ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ 

 

                                                                  

                                                                                        Νομική Αρωγή Αρ. 56/24

 

30 Απριλίου, 2024

[Κ.Κ. ΚΛΕΑΝΘΟΥΣ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΡΩΓΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΑΡ.1 ΤΟΥ 2003, ΩΣ ΕΧΕΙ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΕΙ ΚΑΙ ΤΟΥΣ

ΠΕΡΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΡΩΓΗΣ ΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥ 2002 ΜΕΧΡΙ 2019

 

ΑΙΤΗΣΗ ΑΠΟ:

 

Ε.Μ. και ανήλικο τέκνο

                                                                                                          Αιτητές

......................

 

Οι Αιτητές είναι παρόντες

 

 (κα) Π. Δημητρίου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας

 

(κ.) Η. Φανούς για πιστή μετάφραση από αγγλικά σε ελληνικά και αντίστροφα   

                  

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Κ. Κ. Κλεάνθους, ΔΔΔΔΠ.:  Οι Αιτητές με την αίτησή τους ημερομηνίας 19.3.2024, αιτούνται την παροχή δωρεάν νομικής αρωγής για την προώθηση της καταχωρισθείσας προσφυγής τους υπ’ αριθμό Τ458/24, εναντίον της απόφασης του Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου (στο εξής: ο Προϊστάμενος) ημερομηνίας 20.9.2023, με την οποία απορρίπτεται η μεταγενέστερη αίτησή τους ως απαράδεκτη δυνάμει του άρθρου 16Δ(3)(α) και (β) των περί Προσφύγων Νόμων του 2000 έως 2023 (στο εξής: ο περί Προσφύγων Νόμος).

1.             Τα γεγονότα της υπόθεσης όπως προκύπτουν από το γραπτό σημείωμα που καταχώρισε η συνήγορος που εμφανίστηκε ως εκπρόσωπος για το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας και από τα παραρτήματα που επισυνάπτονται σε αυτό έχουν ως ακολούθως:

 

2.             Η Αιτήτρια αρ. 1 κατάγεται από το Καμερούν και στις 9.7.2019 υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας. Στις 15.10.2021 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη της Αιτήτριας από λειτουργό. Στις 29.11.2021, ο Προϊστάμενος αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης διεθνούς προστασίας της Αιτήτριας αρ. 1. Στις 2.2.2022, (η Αιτήτρια αρ. 1 προσέβαλε την εν λόγω απορριπτική απόφαση του Προϊσταμένου με την προσφυγή υπ’ αριθμό 686/22. Στις 28.3.2023, η Αιτητρια αρ. 1 υπέβαλε αίτηση για επανάνοιγμα του φακέλου της αίτησής της για διεθνή προστασία, ως μητέρα πλέον και του ανήλικου Αιτητή αρ. 2, η οποία απορρίφθηκε ως απαράδεκτη με την απόφαση του Προϊσταμένου στις 20.9.2023. Στις 8.3.2024, η Αιτήτρια αρ. 1 υπέβαλε δεύτερη μεταγενέστερη αίτηση για επανάνοιγμα του φακέλου της αίτησής της για διεθνή προστασία, η οποία απορρίφθηκε ως απαράδεκτη στις 8.3.2024. Η εν λόγω απορριπτική απόφαση στάλθηκε ταχυδρομικώς στην Αιτήτρια αρ. 1 στις 8.3.2024. Εναντίον της απορριπτική αυτής απόφασης καταχωρίστηκε στις 19.3.2024, η προσφυγή υπ’ αριθμό Τ458/24.  

 

Εθνικό Δίκαιο

(Η έμφαση είναι του παρόντος Δικαστηρίου)

3.             Tα εδάφια (1) και (2) του άρθρου 6Β των περί Νομικής Αρωγής Νόμων του 2002 μέχρι 2019 (ο περί Νομικής Αρωγής Νόμος) προβλέπει τα εξής (η υπογράμμιση είναι δική μου):

 

«(1) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου και του άρθρου 8 -

 

(α) […]·

 

(β) ο όρος «αιτητής διεθνούς προστασίας» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο «αιτητής» σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 […]∙».

 

(2) Παρέχεται δωρεάν νομική αρωγή σε αιτητή διεθνούς προστασίας, ο οποίος ασκεί προσφυγή ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου, δυνάμει των διατάξεων του Άρθρου 146 του Συντάγματος -

 

(α) Kατά δυσμενούς απόφασης του Προϊσταμένου επί της αίτησης διεθνούς προστασίας του εν λόγω αιτητή, την οποία απόφαση ο Προϊστάμενος έλαβε δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 5, 12Βδις, 12Βτετράκις, 12Δ ή 13 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000, ή

 

(β) κατά άρνησης του Προϊσταμένου να αρχίσει εκ νέου η εξέταση αίτησης που σταμάτησε δυνάμει των διατάξεων  του άρθρου 16Β ή 16Γ του περί Προσφύγων Νόμου του 2000, ή

 

(γ) κατά δυσμενούς απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής επί διοικητικής προσφυγής την οποία ο αιτητής διεθνούς προστασίας άσκησε ενώπιόν της σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 και η οποία διοικητική προσφυγή αφορούσε δυσμενή απόφαση την οποία ο Προϊστάμενος έλαβε δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 5, 12Βδις, 12Βτετράκις, 12Δ, 13, 16Α, 16Β ή 16Γ του εν λόγω νόμου,

 

υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

 

(αα) Η δωρεάν νομική αρωγή αφορά μόνο την πρωτοβάθμια εκδίκαση της προσφυγής ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου δυνάμει των διατάξεων του Άρθρου 146 του Συντάγματος, και όχι την εκδίκαση έφεσης ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου κατά της δικαστικής απόφασης η οποία εκδίδεται στα πλαίσια της εν λόγω πρωτοβάθμιας εκδίκασης, ούτε άλλο ένδικο μέσο∙ και

 

(ββ) κατά την κρίση του Διοικητικού Δικαστηρίου, η προσφυγή έχει πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας:

 

Νοείται ότι οι διατάξεις της παραγράφου (ββ) εφαρμόζονται χωρίς να περιορίζουν αυθαίρετα την παροχή της δωρεάν νομικής αρωγής και χωρίς να εμποδίζεται η ουσιαστική πρόσβαση του αιτητή διεθνούς προστασίας στη δικαιοσύνη.».

 

4.             Το άρθρο 12Βτετράκις του περί Προσφύγων Νόμου, το οποίο τιτλοφορείται «Απαράδεκτες αιτήσεις» ορίζει τα εξής:

«12Βτετράκις.-(1) Χωρίς επηρεασμό των περιπτώσεων κατά τις οποίες μια αίτηση δεν εξετάζεται σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 604/2013, σε περίπτωση που αίτηση θεωρείται απαράδεκτη δυνάμει του εδαφίου (2), ο Προϊστάμενος κλείνει το φάκελο και διακόπτει τη διαδικασία εξέτασης της αίτησης με απόφασή του την οποία λαμβάνει και καταχωρίζει στον φάκελο χωρίς να εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 12Δ και 13 και επί της οποίας απόφασης εφαρμόζονται οι διατάξεις των εδαφίων (7) μέχρι (7Ε) του άρθρου 18.

 

(2) Με την επιφύλαξη της Σύμβασης, η Υπηρεσία Ασύλου δύναται να θεωρήσει αίτηση ως απαράδεκτη μόνον εάν-

(α) […]∙ ή

(β) […]∙ ή

(γ) […]∙ ή

) η αίτηση είναι μεταγενέστερη αίτηση στο πλαίσιο της οποίας δεν υποβλήθηκαν από τον αιτητή ή δεν προέκυψαν νέα στοιχεία ή πορίσματα σχετικά με την εξέταση του κατά πόσο ο αιτητής πληροί τις προϋποθέσεις για να χαρακτηριστεί ως δικαιούχος διεθνούς προστασίας∙ ή

(ε) […].».

 

5.             Το άρθρο 16Δ του του περί Προσφύγων Νόμου ορίζει τα εξής:

«Υποβολή νέων στοιχείων ή πορισμάτων ή μεταγενέστερης αίτησης

16Δ.-(1)(α) Σε περίπτωση που αιτητής υποβάλει στον Προϊστάμενο -

(i) Μεταγενέστερη αίτηση, ή

(ii) νέα στοιχεία ή πορίσματα κατά ή μετά την ημερομηνία στην οποία καθίσταται εκτελεστή απόφαση του Προϊσταμένου επί πρότερης αίτησης του αιτητή,

ο Προϊστάμενος εξετάζει το συντομότερο δυνατό οτιδήποτε ούτως υποβληθέν σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

(β) Στην παράγραφο (α), ο όρος «απόφαση» περιλαμβάνει απόφαση που λαμβάνεται από τον Προϊστάμενο δυνάμει του άρθρου 16Β ή 16Γ.

(2) Σε περίπτωση που αιτητής υποβάλει στον Προϊστάμενο είτε μεταγενέστερη αίτηση είτε νέα στοιχεία ή πορίσματα, σύμφωνα με το εδάφιο (1), ο Προϊστάμενος δεν μεταχειρίζεται οτιδήποτε υποβληθέν ως νέα αίτηση αλλά ως περαιτέρω διαβήματα στα πλαίσια της αποφασισθείσας αίτησης. Ο Προϊστάμενος λαμβάνει υπόψη όλα τα στοιχεία των προαναφερόμενων περαιτέρω διαβημάτων χωρίς να πραγματοποιηθεί συνέντευξη.

(3)(α) Κατά τη λήψη απόφασης σχετικά με το παραδεκτό της αίτησης σύμφωνα με την παράγραφο (δ) του εδαφίου (2) του άρθρου 12Βτετράκις, ο Προϊστάμενος προβαίνει σε προκαταρτική εξέταση προκειμένου να διαπιστώσει κατά πόσο προέκυψαν ή υποβλήθηκαν από τον αιτητή νέα στοιχεία ή πορίσματα τα οποία ο Προϊστάμενος δεν έλαβε υπόψη κατά την έκδοση της εκδοθείσας απόφασής του, σχετικά με την εξέταση του κατά πόσο ο αιτητής πληροί τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για τον χαρακτηρισμό του ως δικαιούχου διεθνούς προστασίας:

  Νοείται ότι, σε περίπτωση που ο Προϊστάμενος διαπιστώσει ότι ο αιτητής δεν έχει προσκομίσει νέα στοιχεία ή πορίσματα, η μεταγενέστερη αίτηση απορρίπτεται ως απαράδεκτη, με βάση την αρχή του δεδικασμένου, χωρίς να πραγματοποιηθεί συνέντευξη.

(β) Σε περίπτωση που ο Προϊστάμενος διαπιστώνει ότι προέκυψαν ή υποβλήθηκαν τα προαναφερόμενα στην παράγραφο (α) νέα στοιχεία ή πορίσματα, προβαίνει σε ουσιαστική εξέτασή τους, αφού προηγουμένως ενημερώσει σχετικά τον αιτητή, και εκδίδει νέα εκτελεστή απόφαση, μόνο εφόσον -

(i) Τα εν λόγω στοιχεία ή πορίσματα αυξάνουν σημαντικά τις πιθανότητες χορήγησης στον αιτητή διεθνούς προστασίας∙ και

(ii) ικανοποιείται πως ο αιτητής, άνευ δικής του υπαιτιότητας, αδυνατούσε να υποβάλει τα εν λόγω στοιχεία ή πορίσματα κατά την προηγούμενη διαδικασία και ιδίως μέσω της προσφυγής στο Διοικητικό Δικαστήριο δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος.

(γ) Επί της νέας εκτελεστής απόφασης που αναφέρεται στην παράγραφο (β) εφαρμόζονται τα εδάφια (7) μέχρι (7Ε) του άρθρου 18.

(δ) Σε περίπτωση που μεταγενέστερη αίτηση δεν εξετάζεται περαιτέρω δυνάμει του παρόντος άρθρου, αυτή θεωρείται απαράδεκτη σύμφωνα με την παράγραφο (δ) του εδαφίου (2) του άρθρου 12Βτετράκις και σε τέτοια περίπτωση ο Προϊστάμενος εκδίδει σχετική απόφαση επί της οποίας εφαρμόζονται κατ' αναλογία τα εδάφια (7) και (7Ε) του άρθρου 18. Η εν λόγω απόφαση παραθέτει την αιτιολογία της και ενημερώνει τον αιτητή για το δικαίωμα που έχει να την προσβάλει στο Διοικητικό Δικαστήριο δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος, καθώς και για την προθεσμία άσκησης τέτοιας προσφυγής[...]».

Ενωσιακό Δίκαιο

6.             Το άρθρο 20 της Οδηγίας 2013/32/ΕΕ σχετικά με κοινές διαδικασίες για τη χορήγηση και ανάκληση του καθεστώτος διεθνούς προστασίας (στο εξής: η Οδηγία 2013/32/ΕΕ), το οποίο τιτλοφορείται «Δωρεάν νομική συνδρομή και εκπροσώπηση στις διαδικασίες άσκησης ένδικου μέσου», στις παραγράφους 1, 2 και 3 αυτού, προβλέπει τα εξής:

«1. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να παρέχεται, κατόπιν αιτήματος, δωρεάν νομική συνδρομή και εκπροσώπηση στο πλαίσιο των διαδικασιών άσκησης ένδικου μέσου που προβλέπονται στο κεφάλαιο V. Περιλαμβάνει, τουλάχιστον, την κατάρτιση των αναγκαίων διαδικαστικών εγγράφων και τη συμμετοχή εξ ονόματος του αιτούντος σε ακροαματική διαδικασία ενώπιον πρωτοβάθμιου δικαστηρίου.

2. Επίσης, τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν δωρεάν νομική συνδρομή και/ή εκπροσώπηση στις πρωτοβάθμιες διαδικασίες που προβλέπονται στο κεφάλαιο III. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις, δεν εφαρμόζεται το άρθρο 19.

3. Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι δεν χορηγείται δωρεάν νομική συνδρομή και εκπροσώπηση εάν ένα δικαστήριο ή άλλη αρμόδια αρχή θεωρεί ότι το ένδικο μέσο του αιτούντος δεν έχει πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας. Όταν λαμβάνεται απόφαση για τη μη παροχή δωρεάν νομικής συνδρομής και εκπροσώπησης σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο από αρχή η οποία δεν είναι δικαστήριο, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι ο αιτών έχει το δικαίωμα πραγματικής προσφυγής κατά της εν λόγω απόφασης ενώπιον δικαστηρίου. Κατ’ εφαρμογή της παρούσας παραγράφου, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να μην περιορίζεται αυθαιρέτως η νομική συνδρομή και εκπροσώπηση και να μην εμποδίζεται η ουσιαστική πρόσβαση του αιτούντος στη δικαιοσύνη.[…]».

7.            Η αιτιολογική σκέψη 23, του προοιμίου αυτής προβλέπει τα εξής:

«(23) Στο πλαίσιο των διαδικασιών προσφυγών, θα πρέπει να χορηγείται στους αιτούντες, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, δωρεάν νομική συνδρομή και εκπροσώπηση από πρόσωπα που βάσει της εθνικής νομοθεσίας έχουν τις σχετικές ικανότητες. Επιπλέον, σε όλα τα στάδια της διαδικασίας, οι αιτούντες θα πρέπει να έχουν το δικαίωμα να συμβουλεύονται, ιδία δαπάνη, νομικούς ή άλλους συμβούλους που γίνονται δεκτοί ή στους οποίους επιτρέπεται να λειτουργούν με την ιδιότητα αυτή βάσει του εθνικού δικαίου.».

 

8.            Η παράγραφος 1 του άρθρου 46 του κεφαλαίου V της Οδηγίας 2013/32/ΕΕ προβλέπει τα εξής:

 «1. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι αιτούντες να έχουν δικαίωμα πραγματικής προσφυγής ενώπιον δικαστηρίου κατά των ακόλουθων αποφάσεων: α) απόφαση επί της αιτήσεως διεθνούς προστασίας, περιλαμβανομένων των αποφάσεων:

i)              με τις οποίες κρίνουν αίτηση ως αβάσιμη όσον αφορά το καθεστώς του πρόσφυγα και/ή το καθεστώς επικουρικής προστασίας,

ii)             με τις οποίες η αίτηση κρίνεται ως απαράδεκτη σύμφωνα με το άρθρο 33 παράγραφος 2,

iii)           […]».

 

9.             To άρθρο 33 της Οδηγίας 2013/32/ΕΕ αναφέρεται στις περιπτώσεις απαράδεκτων αιτήσεων, οι οποίες περιλαμβάνουν και τις απορριφθείσες μεταγενέστερες αιτήσεις, στο πλαίσιο των οποίων δεν προέκυψαν ή υποβλήθηκαν από τον αιτούντα νέα στοιχεία ή πορίσματα σχετικά με την εξέταση του εάν ο αιτών πληροί τις προϋποθέσεις για να χαρακτηρισθεί δικαιούχος διεθνούς προστασίας.

 

10.          Από το πλέγμα των ανωτέρω εθνικών διατάξεων ερμηνευμένων και υπό το φως των διατάξεων του ενωσιακού δικαίου προκύπτει ότι η δωρεάν νομική αρωγή αφορά καταρχήν σε όλες τις περιπτώσεις όπου δύναται να ασκηθεί πραγματική προσφυγή δυνάμει του άρθρου 46, χωρίς να προβλέπεται ρητώς οποιαδήποτε εξαίρεση. Μόνος επιτρεπόμενος περιορισμός είναι ο προβλεπόμενος στο άρθρο 20 παράγραφος 3 της Οδηγίας 2013/32/ΕΕ, ήτοι η ύπαρξη πιθανότητας επιτυχίας του ένδικου μέσου που θα ασκήσει το εν λόγω πρόσωπο. Καθώς το δικαίωμα για πραγματική προσφυγή του άρθρου 46 καλύπτει και τις απορριπτικές αποφάσεις επί μεταγενέστερων αιτήσεων, τόσο από το γράμμα όσο και από το πνεύμα της Οδηγίας 2013/32/ΕΕ, προκύπτει ότι και αυτές οι περιπτώσεις καλύπτονται από το ευεργέτημα της δωρεάν νομικής αρωγής (έστω υπό τις επιτρεπόμενες προϋποθέσεις για τη χορήγησή του). Οι εθνικές συνεπώς διατάξεις για τη νομική αρωγή, ερμηνευόμενες υπό το φως και το πνεύμα του ενωσιακού δικαίου, δίδουν υπό τις προϋποθέσεις που θεσπίζει ο νόμος, τη δυνατότητα δωρεάν νομικής αρωγής και στην περίπτωση απορριπτικών αποφάσεων επί μεταγενέστερων αιτήσεων.      

 

Κατάληξη

11.          Η Αιτήτρια καταχώρισε προσφυγή κατά της δυσμενούς απόφασης του Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου δυνάμει του άρθρου 16Δ(3)(α) και του άρθρου 12Βτετράκις(2)(δ) του περί Προσφύγων Νόμου με την οποία η δεύτερη μεταγενέστερη αίτησή της απορρίφθηκε ως απαράδεκτη  και επιθυμεί προς τούτο δωρεάν νομική αρωγή. Η περίπτωση αυτή εμπίπτει στο άρθρο 6Β(2)(α) του περί Νομικής Αρωγής Νόμου.

 

12.          Πρώτο κριτήριο χορήγησης νομικής αρωγής σε αιτητή διεθνούς προστασίας που θεσπίζεται με την υπό αναφορά διάταξη αποτελεί η ύπαρξη, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, πραγματικής πιθανότητας επιτυχίας της σκοπούμενης προσφυγής.

 

13.          Δίδεται δε ευρεία διακριτική ευχέρεια στο Δικαστήριο να αποφασίσει κατά πόσον, με βάση τα ενώπιον του στοιχεία, η προσφυγή του αιτητή έχει πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας (Απόφαση στην Αίτηση Νομικής Αρωγής  αρ. 23/2010, Farshad Khamsen, ημερ. 14/10/2010).

 

14.          Οι πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας θα πρέπει να εξετάζονται και υπό το φως της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου.

 

15.          Περαιτέρω, το Δικαστήριο θα πρέπει να λάβει υπόψη του το δικαίωμα του αιτητή να ακουστεί στη βάση του Συντάγματος, αλλά θα πρέπει περαιτέρω να εξετάσει το Δικαστήριο την αίτηση με βάση το υλικό που έχει ενώπιον του χωρίς να δίδονται νομικές αρωγές ανεξέλεγκτα σε υποθέσεις που δεν έχουν πιθανότητες επιτυχίας (Βλ. Αποφάσεις στην Αίτηση Νομικής Αρωγής αρ. 10/2010, Αlali Abdulhamid, ημερ. 06/05/2010 και στην Αίτηση Νομικής Αρωγής αρ. 25/2010, Antonia Adahor, ημερ.13/12/2010).

 

16.          Κατά την εξέταση των ισχυρισμών, το Δικαστήριο προβαίνει σε εκ πρώτης όψεως εξέταση της υπόθεσης, χωρίς βεβαίως το Δικαστήριο να καλείται να αποφασίσει επί της οριστικής τύχης της προσφυγής που πιθανόν να καταχωρήσει ο Αιτητής. Σημειώνεται πως το αποτέλεσμα της παρούσας αίτησης για νομική αρωγή δε θα επηρεάσει την τελική έκβαση της προσφυγής που πιθανόν να καταχωρηθεί από τον Αιτητή, εφόσον το Δικαστήριο στην παρούσα διαδικασία δεν αποφασίζει επί της οριστικής τύχης της προσφυγής (Αποφάσεις στις Yπoθ. αρ. 278/09, Durgo Man v. Δημοκρατίας, ημερ. 15.7.2009, Baghour και Yπoθ. αρ. 7/11 και 8/11, Roud Gad, ημερ.28.3.2011).

 

17.          Σημειώνεται εξάλλου ότι το Δικαστήριο προβαίνει στην αξιολόγηση της βασιμότητας της αίτησης παροχής νομικής αρωγής στη βάση του υλικού που τίθεται ενώπιόν του. [Bλ. απόφαση στην Αίτηση Νομικής Αρωγής Αρ. 31/2013, Singh Khushwant, ημερ. 23/12/2013]

 

18.          Επισημαίνεται ότι η επίδικη στην προσφυγή που έχει ήδη καταχωρίσει η Αιτήτρια πράξη αποτελεί απόφαση εκδιδόμενη δυνάμει της παραγράφου (δ) του εδαφίου (2) του άρθρου 12Βτετράκις του περί Προσφύγων Νόμου. Σύμφωνα με την εν λόγω διάταξη, ο Προϊστάμενος κλείνει το φάκελο και διακόπτει τη διαδικασία εξέτασης της αίτησης χωρίς να εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 12Δ (Ταχύρρυθμη διαδικασία εξέτασης αιτήσεων) και 13 (Κανονική διαδικασία εξέτασης αιτήσεων), όταν η αίτηση είναι μεταγενέστερη αίτηση στο πλαίσιο της οποίας δεν υποβλήθηκαν από τον αιτητή ή δεν προέκυψαν νέα στοιχεία ή πορίσματα σχετικά με την εξέταση του κατά πόσο ο αιτητής πληροί τις προϋποθέσεις για να χαρακτηριστεί ως δικαιούχος διεθνούς προστασίας.

 

19.          Το ζήτημα της εξέτασης των μεταγενέστερων αιτήσεων και ειδικότερα της έννοιας των νέων στοιχείων και πορισμάτων εξετάστηκε στην απόφαση του ΔΕΕ της 9ης Σεπτεμβρίου 2021 στην υπόθεση C‑18/20, XY κατά Bundesamt für Fremdenwesen und AsylECLI:EU:C:2021:710, σκέψεις 31 έως 44. Η εξέταση των μεταγενέστερων αιτήσεων διενεργείται  σε δύο στάδια. Το πρώτο στάδιο, προκαταρκτικής φύσεως, έχει ως αντικείμενο τον έλεγχο του παραδεκτού των αιτήσεων αυτών, ενώ το δεύτερο στάδιο αφορά την επί της ουσίας εξέταση των εν λόγω αιτήσεων [Βλ. επίσης απόφαση της 10ης Ιουνίου 2021, Staatssecretaris van Justitie en Veiligheid (Νέα στοιχεία ή πορίσματα), C‑921/19, EU:C:2021:478, σκέψη 34].

 

20.          Οι προϋποθέσεις παραδεκτού της αίτησης συνεπώς, οι οποίες ανήκουν στο πρώτο στάδιο εξέτασης μίας μεταγενέστερης αίτησης, όπως μεταφέρθηκαν στην εθνική έννομη τάξη είναι οι ακόλουθες:

 

21.          Πρώτον, καθορίζεται εάν προέκυψαν ή υποβλήθηκαν από τον αιτούντα νέα στοιχεία ή πορίσματα σχετικά με την εξέταση του εάν ο αιτών πληροί τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για τον χαρακτηρισμό του ως δικαιούχου διεθνούς προστασίας.

 

22.          Δεύτερον, εάν τα νέα στοιχεία ή πορίσματα που έχουν προκύψει ή υποβληθεί από τον αιτούντα  αυξάνουν σημαντικά τις πιθανότητες χαρακτηρισμού του αιτούντος ως δικαιούχου διεθνούς προστασίας.

 

23.          Τρίτον, εάν ο συγκεκριμένος αιτών, χωρίς δική του υπαιτιότητά,  δεν μπόρεσε να επικαλεσθεί τα εν λόγω νέα στοιχεία ή πορίσματα κατά την προηγούμενη διαδικασία που αφορούσε την εξέταση της αίτησης του. Οι πιο πάνω προϋποθέσεις θα πρέπει να συντρέχουν σωρευτικώς.  

 

24.          Ως εκ τούτου, σε αυτές τις περιπτώσεις, όπου δεν υφίσταται ουσιαστική κρίση επί της βασιμότητας της αίτησης διεθνούς προστασίας αλλά κρίση επί του παραδεκτού της μεταγενέστερης αίτησης για διεθνή προστασία, το Δικαστήριο καλείται να εξετάσει μόνο κατά πόσον ευλόγως η αρμόδια αρχή έκρινε ως απαράδεκτο το αίτημα του Αιτητή για επανάνοιγμα της υπόθεσής του. Όπως αναφέρθηκε ανωτέρω, η διαδικασία ουσιαστικής εξέτασης της  μεταγενέστερης αίτησης επαφίεται πλέον στην δικονομική αυτονομία των κρατών μελών.

 

25.          Εν προκειμένω, σημειώνεται ότι η εκπρόσωπος του Γενικού Εισαγγελέα, εισηγήθηκε τόσο μέσω του Γραπτού της Σημειώματος όσο και προφορικώς ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις που θέτει ο περί Νομικής Αρωγής Νόμος για την παραχώρηση του ευεργετήματος της νομικής αρωγής στον Αιτητή. 

 

26.          Έχω μελετήσει προσεκτικά το Γραπτό Σημείωμα του Γενικού Εισαγγελέα  τα συνημμένα σε αυτό έγγραφα, την απόφαση του Προϊσταμένου και γενικά το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου.

 

27.          Εν προκειμένω, η Αιτήτρια στο πλαίσιο της διοικητικής διαδικασίας εξέτασης της πρώτης αίτησής της για διεθνή προστασία, στο έντυπο καταγραφής του αιτήματός της αναφέρθηκε στην επιθυμία της να προστατευτεί από την κυβέρνηση της χώρας της, όπου στο πλαίσιο της κρίσης που διέρχεται, οι στρατιωτικοί καταχρούνται την εξουσία τους. Στο πλαίσιο αυτό εισήλθαν στρατιωτικοί στο διαμέρισμά της και αμυνόμενη μαχαίρωσε έναν εξ αυτών με αποτέλεσμα να πεθάνει. Μετά από αυτό διώκεται από τις αρχές της χώρας. Κατά το στάδιο της συνέντευξης και κατά την αξιολόγηση των δηλώσεών της, προέκυψε ότι η Αιτήτρια κατάγεται από το Καμερούν είχε ως μόνιμο τόπο διαμονής της την πόλη Yaounde και η οικογένειά της διαμένει στην Buea. Ως προς το μορφωτικό της επίπεδο έλαβε σπουδές ανωτέρου επιπέδου και εργάστηκε  διαδοχικά στη χώρα της σε κατάστημα εκτυπώσεων, σε νοσοκομείο, καθώς επίσης και σε λογιστήριο. Ερωτηθείσα αναφορικά με τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα της η Αιτήτρια αναφέρθηκε σε δύο περιστατικά επίθεσης στρατιωτικών στην οικία της όπου στο πλαίσιο του δεύτερου, αμυνόμενη μαχαίρωσε και σκότωσε έναν εξ αυτών. Αξιολογώντας το σύνολο των δηλώσεων της Αιτήτριας ο Προϊστάμενος σχημάτισε τέσσερεις ουσιώδεις ισχυρισμούς. Ο πρώτος αναφορικά με τον τόπο καταγωγής και συνήθους διαμονής της και τα λοιπά προσωπικά της στοιχεία, ο δεύτερος αναφορικά με τα περιστατικά κακοποίησής της από το στρατό. Ο τρίτος αναφορικά με τη σεξουαλική επίθεση που δέχτηκε εξαιτίας της συμμετοχής του πατέρα της σε μία ομάδα ονόματι NCNC και ο τέταρτος ως προς την κατ΄ισχυρισμό δίωξή της από το στρατό προκειμένου να τη σκοτώσουν. Ο πρώτος και ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός έγιναν αποδεκτοί. Ακολούθως αξιολογώντας μελλοντοστραφώς τον κίνδυνο που αυτή διατρέχει κρίθηκε ότι δεν υπάρχουν ενδείξεις για μελλοντικό κίνδυνο της Αιτήτρια εξαιτίας των δύο περιστατικών που προηγήθηκαν. Επίσης εξετάστηκε η κατάσταση ασφαλείας στον τόπο διαμονής της όπου κρίθηκε ότι δεν επικρατούν εκεί των προσωπικών της περιστάσεων να εκτεθεί σε αδιάκριτη βία. Η Αιτήτρια στην υπ’ αριθμό 686/22 προσφυγή της προέβαλε στο εισαγωγικό δικόγραφο της διαδικασίας ανάλογους ισχυρισμούς περί φόβου δίωξής της από το στρατό. Η εν λόγω προσφυγή απορρίφθηκε, και στις 28.3.2023, η Αιτήτρια καταχώρισε πρώτη μεταγενέστερη αίτηση. Στο πλαίσιο της τελευταίας, προστέθηκε ως νέο δεδομένο η γέννηση του υιού της στις 15.5.2022, ο οποίος επίσης προστέθηκε ως Αιτητής και εξαρτώμενο πρόσωπο. Η Αιτήτρια αναφέρθηκε εκ νέου στα δύο περιστατικά επίθεσης εναντίον της, ενώ έκανε λόγο για ένορκες δηλώσεις δικηγόρου, ιατρού και τρίτων προσώπων, τα οποία θα προσκόμιζε. Αξιολογώντας τη μεταγενέστερη αίτησή της, ο Προϊστάμενος έκρινε ότι τα όσα η Αιτήτρια ανέφερε εν μέρει είχαν ήδη εξεταστεί και συνεπώς δεν αποτελούν νέα στοιχεία. Ως προς δε τα έγγραφα που η Αιτήτρια προτίθεται να προσκομίσει, και τα οποία δεν φαίνεται να προσκόμισε, δεν εξηγεί γιατί δεν τα προσκόμισε σε προηγούμενο στάδιο της διαδικασίας. Ως εκ τούτου, ως προς αυτές τις νέες αναφορές της κρίθηκε ότι η Αιτήτρια από δική της υπαιτιότητα δεν έθεσε τα εν λόγω δεδομένα σε προηγούμενο στάδιο. Τέλος κρίθηκε ότι δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι σε περίπτωση που επιστρέψει στη χώρα της θα διατρέξει κίνδυνο να υποβληθεί σε απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση. Η εν λόγω απορριπτική απόφαση εκδόθηκε στις 20.9.2023 και η Αιτήτρια δεν προχώρησε στην καταχώριση προσφυγή προς ανατροπή της. Στο πλαίσιο δεύτερης μεταγενέστερης αίτησής της, λίγους μόλις μήνες αργότερα, η Αιτήτρια αναφέρει λακωνικά ότι επιθυμεί να παραμείνει στη Δημοκρατία διότι στη χώρα της δε θα ήταν ασφαλής η ίδια και ο υιός της.

 

28.          Ο Προϊστάμενος αξιολογώντας όλα τα ανωτέρω απέρριψε τη μεταγενέστερη αίτηση της Αιτήτριας ,σχολιάζοντας εκτενώς τα νέα έγγραφα που προσκόμισε (δεν προσκομίστηκαν αυτούσια κατά την παρούσα διαδικασία από την εκπρόσωπο του Γενικού Εισαγγελέα), έκρινε ότι από υπαιτιότητα της Αιτήτριας αυτά δεν είχαν προσκομιστεί σε προηγούμενο στάδιο της διαδικασίας και ότι σε κάθε περίπτωση αυτά δεν αυξάνουν τις πιθανότητες επιτυχίας της Αιτήτριας. Σύμφωνα με την περιγραφή των εγγράφων στο πλαίσιο της Έκθεσης Εισήγησης, αυτά αφορούν σε ένορκη δήλωση δικηγόρου, γιατρού και άλλων προσώπων, ένταλμα σύλληψης, φωτογραφία, χωρίς να εξηγείται ο λόγος για τον οποίο δεν προσκομίστηκαν σε προηγούμενο στάδιο της διαδικασίας. Επίσης, σημειώνεται ότι ήταν ήδη γνωστή η ύπαρξη του ανηλίκου τέκνου της Αιτήτριας ήδη κατά την υποβολή της πρώτης αίτησής της για διεθνή προστασία, με την ίδια να μην εγείρει οποιαδήποτε υποκειμενικό φόβο συνδεόμενο αυτοτελώς με το ανήλικο τέκνο της, το οποίο περιλήφθηκε επίσης στην αίτησή της.   

 

29.          Με βάση τα ανωτέρω δεδομένα, σημειώνεται καταρχάς το γεγονός ότι η Αιτήτρια προσκόμισε νέα έγγραφα, τα οποία κρίθηκε από τους Καθ’ ων η αίτηση ότι από υπαιτιότητά της δεν προσκομίστηκαν προηγουμένως και ότι αυτά δεν αυξάνουν τις πιθανότητες επιτυχίας της προσφυγής που άσκησε. Εντούτοις, το Δικαστήριο δεν έχει ενώπιόν του τα εν λόγω έγγραφα. Πέραν των ενόρκων δηλώσεων τρίτων προσώπων, οι όποιες πράγματι εκ της υποκειμενικής τους φύσης δεν αποτελούν επαρκή μαρτυρία προς τεκμηρίωση των ισχυρισμών της Αιτήτριας, το Δικαστήριο δεν μπορεί με βεβαιότητα να τοποθετηθεί επί της γνησιότητας του εγγράφου του εντάλματος σύλληψης, καθώς αυτό δεν βρίσκεται ενώπιόν του, και το οποίο εκ πρώτης όψεως αποτελεί ένα αξιοσημείωτο προς αξιολόγηση έγγραφο.  Παρατηρείται σε κάθε περίπτωση ότι καίτοι υπάρχει σχετικό πεδίο στο οποίο η Αιτήτρια καλείται να εξηγήσει τους λόγους που δεν προσκόμισε τα εν λόγω έγγραφα σε προηγούμενο στάδιο, αυτή δεν καταγράφει και δεν σχολιάζει οτιδήποτε συναφές. Επισημαίνεται, εξάλλου, ότι στην απορριπτική απόφαση ασύλου συναρτάται και η απόφαση επιστροφής των Αιτητών, η οποία εκδόθηκε στις 29.11.2021, πριν δηλαδή τη γέννηση του ανηλίκου τέκνου της Αιτήτριας αρ. 1. Επομένως η απόφαση αυτή επιστροφής δεν αφορά και στον Αιτητή αρ. 2, καθώς κατά την έκδοσή της αυτός δεν υπήρχε.  Η νέα αυτή ουσιώδης παράμετρος, ήτοι η ύπαρξη του ανηλίκου και αιτητή πλέον ασύλου στον οποίο αφορά η επίδικη απόφαση, ούτε κατά την πρώτη μεταγενέστερη αίτηση ούτε και κατά τη δεύτερη μεταγενέστερη αίτηση των Αιτητών, λήφθηκε υπόψη στο πλαίσιο της απόφασης επιστροφής, η οποία αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της απορριπτικής απόφασης επί της αιτήσεως ασύλου. Ως εκ τούτου, εκ πρώτης όψεως λανθασμένως οι Καθ’ ων η αίτηση βασίζονται στην προ τριών ετών αξιολόγησή τους αναφορικά κατά την έκδοση της απόφασης επιστροφής της Αιτήτριας αρ. 1, χωρίς να λαμβάνουν υπόψη την ύπαρξη πλέον ενός ανηλίκου. 

 

30.          Η αξιολόγηση κινδύνου, η οποία προκύπτει από τα ως άνω στοιχεία, λόγω του σύνθετου χαρακτήρα της και των έμφυτων δυσκολιών της πρόγνωσης της τύχης του Αιτητή σε περίπτωση μελλοντικής επιστροφής[1], συνιστά αξιολόγηση η οποία ανήκει στο δικαστήριο που θα εκδικάσει την προσφυγή του, δεδομένης και της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου, και στην οποία δεν είναι δυνατό να προβεί εις βάθος στο παρόν στάδιο της Νομικής Αρωγής.

 

31.          Περαιτέρω, δυνάμει του άρθρου 7 του περί Νομικής Αρωγής Νόμου του 2002, Ν.165(Ι)/2002, το Δικαστήριο προτού προχωρήσει στην έκδοση πιστοποιητικού για παροχή δωρεάν νομικής αρωγής, συνεκτιμά την κοινωνικοοικονομική κατάσταση του εκάστοτε αιτητή καθώς επίσης και τη σοβαρότητα της υπόθεσης ή άλλων περιστάσεων της υπόθεσης προκειμένου να αξιολογήσει κατά πόσον είναι επιθυμητό για το συμφέρον της δικαιοσύνης ο εκάστοτε αιτητής να τύχει δωρεάν νομικής αρωγής για την προετοιμασία και το χειρισμό της υπόθεσής του.

 

32.          Σύμφωνα με τα ενώπιόν μου δεδομένα, οι Αιτητές δεν έχουν οποιαδήποτε ουσιώδη περιουσία ή οποιαδήποτε εισοδήματα.

 

Δεδομένων των γεγονότων της παρούσας υπόθεσης, ότι δηλαδή η προσφυγή που καταχώρισαν οι Αιτητές έχει πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας και του γεγονότος ότι αυτοί δεν διαθέτουν κάποιο ουσιώδη οικονομικό πόρο από εργασία ή εισοδήματα και γενικότερα η οικονομική τους κατάσταση δεν τους επιτρέπει να λάβουν νομική αρωγή, καθώς και υπό το φως των εφαρμοστέων νομικών διατάξεων που παρέθεσα ανωτέρω, αποφασίζω ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις για την έκδοση πιστοποιητικού Νομικής Αρωγής. Ως εκ τούτου εντέλλεται το αρμόδιο Πρωτοκολλητείο να προχωρήσει στις νενομισμένες διαδικασίες για διορισμό δικηγόρου σύμφωνα με τον περί Νομικής Αρωγής Διαδικαστικό Κανονισμό και δυνάμει του σχετικού Νόμου. 

 

 

 

Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 



[1] Βλ. σχετικά και European Asylum Support Office (EASO), ‘Practical Guide: Evidence Assessment’ (Μάρτιος 2015),  20 διαθέσιμο σε https://euaa.europa.eu/sites/default/files/public/EASO-Practical-Guide_-Evidence-Assessment.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 21/2/20223)


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο