ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

    Υπόθεση Αρ.: 4956/22

 

4 Μαΐου, 2024

[Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:

Ν.Κ.

 

Αιτητού,

και

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω της Υπηρεσίας Ασύλου

Καθ’ ων η αίτηση

 

Γ. Στυλιανού & Συνεργάτες ΔΕΠΕ, για τον Αιτητή

Ε. Προκοπίου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ’ ων η αίτηση

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Ο Aιτητής με την παρούσα προσφυγή αιτείται την έκδοση απόφασης από το παρόν Δικαστήριο με την οποία να κηρύσσεται άκυρη, παράνομη και στερούμενη οποιουδήποτε νομικού αποτελέσματος, η απόφαση των Καθ’ ων η αίτηση ημερομηνίας 3.8.2022, με την οποία απορρίφθηκε η αίτησή για διεθνή προστασία, καθότι κρίθηκε ότι δεν πληρούνταν οι προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου.

 

Γεγονότα

1.             Τα γεγονότα της υπόθεσης έχουν ως ακολούθως: Ο Αιτητής κατάγεται από το Πακιστάν. Στις 27.5.2022, υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας και στις 18.7.2022, πραγματοποιήθηκε συνέντευξη στον Αιτητή. Ακολούθως, υποβλήθηκε Έκθεση / Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου (στο εξής: o Προϊστάμενος) για απόρριψη της αίτησης για διεθνή προστασία του Αιτητή, η οποία εγκρίθηκε στις 3.8.2022 από τον Προϊστάμενο. Στις 3.8.2022, η εν λόγω απορριπτική απόφαση, η οποία αποτελεί και το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής, κοινοποιήθηκε στον Αιτητή.

 

Νομικοί Ισχυρισμοί

2.             Ο Αιτητή προωθεί ως μόνο λόγο προσφυγής την κατ’ ισχυρισμό αναρμοδιότητα του αποφασίζοντος οργάνου. Ειδικότερα, υποστηρίζει ότι ο ασκών εξουσίες Προϊσταμένου λειτουργός δεν είχε εξουσία να απορρίψει αίτηση ασύλου αλλά ήταν αρμόδιος να εκδώσει απόφαση επιστροφής.  

 

3.             Από την πλευρά τους οι Καθ΄ ων η αίτηση  υπεραμύνονται της επίδικης πράξης και παραπέμποντας στο κείμενο της εξουσιοδότησης ημερομηνίας 9.6.2022, υποδεικνύουν ότι η αυτή περιλαμβάνει τόσο την έκδοση απορριπτικής απόφασης επί της αιτήσεως ασύλου όσο και την απόφαση επιστροφής.

 

To νομικό πλαίσιο

4.             Ο Κανονισμός 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας  Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019  έχει ως ακολούθως (η υπογράμμιση είναι δική μου):

«Ο Διαδικαστικός Κανονισμός του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962, και οι περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διαδικαστικοί Κανονισμοί (Αρ.1) Διαδικαστικοί Κανονισμοί του 2015, τυγχάνουν εφαρμογής σε όλες τις προσφυγές που καταχωρούνται στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας  από 18.6.2019, με τις αναγκαίες τροποποιήσεις που αναφέρονται στη συνέχεια και κατ΄ ανάλογη εφαρμογή των δικονομικών κανόνων και πρακτικής που ακολουθούνται και εφαρμόζονται στις ενώπιον του Διοικητικού   Δικαστηρίου προσφυγές εκτός αν ήθελε άλλως ορίσει το Δικαστήριο.».

 

5.          Ο Κανονισμός 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962 προβλέπει τα εξής:

 

«Έκαστος διάδικος δέον δια των εγγράφων προτάσεων αυτού να εκθέτη τα νομικά σημεία επί των οποίων στηρίζεται και, αιτιολογών συγχρόνως ταύτα πλήρως. Διάδικος εμφανιζόμενος άνευ συνηγόρου δεν υποχρέουται εις συμμόρφωσιν προς τον κανονισμό αυτόν».

 

6.             Το άρθρο 11 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 και 2020 (Ο περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμος) καθορίζει τη δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου.

 

7.             Στο ερμηνευτικό άρθρο 2 του περί Προσφύγων νόμου, ο όρος «Προϊστάμενος» ορίζεται ως ακολούθως (η υπογράμμιση είναι δική μου):

«"Προϊστάμενος" σημαίνει αρμόδιο λειτουργό ο οποίος προΐσταται της Υπηρεσίας Ασύλου και περιλαμβάνει οποιοδήποτε άλλο αρμόδιο λειτουργό της εν λόγω Υπηρεσίας που εξουσιοδοτείται από τον Υπουργό, για να ασκεί όλες ή οποιεσδήποτε από τις εξουσίες ή να εκτελεί όλα ή οποιαδήποτε από τα καθήκοντα του Προϊσταμένου·».

 

8.             Στο ίδιο άρθρο o όρος «τελική απόφαση» ορίζεται ως εξής:

"τελική απόφαση" σημαίνει απόφαση η οποία ορίζει κατά πόσον ο υπήκοος τρίτης χώρας ή ο ανιθαγενής αναγνωρίζεται ως πρόσφυγας ή ως πρόσωπο στο οποίο παραχωρείται καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του παρόντος Νόμου και -(α) έχει παρέλθει άπρακτη η προθεσμία για άσκηση προσφυγής δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος κατά της εν λόγω απόφασης, ή

(β) ασκήθηκε η προαναφερόμενη προσφυγή και εκδόθηκε πρωτόδικη απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου επ' αυτής, ανεξάρτητα από το αν μέσω της άσκησης τέτοιας προσφυγής ο αιτητής αποκτά τη δυνατότητα να παραμένει στις ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές μέχρις ότου εκδοθεί η σχετική δικαστική απόφαση·».

9.             Το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου καθορίζει τις προϋποθέσεις αναγνώρισης προσώπου ως πρόσφυγα.

 

10.          Το  (7Β) του άρθρου 19 του περί Προσφύγων Νόμου προβλέπει τα εξής (η υπογράμμιση και η έμφαση είναι του παρόντος Δικαστηρίου):

 

«(7Β) Σε περίπτωση που ο Προϊστάμενος απορρίπτει αίτηση, αναφορικά με το καθεστώς πρόσφυγα ή/και το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας -

(α) Αναφέρει στην απόφασή του τους πραγματικούς και νομικούς λόγους της απόρριψης,

(α1) διατάσσει την επιστροφή και/ή απομάκρυνση και/ή απέλαση του αιτητή, η οποία αποτελεί  αναπόσπαστο τμήμα της απόφασης του Προϊσταμένου, δυνάμει των διατάξεων του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, εφόσον δε υφίσταται ήδη σε ισχύ άλλη απόφαση επιστροφής και/ή απομάκρυνσης και/ή απέλασης, θεωρείται ότι η εν λόγω απόφαση ενσωματώνεται στην απορριπτική απόφαση και αποτελεί αναπόσπαστο μέρος αυτής, και

(β) ενημερώνει διά της απόφασής του τον αιτητή περί του δικαιώματός του να προσφύγει κατά της απόφασης στο Διοικητικό Δικαστήριο δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος, καθώς και για τη φύση και μορφή αυτής της προσφυγής και για την προθεσμία άσκησής της σύμφωνα με το εν λόγω Άρθρο.».

11.          Το εδάφιο (2) του άρθρου 13 του περί Προσφύγων Νόμου, προβλέπει τα εξής

«13.-(1) […]

(2) Ο Προϊστάμενος, μετά την εξέταση της έκθεσης του αρμόδιου λειτουργού, δύναται, με απόφασή του:

(α)  Να αναγνωρίσει τον αιτητή ως πρόσφυγα·

(β) να αναγνωρίσει στον αιτητή το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας·

(γ) [Διαγράφηκε]·

(δ) να απορρίψει την αίτηση και εκδώσει απόφαση επιστροφής και/ή απομάκρυνσης και/ή διάταγμα απέλασης, η οποία αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα αυτής, δυνάμει του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου:

Νοείται ότι, η εκτέλεση της απόφασης επιστροφής και/ή απομάκρυνσης και/ή του διατάγματος απέλασης τελεί υπό την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 4 και 8.

 

12.          Το άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου καθορίζει τις προϋποθέσεις αναγνώρισης καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας.

 

Κατάληξη

13.          Επισημαίνω εν πρώτοις, ότι το ζήτημα που εγείρεται αναφορικά με την κατ΄ ισχυρισμό αναρμοδιότητα του διοικητικού οργάνου να εγκρίνει την Έκθεση / Εισήγηση του λειτουργού της Υπηρεσίας Ασύλου, παρά το γεγονός ότι δεν δικογραφείται δεόντως στο πλαίσιο του εισαγωγικού δικογράφου της διαδικασίας, εντούτοις ως θέμα δημοσίας τάξεως, δύναται να εξεταστεί και αυτεπαγγέλτως από το παρόν Δικαστήριο.

 

14.          Όπως προκύπτει από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου, η Έκθεση / Εισήγηση ετοιμάστηκε και υποβλήθηκε προς έγκριση στην αποφαίνουσα αρχή, ήτοι τον Προϊστάμενο, από συγκεκριμένο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου. Η εν λόγω Έκθεση / Εισήγηση εγκρίθηκε από άλλο εξουσιοδοτημένο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου, τον κ. Π. Κ., ο οποίος δια της εγκρίσεως της Έκθεσης / Εισήγησης εξέδωσε την επίδικη πράξη στις 3.8.2022.

 

15.          Επισημαίνεται συναφώς ότι δυνάμει του εδαφίου (4) του άρθρου 17 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου, Ν. 158 (Ι)/1999, όταν ο νόμος αναθέτει την άσκηση μιας εξουσίας σε ένα όργανο, το όργανο αυτό δεν μπορεί να μεταβιβάσει ολικά ή μερικά την εξουσία του αυτή σε άλλο όργανο, χωρίς να υπάρχει ρητή διάταξη του νόμου που να το επιτρέπει.

 

16.          Εν προκειμένω, δυνάμει του ερμηνευτικού άρθρου 2 του περί Προσφύγων Νόμου, το οποίο παρατίθεται ανωτέρω, Προϊστάμενος με την έννοια του εν λόγω νόμου, και άρα πρόσωπο το οποίο έχει εξουσία να εκδίδει, μεταξύ άλλων, και απορριπτικές αποφάσεις επί αιτήσεων ασύλου, είναι και οποιοσδήποτε λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου που εξουσιοδοτείται από τον αρμόδιο Υπουργό, να ασκεί όλες ή οποιεσδήποτε από τις εξουσίες ή να εκτελεί όλα ή οποιαδήποτε από τα καθήκοντα του Προϊσταμένου, περιλαμβανομένης και της έκδοσης αποφάσεων επί αιτημάτων διεθνούς προστασίας. Ως εκ τούτου, υπάρχει ρητή πρόνοια στον περί Προσφύγων Νόμο, η οποία επιτρέπει την εκχώρηση των εξουσιών του Προϊσταμένου [Βλ. Απόφαση στην. Α.Ε. αρ. 2115, Ανδρούλλας Ζηνοβίου ν Κυπριακής Δημοκρατίας, ημερ. 2.10.1997, (1997) 3 Α.Α.Δ 385].

 

17.          Συνεπώς, στην παρούσα περίπτωση όπου προκύπτει ευκρινώς το όνομα του προσώπου που προβαίνει στην μονογραφή, ήτοι Π.Κ., υπάρχει μονογραφή πλησίον του ονόματος που λογικώς ανήκει στο πρόσωπο το οποίο προβαίνει στην έγκριση και ειδική σφραγίδα ότι η εν λόγω εισήγηση εγκρίνεται, κρίνω ότι η εν λόγω πράξη ικανοποιεί όλα τα εξωτερικά στοιχεία που την καθιστούν έγκυρη. Το βάρος ανατροπής του τεκμηρίου αυτού της κανονικότητας της επίδικης απόφασης φέρει ο ίδιος ο Αιτητής, ο οποίος εν προκειμένω δεν έχει προσκομίσει οτιδήποτε το οποίο να ανατρέπει αυτό το τεκμήριο [Βλ. ως προς το τεκμήριο της κανονικότητας των διοικητικών πράξεων, Απόφαση στην Υπόθεση Αρ. 1639/2005, Μd Moin Uddin ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 27.4.2007 και Απόφαση στην Υπόθεση αρ. 465/1998, Ανδρούλλα Κωνσταντινίδου ν. Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας, ημερ. 8.3.2000, (2000) 4 ΑΑΔ 148 και την εκεί μνημονευόμενη νομολογία].

 

18.          Περαιτέρω με τα ενώπιόν μου στοιχεία, ο κ. Π.Κ.. ήταν κατά τον ουσιώδη χρόνο δεόντως εξουσιοδοτημένος (Βλ. Εξουσιοδότηση Υπουργού Εσωτερικών, ημερομηνίας 9.6.202), να εκδίδει αποφάσεις επί αιτημάτων διεθνούς προστασίας, καθώς η επίδικη απόφαση εκδόθηκε στις 3.8.2022. Επιπλέον, η έκταση της εξουσιοδότησης προκύπτει από το κείμενο της εξουσιοδότησης, απόσπασμα του οποίου παραθέτω:

 

 «Με βάση το άρθρο 2(1) του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6(1)/00, ως εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται [….], δια της παρούσης εξουσιοδοτώ

 

α) τον κ. Α.Α. […]

β) τον κ. Π.Κ. […]

 

να ασκούν μέρος των εξουσιών ή να εκτελούν μέρος των καθηκόντων του Προϊσταμένου που αφορούν στην έκδοση αποφάσεων διεθνούς προστασίας περιλαμβανομένων αποφάσεων αποκλεισμού (άρθρο 5), ανάκλησης (άρθρο 6Α), παραίτησης (άρθρο 6Β) και παύσης (άρθρο 6) καθεστώτος διεθνούς προστασίας, επί μεταγενέστερων αιτήσεων (16Δ), επανανοίγματος φακέλου, (άρθρο 16Ε), τερματισμού του δικαιώματος παραμονής (άρθρο 8) και έκδοση αποφάσεων επιστροφής (άρθρο 12Δ, 13 και 18) [….]  ».

 

19.          Όπως προκύπτει από το ίδιο το γράμμα της εξουσιοδότησης οι διατάξεις που αναφέρονται δεν είναι εξαντλητικής φύσεως, εξ ου και η μετοχή «περιλαμβανομένων», αλλά καταγράφονται ρητώς προκειμένου να καταστεί σαφές ότι η εξουσιοδότηση δεν αφορά μόνο σε απόφαση εγκρίσεως ή απόρριψης αιτήσεως ασύλου (βλ. ορισμός του όρου «τελική απόφαση»), αλλά και αποφάσεις που αφορούν σε αιτών άσυλο ή δικαιούχο διεθνούς προστασίας ανάλογης φύσεως και οι οποίες εκδίδονται δυνάμει του περί Προσφύγων Νόμου. Ενδεικτικώς αναφέρεται ότι η ερμηνευτική προσέγγιση που εισηγείται ο Αιτητής δια του συνηγόρου του, πέραν από αντίθετη στο γράμμα της εξουσιοδότησης, θα οδηγούσε και σε παράλογα αποτελέσματα, καθώς θα αποφασιζόταν ο αποκλεισμός ενός αιτούντος δυνάμει του άρθρου 5 του περί Προσφύγων Νόμου από φορέα διαφορετικό από αυτόν που αποφασίζει την καταρχήν υπαγωγή του στο καθεστώς διεθνούς προστασίας. Επιπλέον, όπως προκύπτει από το ίδιο το κείμενο του νόμου άρθρο 12Δ(3)(γ), 13(2)(δ) και 18(7Β), η απόφαση επιστροφής αποτελεί αναπόσπαστο μέρος απορριπτικής αποφάσεως επί της αιτήσεως διεθνούς προστασίας. Δεν θα ήταν δυνατό συνεπώς άλλος φορέας να αποφασίζει την επιστροφή και άλλος την απόρριψη της αίτησης διεθνούς προστασίας, γεγονός που θα οδηγούσε στην έκδοση μίας ενιαίας πράξης από διαφορετικούς φορείς. Συνεπώς δεν είναι νοητή η έκδοση απόφασης από τον Προϊστάμενο (ή τον λειτουργό που εξουσιοδοτείται να ασκεί τα καθήκοντά του), μόνο απόφασης επιστροφής καθώς αυτή αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι απορριπτικής απόφασης επί αιτήσεως διεθνούς προστασίας. Συνοψίζοντας, η εξουσιοδότηση του Υπουργού δίδει εξουσία για έκδοση απόφασης με την οποία να αναγνωρίζεται καθεστώς διεθνούς προστασίας ή απόφαση με την οποία να απορρίπτεται αίτηση. Η εξουσιοδότηση ωστόσο καθιστά σαφές ότι περιλαμβάνει και άλλες μορφές απόφασης, οι οποίες συναρτώνται με την αίτησή για διεθνή προστασία, όπως ανάκληση απόφασης για αναγνώριση καθεστώτος διεθνούς προστασίας, απόφαση αποκλεισμού, απόφαση επιστροφής του αιτούντος κ.ο.κ..

 

20.          Περαιτέρω, απολύτως θεμιτή, σύμφωνα και με την παρατεθείσα νομολογία, είναι και η έγκριση της εισήγησης του λειτουργού της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης Ασύλου, η οποία με την έγκρισή της αποτελεί την αιτιολογική βάση της εκδιδόμενης απόφασης, χωρίς να καθίσταται αναγκαία η επανάληψη της αιτιολογίας σε ξεχωριστό έγγραφο και χωρίς αυτό να θεωρείται εγκατάλειψη της αρμοδιότητας του αποφασίζοντος οργάνου. Όπως συναφώς προβλέπει το άρθρο 17(8) του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου, Ν. 158 (Ι)/1999, δεν συνιστά αποχή από άσκηση αρμοδιότητας η υιοθέτηση ενός σημειώματος ή μιας πρότασης που υποβάλλεται από υφιστάμενο υπάλληλο ή όργανο στο αρμόδιο διοικητικό όργανο, αν το σημείωμα ή η πρόταση περιέχει συγκεκριμένη εισήγηση και από το σύνολο της όλης διοικητικής ενέργειας προκύπτει ότι το αρμόδιο όργανο άσκησε ουσιαστικά την αποφασιστική του αρμοδιότητα. Εν προκειμένω, η υιοθέτηση της Έκθεσης / Εισήγησης, η οποία εμπεριέχει πολύ συγκεκριμένη ανάλυση και εισήγηση, δεν συνιστά αποχή από την άσκηση της εξουσίας του αποφασίζοντος οργάνου αλλά με την έγκρισή της εκδόθηκε η επίδικη πράξη και το περιεχόμενο της εισήγησης καθίσταται παράλληλα η αιτιολογική βάση της επίδικης απόφασης. Ανάλογο ζήτημα εξέτασα και σε άλλες αποφάσεις μου την κατάληξη των οποίων υιοθετώ ως προς το σημείο αυτό [Βλ. ενδεικτικώς Υπόθεση Αρ.: 7/20, Β. S. v. Δημοκρατίας, μέσω Yπηρεσίας Ασύλου, ημερ. 5.3.2021, Υπόθεση Αρ.: 389/20, V.P. v. Δημοκρατίας, μέσω Yπηρεσίας Ασύλου., ημερ. 12.2.2021 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία]. Όπως υπαγορεύει η πρακτική που ακολουθείται στο δημόσιο τομέα και η λογική προσέγγιση των πραγμάτων, κανένας Διευθυντής δεν λειτουργεί χωρίς την υποστήριξη στελεχωμένης υπηρεσίας. Υπάρχει δε εγγενής εξουσιοδότηση όλων των λειτουργών να ενεργούν στο πλαίσιο των οδηγιών τους. Κατά αναλογία δεν αναμένεται ευλόγως ο Προϊστάμενος να διενεργεί ο ίδιος ως φυσικό πρόσωπο όλες τις συνεντεύξεις και να προβαίνει ο ίδιος σε όλες τις αναγκαίες ενέργειες προ της εκδόσεως της απόφασης επί αιτήσεως ασύλου, αλλά μπορεί να ενεργεί στη βάση εισήγησης λειτουργών που έχουν ακριβώς το καθήκον να προβαίνουν σε ενδελεχή εξέταση κάθε περίπτωσης και να συντάσσουν σχετικό εμπεριστατωμένο πόρισμα, το οποίο δύναται στη συνέχεια ο Προϊστάμενος να εγκρίνει, εκδίδοντας κατά αυτό τον τρόπο την απόφασή του [Βλ. Προσφυγή υπ' αριθμό: 42/2011, Guilan Zou v. Δημοκρατίας, ημερ. 24.1.2013, Προσφυγή υπ' αριθμό 1606/2015, Σολωμού ν. Δημοκρατίας, ημερ. 6.9.2018, Συνεκδικαζόμενες υποθέσεις αρ. 1159/2021 κ.α., Εgypt Air v. Δημοκρατίας, ημερ. 11.4.2019].

 

21.          Υπό το φως των ανωτέρω, ο ισχυρισμός Αιτητή περί αναρμοδιότητας του οργάνου που εξέδωσε την επίδικη απόφαση απορρίπτεται ως αβάσιμος.

 

22.          Σημειώνεται ότι ο Αιτητής δεν προώθησε οποιοδήποτε άλλο λόγο προσφυγής συναφή με τον πυρήνα του αιτήματός του για διεθνή προστασία, καθώς κατά την ακροαματική διαδικασία διευκρίνισε ότι ως μόνο λόγο προσφυγής προωθεί τον ανωτέρω απορριφθέντα. Το γεγονός ότι το παρόν Δικαστήριο είναι δικαστήριο που εξετάζει όχι μόνο τη νομιμότητα αλλά και την ορθότητα των διοικητικών πράξεων, οι οποίες απαριθμούνται στο εδάφιο (4) του άρθρου 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου, δεν αναιρεί την υποχρέωση του Αιτητή να παραθέσει τους λόγους για τους λόγους για τους οποίους θεωρεί ότι οι Καθ’ ων η αίτηση έσφαλαν κατά την αξιολόγηση των περιστάσεών τους και τος λόγους για τους οποίους θεωρεί ότι δικαιούται διεθνούς προστασίας.

 

23.          Ανεξαρτήτως της πιο πάνω κατάληξης, σημειώνεται στο σημείο αυτό το Διάταγμα του Υπουργού Εσωτερικών ημερομηνίας 27.5.2022 (Κ.Δ.Π. 202/2022) δυνάμει του οποίου η χώρα καταγωγής του Αιτητή ορίζεται ως ασφαλής τρίτη χώρα, χωρίς εν προκειμένω ο Αιτητής να έχει προβάλει οποιουσδήποτε ισχυρισμούς/στοιχεία που αφορούν προσωπικά στον ίδιο και οι οποίοι να ανατρέπουν το τεκμήριο περί ασφαλούς τρίτης χώρας. Ο Αιτητής σε κανένα στάδιο της διοικητικής διαδικασίας δεν ήγειρε ισχυρισμό περί δίωξής του από κρατικό δρώντα. Υπενθυμίζεται ότι η διεθνής προστασία είναι δευτερεύουσα εκείνης της χώρας καταγωγής.[1] Σε περίπτωση που παρουσιαστεί οποιαδήποτε απειλή για τον Αιτητή στο τελευταίο τόπο διαμονής του από οποιοδήποτε μη κρατικό δρώντα, αυτός δύναται να αναζητήσει προστασία από τις αρχές της χώρας καταγωγής του, η οποία συγκαταλέγεται στις ασφαλείς χώρες ιθαγένειας δυνάμει της Κ.Δ.Π. 202/2022, δεδομένο το οποίο αποτελεί τεκμήριο της ικανότητας των αρχών της να παρέχουν προστασία στους πολίτες της.

 

Ως εκ τούτου, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με €1000 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ’ ων η αίτηση.

                                                                         Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 

 

 

 



[1] European Asylum Support Office (EASO), ‘Practical Guide: Qualification for International Protection’ (2018), 36 διαθέσιμο σε https://euaa.europa.eu/sites/default/files/easo-practical-guide-qualification-for-international-protection-2018.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 6/4/2022)


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο