ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

                                                                       

                                                                               Υπόθεση αρ. 6591/2022

                                   

29 Μαΐου 2024

 

[Χ. ΠΛΑΣΤΗΡΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

                          Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:

                                           L.C.C.

                                                                                                                                                                                                                                             Αιτητής

Και

 

                     Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω της Υπηρεσίας Ασύλου

 

                                                                                             Καθ' ων η αίτηση

                                                                                                                          

Κ. Αριστοδήμου (κα) για Μ. Παπαλοΐζου (κος), Δικηγόρος για τον Αιτητή

 

Σ. Σταύρου (κα) Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Χ. ΠΛΑΣΤΗΡΑ Δ.Δ.Δ.Δ.Π:   Με την προσφυγή του ο αιτητής, αιτείται την ακύρωση της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 10/09/2022 η οποία κοινοποιήθηκε στον αιτητή στις 26/09/2022 και δια της οποίας απορρίφθηκε η αίτηση του για παροχή διεθνούς προστασίας, ως άκυρης και στερούμενης οποιουδήποτε νομικού αποτελέσματος.

Ως εκτίθεται στην Ένσταση που καταχωρήθηκε από τους Καθ' ων η αίτηση και προκύπτει από το περιεχόμενο του σχετικού Διοικητικού Φάκελου που κατατέθηκε στα πλαίσια των Διευκρινήσεων της παρούσας προσφυγής ως Τεκμήριο 1, ο αιτητής είναι ενήλικας από τη Νιγηρία και στις 31/01/2022 υπέβαλε αίτηση για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας. Στις 06/09/2022 διεξήχθη συνέντευξη στον αιτητή από αρμόδια λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου. Ακολούθως, στις 08/09/2022 η αρμόδια λειτουργός ετοίμασε Εισηγητική Έκθεση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου σχετικά με τη συνέντευξη του αιτητή. Στις 10/09/2022ο εξουσιοδοτημένος λειτουργός από τον Υπουργό Εσωτερικών να εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένουενέκρινε όπως να μην παραχωρηθεί στον αιτητή καθεστώς διεθνούς προστασίας. Στις 26/09/2022 η Υπηρεσία Ασύλου ετοίμασε επιστολή ενημέρωσης προς τον αιτητή σχετικά με την απόρριψη του αιτήματος του. Η επιστολή και η αιτιολόγηση της απόφασης, παραλήφθηκε και υπογράφτηκε ιδιοχείρως από τον αιτητή στις 26/09/2022.

Στη συνέχεια, ο αιτητής καταχώρησε την υπό εξέταση προσφυγή εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου.

Η συνήγορος του αιτητή στα πλαίσια της προσφυγής και της γραπτής αγόρευσης, προώθησε διάφορους λόγους ακύρωσης προς υποστήριξη του αιτήματος για ακύρωσης της προσβαλλόμενης πράξης, τους οποίους εν τέλει εγκατέλειψε κατά το στάδιο των διευκρινήσεων και διατήρησε μόνο το λόγο ακύρωσης που αφορά την τη μη διεξαγωγή δέουσας έρευναςΕνόψει των δηλώσεων της ευπαίδευτης συνηγόρου του αιτητή, όλοι οι λόγοι ακύρωσης ως καταγράφονται στην προσφυγή, πέραν από το λόγο ακύρωσης που αφορά τη μη δέουσα έρευνα εκ μέρους των Καθ΄ων η αίτηση, αποσύρονται και απορρίπτονται.

Οι καθ' ων η αίτηση αντιτάσσουν ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι καθ' όλα νόμιμη, λήφθηκε κατόπιν δέουσας έρευνας και σωστής ενάσκησης των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στους καθ΄ ων η αίτηση, ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη και απορρίπτουν τους προωθούμενους ισχυρισμούς ως νόμω και ουσία αβάσιμους.

Θα προχωρήσω να εξετάσω τον λόγο ακύρωσης που διατήρησε η συνήγορος του αιτητή ήτοι τον ισχυρισμό περί μη διενέργειας της δέουσας έρευνας εκ μέρους των καθ' ων η αίτηση.

Κατά πάγια νομολογία, η επάρκεια της έρευνας, η έκταση και ο τρόπος διεξαγωγής της, ποικίλει ανάλογα με τα υπό διερεύνηση γεγονότα. Προκαθορισμένος τρόπος δεν υπάρχει. Με την προϋπόθεση ότι η έρευνα είναι επαρκής, το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει στον τρόπο που η διοίκηση επέλεξε να διερευνήσει το θέμα, ούτε και υποκαθιστά τα υπ' αυτής διαπιστωθέντα πρωτογενή ευρήματα (βλ. Motorways Ltd v. Υπουργού Οικονομικών κ.ά. (1999) 3 Α.Α.Δ. 447 και Ράφτης ν. Δημοκρατίας κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 345 και Κώστας Γρηγορίου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1002/2009, ημερ. 27.10.2011).

 

Στη βάση της πιο πάνω υποχρέωσης του αρμόδιου οργάνου για δέουσα έρευνα θεωρώ χρήσιμο να καταγραφούν οι ισχυρισμοί του αιτητή σε όλα τα στάδια εξέτασης του αιτήματός του, για να διαφανεί εάν όντως το αρμόδιο όργανο προέβη στη δέουσα υπό τις περιστάσεις έρευνα.

Στο πλαίσιο του εντύπου της αίτησής του για διεθνή προστασία, ο αιτητής αναφέρει ότι οι άνθρωποι της κοινότητας στην οποία ανήκει απείλησαν να τον σκοτώσουν καθότι εκείνος είναι χριστιανός ενώ εκείνοι είναι ειδωλολάτρες, ακόλουθοι του Ogwugwu Akpu Shrine. Ο πατέρας του υπήρξε αρχιερέας και σύμφωνα με την παράδοση  δύο εβδομάδες μετά την ταφή του ο γιος του αναλαμβάνει την ηγεσία. Καθώς ο αιτητής είναι μοναχοπαίδι και χριστιανός  δεν μπορεί να υπηρετεί δύο θεούς οπότε η κοινότητα έκρινε ότι έπρεπε να τον θυσιάσει καθώς αρνήθηκε την προσφορά τους. Δεν είχε άλλη επιλογή πέρα από το να φύγει μακριά και να αναζητήσει άσυλο στην Κύπρο καθώς αν επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του θα πεθάνει ή θα παρανοήσει.

 

Στο πλαίσιο της προσωπικής του συνέντευξης, ερωτηθείς ο αιτητής σχετικά με τον λόγο που εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του, επανάλαβε τα όσα δήλωσε κατά την καταγραφή του αιτήματός του για παροχή διεθνούς προστασίας. Σε σχετική ερώτηση εάν γνώριζε τον ακριβή ρόλο του πατέρα του σχετικά με την λατρεία των ειδώλων, ο ίδιος απάντησε αρνητικά, προσθέτοντας ότι ήταν ο αρχιερέας πριν γεννηθεί ο ίδιος, αλλά ουδέποτε προσπάθησε να τον εντάξει σ΄αυτό. Σε ερώτηση του λειτουργού να προβεί σε περιγραφή του Ogwugwu Akpu Shrine ο Αιτητής δεν παρείχε κάποια πληροφορία δηλώνοντας μόνο ότι αποτελεί worshiping’. Ακολούθως, ο ίδιος δήλωσε ότι είναι Χριστιανός από την ηλικία τον 10 ετών, και ότι μόνος του πήγαινε σε καθολική εκκλησία για να προσευχηθεί στον Θεό. Σε σχετική ερώτηση του αρμόδιου λειτουργού, το πως αντέδρασε ο πατέρας του σχετικά με το ότι ο ίδιος ήταν Χριστιανός, ο ίδιος δήλωσε ότι δεν το αποδεχόταν, αλλά παρ΄όλα αυτά του επέτρεπε να πηγαίνει στην εκκλησία, δηλώνοντας κιόλας ότι βαπτίστηκε στην ηλικία των 15 ετών, ο πατέρας του το γνώριζε και το είχε αποδεχθεί, παρότι οι γονείς του δεν ήταν Χριστιανοί. Πρόσθετα, ερωτηθείς πως γίνεται ο πατέρας του να αποδεχθεί τον μοναχογιό του να είναι Χριστιανός, μιας και όχι μόνο ήταν νεαρός όταν έγινε Χριστιανός αλλά και σύμφωνα με την παράδοση, θα τον αντικαθιστούσε, απάντησε με γενικότητες, δηλώνοντας ότι απλά πήγαινε στην εκκλησία και προσευχόταν. Ερωτώμενος σχετικά με το χρονικό σημείο κατά το οποίο ελήφθη η απόφαση ο Αιτητής να θυσιαστεί ο Αιτητής ανέφερε ότι στην ταφή του πατέρα του τον Σεπτέμβριο μέλη της κοινότητας του μίλησαν σχετικά με αυτό. Τότε εκείνος έφυγε και πήγε στην Εκκλησία όπου διέμεινε επί μία εβδομάδα πριν να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής. Πρόσθεσε ότι σε περίπτωση επιστροφής του η κοινότητα θα τον σκοτώσει  ή θα οδηγηθεί στην παράνοια, καθότι ο ίδιοι έχουν την μαγική δύναμη να το κάνουν αυτό. Ερωτώμενος σχετικά με την πιθανότητα να εγκατασταθεί σε κάποιο άλλο τμήμα της χώρας και να είναι ασφαλής απάντησε αρνητικά διότι μπορεί να τον εντοπίσουν οπουδήποτε με την πνευματική τους μαγική δύναμη. 

Η αρμόδια λειτουργός αξιολογώντας τις δηλώσεις του αιτητή, κατά το στάδιο της συνέντευξης του, σχημάτισε δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς, έναν αναφορικά την υπηκοότητα, την περιοχή καταγωγής και τον τελευταίο τόπο διαμονής του, Anambra και έναν δεύτερο σχετικά με τον φόβο δίωξής του από την κοινότητά του η οποία ήθελε να τον χρίσει αρχιερέα μετά τον θάνατο του πατέρα του. Ο πρώτος ισχυρισμός έγινε δεκτός, ο δεύτερος όμως έτυχε απόρριψης.

Ειδικότερα, στον πρώτο κρίθηκε ότι στοιχειοθετήθηκε τόσο η εσωτερική όσο και η εξωτερική αξιοπιστία του αιτητή σχετικά με την περιοχή καταγωγής του, Umuoma Uli καθώς η περιοχή αυτή αναφερόταν ως τόπος γέννησής του, στο διαβατήριο το οποίο προσκόμισε ο Αιτητής.

Σε ό,τι αφορά τον δεύτερο ισχυρισμό, οι δηλώσεις του Αιτητή σύμφωνα με τη λειτουργό στερούνται λογικής συνέπειας, λεπτομέρειας και ακρίβειας ενώ θεωρήθηκε ότι δεν απάντησε ικανοποιητικά στις διευκρινιστικές ερωτήσεις που του τέθηκαν. Πιο συγκεκριμένα, απάντησε γενικόλογα όταν ερωτήθηκε σχετικά με τη λατρεία των ειδώλων, το ρόλο του πατέρα του ως αρχιερέα ενώ διαπιστώθηκε ότι δεν είχε γνώσεις σχετικά με την λατρεία των ειδώλων παρ’ όλο που ήταν γιος του αρχιερέα της θρησκείας αυτής.  Περαιτέρω, η λειτουργός επεσήμανε ότι ο Αιτητής υπήρξε γενικόλογος σχετικά με τη χριστιανική του πίστη και τη στάση του πατέρα του απέναντι στην επιλογή του Αιτητή να ακολουθήσει το χριστιανισμό ενώ η αφήγηση των περιστατικών που αφορούν τον υπό εξέταση, δεύτερο ισχυρισμό παρουσιάζει χρονικές ασυνέπειες. Σε ό,τι αφορά την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού του Αιτητή η λειτουργός δεν παρέθεσε πληροφορίες από τη χώρα καταγωγής καθώς θεώρησε ότι τα όσα ανέφερε ο Αιτητής αποτελούν το μοναδικό τεκμήριο προς υποστήριξη του αιτήματός του και δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι που να δικαιολογούν την οποιαδήποτε ανάλυση μέσω άλλων πηγών πληροφόρησης.

Ακολούθως, η αρμόδια λειτουργός προέβη σε αξιολόγηση κινδύνου στη βάση του μοναδικού αποδεκτού ουσιώδους ισχυρισμού. Στα πλαίσια της εν λόγω αξιολόγησης, η αρμόδια λειτουργός, αφού έλαβε υπόψη όλα τα συναφή στοιχεία που άπτονται στον πυρήνα του αιτήματος του και μετά από εξατομικευμένη εξέταση του αιτήματος κατέληξε ότι δεν τεκμηριώνεται η ύπαρξη παρελθούσας δίωξης, αλλά ούτε επίσης μελλοντικός κίνδυνος δίωξης ή έκθεσης σε σοβαρή βλάβη.

Ενόψει των πιο πάνω ευρημάτων, η αρμόδια λειτουργός, αξιολογώντας περαιτέρω τον κίνδυνο που διατρέχει ο αιτητής στη χώρα καταγωγής του και λαμβάνοντας υπόψη το προφίλ του αιτητή, έκρινε ότι δεν δικαιούται προσφυγικό καθεστώς, αφού στο πρόσωπο του δεν συντρέχουν εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία που θα μπορούσαν να στοιχειοθετήσουν το γεγονός ότι εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του και δεν επιθυμεί να επιστρέψει σε αυτή λόγω δικαιολογημένου φόβου δίωξης για ένα από τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 3 και 3Δ του Περί Προσφύγων Νόμου ήτοι την εθνικότητα την φυλή, τη θρησκεία, την ιδιότητα μέλους σε μια συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα ή την πολιτική γνώμη όπως περιγράφεται στο άρθρο 1Α της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 και το άρθρο 10 της οδηγίας 2011/95/ΕΕ. Περαιτέρω, θεώρησε ότι δεν δικαιολογείται αναγνώριση συμπληρωματικής προστασίας στο πρόσωπο του αιτητή, καθότι ο κίνδυνος που μπορεί να αντιμετωπίσει ο αιτητής σε περίπτωση επιστροφής του δεν συνιστά πραγματικό κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης ή βασανιστηρίων ή απάνθρωπης και εξευτελιστικής μεταχείρισης δυνάμει του άρθρου 15(α) και (β) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ (αντίστοιχο άρθρο19(2) (α) και (β) του περί Προσφύγων Νόμου). Επιπρόσθετα, η αρμόδια αρχή, στη βάση πληροφοριών αναφορικά με την κατάσταση που επικρατεί σήμερα στην πολιτεία Anambra, έκρινε ότι ούτε και οι προϋποθέσεις για χορήγηση συμπληρωματικής προστασίας συντρέχουν δυνάμει του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ (αντίστοιχο άρθρο19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου), μιας δεν επικρατούν συνθήκες αδιάκριτης βίας στην πολιτεία Anambra  αφού στον τόπο  διαμονής του αιτητή η κατάσταση που επικρατεί δεν έχει την έννοια της ύπαρξης εσωτερικής ένοπλης σύρραξης.

Ενόψει των πιο πάνω αναφερθέντων, κρίνω ότι ουδεμία περαιτέρω έρευνα χρειαζόταν για την εξέταση της αίτησης του αιτητή.

 

Λαμβάνοντας υπόψιν τις δηλώσεις του Αιτητή, ως αυτές προβλήθηκαν καθόλη τη διαδικασία εξέτασης του αιτήματός του και οι οποίες παρατέθηκαν λεπτομερώς ανωτέρω, παρατηρώ εκ προοιμίου ότι αυτός υπέπεσε σε πολλές αντιφάσεις, οι οποίες πλήττουν καίρια την αξιοπιστία του.

Επί του κρίσιμου ρόλου της αξιοπιστίας των αιτητών ασύλου κατά την εξέταση του αιτήματός τους, παραπέμπω στην απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου (Αναθεωρητική Δικαιοδοσία) στην Υποθ. Αρ. 626/2010, JAFAR KALASH v. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ημερ. 08/10/2013, το σκεπτικό της οποίας υιοθετώ και δια της παρούσης: « ΄Έχει νομολογηθεί ότι κρίση επί της αξιοπιστίας του αιτητή και έγκριση κωλύματος έγκρισης αίτησης για το λόγο αναξιοπιστίας ως προς τα προβαλλόμενα από τον αιτητή είναι επιτρεπτή (Amiri v. Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων κ.α. (2009) 3 Α.Α.Δ. 358).  Όπως ορθώς υποδεικνύει η συνήγορος των καθ΄ ων η αίτηση, ο βασικός λόγος για τον οποίο δεν έγινε δεκτό το αίτημα του αιτητή ήταν το γεγονός της μη απόδειξης της αληθοφάνειας των βασικών ισχυρισμών του και του κλονισμού της αξιοπιστίας του λόγω ουσιωδών αντιφάσεων, ελλείψεων και αδυναμιών όπως εντοπίστηκαν στις συνεντεύξεις.  Αυτό είναι ένα εμπόδιο που ρητά αναγνωρίζεται ως κώλυμα στην έγκριση αιτήματος ασύλου, από τις πρόνοιες του ιδίου του Εγχειριδίου των Ηνωμένων Εθνών για το Καθεστώς των Προσφύγων στο οποίο παραπέμπει τόσο ο αρμόδιος Λειτουργός στην εισήγησή του, όσο και η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων στην προσβαλλόμενη απόφασή της. Συγκεκριμένα το άρθρο 196 του Εγχειριδίου προβλέπει:

«Αλλά ακόμη και μια τόσο ανεξάρτητη έρευνα μπορεί να μην έχει πάντοτε επιτυχία και είναι μάλιστα ενδεχόμενο να υπάρχουν ισχυρισμοί ανεπίδεκτοι απόδειξης. Σε τέτοιες περιπτώσεις, αν η αφήγηση του αιτούντος φαίνεται αξιόπιστη, η περίπτωση του πρέπει, εκτός αν υπάρχουν σοβαροί λόγοι για το αντίθετο, να τύχει του ευεργετήματος της αμφιβολίας».

Και στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 197 του Εγχειριδίου προβλέπεται ότι:

 

«Η προϋπόθεση έτσι της τεκμηρίωσης δεν πρέπει να τηρείται με μεγάλη αυστηρότητα ενόψει της δυσχέρειας της απόδειξης που είναι εγγενής στην ειδική κατάσταση, στην οποία βρίσκεται ο αιτών το καθεστώς του πρόσφυγα.  Η ανοχή μιας τέτοιας πιθανής έλλειψης τεκμηρίωσης δεν σημαίνει πάντως ότι οι αθεμελίωτοι ισχυρισμοί πρέπει να εκλαμβάνονται κατ΄ ανάγκη ως αληθείς εάν είναι ανακόλουθοι προς τη συνολική αφήγηση του αιτούντος».

 

Ο αιτητής κρίθηκε αναξιόπιστος επειδή ακριβώς δεν μπόρεσε να τεκμηριώσει τους ισχυρισμούς του κατά τη συνέντευξη:  δεν κατάφερε να τεκμηριώσει τους ισχυρισμούς του σε αναφορά με τον ισχυριζόμενο φόβο δίωξης του από την τρομοκρατική ομάδα Boko Haram μετά τον θάνατο των γονιών του.  Τα σημεία αναξιοπιστίας του διαπιστώθηκαν κατά την εξέταση από το αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου στη συνέντευξη του που διενεργήθηκε(ημερ. 7.7.2021), με αποτέλεσμα να πλήττουν σοβαρά την αξιοπιστία του αιτητή στον πυρήνα του αιτήματός του  και δικαιολογημένα εγείρει κώλυμα έγκρισης της αίτησης (Mohammad Amiri v. Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων κ.α. (2009) 3 Α.Α.Δ. 358). »

 

Ορθώς λοιπόν θεωρώ κρίθηκε από τους Kαθ' ων η αίτηση ότι, τα όσα προβλήθηκαν στη συνέντευξη του αιτητή, ως ανωτέρω καταγράφονται, έθεταν εύλογα εν αμφιβόλω την αξιοπιστία των λεγομένων του αναφορικά με τα όσα ισχυρίστηκε, καθότι δεν ήταν σε θέση να παρέχει ικανοποιητικές πληροφορίες σχετικά με τον ισχυριζόμενο φόβο δίωξης του ενώ οι απαντήσεις του στερούνταν εύλογα αναμενόμενων λεπτομερειών και περιείχαν αρκετές ελλείψεις, αντιφάσεις και ασυνέπειες όσον αφορά τι τον κίνδυνο που ισχυρίστηκε ότι διατρέχει. Πιο συγκεκριμένα, ο Αιτητής αν και αναφέρθηκε στη Ogwugu Akpu Shrine δεν ήταν σε θέση να δώσει καμία πληροφορία ή λεπτομέρεια σχετικά με την ειδωλολατρική θρησκεία αυτή, τον ρόλο του πατέρα του ως αρχιερέα και τον τρόπο με τον οποίον έγινε αποδεκτό ή ανεκτό ο ίδιος να είναι ακόλουθος του χριστιανισμού παρ’ όλο που ήταν ο μοναδικός γιος του πατέρα του και συνεπώς ο μοναδικός διάδοχός του. Οι δηλώσεις του Αιτητή υπήρξαν μη συνεκτικές καθώς αφενός δήλωσε ότι μέλη της κοινότητας τον προσέγγισαν μετά τον θάνατο του πατέρα του προκειμένου να τον διαδεχτεί στο ρόλο τον οποίο κατείχε αφετέρου δεν γνώριζε βασικές πληροφορίες για τη θρησκεία, τη θέση του πατέρα του και το ρόλο τον οποίο αναλάμβανε καθιστώντας μη εύλογη την ανάληψη του ρόλου αυτού. Ο Αιτητής υπήρξε αντιφατικός ως προς τις δηλώσεις που αφορούν το ζήτημα της χριστιανικής του πίστης και της αποδοχής της πίστης του αυτής από τον πατέρα του. Πιο συγκεκριμένα, ανέφερε ότι ο πατέρας του αφενός δεν αποδεχόταν το ότι ο Αιτητής ήταν χριστιανός, αφετέρου αποδεχόταν το ότι πήγαινε στην Εκκλησία και ότι ο πατέρας του γνώριζε ότι είχε βαπτιστεί, το αποδεχόταν και δεν είχε πρόβλημα. Κατά την αφήγηση των περιστατικών που αφορούν στο θάνατο του πατέρα του Αιτητή τον Σεπτέμβριο του 2021, την προσέγγισή του από μέλη της κοινότητας προκειμένου να διαδεχτεί τον πατέρα του, την διαφυγή του και αναζήτηση καταφυγίου στην Εκκλησία και την αναχώρησή του από τη χώρα καταγωγής, παρατηρούνται χρονικές ασυνέπειες καθώς μεταξύ του θανάτου του πατέρα του Αιτητή τον Σεπτέμβριο του 2021 και της αναχώρησής του από τη χώρα καταγωγής, μεσολαβεί διάστημα δύο μηνών, ωστόσο ο Αιτητής δήλωσε ότι μετά την ταφή κατέφυγε στην Εκκλησία μέχρι να αναχωρήσει από τη χώρα καταγωγής, η χρονική διάρκεια όμως της διαμονής του εκεί είναι μία εβδομάδα σύμφωνα με τις δηλώσεις του. Ο αιτητής δεν παρέχει καμία άλλη λεπτομέρεια ως προς το υπόλοιπο διάστημα το οποίο μεσολάβησε από τον θάνατο του πατέρα του, την προσέγγισή του από μέλη της κοινότητας και την αναχώρησή του από τη χώρα καταγωγής του.

 

Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού αυτού, οι πηγές σε ό,τι αφορά τα άτομα τα οποία φοβούνται ότι θα πέσουν θύματα τελετουργικής θυσίας ο οδηγός της EUAA για τη Νιγηρία του 2021 αναφέρει ότι: «Τελετουργικές δολοφονίες συμβαίνουν προκειμένου να αποκτηθούν μέρη ανθρώπινου σώματος για χρήση σε τελετουργίες. Φαίνεται να είναι ένα αυξανόμενο φαινόμενο. Αναφέρεται ότι το πρώτο πεντάμηνο του 2018 σημειώθηκαν 72 θάνατοι που σχετίζονται με τελετουργικές δολοφονίες. Τα θύματα τελετουργικών δολοφονιών μπορεί να περιλαμβάνουν οποιονδήποτε, αν και οι αναφορές συχνά αφορούν την τελετουργική δολοφονία γυναικών (συγκεκριμένα παρθένων) και μωρών[1]. Αναφέρθηκε ότι οι θάνατοι λόγω μαγείας και τελετουργικών δολοφονιών αντιπροσώπευαν το 1% όλων των βίαιων θανάτων μεταξύ 2006 και 2014[2],[3]

 

Παρ’ όλο που οι πληροφορίες από τη χώρα καταγωγής υποστηρίζουν κάποιες από τις δηλώσεις του Αιτητή, ο σχετικός ισχυρισμός δεν γίνεται δεκτός από το Δικαστήριο εξ αιτίας της ελλιπούς εσωτερικής αξιοπιστίας των δηλώσεων του Αιτητή.

 

Υπό το φως των πραγματικών περιστατικών της υπό κρίση υπόθεσης που έγιναν αποδεκτά, κρίνεται ότι ορθώς οι Καθ' ων η αίτηση διαπίστωσαν, σύμφωνα και με τα πιο πάνω, ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για την αναγνώριση του Αιτητή ως πρόσφυγα, καθώς όπως προκύπτει από το πιο πάνω ιστορικό, ο αιτητής δεν τεκμηρίωσε κατά τρόπο κανένα απολύτως ισχυρισμό ο οποίος στοιχειοθετεί βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης, που να εμπίπτει στις προϋποθέσεις αναγνώρισης του καθεστώτος του πρόσφυγα στο πρόσωπό του, έτσι όπως η έννοια του πρόσφυγα ερμηνεύεται στην Σύμβαση της Γενεύης του 1951 και από τον Περί Προσφύγων Νόμο, καθότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας, ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων σύμφωνα με το άρθρο 3 του Περί Προσφύγων Νόμου.

 

Συνακόλουθα ο αιτητής δεν επικαλέστηκε κανέναν ουσιώδη λόγο που να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη υπό τη μορφή θανατικής ποινής ή εκτέλεσης ή βασανιστηρίων, εξευτελιστικής ή απάνθρωπης μεταχείρισης ή τιμωρίας, για να του δοθεί συμπληρωματική προστασία σύμφωνα με το άρθρο 19 (2) (α), (β) του Περί Προσφύγων Νόμου.

 

Περαιτέρω, προκειμένου να διαπιστωθεί εάν συντρέχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, ο Αιτητής, σε περίπτωση επιστροφής  στη χώρα καταγωγής του θα αντιμετωπίσει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, ως οι διατάξεις του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου προβλέπουν, το Δικαστήριο ανέτρεξε σε έγκυρες πηγές πληροφόρησης για τη χώρα του Αιτητή, προς εξέταση της κατάστασης που επικρατεί σε αυτήν και συγκεκριμένα στην πολιτεία Anambra, η οποία θεωρείται ο συνήθης τόπος διαμονής του.

Στην εν λόγω πολιτεία, η οποία βρίσκεται στην νοτιοανατολική γεωγραφική ζώνη της Νιγηρίας, οι κύριοι παράγοντες στην κατάσταση ασφαλείας είναι αστυνομικές δυνάμεις, συμπεριλαμβανομένου του SARS, άγνωστων ενόπλων και κοινοτικών πολιτοφυλακών, σέκτες και κοινότητες αγροτών και κτηνοτρόφων που συγκρούονταν για τη γη, ενώ τα περισσότερα περιστατικά ασφαλείας που εντοπίζονται για το 2020 αφορούν κυρίως βίαιες συγκρούσεις μεταξύ των κοινοτήτων σχετικά με εδαφικές/κτηματικές διαφορές[4].

Σύμφωνα με τα στοιχεία του Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED), κατά το διάστημα 03/05/2023 – 03/05/2024, στην πολιτεία Anambra, καταγράφηκαν 111 περιστατικά ασφαλείας με 152 ανθρώπινες απώλειες[5].

Κατά την απογραφή πληθυσμού του 2006, ο πληθυσμός της πολιτείας Anambra ανερχόταν στα 4.177.828, βάσει του οποίου υπολογίζεται ότι το 2016, ο πληθυσμός ανερχόταν σε 5.527.809,[6] ενώ βάσει υπολογισμών για το έτος 2022, ο πληθυσμός ανέρχεται σε 5.953.500 κατοίκους[7], καθίσταται κατανοητό ότι ο ανωτέρω αναφερόμενος αριθμός θανάτων στην εν λόγω περιοχή από περιστατικά ασφαλείας (152 θάνατοι) δεν ανέρχεται σε τόσο υψηλά επίπεδα σε σχέση με τον συνολικό πληθυσμό της περιοχής, έτσι ώστε η κατάσταση στην εν λόγω περιοχή να μπορεί να χαρακτηριστεί ως κατάσταση αδιάκριτης βίας. Συνεπώς, δεν υπάρχει πραγματικός κίνδυνος για κάποιον πολίτη να επηρεαστεί προσωπικά από συνθήκες οι οποίες εμπίπτουν στις πρόνοιες του άρθρου 15(γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ στην πολιτεία Anambra.

Περαιτέρω, να σημειωθεί ότι στο συγκριτικό χάρτη αναφορικά με την αδιάκριτη βία στην Νιγηρία, βάσει πληροφοριών επικαιροποιημένων τον Απρίλιο του 2021, που βρέθηκε σε έκθεση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Ασύλου (EUAA - πρώην EASO), φαίνεται ότι στην πολιτεία Anambra ένας άμαχος δεν αντιμετωπίζει κίνδυνο να επηρεαστεί κατά τα διαλαμβανόμενα του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ][8].

Κατά συνέπεια, η περιοχή Umuamu Uli της πολιτείας Anambra της Νιγηρίας, από την οποία κατάγεται ο Αιτητής και την οποία το Δικαστήριο θεωρεί ως την περιοχή της τελευταίας συνήθους διαμονής του, δεν φαίνεται να πλήττεται από συγκρούσεις και περιστατικά βίας και συνεπώς να πληρείται το όριο του άρθρου 15(γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, ως αυτό ερμηνεύθηκε από τις αποφάσεις C-465/07 - Elgafaji και C‑285/12 - Diakité του ΔΕΕ[9]. Πέραν τούτου, λαμβάνοντας υπόψιν και το ατομικό προφίλ του Αιτητή, που δεν χαρακτηρίζεται από ιδιαίτερες περιστάσεις, δεδομένου ότι ο αιτητής συνιστά ενήλικα μονήρη άντρα, χωρίς προβλήματα υγείας και μέλος της οικογένειάς του (θείος) βρίσκεται στην ίδια πολιτεία ήτοι την Anambra, θεωρώ ότι δεν εγείρονται ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι αυτός θα διατρέξει κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του και συγκεκριμένα στην πολιτεία Anambra.

Με βάση το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου τα οποία περιορίζονται στο περιεχόμενο του σχετικού διοικητικού φακέλου, αφού ουδεμία περαιτέρω μαρτυρία προσκομίστηκε στα πλαίσια της παρούσας προς υποστήριξη της αιτήσεως και αφού εξέτασα, τόσο τη νομιμότητα, όσο και την ουσία της υπό αναφορά υπόθεσης, καταλήγω ότι το αίτημα του αιτητή εξετάστηκε επιμελώς σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και εύλογα η Υπηρεσία Ασύλου απέρριψε την αίτηση του αιτητή.

Εν τέλει, σημειώνεται ότι ο Υπουργός Εσωτερικών, ασκώντας την εξουσία που του παρέχει το άρθρο12Βτρις του περί Προσφύγων Νόμου, Ν.6(Ι)/2000, έκδωσε την Κ.Δ.Π 166/23, δυνάμει της οποίας η Νιγηρία περιλαμβάνεται στον κατάλογο των χωρών με τις ασφαλείς χώρες ιθαγένειας. Ο αιτητής στην παρούσα δεν έχει προβάλει οποιοδήποτε λόγο για να θεωρηθεί ότι η χώρα αυτή δεν είναι ασφαλής χώρα ιθαγένειας, στη βάση των όσων διαλαμβάνονται από το αρ.12Βτρις (6).

Η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με €1000 έξοδα υπέρ των καθ' ων η αίτηση, και εναντίον του αιτητή.

 

                                                                                 Χ. ΠΛΑΣΤΗΡΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 

 



[1] BBC, Nigerian girl 'killed for witchcraft rituals', 14 November 2017, https://www.bbc.com/news/world-africa-41985115; Punch, Season of death: Female undergraduates turn preys hunted by ritual killers, 11 March 2017, https://punchng.com/season-of-death-female-undergraduates-turn-preys-hunted-by-ritual-killers/

[2] Nigeriawatch, Database, n.d. http://www.nigeriawatch.org/; Punch, Return of Badoo ritual killings in Lagos, 19 January 2018, http://punchng.com/return-of-badoo-ritual-killings-in-lagos/

[3] EUAA, Country Guidance Nigeria, October 2021, https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2022-01/Country_Guidance_Nigeria_2021.pdf, σ.75

 

[4] EASO, Country Guidance: Nigeria - Common analysis and guidance note (October 2021), https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2022-01/Country_Guidance_Nigeria_2021.pdf, σ.116

[5] Acled dashboard, Nigeria, Anambra state, 03/05/2023-03/05/2024, https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard

[6] Nigeria, National Bureau of Statistics, National Population Estimates, όπως παραβάλλεται στο EUAAEuropean Union Agency for Asylum (formerly: European Asylum Support Office, EASO) (Author): Nigeria - Security situation, June 2021, σελ. 188, διαθέσιμο σε:
https://www.ecoi.net/en/file/local/2053722/2021_06_EASO_COI_Report_Nigeria_Security_situation.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 29/05/2024)

[7] City Population, NIGERIA: States & Agglomerations, διαθέσιμο σε: https://citypopulation.de/en/nigeria/cities/?cityid=13438 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 29/05/2024)

[8] Ο.π.

[9] Βλ.  Απόφαση ΔΕΕ C-285/12 Aboubacar Diakité ν. Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides ημερ.30/01/2014 (βλ. σκέψη 31), όπως επίσης απόφαση ΔΕΕ C-465/07 Meki Elgafaji, Noor Elgafali v Staatssecretaris van Justitie ημερ. 17/2/2009 (βλ. σκέψη 39, 43).


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο