ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

 

                                                                                        Υπόθεση Αρ. 6806/21

 

8 Μαΐου, 2024

 

[X. MΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:

 

G.V.

  Αιτητή

 

-και-

 

Κυπριακής Δημοκρατίας, μεσω Υπηρεσίας Ασύλου

 

 

               Καθ' ων η αίτηση

 

......................................

 

Δώρος Κακουλλής, Δικηγόρος για τον αιτητή

 

Σταυρούλλα Σταύρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

Χ. Μιχαηλίδου , Δ.Δ.Δ.Δ.Π.:  Ο αιτητής προσφεύγει με την παρούσα αίτηση ακυρώσεως εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 31/08/2021, με την οποία απορρίφθηκε η αίτησή του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας.

 

Όπως προκύπτει από την Ένσταση που καταχωρήθηκε από την ευπαίδευτη συνήγορο που εκπροσωπεί τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας τα γεγονότα της υπό εξέταση περίπτωσης έχουν ως κατωτέρω: Ο αιτητής είναι υπήκοος της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό (στο εξής «Λ.Δ.Κ.») και αφίχθηκε παράνομα στην Κυπριακή Δημοκρατία στις 20/07/2019. Την ίδια ημέρα, συμπλήρωσε αίτηση για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας και στις 22/07/2019 παρέλαβε τη βεβαίωση υποβολής αίτησης διεθνούς προστασίας από το Επαρχιακό Γραφείο Αλλοδαπών Λευκωσίας.

 

Στις 11/02/2021 πραγματοποιήθηκε προφορική συνέντευξη του αιτητή από λειτουργό της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο (στο εξής «EASO»). Στις 13/08/2021, αρμόδιος λειτουργός της EASO ετοίμασε Έκθεση -Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου εισηγούμενος την απόρριψη του αιτήματος του αιτητή. Στη συνέχεια, συγκεκριμένος λειτουργός που δύναται δυνάμει σχετικής εξουσιοδότησης από τον Υπουργό Εσωτερικών να εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, υιοθέτησε την εισήγηση για απόρριψη της αίτησης στις 31/08/2021.

 

Η Υπηρεσία Ασύλου στις 04/10/2021 εξέδωσε επιστολή, στην οποία συμπεριέλαβε την απορριπτική της απόφαση σχετικά με το αίτημά του, η οποία παραλήφθηκε από τον αιτητή στις 07/10/2021.  Στη συνέχεια, ο αιτητής καταχώρισε στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας την υπό εξέταση προσφυγή εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου.

 

Ο συνήγορος του αιτητή μέσω της γραπτής του αγόρευσης εισηγείται πως η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε χωρίς να προηγηθεί η δέουσα υπό τις περιστάσεις έρευνα.  Επιπρόσθετα, ο συνήγορος του αιτητή ισχυρίζεται πως ο αιτητής εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής γιατί κινδύνευε η ζωή του λόγω της θρησκείας του 

 

Η συνήγορος των καθ' ων η αίτηση υπεραμύνθηκε της νομιμότητας της απόφασης μέσω της Γραπτής της Αγόρευσης και υποστήριξε πως η προσβαλλόμενη απόφαση είναι καθ' όλα νόμιμη, επαρκώς αιτιολογημένη και σύμφωνη με τη σχετική νομοθεσία. Ειδικότερα, εισηγείται ότι, ως προς τους προβληθέντες ισχυρισμούς, ο αιτητής δεν κατάφερε να αποσείσει το βάρος απόδειξης που του αναλογεί και ως εκ τούτου, δεν απέδειξε βάσιμο φόβο δίωξης ή κίνδυνο σοβαρής βλάβης, σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του. Τέλος, εισηγείται πως οι λόγοι ακυρώσεως που προωθεί είναι γενικοί και αόριστοι και ότι δεν είναι σύμφωνοι με τον Κανονισμό 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962.

 

Σύμφωνα με τον Κανονισμό 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, προβλέπεται πως (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου): «7. Έκαστος διάδικος δέον δια των εγγράφων προτάσεων αυτού να εκθέτη τα νομικά σημεία επί των οποίων στηρίζεται, αιτιολογών συγχρόνως ταύτα πλήρως. Διάδικος εμφανιζόμενος άνευ συνηγόρου δεν υποχρεούται εις συμμόρφωσιν προς τον κανονισμόν τούτον.»

 

Στην απόφαση Δημοκρατία ν. Κουκκουρή (1993) 3 ΑΑΔ 598, καθορίστηκε πως οι αγορεύσεις συγκεκριμενοποιούν τα επίδικα και/ή υπό συζήτηση θέματα και αναφέρθηκαν τα εξής (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου):

 

«(1) Ο εξεταστικός χαρακτήρας της διαδικασίας κάτω από το Άρθρο 146 αμβλύνει μεν το στοιχείο της αντιπαράθεσης που ενυπάρχει στους δικονομικούς θεσμούς (προσαρμοσμένους στην πολιτική δίκη), δεν καταργεί όμως τη δικογραφία ως το μέσο προσδιορισμού των επιδίκων θεμάτων. Οι τελικές αγορεύσεις που υποβάλλονται μετά την επιθεώρηση των φακέλων εξειδικεύουν και συγκεκριμενοποιούν τα επίδικα θέματα (που προσδιορίζονται στην αίτηση) που καλείται το δικαστήριο να επιλύσει.».

 

Στην απόφαση Σπύρου και άλλων ν. Δημοκρατίας, (1995) 4(Δ) ΑΑΔ, 2549, αναφέρθηκαν τα πιο κάτω (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου):

 

«Το γεγονός ότι το άρθρο 146.1 του Συντάγματος καταγράφει ως αιτίες ακυρότητας την αντίθεση προς τις διατάξεις του Συντάγματος, ή το Νόμο, και την υπέρβαση ή κατάχρηση εξουσίας, δεν σημαίνει ότι αρκεί η γενική επίκληση κάποιας από αυτές χωρίς άλλο. Η ταξινόμηση κάποιου νομικού λόγου ως υπαγομένου στα πιο πάνω, είναι εγχείρημα ουσίας που προϋποθέτει την έγερση του σύμφωνα με τις δικονομικές διατάξεις.»

 

Πρόσθετα, στην απόφαση της υπόθεσης του Ανωτάτου Δικαστηρίου Ανθούση ν. Δημοκρατίας, (1995) 4(Γ) ΑΑΔ 1709, αναφέρθηκε πως οι γενικοί και αόριστοι προβαλλόμενοι στις αγορεύσεις ισχυρισμοί, δεν μπορούν να εξεταστούν από το Δικαστήριο και συγκεκριμένα αποφασίστηκε ότι (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου):

 

«Στην καλύτερη περίπτωση μπορεί να λεχθεί ότι εγείρεται με πολλή γενικότητα και αοριστία π.χ. παράβαση νόμου ή κακή εφαρμογή του νόμου. Όμως αυτό δεν αρκεί. Αν η εισήγηση γινόταν δεκτή θα παρεχόταν ευχέρεια για τη συζήτηση σχεδόν κάθε θέματος. Με αποτέλεσμα τον εξοβελισμό των δικονομικών διατάξεων και του ρόλου τους στον καθορισμό των επίδικων θεμάτων και της διεξαγωγής της διοικητικής δίκηςΗ συγκεκριμενοποίηση όμως σε λογικά όρια κρίνεται απαραίτητη. Ο προτεινόμενος λόγος δεν καλύπτεται. Και εφόσον δεν λήφθηκαν τα απαραίτητα διαβήματα δεν επιτρέπεται να συζητηθεί

 

Στην απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3Α.Α.Δ. 598, λέχθηκε πως (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου):

 

«Ο Κανονισμός 7 των Διαδικαστικών Κανονισμών του 1962, θέτει υποχρέωση σε κάθε διάδικο, δια των εγγράφων προτάσεών του «να εκθέτει τα νομικά σημεία επί των οποίων στηρίζεται, αιτιολογών συγχρόνως ταύτα πλήρως». Η αιτιολόγηση των νομικών σημείων είναι απαραίτητη για την εξέταση των λόγων ακύρωσης από το δικαστήριο (βλ. Ζωμενή-Παντελίδου ν. ΑΗΚ, Υπόθ. Αρ. 108/06, ημερ. 26.7.2007)Οποιαδήποτε αοριστία ή ασάφεια, αναπόφευκτα επηρεάζει τη νομική βάση των λόγων, με αποτέλεσμα να κινδυνεύουν να κριθούν αναιτιολόγητοι και ανεπίδεκτοι δικαστικής εκτίμησης. Σε διαφορετική περίπτωση, θα παρεχόταν η ευχέρεια για τη συζήτηση σχεδόν κάθε θέματος, με αποτέλεσμα τον εξοβελισμό των δικονομικών διατάξεων και του ρόλου τους στον καθορισμό των επίδικων θεμάτων και της διεξαγωγής της διοικητικής δίκης (βλ. Ανθούση ν. Δημοκρατίας (1995) 4(Γ) Α.Α.Δ. 1709)».

 

Όπως προκύπτει από την ανωτέρω νομολογία, οι νομικοί ισχυρισμοί θα πρέπει να αναπτύσσονται και να αποδεικνύονται με επαρκή βεβαιότητα από τον αιτητή, εφόσον οποιαδήποτε αοριστία ή ασάφεια καθιστά τους προβαλλόμενους ισχυρισμούς ανεπίδεκτους δικαστικής εκτίμησης (βλ. Ζίζιρου κ.α. ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 361). Η ενασχόληση του Δικαστηρίου με οποιοδήποτε από τους προβαλλόμενους αόριστα νομικούς ισχυρισμούς θα συνεπαγόταν την καταστρατήγηση των δικονομικών διατάξεων και τη σημασία που έχουν στον καθορισμό επίδικων θεμάτων. Ο συνήγορος του αιτητή δεν παρέθεσε με λεπτομέρεια, ακρίβεια και καθαρότητα ισχυρισμούς οι οποίοι θα μπορούσαν να εξεταστούν από το Δικαστήριο.

 

Στη βάση της εγγενούς αυτής αδυναμίας στον προσδιορισμό των νομικών ισχυρισμών στην αίτηση ακυρώσεως και εξειδίκευσής τους στην Γραπτή του Αγόρευση, καταλήγω ότι δεν μπορώ να εξετάσω λόγους ακύρωσης που καταγράφονται γενικά και αόριστα στην αίτηση ακυρώσεως αφού δεν συγκεκριμενοποιούνται στην Γραπτή Αγόρευση και ως εκ τούτου, οι ισχυρισμοί απορρίπτονται στο σύνολο τους.  Ούτως ή άλλως ο αιτητής είχε την ευχέρεια να υποβάλει το κατάλληλο δικονομικό διάβημα για να τροποποιήσει τους νομικούς ισχυρισμούς της αίτησης ακυρώσεως, αλλά και για να τους εξειδικεύσει στη Γραπτή του Αγόρευση, πράγμα που βεβαίως δεν έπραξε.

 

Θα πρέπει να επισημανθεί ότι, σύμφωνα με τον περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμο του 2018 (Ν.73(Ι)/2018), το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας έχει την εξουσία να εξετάσει την παρούσα υπόθεση και επί της ουσίας και όχι μόνο ως ακυρωτικό Δικαστήριο. Το γεγονός αυτό, οφείλεται στο ότι η υπό εξέταση υπόθεση αφορά αίτηση που χρονικά εμπίπτει στις προϋποθέσεις του άρθρου 11 (2) και (3), του περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (Ν.73(Ι)/2018), οι οποίες δίδουν στο Δικαστήριο την υποχρέωση ελέγχου νομιμότητας και ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης.

 

Προχωρώ λοιπόν να εξετάσω το αίτημα που υπέβαλε ο αιτητής. Θεωρώ χρήσιμο να καταγραφούν όλοι οι ισχυρισμοί που πρόβαλε ο αιτητής σε όλα τα στάδια εξέτασης του αιτήματός του, προκειμένου να εξετάσω τη νομιμότητα και ορθότητα της προσβαλλόμενης απόφασης αλλά και για να διαφανεί εάν το αρμόδιο όργανο αποφάσισε μετά από δέουσα έρευνα, ορθά, νόμιμα και εντός των πλαισίων της σχετικής νομοθεσίας. 

 

Ο αιτητής κατά την υποβολή του αιτήματος διεθνούς προστασίας στην Υπηρεσία Ασύλου, δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του λόγω του ότι απειλήθηκε από την οικογένειά του εξαιτίας του ότι ο πατέρας του ήταν ο εθιμικός αρχηγός του χωριού και μετά το θάνατό του, θα έπρεπε να τον διαδεχτεί, πράγμα που ο αιτητής αρνήθηκε επειδή είναι Χριστιανός. Ολοκληρώνοντας, ο αιτητής δήλωσε ότι τον έψαχναν παντού και εκείνος επικοινώνησε με τον πάστορα, ο οποίος του πρότεινε να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του (ερυθρό 1 και ερυθρό 44 – μετάφραση – του διοικητικού φακέλου).

 

Κατά τη διάρκεια της προφορικής του συνέντευξης και ως προς τα προσωπικά του στοιχεία, ο αιτητής δήλωσε ότι γεννήθηκε και μεγάλωσε σε χωριό  Kutu-moke πλησίον της πόλης  Bandundu στη ΛΔΚ, περί το 2015 εγκαταστάθηκε στην Kinshasa και επέστρεψε στο χωριό του το 2019 καθώς απεβίωσε ο πατέρας του και έπρεπε να τον διαδεχτεί. Στο χωριό Kutu-moke ο Αιτητής διέμεινε για μικρό διάστημα καθώς επέστρεψε στην Kinshasa από όπου εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του. Αναφορικά με την εθνοτική του καταγωγή, ο αιτητής δήλωσε ότι ανήκει στην εθνοτική ομάδα Boma, ενώ ως προς το θρήσκευμά του δήλωσε Χριστιανός (ερυθρό 80, του διοικητικού φακέλου).

 

Σε σχέση με την οικογενειακή του κατάσταση, ο αιτητής δήλωσε άγαμος και ανέφερε πως δεν έχει παιδιά (ερυθρό 77, του διοικητικού φακέλου).  Ισχυρίστηκε ότι ο πατέρας του απεβίωσε περί το Φεβρουάριο του 2019 και η μητέρα του διαμένει στην πόλη Bandundu (ερυθρό 76, του διοικητικού φακέλου). Προσέθεσε επίσης ότι έχει άλλα 4 αδέρφια, τα οποία ωστόσο δε γνωρίζει που βρίσκονται (ερυθρό 75, του διοικητικού φακέλου). Ως προς το επάγγελμά του, ο αιτητής ανέφερε πως κατά τη διάρκεια της διαμονής του στην Kinshasa βοηθούσε περιστασιακά το φίλο που τον φιλοξενούσε, ο οποίος εργαζόταν σε internet café (ερυθρό 74, του διοικητικού φακέλου).

 

Προχωρώντας στην παράθεση των λόγων για τους οποίους αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του, κατά το στάδιο της ελεύθερης αφήγησης ο αιτητής ανεφερε ότι, ο πατέρας του ήταν παραδοσιακός αρχηγός.  Όπως δήλωσε, κατά την παράδοση όταν πεθαίνει ένας αρχηγός ο πρώτος υιός του, πρέπει να τον αντικαταστήσει.  Συγκεκριμένα, ο αιτητής ισχυρίστηκε ότι ο πατέρας του ήταν βαριά άρρωστος και απεβίωσε μια εβδομάδα μετά την επιστροφή του ιδίου στο χωριό. Μετά το θάνατο του πατέρα του, επέστρεψε από την Kinshasa στο χωριό του προκειμένου να τον διαδεχθεί στην εθιμική αρχηγία του χωριού, πλην όμως αρνήθηκε γιατί ήταν Χριστιανός και επέστρεψε στην Kinshasa.

 

Ο αιτητής δήλωσε ότι αρχικά θεώρησε πως το ζήτημα αυτό επρόκειτο για αστείο, πλην όμως μια εβδομάδα αργότερα ενημερώθηκε εκ νέου ότι θα πρέπει να διαδεχθεί τον πατέρα του. Στη συνέχεια ο αιτητής τηλεφώνησε στον πάστορα, ο οποίος τον προέτρεψε να μη διαδεχθεί τον πατέρα του και του ζήτησε να βρει ένα τρόπο να μεταβεί στην Kinshasa.  Ισχυρίστηκε πως δέχτηκε απειλές σύμφωνα με τις οποίες, αν δεν διαδεχόταν τον πατέρα του, θα τον αποκεφάλιζαν. Έτσι αναγκάστηκε να επιστρέψει και πάλι στην Kinshasa όπου συνάντησε τον πάστορα, ο οποίος τον φιλοξένησε μέχρι να εγκαταλείψει τη ΛΔΚ (ερυθρό 95 – 1Χ, του διοικητικού φακέλου).

 

Κατά τη διάρκεια της διερεύνησης του ανωτέρω αφηγήματος, αρχικά ζητήθηκε από τον αιτητή να παραθέσει τις πληροφορίες που γνωρίζει σε σχέση με την εθιμική αρχηγία στον τόπο καταγωγής του και εκείνος απάντησε ότι το χωριό ουσιαστικά ανήκει στον εθιμικό αρχηγό, τον σέβονται όλοι, ενώ πρόσθεσε ότι υπάρχουν και παραδοσιακοί θεραπευτές οι οποίοι επιδίδονται σε πρακτικές μαγείας.  Ανέφερε επιπλέον πως πρέπει να σέβεται τους προγόνους και την παράδοση (ερυθρό 94, του διοικητικού φακέλου).  Ζητηθείς να περιγράψει τη διαδικασία που ακολουθείται προκειμένου να γίνει κάποιος εθιμικός αρχηγός, ο αιτητής πρόβαλε ότι κατά το τελετουργικό διαδοχής, το άτομο που πρόκειται να γίνει αρχηγός βγάζει τα ρούχα του, πηγαίνει σε ένα ποτάμι, πλένεται και στη συνέχεια, σφάζουν δέκα όρνιθες, το αίμα των οποίων γίνεται θυσία και αυτή η τελετουργία λαμβάνει χώρα το βράδυ (ερυθρό 94 1χ, του διοικητικού φακέλου). 

 

Ο αιτητής στη συνέχεια δήλωσε ότι ο ίδιος ουδέποτε έγινε μάρτυρας του ανωτέρω τελετουργικού  και όταν ρωτήθηκε πως γνωρίζει την περιγραφείσα διαδικασία, εκείνος απάντησε ότι αυτό γίνεται σε όλα τα χωριά καθώς κάθε Δεκέμβριο φυλάσσονται όρνιθες προκειμένου να θυσιαστούν κατά το τελετουργικό (ερυθρό 94 – 1Χ, του διοικητικού φακέλου). Ερωτηθείς πως γίνεται η επιλογή του ατόμου που πρόκειται να διαδεχθεί τον αρχηγό, ο αιτητής ανέφερε πως ο παππούς του ήταν αρχηγός του χωριού και τον διαδέχτηκε ο πατέρας του, το έτος 2000 -2001.  Ο αιτητής ισχυρίστηκε πως ο πατέρας του διαδέχθηκε τον παππού του όταν απεβίωσε (ερυθρό 94 1χ, του διοικητικού φακέλου). 

 

Ζητηθείς να αποσαφηνίσει τις δηλώσεις του περί του ότι ολόκληρο το χωριό ακολουθούσε τις αποφάσεις του πατέρα του, ο αιτητής ανέφερε πως αν κάποιος συλλαμβανόταν για  μοιχεία στο χωριό του, θα τον εκτελούσαν σε δημόσιο χώρο ενώ ο πατέρας του θα κινούσε όλη τη διαδικασία σύλληψής του (ερυθρό 94 – 2Χ, του διοικητικού φακέλου).  Καθώς ο αιτητής δήλωσε ότι έχει υπάρξει αυτόπτης μάρτυρας αντίστοιχου τελετουργικού πολλές φορές,  του ζητήθηκε να περιγράψει τι είδε την τελευταία φορά που βίωσε κάτι αντίστοιχο και εκείνος ισχυρίστηκε πως το 2013-2014 ένα νεαρό αγόρι κοιμήθηκε με τη σύζυγο ενός άλλου ατόμου με αποτέλεσμα να το αποκεφαλίσουν και να το θάψουν ζωντανό. Ζητηθείς να κατονομάσει τον τίτλο που έφερε ο πατέρας του, ο αιτητής απάντησε ότι ο πατέρας του ήταν ο παραδοσιακός αρχηγός του χωριού. Κληθείς να προσδιορίσει την περιοχή της οποίας ο πατέρας του ήταν αρχηγός, ο Αιτητής κατονόμασε το χωριό του Koto-muke (ερυθρό 93 – 1Χ, του διοικητικού φακέλου).

 

Όπως ανέφερε, η κυβέρνηση της ΛΔΚ γνωρίζει την ύπαρξη των εθιμικών αρχηγών.  Ο αιτητής παρομοίωσε τις συνθήκες διαβίωσής του ως υιός του εθιμικού αρχηγού του χωριού του, με αυτές του υιού του προέδρου της χώρας, καθώς δήλωσε ότι όλοι φοβόντουσαν την οικογένειά του.  Ο αιτητής ανέφερε πως ο πατέρας του τον είχε ενημερώσει κατά το παρελθόν σχετικά με την επικείμενη διαδοχή του και ισχυρίστηκε πως όποτε πήγαιναν στο δάσος, ο πατέρας του υπενθύμιζε ότι μια μέρα επρόκειτο να γίνει εκείνος ο αρχηγός του χωριού.  Επιπρόσθετα, ο αιτητης δήλωσε πως σύμφωνα με τις παραδόσεις, δεν θα μπορούσε κάποιο άτομο να αρνηθεί τη διαδοχή (ερυθρό 93, του διοικητικού φακέλου).

 

Ανέφερε πως ο πατέρας του επιθυμούσε να εγκαταλείψει την αρχηγία αλλά λόγο της παράδοσης δεν το έπραξε, εφόσον τον παρεμπόδισε η γερουσία του χωριού.  Ζητηθείς να προσδιορίσει το λόγο για τον οποίο ο πατέρας του επιθυμούσε να παραιτηθεί από την αρχηγία, ο αιτητής ισχυρίστηκε ότι υπήρχαν πολλά προβλήματα καθώς ο πατέρας του κουράστηκε να βλέπει αίμα.  Κληθείς να παραθέσει πληροφορίες αναφορικά με το ρόλο της γερουσίας στο χωριό του, ο αιτητής απάντησε ότι επρόκειτο για ηλικιωμένα άτομα τα οποία μπορούν να προβλέψουν το μέλλον και αποτελούσαν τους φύλακες του χωριού, οι οποίοι φορούσαν παραδοσιακά ρούχα.

 

Περνώντας στη διερεύνηση του ισχυρισμού του αιτητή περί μεταστροφής στο Χριστιανισμό, ο αρμόδιος λειτουργός ζήτησε από τον αιτητή να του εξηγήσει το λόγο για τον οποίο αποφάσισε να μεταστραφεί στο Χριστιανισμό και εκείνος αποκρίθηκε ότι διαφωνούσε με όλα όσα έβλεπε. Προσέθεσε δε ότι, όταν έφτασε στην Kinshasa και συνάντησε τον πάστορα, ένιωσε ότι το κήρυγμα του τελευταίου απευθυνόταν προσωπικά τον ίδιο. Ερωτηθείς πότε μετεστράφηκε στο Χριστιανισμό, ο αιτητής απάντησε ότι αυτό έλαβε χώρα το 2015 στην Kinshasa και ανέφερε πως βαφτίστηκε στην εκκλησία Rehobote το 2016 (ερυθρό 92 – 2Χ, του διοικητικού φακέλου).

 

Σε άλλο σημείο της συνέντευξης του, ο αιτητής δήλωσε ότι βαφτίστηκε από τον πάστορα σε ένα ποτάμι. Κληθείς στη συνέχεια να σχολιάσει την ανωτέρω αντίφαση, ο Αιτητής σχολίασε ότι τον βάφτισε στο ποτάμι η εκκλησία (ερυθρό 91 – 1Χ, του διοικητικού φακέλου).  Όταν του ζητήθηκε να περιγράψει την καθημερινότητά του ως Χριστιανός, ο αιτητής απάντησε ότι προσευχόταν στην εκκλησία και στο σπίτι πριν κοιμηθεί και ότι συμμετείχε σε τελετές στην εκκλησία, ενω σε άλλο σημείο της συνέντευξής του ανέφερε πως δεν συμμετείχε σε οποιανδήποτε χριστιανική τελετουργία.  Ζητηθείς να σχολιάσει την ανωτέρω αντίφαση, ο αιτητής δήλωσε ότι υπάρχουν πιο μικρές τελετές όπως η λειτουργία της Κυριακής και άλλα τελετουργικά (ερυθρό 91 – 2Χ, του διοικητικού φακέλου).

 

Ο αιτητης ανέφερε πως αρνήθηκε την αρχηγία γιατί η ιδεολογία της βρισκόταν εκτός Χριστιανικού πλαισίου, ενώ ο ίδιος είχε αποδεχτεί πως ο Ιησούς ήταν ο σωτήρας του. Κληθείς να περιγράψει ποια καθήκοντα του εθιμικού αρχηγού έρχονται σε αντίθεση με τη Χριστιανική πίστη, ο αιτητής δήλωσε πως η παραδοσιακή θρησκεία εμπεριέχει μάγια, θυσίες και θάνατο. Προσέθεσε δε ότι στο χωριό του υπηρετούν το Σατανά ενώ στη εκκλησία υπηρετούν τον Ιησού και συγκεκριμένα ανέφερε πως ασχολούνται με σατανική μαγεία κατά τη διάρκεια της οποίας θυσιάζονται άνθρωποι και πτηνά (ερυθρό 91 – 2Χ, του διοικητικού φακέλου).

 

Ο αιτητης δήλωσε πως η γερουσία και οι κάτοικοι του χωριού του όταν ο ίδιος τους ανακοίνωσε πως δεν επιθυμούσε να αναλάβει την αρχηγία, τον απείλησαν ότι θα τον σκοτώσουν σε περίπτωση που επιμένει.  Οι απειλές έλαβαν χώρα τόσο στην κηδεία του πατέρα του όσο και μια εβδομάδα αργότερα (ερυθρό 90 1χ, του διοικητικού φακέλου). Στη συνέχεια, ο αιτητής ανέφερε πως μετέβη στο χωριό Fimi, μετά τις απειλές που δέχτηκε με μαχαίρια στο χωριό του, ο αιτητής δήλωσε ότι τον ακολούθησαν οι κάτοικοι του χωριού του (ερυθρό 90 – 2Χ, του διοικητικού φακέλου).

 

Κληθείς να περιγράψει τη σοβαρή απειλή που φέρεται να δέχτηκε στο χωριό Fimi από κατοίκους του χωριού του, ο αιτητής ισχυρίστηκε ότι οι εγκληματίες που τον ακολούθησαν από το χωριό του τον απείλησαν πως αν δεν διαδεχτεί τον πατέρα του θα τον σκοτώσουν, ενώ στη συνέχεια τον ξυλοκόπησαν. Όταν του ζητήθηκε να προσδιορίσει τον τρόπο με τον οποίο κατάφερε να διαφύγει από τα συγκεκριμένα άτομα, αν και αυτά οπλοφορούσαν, ο αιτητής δήλωσε πως δεν μπορεί να το εξηγήσει. Στη συνέχεια ο αιτητής προσέθεσε ότι αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το χωριό και να μεταβεί στην Kinshasa όπου δεν αντιμετώπισε κάποιο πρόβλημα καθώς κρυβόταν σε  μέρος που ήταν γνωστό μόνο στον πάστορα και διέμεινε εκεί για περίπου δύο μήνες (ερυθρό 89 – 2Χ, του διοικητικού φακέλου).

 

Ο αιτητης δήλωσε πως δεν κατήγγειλε στις αρχές τις απειλές που δέχτηκε, επειδή όπως ανέφερε δεν εμπιστεύεται την αστυνομία γιατί θεωρεί ότι συνεργάζονται με τους κατοίκους του χωριού του και επεσήμανε πως μόνο τον πατέρα του εμπιστεύεται (ερυθρό 88 – 2Χ, του διοικητικού φακέλου).  Σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, ο αιτητής δήλωσε πως φοβάται ότι θα τον απειλήσουν και θα τον σκοτώσουν οι κάτοικοι του χωριού του και ενδέχεται να τεθεί σε κίνδυνο η ζωή του γιατί το σύνολο των κατοίκων ακολουθούν την παράδοση ενώ ο ίδιος είναι Χριστιανός (ερυθρό 86, 3Χ, του διοικητικού φακέλου).

 

Ο αρμόδιος λειτουργός αξιολογώντας τους ισχυρισμούς που παρέθεσε στην αφήγησή του ο αιτητης, διέκρινε στην έκθεση - εισήγησή του πέντε ουσιώδεις ισχυρισμούς, οι οποίοι προκύπτουν από τις δηλώσεις του αιτητή ως κατωτέρω: (1) Τα προσωπικά στοιχεία, την χώρα καταγωγής και τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του αιτητή, (2) Ο ισχυρισμός περί του ότι ο αιτητής έγινε μάρτυρας πολλών δολοφονιών τις οποίες διέπραξε ο πατέρας του ως παραδοσιακός αρχηγός του χωριού του, (3) Τις δηλώσεις του αιτητή περί του ότι μετεστράφη στο Χριστιανισμό, (4) Τους ισχυρισμούς του αιτητή περί του ότι περιθωριοποιήθηκε από τα μέλη της εθνοτικής του ομάδας λόγω της μεταστροφής του στο Χριστιανισμό και (5) Τους ισχυρισμούς του αιτητή ότι απειλήθηκε γιατί αρνήθηκε να διαδεχθεί τον πατέρα του στην εθιμική αρχηγία του χωριού του. 

 

Ο αρμόδιος λειτουργός έκανε αποδεκτούς τους ισχυρισμούς του αιτητή ως προς τα προσωπικά του στοιχεία καθώς οι δηλώσεις του αιτητή κρίθηκαν σαφείς, συνεκτικές ενώ διασταυρώθηκαν από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης.

 

Σχετικά με τους λόγους για τους οποίους ο αιτητής φέρεται να εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, αρχικά ο αρμόδιος λειτουργός προχώρησε στην αξιολόγηση της εσωτερικής αξιοπιστίας του ισχυρισμού του αιτητή περί του ότι έγινε μάρτυρας δολοφονιών τις οποίες διέπραξε ο πατέρας του ως τοπικός αρχηγός του χωριού του. Συγκεκριμένα, καθώς ο αιτητής δήλωσε  ότι το 2015 εγκατέλειψε την πατρική του οικία για το συγκεκριμένο λόγο, ο αρμόδιος λειτουργός τον ρώτησε σε πόσα αντίστοιχα τελετουργικά παραβρέθηκε και εκείνος απάντησε ασαφώς «πολλά» (ερυθρά 94 -1Χ, 2Χ, του διοικητικού φακέλου).  Οι αναφορές του στις τελετουργίες που παρακολούθησε δεν ήταν συγκεκριμένες ούτε λεπτομερής (ερυθρά 93 – 1Χ, του διοικητικού φακέλου).

 

Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του υπό εξέταση ισχυρισμού, ο αρμόδιος λειτουργός προχώρησε σε σχετική έρευνα εκ της οποίας δεν ανευρέθησαν στοιχεία σχετικά με την δολοφονία πολιτών στο χωριό Kutu-Moke ως τιμωρία για την διάπραξη μοιχείας στην οποία αναφέρθηκε, αλλά ούτε και πληροφορίες που να επιβεβαιώνουν ότι οι παραδοσιακές πρακτικές επιτρέπουν στους εθιμικούς αρχηγούς να διαπράττουν παρόμοια εγκλήματα. Ως εκ τούτου, ο υπό εξέταση ισχυρισμός δεν έγινε αποδεκτός και κρίθηκε αναξιόπιστος στο σύνολό του.

 

Προχωρώντας στην αξιολόγηση του ισχυρισμού του αιτητή περί της μεταστροφής του στο Χριστιανισμό, ο αρμόδιος λειτουργός αρχικά έκρινε ότι o αιτητής δήλωσε με σαφήνεια ότι μετεστράφη στο Χριστιανισμό το 2015, ότι βαφτίστηκε σε ένα μικρό ποτάμι από τον πάστορα της Εκκλησίας Rehobote και ότι έγινε μέλος της Ευαγγελικής Εκκλησίας και συγκεκριμένα της εκκλησίας της αφύπνισης. Παρόλα αυτά ο αιτητής στη συνέχεια υπέπεσε σε αντιφάσεις τις οποίες, αν και του δόθηκε η δυνατότητα, δεν μπόρεσε να αποσαφηνίσει. Ειδικότερα, σε σχέση με τις χριστιανικές τελετές στις οποίες δήλωσε ότι συμμετείχε, αν και αρχικά δήλωσε ότι συμμετείχε μόνο στη βάφτισή του, στη συνέχεια δήλωσε ασαφώς ότι συμμετείχε και σε άλλες τελετές τις οποίες δεν ανέφερε. Ζητηθείς να σχολιάσει την εν λόγω αντίφαση, ο αιτητής δήλωσε χωρίς συνοχή ότι οι άλλες τελετές ήταν μικρότερες (ερυθρό 91 -1Χ, του διοικητικού φακέλου).

 

Επιπρόσθετα, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει τον τρόπο με τον οποίο επηρέασε την καθημερινότητά του η μεταστροφή του στο Χριστιανισμό καθώς σε σχετικές ερωτήσεις, ο αιτητής ανέφερε χωρίς σαφήνεια και λεπτομέρεια ότι άλλαξε ο τρόπος σκέψης του και διαφοροποιήθηκε από τον τρόπο σκέψης των κατοίκων του χωριού του (ερυθρό 88 – 1Χ, του διοικητικού φακέλου).  Τέλος, ο αρμόδιος λειτουργός αξιολόγησε ότι ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει ποια χριστιανικά καθήκοντα ήταν αντίθετα στα καθήκοντα του εθιμικού αρχηγού. 

 

Ως προς την αξιολόγηση της εξωτερικής αξιοπιστίας των δηλώσεων του αιτητή, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε πως λόγω της υποκειμενικής φύσης του ισχυρισμού, οι δηλώσεις του αιτητή αποτελούν το μοναδικό στοιχείο που δύναται να αξιολογηθεί.  Ολοκληρώνοντας, ο αρμόδιος λειτουργός απέρριψε τον υπό εξέταση ισχυρισμό στο σύνολό του ως μη αξιόπιστο.  

 

Προχωρώντας στην αξιολόγηση της εσωτερικής αξιοπιστίας του ισχυρισμού του αιτητή περί του ότι περιθωριοποιήθηκε από την κοινότητά του επειδή μετεστράφη στο Χριστιανισμό (ερυθρό 87 - 1Χ, 2Χ, του διοικητικού φακέλου), ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να στοιχειοθετήσει επαρκώς τις δηλώσεις του καθώς αν και δήλωσε ότι, όταν μετεστράφη στο Χριστιανισμό, αποξενώθηκε και κυνηγήθηκε από το χωριό του,  δεν παρέθεσε καμία άλλη πληροφορία και/ή στοιχείο που να τεκμηριώνει τους προαναφερόμενους ισχυρισμούς του. Όταν άλλωστε του ζητήθηκε να αποσαφηνίσει τις δηλώσεις του, ο αιτητής απάντησε χωρίς συνοχή ότι στο χωριό του δεν υπάρχουν Χριστιανοί και εκκλησίες (ερυθρό 86 – 1Χ, του διοικητικού φακέλου).

 

Σε σχέση με την αξιολόγηση της εξωτερικής αξιοπιστίας του υπό εξέταση ισχυρισμού, ο αρμόδιος λειτουργός προχώρησε σε σχετική έρευνα σύμφωνα με την οποία τα ¾ του πληθυσμού της ΛΔΚ είναι Χριστιανοί, ενώ δεν προέκυψαν στοιχεία τα οποία επιβεβαιώνουν την περιθωριοποίηση των Χριστιανών στη ΛΔΚ και ειδικότερα των ανθρώπων που μετεστράφησαν στο Χριστιανισμό, αρνούμενοι την παράδοση.  Επιπλέον, κατόπιν σχετικής έρευνας του λειτουργού δεν εντοπίστηκαν εκκλησίες στο χωριό Kutu Moke.

 

Λαμβάνοντας υπόψη την απόρριψη του ισχυρισμού περί μεταστροφής του αιτητή στο Χριστιανισμό αλλά και την έλλειψη πληροφοριών που επιβεβαιώνουν την περιθωριοποίηση των Χριστιανών που απαρνήθηκαν την παράδοση, ο αρμόδιος λειτουργός απέρριψε τον υπό εξέταση ισχυρισμό στο σύνολό του ως μη αξιόπιστο.  

 

Προχωρώντας στην αξιολόγηση του ισχυρισμού του αιτητή περί του ότι δέχτηκε απειλές γιατί αρνήθηκε να διαδεχθεί τον πατέρα του στην εθιμική αρχηγία του χωριού, ο αρμόδιος λειτουργός αξιολόγησε, αρχικά, ότι ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να περιγράψει λεπτομερώς τη διαδικασία διαδοχής που ακολουθείται όταν πεθαίνει ένας εθιμικός αρχηγός.  Συγκεκριμένα, ο αιτητής ανέφερε πως όταν πεθαίνει ένας αρχηγός, τον διαδέχεται ο γιος του (ερυθρό 95 – 1Χ, του διοικητικού φακέλου) και διευκρίνισε πως ο πατέρας του έγινε αρχηγός μετά το θάνατο του παππού του γιατί ήταν ο πρωτότοκος υιος του (ερυθρά 93 - 1Χ,2Χ και 94 – 1Χ,2Χ του διοικητικού φακέλου). 

 

Ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι λόγω της φερόμενης ιδιότητας του πατέρα του αιτητή καθώς και του γεγονότος ότι προοριζόταν για διάδοχός του, θα αναμενόταν από εκείνον να παραθέσει σαφείς και λεπτομερείς πληροφορίες αναφορικά με τα καθήκοντα του πατέρα του.  Ο αρμόδιος λειτουργός αξιολόγησε ότι ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να περιγράψει τη ζωή του στο χωριό ως υιος του παραδοσιακού αρχηγού και να αποσαφηνίσει τον τρόπο με τον οποίο τον αντιμετώπιζε η κοινότητά του, καθώς ο αιτητής δήλωσε ότι τον φοβόντουσαν (ερυθρά 93 – 1Χ, 2Χ, του διοικητικού φακέλου). 

 

Ο αρμόδιος λειτουργός, έκρινε πως θα αναμενόταν από τον αιτητή να γνωρίζει την υποχρέωση του να διαδεχθεί τον πατέρα του αφού όχι μόνο γνώριζε ότι ο πατέρας του φέρεται να διαδέχθηκε τον παππού του, αλλά και ότι  ο ίδιος θα έπρεπε να διαδεχθεί τον πατέρα του (ερυθρά 92 – 1Χ, 2Χ, του διοικητικού φακέλου).  Σε σχέση με τις απειλές που ο αιτητής φέρεται να δέχτηκε στο χωριό του, Kutu-Moke, οι δηλώσεις του κρίθηκαν εκ νέου γενικές και αόριστες.  Αρχικά ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να αποσαφηνίσει πόσα άτομα τον απείλησαν και ούτε περιέγραψε τις απειλές που φέρεται να δέχτηκε κατά τρόπο που να παραπέμπει σε βιωματικό περιστατικό,  καθώς προέβαλε ασαφώς ότι αφού τον απείλησαν μια φορά,  στη συνέχεια επανήλθαν μετά από μια εβδομάδα και τον απείλησαν ότι θα τον σκοτώσουν αν δε διαδεχθεί τον πατέρα του (ερυθρό 90 – 1Χ, 2Χ,  του διοικητικού φακέλου). 

 

Από έλλειψη λεπτομέρειας χαρακτηρίζονται οι δηλώσεις του αιτητή, σύμφωνα με τον αρμόδιο λειτουργό, και ως προς την επίθεση που φέρεται να δέχτηκε από συγχωριανούς του ευρισκόμενος στο χωριό Fimi. Συγκεκριμένα, αν και ο αιτητής αρχικά δήλωσε ότι στο συγκεκριμένο χωριό τον αναζητούσαν οι συχωριανοί του, οι οποίοι τον απείλησαν ότι θα τον σκοτώσουν, όταν του ζητήθηκε να περιγράψει πως εξελίχθηκε το εν λόγω περιστατικό, εκείνος ισχυρίστηκε, χωρίς να παραθέτει λεπτομέρειες, ότι του επιτέθηκαν με μαχαίρια και ματσέτες και τον απείλησαν ότι θα τον σκοτώσουν (ερυθρό 89 – 1Χ,2Χ, του διοικητικού φακέλου).  Όπως προκύπτει από την έκθεση/εισήγηση ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να περιγράψει λεπτομερώς τον τρόπο με τον οποίο κατάφερε να διαφύγει της προαναφερόμενης επίθεσης (ερυθρό 90 – 1Χ, 2χ, του διοικητικού φακέλου). 

 

Προχωρώντας στην αξιολόγηση της εξωτερικής αξιοπιστίας των δηλώσεων του Αιτητή, ο αρμόδιος λειτουργός διεξήγαγε έρευνα, εκ της οποίας ανευρέθηκαν πληροφορίες οι οποίες αφορούν την εθιμική αρχηγεία στη χώρα καταγωγής του, αλλά και τους κανόνες που τηρούνται κατά τη διαδικασία διαδοχής. Ως προς τις συνέπειες που αντιμετωπίζουν τα άτομα που αρνούνται τη διαδοχή της εθιμικής αρχηγίας, η έρευνα του αρμόδιου λειτουργού απέβη άκαρπη.  Ενόψει της ανωτέρω ανάλυσης και της αδυναμίας του αιτητή να θεμελιώσει την εσωτερική αξιοπιστία των δηλώσεών του, όσο και της έλλειψης πληροφοριών αναφορικά με τις συνέπειες που αντιμετωπίζουν τα άτομα που αρνούνται τη διαδοχή της εθιμικής αρχηγίας στη χώρα καταγωγής του, ο αρμόδιος λειτουργός απέρριψε τον υπό εξέταση ισχυρισμό στο σύνολό του ως μη αξιόπιστο καθώς έκρινε ότι οι δηλώσεις του αιτητή δεν αντικατοπτρίζουν βιωματικό περιστατικό.

 

Υπό το φως του μοναδικού αποδεκτού ισχυρισμού σχετικά με τα προσωπικά στοιχεία του αιτητή και αξιολογώντας ως τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του την πόλη Kinshasa, ο αρμόδιος λειτουργός συνήγαγε κατά την αξιολόγηση κινδύνου, αφού παρέθεσε πληροφορίες αναφορικά με την επικρατούσα κατάσταση στη χώρα καταγωγής του, ότι ο αιτητής σε περίπτωση επιστροφής του στην Kinshasa, δεν υπάρχει εύλογη πιθανότητα να κινδυνεύσει με σοβαρή βλάβη.

 

Προχωρώντας στη νομική ανάλυση, ο λειτουργός κατέληξε ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις υπαγωγής του αιτητή σε ένα από τους λόγους που εξαντλητικά προβλέπονται από το άρθρο 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου και ως εκ τούτου, κατέληξε πως δεν δικαιούται προσφυγικό καθεστώς.

 

Αναφορικά με το άρθρο 19(2) του περί Προσφύγων Νόμου, του Ν. 6 (Ι)/2000, ο αρμόδιος λειτουργός παρέπεμψε σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης σε σχέση με την κατάσταση ασφαλείας που επικρατεί στην πρωτεύουσα της ΛΔΚ, Kinshasa, εκ της οποίας προέκυψε ότι δεν υφίστανται ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, σε περίπτωση επιστροφής του, ο αιτητής θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη, αφού η κατάσταση ασφαλείας στην Kinshasa παρουσιάζεται σταθερή και δεν μπορεί να χαρακτηριστεί από διεθνή ή εσωτερική ένοπλη σύρραξη. Ως εκ τούτου, ο λειτουργός κατέληξε ότι ο αιτητής δεν δύναται να υπαχθεί ούτε σε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας και συνεπώς το αίτημα του απορρίφθηκε στο σύνολό του.

 

Πριν προχωρήσω στην εξ υπαρχής αξιολόγηση των ισχυρισμών του αιτητή, θα διαφοροποιηθώ ως προς τη διάκριση των ισχυρισμών που αυτός πρόβαλε και κάποιοι εξ αυτών θα ομαδοποιηθούν λόγω της μεταξύ τους συνάφειας. Ως εκ τούτου, οι προβληθέντες ισχυρισμοί διακρίνονται ως εξής: (1) Τα προσωπικά στοιχεία του αιτητή, (2) Οι δηλώσεις του αιτητή περί του ότι ο πατέρας του ήταν εθιμικός αρχηγός του χωριού, ο οποίος στα πλαίσια των καθηκόντων του  διέπραξε πλήθος εκτελέσεων εφαρμόζοντας εθιμικές πρακτικές, (3)Οι ισχυρισμοί του αιτητή περί του ότι περιθωριοποιήθηκε από την κοινότητα του χωριού του επειδή μετεστράφη στο Χριστιανισμό και (4) Οι δηλώσεις του αιτητή περί του ότι απειλήθηκε επειδή αρνήθηκε να διαδεχθεί τον πατέρα του στην αρχηγία του χωριού του.

 

Ως προς τους ισχυρισμούς του αιτητή σχετικά με τα προσωπικά του στοιχεία και τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του, διακρίνω πως η αξιολόγηση των καθ’ ων η αίτηση καθώς και οι δηλώσεις του αιτητή αφενός μεν παρουσιάστηκαν σαφείς και ακριβείς, αφετέρου δε επιβεβαιώθηκαν από αξιόπιστες πηγές πληροφόρησης.

 

Ως προς την αξιολόγηση των λόγων για τους οποίους ο αιτητής φέρεται να εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του και ειδικότερα ως προς τον ισχυρισμό περί του ότι ο πατέρας του ήταν εθιμικός αρχηγός του χωριού και στα πλαίσια των καθηκόντων του  διέπραξε πλήθος εκτελέσεων εφαρμόζοντας εθιμικές πρακτικές σημειώνεται πως ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να περιγράψει τη ζωή του ως υιός του εθιμικού αρχηγού αφού στις ερωτήσεις που του υποβλήθηκαν δεν ήταν περιγραφικός ούτε συγκεκριμένος.  Η έκθεση του αρμόδιου λειτουργού είναι επαρκώς αιτιολογημένη και εντοπίζει όλες τις αντιφάσεις, ασάφιες και αοριστίες που προκύπτουν από το αφηγημα του αιτητή.

 

Ως προς την αξιολόγηση της εξωτερικής αξιοπιστίας των σχετικών δηλώσεων του αιτητή, διεξήγαγα έρευνα εκ της οποίας διαπιστώθηκε ότι ένα σημαντικό μέρος του αγροτικού πληθυσμού της ΛΔΚ διοικείται από τουλάχιστον 250 παραδοσιακά αρχηγεία. Αυτά διοικούνται από εθιμικούς αρχηγούς, που αναγνωρίζονται από την κυβέρνηση και εφαρμόζουν τόσο τους σύγχρονους όσο και τους εθιμικούς νόμους. Εκτός από τα αρχηγεία, υπάρχουν μικρότερες εθιμικές μονάδες όπως ομάδες και χωριά. Εκατοντάδες εθιμικοί αρχηγοί δημιουργήθηκαν στη ΛΔΚ. Ο στόχος ήταν να διασφαλιστεί ότι η τάξη θα μπορούσε να διατηρηθεί την ίδια στιγμή που οι αυτόχθονες πληθυσμοί μετατράπηκαν σε παραγωγικά και φορολογητέα υποκείμενα. Οι εθιμικοί αρχηγοί με εκτεταμένες εξουσίες έγιναν ιδιαίτερα σημαντικοί μεσάζοντες. Πλαισιώθηκαν ως η ενσάρκωση των παραδοσιακών αυτόχθονων πολιτικών θεσμών παρά την τεράστια ποικιλομορφία αυτών[1].

 

Από έτερη πηγή διασταυρώθηκε ότι βάσει του άρθρου 207 του Συντάγματος της ΛΔΚ αναγνωρίζεται η εθιμική αρχηγία, η οποία μεταφέρεται σύμφωνα με το τοπικό έθιμο, εφόσον το τελευταίο δεν είναι αντίθετο με το Σύνταγμα, το νόμο, τη δημόσια τάξη και την ηθική. Η εθιμική αρχηγία έχει καθήκον να προάγει την εθνική ενότητα και συνοχή[2]. Ο προαναφερόμενος νόμος που καθιέρωσε το καθεστώς των εθιμικών αρχηγών εκδόθηκε από τον τότε πρόεδρο Joseph Kabila στις 25 Αυγούστου 2015[3]. Σύμφωνα με το άρθρο 10 του εν λόγω νόμου, «εθιμικός αρχηγός» είναι κάθε πρόσωπο που διορίζεται δυνάμει τοπικών εθίμων, αναγνωρισμένος από τις δημόσιες αρχές και στον οποίο έχει ανατεθεί η ηγεσία μιας εθιμικής οντότητας»[4].

 

Ως προς τη δυνατότητα των εθιμικών αρχηγών να επιβάλλουν θανατικές ποινές δεν ανευρέθησαν σχετικές πληροφορίες, ωστόσο επιβεβαιώθηκε ότι στη ΛΔΚ η θανατική ποινή εξακολουθεί να ισχύει καθώς η χώρα έχει τηρήσει ένα de facto μορατόριουμ στις εκτελέσεις από τον Ιανουάριο του 2003, αλλά συνεχίζει να επιβάλλει θανατικές ποινές[5].Τέλος, αξιόπιστες πηγές επιβεβαίωσαν ότι παράλληλα με το επίσημο δικαστικό σύστημα της ΛΔΚ, έχει αναδυθεί στην πράξη και μια άτυπη δικαστική εξουσία. Η εξουσία αυτή ασκείται από τοπικούς εθιμικούς αρχηγούς και άλλους τοπικούς ηγέτες, συμπεριλαμβανομένων θρησκευτικών ηγετών, ανταρτών και άλλων ένοπλων φατριών, το στρατό και την αστυνομία[6].

 

Βάσει των ανωτέρω πληροφοριών, προκύπτει πως οι δηλώσεις του αιτητή βρίσκουν, εν μέρει, έρεισμα στις διαθέσιμες πληροφορίες καθώς διασταυρώθηκαν μόνο τα περιφερειακά στοιχεία του υπό εξέταση ισχυρισμού ως προς την εθιμική αρχηγία στη ΛΔΚ και την ισχύ της θανατικής ποινής στη ΛΔΚ, πλην όμως ο αιτητής δεν κατάφερε να τεκμηριώσει τους ισχυρισμούς του.   Ως εκ τούτου, ο υπό εξέταση ισχυρισμός απορρίπτεται στο σύνολό του ως μη αξιόπιστος και κατά συνέπεια, δεν γίνεται αποδεκτός.

 

Προχωρώντας στην αξιολόγηση της εσωτερικής αξιοπιστίας των δηλώσεων του αιτητή αναφορικά με τον ισχυρισμό του περί του ότι περιθωριοποιήθηκε από την κοινότητα του χωριού του επειδή μετεστράφη στο Χριστιανισμό, αρχικά θα αξιολογηθούν οι δηλώσεις του περί μεταστροφής. Παρατηρείται λοιπόν ότι ο αιτητής όχι μόνο δεν παρέθεσε ένα αφήγημα που να αντικατοπτρίζει την αναμενόμενη εσωτερική διεργασία την οποία θα αναμενόταν ευλόγως να διέλθει κατά την μεταστροφή του στο Χριστιανισμό, αλλά υπέπεσε και σε πλήθος αντιφάσεων τις οποίες αν και του δόθηκε η δυνατότητα, δεν ήταν σε θέση να αποσαφηνίσει.

 

Επιπλέον, οι αναφορές του ήταν γενικές και αόριστες ενώ δεν κρίνεται ότι αντικατοπτρίζουν την εσωτερική διεργασία που εξελίσσεται καθ’ όλα τα στάδια της μεταστροφής (ερυθρά 91-1Χ και 88-1Χ, του διοικητικού φακέλου) αφού ο Αιτητής περιορίστηκε στις ασαφείς και αόριστες δηλώσεις περί του ότι άλλαξε ο τρόπος σκέψης του και διαφοροποιήθηκε από τον τρόπο που σκέφτονται οι υπόλοιποι κάτοικοι του χωριού του, οι οποίοι πιστεύουν στην παραδοσιακή θρησκεία. Ο αιτητής τέλος δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει ποια χριστιανικά καθήκοντα αντίκεινται στην παραδοσιακή θρησκεία καθώς περιορίστηκε στην γενικόλογη δήλωση ότι η εκκλησία υπηρετεί τον Ιησού, ενώ η παραδοσιακή θρησκεία που ακολουθείται στο χωριό του, υπηρετεί το σατανά (ερυθρό 91-1Χ, του διοικητικού φακέλου).

 

Περνώντας στις δηλώσεις του σχετικά με την περιθωριοποίηση που φέρεται να δεχτηκε από του κατοίκους του χωριού του λόγω της μεταστροφής του στο Χριστιανισμό, ο αιτητής υποστήριξε ότι κατέστη ξένο σώμα στο χωριό του, χωρίς ωστόσο να υποστηρίζει την εν λόγω δήλωση με άλλες πληροφορίες και/ή δηλώσεις. Η μόνη δήλωση που εν προκειμένω πρόβαλε ο αιτητής, ήταν το ότι στο χωριό του δεν υπάρχουν Χριστιανοί και εκκλησίες (ερυθρό 86 του διοικητικού φακέλου).

 

Ως προς την αξιολόγηση της εξωτερικής αξιοπιστίας του εν λόγω ισχυρισμού, διεξήγαγα έρευνα αναφορικά με τις συνθήκες που αντιμετωπίζουν οι Χριστιανοί στη ΛΔΚ, εκ της οποίας προέκυψε ότι στη ΛΔΚ υπάρχουν περίπου 90,6 εκατομμύρια Χριστιανοί, οι οποίοι αποτελούν το 95% του πληθυσμού[7]. Aπό έτερη πηγή ωστόσο επιβεβαιώνεται ότι, όταν έφτασαν οι Χριστιανοί στη ΛΔΚ, βρέθηκαν αντιμέτωποι με τις Παραδοσιακές Θρησκευτικές δυνάμεις του Κονγκό. Αυτή ήταν η αρχή μιας μακράς ιστορίας συνύπαρξης μεταξύ των δύο θρησκειών (οπαδών του ATR και του Χριστιανισμού) στη ΛΔΚ. Ως επί το πλείστον, αυτή η σχέση ήταν εγκάρδια[8].

 

Σε σχέση δε με τη στοχοποίηση που φέρονται να υφίστανται οι Χριστιανοί στη ΛΔΚ, κατόπιν περαιτέρω έρευνας ανευρέθη ότι ενώ η ΛΔΚ είναι μια από τις μεγαλύτερες χώρες της Αφρικής γεωγραφικά με πληθυσμό χριστιανικής πλειοψηφίας, ισλαμιστικές ομάδες διώκουν αυστηρά τους χριστιανούς κατά μήκος των ανατολικών συνόρων της ΛΔΚ. Ένας από τους κύριους διώκτες είναι οι Ισλαμιστικές Συμμαχικές Δημοκρατικές Δυνάμεις (ADF)[9]. Από έτερες πηγές άλλωστε επιβεβαιώνεται ότι οι Χριστιανοί στοχοποιούνται κυρίως στο Ανατολικό τμήμα της ΛΔΚ και όχι στο Δυτικό, στο οποίο ανήκει και η περιφέρεια Kwilu επί της οποίας βρίσκεται το χωριό του αιτητή, καθώς εντοπίστηκαν πληροφορίες οι οποίες επιβεβαιώνουν ότι  το ανατολικό τμήμα της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό (ΛΔΚ) είναι ένα επικίνδυνο μέρος για τους Χριστιανούς αυτή τη στιγμή. Ομάδες ανταρτών μάχονται για τον έλεγχο της περιοχής, συμπεριλαμβανομένης μιας ισλαμικής εξτρεμιστικής ομάδας, γνωστής ως Συμμαχικές Δημοκρατικές Δυνάμεις (ADF), η οποία στοχεύει χριστιανικά σπίτια και εκκλησίες. Οι Χριστιανοί σε αυτήν την περιοχή ζουν με την απειλή της απαγωγής και η τρομερή βία είναι συνηθισμένη[10].

 

Βάσει των ανωτέρω πληροφοριών, οι δηλώσεις του αιτητή περί του ότι περιθωριοποιήθηκε από την κοινότητα του χωριού του λόγω της μεταστροφής του στο Χριστιανισμό δεν βρίσκουν έρεισμα στις διαθέσιμες πληροφορίες καθώς από τη σχετική έρευνα προέκυψε ότι ο Χριστιανισμός αποτελεί την επικρατούσα θρησκεία στη χώρα καταγωγής του και πως οι χριστιανοί συνυπάρχουν αρμονικά με τους ακόλουθους της παραδοσιακής θρησκείας παρά τις διαφορές τους και ότι οι Χριστιανοί στοχοποιούνται από Ισλαμικούς φορείς αποκλειστικά στα ανατολικά της χώρας και όχι στα Δυτικά όπου βρίσκεται ο τόπο καταγωγής του αιτητή. Σε συνδυασμό λοιπόν με την αδυναμία του τελευταίου να θεμελιώσει την εσωτερική αξιοπιστία των δηλώσεών του, ο υπό εξέταση ισχυρισμός κρίνεται στο σύνολό του ως μη αξιόπιστος, εφόσον ο αιτητής δεν κατάφερε να τεκμηριώσει τον προαναφερόμενο ισχυρισμό του.

 

Ολοκληρώνοντας την αξιολόγηση των ισχυρισμών του αιτητή, προχωρώ στην αξιολόγηση της εσωτερικής αξιοπιστίας των δηλώσεών του αναφορικά με τις απειλές που φέρεται να δέχτηκε επειδή αρνήθηκε να διαδεχθεί τον πατέρα του στην εθιμική αρχηγία του χωριού του, λόγω του ότι μετεστράφη στο Χριστιανισμό.  Αρχικά θα πρέπει να επισημανθεί ότι καθώς οι ισχυρισμοί του αιτητή περί του ότι ο πατέρας του ήταν εθιμικός αρχηγός του χωριού Kutu-moke, και ο ισχυρισμός του περί μεταστροφής στο Χριστιανισμό έχουν ήδη απορριφθεί ως μη αξιόπιστοι, η αξιοπιστία του υπό εξέταση ισχυρισμού κλονίζεται.

 

Προχωρώντας ωστόσο στην αξιολόγηση της εσωτερικής αξιοπιστίας των δηλώσεων του αιτητή, αναμενόταν ευλόγως από τον αιτητή, λόγω και της κατ’ ισχυρισμό θέσης που κατείχε ο πατέρας του, να έχει συνειδητοποιήσει εκ των προτέρων ότι επρόκειτο να τον διαδεχτεί στην αρχηγία του χωριού και να γνωρίζει τις διαδικασίες που ακολουθούνται. Ο αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου στα πλαίσια αξιολόγησης της εσωτερικής αξιοπιστίας του ισχυρισμού του αιτητή εντόπισε όλες τις αντιφάσεις που πρόβαλε ο αιτητης, τις ασάφειες στις απαντήσεις του και ορθά επεσήμανε πως οι ισχυρισμοί του ήταν  γενικοί και αόριστοι.  Βάσει της αξιολόγησης των δηλώσεων του αιτητή, ορθά κρίθηκε πως δεν θεμελιώνεται η εσωτερική αξιοπιστία του υπό εξέταση ισχυρισμού του.

 

Ως προς την αξιολόγηση της εξωτερικής αξιοπιστίας των δηλώσεων του αιτητή, διεξήγαγα έρευνα αναφορικά με τη διαδικασία διαδοχής της εθιμικής αρχηγίας που ακολουθείται στη χώρα καταγωγής του καθώς και τις συνέπειες που αντιμετωπίζουν τα άτομα που αρνούνται το εν λόγω αξίωμα. Σχετικά με τη διαδοχή του εθιμικού αρχηγού, ο νόμος ορίζει ότι σε περίπτωση που κενωθεί θέση του εθιμικού αρχηγού (είτε λόγω θανάτου, είτε λόγω μακροχρόνιας απουσίας του, είτε λόγω αναστολής των καθηκόντων του ή άσκηση άλλης ασυμβίβαστης λειτουργίας), ένας ανώτερος διοικητικός λειτουργός (ο περιφερειάρχης ή ο αντιπρόσωπός του- προϊστάμενος τομέα, τοπικός αρχηγός, ή δήμαρχος) μεταβαίνει στον χώρο και συντάσσει επίσημη έκθεση για την κενή θέση.

 

Εάν ο διάδοχος είναι γνωστός, η προαναφερθείσα ανώτερη αρχή εξουσιοδοτεί την εγκατάστασή του. Εάν ο διάδοχος δεν είναι γνωστός, εγκαθιστά ενδιάμεσο και ανοίγει το δρόμο προς διαδοχή. Για την κάλυψη της κενής θέσης, η αρχή λαμβάνει υπόψη την αυθεντικότητα του γενεολογικού δέντρου, την ακρόαση των μελών της οικογένειας του εκ κληρονομιάς δικαιούχου, τη μαρτυρία των αρχηγών ομάδων, αρχηγών χωριών ή γειτονικών αξιωματούχων και στη συνέχεια ανακηρύσσεται ο νέος αρχηγός που ορίζεται σύμφωνα με το τοπικό έθιμο. Η αρχή συντάσσει έκθεση στην οποία επισυνάπτονται όλα τα αντίστοιχα πρακτικά και τη διαβιβάζει στην αρμόδια αρχή για να ολοκληρωθεί η διαδικασία[11].

 

Αν και το Συμβούλιο Μετανάστευσης και Προσφύγων του Καναδά (IRB) παρατήρησε ότι η θέση του εθιμικού αρχηγού είναι κληρονομική και περνάει από πατέρα σε γιο[12], ο Δρ. Mambi Tunga-Bau, πολιτικός καθηγητής Επιστημών στο Πανεπιστήμιο της Kinshasa εξήγησε ότι στην πράξη, ο ηλικιακά μεγαλύτερος εκλαμβάνεται ως το άτομο που έχει τις περισσότερες αρετές για την ανάληψη της εξουσίας. Επομένως, είναι ο υποψήφιος που δικαιολογεί κοινωνικά περισσότερες αρετές προκειμένου να αναλάβει την εξουσία». Οι εκλογές οργανώνονται μεταξύ των κατόχων των δικαιωμάτων και αποκλείουν τον «ευρύ ανταγωνισμό»[13]. Ο Δρ. Mambi Tunga-Bau τόνισε ωστόσο ότι εννοείται ότι δεν είναι δυνατό για άτομα έξω από την οικογένεια των αρχηγών να αναλάβει την εξουσία[14].

 

Ως προς της διαδικασία διαδοχής ενώ ο εθιμικός αρχηγός είναι ακόμα ζωντανός, ο διάδοχος, ο οποίος αντιπροσωπεύει τις απαιτούμενες ιδιότητες, παρουσιάζεται από τα μέλη της οικογένειας του αρχηγού σε ένα κοινό που αποτελείται από εκπροσώπους των εδαφικών αρχών, μέλη των παραδοσιακών κοινοτήτων και των χωριών. Ο διάδοχος αναλαμβάνει καθήκοντα αμέσως μετά το θάνατο του αρχηγού[15]

 

Σύμφωνα άλλωστε και με άρθρο του IOSR Journal Of Humanities And Social Science (IOSR-JHSS), [ανεπίσημη μετάφραση] «την παραδοσιακή εξουσία κατέχει το μεγαλύτερο ηλικιακά πρόσωπο της φυλής, η οποία κληρονομείται, μετά το θάνατό  του, από τον μεγαλύτερο γιο του, κυρίως από την πρώτη του γυναίκα, και ενθρονίζεται αρχηγός της φυλής»[16]. Ως προς τα άτομα που αρνούνται να αναλάβουν τη θέση του αρχηγού της φυλής, ο Δρ. Mambi Tunga-Bau, περαιτέρω δήλωσε ότι σπάνια ένας αρχηγός αποποιείται  οικειοθελώς την εθιμική εξουσία γιατί ο ρόλος του τον προμηθεύει με πλούτο αλλά και κύρος[17]. Από την έρευνα που διεξήγαγα, δεν προέκυψαν πληροφορίες σε σχέση με τις συνέπειες που αντιμετωπίζουν τα άτομα που αρνούνται να γίνουν εθιμικοί αρχηγοί.

 

Ενόψει της προαναφερόμενης έρευνας, προκύπτει πως οι δηλώσεις του αιτητή βρίσκουν έρεισμα στις διαθέσιμες πληροφορίες ως προς την κληρονομική φύση της διαδοχής της εθιμικής αρχηγίας, ωστόσο κατά τα λοιπά ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να παραθέσει ένα αφήγημα το οποίο να αντανακλά οποιοδήποτε άλλος σκέλος των πληροφοριών που αντλήθηκαν.  Διαφαίνεται πως οι δηλώσεις του αιτητή σχετίζονται ευρέως γνωστές πληροφορίες στη χώρα καταγωγής του, αλλά σε καμία περίπτωση δεν αναδύεται προσωπική εμπειρία. Ως εκ τούτου, ο υπό εξέταση ισχυρισμός απορρίπτεται στο σύνολό του ως μη αξιόπιστος και δεν γίνεται αποδεκτός.

 

Πριν προχωρήσω στην αξιολόγηση κινδύνου και τη νομική ανάλυση, κρίνω σκόπιμο να επισημανθεί ότι, σύμφωνα με τις δηλώσεις του, ο αιτητής εγκατέλειψε το χωριό Kutu-moke το 2015, έζησε στην πόλη Kinshasa για τέσσερα χρόνια και το Φεβρουάριο του 2019 επέστρεψε στο χωριό του λόγω του θανάτου του πατέρα του, όπου  διέμεινε για πολύ μικρό χρονικό διάστημα πριν εγκαταλείψει τη ΛΔΚ. Ως εκ τούτου, η τετραετής διαμονή του στην πόλη Kinshasa μέχρι και το έτος κατά το οποίο εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του αποτελεί τη βάση της αξιολόγησης ως τόπου τελευταίας συνήθους διαμονής του αιτητή.

 

Yπό το φως λοιπόν του μόνου αποδεκτού ισχυρισμού αναφορικά με τα προσωπικά στοιχεία του αιτητή, του τόπου καταγωγής και της τελευταίας συνήθους διαμονής του, αξιολογείται ότι δεν συντρέχουν στο πρόσωπό του εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία που δικαιολογούν την θεμελίωση δικαιολογημένου φόβου δίωξης σύμφωνα με το άρθρο 3(1) του Περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000.  Βάσει των στοιχείων του προσωπικού του προφίλ και των ισχυρισμών που ο ίδιος προώθησε, δεν πιθανολογείται ότι σε περίπτωση επιστροφής του στη ΛΔΚ και συγκεκριμένα στην Kinshasa, υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι ο αιτητής θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη, όπως η εν λόγω έννοια ορίζεται στο άρθρο 19 (2) του Περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000.

 

Από τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον μου προκύπτει πως δεν στοιχειοθετούνταν ούτε οι προϋποθέσεις του άρθρου 19 του Ν. 6 (Ι)/2000 για να παραχωρηθεί στον αιτητή καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, εφόσον δεν αποδείχθηκε ότι συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις αναφορικά με τον κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του.

 

Για τη διαπίστωση αυτού του πραγματικού κινδύνου θα πρέπει να υπάρχουν, όπως ρητά προνοεί το άρθρο 19(1) του Ν. 6 (Ι)/2000, «ουσιώδεις λόγοι».  Περαιτέρω, σοβαρή βλάβη ή σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη κατά το εδάφιο (2) του άρθρου 19 του Ν. 6 (Ι)/2000, σημαίνει κίνδυνο αντιμετώπισης θανατικής ποινής, βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας ή να υπάρχει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης (βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015), ECLI:CY:AD:2015:D619.

 

Εν προκειμένω, σύμφωνα με τις δηλώσεις του αιτητή και βάσει της αξιολόγησης της αξιοπιστίας των ισχυρισμών του, ως παρατέθηκε ανωτέρω, περιοχή προηγούμενης συνήθους διαμονής του στη χώρα καταγωγής του αποτέλεσε η Kinshasa, πρωτεύουσα της ΛΔΚ. Προκειμένου να διαπιστωθεί εάν συντρέχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής θα αντιμετωπίσει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, ως οι διατάξεις του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000 ανέτρεξα σε έγκυρες πηγές πληροφόρησης για τη χώρα καταγωγής του αιτητή, προς εξέταση της κατάστασης που επικρατεί σε αυτήν και συγκεκριμένα στην ευρύτερη περιοχή της περιφέρειας Kinshasa.

 

Ως προς τον κίνδυνο που ενδέχεται να αντιμετωπίσει ο αιτητής  λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, ανέτρεξα σε πρόσφατες και έγκυρες πληροφορίες από εξωτερικές πηγές αναφορικά με την τρέχουσα κατάσταση ασφαλείας στην πόλη Kinshasa, τόπο καταγωγής και τελευταίας συνήθους διαμονής του αιτητή, εκ των οποίων προέκυψε ότι η έκθεση του 2021 του portal RULAC σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας στην Kinshasa, αναφέρει πως: «Η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (ΛΔΚ) εμπλέκεται σε πολλές μη διεθνείς ένοπλες συγκρούσεις (NIAC) εντός των εδαφών της εναντίον ορισμένων ένοπλων ομάδων στις περιοχές  Ituri, Kasai και Kivu, ενώ δεν αναφέρεται η δραστηριοποίηση ενεργών, μη κρατικών, ένοπλων ομάδων στην Κινσάσα» .[18]

 

Παράλληλα, το International Crisis Group's Crisis Watch δεν κατέγραψε απώλειες αμάχων συνδεόμενες με περιστατικά ασφαλείας στην Kinshasa από τον Ιανουάριο του 2020 μέχρι και τον Ιούλιο του 2021[19].  Έκθεση της Διεθνούς Αμνηστίας για τη ΛΔΚ το 2022 αναφέρει ότι  ένοπλες συγκρούσεις στη ΛΔΚ εντοπίζονται στις περιοχές  Nord-Kivu, Sud-Kivu, Ituri, Tanganyika, Kasaï-Oriental, Kasaï Central, Kasaï and Mai-Ndombe χωρίς να γίνεται καμία αναφορά στην Κινσάσα[20]. Βάσει των ανωτέρω πληροφοριών προκύπτει ότι στην Κινσάσα δεν επικρατούν συνθήκες εσωτερικής ένοπλης σύρραξης καθώς η κατάσταση ασφαλείας χαρακτηρίζεται σταθερή.

 

Αναλύοντας τα κατωτέρω ποιοτικά και ποσοτικά δεδομένα που προέκυψαν κατόπιν έρευνας αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας που επικρατεί συγκεκριμένα στην επαρχία της Kinshasa, οι εξωτερικές πηγές καταδεικνύουν το ακίνδυνο και ασφαλές της περιοχής. Ειδικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία του Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED), για το διάστημα από 19/04/2023 έως 19/04/2024, σημειώθηκαν στην εν λόγω περιφέρεια 99 περιστατικά ασφαλείας, τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα τον θάνατο 70 ανθρώπων. Μεταξύ αυτών, 22 ήταν περιστατικά βίας κατά αμάχων (49 θάνατοι), 24 ήταν περιστατικά εξεγέρσεων / ταραχών (1 θάνατο), 45 περιστατικά συνίσταντο σε διαμαρτυρίες (κανένας θάνατος), καταγράφηκαν 8 περιστατικά μαχών ( 20 θάνατοι) ενώ δεν καταγράφηκαν περιστατικά απομακρυσμένης βίας/ εκρήξεων[21].

 

Δεδομένου δε ότι ο συνολικός πληθυσμός της επαρχίας της Kinshasa ανέρχεται σήμερα σε  περίπου 17.032.000 κατοίκους[22],  καθίσταται κατανοητό ότι ο ανωτέρω αναφερόμενος αριθμός θανάτων στην εν λόγω περιοχή από περιστατικά ασφαλείας (70 θάνατοι) δεν ανέρχεται σε τόσο υψηλά επίπεδα σε σχέση με τον συνολικό πληθυσμό της περιοχής, έτσι ώστε η κατάσταση στην εν λόγω περιοχή να μπορεί να χαρακτηριστεί ως ένοπλη σύρραξη, η οποία μπορεί να επιφέρει συνθήκες αδιακρίτως ασκούμενης βίας. Βάσει των ανωτέρω ποσοτικών και ποιοτικών δεδομένων, δεν προκύπτει ότι στον τόπο τελευταίας διαμονής του αιτητή λαμβάνει χώρα διεθνής ή εσωτερική ένοπλη σύρραξη εντός του πλαισίου του άρθρου 19(2)(γ) του Περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000.

 

Απο τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον μου διαφαίνεται πως το αρμόδιο όργανο συνεκτίμησε και αξιολόγησε όλα τα στοιχεία που είχε ενώπιον του προτού καταλήξουν στην προσβαλλόμενη απόφαση και ενόψει των ισχυρισμών που πρόβαλε ο αιτητής προέβησαν στη δέουσα υπό τις περιστάσεις έρευνα εκδίδοντας με τον τρόπο αυτό πλήρως αιτιολογημένη απόφαση και εντός των πλαισίων της σχετικής νομοθεσίας.

 

Με βάση λοιπόν το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου, καταλήγω ότι το αίτημα του αιτητή εξετάστηκε με επάρκεια και επιμέλεια και υπήρξε η δέουσα αιτιολόγηση της προσβαλλόμενης απόφασης εκ μέρους του αποφασίζοντος οργάνου. Το περιεχόμενο της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία συμπληρώνεται από την αιτιολογημένη Έκθεση-Εισήγηση του λειτουργού της ΕΑSO, στην οποία εκτίθενται λεπτομερώς οι λόγοι της απόρριψης του αιτήματος, αποκαλύπτει ότι η απόφασή της είναι απόλυτα ορθή και σύμφωνη με το Νόμο.

 

Η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με έξοδα €1000 υπέρ των καθ' ων η αίτηση, και εναντίον του αιτητή.

 

 

 

 

 

 

   Χ. Μιχαηλίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.



[1] Τheconversation.com, How DRC’s colonial legacy forged a nexus between ethnicity, territory and conflict, 2021, διαθέσιμο σε https://theconversation.com/how-drcs-colonial-legacy-forged-a-nexus-between-ethnicity-territory-and-conflict-153469

[2] DRC, The Constitution of the Democratic Republic of Congo, 2005, διαθέσιμο σε  https://constitutionnet.org/sites/default/files/DRC%20-%20Congo%20Constitution.pdf, Article 207

[3] LOC, Congo, The Democratic Republic of the: President Adopts Laws on Elections, Traditional Leaders, 8 September 2015, διαθέσιμο σε https://www.loc.gov/research-centers/law-library-of-congress/about-this-research-center/

[4] MDPI, Can traditional authority improve the governance of forestland and sustainability? Case study from the Congo (DRC), 26 April 2019, διαθέσιμο σε https://www.mdpi.com/2073-445X/8/5/74, p. 2

[5] Prison Insider, DRC: tackling the death penalty head-on, October 2023, διαθέσιμο σε https://www.prison-insider.com/en/articles/rdc-l-abolition-de-la-peine-de-mort-a-bras-le-corps

[6] ATTACKS ON JUSTICE – DEMOCRATIC REPUBLIC OF CONGO, n.d., διαθέσιμο σε https://www.refworld.org/pdfid/48abdd680.pdf

 

[7] OpenDoors, Democratic Republic of the Congo, n.d., διαθέσιμο https://www.opendoorsuk.org/persecution/world-watch-list/drc/

[8] ResearchGate, The Place of African Traditional Religion in the Democratic Republic of the Congo since the Advent of Christianity, 2014, διαθέσιμο σε https://www.researchgate.net/publication/274582705_The_Place_of_African_Traditional_Religion_in_the_Democratic_Republic_of_the_Congo_since_the_Advent_of_Christianity

[9] Prosecution.com, DEMOCRATIC REPUBLIC OF THE CONGO (DRC), διαθέσιμο σε https://www.persecution.com/globalprayerguide/drc/

[10] OpenDoors, Democratic Republic of the Congo, n.d., διαθέσιμο https://www.opendoorsuk.org/persecution/world-watch-list/drc/

 

[11]  DRC, Loi fixant le statut des chefs coutumiers [informal translation: Law establishing the status of customary chiefs], 2015, διαθέσιμο σε https://www.droitcongolais.info/files/1.11.1.-Loi-du-25-aout-2015_Statut-des-chefs-coutumiers.pdf

[12]  Canada, IRB, DRC: Customary chiefs, including their authority, regions where they are present and their legal recognition;

how to become a customary chief, including the need for human sacrifice; consequences of refusing to become a customary chief; state protection (COD104878.FE), 2014, διαθέσιμο σε https://irb-cisr.gc.ca/en/country-information/rir/Pages/index.aspx?doc=455814&pls=1

[13]  Canada, IRB, DRC: Customary chiefs, including their authority, regions where they are present and their legal recognition;

how to become a customary chief, including the need for human sacrifice; consequences of refusing to become a customary chief; state protection (COD104878.FE), 20 May 2014, διαθέσιμο σε https://irb-cisr.gc.ca/en/country-information/rir/Pages/index.aspx?doc=455814&pls=1)

[14] Όπ.π.

[15] DRC, Online Mémoire, Les rites d'investiture d'un chef coutumier comme espace communicationnel chez les Lega du territoire de Shabunda en RDC, université pédagogique nationale de Kinshasa RDC [A customary chief’s investiture ceremony as a communication area within the Lega (ethnic group) of Shabunda territory in DRC, national pedagogy university of Kinshasa DRC], November 2019, διαθέσιμο σε https://www.memoireonline.com/11/13/8086/Les-rites-d-investiture-d-un-chef-coutumier-comme-espace-communicationnel-chez-les-Lega-du-territoir.html

[16] IOSR, Conflits de pouvoir coutumier dans le Bulega en RD Congo : Une réalité caractéristique d’un Etat en panne et un grand défi au développement local [Customary power related conflicts in Bulega in DRC : a typical reality of a failed state and a big challenge in local development], August 2018, διαθέσιμο σε http://www.iosrjournals.org/iosr-jhss/papers/Vol.%2023%20Issue8/Version-2/B2308020925.pdf

[17] Canada, IRB, DRC: Customary chiefs, including their authority, regions where they are present and their legal recognition;

how to become a customary chief, including the need for human sacrifice; consequences of refusing to become a customary chief; state protection (COD104878.FE), 20 May 2014, διαθέσιμο σε https://irb-cisr.gc.ca/en/country-information/rir/Pages/index.aspx?doc=455814&pls=1

[18] RULAC, Non-international Armed Conflicts in Democratic Republic of Congo, 13 April 2021, διαθέσιμο σε https://www.rulac.org/news/drc-a-new-conflict-in-ituri-involving-the-cooperative-for-development-of-th

[19] 4 International Crisis Group, Crisis Watch, Tracking Conflict Worldwide, Democratic Republic of Congo, n.d, διαθέσιμο σε https://www.crisisgroup.org/crisiswatch/database?location%5B%5D=7&date_range=custom&from_month=01&from_year=2020&to_month=07&to_year=2021

[20] Amnesty International, DEMOCRATIC REPUBLIC OF THE CONGO 2022, n.d. διαθέσιμο σε https://www.amnesty.org/en/location/africa/east-africa-the-horn-and-great-lakes/democratic-republic-of-the-congo/report-democratic-republic-of-the-congo/

[21] ACLED, Dashboard, [εφαρμοσμένες παράμετροι: 19/04/2023 - 19/04/2024, Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, Kinshasa] https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard

[22] Macrotrends.net, Kinshasa, Republic of Congo Metro Area Population 1950-2023, διαθέσιμο σε https://www.macrotrends.net/cities/20853/kinshasa/population


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο