ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθ. Αρ.: 3984/2023

18 Απριλίου, 2024

[Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

J.A.N.

Αιτητής

-και-

 

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπουργείο Εσωτερικών

 

Καθ’ ων η Αίτηση

Εμφανίσεις:

Ε. Δρυμιώτου (κα) για ΣΤΕΛΙΟΣ ΔΡΥΜΙΩΤΗΣ & ΣΙΑ Δ.Ε.Π.Ε., Δικηγόροι για τον Αιτητή.

Χ. Δημητρίου (κα) για Α. Φιλίππου (κος), Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα, Δικηγόρος για τους Καθ' ων η Αίτηση.

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με την παρούσα προσφυγή ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, επιστολής ημερομηνίας 21/09/23 η οποία του κοινοποιήθηκε στις 26/09/23 και με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας, ως άκυρη και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος και/ή διακήρυξη του Δικαστηρίου με την οποία να του αναγνωρίζεται προσφυγικό καθεστώς ή καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Ο Αιτητής, υπήκοος Καμερούν, υπέβαλε αίτηση για διεθνή προστασία στις 30/09/19. Στις 06/07/23 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του, στις 02/08/23 συντάχθηκε η έκθεση/εισήγηση και ο εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών αρμόδιος λειτουργός αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης στις 13/08/23, απόφαση που αποτελεί και το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Η συνήγορος για τον Αιτητή επανέλαβε στην ουσία το αφήγημα του Αιτητή, τις προσωπικές του περιστάσεις που τον ανάγκασαν να εγκαταλείψει την χώρα του και/ή ότι εξέφρασε και τεκμηρίωσε βάσιμο φόβο δίωξης που δικαιολογούν το αίτημα του για διεθνή προστασία. Αναφέρει ότι ο λειτουργός θα έπρεπε να προβεί σε περαιτέρω διευκρινιστικές ερωτήσεις σε σχέση με το αφήγημα του, δεν υπήρχαν αντιφάσεις στις απαντήσεις του, διεθνείς πηγές επιβεβαιώνουν τους ισχυρισμούς του Αιτητή ήτοι παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων των αγγλόφωνων από τις αρχές του Καμερούν. Αυθαίρετα και/ή αναιτιολόγητα δεν έχει παραχωρηθεί το καθεστώς του πρόσφυγα στον Αιτητή ή τουλάχιστον το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας λόγω ύπαρξης εσωτερικής ένοπλης σύρραξης στην χώρα του Αιτητή. Η προσβαλλόμενη απόφαση είναι πεπλανημένη, λήφθηκε καθ΄ υπέρβαση και/ή κατάχρηση εξουσίας, αποτέλεσμα ελλιπούς έρευνας της Υπηρεσίας Ασύλου και είναι αναιτιολόγητη.

 

Οι Καθ' ων η Αίτηση υιοθέτησαν την Ένσταση και ανέφεραν ότι ο βασικός ισχυρισμός του Αιτητή για δολοφονία δύο φίλων του απορρίφθηκε ως εσωτερικά αναξιόπιστος. Δεν έδωσε επαρκείς λεπτομέρειες σε σχέση με το αφήγημα του με αποτέλεσμα να απορριφθεί το αίτημα του. Η προσβαλλόμενη με την παρούσα προσφυγή απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, μετά από δέουσα έρευνα και η επίδικη απόφαση είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη. Ούτε μπορεί ο Αιτητής να υπαχθεί στο καθεστώς πρόσφυγα ή συμπληρωματικής προστασίας.

 

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

Προτού το Δικαστήριο προβεί σε εξέταση λόγων ακύρωσης θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι ισχυρισμοί του Αιτητή όπως αυτοί προβάλλονται μέσω της συνηγόρου του στο δικόγραφο της προσφυγής του, δεν αναπτύσσονται επαρκώς στην Γραπτή Αγόρευση. Απλή επίκληση παραβίασης Νόμων και γενικών αρχών διοικητικού δικαίου, χωρίς οποιαδήποτε συγκεκριμενοποίηση δεν είναι αρκετή. Η αιτιολόγηση νομικών σημείων είναι απαραίτητη για την εξέταση λόγων ακύρωσης από το Δικαστήριο, οποιαδήποτε αοριστία ή ασάφεια, αναπόφευκτα επηρεάζει τη νομική τους βάση με αποτέλεσμα να κινδυνεύουν να κριθούν αναιτιολόγητοι και ανεπίδεκτοι δικαστικής εκτίμησης. Ούτε μπορούν να γίνουν αποδεκτοί ισχυρισμοί που δεν εξειδικεύονται ή δεν αιτιολογούνται, διότι με αυτό τον τρόπο το Δικαστήριο, παρόλο που ασκεί και έλεγχο ουσίας, θα οδηγείτο σε συζήτηση σχεδόν οιουδήποτε θέματος κατά παράβαση των δικονομικών διατάξεων και του ρόλου που διαδραματίζουν στον καθορισμό των επίδικων θεμάτων και της διεξαγωγής της διοικητικής δίκης. (Βλέπε Κανονισμό 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, που εφαρμόζεται κατ΄ αναλογία και από το παρόν Δικαστήριο - Κανονισμός 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας  Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 έως 2022 (3/2019), και των λεχθέντων στη  Δημοκρατία ν. Κουκκουρή(1993) 3 Α.Α.Δ. 598, Latomia Estate Ltd v. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672, Δημοκρατία ν. Σπύρου (2007) 3 Α.Α.Δ. 533, Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 Α.Α.Δ. 598, επίσης - Ιωσηφίδης ν. Γενικού Εισαγγελέα (1990) 3 Α.Α.Δ. 4599Kadivari ν. Δημοκρατίας (αρ. 2) (1992) 4 Α.Α.Δ. 2924).

 

Ανεξάρτητα, όμως, της πιο πάνω διαπίστωσης εξετάζονται μόνο οι λόγοι ακύρωσης που καλύπτονται επαρκώς από τους νομικούς ισχυρισμούς του δικογράφου της προσφυγής και πληρούν τις προϋποθέσεις αιτιολόγησης.

 

Αντλώντας τις εξουσίες που ορίζονται στο Άρθρο 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 έως 2023 (Ν.73(Ι)/2018), προχωρώ σε αξιολόγηση της ουσίας του αιτήματος του Αιτητή σε συνάρτηση με τους ισχυρισμούς έλλειψης δέουσας έρευνας, ανεπαρκούς αιτιολόγησης και πλάνης της προσβαλλόμενης πράξης στη βάση του περιεχομένου του διοικητικού φακέλου (στο εξής «ΔΦ»).

 

Με την αίτηση ασύλου του ο Αιτητής δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του εξαιτίας του πολέμου που έχει στοιχίσει τη ζωή σε πολλούς νέους (ερυθρό 1 Δ.Φ.).

 

Κατά την συνέντευξη ο Αιτητής πρόβαλε ως λόγο εγκατάλειψης της χώρας την κρίση που επικρατεί στο Αγγλόφωνο Καμερούν. Ειδικότερα, ανέφερε ότι ο ίδιος ο οποίος εργαζόταν ως πωλητής τροφίμων στο Limbe έπρεπε να πηγαίνει να προμηθεύεται τρόφιμα από γειτονικά χωριά, πράγμα που λόγω της κρίσης είχε γίνει επικίνδυνο. Ανέφερε σχετικά ότι δύο φίλοι του, οι οποίοι επίσης πήγαν να αγοράσουν τρόφιμα για τις επιχειρήσεις τους δολοφονήθηκαν τον 1ο/2019 και το γεγονός αυτό τον κινητοποίησε ώστε να εγκαταλείψει τη χώρα (ερυθρά 33-32 Δ.Φ.). Ερωτηθείς ποιος ευθύνεται για τη δολοφονία των φίλων του, ο Αιτητής δήλωσε ότι υπήρξε μάλλον ανταλλαγή πυρών (ερυθρό 32 Δ.Φ.). Ερωτηθείς αν θα μπορούσε να ζήσει με ασφάλεια στην Douala, σε περίπτωση επιστροφής του στο Καμερούν, ο Αιτητής δήλωσε ότι η Douala είναι ήδη υπερβολικά πυκνοκατοικημένη (ερυθρό 30 Δ.Φ.).

 

Ο λειτουργός-χειριστής του αιτήματος του Αιτητή στην εισήγησή του ημερομηνίας 02/08/23 αποδέχθηκε τα προσωπικά στοιχεία, προφίλ και χώρα καταγωγής του δεύτερου (ερυθρά 57-55 Δ.Φ.), απέρριψε όμως τους λόγους για τους οποίους επικαλέστηκε ότι εγκατέλειψε την χώρα του ήτοι ότι επειδή δύο φίλοι του δολοφονήθηκαν στα πλαίσια της εκτυλισσόμενης κρίσης. Ο εν λόγω ισχυρισμός δεν έγινε δεκτός. Στο σκέλος της εσωτερικής αξιοπιστίας, ο λειτουργός κατέγραψε ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να περιγράψει τη ζωή του στο Καμερούν και τους κινδύνους που αντιμετώπισε μετά το θάνατο των φίλων του, δεν ήταν σε θέση να παράσχει καμία πληροφορία για τις περιστάσεις υπό τις οποίες πέθαναν οι φίλοι του πέρα από τον χρόνο κατά τον οποίο έλαβε χώρα ο θάνατός τους (1ο/2019). Ως προς το συγκεκριμένο σημείο, ο λειτουργός σημείωσε ότι παρότι δεν ήταν παρών στη δολοφονία αναμένεται εύλογα από αυτόν να είναι σε θέση να παράσχει κάποιες λεπτομέρειες δεδομένου ότι πρόκειται για φίλους και επίσης, ο θάνατός τους τον οδήγησε να εγκαταλείψει τη χώρα. Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού του, ο λειτουργός σημείωσε αρχικά ότι επειδή το εξιστορούμενο περιστατικό άπτεται της ιδιωτικής σφαίρας του Αιτητή, δεν κατέστη εφικτό να ανευρεθούν εξωτερικές πηγές με αναφορά σε αυτό. Ακολούθως, ωστόσο παρέθεσε γενικές πληροφορίες οι οποίες επιβεβαιώνουν το γεγονός ότι τόσο οι κρατικές δυνάμεις ασφαλείας όσο και οι αποσχιστές προβαίνουν σε εκτελέσεις πολιτών (ερυθρά 55-54 Δ.Φ.).

 

Το Δικαστήριο αφού διεξήλθε των λεπτομερειών της συνέντευξης διαπιστώνει, όπως και η εισήγηση του λειτουργού, ότι δεν θα μπορούσε να γίνει αποδεκτός ο ισχυρισμός που πρόβαλε ο Αιτητής για εγκατάλειψη της χώρας καταγωγής του. Δεν ήταν σε θέση να προσφέρει οποιαδήποτε περιγραφή που αφορούσαν τις περιστάσεις θανάτου των φίλων του και δεν μπορούσε να δώσει επαρκείς απαντήσεις εκτός του χρονικού πλαισίου θανάτου των φίλων του. Ούτε περιέγραψε οποιεσδήποτε συνθήκες δίωξης του ιδίου ή ύπαρξης βιωματικών στοιχείων με αποτέλεσμα να αποδυναμώνονται σημαντικά οι δείκτες αξιοπιστίας του στο σύνολό τους. (Βλέπε Άρθρο 18 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000), βλέπε επίσης Πρακτικός Οδηγός της ΕΑΣΟ: Αξιολόγηση των Αποδεικτικών Στοιχείων, Μάρτιος 2015, σελ.11 και Evidence and credibility assessment in the context of the Common European Asylum System της EUAA, February 2023, σελ.57-72, 103-112, 120-131). Σύμφωνα και με την § 205 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών, ο Αιτητής θα έπρεπε:

 

«(i) να λέει την αλήθεια και να βοηθά τον εξεταστή με κάθε δυνατό τρόπο με την τεκμηρίωση των ισχυρισμών του με κάθε δυνατό τρόπο.

(ii) να κάνει προσπάθεια να υποστηρίξει τα λεγόμενά του με κάθε διαθέσιμο τεκμήριο και να δώσει ικανοποιητική επεξήγηση για κάθε απουσία τεκμηρίων. Αν είναι αναγκαίο πρέπει να καταβάλει προσπάθεια να προσκομίσει επιπρόσθετα τεκμήρια.

(iii) να παρέχει όλες τις σχετικές πληροφορίες που αφορούν τον εαυτό του και τις προγενέστερες εμπειρίες του με όσο το δυνατόν περισσότερες λεπτομέρειες για να καταστήσει ικανό τον εξεταστή να αποδείξει τους σχετικούς ισχυρισμούς.  Αναμένεται ότι θα του ζητηθεί να δώσει μια συνεκτική εξήγηση όλων των λόγων που επικαλείται για υποστήριξη του αιτήματός του για προσφυγικό καθεστώς και θα πρέπει να απαντήσει σε όλες τις ερωτήσεις που θα του υποβληθούν.»

 

Ούτε θα μπορούσε να τύχει του ευεργετήματος της αμφιβολίας το οποίο δίνεται μόνο όταν έχουν προσκομισθεί όλα τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία και όταν ο εξεταστής είναι γενικά ικανοποιημένος από την αξιοπιστία του Αιτητή. (Βλέπε §204 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών). Από τα γεγονότα της περίπτωσης του και σε συνάρτηση με τα στοιχεία του φακέλου και τις αιτιάσεις του, δεν προκύπτει να συντρέχουν στο πρόσωπο του εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά κριτήρια που μπορούν να στοιχειοθετήσουν το γεγονός ότι εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του και δεν επιθυμεί να επιστρέψει σε αυτή λόγω δικαιολογημένου φόβου δίωξης (§37-38 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών. Επί αυτού του σημείου,  επισημαίνεται ότι ναι μεν αποτελεί καθήκον της αρμόδιας αρχής να αξιολογεί σε συνεργασία με τον αιτούντα τα συναφή στοιχεία της αίτησής του και/ή ότι αυτή η ευθύνη μοιράζεται μεταξύ του λειτουργού και του αιτούντα[1], αυτό όμως δεν αναιρεί την υποχρέωση του ιδίου να υποβάλει το συντομότερο δυνατό όλα τα στοιχεία που απαιτούνται για την τεκμηρίωση της αίτησης του, ήτοι δηλώσεις/έγγραφα που έχει στη διάθεσή του σχετικά με την ηλικία του, το προσωπικό του ιστορικό, καθώς και το ιστορικό των οικείων συγγενών του, την ταυτότητα, την ιθαγένεια, τη χώρα και το μέρος προηγούμενης διαμονής του, τις προηγούμενες αιτήσεις ασύλου, το δρομολόγιο που ακολούθησε, το δελτίο ταυτότητας και τα ταξιδιωτικά του έγγραφα και τους λόγους για τους οποίους ζητεί διεθνή προστασία και/ή ότι εναπόκειται πρώτα στον ίδιο τον αιτούντα να έχει καταβάλει πραγματική προσπάθεια να τεκμηριώσει την αίτησή του[2]. Είχε δε την ευκαιρία ο Αιτητής, μέσω των συνηγόρων του, κατά την ενώπιον του Δικαστηρίου διαδικασία να προσκομίσει μαρτυρία, έγγραφα ή επιπρόσθετα στοιχεία αλλά δεν το έπραξε[3] (Βλέπε Sportsman Betting Co. Limited v. Κυπριακής Δημοκρατíaς (2000) 3 Α.Α.Δ. 591, Α.Ε. 49/2012, Σάββα ν. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 07/02/2018) απλά αρκέστηκε στα όσα καταγράφηκαν κατά την συνέντευξη και στην αμφισβήτηση των ευρημάτων του λειτουργού. Επομένως, από τα γεγονότα που τέθηκαν ενώπιον της αρμόδιας αρχής και από τις παραστάσεις του Αιτητή δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του Άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000) και/ή ο Αιτητής απέτυχε να τεκμηριώσει ότι σε περίπτωση επιστροφής του στην χώρα καταγωγής, υπάρχει κίνδυνος δίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων. Από δε συμπληρωματική έρευνα που έχει προβεί το Δικαστήριο, προκύπτει από το πληροφοριακό σημείωμα Country Policy and Information Note Cameroon: Anglophones, έκδοση 2.0, Δεκέμβριος 2020 ότι οι διαθέσιμες πληροφορίες για τη χώρα δεν υποδεικνύουν ότι η κυβέρνηση στοχεύει Αγγλόφωνους για σύλληψη, παρενόχληση ή άλλες σοβαρές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων αποκλειστικά και μόνο επειδή προέρχονται από τις εν λόγω περιοχές του Καμερούν ή/και είναι Αγγλόφωνοι. Γενικά, οι Αγγλόφωνοι δεν υπόκεινται σε μεταχείριση η οποία, από τη φύση της ή/και την επανάληψη, ή με συνδυασμό μέτρων, ισοδυναμεί με δίωξη. Εξάλλου, δεν έχει τεκμηριώσει με τις αιτιάσεις του ότι έχει καταδικασθεί, συλληφθεί, ή καταζητείται είτε από τις αρχές της χώρας του είτε από άλλους φορείς δίωξης (Βλέπε Άρθρα και του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000).

 

Αναφορικά, τώρα, με το ζήτημα παραχώρησης στον Αιτητή συμπληρωματικής προστασίας προκύπτει από τη έκθεση/εισήγηση ότι ο λειτουργός εξέτασε κατά πόσο θα υπόκειτο σε περίπτωση επιστροφής του στην χώρα καταγωγής του σε οποιαδήποτε τέτοια σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη ως προσδιορίζεται στο Άρθρου 19 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000) (ερυθρά 52 - 49 Δ.Φ.). Ο Αιτητής δεν έχει τεκμηριώσει με τους ισχυρισμούς του (ως και η ανωτέρω ανάλυση) ότι σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του, θα υποβληθεί σε κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης ή σε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία, βάσει του Άρθρου 15, εδάφια (α) και (β), της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ[4] που αντιστοιχεί στο Άρθρο 19(2), εδάφια (α) και (β), του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν. 6(Ι)/2000). Ο λειτουργός αξιολόγησε, επίσης, την κατάσταση ασφαλείας στον τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή (ως προς το σκέλος της διακινδύνευσης λόγω βίας ασκούμενης αδιακρίτως σε καταστάσεις ένοπλης σύρραξης) μέσω διαθέσιμων πληροφοριών από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης. Αφού ανέλυσε το τι αποτελεί αδιάκριτη βία λόγω ένοπλης σύγκρουσης σε έδαφος μιας χώρας[5] και την έννοια της αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας[6] - που έχει προτείνει το ΔΕΕ στην Elgafaji[7] κατέληξε ότι δεν προκύπτει δεδομένης της έντασης της σύγκρουσης στην περιοχή του Αιτητή σε συνδυασμό με τις προσωπικές του περιστάσεις ότι θα εκτεθεί σε κίνδυνο σοβαρής βλάβης λόγω μόνο της παρουσίας του σε περίπτωση επιστροφής του (ερυθρά 52-49 Δ.Φ.).

 

Αναφορικά, τώρα, με την περιοχή επιστροφής του Αιτητή, δηλαδή το Limbe της περιοχής Southwest, το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ σε έκθεση αναφορικά με τις εξελίξεις στην κατάσταση ασφαλείας στην Κεντρική Αφρική, η οποία δημοσιεύτηκε στις 31/05/23 σημειώνει ότι στις Βορειοδυτικές και Νοτιοδυτικές Περιφέρειες του Καμερούν συνέχισαν οι αναφορές και καταγγελίες για παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που διαπράχτηκαν από δυνάμεις ασφαλείας και άμυνας καθώς και από ένοπλες αυτονομιστικές ομάδες εναντίον αμάχων, συμπεριλαμβανομένων των δολοφονιών και της καταστροφής περιουσίας.[8] Για λόγους πληρότητας της έρευνας πρόσφατα στοιχεία για την κατάσταση ασφαλείας από τη βάση δεδομένων του ACLED (Armed Conflict Location and Event Data) για το διάστημα 29/03/23 – 29/03/24 εντοπίζονται στην περιοχή Southwest μόνο 83 περιστατικά ασφαλείας τα οποία οδήγησαν σε 174 απώλειες. Εξ αυτών των 83 περιστατικών 32 καταχωρήθηκαν ως μάχες (“battles”) και οδήγησαν σε 68 (καταγεγραμμένους) θανάτους, 33 ως «βία κατά πολιτών» (“violence against civilians”) και οδήγησαν σε 95 (καταγεγραμμένους) θανάτους, 6 ως «εκρήξεις ή απομακρυσμένη βία» (“explosions/remote violence”) και οδήγησαν σε 5 (καταγεγραμμένους) θανάτους και 12 ως «αναταραχές» (“riots”) και οδήγησαν σε 6 (καταγεγραμμένους) θανάτους. Καταγράφονται δε μόνο 5 περιστατικά στο Limbe, ήτοι μία «αναταραχή» στις 16/08/23, 2 «εκρήξεις» στις 07/09 και στις 08/09/23, ένα περιστατικό «βίας κατά αμάχων» στις 05/02/24 και μία «μάχη» στις 06/02/24. Σημειώνεται ότι ο πληθυσμός της περιοχής Southwest το 2015 υπολογιζόταν σε 1.553.220 κατοίκους.[9] Επιβεβαιώνεται, συνεπώς, η τότε εισήγηση του λειτουργού - ότι στην περιοχή καταγωγής του Αιτητή δεν υπάρχει, γενικά, πραγματικός κίνδυνος να επηρεαστεί προσωπικά ένας άμαχος λόγω εσωτερικής ένοπλης σύρραξης. Τα αναθεωρημένα στοιχεία, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι παρόλο που στην περιοχή του Αιτητή λαμβάνουν χώρα κάποια περιστατικά ασφαλείας, ο αριθμός των επεισοδίων αυτών και ο βαθμός αδιάκριτης βίας δεν φτάνει το βαθμό κατά τον οποίο να τεκμηριώνεται ότι και μόνη η παρουσία του Αιτητή στη περιοχή συνήθους διαμονής τον εκθέτει σε πραγματικό κίνδυνο βλάβης, κατά την έννοια της διάταξης του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ και του Άρθρου 19  του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000). Ούτε τo προφίλ του Αιτητή παρουσιάζει χαρακτηριστικά ευαλωτότητας ή σημεία ευπάθειας καθώς πρόκειται για ενήλικο άρρενα, με ικανότητα να εργαστεί και να έχει πρόσβαση σε μέσα αυτοσυντήρησης, χωρίς αναπηρία και χωρίς ιστορικό κάποιας χρόνιας ασθένειας, ο οποίος διαθέτει υποστηρικτικό δίκτυο στον τόπο καταγωγής του.

 

Μετά από ενδελεχή έρευνα του φακέλου του Αιτητή και δη των πρακτικών της συνέντευξης – όπως αναλύεται ανωτέρω – η διαδικασία εξέτασης της αίτησης ασύλου του Αιτητή διενεργήθηκε σε πλήρη σύμπνοια με τις πρόνοιες του Άρθρου 13 & 13Α περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023 (Ν.6(Ι)/2000) και με βάση τα σχετικά καθοδηγητικά εγχειρίδια. Ο Αιτητής ενημερώθηκε πλήρως από τον λειτουργό για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του και κατά τη συνέντευξη του έγιναν επαρκείς ερωτήσεις για να περιγράψει τους λόγους που υπέβαλε αίτημα ασύλου όπως επίσης και άλλα ζητήματα που αφορούν τις προσωπικές του περιστάσεις. Τηρήθηκε η νενομισμένη διαδικασία και του παραχωρήθηκε το δικαίωμα της δωρεάν βοήθειας διερμηνέα σε γλώσσα κατανοητή σε αυτόν. Μετά δε το πέρας της συνέντευξης ο λειτουργός, ο διερμηνέας και ο Αιτητής υπέγραψαν κάθε σελίδα της συνέντευξης όπως επίσης στο τέλος του εντύπου της συνέντευξης, βεβαιώνοντας πως όσα καταγράφηκαν αντικατοπτρίζουν επακριβώς τις δηλώσεις του. Επομένως, δεν εντοπίζω οτιδήποτε παράτυπο, παράνομο και μεμπτό στην διαδικασία που ακολουθήθηκε που μπορεί να οδηγήσει σε ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης. Ούτε μπορεί να γίνει αποδεκτή η θέση της συνηγόρου του Αιτητή ότι δεν έγιναν διευκρινιστικές ερωτήσεις επί του αιτήματος του, καθότι ο χειριστής-λειτουργός δεν περιορίστηκε σε στερεότυπες ερωτήσεις κατά την διάρκεια της συνέντευξης και/ή ούτε προέβη σε εικασίες χωρίς αναλυτική περιγραφή των απαντήσεων του Αιτητή. Διενήργησε εκτενείς ερωτήσεις για να μπορεί ο ενδιαφερόμενος να τοποθετηθεί τόσο στα βιώματα και τις εμπειρίες του όσο και με τα άλλα περιστατικά που τον οδήγησαν κατά τους ισχυρισμούς του να εγκαταλείψει την χώρα του.

 

Ως εκ των ανωτέρω δεν διαπιστώνεται ελλιπής έρευνα αλλά ούτε πλάνη περί το νόμο και των πραγματικών δεδομένων που λήφθηκαν υπόψη από την Υπηρεσία Ασύλου κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης (Βλέπε  Αντώνης Ράφτης ν. Δημοκρατίας, (2002) 3 Α.Α.Δ. 345 ). Η επάρκεια της αιτιολογίας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τα πραγματικά και νομικά περιστατικά της υπόθεσης, ενώ η αιτιολογία της προσβαλλόμενης πράξης συμπληρώνεται και/ή αναπληρώνεται μέσα από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου του Αιτητή ήτοι της έκθεσης/εισήγησης του λειτουργού η οποία αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της απόφασης του εξουσιοδοτημένου από τον Υπουργό Εσωτερικών αρμόδιου λειτουργού, όπως επίσης και από το σύνολο της όλης διοικητικής ενέργειας με αποτέλεσμα να καθίσταται εφικτός ο δικαστικός έλεγχος (Βλέπε Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ.270). Το Δικαστήριο μετά από έλεγχο νομιμότητας/ορθότητας και πραγματικό έλεγχο των περιστάσεων του Αιτητή, όπως αναλύεται ανωτέρω, καταλήγει στο ίδιο εύρημα ότι δηλαδή δεν μπορεί να του αναγνωριστεί το καθεστώς του πρόσφυγα ή συμπληρωματικής προστασίας.

 

Για όλους τους πιο πάνω λόγους, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται με €1300 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση.

 

Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.

 

 

Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.



[1] Οδηγία 2011/95/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011 , σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας (αναδιατύπωση)

[2] Άρθρο 16 & 18 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000).

[3] Κανονισμός 10 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας  Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 (3/2019) – ως ίσχυε κατά τον χρόνο καταχώρησης της προσφυγής.

[4] του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας

[5] Απόφαση ΔΕΕ (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 17/02/2009 στην υπόθεση C-465/07, Meki Elgafaji και Noor Elgafaji κατά Staatssecretaris van Justitie, σκέψη 34

[6] EASO, Άρθρο 15 στοιχείο γ) της οδηγίας για τις ελάχιστες απαιτήσεις ασύλου (2011/95/ΕΕ) Δικαστική Ανάλυση, Νοέμβριος 2014, σελ. 26 – 1.6.2. Η έννοια της «αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας» (https://easo.europa.eu/sites/default/files/Article-15c-QD_a-judicial-analysis-EL.pdf)

[7] Απόφαση ΔΕΕ (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 17/02/2009 στην υπόθεση C-465/07, Meki Elgafaji και Noor Elgafaji κατά Staatssecretaris van Justitie, σκέψεις 32&38

[8] UN Security Council (Author): The situation in Central Africa and the activities of the United Nations Regional Office for Central Africa; Report of the Secretary-General [S/2023/389], 31 May 2023,

https://www.ecoi.net/en/file/local/2093063/N2313778.pdf

[9] South-West Region Map - Cameroon (mapcarta.com)


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο