ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθ. Αρ.: 3114/2023

18 Απριλίου, 2024

[Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

B.E.E. από τη Νιγηρία και τώρα στην Πάφο

Αιτήτρια

-και-

 

Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπουργείου Εσωτερικών, Υπηρεσίας Ασύλου

Καθ' ων η Αίτηση

Εμφανίσεις:

Α. Λαζάρου (κα), Δικηγόρος για την Αιτήτρια

Π.Βρυωνίδου (κα), Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα, Δικηγόρος για τους Καθ' ων η Αίτηση.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με την παρούσα προσφυγή η Αιτήτρια προσβάλλει την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, επιστολής ημερομηνίας 11/08/23, η οποία της κοινοποιήθηκε την ίδια μέρα, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα της για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας, ως άκυρη, παράνομη, αντισυνταγματική και στερούμενη κάθε έννομου αποτελέσματος.

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Η Αιτήτρια υπέβαλε αίτηση για διεθνή προστασία στις 04/04/22, στις 19/05/23 πραγματοποιήθηκε η συνέντευξη της, ακολούθησε έκθεση/εισήγηση λειτουργού ημερομηνίας 13/07/23 και ο εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών αρμόδιος λειτουργός αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης στις 20/07/23, απόφαση που αποτελεί και το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Η Αιτήτρια μέσω της δικηγόρου της ισχυρίζεται ότι η προσβαλλόμενη διοικητική πράξη παραβιάζει τη σχετική νομοθεσία και ότι η έρευνα της Υπηρεσίας Ασύλου ήτο ελλιπής, πεπλανημένη ως προς τα πραγματικά γεγονότα και νομικά σημεία της υπόθεσης, στερείται δε επαρκούς αιτιολογίας.

 

Οι Καθ' ων η Αίτηση αντιτείνουν ότι η προσβαλλόμενη με την παρούσα προσφυγή απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα μετά από δέουσα έρευνα και αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης και ότι η επίδικη απόφαση είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη.

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

Προτού το Δικαστήριο προβεί σε εξέταση λόγων ακύρωσης θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι ισχυρισμοί της Αιτήτριας όπως αυτοί προβάλλονται μέσω της συνηγόρου της στο δικόγραφο της προσφυγής, δεν αναπτύσσονται επαρκώς στην Γραπτή Αγόρευση. Απλή επίκληση παραβίασης Νόμων και γενικών αρχών διοικητικού δικαίου, χωρίς οποιαδήποτε συγκεκριμενοποίηση δεν είναι αρκετή. Η αιτιολόγηση νομικών σημείων είναι απαραίτητη για την εξέταση λόγων ακύρωσης από το Δικαστήριο, οποιαδήποτε αοριστία ή ασάφεια, αναπόφευκτα επηρεάζει τη νομική τους βάση με αποτέλεσμα να κινδυνεύουν να κριθούν αναιτιολόγητοι και ανεπίδεκτοι δικαστικής εκτίμησης. Ούτε μπορούν να γίνουν αποδεκτοί ισχυρισμοί που δεν εξειδικεύονται ή δεν αιτιολογούνται, διότι με αυτό τον τρόπο το Δικαστήριο, παρόλο που ασκεί και έλεγχο ουσίας, θα οδηγείτο σε συζήτηση σχεδόν οιουδήποτε θέματος κατά παράβαση των δικονομικών διατάξεων και του ρόλου που διαδραματίζουν στον καθορισμό των επίδικων θεμάτων και της διεξαγωγής της διοικητικής δίκης. (Βλέπε Κανονισμό 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, που εφαρμόζεται κατ΄ αναλογία και από το παρόν Δικαστήριο - Κανονισμός 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας  Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 έως 2022 (3/2019), και των λεχθέντων στη  Δημοκρατία ν. Κουκκουρή(1993) 3 Α.Α.Δ. 598, Latomia Estate Ltd v. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672, Δημοκρατία ν. Σπύρου (2007) 3 Α.Α.Δ. 533, Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 Α.Α.Δ. 598, επίσης - Ιωσηφίδης ν. Γενικού Εισαγγελέα (1990) 3 Α.Α.Δ. 4599Kadivari ν. Δημοκρατίας (αρ. 2) (1992) 4 Α.Α.Δ. 2924).

 

Ανεξάρτητα, της πιο πάνω διαπίστωσης αντλώντας τις εξουσίες που ορίζονται στο Άρθρο 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 έως 2023 (Ν.73(Ι)/2018), προχωρώ σε αξιολόγηση μόνο των λόγων ακύρωσης που καλύπτονται επαρκώς από τους νομικούς ισχυρισμούς του δικογράφου της προσφυγής και πληρούν τις προϋποθέσεις αιτιολόγησης.

 

Η εξέταση της ουσίας της αίτησης ασύλου της Αιτήτριας και των στοιχείων του διοικητικού φακέλου (στο εξής «ΔΦ») είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τους λόγους ακύρωσης που αφορούν έλλειψη δέουσας έρευνας και ανεπαρκούς αιτιολόγησης της προσβαλλόμενης πράξης. Από εξέταση, λοιπόν, του φακέλου της Αιτήτριας προκύπτει ότι τα προσωπικά στοιχεία και προφίλ της έγιναν αποδεκτά από την Υπηρεσία Ασύλου (ερυθρά 110- 108 ΔΦ). Απορρίφθηκε, όμως ο ισχυρισμός της για φόβο δίωξης υπό την μορφή απειλών κατά της ζωής της από συγκεκριμένη γυναίκα η οποία ήθελε να την υποβάλει σε εμπορία προσώπων και σεξουαλική εκμετάλλευση παρέχοντας ερωτικές υπηρεσίες είτε σε άνδρες είτε σε γυναίκες ως εξωτερικά αναξιόπιστος. Συγκεκριμένα η Αιτήτρια ισχυρίστηκε ότι μια φίλη της μητέρας της που διαμένει στο Λονδίνο θα μπορούσε να τη βοηθήσει ώστε να σπουδάσει σε πανεπιστήμιο στις μη ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές. H εν λόγω γυναίκα ανέλαβε όλες τις διαδικασίες του ταξιδιού και των σπουδών και επίσης πλήρωσε το ταξίδι της. Όταν έφτασε στις μη ελεγχόμενες περιοχές μια άλλη γυναίκα την οποία κατονόμασε ως Lady B, την παρέλαβε από το αεροδρόμιο και την μετέφερε σε ένα διαμέρισμα όπου της ανακοίνωσε ότι ήρθε για να παρέχει ερωτικές υπηρεσίες είτε σε άνδρες ή σε γυναίκες. Η Αιτήτρια αρνήθηκε και η γυναίκα την κλείδωσε στο διαμέρισμα για μια εβδομάδα. Αργότερα την μετέφερε σε ένα άλλο διαμέρισμα για 6 μέρες. Κατά τη διάρκεια της διαμονής της, η Αιτήτρια δεν υποχρεώθηκε να παρέχει ερωτικές υπηρεσίες επειδή όπως ισχυρίστηκε η ίδια το αρνήθηκε. Μια μέρα η Lady B την επισκέφθηκε και η Αιτήτρια της είπε ότι συμφωνεί να εργαστεί και όταν η γυναίκα πήγε στο μπάνιο, την κλείδωσε και κατάφερε να ξεφύγει. Αυτό το μέρος της ιστορίας της παρουσιάζει ασάφειες, ασυνέπειες, αοριστίες, αντιφάσεις, έλλειψη ευλογοφάνειας και έλλειψη επαρκών πληροφορικών (ερυθρά 107-105 ΔΦ). Ειδικότερα η Αιτήτρια:

- δεν ήταν σε θέση να αναφέρει λεπτομερείς πληροφορίες αναφορικά με τις διαδικασίες του ταξιδιού της στις μη ελεγχόμενες περιοχές που διευθέτησαν η μητέρα της με τη φίλη της (ερυθρά 53 – 1χ-2χ ΔΦ),

- επιπλέον, δεν μπορούσε να παρέχει συγκεκριμένες πληροφορίες πέραν του ονόματος της γυναίκας που την βοήθησε να διευθετήσει τις σπουδές της και ισχυρίστηκε ότι ήταν η καλύτερη φίλη της μητέρας της (ερυθρό 52-2χ ΔΦ),

- επίσης, σε ερώτηση για ποιο λόγο πιστεύει ότι η καλύτερη φίλη της μητέρας της ήθελε να την εκδώσει σε εμπορία προσώπων, απάντησε αόριστα και με ασάφεια ότι υποθέτει ότι είχε το δικό της κίνητρο ενώ η μητέρα της δεν είναι μορφωμένη (ερυθρό 47-2χ ΔΦ),

- πρόσθετα δεν ήταν σε θέση να περιγράψει με λεπτομέρεια την γυναίκα που την κλείδωσε στο διαμέρισμα αναφέροντας μόνο ότι αυτή ήταν από την Νιγηρία και παχουλή (ερυθρό 51-χ ΔΦ),

- δεν παρείχε επαρκείς λεπτομέρειες κατά την αφήγηση της όταν η γυναίκα της ανακοίνωσε ότι θα εργαστεί για να παρέχει ερωτικές υπηρεσίες και η ίδια αρνήθηκε, αναφέροντας μόνο ότι την απείλησε με μαχαιροπίρουνα λέγοντας της ότι θα την σκοτώσει και ότι πρέπει να παραμείνει ήσυχη (ερυθρό 51-2χ ΔΦ),

- σε σχέση με τη δουλειά, η Αιτήτρια  ισχυρίστηκε με ασάφεια και αόριστα ότι της είπε ότι θα κοιμόταν είτε με άνδρες ή με γυναίκες και αυτή διαφώνησε καθότι ήταν πολύ νέα εκείνη την περίοδο (ερυθρό 55-2χ ΔΦ),

- δεν ήταν σε θέση να παρέχει συγκεκριμένες πληροφορίες σε σχέση με την τοποθεσία του διαμερίσματος υποστηρίζοντας ότι δεν μπορούσε να δει οτιδήποτε στη διαδρομή επειδή ήταν φοβισμένη (ερυθρά 50-1χ,2χ, 49-1χ ΔΦ),

- σε ερώτημα να σχολιάσει το γεγονός ότι κατά τη διάρκεια που κρατείτο από τη γυναίκα δεν υποχρεώθηκε να κοιμηθεί είτε με άνδρες ή με γυναίκες, η Αιτήτρια αόριστα υποστήριξε ότι ο λόγος είναι επειδή η ίδια αρνήθηκε και αυτή η γυναίκα περίμενε και επέμενε να δεχτεί τη δουλειά (ερυθρό 48-1χ ΔΦ),

- σε ερώτημα να περιγράψει με ποιο τρόπο κατάφερε να διαφύγει το μέρος, η Αιτήτρια περίγραψε χωρίς να είναι σε θέση να παρέχει επαρκείς λεπτομέρειες ότι είχε την ιδέα να πει ψέματα στη γυναίκα ότι αποδέχεται τη δουλειά και όταν αυτή πήγε στην τουαλέτα για να κάνει τηλεφωνήματα κατάφερε να την κλειδώσει  να βρει το διαβατήριο της στην τσάντα της γυναίκας και να διαφύγει από την κύρια είσοδο την οποία η γυναίκα είχε ξεχάσει να κλειδώσει (ερυθρά 49-2χ, 54-1χΔΦ),

 

Το Δικαστήριο αφού διεξήλθε των λεπτομερειών της συνέντευξης διαπιστώνει, όπως και η εισήγηση του λειτουργού, ότι δεν θα μπορούσε να γίνει αποδεκτό αυτό το μέρος του αιτήματος της Αιτήτριας. Δεν παρείχε κάθε διαθέσιμη βοήθεια στον εξεταστή για τη διαπίστωση των στοιχείων της υπόθεσής της, ούτε τεκμηρίωσε τους ισχυρισμούς της με επαρκή λεπτομέρεια (Βλέπε Άρθρο 18 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000), βλέπε επίσης Πρακτικός Οδηγός της ΕΑΣΟ: Αξιολόγηση των Αποδεικτικών Στοιχείων, Μάρτιος 2015, σελ.11 και Evidence and credibility assessment in the context of the Common European Asylum System της EUAA, February 2023, σελ.57-72, 103-112, 120-131), ενώ υπέπεσε και σε σωρεία αντιφάσεων. Γενικά οι ανεπαρκείς λεπτομέρειες, οι ελλιπείς πληροφορίες που παρουσιάστηκαν από την Αιτήτρια, η άγνοιά της για ουσιώδη ζητήματα που άπτονταν του πυρήνα του αιτήματος της λ.χ. η αναφορά σε περιστατικά/ ενέργειες της γυναίκας που ήθελε να την ωθήσει σε εμπορία προσώπων που θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως απειλές κατά τη ζωή της, η αναλυτικότερη περιγραφή των περιστατικών που έλαβαν χώρα ήταν στοιχεία που θα ήταν ευλόγως αναμενόμενο να γνωρίζει και/ή περιγράψει εκτενώς η Αιτήτρια[1]. Σύμφωνα, επίσης, και με την § 205 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών, ο Αιτητής θα έπρεπε:

 

«(i) να λέει την αλήθεια και να βοηθά τον εξεταστή με κάθε δυνατό τρόπο με την τεκμηρίωση των ισχυρισμών του με κάθε δυνατό τρόπο.

(ii) Να κάνει προσπάθεια να υποστηρίξει τα λεγόμενά του με κάθε διαθέσιμο τεκμήριο και να δώσει ικανοποιητική επεξήγηση για κάθε απουσία τεκμηρίων. Αν είναι αναγκαίο πρέπει να καταβάλει προσπάθεια να προσκομίσει επιπρόσθετα τεκμήρια.

(iii) Να παρέχει όλες τις σχετικές πληροφορίες που αφορούν τον εαυτό του και τις προγενέστερες εμπειρίες του με όσο το δυνατόν περισσότερες λεπτομέρειες για να καταστήσει ικανό τον εξεταστή να αποδείξει τους σχετικούς ισχυρισμούς.  Αναμένεται ότι θα του ζητηθεί να δώσει μια συνεκτική εξήγηση όλων των λόγων που επικαλείται για υποστήριξη του αιτήματός του για προσφυγικό καθεστώς και θα πρέπει να απαντήσει σε όλες τις ερωτήσεις που θα του υποβληθούν.»

 

Ούτε θα μπορούσε να τύχει του ευεργετήματος της αμφιβολίας το οποίο δίνεται μόνο όταν έχουν προσκομισθεί όλα τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία και όταν ο εξεταστής είναι γενικά ικανοποιημένος από την αξιοπιστία του αιτούντα. (Βλέπε §204 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών). Από τα γεγονότα της περίπτωσης του σε συνάρτηση με τα στοιχεία του φακέλου και τις αιτιάσεις της δεν προκύπτει να συντρέχουν στο πρόσωπο της εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά κριτήρια που μπορούν να στοιχειοθετήσουν το γεγονός ότι εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής της και δεν επιθυμεί να επιστρέψει σε αυτή λόγω δικαιολογημένου φόβου δίωξης (§37-38 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών). Ακόμα δε και εάν γινόταν αποδεκτό το αφήγημα της δεν τεκμηριώνεται ότι ανήκει σε οποιαδήποτε πολιτική, θρησκευτική, εθνική, στρατιωτική ή κοινωνική οργάνωση ή ομάδα στη χώρα καταγωγής της που να αντιμετωπίζει δίωξη, ενώ σε περίπτωση επιστροφής της δεν θα αντιμετωπίσει οποιοδήποτε πρόβλημα από τις αρχές της χώρας της. Δεν έχει τεκμηριώσει με τις αιτιάσεις της ότι έχει καταδικασθεί, συλληφθεί, ή καταζητείται είτε από τις αρχές της χώρας της είτε από άλλους φορείς δίωξης (Βλέπε Άρθρα και του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000). Ούτε αποτελεί λόγο δίωξης που την οδήγησε να εγκαταλείψει την χώρα της.

 

Ούτε η περίπτωση της Αιτήτριας εμπίπτει στις προϋποθέσεις παροχής σε αυτήν καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας. Ο λειτουργός εξέτασε κατά πόσο η Αιτήτρια θα υπόκειτο σε περίπτωση επιστροφής της στη χώρα καταγωγής σε οποιαδήποτε τέτοια σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη ως προσδιορίζεται στο Άρθρου 19 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000), καταλήγοντας ότι τέτοιος κίνδυνος δεν υφίσταται. Ουδείς εκ των ισχυρισμών που πρόβαλε τεκμηριώνει την ύπαρξη ουσιωδών λόγων ώστε να πιστεύεται ότι η ίδια προσωπικά, σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής της, θα υποβληθεί σε κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης ή σε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία, βάσει του Άρθρου 15, εδάφια (α) και (β), της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ[2] που αντιστοιχεί στο Άρθρο 19(2), εδάφια (α) και (β), του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν. 6(Ι)/2000). Ειδικά δε ως προς το σκέλος της διακινδύνευσης λόγω βίας ασκούμενης αδιακρίτως σε καταστάσεις ένοπλης σύρραξης, ο λειτουργός σημειώνει ότι βάσει των διαθέσιμων πληροφοριών από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης διαπιστώνεται ότι στην περιοχή της Αιτήτριας (Port Harcourt, Rivers State)  δεν υφίστανται συνθήκες άσκησης αδιάκριτης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, έτσι ώστε να γίνει αποδεκτό ότι υπάρχουν εύλογοι λόγοι η Αιτήτρια να αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής της ή της σωματικής ακεραιότητας της. Σημειώνεται περαιτέρω ότι, η ίδια σε κανένα στάδιο της διαδικασίας αξιολόγησης της αίτησης της ανέφερε ότι κινδυνεύει λόγω ένοπλης σύρραξης στη χώρα της, ενώ από αναθεωρημένη έρευνα του Δικαστηρίου επιβεβαιώνονται τα ευρήματα του λειτουργού[3]. Λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος ότι ο Υπουργός Εσωτερικών στα πλαίσια των εξουσιών του Άρθρου 12 Β τρις του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023,(Ν.6(Ι)/2000), με την Κ.Δ.Π. 166/2023 ημερομηνίας 26/05/23 ορίζει την χώρα καταγωγής της Αιτήτριας ως ασφαλή χώρα ιθαγένειας, η ίδια δεν έχει τεκμηριώσει ότι στην χώρα της δεν είναι ασφαλής λόγω των ειδικών της περιστάσεων.  Επίσης διαθέτει υποστηρικτικό δίκτυο την μητέρα της και τα 5 αδέλφια της οι οποίοι διαμένουν στην πόλη της και συνεπώς μπορεί να βιοποριστεί και να εξασφαλίσει τα προς το ζην.

 

Ως εκ των ανωτέρω δεν διαπιστώνεται ελλιπής έρευνα αλλά ούτε πλάνη περί το νόμο και των πραγματικών δεδομένων που λήφθηκαν υπόψη από την Υπηρεσία Ασύλου κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης (Βλέπε  Αντώνης Ράφτης ν. Δημοκρατίας, (2002) 3 Α.Α.Δ. 345 ). Η επάρκεια της αιτιολογίας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τα πραγματικά και νομικά περιστατικά της υπόθεσης, ενώ η αιτιολογία της προσβαλλόμενης πράξης συμπληρώνεται και/ή αναπληρώνεται μέσα από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου της Αιτήτριας ήτοι της έκθεσης/εισήγησης του λειτουργού η οποία αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της απόφασης του εξουσιοδοτημένου από τον Υπουργό Εσωτερικών αρμόδιου λειτουργού, όπως επίσης και από το σύνολο της όλης διοικητικής ενέργειας με αποτέλεσμα να καθίσταται εφικτός ο δικαστικός έλεγχος (Βλέπε Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ.270). Το Δικαστήριο μετά από έλεγχο νομιμότητας/ορθότητας και πραγματικό έλεγχο των περιστάσεων της Αιτήτριας, όπως αναλύεται ανωτέρω, καταλήγει στο ίδιο εύρημα ότι δηλαδή δεν μπορεί να της αναγνωριστεί το καθεστώς του πρόσφυγα ή συμπληρωματικής προστασίας.

 

Για όλους τους πιο πάνω λόγους, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται με €1300 έξοδα εναντίον της Αιτήτριας και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.

                              

 

 

 

 

                          Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 

 

 

 



[1] EYAA, Evidence and Credibility Assessment in the Context of the Common European Asylum System, Judicial Analysis 2nd Edition, February 2023, σελ.122-123

[2] του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας

[3] https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο