκτες που προσδιορίστηκαν ανωτέρω (εσωτερική και εξωτερική συνέπεια, επαρκώς λεπτομερείς πληροφορίες και ευλογοφάνεια) αποτυπώνουν τους δείκτες που εφαρμόζουν στην πράξη τα δικαστήρια, κανένας από αυτούς δεν μπορεί να θεωρηθεί καθοριστικός. Η σημασία τους από υπόθεση σε υπόθεση ποικίλλει σημαντικά. Σε κάθε περίπτωση είναι αναγκαία η εξέταση του σωρευτικού τους αντίκτυπου (305).  […] Από την ανωτέρω ανάλυση προκύπτει ότι δεν υπάρχει απλή απάντηση στο ερώτημα που αφορά τον τρόπο αξιολόγησης της αξιοπιστίας σε υποθέσεις διεθνούς προστασίας. Το μόνο που μπορεί να ειπωθεί είναι ότι η αξιολόγηση πρέπει να διενεργείται με βάση το σύνολο των αποδεικτικών στοιχείων, λαμβανομένων υπόψη των αρχών, των μεθόδων και των δεικτών που αναφέρονται στην παρούσα ανάλυση. Οι αρχές, οι μέθοδοι και οι δείκτες αυτοί θα πρέπει να εφαρμόζονται με προσοχή (307), αντικειμενικότητα και αμεροληψία, ώστε να αποφευχθεί τυχόν εσφαλμένη και απλοϊκή απόρριψη, ή αφελής και ανεπιφύλακτη αποδοχή μιας συγκεκριμένης αφήγησης.»

Εν προκειμένω θα συμφωνήσω με την κατάληξη των καθ’ ων η αίτηση.

Δεν έχω τίποτε να προσθέσω στα όσα οι καθ’ ων η αίτηση καταγράφουν και την επί της επίδικης αιτήσεως κατάληξη, ως και ανωτέρω στα πλαίσια της παρούσης παρατίθεται πιο πάνω. Το όλο αφήγημα του αιτητή παρουσιάζει κενά, ελλείψεις σε εύλογα αναμενόμενες λεπτομέρειες και αοριστίες, ως οι καθ’ ων η αίτηση έχουν εντοπίσει, οι οποίες πλήττουν μοιραία την εσωτερική συνοχή των δηλώσεων του αναφορικά με τη κατ’ ισχυρισμό δράση του στα πλαίσια μη κυβερνητικής οργάνωσης, την ισχυριζόμενη απαγωγή και μετέπειτα απελευθέρωση του την επόμενη μέρα. Τα όσα ανέφερε επί των ως άνω περιορίστηκαν σε γενικές δηλώσεις, οι οποίες βρίθουν κενών και ασαφειών και εκ των οποίων ελλείπουν παντελώς συγκεκριμένες, εύλογα αναμενόμενες λεπτομέρειες που αφορούν τη δράση της οργάνωσης, τα γραφεία αυτής, τη δομή της αλλά και τη κατ’ ισχυρισμό απαγωγή του (ως καταγράφεται στην επίδικη έκθεση ερ.97-98).

Σε σχέση με την εξωτερική αξιοπιστία των λεγομένων του αιτητη, ως και οι καθ’ ων η αίτηση ερεύνησαν και εντόπισαν (βλ. ερ.78), το σήμα της οργάνωσης με το όνομα που ο αιτητής ανέφερε, δεν ταυτίζεται με αυτό που περιέγραψε (βλ. ερ.51, 2Χ).

Σχετικά με τη διαδήλωση καθ’ οδό προς την οποία ο αιτητής κατ’ ισχυρισμό απήχθη, από πηγές πληροφόρησης, ως της παραθέτουν και οι καθ’ ων η αίτηση στο ερ.96 της έκθεσης που ετοίμασαν, επιβεβαιώνεται ότι η κατάσταση την περίοδο που τοποθετεί τα όσα αυτός αναφέρει όντως ήταν τεταμένη, με συχνές αντικυβερνητικές διαδηλώσεις, στα πλαίσια των οποίων καταγράφηκε πλήθος παραβάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως αυθαίρετες συλλήψεις και ανθρώπινες απώλειες, παρότι, από έρευνα του Δικαστηρίου, δεν εντοπίστηκε διαδήλωση τη συγκεκριμένη ημέρα (17/12/17).

Πηγές πληροφόρησης αναφέρουν τα εξής, για τον τότε χρόνο και μετέπειτα εξελίξεις.

Το 2016, ο τότε Πρόεδρος J. Kabila ήταν στο τέλος της δεύτερης θητείας του και, λόγω του συνταγματικού ορίου θητειών, δεν του επετράπη να διεκδικήσει επανεκλογή. Ωστόσο, παρέμεινε στην εξουσία για άλλα δύο χρόνια, καθώς μπόρεσε να αναβάλει τις εκλογές, πράγμα το οποίο προκάλεσε αντιδράσεις και διοργάνωση διαμαρτυριών σε όλη τη χώρα, που είχαν ως αποτέλεσμα τον Δεκέμβριο του 2018 να διεξαχθούν γενικές εκλογές, στις οποίες ο Tshisekedi ανακηρύχθηκε νικητής. Η εξουσία του Tshisekedi ήταν περιορισμένη στα πρώτα χρόνια καθότι δεν κατείχε τη κοινοβουλευτική πλειοψηφία και έπρεπε να βασιστεί στην υποστήριξη του FCC - της πολιτικής πλατφόρμας του πρώην προέδρου Kabila. Το 2020, ο Tshisekendi έκανε σημαντικά βήματα να χτίσει ισχυρή υποστηρικτική βάση στους κρατικούς θεσμούς.[1] Τον Δεκέμβριο του 2020, ο Tshisekedi ανακοίνωσε τη διάλυση της κυβέρνησης του και λίγο αργότερα, δύο χρόνια από τις εκλογές του 2018, ο Tshisekedi εξασφάλισε την υποστήριξη της πλειοψηφίας στην Εθνοσυνέλευση.

Πηγή του IRB Καναδά στις 28/02/21 αναφέρει ότι ο νέος πρόεδρος κατάφερε να εισάγει υποστηρικτές του σε όλους του θεσμούς, συμπεριλαμβανομένων των εκλογικών και δικαστικών [2] και, κατά το τέλος του Ιανουαρίου 2021, ο πιστός στο προηγούμενο καθεστώς πρωθυπουργός αναγκάστηκε σε παραίτηση.[3] Στις 12/04/21 ανακοινώθηκε νέα κυβέρνηση μετά από μήνες διαπραγματεύσεων, η οποία αποτελείται από κόμματα μέλη του συνασπισμού του προέδρου Felix Tshisekedi, το «Union Sacre», και δίνει σ’ αυτόν τον πλήρη έλεγχο της κυβέρνησης.[4] Σε πρόσφατες εκλογές στη χώρα τον Δεκέμβριο 2023 ο Tshisekedi επανεκλέχθηκε με ποσοστό πέραν του 70%. [5]

Στην απουσία εν προκειμένω μαρτυρίας ενώπιον του Δικαστηρίου που θα εξηγούσε τις αντιφάσεις και θα συμπλήρωνε τις ελλείψεις που εντοπίστηκαν στο αφήγημα του αιτητή είναι η κατάληξη μου ότι τα κενά που εντοπίστηκαν παραμένουν και συνεπώς η αποδοχή των ισχυρισμών αυτών, ακόμα και αν συνάδουν μερικώς με τις διαθέσιμες πληροφορίες για τη τότε κατάσταση στη χώρα, θα ήταν συνιστούσε αφελή και ανεπιφύλακτη αποδοχή τους, ενάντια σε κάθε εύλογα κριτική θεώρηση τους. Τούτο γιατί, δεδομένης της συνολικής θεώρησης των δεικτών αξιοπιστίας ενός αφηγήματος, τόσο αναφορικά με την εσωτερική όσο και την εξωτερική συνοχή του, η μερική συνοχή των λεγομένων ενός αιτητή με διαθέσιμες πληροφορίες δεν είναι αρκετή – τουλάχιστον στα πλαίσια της παρούσης – για να υπερκεράσει την πάσχουσα εσωτερική συνοχή των ισχυρισμών του εδώ αιτητή.

Επί των ως άνω – στα πλαίσια αξιολόγησης της συνολικής συνοχής των ισχυρισμών του αιτητή – θα πρέπει να υπομνησθεί ότι, ως στο εγχειρίδιο του EASO «Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου», Δικαστική ανάλυση, 2018, σελ.97, αναφέρεται, «[…] είναι αναγκαία η επαγρύπνηση για καταστάσεις στις οποίες ορισμένοι αιτούντες μπορεί να προσαρμόσουν τους ισχυρισμούς τους ώστε να είναι συνεπείς με συναφείς ΠΧΚ, οι οποίες κατά την άποψή τους θα στηρίξουν την αίτησή τους.» Στη σελ.131 του ιδίου εγχειριδίου τονίζεται σχετικώς ότι «[η] γενικευμένη προσβασιμότητα πολλών πηγών ΠΧΚ, μέσω του διαδικτύου ή άλλων μέσων ενημέρωσης, συνεπάγεται την ανάγκη οι δικαστικοί λειτουργοί να έχουν υπόψη τους την πιθανότητα ορισμένες αιτήσεις διεθνούς προστασίας να έχουν καταρτιστεί κατά τρόπο ώστε να είναι συνεπείς με τις συναφείς ΠΧΚ.»

Σε κάθε περίπτωση, αξίζει να σημειωθεί ότι εκ των ως άνω προκύπτει ότι το νέο καθεστώς φαίνεται να έχει εδραιώσει τον πλήρη έλεγχο της κυβέρνησης, «θέτοντας τέλος στην διαμάχη για την εξουσία με τον […] Joseph Kabila»[6]. Από αυτά λοιπόν καταδεικνύεται ότι οι αλλαγές στη κυβέρνηση της χώρας είναι μη προσωρινές, χωρίς εύλογη πιθανότητα ανατροπής για το προβλέψιμο μέλλον.

Επί τούτου βρίσκουν κατ’ αναλογία εφαρμογή και τα λεχθέντα στην απόφαση του ΔΕΕ στις συνεκδικαζόμενες υπ. C-175/08 - C179/08, Aydin Salahadin Abdulla, ημ.02/03/10, όπου, απαντώντας σε σειρά ερωτημάτων που υποβλήθηκαν σχετικά με ανάκληση/παύση καθεστώτος πρόσφυγα, ανέφερε τα εξής:

«73. Η μεταβολή των συνθηκών είναι «ουσιαστικής και μη προσωρινής φύσεως» κατά την έννοια του άρθρου  11, παράγραφος  2, της οδηγίας, όταν οι παράγοντες που προκάλεσαν τον φόβο του προσφεύγοντα ότι θα υποστεί δίωξη μπορούν να θεωρηθούν ως μονίμως εξαλειφθέντες.».

Ακόμα λοιπόν και αν κρινόταν ότι οι ισχυρισμοί του περί απαγωγής του καθ’ οδόν προς αντικυβερνητική διαδήλωση (κατά του τότε καθεστώτος) είναι αποδεκτοί, και πάλι, με βάση τα όσα ανωτέρω καταγράφονται, δεν μπορεί να τεκμηριωθεί, σε ένα εύλογο βαθμό πιθανότητας, κίνδυνος να υποστεί ο αιτητής σήμερα πράξεις που ισοδυναμούν με δίωξη ή σοβαρή βλάβη, δεδομένου ότι η πολιτική κατάσταση στη χώρα άλλαξε άρδην και λαμβανομένου υπόψη ότι απλή πιθανότητα δεν επαρκεί για τη στοιχειοθέτηση τέτοιου κινδύνου. Σημειώνεται σχετικώς ότι ουδέν άλλο λόγο αναφέρει προς τεκμηρίωση της απροθυμίας του να επιστρέψει στη χώρα πέραν του γενικά τιθέμενου φόβου που εκφράζει ότι θα παρακολουθείται. Σημειώνεται και τονίζεται δε ότι ο αιτητής έφυγε από τη χώρα νομίμως, ένα και πλέον χρόνο μετά τη κατ’ ισχυρισμό απαγωγή του, διάστημα στο οποίο ουδέν πρόβλημα αντιμετώπισε, χωρίς να έχει οιονδήποτε θέμα με τις αρχές.

Ενόψει των όσων πιο πάνω αναφέρω, απομένει λοιπόν μια αποτίμηση της κατάστασης ασφαλείας της περιοχής διαμονής του αιτητή.

Προχωρώ λοιπόν σε αξιολόγηση της κατάστασης ασφαλείας στη Κινσάσα.

Αξιόπιστες πηγές πληροφόρησης αναφέρουν ότι η κατάσταση ασφαλείας στη χώρα παραμένει ασταθής, κυρίως στο ανατολικό τμήμα, καθώς υπάρχουν ένοπλες ομάδες και διακοινοτική βία, η οποία μπορεί να επηρεάσει την πολιτική κατάσταση, την ασφάλεια και την ανθρωπιστική κατάσταση. Καταγράφονται επίσης συνεχείς αναφορές για πολλές πόλεις στα ανατολικά που δέχθηκαν επίθεση ή έπεσαν υπό τον προσωρινό έλεγχο ένοπλων ομάδων [7].

Σύμφωνα με την ενημέρωση του ACLED, που συντάχθηκε από το Austrian Centre for Country of Origin & Asylum Research and Documentation (ACCORD), τα περιστατικά ασφαλείας που έλαβαν χώρα στη χώρα το τελευταίο τρίμηνο του 2021, αφορούν μόνο τις επαρχίες Ιturi, North Kivu και South Kivu στα ανατολικά, όπου ασκείται ένοπλη βία. [8]

Περαιτέρω, σύμφωνα με τα στοιχεία του Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED), για το διάστημα από 01/09/22 έως 01/09/23, σημειώθηκαν στην ομώνυμη επαρχία της Κινσάσα 51 περιστατικά ασφαλείας, τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα τον θάνατο 72 ατόμων. Μεταξύ αυτών, 20 ήταν περιστατικά βίας κατά αμάχων (51 θάνατοι), 24 ήταν περιστατικά εξεγέρσεων/ταραχών (1 θάνατος), 52 περιστατικά συνίσταντο σε διαμαρτυρίες (κανένας θάνατος), καταγράφηκαν 7 περιστατικά μαχών ή εκρήξεων ( 20 θάνατοι) ενώ δεν καταγράφηκαν περιστατικά απομακρυσμένης βίας.[9]

Δεδομένου δε ότι ο συνολικός πληθυσμός της επαρχίας της Kinshasa ανέρχεται περί τα 14 ½ εκατομμύρια [10] καταδεικνύεται εκ των ως άνω ότι η αδιάκριτη βία στην περιοχή δεν ανέρχεται σε τόσο υψηλά επίπεδα σε σχέση με τον συνολικό πληθυσμό της περιοχής.

Εκ των ως άνω δεν καταδεικνύεται εύλογη πιθανότητα ο αιτητής να αντιμετωπίσει κατά την επιστροφή του κίνδυνο σοβαρής βλάβης καθότι η συχνότητα περιστατικών ασφαλείας στην περιοχή όπου διέμενε δεν είναι τέτοιας έντασης ώστε να διατρέχει κίνδυνο εξαιτίας και μόνο της παρουσίας του. Δεν μπορώ δε να εντοπίσω ιδιαίτερες περιστάσεις – δεδομένης της απόρριψης του αφηγήματος του περί απαγωγής, ως ανωτέρω εξηγείται - που θα μπορούσαν να επιτείνουν τον κίνδυνο ειδικώς για τον αιτητή στη βάση και της «αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας» [11] (βλ. απόφαση ΔΕΕ, ημ.10/06/21, C-901/19 CF and DN).

Δεν παραγνωρίζω ότι ο αιτητής αναμένεται να αντιμετωπίσει ιδιαίτερες προκλήσεις κατά την επιστροφή του. Σε έρευνα του DIS αναφέρεται ότι τα νεαρά άτομα στη Κινσάσα αντιμετωπίζουν υψηλά ποσοστά ανεργίας και οικονομικής ανέχειας και αναγκάζονται συχνά να αναζητήσουν βιοπορισμό σε δραστηριότητες όπως πωλήσεις φρούτων και λαχανικών ή άλλες χειρωνακτικές εργασίες, έχει δε παρατηρηθεί η μετεγκατάσταση σε άλλες περιοχές για εξασφάλιση καλύτερου βιοπορισμού. [12]  

Οι όποιες όμως προκλήσεις θα αντιμετωπίσει ο αιτητής κατά την επιστροφή του στη χώρα καταγωγής δεν υπερβαίνουν, δεδομένου και του ότι, ως διαφαίνεται, δεν αναμένεται να στερηθεί την πρόσβαση του σε βιοπορισμό που θα του επέτρεπε μια διαβίωση, έστω με ιδιαίτερες ίσως στερήσεις. Σημειώνεται ότι ο αιτητής είναι νεαρός ενήλικας (24 ετών), υγιής, με ολοκληρωμένη μέση εκπαίδευση, εργασιακή εμπειρία ως βοηθός φαρμακείου και με ευρύ οικογενειακό δίκτυο στη Κινσάσα (γονείς και 8 αδέλφια). Άλλωστε, ως στην αιτιολογική σκέψη 35 της Οδ.2011/95/ΕΕ αναφέρεται, «[οι] κίνδυνοι στους οποίους εκτίθεται εν γένει ο πληθυσμός ή τμήμα του πληθυσμού μιας χώρας δεν συνιστούν συνήθως, αυτοί καθαυτοί, προσωπική απειλή που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως σοβαρή βλάβη.» (βλ. και απόσπασμα πιο πάνω από εγχειρίδιο EASO «Προϋποθέσεις χορήγησης διεθνούς προστασίας (οδ.2011/95/ΕΕ) – Δικαστική Ανάλυση»).

Έπεται λοιπόν ότι δεν τεκμηριώθηκε εν προκειμένω βάσιμος φόβος «καταδίωξης του [αιτητή] για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων» και δεν υφίστανται «ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη», ως αμφότερες αυτές οι έννοιες ορίζονται στα άρθρα 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 (Ν. 6(I)/2000) αντίστοιχα.

Συνεπώς, δεδομένων των ως άνω, δεν θίγεται θεωρώ εν προκειμένω το δικαίωμα στη μη επαναπροώθηση ως κατοχυρώνεται στο αρ.3 της ΕΣΔΑ και στο αρ.33 της Σύμβασης του 1951 για το καθεστώς των Προσφύγων, το οποίο και παρέχει, σε κάθε περίπτωση,  προστασία σαφώς στενότερη από αυτήν του αρ.3 της ΕΣΔΑ, αφού προϋποθέτει την δίωξη για λόγους που αναφέρονται στη Σύμβαση.

Για τους λόγους που πιο πάνω αναφέρονται η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με έξοδα €1000 υπέρ των καθ' ων η αίτηση και εναντίον του αιτητή.

 

Α. Χριστοφόρου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 



[1] Bertelsmann Stiftung, ‘BTI 2022 Country Report Congo, DR’ (2022), 32, διαθέσιμο σε https://bti-project.org/fileadmin/api/content/en/downloads/reports/country_report_2022_COD.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 10/12/2022), έτσι και International Crisis Group, ‘DR Congo: No Grace Period for the New Government’ (Μάιος 2021), διαθέσιμο σε https://www.crisisgroup.org/africa/central-africa/democratic-republic-congo/dr-congo-no-grace-period-new-government (ημερομηνία πρόσβασης 11/12/2022)

[2] IRB Canada, ‘Democratic Republic of the Congo: The political situation, including ties between the current and previous governments; ties between state institutions and the former government (2020–March 2022)’ (2022), υπό 3.1 διαθέσιμο σε https://irb-cisr.gc.ca/en/country-information/rir/Pages/index.aspx?doc=458579 (ημερομηνία πρόσβασης 11/12/2022)

[3] Bertelsmann Stiftung, ‘BTI 2022 Country Report Congo, DR’ (2022), 8, διαθέσιμο σε https://bti-project.org/fileadmin/api/content/en/downloads/reports/country_report_2022_COD.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 10/12/2022)

[4] EASO COI QUERY RESPONSE – Democratic Republic of Congo (DRC) Updates on the security situation in Kinshasa between 1 January 2020 - 30 June 2021, διαθέσιμο στη διεύθυνση https://coi.euaa.europa.eu/administration/easo/PLib/EASO%20COI%20Query%20Response%20-%20DRC%20-%20Security%20situation.pdf

[5] Tshisekedi re-elected DR Congo president as opposition calls vote a ‘farce’ | Elections News | Al Jazeera, https://www.aljazeera.com/news/2023/12/31/felix-tshisekedi-re-elected-dr-congo-president-election-commission-says

[6] Ως σημ.5, ανωτέρω, σελ.2

[7] Gov.uk, Foreign travel advice Democratic Republic of the Congo, διαθέσιμο σε https://www.gov.uk/foreign-travel-advice/democratic-republic-of-the-congo/safety-and-security, [ημπρόσβασης 13/09/23]

[8] ACLED, Democratic Republic of Congo, Fourth Quarter 2021: Update on incidents according to the Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED), 30 Μαΐου 2022,  https://www.ecoi.net/en/file/local/2074522/2021q4DemocraticRepublicofCongo_en.pdf (ημ. πρόσβασης 13/09/23).

[9] ACLED, Dashboard, [εφαρμοσμένες παράμετροι: 01/09/2022 – 01/09/2023, Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, Kinshasa] https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 13/09/2023).

[10] City Population, Congo (Dem. Rep.), Provinces, Kinshasa, https://www.citypopulation.de/en/drcongo/cities/  (ημ. πρόσβασης 15/09/23).

[11] Εγχειρίδιο EASO, Άρθρο 15 στοιχείο γ) της οδηγίας για τις ελάχιστες απαιτήσεις ασύλου (2011/95/ΕΕ) Δικαστική ανάλυση, σελ.26-28, διαθέσιμο εδώ: https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/Article-15c-QD_a-judicial-analysis-EL.pdf

[12] DIS, 'Democratic Republic of the Congo- Socioeconomic Conditions in Kinshasa' (2022), 48 διαθέσιμο σε https://www.ecoi.net/en/file/local/2079915/notat-drc-kinshasa.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 19/07/2023)


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο