ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

                                                                               Υπόθεση Αρ.:  3360/23

2 Απριλίου 2024

                   

                      [Β.ΚΟΥΡΟΥΖΙΔΟΥ ΚΑΡΛΕΤΤΙΔΟΥ, ΔΔΔΔΠ.]

                     Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:

C.O, {….} 6 Flat 3,{….. } Λευκωσία

                                                                                                  Αιτήτρια

και

                   Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπηρεσία Ασύλου

                                                                                        Καθ' ων η Αίτηση

 

Μ. Χατζηδάκης (κος), Δικηγόρος για τον Αιτητή

Παπανικολάου για Μ. Βασιλείου (κα), Δικηγόρος για τους Καθ' ων η Αίτηση

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

Με την υπό εξέταση προσφυγή, η Αιτήτρια προσβάλλει την απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση ημερ. 12/08/2023, η οποία κοινοποιήθηκε στην Αιτήτρια στις 25/08/2023, με την οποία την πληροφορούν ότι το αίτημα της για διεθνή προστασία ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου απορρίπτεται καθότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμο και ότι η Αιτήτρια δεν απέδειξε οποιονδήποτε λόγο για να της παραχωρηθεί το καθεστώς πρόσφυγα ή της συμπληρωματικής προστασίας.

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Σύμφωνα με τα στοιχεία του φακέλου, η Αιτήτρια, υπήκοος της  Νιγηρίας, εγκατέλειψε την χώρα της στις 15/03/2023 και στις 02/04/2023, εισήλθε παράνομα στην Κυπριακή Δημοκρατία μέσω των μη ελεγχόμενων από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχών, όπου αργότερα, στις 19/04/2023 υπέβαλε αίτηση για παροχή Διεθνούς Προστασίας. Στις 08/08/2023 διεξήχθη συνέντευξη στην Αιτήτρια από αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου και στις 09/08/2023 αρμόδιος λειτουργός ετοίμασε έκθεση-εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας και εισηγήθηκε την απόρριψη της αίτησης της  Αιτήτριας, η οποία στις 12/08/2023 εγκρίθηκε από εξουσιοδοτημένο από τον αρμόδιο Υπουργό λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου να ασκεί καθήκοντα Προϊσταμένου, διατάσσοντας παράλληλα την επιστροφή της στη Νιγηρία. Στις 25/08/2023, ετοιμάστηκε επιστολή από την Υπηρεσία Ασύλου προς την Αιτήτρια σχετικά με την απόρριψη της αίτησης και αιτιολόγηση της απόφασης, η οποία επιδόθηκε αυθημερόν στην Αιτήτρια σε γλώσσα πλήρως κατανοητή από την ίδια (Αγγλικά). Ακολούθως, στις 07/11/2023, η Αιτήτρια προχώρησε στην καταχώρηση της παρούσας προσφυγής.

 

ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ ΑΙΤΗΤΡΙΑΣ

Η Αιτήτρια, δια του δικηγόρου της, προβάλει διάφορους νομικούς ισχυρισμούς προς υποστήριξη του αιτήματος της για ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης, οι οποίοι τίθενται με γενικότητα και χωρίς να συναρτώνται με τα επίδικα γεγονότα, και οι περισσότεροι εκ των οποίων δεν προωθούνται με την Γραπτή Αγόρευση.

Ο συνήγορος της Αιτήτριας δια της αγόρευσης προβάλλει, ως λόγους ακύρωσης, την παραβίαση της υποχρέωσης εξατομικευμένης αξιολόγησης αντικειμενικά και αμερόληπτα, την μη δέουσα έρευνα και εσφαλμένη αξιολόγηση της αξιοπιστίας της Αιτήτριας, την παραβίαση των καθηκόντων των Καθ’ ων η αίτηση ως αποφαινόμενης αρχής, την παραβίαση του ευεργετήματος της αμφιβολίας και την παραβίαση των διαδικασιών κατά την συνέντευξη.

Οι Καθ' ων η αίτηση υποβάλλουν ότι η επίδικη απόφαση έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος και των Νόμων, μετά από δέουσα έρευνα και ορθή ενάσκηση των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στους Καθ' ων η αίτηση και αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά στοιχεία, γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης, είναι δε επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη.

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

Καταρχάς πρέπει να λεχθεί ότι οι λόγοι ακύρωσης είναι με γενικότητα και αοριστία που εγείρονται στην παρούσα αίτηση.  Η απλή καταγραφή κατά ιδιαίτερα συνοπτικό τρόπο στους λόγους ακύρωσης της νομικής βάσης της προσφυγής δεν ικανοποιεί την επιτακτική ανάγκη του Καν. 7 του Ανωτάτου Συνταγματικού Διαδικαστικού Κανονισμού του 1962, όπως οι νομικοί λόγοι αναφέρονται πλήρως. 

«Η αναφορά, για παράδειγμα, ότι «Η απόφαση πάσχει γιατί λήφθηκε χωρίς την δέουσα έρευνα» (το ίδιο αοριστόλογοι είναι και οι υπόλοιποι λόγοι ακύρωσης), δεν εξηγεί καθόλου, ούτε παραπέμπει σε συγκεκριμένα κατ' ισχυρισμόν δεδομένα που οδήγησαν σε μη έρευνα, ή σε πλάνη, ή καταπάτηση των αρχών της ίσης μεταχείρισης κλπ.  Η προσφυγή θα μπορούσε να απορριφθεί για τους πιο πάνω διαδικαστικούς λόγους οι οποίοι αντανακλούν βεβαίως και επί της ουσίας.  Αυστηρώς ομιλούντες τα όσα αναφέρονται στην αγόρευση της δικηγόρου του αιτητή δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη, εφόσον παγίως αναγνωρίζεται ότι οι αγορεύσεις δεν αποτελούν μέσο για τη θεμελίωση γεγονότων. (δέστε Δημοκρατία ν. Κουκκουρή (1993) 3 Α.Α.Δ. 598, Ελισσαίου ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (2004) 3 Α.Α.Δ. 412 και Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 384) (δέστε Υπόθεση Αρ. 1119/2009  ημερ. 31 Ιανουαρίου 2012 FARHAN KHALIL, και   Κυπριακής Δημοκρατίας).

Οι ισχυρισμοί για την ακύρωση μιας διοικητικής απόφασης πρέπει να είναι συγκεκριμένοι και να εξειδικεύουν ποια νομοθετική πρόνοια ή αρχή διοικητικού δικαίου παραβιάζεται. Όπως έχει τονισθεί στην υπόθεση Latomia Estate Ltd. v. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672:

Η αιτιολόγηση των νομικών σημείων πάνω στα οποία βασίζεται μια προσφυγή είναι απαραίτητη για την εξέταση από ένα Διοικητικό Δικαστήριο των λόγων που προσβάλλουν τη νομιμότητα μιας διοικητικής πράξης.

Περαιτέρω, δεν αρκεί η παράθεση των συγκεκριμένων διατάξεων της νομοθεσίας που κατ' ισχυρισμόν παραβιάζει η προσβαλλόμενη πράξη, αλλά θα πρέπει επίσης τα επικαλούμενα νομικά σημεία να αιτιολογούνται πλήρως.  Οποιαδήποτε αοριστία ή ασάφεια σε σχέση με αυτά μπορεί να έχει ως συνέπεια την απόρριψη της προσφυγής. (βλ. Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 AAΔ.598).

Ο συνήγορος της Αιτήτριας παραθέτει γενικά και αόριστα τα νομικά σημεία στην προσφυγή και επικαλείται παραβιάσεις  του  περί Προσφύγων Νόμου και των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου χωρίς ωστόσο την παράθεση των συγκεκριμένων διατάξεων της νομοθεσίας που κατ' ισχυρισμό παραβιάζει η προσβαλλόμενη πράξη, αλλά  επίσης  ελλείπει οποιαδήποτε επιχειρηματολογία υπέρ της αποδοχής των λόγων ακύρωσης. Επίσης είναι πλειστάκις νομολογημένο ότι, λόγοι ακύρωσης που δεν εγείρονται στο δικόγραφο της προσφυγής δεν μπορούν να εξεταστούν με το να εγείρονται για πρώτη φορά στις γραπτές αγορεύσεις. (Βλ. απόφαση της Ολομέλειας στη Φλωρεντία Πετρίδου ν. Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, (2004) 3 Α.Α.Δ. 636) .Σχετική είναι και  η υπόθεση Σπύρου και Άλλων ν. Δημοκρατίας, Προσφ. 571/94 κ.α., ημερ. 22.11.1995, στη σελ. 4.

Τα όσα επομένως πιο κάτω εξετάζονται και  αποφασίζονται τελούν υπό την πιο πάνω τοποθέτηση.

Αναφορικά με το ισχυρισμό της Αιτήτριας περί έλλειψης δέουσας έρευνας  έχει πλειστάκις νομολογηθεί ότι η έκταση, ο τρόπος και η διαδικασία που ακολουθείται ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια της διοίκησης.

Περαιτέρω η έρευνα είναι επαρκής εφόσον εκτείνεται στη διερεύνηση κάθε γεγονότος που σχετίζεται με το θέμα που εξετάζεται. Το  κριτήριο για την πληρότητα της έρευνας έγκειται στη συλλογή και τη διερεύνηση των ουσιωδών στοιχείων τα οποία παρέχουν ασφαλή συμπέρασμα. (Βλέπε Δημοκρατία ν. Κοινότητας Πυργών κ.α., Α.Ε. 1518/1.11.96, Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας ν. Ζάμπογλου, Α.Ε. 1575/14.7.97, Α.Ε.2371, Motorways Ltd v Δημοκρατίας ημερ. 25/6/99).

Το Δικαστήριο στα πλαίσια ελέγχου της προσβαλλόμενης απόφασης εξετάζει κατά πόσον το αρμόδιο όργανο ερεύνησε όλα εκείνα τα στοιχεία που όφειλε να ερευνήσει και να συνεκτιμήσει για να καταλήξει στην απόφασή του σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου. Η έρευνα θεωρείται πλήρης όταν το διοικητικό όργανο συλλέξει και εξετάσει όλα τα ουσιώδη στοιχεία μιας υπόθεσης ώστε να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα

Περαιτέρω  όπως εξηγήθηκε στην υπόθεση Πολυξένη Γεωργίου ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 606/91, ημερομηνίας 22.9.92, στις σελ. 2-3: «Το τι αποτελεί επαρκή έρευνα, εξαρτάται από τα γεγονότα και περιστατικά της κάθε υπόθεσης (Κηαi ν. Τhe Republic (1987) 3 CLR 1534). Η έκταση της έρευνας που ένα διοικητικό όργανο διεξάγει για τη λήψη απόφασης εξαρτάται από τα γεγονότα της κάθε υπόθεσης (Δημοκρατίας ν. Γιαλλουρίδη και Άλλων), Αναθεωρητικές Εφέσεις 868, 868, ημερομηνίας 13.12.90)».

Όπως καταδεικνύεται από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου οι Καθ΄ ων η αίτηση ενήργησαν σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου και εξέτασαν όλα τα ουσιώδη στοιχεία που είχαν ενώπιον τους. 

Έχω εξετάσει την προσβαλλόμενη απόφαση υπό το πρίσμα όλων των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, κυρίως των όσων η Αιτήτρια δήλωσε κατά την διάρκεια της συνέντευξης, όσο και όσα προβάλλει με την παρούσα  προσφυγή.

Σύμφωνα με τα στοιχεία στον φάκελο της  Αιτήτριας, αυτή είναι ενήλικη από τη Νιγηρία. Δήλωσε ότι κατάγεται από τη περιοχή Benin City, Oredo LGA, Edo State στη Νιγηρία. Δήλωσε ότι πριν να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής της και αφού απεβίωσε ο σύζυγός της μετακόμισε στην Abuja, την πρωτεύουσα της Νιγηρίας τον Ιανουάριο του 2023 (ερυθρά 36 – 1Χ, 34 – 1Χ, 34 – 2Χ-4Χ του διοικητικού φακέλου). Πρόσθεσε ότι ο η περιοχή διαμονής της πριν την αναχώρηση της από τη χώρα καταγωγής της ήταν η Abuja (Federal Capital Territory of Nigeria) (ερυθρό 34 – 5Χ του διοικητικού φακέλου). Δήλωσε ότι είναι χήρα,  χριστιανή προτεστάντης και μιλά Αγγλικά και Benin (ερυθρά 36 – 2Χ-3Χ & 33 – 1Χ του διοικητικού φακέλου), και δεν τελείωσε το λύκειο λόγω οικονομικών προβλημάτων (ερυθρό 33 – 2Χ του διοικητικού φακέλου). Πρόσθεσε ότι ο πατέρας της απεβίωσε όταν ήταν μικρή και μετά το θάνατο του ζούσε με την μητέρα της και τις δύο αδερφές της. Ανέφερε ότι η μία αδελφή της βρίσκεται στην Ιταλία και η άλλη στην Abuja  της Νιγηρίας. Επίσης, ανέφερε ότι η μητέρα της είναι στο Benin City και ότι έχει επικοινωνία κάποιες φορές με τη θεία της (ερυθρό 33 – 3Χ & 4Χ – 6Χ).

Δήλωσε πως εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της στις 15/03/2023 και πως ταξίδεψε με το διαβατήριο της και την φοιτητική της visa (ερυθρά 36 – 4Χ & 34 – 6Χ του διοικητικού φακέλου). Πρόσθεσε, επίσης, ότι αφίχθηκε στο αεροδρόμιο της Κωνσταντινούπολης όπου πήρε άλλο αεροπλάνο με προορισμό το Ercan Airport στις μη ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές. Έπειτα εισήλθε παράνομα στις ελεύθερες περιοχές της Κυπριακή Δημοκρατία στις 02/04/2023 (ερυθρά 32 – 1Χ & 36 – 5Χ του διοικητικού φακέλου). Κατά την  καταγραφή της αίτησης για διεθνή προστασία όσο και κατά  τη διάρκεια της συνέντευξης της η Αιτήτρια ισχυρίστηκε  ότι ο λόγος που εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής της είναι η ισχυριζόμενη δολοφονία του συζύγου της από μυστική αδελφότητα στην οποία ο ίδιος συμμετείχε και από την οποία  κινδυνεύει η ζωή και της ίδιας.

Αναφορικά με τον πρώτο ουσιώδη ισχυρισμό που αφορά στο τόπο καταγωγής της, ήτοι ότι είναι Νιγηριανή υπήκοος και ότι περιοχή καταγωγής της είναι η  Benin City, Oredo LGA, Edo state ως επίσης ότι ο η περιοχή διαμονής της πριν την αναχώρηση της από τη χώρα καταγωγής της ήταν η Abuja (Federal Capital Territory of Nigeria) (ερυθρό 34-5Χ του διοικητικού φακέλου) έγινε αποδεκτός από τον  αρμόδιο λειτουργό ως αξιόπιστος, εφόσον πηγές πληροφόρησης επικυρώνουν τις ονομασίες και την ύπαρξη των όσων ανέφερε πιο πάνω η Αιτήτρια σχετικά με την περιοχή καταγωγής και διαμονής της (ερυθρά 42-41 του διοικητικού φακέλου).

Αναφορικά με τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό της Αιτήτριας, ήτοι την ισχυριζόμενη δίωξη της  υπό την μορφή απειλών κατά της ζωής της από μυστική αδελφότητα (cult) κατά την αξιολόγηση και  εκτίμηση της εσωτερικής αξιοπιστίας της Αιτήτριας, ο αρμόδιος λειτουργός καταλήγει ότι η Αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να δώσει ικανοποιητικές και επαρκείς πληροφορίες σε θέματα που άπτονται στον πυρήνα του αιτήματος της. Κλήθηκε να δώσει περισσότερες πληροφορίες για τα πιο πάνω γεγονότα μέσω των οποίων έλλειψη επαρκών πληροφοριών, έλλειψη ευλογοφάνειας. Συγκεκριμένα:

Καταγράφει στην έκθεση εισήγηση του η οποία υιοθετήθηκε από τον αρμόδιο να αποφασίζει λειτουργό ότι ερωτηθείσα η Αιτήτρια εάν έχει γίνει κηδεία στον άντρα της απάντησε ότι δεν γνωρίζει κάτι για αυτό. Στο σημείο αυτό παρατηρεί έλλειψη ευλογοφάνειας αφού αναμενόταν  από την Αιτήτρια να προβεί στις απαραίτητες εκείνες ενέργειες που αναμενόμενα γίνονται σε αυτές τις περιπτώσεις, ειδικά όταν πρόκειται για τον άνθρωπό που επέλεξε κανείς, να πορευτεί στη ζωή του (ερυθρά 30 – 6Χ & 37 του διοικητικού φακέλου). Επί τούτω το Δικαστήριο προσθέτει ότι θα αναμενόταν τουλάχιστον να γνωρίζει περισσότερες πληροφορίες για αυτό η τουλάχιστον να έχει προσπαθήσει να μάθει.

Σημειώνει ακόμα ο αρμόδιος λειτουργός ότι παρουσιάζεται αντίφαση μεταξύ των δηλώσεων της Αιτήτριας  στην αίτηση για Διεθνή Προστασία και της ελεύθερης αφήγησης της, στην προσωπική της συνέντευξη. Συγκεκριμένα Η Αιτήτρια  στην αίτηση της για Διεθνή Προστασία καταγράφει ότι  υπάρχει μια μυστική αδελφότητα η οποία σκότωσε τον άνδρα της και ότι κυνηγάει την ίδια. Στην ελεύθερη αφήγησή της κατά την συνέντευξη δήλωσε  ότι υπάρχουν δύο αδελφότητες που είναι σε αντιπαράθεση μεταξύ τους. Κληθείσα να σχολιάσει αυτή την αντίφαση η ΑΔΠ δεν ήταν σε θέση να δώσει επαρκείς και ικανοποιητικές πληροφορίες επί του θέματος. (ερυθρά 31 – 1Χ & 30 – 8Χ του διοικητικού φακέλου).

Κληθείσα να απαντήσει τι γνωρίζει για την εν λόγω μυστική αδελφότητα, η Αιτήτρια απάντησε ότι δεν γνωρίζει οτιδήποτε και δεν ήταν σε θέση να δώσει επαρκείς και ικανοποιητικές πληροφορίες σχετικές με το ερώτημα που της τέθηκε. Επιπλέον σημειώνει την έλλειψη ευλογοφάνειας που παρατήρησε  αφού όπως καταγράφει αναμενόταν  από την Αιτήτρια, να γνωρίζει πληροφορίες για την μυστική αδελφότητα που κατ' ισχυρισμό  σκότωσε το σύζυγό της αλλά και που βρίσκεται υπό την απειλή αυτής η ίδια (ερυθρό 29 – 1Χ του διοικητικού φακέλου).

Μέσα από τους ισχυρισμούς της Αιτήτριας κατά την προσωπική της συνέντευξη ο λειτουργός συνάγει το συμπέρασμα ότι δεν υφίσταται δίωξη εναντίον της, αφού δεν ήταν σε θέση να παράσχει επαρκείς και ικανοποιητικές πληροφορίες σημαντικές και σχετικές με τα ερωτήματα που της τέθηκαν όσον αφορά στην ισχυριζόμενη δίωξή της και να την στοιχειοθετήσει. Αντίθετα και επιπρόσθετα, η Αιτήτρια, υπέπεσε σε αντιφάσεις και απαντήσεις που συνιστούν σε μη ευλογοφάνεια.

Όσον αφορά την εξωτερική αξιοπιστία, τα όσα ανέφερε η Αιτήτρια στη συνέντευξή της αποτελούν το μοναδικό τεκμήριο προς υποστήριξη του αιτήματος της και δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι που να δικαιολογούν την οποιαδήποτε ανάλυση των εν λόγω δεδομένων μέσω άλλων πηγών πληροφόρησης. Επομένως, ο αρμόδιος λειτουργός καταλήγει στο συμπέρασμα πως δεδομένου ότι η Αιτήτρια υπέπεσε σε αντιφάσεις, έλλειψη επαρκών πληροφοριών, έλλειψη ευλογοφάνειας ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός που αφορά την ισχυριζόμενη δίωξη της, απορρίπτεται.

Προχωρώντας στην αξιολόγηση κινδύνου επί τη βάση του μόνου αποδεκτού ισχυρισμού, ήτοι του ισχυρισμού αναφορικά με την ταυτότητα και την καταγωγή της Αιτήτριας, ο λειτουργός κατέληξε ότι με βάση τις πληροφορίες και τα δεδομένα που αφορούν τα αποδεκτά πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν στο αίτημα και λαμβάνοντας υπόψη, μετά από εξατομικευμένη εξέταση του αιτήματος, το προσωπικό προφίλ της Αιτήτριας, καθώς και το γεγονός ότι δεν διαπιστώθηκε ότι η τελευταία είχε υποστεί στη χώρα καταγωγής της οποιασδήποτε μορφής δίωξη ή σοβαρή βλάβη, κρίνεται ότι δεν υπάρχουν εύλογοι/βάσιμοι λόγοι σε περίπτωση που επιστρέφει στη χώρα καταγωγής της, Νιγηρία, να αντιμετωπίσει δίωξη ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης.

Εν συνεχεία, κατά τη νομική ανάλυση του λειτουργού ο τελευταίος κατέληξε, παραθέτοντας πληροφορίες από τη χώρα καταγωγής της Αιτήτριας και λαμβάνοντας υπόψιν τις προσωπικές της περιστάσεις, ότι δεν προκύπτει βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης δυνάμει του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου, αλλά ούτε και πραγματικός κίνδυνος σοβαρής βλάβης λόγω αδιάκριτης βίας δυνάμει του άρθρου 19 του ίδιου νόμου. Ως συνέπεια, η αίτηση διεθνούς προστασίας της Αιτήτριας απορρίφθηκε.

Έπειτα από ενδελεχή εξέταση του διοικητικού φακέλου και όπως προκύπτει από τα στοιχεία που βρίσκονται σε αυτόν, δέον να αναφερθούν τα παρακάτω:

Κρίνω ως ορθή από τους Καθ' ων η αίτηση την αποδοχή του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού ο οποίος και αφορά την ταυτότητα, τα στοιχεία του προφίλ, τη χώρα καταγωγής και την περιοχή συνήθους διαμονής του Αιτητή.

Προχωρώντας στην εξέταση του δεύτερου ουσιώδους ισχυρισμού, περί του ότι η Αιτήτρια ισχυρίζεται ότι διώκεται υπό τη μορφή απειλών κατά της ζωής της από μυστική αδελφότητα (cult), κρίνω πως ορθά οι Καθ’ ων η αίτηση τον απέρριψαν λόγω έλλειψης εσωτερικής και εξωτερικής αξιοπιστίας. Πιο συγκεκριμένα,  στα λεγόμενα της Αιτήτριας παρατηρείται αντίφαση αφού αρχικά σε ερώτηση που της τέθηκε για ποιο λόγο νομίζει ότι η αστυνομία δεν πήρε τηλέφωνο πρώτα την ίδια να της ανακοινώσει το θάνατο του συζύγου της, υπό την ιδιότητά της ως σύζυγός του, η ίδια απάντησε ότι η αστυνομία δεν γνώριζε ότι ήταν η γυναίκα του, ενώ σε επόμενη ερώτηση αναφορικά με το πως η Αιτήτρια εξηγεί το γεγονός ότι όταν πήγε στον αστυνομικό σταθμό οι παρόντες αστυνομικοί την αναγνώρισαν ως σύζυγο του αποβιώσαντα, η ίδια απάντησε ότι αυτό συνέβη επειδή τους το είχε πει προηγουμένως (ερυθρά 31 – 1Χ & 30 – 1Χ-7Χ του διοικητικού φακέλου). Επίσης, η Αιτήτρια ερωτήθηκε τρείς διαδοχικές φορές για το εάν ρώτησε κάποιον να της πει πως σκοτώθηκε ο σύζυγός της και τι ακριβώς συνέβη ωστόσο η ίδια δεν ήταν σε θέση να δώσει επαρκείς και ικανοποιητικές πληροφορίες σχετικά (ερυθρά 30 – 2Χ-4Χ). Ακόμη,  μία αντίφαση παρατηρείται στο εξής τμήμα της συνέντευξης­ της Αιτήτριας, η οποία αρχικά ανέφερε ότι ο σύζυγός της επέστρεφε αργά τα βράδια στο σπίτι ακολούθως ανέφερε ότι κάποια βράδια δεν ερχόταν καθόλου στο σπίτι. Στο σημείο όπου της ζητήθηκε να εξηγήσει αυτή την αντίφαση στα λεγόμενό της η ίδια απάντησε "κυρίως τα σαββατοκύριακα" (ερυθρά 31 – 1Χ & 30 – 3Χ-5Χ του διοικητικού φακέλου). Επιπλέον, όταν ερωτήθηκε η Αιτήτρια εάν έχει γίνει κηδεία για το σύζυγό της η τελευταία απάντησε ότι δεν γνωρίζει κάτι σχετικά με αυτό. Η απάντηση της Αιτήτριας είναι μη ευλογοφανής αφού θα αναμενόταν από την Αιτήτρια υπό την ιδιότητά της ως σύζυγος να γνωρίζει τέτοιου είδους πληροφορίες ή έστω να έχει πράξει τα δέοντα ώστε να λάβει τούτη τη γνώση ή να υπάρχει ένας καλός λόγος για τον οποίο στερείται αυτής της πληροφόρησης (ερυθρά 30 – 6Χ & 37 του διοικητικού φακέλου). Επίσης, παρουσιάζεται αντίφαση μεταξύ των δηλώσεων της Αιτήτριας μεταξύ του εντύπου της αίτησης και της ελεύθερης αφήγησής της κατά τη διάρκεια της συνέντευξής της, αφού  στην αίτηση της ανέφερε ότι υπάρχει μια μυστική αδελφότητα η οποία σκότωσε τον άνδρα της και κυνηγάει την ίδια, ενώ στην ελεύθερη αφήγησή της αναφέρει ότι υπάρχουν δύο αδελφότητες που είναι σε αντιπαράθεση μεταξύ τους. Όταν κλήθηκε να σχολιάσει αυτή την αντίφαση η Αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να δώσει επαρκείς και ικανοποιητικές πληροφορίες (ερυθρά 1, 31 – 1Χ & 30 – 8Χ του διοικητικού φακέλου). Τέλος, κληθείσα να απαντήσει τι γνωρίζει για την εν λόγω μυστική αδελφότητα, την οποία επικαλείται στην αφήγησή της, η Αιτήτρια δήλωσε ότι δεν γνωρίζει και δεν ήταν σε θέση να δώσει επαρκείς και ικανοποιητικές πληροφορίες (ερυθρό 29 – 1Χ του διοικητικού φακέλου).

Όταν ο αιτητής κρίνεται αναξιόπιστος, δεν υπάρχουν περιθώρια περαιτέρω διερεύνησης (δέστε  υπόθ. αρ. 1964/06, ημερ. 11.3.08  Obaidul Haque v. Δημοκρατίας).

Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού της Αιτήτριας, το Δικαστήριο προέβη σε αυτοτελή έρευνα εξωτερικών πηγών πληροφόρησης. Οι μόνες πληροφορίες οι οποίες κατέστη δυνατό να αντλήσει το Δικαστήριο αφορούν γενικά τις αδελφότητες (cult) στη Νιγηρία, ενώ όσον αφορά τον ισχυρισμό της ότι δολοφονήθηκε ο σύζυγός της από μία τέτοια μυστική αδελφότητα η οποία στη συνέχεια διώκει την ίδια την Αιτήτρια δεν αντλήθηκαν πληροφορίες ένεκα του προσωπικού χαρακτήρα του ισχυρισμού της Αιτήτριας.

Επομένως, δέον να εξεταστεί η κατάσταση ασφαλείας στην πρωτεύουσα της Νιγηρίας, την Abuja, όπου ευρίσκεται και ο τόπος τελευταίας συνήθους διαμονής της Αιτήτριας.

 

Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ACLED, κατά το διάστημα 22/03/2023 - 22/03/2024 στην πόλη Abuja (Federal Capital Territory) της Νιγηρίας καταγράφηκαν συνολικά 132 περιστατικά ασφαλείας από τα οποία υπήρξαν 81 απώλειες ανθρώπινων ζωών. Πρόκειται συγκεκριμένα για 28 μάχες (με 35 απώλειες ανθρώπινων ζωών), 80 περιστατικά βίας κατά αμάχων (με 43 απώλειες ανθρώπινων ζωών) και 24 εξεγέρσεις (με 3 απώλειες ανθρώπινων ζωών).[1]

Ως εκ των ανωτέρω, συμπεραίνεται ότι οι ένοπλες συγκρούσεις στην πόλη Abuja (Federal Capital Territory) της Νιγηρίας δεν έχουν φτάσει σε σημείο που να στοχοποιούνται αδιακρίτως άμαχοι πολίτες μόνο και μόνο λόγω της παρουσίας τους. O πληθυσμός δε της εν λόγω πόλης καταγράφεται στους 3.067.500 κατοίκους, σύμφωνα με την πιο πρόσφατη επίσημη καταμέτρηση τοy 2022.[2] Λαμβάνοντας υπόψη την απουσία προσωπικών υποκειμενικών εξατομικευμένων στοιχείων στο προφίλ της Αιτητή, η αξιολόγηση του κινδύνου επιστροφής της στη χώρα καταγωγής της, γίνεται στη βάση της κατάστασης ασφαλείας στην περιοχή όπου αναμένεται να επιστρέψει. Λαμβάνοντας υπόψη τα προαναφερθέντα δεδομένα όσον αφορά την κατάσταση ασφαλείας στην πόλη Abuja της Νιγηρίας, συνάγεται εύλογα και με ασφάλεια το συμπέρασμα ότι η κατάσταση ασφαλείας μαζί με το ατομικό προφίλ της Αιτήτριας δεν συνεπάγονται την ύπαρξη ουσιωδών λόγων να πιστεύεται ότι θα κινδυνεύσει ως άμαχος πολίτης, σε περίπτωση επιστροφής στην περιοχή της, η κατάσταση της οποίας δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως κατάσταση αδιάκριτης βίας, κατά την έννοια του άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ.

Υπενθυμίζεται συναφώς ότι, σύμφωνα με το άρθρο 18(5) του Νόμου, εναπόκειται στον αιτητή να τεκμηριώσει την αίτηση του για διεθνή προστασία και εν προκειμένω η Αιτήτρια με  τα όσα δήλωσε στη  συνέντευξη της και που αναφέρθηκαν πιο πάνω και καταγράφονται στην έκθεση του αρμόδιου λειτουργού, ουδόλως την ενέτασσαν στις περιπτώσεις της αναγκαιότητας παροχής του καθεστώτος της συμπληρωματικής προστασίας. Εν προκειμένω, ορθά κρίθηκε ότι  δεν έχει αποδειχθεί οτιδήποτε εκ μέρους της Αιτήτριας που να στοιχειοθετεί τον ισχυρισμό της για βάσιμο φόβο ότι αυτή θα υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη.

Ως εκ τούτου ορθά δεν της χορηγήθηκε το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας που προβλέπεται στο άρθρο 19 του Νόμου, αφού αυτή δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο ότι θα υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη, ως καθορίζεται στο άρθρο 19(2).

Κρίσιμο, επίσης, να αναφερθεί είναι και το γεγονός ότι ο Υπουργός Εσωτερικών, στα πλαίσια των εξουσιών του άρθρου 12Βτρις του περί Προσφύγων Νόμου, καθόρισε με την Κ.Δ.Π. 166/2023 ημερ. 26/05/2023 τη χώρα καταγωγής της Αιτήτριας, ήτοι τη Νιγηρία, ως ασφαλή χώρα ιθαγένειας.

Αναφορικά με τον ισχυρισμό του συνηγόρου της Αιτήτριας ότι αυτή δήλωσε ότι εν ώρα εργασίας είχε ατύχημα που της άφησε ουλές και ότι οι Καθω΄ ν η αίτηση  θα έπρεπε να την στείλουν για εξέταση σε γιατρό κατά πρώτον  ο ισχυρισμός δεν είναι δικογραφημένος, περαιτέρω δεν εξηγεί ο ευπαίδευτος συνήγορος της Αιτήτριας, ποια η σχέση και η εξάρτηση ενός εργατικού ατυχήματος με την παροχή διεθνούς προστασίας .

Περαιτέρω η Αιτήτρια είναι υγιής νεαρή  γυναίκα η οποία φέρει στοιχειώδες μορφωτικό επίπεδο και συνεπώς το Δικαστήριο κρίνει  ότι θα μπορέσει να εξασφαλίσει  εργασία προκειμένου να καλύψει τα έξοδα διαβίωσής της, υποβοηθούμενη και από τη υποστήριξη της οικογένειας της.  

Υπό το φως των ανωτέρω, κρίνω ότι το αίτημα της Αιτήτριας για διεθνή προστασία εξετάστηκε επιμελώς σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου ήταν το αποτέλεσμα δέουσας έρευνας και ορθής αξιολόγησης όλων των στοιχείων και δεδομένων, είναι επαρκώς αιτιολογημένη και λήφθηκε σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου, το Σύνταγμα και τις Γενικές Αρχές του Διοικητικού Δικαίου. 

Περαιτέρω  όλοι οι λόγοι που προβάλλονται και αφορούν στην νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης απορρίπτονται ως αλυσιτελείς .

Συνεπώς, η προσφυγή απορρίπτεται με €1200 έξοδα εναντίον της Αιτήτριας  και υπέρ των Καθ΄ ων η Αίτηση.

 

 

                                       Βούλα Κουρουζίδου - Καρλεττίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.



[1] Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED), Εφαρμοζόμενες παράμετροι: Western Africa: Nigeria: Federal Capital Territory, 22/03/2023 – 22/03/2024, https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard (assessed on 02/04/2024)

[2] City Population, Africa: Nigeria: Federal Capital Territory, https://citypopulation.de/en/nigeria/admin/NGA015__federal_capital_territory/ (assessed on 02/04/24)


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο