ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

 

 Υπόθεση Αρ.: 3494/21

 

4 Μαΐου, 2023

 

[Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:

 

Β. K.

Αιτητού,

 

και

 

 

Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπηρεσίας Ασύλου

 

 

Καθ’ ων η αίτηση

 ……………………

 

Α. Αργυρού (κος) για Χ. Ματθαίου. (κα), Δικηγόρος για τον Αιτητή

 

Μ. Μαυρονικόλας (κ.), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ’ ων η αίτηση

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Ο Αιτητής με την παρούσα προσφυγή αιτείται την έκδοση απόφασης από το παρόν Δικαστήριο με την οποία να κηρύσσεται άκυρη η απόφαση των Καθ’ ων η αίτηση ημερομηνίας 20.10.2020,  με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για διεθνή προστασία, καθότι κρίθηκε ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 19 των περί Προσφύγων Νόμων του 2000 έως 2020 (ο περί Προσφύγων Νόμος).

 

Γεγονότα

1.            Τα γεγονότα της υπόθεσης έχουν ως ακολούθως: Ο Αιτητής κατάγεται από την Νιγηρία.  Περί τις 27.1.2020, υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας. Στις 7.9.2020, πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του Αιτητή από λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου, ο οποίος στις 24.9.2020 υπέβαλε σχετική Έκθεση / Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου (στο εξής: Προϊστάμενος) για απόρριψη της αίτησης ασύλου του Αιτητή. Στις 20.10.2020, ο Προϊστάμενος ενέκρινε την εισήγηση για απόρριψη της αίτησης ασύλου του Αιτητή. Στις 12.5.2021, η εν λόγω απορριπτική απόφαση κοινοποιήθηκε στον Αιτητή και αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.

 

Νομικοί Ισχυρισμοί

2.            Ο Αιτητής προωθεί ως μόνο λόγο προσφυγής την κατ΄ισχυρισμό έλλειψη δέουσας έρευνας.

 

3.            Από την πλευρά τους οι Καθ΄ ων η αίτηση αντιτείνουν ότι η επίδικη απόφαση  εκδόθηκε κατόπιν επαρκούς έρευνας, η οποία επεκτάθηκε σε όλα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης.

 

Νομικό πλαίσιο

4.            Ο Κανονισμός 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 έχει ως ακολούθως (η υπογράμμιση είναι δική μου):

 

«Ο Διαδικαστικός Κανονισμός του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962, και οι περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διαδικαστικοί Κανονισμοί (Αρ.1) του 2015, τυγχάνουν εφαρμογής σε όλες τις προσφυγές που καταχωρούνται στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας από 18.6.2019, με τις αναγκαίες τροποποιήσεις που αναφέρονται στη συνέχεια και κατ΄ ανάλογη εφαρμογή των δικονομικών κανόνων και πρακτικής που ακολουθούνται και εφαρμόζονται στις ενώπιον του Διοικητικού  Δικαστηρίου προσφυγές εκτός αν ήθελε άλλως ορίσει το Δικαστήριο.».

 

5.            Ο Κανονισμός 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962 προβλέπει τα εξής:

 

«Έκαστος διάδικος δέον δια των εγγράφων προτάσεων αυτού να εκθέτη τα νομικά σημεία επί των οποίων στηρίζεται και, αιτιολογών συγχρόνως ταύτα πλήρως. Διάδικος εμφανιζόμενος άνευ συνηγόρου δεν υποχρέουται εις συμμόρφωσιν προς τον κανονισμό αυτόν».

 

6.            Το άρθρο 11 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 και 2020 (Ο περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμος) καθορίζει τη δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου.

 

7.            Το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου καθορίζει την έννοια του όρου πρόσφυγας και τις προϋποθέσεις υπαγωγής σε αυτόν τον ορισμό.

 

8.            Το άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου προβλέπει τις περιπτώσεις, όπου χορηγείται το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.

 

Κατάληξη

 

Είναι κρίσιμο και απαραίτητο να καταστεί αντιληπτό ότι η δικαιοδοσία του παρόντος δικαστηρίου διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο στο λυσιτελές της προβολής τέτοιων ισχυρισμών. Ειδικότερα, το παρόν Δικαστήριο ως δικαστήριο ουσίας δικάζει την υπόθεση που άγεται ενώπιόν του εξ αρχής, κατά το νόμο και κατά την ουσία, δεν περιορίζεται μόνο στην εξέταση της διαδικασίας και των στοιχείων κρίσης της διοικητικής αρχής που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, αλλά προχωρεί παραπέρα και εξετάζει την ουσιαστική ορθότητα της επίδικης πράξεως (στο πλαίσιο πάντα που καθορίζουν οι ισχυρισμοί του εκάστοτε Αιτητή). Ως δε λόγος προσφυγής ανάγεται πλέον η κακή/πλημμελής εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών από τη διοίκηση, εκτίμηση η οποία καθιστά αλυσιτελή την προβολή υποπεριπτώσεων λόγων προσφυγής π.χ. έλλειψη δέουσας έρευνας, ορισμένες διαδικαστικές πλημμέλειες κατά την έκδοση της επίδικης πράξης.  Συνεπώς, η απλή επίκληση έλλειψης δέουσας έρευνας ή διαδικαστικών πλημμελειών δεν επαρκεί από μόνη της για να ανατρέψει την επίδικη απόφαση. Ο Αιτητής αναμένεται να προβάλει, στο πλαίσιο της διοικητικής ή και της παρούσας δικαστικής διαδικασίας, τέτοιους συγκεκριμένους και ειδικούς ισχυρισμούς, οι οποίοι εν δυνάμει θα δικαιολογούσαν της υπαγωγή του στο καθεστώς διεθνούς προστασίας. Εν προκειμένω,  ο Αιτητής εκπροσωπούμενος και δια συνηγόρου, έχει την ευκαιρία να εκθέσει τους ισχυρισμούς του και να λάβει όλα τα δέοντα δικονομικά μέσα προς τεκμηρίωσή τους. [Βλ. «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», Επαμεινώνδας Π. Σπηλιωτόπουλος, 14ης Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 260, υποσημ. 72, «Εισηγήσεις Διοικητικού Δικονομικού Δικαίου, Χαράλαμπος Χρυσανθάκης, 2η Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σελ. 247 και Π.Δ. Δαγτόγλου, (Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο), σελ. 552.]

 

9.            Επισημαίνεται συναφώς ότι στο πλαίσιο της αίτησής του για διεθνή προστασία, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι οι βοσκοί Fulani είχαν μεταβεί στην πόλη του το βράδυ και είχαν σκοτώσει τους πάντες.  Ο ίδιος και ένα τρίτο πρόσωπο διέφυγαν.  Ο Αιτητής δήλωσε ότι είχαν σκοτώσει όλους τους συγγενείς του και ο ίδιος ήταν ο μόνος από την οικογένεια του που επιβίωσε.  Για το λόγο αυτό εγκατέλειψε τη χώρα του. 

10.         Κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξής του, ο Αιτητής δήλωσε ότι ο πατέρας του απεβίωσε προ ετών ενώ η μητέρα και οι δύο αδελφές του αγνοούνται  κατόπιν επίθεσης από τους Fulani και ο ίδιος δεν γνωρίζει εάν είναι ζωντανές ή νεκρές. Ο ίδιος, η μητέρα και οι δύο του αδελφές ασχολούνταν με τη γεωργία. Ακολούθως, ανέφερε ότι είχε φοιτήσει στο σχολείο μέχρι την 6η του δημοτικού όταν ήταν 10 ετών σε σχολείο της Πολιτείας Αnambra. Ως τελευταίο τόπο διαμονής του, ο Αιτητή υπέδειξε την Πολιτεία Benue, ενώ πριν από το δέκα του έτη διέμενε με την οικογένειά του στην Πολιτεία Αnambra. Ουδέποτε κρατήθηκε ή συνελήφθη στη χώρα καταγωγής του. Ακολούθως, ερωτηθείς για τους λόγους εγκατάλειψης της χώρας καταγωγής του δήλωσε ότι στις 3 Μαρτίου 2018, μια ομάδα τρομοκρατών είχαν επιτεθεί στο χωριό Omusu σκοτώνοντας πολλούς ανθρώπους. Κάποιοι άνθρωποι είχαν διαφύγει συμπεριλαμβανομένου και του ιδίου.  Ο Αιτητής μετέβη με τα πόδια στην Makurdi σε μια προσπάθεια να προστατεύσει τον εαυτό του.   Ανέφερε ότι οι τρομοκράτες πήγαιναν από χωριό σε χωριό, σκοτώνοντας ανθρώπους και ως εκ τούτου, δεν ήταν ασφαλές για τον ίδιο να παραμείνει.  Ο Αιτητής δήλωσε ότι έτσι είχε χάσει την οικογένεια του, στην επίθεση. Κληθείς να περιγράψει με λεπτομέρειες την επίθεση, ο Αιτητής υποστήριξε ότι επέστρεφε στο σπίτι του μετά από μια επίσκεψη που είχε κάνει στο σπίτι ενός φίλου του στο ίδιο χωριό. Η ώρα ήταν 5:00 π.μ., ισχυρίστηκε ότι είχε δει σπίτια να καίγονται, ανθρώπους να φωνάζουν και να τρέχουν για να σώσουν την ζωή τους.  Ο Αιτητής μετέβη στην Makurdi με τα πόδια, σε μία διαδρομή μίας ημέρας και κάποιων ωρών. Ο Αιτητής υπέδειξε ως δράστες της επίθεσης στο χωριό τους βοσκούς Fulani. O Αιτητής δήλωσε ότι επιστρέφοντας πίσω στο χωριό μετά το περιστατικό δεν βρήκε τίποτα παρά μόνο κατεστραμμένα σπίτια και φάρμες, ενώ όλο το χωριό ήταν άδειο. Ο εξεταστής υπέδειξε στον Αιτητή ότι μόνο ένα περιστατικό έλαβε χώρα στο χωριό στις 4.3.2018 και όχι στις 3.3.2018, όπως αρχικώς ανέφερε ο Αιτητή.  Ερωτηθείς εάν γνώριζε για την μαζική ταφή που είχε γίνει μια βδομάδα μετά το περιστατικό, ο Αιτητής απάντησε ότι δεν μπορούσε να μιλήσει γι’ αυτό και πρόσθεσε ότι δεν είχε τηλέφωνο ούτε μέσο επικοινωνίας. Στην συνέχεια της συνέντευξης, όταν ο Αιτητής κλήθηκε να μιλήσει για την ζωή του στην Makurdi από το 2018 μέχρι το 2020, ανέφερε ότι η ζωή του ήταν πολύ σκληρή, χωρίς καταφύγιο, χωρίς φαγητό, ο ίδιος κοιμόταν έξω, δεν είχε εργασία ούτε σχέσεις.  Ερωτηθείς εάν υπήρξε οτιδήποτε άλλο που τον οδήγησε να εγκαταλείψει την πατρίδα του, ο Αιτητής δήλωσε ότι υπήρχε πολιτική κρίση και διαφθορά. Υποστήριξε ότι η κυβέρνηση παίρνει όλα τα χρήματα, υπάρχει νεποτισμός, δεν ενδιαφέρονται για τις φτωχές μάζες και τους λιγότερο προνομιούχους.  Ακολούθως, όταν ο Αιτητής ρωτήθηκε τι θα του συνέβαινε σε περίπτωση που επέστρεφε στην χώρα του, απάντησε ότι σε τέτοια περίπτωση θα διέπραττε αυτοκτονία, αφού δεν ήθελε να περάσει την ταλαιπωρία που είχε πριν από δύο χρόνια.

 

11.         Οι Καθ’ ων η αίτηση έκαναν δεκτό τον πρώτο ισχυρισμό του Αιτητή ότι είναι Νιγηριανός υπήκοος με περιοχή καταγωγής την πολιτεία Anambra της τοπικής αρχής Onitsha North, Okpoko. Απέρριψαν ωστόσο ως αναξιόπιστο τον ισχυρισμό του ότι περιοχή διαμονής του ήταν η πολιτεία Benue της τοπικής αρχής Okpokwu Local Government Area (LGA), περιοχή Omusu Village.  Οι πληροφορίες που έδωσε ο Αιτητής για την συγκεκριμένη περιοχή ήταν αντιφατικές, ασαφείς, ανακριβείς και στερούνταν λεπτομερειών.  Επίσης, οι Καθ’ ων η αίτηση έκριναν ως αναξιόπιστο και τον ισχυρισμό του Αιτητή περί δίωξης του από τους κτηνοτρόφους Fulani.  Ο Αιτητής, σύμφωνα με τους Καθ’ ων η αίτηση υπέπεσε σε αντιφάσεις, χρονικές ασυνέπειες και υπήρχε στα λεγόμενα του έλλειψη συνοχής και στοιχείων. Με βάση τα ανωτέρω, οι Καθ’ ων η αίτηση απέρριψαν το ενδεχόμενο υπαγωγής του Αιτητή σε καθεστώς διεθνούς προστασίας.

 

12.         Στη βάση του μόνου αποδεκτού ισχυρισμού του, ήτοι τα προσωπικά στοιχεία του Αιτητή και την περιοχή καταγωγής του, αξιολογήθηκε πως δεν προκύπτει πραγματικός κίνδυνος σοβαρής βλάβης σε περίπτωση επιστροφής του Αιτητή στην περιοχή Okpoko, της τοπικής αρχής Onitsha North, της πολιτείας Anambra. Προχωρώντας στη νομική ανάλυση, οι Καθ’ ων η αίτηση διαπιστώνουν ότι δεν προκύπτει βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης του Αιτητού βάσει του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου, αλλά ούτε και πραγματικός κίνδυνος σοβαρής βλάβης αυτού ενόψει του άρθρου 19(2)(α) και (β) του περί Προσφύγων Νόμου. Στο πλαίσιο δε του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, παραθέτοντας επιπλέον πληροφορίες από τη χώρα καταγωγής του Αιτητή, αξιολογήθηκε πως δεν προκύπτει πιθανότητα υπαγωγής του σε αυτό.

 

13.         Σημειώνεται συναφώς ότι, η γενική νομολογιακή αρχή περί δέουσας έρευνας θα πρέπει να εξεταστεί εν προκειμένω υπό το φως του ειδικού δικαίου που διέπει τη διαδικασία εξέτασης μίας αιτήσεως ασύλου και των αρχών που θεσπίζει τόσο η εθνική όσο και η ενωσιακή νομοθεσία. Συναφές, εν προκειμένω, είναι το άρθρο 16 του περί Προσφύγων Νόμου και ειδικότερα τα εδάφια (2) και (3) αυτού. Από τις εν λόγω διατάξεις απορρέει καταρχάς η υποχρέωση του Αιτητή να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια προς τεκμηρίωση της αίτησης ασύλου του. Σύμφωνα με πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Βλ. ενδεικτικώς, Υπόθ. Αρ. 1721/2011, Ηοοman & Mahiab Khanbabaie v. Aναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 30.6.2016, ECLI:CY:AD:2016:D320) αποτελεί υποχρέωση του αιτητή ασύλου να επικαλεστεί, έστω και χωρίς να προσκομίσει τυπικά αποδεικτικά στοιχεία, συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά, που του προκαλούν κατά τρόπο αντικειμενικώς δικαιολογημένο, φόβο δίωξης στη χώρα του για έναν από τους λόγους που αναφέρει το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου (Βλ. επίσης νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, αποφάσεις αρ. 1093/2008, 817/2009 και 459/2010). Εν συνεχεία, ωστόσο, λόγω ακριβώς της δυσχέρειας των αιτητών ασύλου να τεκμηριώσουν με συγκεκριμένα στοιχεία την αίτησή τους, γεννάται υποχρέωση της διοίκησης να συνδράμει τον Αιτητή σε αυτήν την προσπάθεια προβολής και τεκμηρίωσης των ισχυρισμών του (Βλ. Εγχειρίδιο για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών παρ. 195 επ., Βλ. επίσης αναφορικά με την ενεργό συνεργασία Απόφαση του ΔΕΕ της 22ας Νοεμβρίου 2012, Υπόθεση C‑277/11, M. M., ECLI:EU:C:2012:744, σκέψεις 63 έως 68).

 

14.         Στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, ο Αιτητής δεν προέβαλε οποιουσδήποτε νέους τεκμηριωμένους ισχυρισμούς συναφείς με το αίτημά του για διεθνή προστασία, ενώ δεν σχολιάζει και δεν επιχειρεί να ανατρέψει το εύρημα περί αναξιοπιστίας των Καθ΄ων η αίτηση. Ειδικότερα, ο Αιτητής δεν επιχειρεί να επεξηγήσει περαιτέρω τις εντοπισθείσες από τους Καθ’ ων η αίτηση αντιφάσεις ούτε και να εξειδικεύσει περαιτέρω την αφήγησή του εκεί όπου κρίθηκε ότι οι αναφορές του δεν είναι επαρκώς λεπτομερείς.

 

15.         Θα εξεταστούν εν συνεχεία οι ισχυρισμοί του Αιτητή όπως αυτοί εκτέθηκαν κατά τη  διοικητική και την παρούσα δικαστική διαδικασία. Επισημαίνω στο σημείο αυτό πως οι Καθ’ων η αίτηση διέκριναν τρεις ουσιώδεις ισχυρισμούς, ήτοι τον περί περιοχής καταγωγής του Αιτητή, τον περί περιοχής διαμονής του Αιτητή και την κατ’ ισχυρισμόν δίωξή του από τους κτηνοτρόφους Fulani. Ωστόσο, κρίνω πως παραλήφθηκε ένας εξίσου ουσιώδης και κρίσιμος, για τους λόγους που θα αναλυθούν πιο κάτω, ισχυρισμός, ήτοι τον τόπο της τελευταίας διαμονής του, την πόλη Makurdi της Πολιτείας Benue. Επιπλέον, κρίνω ότι λανθασμένα αξιολογήθηκε αρνητικά η αξιοπιστία του Αιτητή επί του δεύτερου ισχυρισμού, ότι δηλαδή ο τόπος διαμονής του ήταν το χωριό Omusu της τοπικής Okpoku της πολιτείας Benue, καθώς έγινε στη βάση έλλειψης γνώσεων του Αιτητή επί της διοικητικής διαίρεσης της περιοχής και γεωγραφίας, χωρίς να ληφθεί υπόψιν το μορφωτικό του επίπεδο, αφού, όπως ο ίδιος δήλωσε, διέκοψε την τυπική του εκπαίδευση στην ηλικία των 10 ετών και έκτοτε ασχολούνταν με τη γεωργία. Όσον αφορά  στην αρνητική κρίση επί της εσωτερικής αξιοπιστίας του τρίτου ισχυρισμού για την επίθεσης Fulani στο χωριό του Omusu, παρατηρώ ότι οι χρονικές αντιφάσεις που επικαλείται ο λειτουργός είναι επουσιώδεις λαμβάνοντας υπόψιν ότι εξωτερικές πηγές επιβεβαιώνουν το περιστατικό σε χρονική εγγύτητα με τις πληροφορίες που έδωσε ο Αιτητής. Ωστόσο, συντάσσομαι με την κρίση του λειτουργού ότι ενόψει του ότι εξωτερικές πηγές μαρτυρούν μαζική ταφή των θυμάτων της επίθεσης Fulani, θα αναμενόταν ευλόγως από τον Αιτητή να ενδιαφερθεί και να μάθει για την τύχη των μελών της οικογένειάς του, των οποίων τα ίχνη τους έχασε στα πλαίσια της εν λόγω επίθεσης. Στο σημείο όμως αυτό οφείλω να επισημάνω ότι ήταν υποχρέωση και του αρμόδιου λειτουργού να διερευνήσει αυτή την ασάφεια με διευκρινιστικές ερωτήσεις προς τον Αιτητή πριν προβεί στην εν λόγω κρίση. Πιο συγκεκριμένα και ενόψει των δηλώσεών για χαμηλό μορφωτικό επίπεδο και για έλλειψη κοινωνικών επαφών στη πόλη Makurdi, όπου διέφυγε μετά το περιστατικό επίθεσης Fulani, θα έπρεπε να διερευνήσει την δυνατότητα του Αιτητή να ενημερωθεί για την εν λόγω μαζική ταφή (ερυθρό 16 – 4Χ). Για τους λόγους αυτούς κρίνω ότι ως προς τον τρίτο ισχυρισμό θα πρέπει να δοθεί στον Αιτητή το ευεργέτημα της αμφιβολίας, όπως προβλέπεται στα άρθρα 13(3) και 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου καθώς η γενική του αξιοπιστία είναι αποδεδειγμένη και οι δηλώσεις του σύμφωνες με αξιόπιστες εξωτερικές πηγές, λαμβάνοντας μάλιστα υπόψιν ότι το επίπεδο απόδειξης στις υποθέσεις ασύλου είναι αυτό την «εύλογης πιθανότητας»[1]. Τέλος οφείλω να επισημάνω την παντελή έλλειψη έρευνας σε εξωτερικές πηγές τόσο στα πλαίσια αξιολόγησης κινδύνου όσο και στα πλαίσια αξιολόγησης κινδύνου βλάβης λόγω αδιάκριτης βίας.

 

16.         Προχωρώντας στην νομική ανάλυση, στη βάση των αξιόπιστων ισχυρισμών του, έχοντας ενώπιόν μου τον διοικητικό φάκελο της υπόθεσης καθώς και την ίδια την επίδικη απόφαση καταλήγω ότι δεν δικαιολογείται η υπαγωγή του Αιτητού στο καθεστώς του πρόσφυγα καθώς δεν τεκμηριώθηκε η συνδρομή βάσιμου φόβου δίωξης για τους λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου. Πιο συγκεκριμένα βάσει των δηλώσεων του Αιτητή, για την περίοδο 2018 έως 2020 αυτός διέμενε στην πόλη Makurdi της Πολιτείας Benue, χωρίς να κινδυνεύσει η ζωή του, ενώ σε ερωτήσεις του λειτουργού σχετικές με την διαμονή του εκεί, ο Αιτητής αναφέρεται σε κοινωνικο-οικονομικές συνθήκες. Επομένως, λαμβάνοντας υπόψιν ότι τα τελευταία δύο χρόνια ζούσε χωρίς να γίνει δέκτης ούτε κατ’ ισχυρισμόν διωκτικών πράξεων, οι λόγοι που εγκατέλειψε τη χώρα του δεν σχετίζονται με αυτούς που περιοριστικά αναφέρονται στον ορισμό του πρόσφυγα. Επικουρικώς και για λόγους πληρότητας της αξιολόγησης, επισημαίνω ότι φόβος δίωξης του Αιτητού δεν προκύπτει ούτε εξαιτίας της επίθεσης Fulani στο χωριό Omusu της τοπικής αρχής Okpokwu της πολιτείας Benue ενόψει του τυχαίου χαρακτήρα του εν λόγω περιστατικού, καθότι έλαβε χώρα στα πλαίσια γενικευμένης επίθεσης και επομένως δεν είναι δυνατό να θεωρηθεί ότι προκύπτει οποιοσδήποτε προσωπικός φόβος δίωξης ή σοβαρής βλάβης για τον Αιτητή.  

 

17.         Καταληκτικά, ενόψει των ανωτέρω και από τα στοιχεία του φακέλου δεν προκύπτει δυνατότητα υπαγωγής του Αιτητή στην προστατευτική διάταξη του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου.

 

18.         Ούτε επίσης τεκμηριώνεται, επικουρικώς, η υπαγωγή του στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας (άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου), καθώς ο Αιτητής δεν τεκμηριώνει αλλά και από τα ενώπιόν μου στοιχεία δεν προκύπτει ότι εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη.

 

19.         Ειδικότερα, στην προκείμενη περίπτωση από το προαναφερόμενο ιστορικό του Αιτητή δεν προκύπτει, ότι ενόψει των προσωπικών του περιστάσεων, πιθανολογείται να εκτεθεί σε κίνδυνο βλάβης συγκεκριμένης μορφής [βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94, Elgafaji, σκέψη 32)] ότι αυτός διατρέχει κίνδυνο σοβαρής βλάβης, λόγω θανατικής καταδίκης ή εκτέλεσης, βασανιστηρίων, απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του [βλ άρθρο 19(2)(α) και (β)]. Παρατηρείται ότι  ο Αιτητής, δεν έθεσε υπόψη των Καθ’ ων η αίτηση τα πραγματικά περιστατικά εκείνα που θα επέτρεπαν να αντληθούν τέτοια συμπεράσματα.

 

20.         Ούτε εξάλλου, προκύπτει ότι συντρέχει αδιακρίτως ασκούμενη βία στον τελευταίο τόπο διαμονής του Αιτητή ο βαθμός της οποίας να είναι τόσο υψηλός, ώστε να υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμηθεί ότι ο Αιτητής, ακόμα κι αν ήθελε υποτεθεί ότι θα επιστρέψει στη συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή, θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί στην εν λόγω απειλή [βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94 Elgafaji, σκέψη 43].

 

21.         Επισημαίνεται ότι «το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, αναγνωρίζεται σε οποιοδήποτε Αιτητή, ο οποίος δεν αναγνωρίζεται ως πρόσφυγας ή σε οποιοδήποτε Αιτητή του οποίου η αίτηση σαφώς δε βασίζεται σε οποιουσδήποτε από τους λόγους του εδαφίου (1) του άρθρου 3, αλλά σε σχέση με τον οποίο υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη και δεν είναι σε θέση ή, λόγω του κινδύνου αυτού, δεν είναι πρόθυμος, να θέσει τον εαυτό του υπό την προστασία της χώρας αυτής». Ως  «σοβαρή» ή «σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη» ορίζεται δυνάμει του άρθρου 19(2)(γ) ως «σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης».

 

22.         Ως προς τους παράγοντες που δύνανται να ληφθούν υπόψιν ως προς την αξιολόγηση του συστατικού στοιχείου της αδιάκριτης βίας, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: το ΔΕΕ) επεσήμανε σε πρόσφατη απόφασή του ότι συνιστούν «[…]μεταξύ άλλων, η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύρραξης ως στοιχεία λαμβανόμενα υπόψη κατά την εκτίμηση του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 (πρβλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C‑285/12, EU:C:2014:39, σκέψη 35), καθώς και άλλα στοιχεία όπως η γεωγραφική έκταση της κατάστασης αδιάκριτης άσκησης βίας, ο πραγματικός προορισμός του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής στην οικεία χώρα ή περιοχή και οι τυχόν εκ προθέσεως επιθέσεις κατά αμάχων εκ μέρους των εμπόλεμων μερών» (ΔΕΕ, C-901/19, ημερομηνίας 10.6.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland, σκέψη 43).

 

23.         Περαιτέρω, ως προς τον προσδιορισμό του επιπέδου της ασκούμενης αδιάκριτης βίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (στο εξής: το ΕΔΔΑ) στην απόφασή του Sufi and Elmi (ΕΔΔΑ, απόφαση επί των προσφυγών  8319/07 and 11449/07, ημερομηνίας 28.11.2011) αξιολόγησε, διευκρινίζοντας ότι δεν κατονομάζονται εξαντλητικά, τη χρήση μεθόδων και τακτικών πολέμου εκ μέρους των εμπόλεμων πλευρών, οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο αμάχων θυμάτων ή ευθέως στοχοποιούν αμάχους, εάν η χρήση αυτών είναι διαδεδομένη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, και, τελικά, τον αριθμό των αμάχων που έχουν θανατωθεί, τραυματιστεί και εκτοπιστεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης.

 

24.         Επιπλέον, όπως διευκρίνισε το ΔΕΕ, «ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές, οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή, θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας» (Βλ. Απόφαση στην υπόθεση C-465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji κ. Staatssecretaris van Justitie, ημερ.17.2.2009). Ιδίως ως προς την εφαρμογή της αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας, το ΔΕΕ στην ως άνω απόφαση διευκρίνισε ότι «όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας».

 

25.         Ως προς τη κατάσταση ασφαλείας στη χώρα καταγωγής του Αιτητού, και πιο συγκεκριμένα το Δικαστήριο θα προχωρήσει σε εξέταση βάσει πρόσφατων και, όπου αυτό είναι εφικτό, συγκεκριμένων πληροφοριών από τη χώρα καταγωγής, στο πλαίσιο της εξατομικευμένης αξιολόγησης του αιτήματος του Αιτητού.[2]

 

26.         Σύμφωνα με έκθεση του RULAC του Νοεμβρίου 2022, η Νιγηρία εμπλέκεται σε δύο παράλληλες μη διεθνείς ένοπλες συγκρούσεις στην επικράτειά της κατά της Boko Haram και κατά του Ισλαμικού Κράτους στην Δυτική Αφρική (ISWAP). Από τον Ιανουάριο του 2015, η Πολυεθνική Κοινή Ομάδα Εργασίας (MNJTF) υποστηρίζει τη νιγηριανή κυβέρνηση στον αγώνα κατά της Boko Haram.[3]

 

27.         Η ζώνη της Βόρειας Κεντρικής Νιγηρίας, όπου ανήκει και η πολιτεία Benue, πολιτεία στην οποία υπάγεται η πόλη Makurdi, η οποία όπως διαπιστώθηκε ανωτέρω αποτελεί τον τόπο τελευταίας διαμονής του Αιτητή, έχει πληγεί τις τελευταίες δεκαετίας από συνεχιζόμενες συγκρούσεις μεταξύ κτηνοτρόφων Fulani, οι οποίοι είναι κυρίως Μουσουλμάνοι, και αγροτών, οι οποίοι είναι κυρίως Χριστιανοί. Αυτό οφείλεται στην ανομβρία που έχει προκαλέσει η κλιματική αλλαγή και στις περιορισμένες εκτάσεις βοσκότοπων ενόψει πληθυσμιακής αύξησης, αστικοποίησης και αγοράς βοσκότοπων από αγρότες και από αστικό πληθυσμό. Το 2018 σημειώθηκε έκρηξη περιστατικών βίας, κυρίως στις πολιτείες του Benue, Plateau και Nasarawa, η οποία αποδόθηκε στην αύξηση των εθνοτικών πολιτοφυλακών και από τις δύο πλευρές, στην μεγάλη διαθεσιμότητα παράνομων όπλων (από τη Λιβύη), στην αδυναμία ανταπόκρισης των αρχών καθώς και σε Νόμο του 2017 που απαγόρευε τη βοσκή στις πολιτείες Benue και Taraba. Το αποτέλεσμα των εν λόγω συγκρούσεων ήταν ανθρώπινες απώλειες. Τα περιστατικά βίας του 2018 υπολογίζεται ότι είχαν ως αποτέλεσμα 2.037 θανάτους ενώ πρόσφατα στατιστικά δείχνουν νέα αύξησης περιστατικών βίας στα πλαίσια των συγκρούσεων μεταξύ κτηνοτρόφων Fulani και γεωργών στις πολιτείες Benue και Plateau το πρώτο τρίμηνο του 2020 μετά από σχετική πτώση κατά το τελευταίο τρίμηνο 2019. Παρατηρήθηκε μάλιστα ότι από το 2018 η φύση του καθώς τις αυθόρμητες βίαιες αντιδράσεις διαδέχθηκαν πιο συντονισμένες και πιο θανατηφόρες επιθέσεις και παρά τη μείωση του αριθμού των περιστατικών το 2019 και το 2020, υπήρχαν ακόμη περισσότερα οργανωμένα περιστατικά βίας. Η βία έχει αναγκάσει εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους και να ζήσουν ως εκτοπισμένοι εσωτερικά, φαινόμενο που παρατηρείται πιο έντονα στην πολιτεία Benue[4].

 

28.         Ως προς τον αριθμό των περιστατικών ασφαλείας γενικότερα στην πολιτεία Benue, τόπο συνήθους και τελευταίας διαμονής του Αιτητού, μεταξύ 28.4.2022 και 28.4.2023 καταγράφηκαν από τη βάση δεδομένων ACLED 142 περιστατικά ασφαλείας, εκ των οποίων προέκυψαν 471 απώλειες, 38 εξ αυτών καταγράφηκαν ως μάχες (118 απώλειες), 13 ως ταραχές (13 απώλειες) και 91 ως βία κατά αμάχων (340 απώλειες).[5] O πληθυσμός της πολιτείας Benue καταγράφεται στους 6.141.300 κατοίκους.[6]

 

29.         Ειδικότερα στην πόλη Makurdi, η οποία αριθμεί σε πληθυσμό περί τις 435.957 κατοίκους[7], καταγράφηκαν από την ACLED μεταξύ 28.4.2022 και 28.4.2023, 7 περιστατικά. Στις 28.4.2023, 4.11.2022, 16.12.2022 και 19.1.2023 έλαβαν χώρα επιθέσεις Fulani που είχαν ως αποτέλεσμα σε κάθε περιστατικό τρεις, δύο, τρεις και οκτώ ανθρώπινες απώλειες αντίστοιχα, στις 20.1.2023 σημειώθηκε παρέμβαση του στρατού σε σύγκρουση μεταξύ των εθνοτικών πολιτοφυλακών Jukun και Tiv με καμία απώλεια και τρεις τραυματίες (το οποίο καταγράφεται ως δύο ξεχωριστά περιστατικά) ενώ στις 09.02.2023 προκλήθηκε αναταραχή μεταξύ δύο ομάδων από την οποία προέκυψε η δολοφονία ενός ατόμων λόγων κατηγοριών εναντίον του για διάπραξη βιασμού[8].

 

30.         Κατά τα παραπάνω, προκύπτει πως τόσο η πόλη Makurdi, η οποία αποτελεί την περιοχή τελευταίας διαμονής του Αιτητού, όσο και το χωριό Omusu, το οποίο αποτελούσε την περιοχή συνήθους διαμονής του Αιτητού, περιοχές οι οποίες αμφότερες ανήκουν στην πολιτεία Benue,  λαμβάνει χώρα εσωτερική ένοπλη σύρραξη υπό το σύνηθες νόημα στην καθημερινή γλώσσα, όπου οι τακτικές δυνάμεις ασφαλείας της χώρας καταγωγής συγκρούονται με ένοπλες δυνάμεις αυτονομιστών. (Απόφαση του ΔΕΕ στην υπόθεση, Diakite, C‑285/12, ημερ. 30.1.2014, σκ.19). Δεδομένου ωστόσο τον αριθμό των περιστατικών ασφαλείας σε σχέση και με το συνολικό πληθυσμό στο Νοτιοδυτικό Καμερούν, δεν προκύπτει ότι η αδιάκριτη βία η οποία προκύπτει εκ της ως άνω σύρραξης εξικνείται στο επίπεδο ώστε μόνη η παρουσία του Αιτητή εκεί να τον θέσει αντιμέτωπο με πραγματικό κίνδυνο σοβαρής απειλής κατά το άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου.

 

31.         Λαμβάνοντας προς τούτο υπόψιν οι προσωπικές περιστάσεις του Αιτητού, καθώς αυτός συνιστά νεαρό ενήλικο άνδρα, υγιή. Περαιτέρω, ευλόγως αναμένεται πως η μεγάλου χρονικού διαστήματος παραμονή του στις εν λόγω περιοχές τον έχει εξοπλίσει με την απαιτούμενη γνώση αυτών. Με βάση εξάλλου τα ενώπιόν μου δεδομένα, δεν προκύπτει καθ’ αυτή στοχοποίηση του Αιτητή. Επομένως, δε συντρέχει περίπτωση υπαγωγής του Αιτητή στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας στη βάση του άρθρου 19(2)(γ). Σημειώνεται εξάλλου συναφώς ότι ο Αιτητής βάσει των δικών του δηλώσεων κατά τη συνέντευξη διέμενε για την περίοδο 2018 έως 2020, ήτοι δύο χρόνια πριν την αναχώρησή του από τη Νιγηρία, στην πόλη Makurdi, πρωτεύουσα της πολιτείας Benue, χωρίς να κινδυνεύει η ζωή του ούτε από τους Fulani ούτε από κάποιον άλλο φορέα δίωξης.

 

32.         Ενόψει της πιο πάνω ανάλυσης και διαπίστωσης, η εξέταση του ισχυρισμού του Αιτητή περί έλλειψης δέουσας έρευνας καθίσταται αλυσιτελής, ιδίως δεδομένης της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου και της έκτασης του ελέγχου που ασκεί στην επίδικη πράξη.

 

Ως εκ τούτου, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με €1000 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ’ ων η αίτηση.

                                                                                          Κ.Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 

 



[1] UNHCR, Note on Burden and Standard of Proof in Refugee Claims, 16 December 1998, available at: https://www.refworld.org/docid/3ae6b3338.html (accessed on 11.05.2023)

[2] Για τα εν λόγω κριτήρια βλ. και EASO, ‘Judicial Practical Guide on Country of Origin Information’ (2018), 21 διαθέσιμο σε  https://euaa.europa.eu/sites/default/files/judicial-practical-guide-coi_en.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 20/2/2023)

[3] RULAC, Nigeria, Last updated: Thursday 10th November 2022, available at: https://www.rulac.org/browse/countries/nigeria#collapse1accord(ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 05/04/2023)

[4] Ministry of Foreign Affairs of the Netherlands, Country of origin information report Nigeria, March 2021, pp.19-21, available at: https://www.ecoi.net/en/file/local/2054389/03_2021_MinBZ_NL_COI_Nigeria.pdf (accessed on 12.05.2023)

[5] ACLED, διαθέσιμο σε https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 12/5/2023)

[6] City Population, Nigeria, διαθέσιμο σε https://www.citypopulation.de/en/nigeria/cities/agglos/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 12/5/2023)

[7] Population Stat, World Statistical Data, filters applied: Africa, Nigeria, Makurdi, available at: https://populationstat.com/nigeria/makurdi (accessed on 15.05.2023)

[8] ACLED, available at: https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard (accessed on 15.05.2023)


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο