ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

 

Υπόθεση Αρ. 8151/2021

 

30 Απριλίου, 2024

 

[X. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με τα άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:

 

S. T.

 

Αιτητή

 

-και-

 

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω της

Υπηρεσίας Ασύλου

 

Καθ’ ων η αίτηση

 

……………………

 

 

Ο αιτητής εμφανίζεται αυτοπροσώπως

 

Νικολέττα Δημητρίου για Θεοδώρα Παπαχαραλάμπους, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ’ ων η αίτηση

 

[Παρών ο κος Ραφαήλ Ευαγγέλου για πιστή μετάφραση από Γαλλικά σε Ελληνικά και αντίστροφα.]

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

X. Μιχαηλίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Ο αιτητής προσφεύγει με την παρούσα αίτηση ακυρώσεως εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 07/11/2021, με την οποία απορρίφθηκε η αίτησή του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας.

 

Όπως προκύπτει από την Ένσταση που καταχώρισε η ευπαίδευτη συνήγορος των καθ’ ων η αίτηση, ο αιτητής είναι υπήκοος της Σενεγάλης και υπέβαλε αίτηση για παροχή διεθνούς προστασίας στις 14/12/2018, αφού εισήλθε παράνομα στις ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές. Την ίδια ημέρα, ο αιτητής παρέλαβε τη βεβαίωση υποβολής αιτήματος διεθνούς προστασίας από την Υπηρεσία Ασύλου.

 

Στις 29/09/2021 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του αιτητή με λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου, ο οποίος ετοίμασε έκθεση και εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου σχετικά με την συνέντευξη του αιτητή. Ο αρμόδιος εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός που εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, υιοθέτησε την εισήγηση για απόρριψη του αιτήματος του αιτητή για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας στις 07/11/2021. Στις 24/11/2021, η Υπηρεσία Ασύλου εξέδωσε επιστολή στην οποία συμπεριέλαβε την απορριπτική της απόφαση σχετικά με το αίτημα του αιτητή, που του γνωστοποιήθηκε στις 26/11/2021. Στη συνέχεια, ο αιτητής καταχώρισε την υπό εξέταση προσφυγή εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας.

 

Θα πρέπει να επισημανθεί ότι, σύμφωνα με τον περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμο του 2018 (Ν.73(Ι)/2018), το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας έχει την εξουσία να εξετάσει την παρούσα υπόθεση και επί της ουσίας και όχι μόνο ως ακυρωτικό Δικαστήριο. Το γεγονός αυτό, οφείλεται στο ότι η υπό εξέταση υπόθεση αφορά αίτηση που χρονικά εμπίπτει στις προϋποθέσεις του άρθρου 11 (2) και (3), του περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (Ν.73(Ι)/2018), οι οποίες δίδουν στο Δικαστήριο την υποχρέωση ελέγχου νομιμότητας και ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης.

 

Ο αιτητής καταχώρησε γραπτή αγόρευση μέσω της οποίας πρόβαλε τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του και για τους οποίους ισχυρίζεται πως θα πρέπει να του δοθεί καθεστώς διεθνούς προστασίας.  Στη γραπτή του αγόρευση αναφέρει πως ο πατέρας του απεβίωσε το 2014 και από τότε ήταν αρκετά δύσκολη για τον ίδιο η εξεύρεση εργασίας. Τόνισε ότι δούλευε για 5 μήνες, χωρίς όμως να λάβει την αμοιβή που του αναλογούσε. Λόγω αυτού του περιστατικού, ο αιτητής μεταφέρθηκε στην οικεία του εργοδότη του για να ζητήσει την αμοιβή του, όμως ο τελευταίος αφού τον απείλησε με όπλο, στη συνέχεια τον έδιωξε και έτσι ο αιτητής αποχώρησε και για μία εβδομάδα ζούσε κρυμμένος. Ο εν λόγω κύριος σκοτώθηκε στην επιστροφή του από το τζαμί και η οικογένειά του κατηγόρησε τον αιτητή και τον κατήγγειλε για τον θάνατό του.

 

Όπως καταγράφει στην Γραπτή του Αγόρευση, η αστυνομία δεν πίστεψε στην αθωότητά του και τον έθεσε υπό κράτηση για μικρό χρονικό διάστημα καθώς δεν υπήρχαν αρκετά αποδεικτικά στοιχεία για την προαναφερόμενη καταγγελία.  Μετά από το εν λόγω περιστατικό ο αιτητής δυσκολευόταν να εξεύρει εργασία, η σύντροφός του τον εγκατέλειψε και όλοι τον θεωρούσαν εγκληματία.  Στη συνέχεια, ενημερώθηκε ότι η γυναίκα του αποβιώσαντα εργοδότη του, πλήρωσε δύο ζευγάρια ώστε να υποδυθούν τους μάρτυρες για το θάνατο του συζύγου της. Αστυνομικοί τότε πέρασαν από το σπίτι του αιτητή για να τον φυλακίσουν αλλά ο αιτητής απουσίαζε και γι’ αυτό το λόγο αποφάσισε να εγκαταλείψει τη χώρα του. Ο αιτητής υποστήριξε ότι εγκατέλειψε τη Σενεγάλη με οικονομική βοήθεια της μητέρας του πέρασε στο Νίγηρα και από εκεί στη Λιβύη.  Με τη βοήθεια κάποιου προσώπου πέρασε μία εβδομάδα στη θάλασσα με σκοπό να καταλήξει στην Γαλλία και κατέληξε εξαιτίας ανέμων στην Κυπριακή Δημοκρατία.

 

Η συνήγορος των καθ’ων η αίτηση μέσω της Γραπτής της αγόρευσης αναφέρει πως ο αιτητής στη γραπτή του αγόρευση προβαίνει σε καινοφανής ισχυρισμούς, οι οποίοι είναι αντιφατικοί με τις δηλώσεις του κατά τη συνέντευξή του.  Όπως εισηγείται οι νέοι ισχυρισμοί που προβάλλει ο αιτητής στην αγόρευσή του θα πρέπει να απορριφθούν από το Δικαστήριο εφόσον δεν έχουν καμία σχέση με τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου.  Τέλος, η ευπαίδευτη συνήγορος των καθ’ων η αίτηση ισχυρίζεται πως το αρμόδιο όργανο εξέδωσε δεόντως αιτιολογημένη απόφαση αφού διεξήγαγε έρευνα όλων των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον του.

 

Θεωρώ χρήσιμο να καταγραφούν όλοι οι ισχυρισμοί που πρόβαλε ο αιτητής σε όλα τα στάδια εξέτασης του αιτήματός του, προκειμένου να εξετάσω την ορθότητα της προσβαλλόμενης απόφασης αλλά και για να διαφανεί εάν το αρμόδιο όργανο αποφάσισε μετά από δέουσα έρευνα, ορθά, νόμιμα και εντός των πλαισίων της διακριτικής του ευχέρειας. 

 

Στην αίτηση που υπέβαλε ο αιτητής στην Υπηρεσία Ασύλου δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, εξαιτίας των οικονομικών προβλημάτων που αντιμετώπιζε και προκειμένου να καλύψει τις βασικές και οικονομικές ανάγκες της οικογένειάς του (Ερυθρό 13, του διοικητικού φακέλου). Κατά την διάρκεια της συνέντευξής του, που διεξήχθη από λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου, δήλωσε άγαμος και χωρίς ανήλικα τέκνα υπό την προστασία του.  Όπως ανέφερε, ο πατέρας του απεβίωσε λόγω ιατρικών προβλημάτων το 2014 και η μητέρα του διαμένει στην περιοχή Fouta στην Matam της Σενεγάλης και η αδελφή του αιτητή είναι παντρεμένη και διαμένει στην GuineaBisau.  Όπως δήλωσε, διατηρεί με όλους επικοινωνία (Ερυθρό 37 1χ, του διοικητικού φακέλου).  Επίσης ο αιτητής τόνισε ότι αποστέλλει χρήματα στη μητέρα του για να την υποστηρίξει οικονομικά (Ερυθρό 37 3χ, του διοικητικού φακέλου).  

 

Γεννήθηκε στην περιοχή Thieke, De Goudiry της Σενεγάλης όπου και διέμεινε μέχρι την αναχώρησή του από τη χώρα. Ανήκει στην φυλή Peuls και είναι μουσουλμάνος στο θρήσκευμα  (Ερυθρό 37 2χ, του διοικητικού φακέλου). Έλαβε την τυπική δευτεροβάθμια εκπαίδευση, και αναγκάστηκε να αφήσει το σχολείο μετά το θάνατο του πατέρα του ώστε να εξεύρει εργασία και να υποστηρίξει οικονομικά την οικογένειά του (Ερυθρό 36, του διοικητικού φακέλου).  

 

Ο αιτητής δήλωσε πως επιθυμούσε να ταξιδέψει προς την Γαλλία αλλά εξαιτίας ανέμων βρέθηκε στην Κυπριακή Δημοκρατία στις 13/12/2019 όπου και εισήλθε παράνομα.  Επιπρόσθετα, ο αιτητής ανέφερε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του καθώς από όταν απεβίωσε ο πατέρας του το 2014 (Ερυθρό 38 2χ, του διοικητικού φακέλου), η οικονομική κατάσταση της οικογένειας ήταν πολύ δύσκολη, αφού ο αιτητής ήταν ο μόνος που μπορούσε να εργαστεί αλλά εξαιτίας του νεαρού της ηλικίας του η αμοιβή του δεν ήταν δυνατόν να καλύψει τα προς το ζην για αυτόν και την οικογένειά του (Ερυθρό 38 2χ, του διοικητικού φακέλου).

 

Όπως ισχυρίστηκε, αυτός ήταν και ο λόγος για τον οποίο αποφάσισε να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του.  Εξαιτίας της αρκετά χαμηλής αμοιβής και της αμοιβής που πολλές φορές ο αιτητής δεν λάμβανε από τον εργοδότη του, ο αιτητής αποφάσισε να απαιτήσει τα δεδουλευμένα του και εξαιτίας ενός διαπληκτισμού κατέληξε στη φυλακή (Ερυθρό 36 4χ, του διοικητικού φακέλου). Ύστερα από το εν λόγω γεγονός και αφού αφέθηκε ελεύθερος ο αιτητής αποφάσισε να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του και να μεταφερθεί στο Νίγηρα και στη Λιβύη και από εκεί μέσω θάλασσας να καταλήξει στην Κυπριακή Δημοκρατία (Ερυθρό 34 1-3χ, του διοικητικού φακέλου).

 

Σε σχετική ερώτηση της λειτουργού, ο αιτητής διευκρινίζει ότι στη χώρα καταγωγής του δεν αντιμετώπισε οποιοδήποτε πρόβλημα, παρά μόνο οικονομικής φύσεως προβλήματα (Ερυθρό 31 1χ, του διοικητικού φακέλου).  Η οικονομική κατάσταση του αιτητή και της οικογένειάς του ήταν αρκετά δύσκολη. Ανέφερε στη συνέντευξή του, πως δεν υπάρχουν χρήματα στη Σενεγάλη και ότι η ζωή και η επιβίωση αν δεν έχεις χρήματα είναι αρκετά δύσκολη (Ερυθρό 32 1χ, του διοικητικού φακέλου).  Σε ερώτηση που τέθηκε στον αιτητή υποστήριξε πως αν δεν είχε οικονομικά προβλήματα δεν θα εγκατέλειπε τη χώρα καταγωγής του και δεν θα υπήρχε οποιοσδήποτε λόγος για τον οποίο να επιθυμούσε να απομακρυνθεί από τη Σενεγάλη (Ερυθρό 32 2χ, του διοικητικού φακέλου).  Ο αιτητής ανέφερε πως σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του φοβάται ότι θα πρέπει να αντιμετωπίσει μία πολύ δύσκολη συνθήκη. (Ερυθρό 31 1χ, του διοικητικού φακέλου).

 

Ο αρμόδιος λειτουργός λαμβάνοντας υπόψη τους προαναφερόμενους ισχυρισμούς διέκρινε δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς: έναν αναφορικά με την ταυτότητα του αιτητή και την χώρα καταγωγής του και έναν δεύτερο αναφορικά με το γεγονός ότι ο αιτητής εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του για αμιγώς οικονομικούς λόγους. Ο πρώτος ισχυρισμός σε σχέση με τα προσωπικά του στοιχεία, τη χώρα καταγωγής του και την πόλη όπου διέμενε, έγινε αποδεκτός. Ο αιτητής ήταν αρκετά συγκεκριμένος στις αναφορές του, απάντησε στις σχετικές ερωτήσεις με ευλογοφάνεια και σαφήνεια.

 

Ο δεύτερος ισχυρισμός του αιτητή αναφορικά με το γεγονός ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του για οικονομικούς λόγους, επίσης έγινε αποδεκτός εφόσον κρίθηκε αξιόπιστος στις δηλώσεις του.  Από τα λεγόμενά του ο αιτητής παρουσιάστηκε ευλογοφανής αναφερόμενος στις συνθήκες της ζωής της οικογένειάς του, από τότε που απεβίωσε ο πατέρας του και θεωρήθηκε πως ήταν συγκεκριμένος κατά την περιγραφή του στις δυσκολίες που βίωσε εξαιτίας του νεαρού της ηλικίας του προκειμένου να εξεύρει κάποια εργασία. Παρουσιάστηκε λεπτομερείς και σαφής όταν αναφέρθηκε στο γεγονός ότι μετέβη στην οικία του εργοδότη του για να απαιτήσει τα δεδουλευμένα του και εν τέλη κατέληξε σε κράτηση τριών ημερών μετά από διαπληκτισμό.  Η εσωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού του αιτητή έγινε αποδεκτή από το λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου.

 

Ο αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου ανατρέχοντας σε διαθέσιμες πηγές πληροφόρησης για τη χώρα καταγωγής του αιτητή, διαπίστωσε πως η Σενεγάλη αντιμετωπίζει σοβαρές αναπτυξιακές προκλήσεις ως αποτέλεσμα της οικονομικής της κατάστασης.[1]  Όσον αφορά τις δύσκολες συνθήκες εργασίας που βίωσε ο αιτητής στο παρελθόν, σύμφωνα με την έκθεση του αμερικανικού υπουργείου Εξωτερικών για τα ανθρώπινα δικαιώματα στη Σενεγάλη (1998), οι περισσότεροι Σενεγαλέζοι εργαζόμενοι δεν εμπίπτουν στη νομοθεσία του εργατικού κώδικα επειδή εργάζονται στον άτυπο ή γεωργικό τομέα.  Οι περισσότεροι εργαζόμενοι είναι ανειδίκευτοι και χωρίς μόρφωση και υπάρχουν λίγες ευκαιρίες απασχόλησης[2].  Στη βάση των ανωτέρω ευρημάτων έγινε αποδεκτή και η εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού του αιτητή και κατά συνέπεια, αποδέχτηκαν τον ισχυρισμό του αιτητή στο σύνολό του.

 

Ο αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου εισηγήθηκε πως δεν συνάγεται από τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου ότι συντρέχει στο πρόσωπο του αιτητή φόβος δίωξης για κάποιον από τους λόγους που καθορίζονται στο άρθρο 3 του Περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000, ούτε προέκυψε ότι ο αιτητής ενδέχεται να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 19 του Περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000. Στη συνέχεια, αρμόδιος λειτουργός εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών να εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, υιοθέτησε την Έκθεση/Εισήγηση του αρμόδιου λειτουργού και απέρριψε το αίτημα του αιτητή.

 

Είναι ξεκάθαρο τόσο από το άρθρο 3 του Ν.6(Ι)/2000, όσο και από το άρθρο 1 Α της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων, πως για να αναγνωριστεί πρόσωπο ως πρόσφυγας, θα πρέπει να αποδεικνύεται βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης, του οποίου τόσο το υποκειμενικό, όσο και το αντικειμενικό στοιχείο, πρέπει να εκτιμηθούν από το αρμόδιο όργανο προτού καταλήξει σε απόφαση (Βλ. σχ. παρ.37 και 38 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών).

 

Αδιαμφισβήτητα όπως προκύπτει από το άρθρο 18 (5) του περί Προσφύγων Νόμου (Ν. 6 (Ι)/2000), ο αιτητής που επιθυμεί την υπαγωγή του στο ειδικό προστατευτικό καθεστώς της Σύμβασης, οφείλει να εκθέσει στη διοίκηση με στοιχειώδη σαφήνεια, τα συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά τα οποία του προκαλούν, κατά τρόπο αντικειμενικό, δικαιολογημένο φόβο δίωξης στη χώρα καταγωγής του.  Ο αιτητής δεν είναι υποχρεωμένος να προσκομίσει για την απόδειξη των ισχυρισμών του, τυπικά αποδεικτικά στοιχεία, αυτό όμως δεν αίρει την υποχρέωσή του να επικαλεσθεί με λεπτομέρεια, σαφήνεια και αληθοφάνεια συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που στηρίζουν το αίτημα που υπέβαλε στις αρμόδιες αρχές. Ο αιτητής δεν επικαλέστηκε εναντίον του δίωξη από οποιονδήποτε φορέα που τον εμποδίζει να διαμείνει και να εργαστεί στη χώρα καταγωγής του.

 

Όπως προκύπτει από το άρθρο 18 (5) και (3), του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000, το αρμόδιο όργανο υποχρεούται να αξιολογήσει την αίτηση διεθνούς προστασίας σε εξατομικευμένη βάση.  Η υποχρέωση όμως αυτή υπάρχει ταυτόχρονα με την υποχρέωση του αιτητή διεθνούς προστασίας να τεκμηριώσει την αίτησή του.  Αδιαμφισβήτητα προκύπτει από το άρθρο 18 (5) του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000, πως ο αιτητής που επιθυμεί την υπαγωγή του στο ειδικό προστατευτικό καθεστώς της Σύμβασης της Γενεύης του 1951, οφείλει να εκθέσει στην διοίκηση με στοιχειώδη σαφήνεια, τα συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά τα οποία του προκαλούν, κατά τρόπο αντικειμενικό δικαιολογημένο φόβο δίωξης στη χώρα καταγωγής του.

 

Σύμφωνα με την παράγραφο 62 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων που εκδόθηκε από την Ύπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες: «62. Μετανάστης είναι το πρόσωπο που για λόγους διαφορετικούς από εκείνους που αναφέρονται στον ορισμό εγκαταλείπει οικειοθελώς τη χώρα του με σκοπό να εγκατασταθεί αλλού. Μπορεί δε να ωθείται από την επιθυμία για αλλαγή ή για περιπέτεια ή από οικογενειακούς ή άλλους προσωπικούς λόγους. Εάν ωθείται αποκλειστικά από οικονομικά κίνητρα, είναι οικονομικός μετανάστης και όχι πρόσφυγας.»

 

Στην πιο πάνω παράγραφο, το Εγχειρίδιο για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων που εκδόθηκε από την Ύπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες προβαίνει σε ένα σαφή διαχωρισμό της έννοιας του οικονομικού μετανάστη από αυτήν του πρόσφυγα.\   Κάποιες φορές ο διαχωρισμός αυτός μπορεί να είναι ασαφής όπως προνοείται στην παράγραφο 63 του ίδιου Εγχειριδίου. Όπως έχει κατ’ επανάληψην νομολογηθεί, οι οικονομικοί μετανάστες δεν εμπίπτουν στην έννοια του ορισμού του πρόσφυγα (Βλ. ενδεικτικά Md Jakir Hossain v. Κυπριακή Δημοκρατία, υπόθεση αρ. 2319/2006, ημερομηνίας 16/7/2008, Barakan Petrosyan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, υπόθεση αρ. 883/2008, ημερομηνίας 10/2/2012, Irene Ferenko v. Κυπριακή Δημοκρατία, υπόθεση αρ. 1051/2010, ημερομηνίας 21/12/2011).

 

Ο αιτητής οφείλει να εκθέσει με στοιχειώδη σαφήνεια τα συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά, τα οποία του προκαλούν, κατά τρόπο αντικειμενικό, δικαιολογημένο φόβο δίωξης στη χώρα καταγωγής του.  Κατά την ενώπιον μου δικαστική διαδικασία και συγκεκριμένα κατά το στάδιο των διευκρινίσεων δήλωσε πως δεν δύναται να επιστρέψει στη χώρα του, γιατί η γυναίκα του απεβίωσε, πώλησαν το σπίτι τους και δεν θα μπορεί να εξεύρει εύκολα εργασία.  Επιπρόσθετα ανέφερε πως οι R. K. σκοτώνουν ανθρώπους προκειμένου να καταλάβουν μία περιοχή της Σενεγάλης.  Ανέφερε πως οι αντάρτες σκοτώνουν κόσμο στην περιοχή του.  Όπως ισχυρίστηκε αντιμετωπίζει πρόβλημα με την οικογένεια της συζύγου του.

 

Όπως προκύπτει, ο αιτητής στην αίτηση και στη συνέντευξή του, αναφέρθηκε στα οικονομικά προβλήματα που αντιμετώπιζε στη χώρα καταγωγής του και αναφέρθηκε στο περιστατικό διαπληκτισμού με τον εργοδότη του.  Στην γραπτή του αγόρευση δήλωσε για πρώτη φορά ότι μετά το περιστατικό του διαπληκτισμού ο εργοδότης του απεβίωσε και η σύζυγός του με ψεύτικους μάρτυρες κατήγγειλε στην αστυνομία πως ο αιτητής ευθύνεται για το θάνατό του και ανέφερε πω εξαιτίας τούτου εγκατέλειψε τη χώρα του.  Στη συνέχεια, κατά το στάδιο των διευκρινίσεων ενώπιον του Δικαστηρίου ο αιτητής αναφέρθηκε για πρώτη φορά, γενικότερα στην κατάσταση ασφαλείας στην περιοχή του όπου ισχυρίστηκε πως υπάρχουν αντάρτες που σκοτώνουν ανθρώπους.

 

Από τα όσα ισχυρίστηκε ο αιτητής σε κάθε στάδιο εξέτασης του αιτήματός του, προκύπτει πως ο αιτητής διαφοροποίησε πολλάκις τη βάση του αιτήματός του και πρόβαλε αντιφατικούς ισχυρισμούς, χωρίς να είναι σε θέση να δώσει ικανοποιητικές εξηγήσεις για τις ασυνέπειες που υπέπεσε κατά την αφήγησή του. Ο αιτητής δεν κατάφερε να τεκμηριώσει με αξιοπιστία και αληθοφάνεια τους προβαλλόμενους ισχυρισμούς που θα τον ενέτασσαν στον ορισμό του πρόσφυγα και δεν στοιχειοθέτησε βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης στη χώρα καταγωγής του.

 

Ως νομολογιακά έχει κριθεί, γενικοί και αόριστοι ισχυρισμοί, καθώς και ισχυρισμοί για κίνδυνο ζωής χωρίς στοιχειοθετημένες και τεκμηριωμένες αναφορές, δεν θεμελιώνουν βάσιμο φόβο δίωξης ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης. Όπως ανέφερα στην απόφασή μου στην υπόθεση υπ' αριθμόν 121/20 A.S.R. v. Κυπριακή Δημοκρατία, ημερομηνίας 31/7/2020:

 

«Η αόριστη επίκληση ενός κινδύνου ζωής, όταν όπως στη συγκεκριμένη περίπτωση, δεν συνεπικουρείται εξ' ουδενός αντικειμενικού στοιχείου, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι είναι αρκούντως σοβαρή, ώστε να ισοδυναμεί με εκείνη της προσβολής των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ανθρώπου από τα οποία δεν χωρεί παρέκκλιση και δεν στοιχειοθετεί περιστάσεις, οι οποίες λαμβανομένης υπόψη της εξατομικευμένης κατάστασης του αιτητή να συνιστούν απειλή έτσι ώστε ευλόγως να δύναται να θεωρηθεί ότι ο αιτητής έχει «βάσιμο φόβο δίωξης».»

 

Το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000 προβλέπει πως (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου): «Ως πρόσφυγας αναγνωρίζεται το πρόσωπο που, λόγω βάσιμου φόβου καταδίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, είναι εκτός της χώρας της ιθαγενείας του και δεν είναι σε θέση, ή, λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο, να χρησιμοποιήσει την προστασία της χώρας αυτής».

 

Η Υπηρεσία Ασύλου διεξήγαγε έρευνα των ουσιωδών στοιχείων, εξετάζοντας τη συνέντευξη που διεξήχθη, την εισήγηση της αρμόδιας λειτουργού, όλο το υλικό που περιέχεται στον διοικητικό φάκελο και γενικότερα όλο το υλικό το οποίο είναι ενώπιόν μου.  Από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου είναι εμφανές πως, η Υπηρεσία Ασύλου διενήργησε την δέουσα έρευνα όλων των ζητημάτων που έθεσε ο αιτητής ενώπιόν της, προτού καταλήξει στην προσβαλλόμενη απόφαση.

 

Υπό το φως των όσων έχω αναφέρει ανωτέρω, αλλά και των σχετικών διατάξεων του Νόμου, κρίνω ότι ορθά η Υπηρεσία Ασύλου έκρινε ότι ο αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων και ότι η περίπτωσή του δεν πληρούσε τις υπό του Νόμου προβλεπόμενες προϋποθέσεις για αναγνώριση του καθεστώτος του πρόσφυγα, σύμφωνα με το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου, Ν.6(Ι)/2000.

 

 Η αξιολόγηση των στοιχείων στην οποία προέβη η αρμόδια λειτουργός, φαίνεται να είναι σύμφωνη με τον Νόμο αλλά και με τον Πρακτικό Οδηγό της EASO: Αξιολόγηση των αποδεικτικών στοιχείων (Μάρτιος 2015).  Ο Οδηγός καθορίζει πως στη βάση της συλλογής πληροφοριών το αρμόδιο όργανο, θα πρέπει να προσδιορίζει τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά, τα οποία στη συνέχεια θα πρέπει να συνδέονται με τις απαιτήσεις του ορισμού του πρόσφυγα και αν δεν υπάρχει κατάληξη ότι μπορεί να δοθεί προσφυγικό καθεστώς, τότε θα πρέπει να εκτιμήσει εάν τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά συνδέονται με τις απαιτήσεις του ορισμού του προσώπου που δικαιούται επικουρική προστασία.

 

Ορθά επίσης κρίθηκε από την Υπηρεσία Ασύλου ότι δεν υφίσταται λόγος να του αναγνωριστεί το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, δυνάμει του άρθρου 19 (1) του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000, εφόσον δεν αποδείχθηκε από τα όσα ανέφερε ο αιτητής ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 19 (2), του Ν. 6 (Ι)/2000, αναφορικά με τον κίνδυνο ο αιτητής να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη.  

 

Για τη διαπίστωση αυτού του πραγματικού κινδύνου θα πρέπει να υπάρχουν, όπως ρητά προνοεί το άρθρο 19 (1) του Ν. 6 (Ι)/2000, «ουσιώδεις λόγοι».  Περαιτέρω, σοβαρή βλάβη ή σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη κατά το εδάφιο (2) του άρθρου 19 του Ν. 6 (Ι)/2000, σημαίνει κίνδυνο αντιμετώπισης θανατικής ποινής, βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας ή να υπάρχει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης (βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία,  Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015), ECLI:CY:AD:2015:D619.

 

Σε κάθε περίπτωση, διεξήγαγα έρευνα σε πρόσφατες πληροφορίες για τη χώρα καταγωγής του αιτητή, σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας στην περιοχή καταγωγής και διαμονής του.  Κατά την δωδεκάμηνη περίοδο μεταξύ 19/04/2023-19/04/2024, στη βάση δεδομένων ασφαλείας του ACLED καταγράφηκαν συνολικά στην Σενεγάλη, 226 περιστατικά (2 μάχες, 118 ταραχές, 97 διαδηλώσεις, 2 εκρήξεις / βία εξ αποστάσεως και 7 περιστατικά βίας εναντίων των πολιτών) από τα οποία προέκυψαν 57 ανθρώπινες απώλειες.[3]

 

Όσον αφορά το Thieke, Goudiri Department (τόπος τελευταίας διαμονής του αιτητή, το οποίο εντοπίζεται γεωγραφικά εντός της περιφέρειας Tambacounda), στη βάση δεδομένων ασφαλείας του ACLED, κατά την 12μηνη περίοδο μεταξύ 19/04/2023-19/04/2024, καταγράφηκαν στην περιφέρεια Tambacounda της Σενεγάλης, 5 περιστατικά (3 ταραχές και 2 διαδηλώσεις), χωρίς να καταγράφονται ανθρώπινες απώλειες.[4]  Από τα στοιχεία που έθεσα πιο πάνω δεν προκύπτει πως ο αιτητής με την επιστροφή του στη χώρα του θα θέσει σε κίνδυνο τη ζωή του με μόνη την παρουσία του στην περιοχή.

 

Επιπρόσθετα, λαμβάνεται υπόψη ότι ο Υπουργός Εσωτερικών στα πλαίσια των εξουσιών του  δυνάμει του άρθρου 12 Β τρις του περί Προσφύγων Νόμου (Ν. 6 (Ι)/2000) με την ΚΔΠ 166/2023, καθόρισε τη χώρα καταγωγής του αιτητή ως ασφαλή χώρα ιθαγένειας, εφόσον ικανοποιήθηκε βάσει της νομικής κατάστασης, της εφαρμογής του δικαίου στο πλαίσιο δημοκρατικού συστήματος και των γενικών πολιτικών συνθηκών, ότι στην οριζόμενη χώρα γενικά και μόνιμα δεν υφίστανται πράξεις δίωξης σύμφωνα με το άρθρο 3Γ, ούτε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική  μεταχείριση ή τιμωρία, ούτε απειλή η οποία προκύπτει από τη χρήση αδιάκριτης βίας σε κατάσταση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύγκρουσης.

 

Κατά συνέπεια, στη βάση των ενώπιον μου στοιχείων διαφαίνεται πως το αρμόδιο όργανο συνεκτίμησε όλα τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον του και στη βάση των ισχυρισμών του αιτητή διεξήγαγε τη δέουσα υπό τις περιστάσεις έρευνα και εξέδωσε δεόντως αιτιολογημένη απόφαση.  Τα στοιχεία που έθεσε ο αιτητής μέσω της γραπτής του αγόρευσης αλλά και ενώπιον του Δικαστηρίου, δεν είναι αρκετά για να στοιχειοθετήσουν βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης στη χώρα καταγωγής του.

 

Με βάση λοιπόν, το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου, καταλήγω ότι το αίτημα του αιτητή εξετάστηκε με επάρκεια και υπήρξε επαρκής αιτιολόγηση της προσβαλλόμενης απόφασης. Το περιεχόμενο της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου στην οποία αναφέρονται οι λόγοι της απόρριψης του αιτήματος του αιτητή, αποκαλύπτει ότι η απόφασή της ήταν απόλυτα ορθή και στα πλαίσια της διακριτικής της ευχέρειας.

 

Η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με €600 έξοδα, υπέρ των καθ’ ων η αίτηση και εναντίον του αιτητή.

 

 

 

 

 

 

Χ. Μιχαηλίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 

 



[1] UN World Food Program: Senegal – Factsheet (April 2021) available at:  https://www.wfp.org/countries/senegal

[2] https://www.nationsencyclopedia.com/Africa/Senegal-ECONOMY.html

[3] ACLED – DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard (βλ. πλατφόρμα Dashboard, με στοιχεία ανάλυσης ως εξής: ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ - 19/04/2023 – 19/04/2024, ΤΥΠΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ - Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests και ΠΕΡΙΟΧΗ - Western Africa, Senegal), direct link: https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard/DA81379F8FF86DA53B5EB507D17B2549

[4] ACLED – DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard (βλ. πλατφόρμα Dashboard, με στοιχεία ανάλυσης ως εξής: ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ - 19/04/2023 – 19/04/2024, ΤΥΠΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ - Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests και ΠΕΡΙΟΧΗ - Western Africa, Senegal, Tambacounda), direct link: https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard/D7C4FCB47D4E52D938CAFD02636866E7


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο