ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθ. Αρ.: 364/2024

 

17 Μαΐου, 2024

[Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

P.T.A., από Καμερούν

Αιτήτρια

-και-

 

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΑΣΥΛΟΥ

 

Καθ' ων η Αίτηση

Εμφανίσεις:

Η Αιτήτρια παρούσα

Μ. Φιλίππου (κα) για Ιερωνιμίδη (κος), Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα, Δικηγόρος για τους Καθ' ων η αίτηση.

Ε. Ηρακλέους (κα) για πιστή μετάφραση από τα Αγγλικά στα Ελληνικά και αντίστροφα.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με την παρούσα προσφυγή η Αιτήτρια προσβάλλει την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, επιστολής ημερομηνίας 05/02/24 η οποία της κοινοποιήθηκε την ίδια μέρα με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα της για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας.  

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Η Αιτήτρια είναι υπήκοος Καμερούν. Αφού εισήλθε παράνομα από τις μη ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές υπέβαλε αίτηση για διεθνή προστασία στις 15/06/21. Στις 09/01/24 πραγματοποιήθηκε η συνέντευξη της, ακολούθησε στις 19/01/24 σχετική έκθεση/εισήγηση του λειτουργού και την ίδια μέρα η απόφαση απόρριψης της αίτησης ασύλου, απόφαση που αποτελεί και το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.

 

ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Η Αιτήτρια, κατά την ενώπιον μου διαδικασία, υιοθέτησε τους λόγους που ανέφερε κατά τη διάρκεια της συνέντευξης της στην Υπηρεσία Ασύλου -ήτοι ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της λόγω ισχυριζόμενου φόβου δίωξης από τον στρατό του Καμερούν, διότι βοήθησε ένα μέλος των Ambazonians[1].

 

Οι Καθ' ων η αίτηση απάντησαν ότι η Αιτήτρια κρίθηκε αναξιόπιστη καθότι δεν ήταν σε θέση να δώσει συγκεκριμένες πληροφορίες. Η προσβαλλόμενη με την παρούσα προσφυγή απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, μετά από δέουσα έρευνα και αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα ουσιώδη στοιχεία, γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης και ότι η επίδικη απόφαση είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη.

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

Το Δικαστήριο λαμβάνοντας υπόψη τα όσα υποστηρίζονται από την Αιτήτρια, αυτά που απάντησαν οι Καθ΄ ων η αίτηση και αντλώντας τις εξουσίες που ορίζονται στο Άρθρο 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 έως 2023 (Ν.73(Ι)/2018), προχωρεί να εξετάσει την ουσία του αιτήματος της Αιτήτριας με βάση το περιεχόμενο του σχετικού διοικητικού φακέλου (στο εξής «Δ.Φ.»).

 

Με την αίτηση ασύλου της η Αιτήτρια ισχυρίστηκε πως εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής της καθότι φοβόταν ότι θα την σκοτώσουν είτε οι Ambazonians είτε ο στρατός του Καμερούν. Συγκεκριμένα, ανέφερε ότι διέμενε με τα τέσσερα τέκνα της σε οικία που ενοικίαζε, όπου διέμεναν επίσης μέλη των Ambazonians χωρίς η ίδια να το γνωρίζει. Η οικία έγινε στόχος από τον στρατό του Καμερούν και καταστράφηκε ολοσχερώς, μαζί με τα υπάρχοντα της, μετά από επίθεσή του. Ακολούθως, η Αιτήτρια με τα τέκνα της μετέβησαν στην πατρική της οικία στο χωριό Mankon και ζούσαν κάνοντας αγροτικές εργασίες στο χωράφι του πατέρα της. Ωστόσο, λόγω των συγκρούσεων, πολλά σπίτια και αγροτικές εκτάσεις είχαν καταστραφεί, ενώ περί το ένα έτος αργότερα, σκοτώθηκε ο πατέρας της από πυροβολισμό. Κατόπιν αυτού, η Αιτήτρια επέστρεψε στην πόλη Limbe με τα τέκνα της και ξεκίνησε να απασχολείται ως νοσηλεύτρια στην κοινότητα (εξωτερική νοσηλεύτρια). Κάποια μέρα, βοήθησε ένα τραυματισμένο άτομο να μεταβεί στο νοσοκομείο, χωρίς να γνωρίζει ότι ήταν μέλος των Ambazonians. Εξαιτίας αυτού, την κατέδωσαν στον στρατό ως συνεργό των Ambazonians (“black leg”, προδότες) και άρχισαν να την καταζητούν, με αποτέλεσμα να εγκαταλείψει τη χώρα της. (ερυθρά 1, 20/1Χ,2Χ Δ.Φ.).

 

Μετά από αξιολόγηση των πρακτικών της συνέντευξης το Δικαστήριο διαπιστώνει ότι η εξεταστής της υπόθεσης ενημέρωσε την Αιτήτρια για τα δικαιώματα και υποχρεώσεις της (ερυθρά 24- 23 Δ.Φ.) και κατά την διάρκεια της συνέντευξης της έθεσε διάφορα ερωτήματα για να καλύψει τόσο τον πυρήνα του αιτήματος της όσο και τα επιμέρους ζητήματα. Της παρασχέθηκε δωρεάν διερμηνέας, της διαβάστηκαν όσα καταγράφηκαν στη συνέντευξη και επιβεβαίωσε πως όσα καταγράφηκαν αντικατοπτρίζουν επακριβώς τις δηλώσεις της (ερυθρό 14/3Χ Δ.Φ.).

 

Από τις απαντήσεις της Αιτήτριας η λειτουργός έκανε εν μέρει αποδεκτό τον ισχυρισμό της ως προς τα προσωπικά της στοιχεία καθότι από την έρευνα της λειτουργού σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης δεν βρέθηκε το σχολείο στο οποίο δήλωσε ότι φοίτησε για ένα έτος καθώς και, παρότι βρέθηκε το «Full Gospel Mission» το οποίο ισχυρίσθηκε ότι ήταν νοσοκομείο όπου εργαζόταν, σύμφωνα με τις πηγές αυτό δεν είναι νοσοκομείο αλλά εκκλησία (ερυθρά 28-26, 29, 23/4Χ Δ.Φ.).Έγινε όμως αποδεκτός ο ισχυρισμός της ότι γεννήθηκε στο χωριό Mankon της πόλης Bamenda στην Βορειοδυτική περιοχή του Καμερούν και ότι κατά τα τελευταία 8 έτη πριν την αναχώρησή της από τη χώρα, διέμενε στην πόλη Limbe της Νοτιοδυτικής περιοχής του Καμερούν (ερυθρά 25/1Χ,22/5Χ Δ.Φ.). Επίσης αποδεκτό έγινε ότι είναι ελεύθερη και έχει 4 παιδιά και ότι η μητέρα και τα τέσσερα αδέρφια της διαμένουν στο χωριό Mankon. Δήλωσε επίσης ότι τα τέσσερα παιδιά της βρίσκονται στην πόλη Limbe υπό την προστασία του πάστορα της εκκλησίας, ενώ δε γνωρίζει πού βρίσκεται ο πατέρας των βιολογικών της τέκνων, ο οποίος απήχθη από τους Ambazonians (ερυθρά 23/5Χ,22/1Χ,2Χ 3Χ,4Χ Δ.Φ.).

 

Η λειτουργός απέρριψε, όμως, συνολικά ως εσωτερικά αναξιόπιστο τον ισχυρισμό της περί δίωξης από τον στρατό του Καμερούν, διότι βοήθησε ένα μέλος των Ambazonians. Αυτό το μέρος της ιστορίας της Αιτήτριας παρουσίαζε έλλειψη λεπτομερειών, αντιφάσεις, ανακρίβειες και αοριστίες. Ειδικότερα:

-  κατά την ελεύθερη αφήγησή της, ανέφερε ότι δέχθηκε να εργαστεί για τους Ambazonians καθώς είχε ανάγκη τα χρήματα, ενώ σε ερώτηση που της τέθηκε σε άλλο σημείο της συνέντευξης, υποστήριξε ότι την πήραν εξαναγκαστικά χωρίς να δίνει εξηγήσεις για τις ανακρίβειες στα λεγόμενα της (ερυθρό 20/3Χ Δ.Φ.).

- δεν ήταν σε θέση να παρέχει ικανοποιητικές πληροφορίες αναφορικά με τον ισχυρισμό της ότι οι  Ambazonians την εξευτέλισαν. Σε διευκρινιστική ερώτηση, παραμένοντας ελλιπής στις πληροφορίες της, ισχυρίστηκε ότι ένας από αυτούς την εξανάγκασε σε σεξουαλική επαφή μαζί του. Σε περαιτέρω ερώτημα της λειτουργού για περισσότερες πληροφορίες, η Αιτήτρια ισχυρίστηκε  με ανακρίβεια ότι όταν έγινε αυτό τους ανακοίνωσε ότι δεν θα συνεργαστεί ξανά μαζί τους και την απείλησαν ότι αν δεν ξανάρθει θα την σκοτώσουν (ερυθρά 20/4Χ,1/1Χ Δ.Φ.).

- δεν ήταν σε θέση να δώσει σαφείς και επαρκείς πληροφορίες, ούτε να προσδιορίσει χρονικά τα περιστατικά του εμπρησμού της οικίας της καθώς και της απαγωγής του συντρόφου της, ούτε έδωσε ικανοποιητικές επεξηγήσεις ως προς το γιατί δεν απευθύνθηκε στις αρχές για να τα καταγγείλει (ερυθρά 19/2Χ,19/3Χ,4Χ Δ.Φ.). Επιπρόσθετα σε επισήμανση της λειτουργού ότι στην αίτηση της δεν αναφέρθηκε στην απαγωγή του συντρόφου της, ισχυρίστηκε με αοριστία ότι ήταν πολύ μικρός ο χώρος για να το γράψει και εκείνη την ημέρα ήταν πολύ συγχυσμένη (ερυθρό 17/4Χ Δ.Φ.).

- ερωτηθείσα πότε εγκατέλειψε την πόλη Limbe για να επιστρέψει στο χωριό της, δεν ήταν σε θέση να παραθέσει ακριβείς ημερομηνίες και απάντησε κατά τρόπο αόριστο ότι ήταν περί το 2018-2019 (ερυθρό 18/2Χ Δ.Φ.).

- ερωτηθείσα πως κατάφερε να διαφύγει μετά την απόφασή της να σταματήσει να εργάζεται για τους Ambazonians, δεδομένων των κατ’ ισχυρισμόν απειλών που δέχθηκε από αυτούς, απάντησε κατά τρόπο μη ευλογοφανή ότι μάζεψε τα πράγματά της και έφυγε αμέσως, μη γνωρίζοντας αν την αναζήτησαν (ερυθρά 18/3Χ, 17/1Χ Δ.Φ.). Ωστόσο, σε μετέπειτα στάδιο της συνέντευξης, σε αντίφαση ισχυρίσθηκε ότι οι Ambazonians την έβρισκαν κατ’ ιδίαν και απειλούσαν ότι θα την σκοτώσουν αν δεν επιστρέψει στην εργασία της (ερυθρό 15/1Χ Δ.Φ.).

- η Αιτήτρια δεν έδωσε ικανοποιητική απάντηση ως προς το πως κατόρθωσε να ταξιδέψει εκτός χώρας με τη χρήση του διαβατηρίου της, δεδομένου ότι αναζητείτο από τον στρατό. Περαιτέρω, υπήρξε αντιφατική στα λεγόμενα της καθότι ενώ κατά τις εναρκτήριες ερωτήσεις που της τέθηκαν στη συνέντευξη, ανέφερε ότι δεν αντιμετώπισε κανένα πρόβλημα ή κίνδυνο κατά την έξοδό της από τη χώρα και ότι τίποτε δεν της συνέβη παρά τους ισχυρισμούς της ότι την έψαχνε ο στρατός και η αστυνομία,  στη συνέχεια υποστήριξε ότι δεν ήταν εύκολο καθώς κρυβόταν για δύο εβδομάδες και κυκλοφορούσε μόνο βράδυ(ερυθρά 17/6Χ, 16/1Χ. 16/2Χ, 21/2Χ Δ.Φ.). Η δήλωση αυτή έρχεται σε αντίφαση και με προηγούμενη δήλωσή της ότι μέλη τόσο των Ambazonians όσο και του στρατού την βρήκαν και την απειλούσαν (ερυθρό 15/1Χ Δ.Φ.).

- ερωτηθείσα αν τα παιδιά της, τα οποία εξακολουθούν να διαμένουν στην περιοχή με τον πάστορα, είναι ασφαλή, απάντησε καταφατικά σε αντίφαση με τους ανωτέρω ισχυρισμούς της (ερυθρό 16/1Χ Δ.Φ.).

 

Σε ότι αφορά δε την εκτίμηση της εξωτερικής αξιοπιστίας, η λειτουργός παραπέμπει σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης για τη χώρα καταγωγής της Αιτήτριας, από τις οποίες επιβεβαιώνονται επιθέσεις σε ιατρικό προσωπικό και εγκαταστάσεις υγειονομικής περίθαλψης και καταγράφονται οι επιπτώσεις τους στον άμαχο πληθυσμό. Ωστόσο, καταλήγει στην απόρριψη του εν λόγω ισχυρισμού στο σύνολό του, λόγω του ότι δεν στοιχειοθετήθηκε η εσωτερική του αξιοπιστία καθώς η Αιτήτρια υπέπεσε σε αντιφάσεις και ανακρίβειες και δεν ήταν σε θέση να δώσει επαρκείς πληροφορίες (ερυθρά 70-65 Δ.Φ.).

 

Το Δικαστήριο αφού διεξήλθε των λεπτομερειών της συνέντευξης διαπιστώνει, όπως και η εισήγηση του λειτουργού, ότι δεν θα μπορούσε να γίνει αποδεκτός ο ισχυρισμός που πρόβαλε η Αιτήτρια για εγκατάλειψη της χώρας καταγωγής της. Δεν ήταν σε θέση να προσφέρει λεπτομερή περιγραφή των όσων της είχαν συμβεί, υπήρχαν ασάφειες και δεν μπορούσε να δώσει επαρκείς απαντήσεις. Το αφήγημα της ήτο γενικά μη ευλογοφανές. Οι συνθήκες δίωξης της, οι αντιφάσεις στο αφήγημα της καθώς και οι ελλιπείς πληροφορίες και λεπτομέρειες αποδυναμώνουν σημαντικά τους δείκτες αξιοπιστίας της στο σύνολό τους. (Βλέπε Άρθρο 18 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000), βλέπε επίσης Πρακτικός Οδηγός της ΕΑΣΟ: Αξιολόγηση των Αποδεικτικών Στοιχείων, Μάρτιος 2015, σελ.11 και Evidence and credibility assessment in the context of the Common European Asylum System της EUAA, February 2023, σελ.57-72, 103-112, 120-131). Σύμφωνα και με την § 205 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών, ο Αιτητής θα έπρεπε:

 

«(i) να λέει την αλήθεια και να βοηθά τον εξεταστή με κάθε δυνατό τρόπο με την τεκμηρίωση των ισχυρισμών του με κάθε δυνατό τρόπο.

(ii) Να κάνει προσπάθεια να υποστηρίξει τα λεγόμενά του με κάθε διαθέσιμο τεκμήριο και να δώσει ικανοποιητική επεξήγηση για κάθε απουσία τεκμηρίων. Αν είναι αναγκαίο πρέπει να καταβάλει προσπάθεια να προσκομίσει επιπρόσθετα τεκμήρια.

(iii) Να παρέχει όλες τις σχετικές πληροφορίες που αφορούν τον εαυτό του και τις προγενέστερες εμπειρίες του με όσο το δυνατόν περισσότερες λεπτομέρειες για να καταστήσει ικανό τον εξεταστή να αποδείξει τους σχετικούς ισχυρισμούς.  Αναμένεται ότι θα του ζητηθεί να δώσει μια συνεκτική εξήγηση όλων των λόγων που επικαλείται για υποστήριξη του αιτήματός του για προσφυγικό καθεστώς και θα πρέπει να απαντήσει σε όλες τις ερωτήσεις που θα του υποβληθούν.»

 

Ούτε θα μπορούσε να τύχει του ευεργετήματος της αμφιβολίας το οποίο δίνεται μόνο όταν έχουν προσκομισθεί όλα τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία και όταν ο εξεταστής είναι γενικά ικανοποιημένος από την αξιοπιστία του Αιτητή (Βλέπε §204 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών). Από τα γεγονότα της περίπτωσης της Αιτήτριας σε συνάρτηση με τα στοιχεία του φακέλου και τις αιτιάσεις της δεν προκύπτει να συντρέχουν στο πρόσωπο της εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά κριτήρια που μπορούν να στοιχειοθετήσουν το γεγονός ότι εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής της και δεν επιθυμεί να επιστρέψει σε αυτή λόγω δικαιολογημένου φόβου δίωξης (§37-38 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών). Ορθά κρίθηκε ότι η Αιτήτρια δεν συγκεντρώνει τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία που θα μπορούσαν να τεκμηριώσουν την ύπαρξη βάσιμου και δικαιολογημένου φόβου δίωξης σε περίπτωσή επιστροφής της στη χώρα καταγωγής της για έναν από τους λόγους που απαριθμούνται στον περί Προσφύγων Νόμο. Επομένως, η κατάληξη της Υπηρεσίας Ασύλου είναι αιτιολογημένη, λήφθηκε μετά από δέουσα έρευνα και στα πλαίσια του Νόμου καθότι από τα γεγονότα που τέθηκαν ενώπιον της και από τις παραστάσεις της Αιτήτριας δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του Άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000). Ενώ δόθηκε η ευκαιρία στην Αιτήτρια να επανατοποθετηθεί σε σχέση με το αίτημα της κατά την ενώπιον του Δικαστηρίου διαδικασία η Αιτήτρια δεν έπεισε για το αξιόπιστο των ισχυρισμών της. Παρουσιάζονται σωρεία πληροφοριών που δημιουργούν ισχυ­ρούς λόγους αμφισβήτησης της αλήθειας των δηλώσεων της και η ίδια δεν έχει παράσχει ικανοποιητικές εξηγήσεις των προβαλλόμενων ανακριβειών της[2].

 

Μετά δε από μελέτη της έκθεσης/εισήγησης προκύπτει ότι ο λειτουργός εξέτασε και κατά πόσο η Αιτήτρια θα υπόκειτο σε περίπτωση επιστροφής της στην χώρα καταγωγής σε οποιαδήποτε τέτοια σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη ως προσδιορίζεται στο Άρθρου 19 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000), καταλήγοντας ότι τέτοιος κίνδυνος δεν υφίσταται. Ουδείς εκ των ισχυρισμών που πρόβαλε τεκμηριώνει την ύπαρξη ουσιωδών λόγων ώστε να πιστεύεται ότι η ίδια προσωπικά, σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής της, θα υποβληθεί σε κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης ή σε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία, βάσει του Άρθρου 15, εδάφια (α) και (β), της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ[3] που αντιστοιχεί στο Άρθρο 19(2), εδάφια (α) και (β), του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν. 6(Ι)/2000) (ερυθρό 83-79 Δ.Φ.). Αξιολογώντας δε, την κατάσταση ασφαλείας στον τόπο συνήθους διαμονής της Αιτήτριας, βάσει των συνθηκών που επικρατούν στην εν λόγω περιοχή σε συνδυασμό με τις προσωπικές περιστάσεις της -ήτοι πρόκειται για άμαχη πολίτη η οποία είναι υγιές ενήλικο άτομο το οποίο δεν παρουσίασε θέματα ευαλωτότητας, με μορφωτικό επίπεδο και εργασιακή εμπειρία και η οποία ομιλεί αγγλικά και έχει οικογένεια που διαμένει στην περιοχή Limbe της νοτιοδυτικής περιφέρειας του Καμερούν - ο λειτουργός κατέληξε ότι σε περίπτωση που επιστρέψει δεν υπάρχει πραγματικός κίνδυνος να υποστεί σοβαρή απειλή λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης. Συγκεκριμένα, λαμβάνοντας υπόψη την έννοια της «αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας» (ως διατυπώθηκε από το ΔΕΕ στην υπόθεση Elgafaji C-465/07, σκέψεις 39 και 43, καθώς και στην υπόθεση Diakité C-285/12, σκέψεις 30 και 31), η σύρραξη στο Καμερούν δεν έχει φθάσει σε τέτοιο σημείο όπου ένας άμαχος στοχεύεται αδιακρίτως λόγω της παρουσίας του και μόνον στις Αγγλόφωνες περιοχές και λαμβάνοντας υπόψη ότι η Αιτήτρια δεν απέδειξε οποιοδήποτε αντικειμενικό στοιχείο ούτε προσωπικές περιστάσεις αναφορικά με το αίτημα της σε σχέση με την Αγγλόφωνη κρίση, μπορεί ευλόγως να διαπιστωθεί ότι η φύση και έκταση της κρίσης μαζί με το προσωπικό προφίλ της Αιτήτριας δεν αρκούν ώστε να εξαχθεί ότι θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο ως άμαχος, σε περίπτωση που επιστρέψει στην περιοχή της. Σημειώνεται σε αυτό το σημείο ότι υπάρχει εκτενέστατη αξιολόγηση όλων των συναφών στοιχείων του αιτήματος της Αιτήτριας από την λειτουργό στο μέρος της έκθεσης/εισήγησης και/ή αξιολόγησης κινδύνου επιστροφής σε συνάρτηση με την περιοχή διαμονής της όπου γίνεται παράθεση πληροφοριών αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας και/ή εκτενής καταγραφή εξωτερικών πηγών πληροφόρησης – ευρήματα που επιβεβαιώνουν την έκταση της έρευνας της λειτουργού προτού απορριφθεί το αίτημα της Αιτήτριας.

 

Για λόγους πληρότητας της έρευνας πρόσφατα στοιχεία για την κατάσταση ασφαλείας από τη βάση δεδομένων του ACLED (Armed Conflict Location and Event Data) για το διάστημα 29/03/23 – 29/03/24 εντοπίζονται στην περιοχή Southwest μόνο 83 περιστατικά ασφαλείας τα οποία οδήγησαν σε 174 απώλειες. Εξ αυτών των 83 περιστατικών 32 καταχωρήθηκαν ως μάχες (“battles”) και οδήγησαν σε 68 (καταγεγραμμένους) θανάτους, 33 ως «βία κατά πολιτών» (“violence against civilians”) και οδήγησαν σε 95 (καταγεγραμμένους) θανάτους, 6 ως «εκρήξεις ή απομακρυσμένη βία» (“explosions/remote violence”) και οδήγησαν σε 5 (καταγεγραμμένους) θανάτους και 12 ως «αναταραχές» (“riots”) και οδήγησαν σε 6 (καταγεγραμμένους) θανάτους. Καταγράφονται δε μόνο 5 περιστατικά στο Limbe, ήτοι μία «αναταραχή» στις 16/08/23, 2 «εκρήξεις» στις 07/09 και στις 08/09/23, ένα περιστατικό «βίας κατά αμάχων» στις 05/02/24 και μία «μάχη» στις 06/02/24. Σημειώνεται ότι ο πληθυσμός της περιοχής Southwest το 2015 υπολογιζόταν σε 1.553.220 κατοίκους.[4] Επιβεβαιώνεται, συνεπώς, η τότε εισήγηση του λειτουργού - ότι στην περιοχή καταγωγής της Αιτήτριας δεν υπάρχει, γενικά, πραγματικός κίνδυνος να επηρεαστεί προσωπικά ένας άμαχος λόγω εσωτερικής ένοπλης σύρραξης. Τα αναθεωρημένα στοιχεία, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι παρόλο που στην περιοχή της Αιτήτριας λαμβάνουν χώρα κάποια περιστατικά ασφαλείας, ο αριθμός των επεισοδίων αυτών και ο βαθμός αδιάκριτης βίας δεν φτάνει το βαθμό κατά τον οποίο να τεκμηριώνεται ότι και μόνη η παρουσία της Αιτήτριας στη περιοχή συνήθους διαμονής την εκθέτει σε πραγματικό κίνδυνο βλάβης, κατά την έννοια της διάταξης του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ και του Άρθρου 19  του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000). Ούτε τo προφίλ της Αιτήτριας παρουσιάζει χαρακτηριστικά ευαλωτότητας ή σημεία ευπάθειας καθώς πρόκειται για ενήλικη γυναίκα, η οποία είναι ανύπανδρη και έχει τέσσερα παιδιά στη χώρα καταγωγής της, συγκεκριμένα στην περιοχή Limbe, είναι μορφωμένη και εργαζόταν στη χώρα καταγωγής της, ενώ αναμένεται να επιστρέψει στην περιοχή Limbe της νοτιοδυτικής περιφέρειας του Καμερούν.

 

Ως εκ των ανωτέρω, καταλήγω ότι η Υπηρεσία Ασύλου μετά από ενδελεχή έρευνα, αιτιολογημένα απέρριψε την αίτηση της Αιτήτριας για χορήγηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας. Δεν ικανοποιεί τις προϋποθέσεις για να της αναγνωρισθεί η ιδιότητα πρόσφυγα και/ή το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας και δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του δικαιολογημένου φόβου δίωξης και/ή να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη σύμφωνα με τα Άρθρα 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000)

 

Για όλους τους πιο πάνω λόγους η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται με €800 έξοδα εναντίον της Αιτήτριας και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση.

 

Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.

 

 

 

                 

                         Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 

 

 

 



[1] Η Ambazonia, εναλλακτικά η «Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Αμβαζονίας» ή «Κράτος της Αμβαζονίας» είναι μια πολιτική οντότητα που ανακηρύχθηκε από αγγλόφωνους αυτονομιστές που επιδιώκουν την ανεξαρτησία από το Καμερούν – Βλέπε επίσης σχετικά United Nations Office for the Coordination of Humanitarian Affairs (UN OCHA), Cameroon Humanitarian Needs Overview 2020 (revised June 2020), pp. 20, 45, June 2020, επιπλέον, COI QUERY, EASO, 29/06/21, Forced recruitment by separatist groups, self-declared as Ambazonians, in the Anglophone regions.

 

[2] Η απόφαση του ΕΔΔΑ, M.A. κατά Ελβετίας, προσφυγή αριθ. 52589/13, σκέψεις 62-67 παρέχει μια χρήσιμη αποτύπωση του τρόπου με τον οποίο το ΕΔΔΑ αξιολόγησε τη βαρύτητα που δόθηκε σε κλήτευση και απόφαση τις οποίες υπέβαλε ο αιτών, επιβεβαιώνοντας στη σκέψη 62 ότι το αληθές της ιστορίας του αιτούντος πρέπει επίσης να αξιολογείται στο πλαίσιο των υποβαλλόμενων εγγράφων

[3] του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας

[4] South-West Region Map - Cameroon (mapcarta.com)


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο