ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

                                                                       

                                                                               Υπόθεση αρ. 1801/2022

 

 

 31 Μαΐου 2024

 

[Χ. ΠΛΑΣΤΗΡΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

                           Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

 Μεταξύ:

                                                           B.F.K.

                                                                                                                                                                                                                                                   Αιτητής

Και

 

                      Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω της Υπηρεσίας Ασύλου

                                                                                                                                                                                                                                     Καθ' ων η αίτηση

 

Α. Κιρακόζοβα (κα) για Χρ. Ματθαίου (κα), Δικηγόρος για Αιτητή

Π. Δημητρίου (κα), Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η αίτηση

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Χ. ΠΛΑΣΤΗΡΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π: Με την προσφυγή του ο Αιτητής, αιτείται την ακύρωση της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 30/03/2022 η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή αυθημερόν και δια της οποίας απορρίφθηκε η αίτηση του για παροχή διεθνούς προστασίας, ως άκυρη, παράνομη, αντισυνταγματική και στερούμενη νομικού αποτελέσματος.

Ως εκτίθεται στην Ένσταση που καταχωρήθηκε από τους καθ' ων η αίτηση και προκύπτει από το περιεχόμενο του σχετικού Διοικητικού Φάκελου που κατατέθηκε στα πλαίσια των διευκρινήσεων της παρούσας προσφυγής ως Τεκμήριο 1, o Αιτητής είναι ενήλικας υπήκοος Καμερούν και στις 21/10/2020 εισήλθε παράνομα στην Κυπριακή Δημοκρατία μέσω των κατεχόμενων περιοχών. Στις 24/11/2020 υπέβαλε αίτηση χορήγησης καθεστώτος διεθνούς προστασίας, και την 02/12/2020 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη στον Αιτητή από αρμόδια λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου.

 

Την 14/03/2022, η αρμόδια λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου υπέβαλε σχετική Έκθεση και Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου για απόρριψη της αίτησης ασύλου του Αιτητή, η οποία εγκρίθηκε στις  30/03/2022. Την ίδια ημέρα, η Υπηρεσία Ασύλου ετοίμασε σχετική επιστολή απόρριψης του αιτήματος του Αιτητή η οποία παραλήφθηκε και υπογράφτηκε ιδιοχείρως από τον Αιτητή αυθημερόν, κατόπιν επεξήγησης του περιεχομένου στη μητρική γλώσσα του Αιτητή.

Στη συνέχεια, ο Αιτητής καταχώρησε την υπό εξέταση προσφυγή εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου.

 

Η συνήγορος του αιτητή στα πλαίσια της προσφυγής και της γραπτής αγόρευσης, προώθησε διάφορους λόγους ακύρωσης επί της αιτήσεως ακυρώσεως (προσφυγής) προς υποστήριξη του αιτήματος για ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης, τους οποίους εν τέλει απέσυρε κατά το στάδιο των διευκρινήσεων και προώθησε μόνο τον λόγο ακύρωσης που αφορά την μη δέουσα έρευνα και την έλλειψη αιτιολογίας. Ενόψει λοιπόν των δηλώσεων της ευπαίδευτης συνηγόρου του αιτητή, όλοι οι λόγοι ακυρώσεως ως καταγράφονται στην προσφυγή, πέραν από τον λόγο ακύρωσης που αφορά την μη δέουσα έρευνα εκ μέρους των καθ΄ων η αίτηση και την μη επαρκή αιτιολογία των καθ΄ ων η αίτηση, αποσύρονται και απορρίπτονται.

Οι καθ' ων η αίτηση αντιτάσσουν ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι καθ' όλα ορθή και νόμιμη, λήφθηκε κατόπιν δέουσας έρευνας και σωστής ενάσκησης των εξουσιών που τους δίνει ο Νόμος και ότι είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη και απορρίπτουν τους προωθούμενους ισχυρισμούς ως νόμω και ουσία αβάσιμους.

Επομένως, θα προχωρήσω να εξετάσω τους λόγους ακύρωσης που διατήρησε ο συνήγορος του αιτητή και αποτελούν τον βασικό άξονα της επιχειρηματολογίας του αιτητή, ήτοι τον ισχυρισμό περί μη διενέργειας της δέουσας έρευνας εκ μέρους των καθ' ων η αίτηση, ο οποίος έχει δικογραφηθεί και έστω ακροθιγώς προωθείται στην γραπτή αγόρευση του αιτητή, καθώς και τον ισχυρισμό περί μη επαρκούς αιτιολογίας, που λόγω της συνάφειας τους και της άρρηκτης διασύνδεσης τους θα εξεταστούν ως σύνολο και συνδυαστικά στα πλαίσια εξέτασης της παρούσας υπόθεσης.

Κατά πάγια νομολογία, η επάρκεια της έρευνας, η έκταση και ο τρόπος διεξαγωγής της, ποικίλει ανάλογα με τα υπό διερεύνηση γεγονότα. Προκαθορισμένος τρόπος δεν υπάρχει. Με την προϋπόθεση ότι η έρευνα είναι επαρκής, το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει στον τρόπο που η διοίκηση επέλεξε να διερευνήσει το θέμα, ούτε και υποκαθιστά τα υπ' αυτής διαπιστωθέντα πρωτογενή ευρήματα (βλ. Motorways Ltd v. Υπουργού Οικονομικών κ.ά. (1999) 3 Α.Α.Δ. 447 και Ράφτης ν. Δημοκρατίας κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 345 και Κώστας Γρηγορίου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1002/2009, ημερ. 27.10.2011).

Στη βάση της πιο πάνω υποχρέωσης του αρμόδιου οργάνου για δέουσα έρευνα θεωρώ χρήσιμο να καταγραφούν οι ισχυρισμοί του Αιτητή σε όλα τα στάδια εξέτασης του αιτήματός του, για να διαφανεί εάν όντως το αρμόδιο όργανο προέβη στη δέουσα υπό τις περιστάσεις έρευνα  και ορθώς αποφάσισε να απορρίψει το αίτημα του Αιτητή.

Στο πλαίσιο του έντυπου της αίτησής του για διεθνή προστασία ο Αιτητής δήλωσε ότι την 1 Οκτωβρίου 2019 στα πλαίσια μίας διαδήλωσης της νεολαίας στο δρόμο αναφορικά με την ημέρα ανεξαρτησίας της αγγλόφωνης κρίσης μεταξύ άλλων συνελήφθη και κρατήθηκε για κάποιες μέρες. Στη συνέχεια αποφυλακίστηκε με τη βοήθεια του δικηγόρου της οικογένειάς του οπότε και μετακομίστηκε στο νοσοκομείο καθότι, όπως ισχυρίστηκε είχε υποστεί βασανιστήρια και είχε δεχθεί χτυπήματα στη στομαχική κοιλότητα. Ακολούθως, της ολοκλήρωσης νοσηλείας του στο νοσοκομείο ο οικογενειακός δικηγόρος τον συμβούλευσε να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του, το Καμερούν, για να διασφαλίσει την ασφάλειά του. Ο Αιτητής στις 20/10/2019 μετέβη στη Νιγηρία και διέμεινε εκεί για δέκα μήνες ωστόσο η ζωή του εκεί ήταν δύσκολη και αναγκάστηκε να επιστρέψει στο Καμερούν, να παραμείνει κρυμμένος στους θάμνους για δύο μήνες και στη συνέχεια να μεταβεί σε άλλη πόλη, την Douala, η οποία ανήκει στη γαλλόφωνη περιοχή της χώρας. Κατά τη διαμονή του στην Douala ο Αιτητής εξακολουθούσε να μην είναι ασφαλής καθότι δεχόταν τηλεφωνικές απειλές από το στρατό. Ως αποτέλεσμα των ανωτέρω, ο Αιτητής εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του με σκοπό να αιτηθεί για προσφυγικό καθεστώς και να σώσει τη ζωή του (ερυθρό 1 του διοικητικού φακέλου).   

 

Στο πλαίσιο της συνέντευξης του, ο Αιτητής ανάφερε, κατά τη διάρκεια της ελεύθερης αφήγησής του ότι την ημέρα της διαδήλωσης, ήτοι την 01/10/2019, εργαζόταν πουλώντας παπούτσια χωρίς να συμμετέχει στη διαδήλωση ωστόσο συνελήφθη από την αστυνομία. Επανέλαβε ότι μετά την αποφυλάκισή του νοσηλεύτηκε στο νοσοκομείο καθότι είχε υποστεί βασανιστήρια κατά τη διάρκεια της κράτησής του. Μετέπειτα ενημερώθηκε από την αστυνομία ότι οφείλει να καταβάλει 500.000 φράγκα CFA (φράγκα του Καμερούν), αλλά δεν αντιλήφθηκε το λόγο. Με αφορμή αυτό το περιστατικό, όπως ισχυρίστηκε ο Αιτητής, ο ίδιος μετακόμισε στη Νιγηρία ωστόσο ήταν πολύ δύσκολο για τον ίδιο εκεί και παρότι προσπάθησε να ορθοποδήσει δεν τα κατάφερε και αναγκάστηκε να επιστρέψει στο Καμερούν έπειτα από δέκα μήνες παραμονής στη Νιγηρία. Τον Αύγουστο του 2020, επομένως, επέστρεψε ενημερώθηκε από τον πρόεδρο της Independence ότι αναζητείται από την αστυνομία αναφορικά με το προαναφερθέν ποσό και του πρότεινε να γίνει μέλος της οργάνωσής του ώστε να τον προστατεύσει ο ίδιος από την αστυνομία διαφορετικά θα πρέπει να αποπληρώσει το ποσό στην αστυνομία ώστε να μην του κάψει το σπίτι. Ο Αιτητής συνειδητοποίησε ότι η μόνη του λύση είναι να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του και τον βοήθησε προς τούτο ένας φίλος της μητέρας του. Για όσο χρονικό διάστημα προετοιμαζόταν η αναχώρησή του ανέφερε ότι κρυβόταν στους θάμνους για να μην τον εντοπίσει κανένας. Σε διευκρινιστικές ερωτήσεις της λειτουργού ο Αιτητής ανέφερε ότι αρνήθηκε τη βοήθεια από τον πρόεδρο της Independence καθότι εάν γινόταν μέλος του εν λόγω κινήματος θα έθετε τη ζωή του σε κίνδυνο έναντι των αντίπαλων της ομάδων.

 

Αναφορικά με την σύλληψή του από την αστυνομία ο Αιτητής δήλωσε πως μεταφέρθηκε σε ένα μικρό σκοτεινό δωμάτιο όπου υπέστη βασανιστήρια. Συγκεκριμένα, ανέφερε ότι όσο περισσότερο μιλούσε αγγλικά τόσο περισσότερο τον βασάνιζαν χρησιμοποιώντας μία μαύρη ράβδο με την οποία τον χτυπούσαν στα πόδια και χτυπώντας τον στο στομάχι με γροθιές. Ο Αιτητής ανέφερε, επίσης, ότι προσπαθούσε να τους εξηγήσει πως η παρουσία του στο σημείο της διαδήλωσης οφείλονταν στο γεγονός ότι προσπαθούσε να πωλήσει το εμπόρευμά του. Σε σχετική ερώτηση ο Αιτητής ανέφερε ότι δεν υπάρχει ένταλμα σύλληψης εναντίον του αλλά ο ίδιος γνωρίζει ότι καταζητείται από την αστυνομία διότι του τηλεφώνησαν και του ανέφεραν ότι είναι από την αστυνομία. Επίσης, ανέφερε ότι το τηλεφώνημα προέρχονταν από ιδιωτικό αριθμό τηλεφώνου, άγνωστο στον ίδιο και η μόνη επιβεβαίωση πως πρόκειται για την αστυνομία είναι η τηλεφωνική δήλωση του ατόμου που τον κάλεσε στο τηλέφωνο. Ο Αιτητής σε ερώτηση της λειτουργού για το αν αντιλαμβάνεται σωστά ότι συνελήφθη καθότι βρισκόταν στο σημείο της διαδήλωσης όπως και άλλα πρόσωπα χωρίς προσωπική στοχοποίηση απέναντί του απάντησε καταφατικά.

 

Εν σχέση με το νοσοκομείο και τη νοσηλεία του ο Αιτητής ανέφερε ότι του χορηγήθηκε φαρμακευτική αγωγή και ενέσεις από το νοσοκομείο καθότι ένιωθε πόνους στο στομάχι λόγω του τραυματισμού των ραμμάτων που είχε από την επέμβασή του το 2016.  Παρέμεινε στο νοσοκομείο για μία εβδομάδα αλλά δεν είχε στην κατοχή του οποιοδήποτε σχετικό με τη νοσηλεία του έγγραφο διότι η τσάντα του που τα περιείχε κλάπηκε.

 

Ακολούθως, ζητήθηκε από τον Αιτητή να δώσει περαιτέρω λεπτομέρειες αναφορικά με το δραπέτευσή του από την Kumba. Ο Αιτητής ανέφερε ότι λάμβανε απειλητικά τηλεφωνήματα και αποφάσισε στις αρχές Αυγούστου του 2019 για την προσωπική του ασφάλεια να κρυφτεί στους θάμνους για ένα μήνα. Έπειτα τον Σεπτέμβριο μετέβη στην Douala με ένα μοτοποδήλατο. Σε σχετική ερώτηση της λειτουργού πως κατόρθωσε ο Αιτητής να περάσει τον έλεγχο του αεροδρομίου μιας και ως ο ίδιος δήλωσε καταζητείτον, ανάφερε ότι ο δικηγόρος του είχε προβεί σε κάποιου είδους διευθέτηση με έναν υπάλληλο του αεροδρομίου, οι οποίοι ωστόσο δε γνωρίζονταν μεταξύ τους αλλά ο δικηγόρος είχε φροντίσει να περιγράψει την εμφάνιση του Αιτητή στον υπάλληλο. Ο Αιτητής ανέφερε ότι δεν προσπάθησε να μετακομίσει σε άλλο μέρος εντός του Καμερούν καθότι, όπως δήλωσε, οπουδήποτε δεν είναι ασφαλής  και εάν επιστρέψει κινδυνεύει να τον σκοτώσει η αστυνομία επειδή δεν συνεργάζεται μαζί της.

 

Η αρμόδια λειτουργός της Υ.Α., αξιολογώντας τα όσα ο Αιτητής δήλωσε στην συνέντευξή του, διέκρινε δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς: 1) στοιχεία ταυτότητας, το εν γένει προφίλ του Αιτητή και την περιοχή καταγωγής του Αιτητή, 2) ισχυριζόμενη δίωξη του Αιτητή από τις αρχές της χώρας του και απόπειρες στρατολόγησης του από τον αρχηγό της οργάνωσης Independence. H αρμόδια λειτουργός της Υ.Α αποδέχτηκε τον πρώτο ισχυρισμό ενώ αναφορικά με την δεύτερο ισχυρισμό, εισηγήθηκε την απόρριψη αυτού, καθότι σύμφωνα με τον ίδια, οι δηλώσεις του Αιτητή κατά την διάρκεια της συνέντευξης του χαρακτηρίζονταν από αντιφάσεις, χρονική ασυνέπεια, μη ικανοποιητικές απαντήσεις και έλλειψη ευλογοφάνειας. Επισημαίνοντας τα σημεία αναξιοπιστίας στα οποία ο Αιτητής υπέπεσε, κατέληξε ότι δεν τεκμηριώθηκε η εσωτερική και εξωτερική αξιοπιστία του. Ειδικότερα, ο αρμόδιος λειτουργός, έλαβε υπόψη του ότι ο Αιτητής αρχικά δήλωσε πως ο αρχηγός των Independence τον ενημέρωσε πως καταζητείται από τις αρχές ενώ στη συνέχεια ανέφερε πως δέχθηκε ένα τηλεφώνημα από τις αρχές, κάτι που δεν ανέφερε προηγουμένως. Περαιτέρω, χρονική ασυνέπεια παρατηρήθηκε, σύμφωνα με την αρμόδια λειτουργό, καθότι αρχικά ανέφερε ότι μετέβη στη Νιγηρία στις 20/10/2019 και έπειτα στις 20/10/2020. Επίσης, ο Αιτητής χωρίς χρονική συνέπεια ανέφερε ακολούθως ότι αναγκάστηκε να κρυφτεί στους θάμνους από τον Αύγουστο του 2019 έως ότου εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του. Επίσης, η αρμόδια λειτουργός κατέγραψε ότι ο Αιτητής δεν παρείχε ικανοποιητική απάντηση όσον αφορά τον τρόπο που κατάφερε να αφιχθεί από την Kumba στη Dοuala σε 1 ώρα και 30 λεπτά με μοτοποδήλατο ενώ με αυτοκίνητο απαιτούνται περίπου 3 ώρες αναφέροντας πως με το μοτοποδήλατο είναι πιο εφικτό. Τέλος, έλλειψη ευλογοφάνειας εντοπίζεται στον ισχυρισμό του Αιτητή περί του τρόπου με τον οποίο κατόρθωσε όντας καταζητούμενος να περάσει με επιτυχία τον έλεγχο του αεροδρομίου και να ταξιδέψει κανονικά. Όσον αφορά την εξωτερική αξιοπιστία του Αιτητή η λειτουργός διαπίστωσε ότι ένεκα της ένοπλης σύρραξης που υπάρχει μεταξύ της κυβέρνησης του Καμερούν και των αγγλόφωνων πολλοί άνθρωποι στοχοποιούνται ως συνωμότες εναντίον της κυβέρνησης με αποτέλεσμα να γίνονται παράνομες κρατήσεις και συλλήψεις με ψευδή κατηγορίες εναντίον τους και ότι οι παράνομες κρατήσεις είναι ιδιαίτερα διαδεδομένες στο Καμερούν. Η αρμόδια λειτουργός κατέληξε αναφορικά με την ισχυριζόμενη δίωξη από τις αρχές και τον αρχηγό των Independence ότι δεν γίνεται αποδεκτή διότι ο Αιτητής ταξίδεψε από αεροδρόμιο χωρίς κανένα πρόβλημα κάτι το οποίο δεν είναι αναμενόμενο από ένα καταζητούμενο πρόσωπο και επίσης, δεν ήταν σε θέση να παρέχει επαρκείς πληροφορίες σχετικά με τις προσπάθειες στρατολόγησής του από τους Independence.

 

Ενόψει των ανωτέρω ευρημάτων, λαμβανομένου υπόψη και του προφίλ του Αιτητή, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι ο Αιτητής δεν δικαιούται προσφυγικό καθεστώς, μιας και δεν τεκμηριώθηκε φόβος δίωξης συνδεόμενος με την εθνικότητα, τη φυλή, τη θρησκεία, την ιδιότητα μέλους σε συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα ή την πολιτική γνώμη όπως περιγράφεται στο άρθρο 1Α της Σύμβασης της Γενεύης του 1951, στο άρθρο 10 της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ και στο άρθρο 3 και 3Δ του Περί Προσφύγων Νόμου. Περαιτέρω, ο αρμόδιος λειτουργός κατέληξε ότι δεν δικαιολογείται αναγνώριση συμπληρωματικής προστασίας στο πρόσωπο του Αιτητή, καθότι ο κίνδυνος που μπορεί να αντιμετωπίσει σε περίπτωση επιστροφής του δεν συνιστά πραγματικό κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης, ή βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας, δυνάμει του άρθρου 15, εδάφια (α) και (β), της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ (αντίστοιχο άρθρο 19(2), εδάφια (α) και (β), του περί Προσφύγων Νόμου). Επιπρόσθετα, η αρμόδια αρχή, στη βάση πληροφοριών αναφορικά με την κατάσταση που επικρατούσε στο Καμερούν, και συγκεκριμένα στις αγγλόφωνες περιοχές, έκρινε ότι ούτε και οι προϋποθέσεις για χορήγηση συμπληρωματικής προστασίας συντρέχουν δυνάμει του άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ (αντίστοιχο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου), καθότι δεν διαπιστώθηκε ότι υπάρχει λόγος να πιστεύεται ότι ο Αιτητής θα αντιμετωπίσει σοβαρή και προσωπική απειλή ως άμαχος πολίτης κατά την επιστροφή του στη χώρα καταγωγής του.

Ενόψει των πιο πάνω αναφερθέντων, δεν διαπιστώνω μη διενέργεια δέουσας έρευνας από μέρους της Διοίκησης και ο εν λόγω ισχυρισμός απορρίπτεται.

 

Ενόψει των πιο πάνω αναφερθέντων, θα προχωρήσω να εξετάσω την ορθότητα της προσβαλλόμενης απόφασης στη βάση του άρθρου 11 (3) (α) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (Ν. 73(I)/2018) και ενόψει τούτου να κρίνω αν ορθά το αρμόδιο όργανο απέρριψε το αίτημα του Αιτητή.

 

Λαμβάνοντας υπόψιν τις δηλώσεις του Αιτητή, ως αυτές προβλήθηκαν καθόλη τη διαδικασία εξέτασης του Αιτήματός του και οι οποίες παρατέθηκαν λεπτομερώς ανωτέρω, παρατηρώ εκ προοιμίου ότι αυτός υπέπεσε σε πολλές ασάφειες, αντιφάσεις και ανακρίβειες, οι οποίες πλήττουν καίρια την αξιοπιστία του.

 

Επί του κρίσιμου ρόλου της αξιοπιστίας των αιτητών ασύλου κατά την εξέταση του αιτήματός τους, παραπέμπω στην απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου (Αναθεωρητική Δικαιοδοσία) στην Υποθ. Αρ. 626/2010, JAFAR KALASH v. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ημερ. 08/10/2013, το σκεπτικό της οποίας υιοθετώ και δια της παρούσης: « ΄Έχει νομολογηθεί ότι κρίση επί της αξιοπιστίας του αιτητή και έγκριση κωλύματος έγκρισης αίτησης για το λόγο αναξιοπιστίας ως προς τα προβαλλόμενα από τον αιτητή είναι επιτρεπτή (Amiri v. Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων κ.α. (2009) 3 Α.Α.Δ. 358).  Όπως ορθώς υποδεικνύει η συνήγορος των καθ΄ ων η αίτηση, ο βασικός λόγος για τον οποίο δεν έγινε δεκτό το αίτημα του αιτητή ήταν το γεγονός της μη απόδειξης της αληθοφάνειας των βασικών ισχυρισμών του και του κλονισμού της αξιοπιστίας του λόγω ουσιωδών αντιφάσεων, ελλείψεων και αδυναμιών όπως εντοπίστηκαν στις συνεντεύξεις. Αυτό είναι ένα εμπόδιο που ρητά αναγνωρίζεται ως κώλυμα στην έγκριση αιτήματος ασύλου, από τις πρόνοιες του ιδίου του Εγχειριδίου στο οποίο παραπέμπει τόσο ο αρμόδιος Λειτουργός στην εισήγησή του, όσο και η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων στην προσβαλλόμενη απόφασή της. Συγκεκριμένα το άρθρο 196 του Εγχειριδίου προβλέπει:

«Αλλά ακόμη και μια τόσο ανεξάρτητη έρευνα μπορεί να μην έχει πάντοτε επιτυχία και είναι μάλιστα ενδεχόμενο να υπάρχουν ισχυρισμοί ανεπίδεκτοι απόδειξης. Σε τέτοιες περιπτώσεις, αν η αφήγηση του αιτούντος φαίνεται αξιόπιστη, η περίπτωση του πρέπει, εκτός αν υπάρχουν σοβαροί λόγοι για το αντίθετο, να τύχει του ευεργετήματος της αμφιβολίας».

Και στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 197 του Εγχειριδίου:

«Η προϋπόθεση έτσι της τεκμηρίωσης δεν πρέπει να τηρείται με μεγάλη αυστηρότητα ενόψει της δυσχέρειας της απόδειξης που είναι εγγενής στην ειδική κατάσταση, στην οποία βρίσκεται ο αιτών το καθεστώς του πρόσφυγα.  Η ανοχή μιας τέτοιας πιθανής έλλειψης τεκμηρίωσης δεν σημαίνει πάντως ότι οι αθεμελίωτοι ισχυρισμοί πρέπει να εκλαμβάνονται κατ΄ ανάγκη ως αληθείς εάν είναι ανακόλουθοι προς τη συνολική αφήγηση του αιτούντος». 

Ο αιτητής κρίθηκε αναξιόπιστος επειδή ακριβώς δεν μπόρεσε να τεκμηριώσει τους ισχυρισμούς του κατά τη συνέντευξη:  δεν κατάφερε να τεκμηριώσει τους ισχυρισμούς του σε αναφορά με τη θέση του ότι θα συλληφθεί από τις Συριακές αρχές λόγω της συμμετοχής του σε διαδήλωση στην πόλη Qamishli.  Τα σημεία αναξιοπιστίας του διαπιστώθηκαν τόσο κατά την εξέταση από το αρμόδιο Λειτουργό Ασύλου στη συνέντευξη ημερ. 3.3.2009, όσο και κατά τη δευτεροβάθμια εξέταση του αιτήματος με αποτέλεσμα να πλήττουν σοβαρά την αξιοπιστία του αιτητή στον πυρήνα του αιτήματός του  και δικαιολογημένα εγείρει κώλυμα έγκρισης της αίτησης (Mohammad Amiri v. Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων κ.α. (2009) 3 Α.Α.Δ. 358).»

Ορθώς λοιπόν, θεωρώ κρίθηκε από τους καθ΄ ων η αίτηση ότι τα όσα προβλήθηκαν στη συνέντευξη του Αιτητή, ως ανωτέρω καταγράφονται, έθεταν εύλογα εν αμφιβόλω την αξιοπιστία των λεγόμενων του, αναφορικά με τα όσα ισχυρίστηκε καθότι δεν ήταν σε θέση να παράσχει ικανοποιητικές πληροφορίες, σχετικά με την κατ’ ισχυρισμόν δίωξή του από τις αρχές και την προσπάθεια στρατολόγησής του από τον πρόεδρο της οργάνωσης Independence. Εν προκειμένω, παρατηρώ ότι οι δηλώσεις του Αιτητή ήταν γενικές χωρίς την απαιτούμενη τεκμηρίωση και δεν ήταν σε θέση να περιγράψει με επαρκείς, συνεκτικές και συγκεκριμένες πληροφορίες σχετικά με την σύλληψή του από την αστυνομία, τη νοσηλεία στο νοσοκομείο, αλλά και τον τρόπο και το λόγο που διώκεται από τις αρχές της χώρα καταγωγής του αφού οι απαντήσεις του δεν παρουσιάζονται με συνοχή, συνέπεια ούτε και χρονική ακολουθία. Περαιτέρω, είναι εμφανές ότι ο Αιτητής αλλάζει σημεία της αφήγησής του σε διάφορα σημεία της συνέντευξής του, ήτοι άλλοτε ανέφερε ότι πληροφορήθηκε για το οφειλόμενο ποσό από την ίδια την αστυνομία και άλλοτε από τον πρόεδρό της οργάνωσης Independence. Επίσης, ο Αιτητής δεν παρουσιάζει με ευλογοφάνεια πως γνωρίζει ότι η αστυνομία όντως τον κάλεσε για να τον ενημερώσει για τα οφειλόμενα χρήματα καθώς η κλήση πραγματοποιήθηκε από ιδιωτικό αριθμό και επίσης, πως κατόρθωσε να διανύσει μία απόσταση από την Kumba στην Douala, απόσταση τριών ωρών με αυτοκίνητο, με τον ίδιο να ισχυρίζεται ότι την διένυσε  σε διάστημα 1 ώρας και 30 λεπτών με μοτοποδήλατο.

Σημειωτέον δε είναι το γεγονός ότι παρά τον ισχυρισμό του Αιτητή ότι καταζητείτο από τις αρχές αναφορικά με χρηματικό ποσό το οποίο όφειλε ο ίδιος κατόρθωσε να ταξιδέψει νόμιμα από το αεροδρόμιο της χώρας του χωρίς να αντιμετωπίσει οποιοδήποτε πρόβλημα γεγονός το οποίο δεν θεωρείται εύλογο για άτομο το οποίο αναζητείται από τις αρχές.

Υπό το φως των πραγματικών περιστατικών της υπό κρίση υπόθεσης που έγιναν αποδεκτά, κρίνεται ότι ορθώς οι Καθ’ ων η αίτηση διαπίστωσαν, σύμφωνα και με τα πιο πάνω, ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για την αναγνώριση του Αιτητή ως πρόσφυγα, καθώς όπως προκύπτει από το πιο πάνω ιστορικό, ο Αιτητής δεν τεκμηρίωσε κατά τρόπο κανένα απολύτως ισχυρισμό ο οποίος στοιχειοθετεί βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης, που να εμπίπτει στις προϋποθέσεις αναγνώρισης του καθεστώτος του πρόσφυγα στο πρόσωπό του, έτσι όπως η έννοια του πρόσφυγα ερμηνεύεται στην Σύμβαση της Γενεύης του 1951 και από τον Περί Προσφύγων Νόμο, καθότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας, ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων σύμφωνα με το άρθρο 3 του Περί Προσφύγων Νόμου.

Συνακόλουθα, ο Αιτητής δεν τεκμηρίωσε κανένα ουσιώδη λόγο που να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη, για να του δοθεί συμπληρωματική προστασία για τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 19 του Περί προσφύγων Νόμου. Ειδικότερα, δεν επικαλέστηκε πραγματικό κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης, ή βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας στην χώρα καταγωγής του, δυνάμει του άρθρου 19(2), εδάφια (α) και (β), του Περί Προσφύγων Νόμου.

Πρόσθετα, προκειμένου να διαπιστωθεί εάν συντρέχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του ο Αιτητής θα αντιμετωπίσει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, ως οι διατάξεις του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, θα πρέπει το Δικαστήριο να διαπιστώσει αν στην περιοχή καταγωγής του Αιτητή υφίσταται 1) ένοπλη σύρραξη και εάν και εφόσον υφίσταται τότε 2) να διαπιστώσει αν στην εν λόγω περιοχή υπάρχει αδιάκριτη άσκηση βίας σε βαθμό τόσο υψηλό ώστε ο Αιτητής να διατρέχει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη ως άμαχος πολίτης. Παράλληλα το δικαστήριο θα πρέπει να εξετάσει τυχόν ειδικό κίνδυνο που διατρέχει ο Αιτητής από την ατομική του κατάσταση και τυχόν προσωπικές περιστάσεις σε συνδυασμό με τις συνθήκες αδιάκριτης άσκησης βίας (σε μικρότερο βαθμό), σύμφωνα με την αναπροσαρμοσμένη κλίμακα που καθορίστηκε στην απόφαση Elgafaji[1] του ΔΕΕ. Σύμφωνα με το Εγχειρίδιο του ΕΑΣΟ – Δικαστική Ανάλυση, σχετικά με την ανάλυση του άρθρου 15 (γ) της οδηγίας 2011/95/ΕΕ «Βάσει του άρθρου 15 στοιχείο γ), ένα πρόσωπο που διατρέχει γενικό κίνδυνο δεν αποκλείεται να διατρέχει και ειδικό κίνδυνο, και το αντίστροφο. Πράγματι, το ΔΕΕ διατύπωσε την έννοια της αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας, σύμφωνα με την οποία: «όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας (Elgafaji, σκέψη 39· Diakité, σκέψη 31). Το αντίστροφο ισχύει επίσης: κατ’ εξαίρεση, ο βαθμός βίας μπορεί να είναι τόσο υψηλός ώστε ένας άμαχος να διατρέχει πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή βλάβη απλώς και μόνο λόγω της παρουσίας του στο έδαφος της επηρεαζόμενης χώρας ή περιοχής (σκέψη 43). Το ΔΕΕ έκρινε ότι η ερμηνεία αυτή δεν αντέβαινε στην [τότε] αιτιολογική σκέψη 26 της οδηγίας, καθώς το γράμμα αυτής προβλέπει το ενδεχόμενο μιας τέτοιας εξαιρετικής κατάστασης (59)…»[2]

Επομένως, εξετάζοντας την πρώτη προϋπόθεση του άρθρου 15 (γ) του κατά πόσον υφίσταται ένοπλη σύρραξη στο Καμερούν και την κατάσταση ασφαλείας στην περιοχή, αξίζει να αναφερθούν τα κατωτέρω.

Το Καμερούν είναι πλειοψηφικά μια γαλλόφωνη χώρα και οι βορειοδυτικές και νοτιοδυτικές περιοχές του, αποτελούνται από Αγγλόφωνους, οι οποίοι διαμαρτύρονται ότι η Κυβέρνηση σκόπιμα τους έχει απομονώσει και  περιθωριοποιήσει.[3] Οι Αγγλόφωνοι συγκεντρώνονται κυρίως σε δύο δυτικές περιοχές, τη Βορειοδυτική και τη Νοτιοδυτική Περιφέρεια, όπου μετά το τέλος της αποικιακής περιόδου στην Αφρική ενσωματώθηκαν στο γαλλόφωνο κράτος πριν από πολλές δεκαετίες.[4]

Ο Αγγλόφωνος πληθυσμός ξεκίνησε ως ένα κίνημα διαμαρτυρίας το 2016 με αιτήματα για πλήρη ανεξαρτησία από τον γαλλόφωνο πληθυσμό αλλά παρ΄ όλα αυτά εκφυλίστηκε σε συγκρούσεις με την Κυβέρνηση, μετά την καταστολή των διαδηλώσεων από αυτήν. Από αυτές τις συγκρούσεις, έχουν σκοτωθεί έκτοτε χιλιάδες άτομα – 3000 σε αριθμό - πάνω από 900000 άτομα εγκατέλειψαν τις οικίες τους, και περίπου 800000 παιδιά παρέμειναν εκτός σχολείου. Ο στρατός έχει κατηγορηθεί για εκτεταμένες παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων και σε μικρότερο βαθμό, παρόμοια ευθύνη φέρουν και οι διάφορες αυτονομιστικές δυνάμεις των Αγγλόφωνων που αγωνίζονται για μια ανεξάρτητη «Αμπαζόνια».[5]

Σύμφωνα με έκθεση του Human Rights Watch «Ένοπλες ομάδες και κυβερνητικές δυνάμεις έχουν διαπράξει παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένων μαζικών δολοφονιών, στις αγγλόφωνες περιοχές του Καμερούν και στην περιοχή του Άπω Βορρά… Οι αυτονομιστές, που έχουν επιβάλει βίαια μποϊκοτάζ στην εκπαίδευση από το 2017, συνέχισαν [κατά το 2022] να επιτίθενται σε φοιτητές και επαγγελματίες της εκπαίδευσης. Ανταποκρινόμενες στην ένοπλη σύγκρουση, οι κυβερνητικές δυνάμεις είναι επίσης υπεύθυνες για παραβιάσεις του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου και του δικαίου των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένων των παράνομων δολοφονιών και των αυθαίρετων συλλήψεων»[6].

Σύμφωνα με το Human Rights Watch σε έκθεση για την χώρα η οποία καλύπτει το έτος 2022, αναφέρεται πως το 2023, ένοπλες ομάδες και κυβερνητικές δυνάμεις συνέχισαν τη διάπραξη παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένων παράνομων δολοφονιών, στις αγγλόφωνες περιοχές του Καμερούν και στην περιοχή του Άπω Βορρά. Η βία στις δύο αγγλόφωνες βορειοδυτικές και νοτιοδυτικές περιοχές συνεχίστηκε για έκτη χρονιά, παρά το γεγονός ότι ο Πρόεδρος Paul Biya  δήλωσε τον Ιανουάριο ότι πολλές ένοπλες αυτονομιστικές ομάδες είχαν παραδοθεί και ότι η απειλή που αποτελούσαν είχε μειωθεί σημαντικά. Μέχρι τα μέσα του έτους, υπήρχαν πάνω από 638.000 εσωτερικά εκτοπισμένοι στις αγγλόφωνες περιοχές και τουλάχιστον 1,7 εκατομμύρια άνθρωποι χρειάστηκαν ανθρωπιστική βοήθεια. Άμαχοι αντιμετώπισαν δολοφονίες και απαγωγές από ένοπλες ισλαμιστικές ομάδες στην περιοχή του Άπω Βορρά, συμπεριλαμβανομένης της Μπόκο Χαράμ και του Ισλαμικού Κράτους στην επαρχία της Δυτικής Αφρικής (ISWAP). Οι αυτονομιστές μαχητές συνέχισαν να στοχεύουν αμάχους, αναγκάζοντας τους να μένουν κλεισμένοι στα σπίτια τους και εξαπολύοντας επιθέσεις γύρω από μεγάλα γεγονότα, όπως των εκλογών και καθώς του ανοίγματος των σχολείων την περίοδο του Σεπτεμβρίου. Οι δυνάμεις ασφαλείας απάντησαν στις αυτονομιστικές επιθέσεις, αποτυχαίνοντας συχνά να προστατεύσουν τους αμάχους σε όλες τις αγγλόφωνες περιοχές»[7].

Σύμφωνα με πρόσφατη ανάλυση για την χώρα στην ιστοσελίδα του ACAPS της χώρας αναφέρεται πως το Καμερούν βιώνει διάφορες κρίσεις στην χώρα. Οι μακροχρόνιες δυσαρέσκειες της αγγλόφωνης κοινότητας στις βορειοδυτικές και νοτιοδυτικές περιοχές, μετά από δεκαετίες περιθωριοποίησης των μειονοτικών αγγλόφωνων περιοχών από τη γαλλόφωνη Κυβέρνηση, κλιμακώθηκαν σε εκτεταμένες διαμαρτυρίες και απεργίες στα τέλη του 2016. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την εμφάνιση διαφορετικών αυτονομιστικών να φωνάζουν/διαδηλώνουν υπέρ της αυτοαποκαλούμενης Δημοκρατίας της Ambazonias στα βορειοδυτικά και νοτιοδυτικά. Οι συγκρούσεις μεταξύ του στρατού και των αυτονομιστικών δυνάμεων έχουν εντείνει την ανασφάλεια στις ανωτέρω περιοχές, οδηγώντας 638.400 ανθρώπους σε εκτοπισμό  στο εσωτερικό της χώρας και 64.000 σε αναζήτηση καταφυγίου στη γειτονική Νιγηρία μέχρι τις 9 Φεβρουαρίου 2024. Επίσης, η εξέγερση της Boko Haram  στα βορειοανατολικά της Νιγηρίας έχει επίσης εξαπλωθεί στην περιοχή του Άπω Βορρά (extreme Nord), όπου 120.869 Νιγηριανοί πρόσφυγες έχουν καταφύγει στον Άπω Βορρά του Καμερούν, ενώ η βία από την Μπόκο Χαράμ και το Ισλαμικό Κράτος έχει εκτοπίσει εσωτερικά περισσότερους από 453.600 ανθρώπους[8].

Επομένως στην βάση των πιο πάνω διαπιστώνεται ότι υφίσταται εσωτερική ένοπλη σύρραξη στο Καμερούν, η πρώτη και αναγκαία προϋπόθεση για την εφαρμογή του άρθρου 15 στοιχείο γ) της οδηγίας 2011/95/ΕΕ. Παράλληλα όμως θα πρέπει να υφίσταται και αδιάκριτη βία σε τέτοιο υψηλό βαθμό - όρος που σημαίνει ότι μπορεί να επεκταθεί σε άτομα ανεξαρτήτων των προσωπικών τους περιστάσεων, ως ένας γενικότερος κίνδυνος βλάβης κατά αμάχου – που η απλή παρουσία αμάχου στην περιοχή θα συνιστά πραγματικό κίνδυνο να υποστεί ουσιώδη βλάβη. Στη σκέψη 30 της απόφασης Diakité, το ΔΕΕ επισήμανε τα εξής: «Επιπλέον, επιβάλλεται η υπόμνηση ότι η ύπαρξη εσωτερικής ένοπλης συρράξεως μπορεί να συνεπάγεται την παροχή της επικουρικής προστασίας μόνο στο μέτρο που οι συγκρούσεις μεταξύ των τακτικών δυνάμεων ενός κράτους και ενός ή περισσοτέρων ενόπλων ομάδων ή μεταξύ δύο ή περισσοτέρων ενόπλων ομάδων θεωρούνται κατ’ εξαίρεση ότι συνεπάγονται σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας του αιτούντος την επικουρική προστασία, υπό την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γ), της οδηγίας 2004/83, διότι ο βαθμός της αδιάκριτης ασκήσεως βίας που τις χαρακτηρίζει είναι τόσο μεγάλος ώστε υπάρχουν σοβαροί και βάσιμοι λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή, θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να υποστεί την εν λόγω απειλή (βλέπε, υπό την έννοια αυτή, Elgafaji, σκέψη 43)»[9].

Στη σκέψη 35 της απόφασης Elgafaji, το Δικαστήριο ανάφερε το εξής: «Στο πλαίσιο αυτό, ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ’, της οδηγίας»[10].

Ενόψει των πιο πάνω αναφερθέντων, το Δικαστήριο ανέτρεξε σε πρόσφατες έγκυρες πηγές πληροφόρησης για τη χώρα του Αιτητή, προς εξέταση της κατάστασης που επικρατεί σε αυτήν όσον αφορά την κρίση στις Αγγλόφωνες περιοχές και συγκεκριμένα στη Νοτιοδυτική Περιφέρεια (South-West Region) του Καμερούν, όπου ανήκει γεωγραφικά η πόλη Kumba, η οποία θεωρείται το μέρος τελευταίας διαμονής του Αιτητή, για να διαπιστώσει κατά πόσον υφίσταται σε τέτοιο υψηλό βαθμό αδιάκριτη βία.

Η ένταση μεταξύ των δύο πλευρών στην Νοτιοδυτική περιφέρεια αποτελεί απότοκο των αποσχιστικών τάσεων των ένοπλων ομάδων και της αντίθεσης της κεντρικής κυβέρνησης της χώρας στο ενδεχόμενο απόσχισης. Λαμβάνοντας υπόψη ενημερωτικό σημείο του ACLED- Έργο Δεδομένων Τοποθεσίας & Συμβάντων ένοπλων συγκρούσεων το οποίο συντάχθηκε από το ACCORD, και περιλαμβάνει τα περιστατικά ασφαλείας (στο σύνολο τους) που έλαβαν χώρα στο Καμερούν κατά το έτος 2023, καταγράφηκαν κατά το έτος 2023 στο Καμερούν 1402 περιστατικά ασφαλείας από τα οποία προήλθαν 1072 απώλειες [11]. Η πιο προσβεβλημένη σε βία και περιστατικά ανασφάλειας ήταν η περιφέρεια Extrême-Nord με 954 περιστατικά ασφαλείας (περίπου το 70% επί του συνόλου των περιστατικών που καταγράφηκαν το έτος 2023 στο Καμερούν) από τα οποία προήλθαν 592 απώλειες σε αμάχους[12].

Η περιοχή South West, στην οποία υπάγεται η Kumba, κατά το έτος 2023 κατέγραψε 115 περιστατικά ασφαλείας εκ των οποίων προήλθαν 186 καταγεγραμμένες απώλειες[13]. Κατά το τέταρτο τρίμηνο του 2023 (Οκτώβριος-Δεκέμβριος 2023) βάσει ενημερωτικού σημειώματος του ACLED καταγράφηκαν στην Νοτιοδυτική περιφέρεια 16 περιστατικά ασφαλείας τα οποία οδήγησαν σε 70 απώλειες[14].

Οι δείκτες του ACAPS όσον αφορά το επίπεδο σοβαρότητας της κατάστασης που συνδέονται με την Αγγλόφωνη Κρίση στο Καμερούν (τελευταία ενημέρωση 28/03/2024) την κατατάσσουν σε υψηλά επίπεδα[15].

Κατά το έτος 2024, βάσει ποσοτικών δεδομένων ως αυτά αποτυπώνονται στην βάση δεδομένων ACLED καταγράφονται στην Νοτιοδυτική περιοχή (South West) κατά την χρονική περίοδο 01/01/2024 έως 31/05/2024 230 περιστατικά ασφαλείας εκ των οποίων προήλθαν 201 απώλειες, εξ αυτών των περιστατικών τα 82 κωδικοποιήθηκαν ως μάχες (με  135 απώλειες), τα 14 ως εξεγέρσεις (με  4 απώλειες), τα 133 ως βία κατά αμάχων (με  62 απώλειες), και το 1 ως απομακρυσμένη βία (με  καμία απώλεια)[16]. Ειδικότερα, στην περιοχή Kumba, τελευταίο τόπο διαμονής του Αιτητή, την συγκεκριμένη χρονική περίοδο καταγράφηκαν 9 περιστατικά ασφαλείας από τα οποία προήλθαν 7 απώλειες,εξ αυτών τα 7 κωδικοποιήθηκαν ως βία κατά αμάχων (με 6 απώλειες) και τα 2 ως μάχες (με 1 απώλεια)[17].

Ομοίως, κατά το αντίστοιχο χρονικό διάστημα του προηγούμενου έτους (01/01/2023-31/05/2023) καταγράφηκαν στη Νοτιοδυτική περιφέρεια 306 περιστατικά ασφαλείας εκ των οποίων προήλθαν 235 απώλειες σε αμάχους[18]. Ως προκύπτει από τα πιο πάνω δεδομένα, και σύμφωνα με συγκριτικά στατιστικά του ACLED διακρίνεται πτωτική τάση της έντασης που είχε καταγραφεί την αντίστοιχη υπό εξέταση χρονική περίοδο του προηγούμενου έτους στην Νοτιοδυτική Περιφέρεια του Καμερούν.[19]

Δεδομένου δε ότι ο συνολικός πληθυσμός της Νοτιοδυτικής Περιοχής του Καμερούν ανέρχεται σε 1.553.300 κατοίκους, σύμφωνα με τελευταία επίσημη καταμέτρηση που έλαβε χώρα το έτος 2015,[20] καθίσταται κατανοητό ότι ο ανωτέρω αναφερόμενος αριθμός περιστατικών ασφαλείας δεν ανέρχεται σε τόσο υψηλά επίπεδα σε σχέση με τον συνολικό πληθυσμό της περιοχής, έτσι ώστε η κατάσταση στην εν λόγω περιοχή να μπορεί να χαρακτηριστεί ως κατάσταση αδιάκριτης βίας.

 

Ως εκ τούτου, η σύγκρουση στο Καμερούν δεν έχει φτάσει σε σημείο που να στοχοποιούνται αδιακρίτως άμαχοι μόνο και μόνο λόγω της παρουσίας τους στην Αγγλόφωνη Περιοχή και συγκεκριμένα στη Νοτιοδυτική Περιφέρεια της χώρας. Λαμβάνοντας υπόψη την απουσία προσωπικών υποκειμενικών εξατομικευμένων στοιχείων στο προφίλ του Αιτητή, η εξέταση του φόβου επιστροφής γίνεται στη βάση της κατάστασης ασφαλείας της περιοχής όπου αναμένεται να επιστρέψει. Λαμβάνοντας υπόψη τα προαναφερθέντα δεδομένα όσον αφορά την κατάσταση ασφαλείας στη νοτιοδυτική περιφέρεια του Καμερούν καθώς και τους προαναφερθέντες αριθμούς και την φθίνουσα τάση της έντασης των περιστατικών στην εν λόγω περιφέρεια που είναι ως αποτέλεσμα της Αγγλόφωνης Κρίσης στη χώρα, συνάγεται εύλογα και με ασφάλεια το συμπέρασμα ότι η φύση και η έκταση της κρίσης μαζί με το ατομικό προφίλ του Αιτητή δεν συνιστούν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι θα κινδυνεύσει ως άμαχος πολίτης, σε περίπτωση επιστροφής στην περιοχή του, η κατάσταση της οποίας δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως κατάσταση αδιάκριτης βίας, κατά την έννοια του άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ.

Επιπρόσθετα, η πιο πάνω αναφορά περί του ότι στις Αγγλόφωνες περιοχές του Καμερούν δεν υπάρχει πραγματικός κίνδυνος να θιγεί προσωπικά άμαχος κατά την έννοια του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας επιβεβαιώνεται και από άλλες αξιόπιστες πηγές.

Κατ’ αρχήν, αξίζει να σημειωθεί ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση και ο Διεθνής Οργανισμός Μετανάστευσης (International Organization for Migration- IOM) έχουν θέσει σε εφαρμογή ένα κοινό πρόγραμμα το οποίο διευκολύνει την εθελούσια επιστροφή Καμερουνέζων πολιτών στη χώρα καταγωγής τους, καθώς επίσης παρέχει υποστήριξη στους επιστραφέντες με στόχο την ομαλή επανένταξή τους στη ζωή του Cameroon (επαγγελματικός προσανατολισμός, πρακτική εκπαίδευση, εκθέσεις ενημέρωσης για επαγγελματικά θέματα και θέσεις εργασίας, συνεδρίες συμβουλευτικής).[21] Βασικοί μέτοχοι στο πρόγραμμα εντός του Cameroon είναι το Υπουργείο Εξωτερικών Σχέσεων (Ministry of External Relations), η Γενική Διεύθυνση Εθνικής Ασφάλειας (General Direction for National Security), το Υπουργείο Δημόσιας Υγείας (Ministry of Public Health), το Υπουργείο Κοινωνικών Θεμάτων (Ministry of Social Affairs), το Υπουργείο Νεότητας και Πολιτικής Αγωγής (Ministry of Youth and Civic Education), καθώς και η Διεύθυνση Πολιτικής Προστασίας (Direction of Civil Protection) του Υπουργείου Εδαφικής Διοίκησης (Ministry of Territorial Administration)[22]. Σύμφωνα με τα στοιχεία που έχει δημοσιεύσει ο IOM από τον Ιούνιο του 2017 έως το 2021 έλαβαν βοήθεια κατά την εθελούσια επιστροφή τους και τη διαδικασία επανένταξής τους 5.450 Καμερουνέζοι πολίτες.[23]

Βάσει των ανωτέρω πληροφορίων περί εμπλοκής του ΙΟΜ στην διαδικασία εθελούσιας επιστροφής και του μεγάλου αριθμού των Καμερουνέζων που έχουν ωφεληθεί από το πρόγραμμα, προκύπτει ότι σε ένα γενικό πλαίσιο η επιστροφή στο Cameroon δεν είναι αδύνατη και αφ’ εαυτής επικίνδυνη για ένα άμαχο πολίτη να επιστρέψει στη χώρα.

Η περιοχή Kumba, που ανήκει γεωγραφικά στην Nοτιοδυτική Περιοχή του Καμερούν, από την οποία κατάγεται ο Αιτητής και την οποία το Δικαστήριο θεωρεί ως την περιοχή διαμονής του βάσει της αξιολόγησης της αξιοπιστίας των ισχυρισμών του Αιτητή ως παρατέθηκε ανωτέρω, δεν φαίνεται να πλήττεται σε τέτοιο βαθμό από συγκρούσεις και περιστατικά βίας, τα οποία να ανάγονται σε τόσο υψηλό επίπεδο, ώστε να θεωρούνται, βάσει και της αξιολόγησης της αξιοπιστίας των ισχυρισμών του Αιτητή και τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά που έγιναν αποδεκτά, ως παρατέθηκε ανωτέρω, ότι πληρούν το όριο του άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, ως αυτό ερμηνεύθηκε από τις αποφάσεις C-465/07 - Elgafaji και C‑285/12 - Diakité του ΔΕΕ, ως αναφέρθηκαν ανωτέρω. Λαμβάνοντας υπόψη και τις ιδιαίτερες του περιστάσεις, θεωρώ ότι δεν εγείρονται ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι ο Αιτητής θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του και συγκεκριμένα στην Kumba της Νοτιοδυτικής Περιφέρειας.

Όσον αφορά τον ισχυρισμό περί μη επαρκούς αιτιολογίας της προσβαλλόμενης απόφασης, κρίνω σκόπιμο να αναφέρω ότι δεν διαπιστώνω παραβίαση του αρ.26 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (Ν. 158(I)/1999). Εν αντιθέσει, στην βάση των σχετικών με τις προϋποθέσεις χορήγησης καθεστώτος  διεθνούς προστασίας διατάξεων, παρατηρώ ότι στην σχετική Έκθεση του αρμόδιου λειτουργού όσο και στην απόφαση των καθ' ων η αίτηση αναφέρονται επαρκώς οι λόγοι, νομικοί και πραγματικοί, για τους οποίους απορρίφθηκε η επίδικη αίτηση ασύλου. Ενόψει των πιο πάνω αναφερθέντων, ο εν λόγω ισχυρισμός απορρίπτεται ως αβάσιμος.

Όπως προκύπτει από το πιο πάνω ιστορικό και τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά που έγιναν αποδεκτά, κρίνεται ότι η περίπτωση του Αιτητή δεν εμπίπτει στις προϋποθέσεις αναγνώρισης του καθεστώτος του πρόσφυγα ως ορίζονται στα άρθρα 3-3Δ του Περί Προσφύγων Νόμου, εφόσον ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο δίωξης για κάποιο από τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 3(1) του πιο πάνω Νόμου. Συνακόλουθα, ο Αιτητής  δεν επικαλέστηκε κανένα ουσιώδη λόγο που να πιστεύεται, και ούτε προκύπτει (ως αναλύθηκε ανωτέρω), ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη, ώστε να του δοθεί συμπληρωματική προστασία. Επομένως, κρίνω ότι ορθώς κρίθηκε από την Υπηρεσία Ασύλου ότι δεν μπορούσε να του παρασχεθεί ούτε προσφυγικό καθεστώς αλλά ούτε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.

Με βάση το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου και αφού εξέτασα την ουσία της υπό αναφορά υπόθεσης, καταλήγω ότι το αίτημα του Αιτητή εξετάστηκε επιμελώς σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και εύλογα η Υπηρεσία Ασύλου απέρριψε την αίτηση του Αιτητή.  Κρίνω ότι η επίδικη πράξη είναι ορθή.

Η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με €1000 έξοδα υπέρ των καθ' ων η αίτηση και εναντίον του Αιτητή.

                                                                          

 

                                                                                Χ. ΠΛΑΣΤΗΡΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.



[1] ΔΕΕ, C-465/07, Meki Elgafali και Noor Elgafali κατά Staatssecretaris van Justitie, ημερομηνίας 17/2/2009,

 https://eur-lex.europa.eu/legal-content/EL/TXT/HTML/?uri=CELEX:62007CJ0465&from=EN

[2] EASO, (EUAA, European Union Agency for Asylum), Άρθρο 15 στοιχείο γ) της οδηγίας για τις ελάχιστες απαιτήσεις ασύλου (2011/95/ΕΕ), Δικαστική Ανάλυση (2014), σελ. 28, https://euaa.europa.eu/sites/default/files/Article-15c-QD_a-judicial-analysis-EL.pdf.

[3] R. Maxwell Bone, ‘Ahead of peace talks, a who’s who of Cameroon’s separatist movements’, in The New Humanitarian, 08/07/2020, διαθέσιμο σε https://www.thenewhumanitarian.org/analysis/2020/07/08/Cameroon-Ambazonia-conflict-peace-whos-who (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 20/02/2024).

[4] AFP, ‘Cameroon Anglophone separatist leader get life sentence: Lawyers’, 20/08/2019, in Al Jazeera, διαθέσιμο σε https://www.aljazeera.com/news/2019/8/20/cameroon-anglophone-separatist-leader-gets-life-sentence-lawyers (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 20/02/2024).

[5] R. Maxwell Bone, ‘Ahead of peace talks, a who’s who of Cameroon’s separatist movements’, in The New Humanitarian, 08/07/2020, διαθέσιμο σε https://www.thenewhumanitarian.org/analysis/2020/07/08/Cameroon-Ambazonia-conflict-peace-whos-who, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 20/02/2024).

[6] Human Rights Watch, ‘Cameroon - Events of 2022’, World Report 2023, n.d., διαθέσιμο σε https://www.hrw.org/world-report/2023/country-chapters/cameroon  (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 20/02/2024).

[7] HRW – Human Rights Watch (Author): World Report 2024 - Cameroon, 11 January 2024
https://www.ecoi.net/en/document/2103168.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 24/4/2024).

[8]    ACAPS, Country analysis, CAMEROON, February 2024,  https://www.acaps.org/en/countries/cameroon# (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 24/4/2024). 

 

[9] ΔΕΕ, C-285/12, Aboubacar Diakité ν. Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides ,ημερομηνίας 30/01/2014,  διαθέσιμη σε https://curia.europa.eu/juris/document/document.jsf;jsessionid=EE88B568A1B6F9256073AA14860957BE?text=&docid=147061&pageIndex=0&doclang=EL&mode=lst&dir=&occ=first&part=1&cid=2520886

[10] ΔΕΕ, C-465/07, Meki Elgafali και Noor Elgafali κατά Staatssecretaris van Justitie, ημερομηνίας 17/2/2009

[11] ACCORD – Austrian Centre for Country of Origin and Asylum Research and Documentation (Author): Cameroon, year 2023: Update on incidents according to the Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED), 8 April 2024, https://www.ecoi.net/en/file/local/2107093/2023yCameroon_en.pdf  (Ημερομηνία Πρόσβασης: 24/04/2024).

[12]  Ό.π. (Ημερομηνία Πρόσβασης: 24/04/2024).

[13] ACCORD – Austrian Centre for Country of Origin and Asylum Research and Documentation (Author): Cameroon, year 2023: Update on incidents according to the Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED), 8 April 2024, https://www.ecoi.net/en/file/local/2107093/2023yCameroon_en.pdf  (Ημερομηνία Πρόσβασης: 24/04/2024).

[14] ACCORD – Austrian Centre for Country of Origin and Asylum Research and Documentation (Author): Cameroon, fourth quarter 2023: Update on incidents according to the Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED), 8 April 2024, https://www.ecoi.net/en/file/local/2107038/2023q4Cameroon_en.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 29/04/2024).

[15] Assessment Capacities Project/ACAPS, ‘Cameroon, Current Crises in Cameroon’, CMR003 – Anglophone Crisis, last updated 28/03/2024, διαθέσιμο σε https://www.acaps.org/country/cameroon/crisis/anglophone-crisis (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 29/04/2024).

[16] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/explorer/ (βλ. πλατφόρμα explorer, με στοιχεία ανάλυσης ως εξής: ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: 01/01/2024 – 31/05/2024, ΤΥΠΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots, ΠΕΡΙΟΧΗ: Africa - Cameroon - Sud-Ouest) (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31/5/2024).

[17] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/explorer/ (βλ. πλατφόρμα explorer, με στοιχεία ανάλυσης ως εξής: ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: 01/01/2024 – 31/05/2024, ΤΥΠΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots, ΠΕΡΙΟΧΗ: Africa - Cameroon - Sud-Ouest - Kumba) (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31/5/2024)

[18] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/explorer/ (βλ. πλατφόρμα explorer, με στοιχεία ανάλυσης ως εξής: ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: 01/01/2023 – 31/05/2023, ΤΥΠΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots, ΠΕΡΙΟΧΗ: Africa - Cameroon - Sud-Ouest) (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31/05/2024)

[19] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, 2023, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard (βλ. πλατφόρμα Dashboard, με στοιχεία ανάλυσης ως εξής: ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: 01/01/2024 – 19/04/2024 & 01/01/2023 – 19/04/2023, ΤΥΠΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests, ΠΕΡΙΟΧΗ: Middle Africa - Cameroon - Sud-Ouest) (τελευταία ημερομηνία πρόσβασης 29/04/2024)

[20] City Population, Cameroon, Nord-Ouest (South West), https://www.citypopulation.de/en/cameroon/cities/   (τελευταία ημερομηνία πρόσβασης 29/04/2024)

[21] ΙΟΜ, ‘Areas of Work, Reintegration’, n.d., διαθέσιμο σε https://www.migrationjointinitiative.org/reintegration (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 29/04/2024)

[22] ΙΟΜ, ‘Reintegration for Migrants Returning to Cameroon’, Info sheet, n.d., διαθέσιμο σε https://www.migrationjointinitiative.org/sites/g/files/tmzbdl261/files/files/pdf/eutf-infosheet-cameroun-en-spreads_0.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 29/04/2024)

[23] ΙΟΜ, ‘Migrant Return and Reintegration: Complex, Challenging, Crucial’, n.d.,  διαθέσιμο σε https://storyteller.iom.int/stories/migrant-return-and-reintegration-complex-challenging-crucial (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 29/04/2024)


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο