ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

 

    Υπόθεση Αρ. 7288/22

 

29 Μαΐου, 2024

 

[X. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:

 

 P. M.

 Αιτητή

 

-και-

 

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω της

Υπηρεσίας Ασύλου

 

  Καθ’ ων η αίτηση

 

 …………………….

 

Γεώργιος Κορυζής, Δικηγόρος για τον αιτητή

 

Μέλανη Τρεμούρη, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ’ ων η αίτηση

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

Χ.Μιχαηλίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.:  Ο αιτητής προσφεύγει με την παρούσα αίτηση ακυρώσεως εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, ημερομηνίας 12/09/2022, που του κοινοποιήθηκε στις 11/11/2022 και με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα του, για χορήγηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας.

 

Όπως προκύπτει από την Ένσταση που καταχώρισε ο ευπαίδευτος συνήγορος των καθ’ ων η αίτηση, ο αιτητής είναι υπήκοος του Καμερούν και υπέβαλε αίτηση για διεθνή προστασία στις 25/09/2017, αφού εισήλθε παράνομα στις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές.  Την ίδια ημέρα, ο αιτητής παρέλαβε τη βεβαίωση υποβολής αιτήματος διεθνούς προστασίας.

 

Στις 03/02/2022 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη στον αιτητή από αρμόδιο λειτουργό του Οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο (European Union Agency for Asylum – στο εξής: E.U.A.A.) και στον αιτητή παραχωρήθηκε δωρεάν βοήθεια διερμηνέα.  Μετά τη συνέντευξη, στις 09/08/2022 ο αρμόδιος λειτουργός ετοίμασε έκθεση-εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου.  Η αρμόδια εξουσιοδοτημένη από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός, που εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης του αιτητή στις 12/09/2022.  Στις 10/11/2022 ετοιμάστηκε επιστολή από την Υπηρεσία Ασύλου προς τον αιτητή σχετικά με την απόφασή της για απόρριψη του αιτήματος του.  Η εν λόγω επιστολή επιδόθηκε δια χειρός στον αιτητή.  Στη συνέχεια, ο αιτητής καταχώρησε την υπό εξέταση προσφυγή εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου. 

 

Ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή μέσω της Γραπτής του Αγόρευσης καταγράφει πως περιορίζει τους νομικούς του ισχυρισμούς στην πλάνη περί τα πράγματα και στην έλλειψης δέουσας έρευνας εκ μέρους του αρμόδιου οργάνου και έλλειψης αιτιολογίας της προσβαλλόμενης απόφασης.  Θα πρέπει να αναφερθεί πως ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή, δήλωσε κατά το στάδιο των διευκρινίσεων πως δεν επιθυμεί να καταχωρήσει Γραπτή Απαντητική Αγόρευση και περιόρισε τους λόγους ακυρώσεως που προωθούσε με την Γραπτή του Αγόρευση.

 

Κατά το στάδιο των διευκρινήσεων, ενώπιον του Δικαστηρίου, ο δικηγόρος του Αιτητή περιόρισε τους νομικούς του ισχυρισμούς σε αυτούς της έλλειψης δέουσας έρευνας και έλλειψης αιτιολογίας της προσβαλλόμενης απόφασης εκ μέρους του αρμόδιου οργάνου.  Όσον αφορά στον πυρήνα του αιτήματος του αιτητή, ο συνήγορός του ανέφερε πως ο Αιτητής είναι επαναστάτης, καταζητείται από τις αρχές της χώρας του και σε περίπτωση επιστροφής του θα αντιμετωπίσει κίνδυνο κατά της ζωής και της ελευθερίας του. Περαιτέρω, είναι θέση του ότι ο Αιτητής εμπίπτει αν όχι στο άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000, τουλάχιστον στο άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000, εφόσον όπως εισηγείται έχει στοχοποιηθεί από τις αρχές της χώρας του.

 

Η ευπαίδευτη συνήγορος των καθ' ων η αίτηση, υποστήριξε τη νομιμότητα της απόφασης και ανέφερε πως η προσβαλλόμενη απόφαση έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος και των Νόμων, κατόπιν δέουσας έρευνας και σωστής ενάσκησης των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στο αρμόδιο όργανο, αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης.

 

Θα πρέπει να επισημανθεί ότι, σύμφωνα με τον περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμο του 2018 (Ν.73(Ι)/2018), το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας έχει την εξουσία να εξετάσει την παρούσα υπόθεση και επί της ουσίας και όχι μόνο ως ακυρωτικό Δικαστήριο.  Το γεγονός αυτό, οφείλεται στο ότι η υπό εξέταση υπόθεση αφορά αίτηση που χρονικά εμπίπτει στις προϋποθέσεις του άρθρου 11 του περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (Ν.73(Ι)/2018), οι οποίες δίδουν στο Δικαστήριο την υποχρέωση ελέγχου νομιμότητας και ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης.

 

Προχωρώ να εξετάσω τους ισχυρισμούς που προωθούν και οι δύο πλευρές στη βάση των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου.  Κρίνω πως πρέπει να καταγραφούν οι ισχυρισμοί του αιτητή σε όλα τα στάδια εξέτασης του αιτήματός του, για σκοπούς εξέτασης του νομικού ισχυρισμού που προβάλλει ο ευπαίδευτος συνήγορός του, περί έλλειψης δέουσας έρευνας εκ μέρους του αρμόδιου οργάνου, αλλά και για να εξεταστεί η ορθότητα της προσβαλλόμενης απόφασης.

 

Στην αίτηση για διεθνή προστασία που υπέβαλε ο αιτητής στην Υπηρεσία Ασύλου, δήλωσε πως εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του, λόγω της διαμάχης μεταξύ των αγγλόφωνων Καμερουνέζων και της γαλλόφωνης Κυβέρνησης της χώρας. Όπως περιγράφει, εδώ και πάνω από ενάμιση χρόνο οι πολίτες του Νότιου Καμερούν δεν έχουν πρόσβαση στο σχολείο, γι’ αυτό και πολεμούν για την ανεξαρτησία τους. Λόγω της διαμάχης, ωστόσο, έχουν επέλθει πολλές δολοφονίες και καταστροφές περιουσιών. Συνεπεία των ανωτέρω, ο Αιτητής αποφάσισε να διαφύγει για να σώσει την ζωή του (ερυθρό 1, του διοικητικού φακέλου).

 

Στις 03/02/2022 ο Αιτητής υποβλήθηκε σε προσωπική συνέντευξη από αρμόδιο λειτουργό του EUAA προς εξέταση της ουσίας της αίτησής του, κατά την οποία κλήθηκε να απαντήσει σε ερωτήσεις τόσο αναφορικά με τα προσωπικά του στοιχεία όσο και σε σχέση με τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του και για τους οποίους υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας στη Δημοκρατία.

 

Αναφορικά με τα προσωπικά του στοιχεία ο Αιτητής επιβεβαίωσε ότι είναι πολίτης του Καμερούν, γεννηθείς και μεγαλωμένος στην πόλη Kumba της Νοτιοδυτικής Επαρχίας της χώρας, την οποία δηλώνει και ως τόπο προηγούμενης συνήθους διαμονής του (ερυθρό 40, 1χ, 2χ, του διοικητικού φακέλου). Περαιτέρω, δήλωσε χριστιανός ως προς το θρήσκευμα και Bakosi  ως προς την εθνοτική του καταγωγή (ερυθρό 41, 1χ, του διοικητικού φακέλου). Ως προς το μορφωτικό και επαγγελματικό του υπόβαθρο πρόβαλε πως δεν έχει ολοκληρώσει πλήρως την δευτεροβάθμια εκπαίδευση στην χώρα καταγωγής του (ερυθρό 41, 1χ, του διοικητικού φακέλου) και εργαζόταν στην επιχείρηση που διατηρούσε ο πατέρας του (ερυθρό 41, 3χ, του διοικητικού φακέλου).

 

Αναφορικά με την οικογενειακή του κατάσταση δήλωσε πως είναι άγαμος και άτεκνος. Ο πατέρας του κατοικεί στα σύνορα με την Νιγηρία ενώ η μητέρα του είναι εγκαταστημένη στην πόλη Douala. Διαθέτει έξι αδέρφια, τρεις αδερφούς και τρεις αδερφές, από τα οποία ωστόσο η μια του αδελφή δεν ζει πλέον καθότι έχασε την ζωή της το 2020 σε ένοπλη διαμάχη στην χώρα καταγωγής του. Ο Αιτητής ισχυρίστηκε πως διατηρεί τακτική επικοινωνία μόνο με τους γονείς του (ερυθρό 41,2χ, 3χ, 4χ, του διοικητικού φακέλου).

 

Ως προς τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, o Αιτητής επανέλαβε πως διέφυγε λόγω της αγγλόφωνης κρίσης που επικρατούσε στη χώρα του. Ισχυρίστηκε πως πήρε μέρος σε μια ειρηνική διαμαρτυρία, η οποία κατεστάλη βίαια από την αστυνομία με χρήση δακρυγόνων. Δήλωσε πως στη χώρα του δεν υπάρχει ελευθερία λόγου και πως οι συμμετέχοντες στη διαμαρτυρία καταζητούνταν από την αστυνομία. Οι αρχές προχώρησαν σε συλλήψεις πολλών διαδηλωτών, μεταξύ αυτών και πολλών εφήβων. Ο Αιτητής ισχυρίστηκε πως ήταν στην πρώτη σειρά της πορείας και γι’αυτό το λόγο καταζητείται.  Δήλωσε μάλιστα πως άρχισαν να συλλαμβάνουν τους φίλους του.  Συνεπεία τούτου αποφάσισε να εγκαταλείψει τη χώρα και διέφυγε στην Νιγηρία. Προτού εγκαταλείψει τη χώρα ανέφερε πως του πήραν την ταυτότητά του επειδή κατηγορήθηκε ότι ήταν επαναστάτης αποσχιστής (ερυθρό 38, 2χ, του διοικητικού φακέλου).

 

Ερωτηθείς αν συντρέχουν άλλοι λόγοι για τους οποίους αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την χώρα του, ο Αιτητής επανέλαβε πως αφενός τον θεωρούν αντάρτη και αφετέρου του έχουν κατάσχει την ταυτότητα, οπότε κινδυνεύει να συλληφθεί σε περίπτωση επιστροφής του. Τόνισε πως στη χώρα του επικρατεί καθεστώς «δικτατορίας» και οι νέοι άνθρωποι δεν μπορούν να αντισταθούν γιατί θεωρούνται ως επαναστάτες. Ο ίδιος νιώθει την ανάγκη να αντισταθεί και να πολεμήσει για τους ανθρώπους του.  Επίσης, ισχυρίστηκε πως τα αδέρφια του αγνοούνται και είναι ο μόνος υιος που έχει ο πατέρας του (ερυθρό 37, 1χ, του διοικητικού φακέλου)

 

Κατά το στάδιο των διευκρινιστικών ερωτήσεων που ακολούθησε στην Υπηρεσία Ασύλου, ο Αιτητής κλήθηκε να απαντήσει σε συγκεκριμένες ερωτήσεις, ώστε να εμπλουτίσει την επιχειρηματολογία του και να αποσαφηνίσει τα κρίσιμα γεγονότα της αφήγησής του που συνδέονται βεβαίως με τον πυρήνα του αιτήματός του.

 

Ερωτηθείς σχετικά με την αγγλόφωνη κρίση και πως αυτή επηρέασε τον ίδιο προσωπικά, απάντησε πως λόγω υψηλών φόρων η επιχείρηση του πατέρα του καρτέρευσε διότι δεν μπορούσε να ανταπεξέλθει στις ανάγκες και απαιτήσεις του κράτους.  Επιπρόσθετα, ισχυρίστηκε πως και ο ίδιος ως νέος άνθρωπος ήταν καταδικασμένος, καθώς λόγω της «δικτατορικής» κυβέρνησης δεν μπορούσε να έχει το μέλλον που επιθυμούσε και ένιωθε πολίτης «δεύτερης κατηγορίας» διότι του ανατίθονταν μόνο οι «βαριές» εργασίες και επιπλέον, δεν μπορούσε να βρει εργασία γιατί δεν μιλούσε γαλλικά (ερυθρό 37, 2χ, του διοικητικού φακέλου)

 

Αναφορικά με τη πρόσβασή του στην αγορά εργασίας, σε άλλο σημείο της συνέντευξής του ισχυρίστηκε ότι βρήκε μεν εργασία αλλά πληρωνόταν πάντα με καθυστέρηση, λόγω του ότι προτεραιότητα είχαν πάντα οι γαλλόφωνοι, οι οποίοι ήταν ευνοούμενοι από την κυβέρνηση και από παιδί ένιωθε αυτή την διάκριση (ερυθρό 37 3χ, του διοικητικού φακέλου). Όσον αφορά στην πρόσβαση στην εκπαίδευση, ισχυρίστηκε ομοίως πως αυτή ήταν ευκολότερη για τους γαλλόφωνους, ενώ ο ίδιος έπρεπε να πληρώνει και ένιωθε πολίτης χαμηλότερης κατηγορίας (ερυθρό 37, του διοικητικού φακέλου).

 

Ακολούθως, ο Αιτητής αναφορικά με την διαδήλωση στην οποία έλαβε μέρος, ισχυρίστηκε πως αυτή έλαβε χώρα το 2016 ή το 2017 (ερυθρό 37, του διοικητικού φακέλου), επρόκειτο για μια μεγάλη ειρηνική διαδήλωση κατά της περιθωριοποίησης των αγγλόφωνων και εκτεινόταν σε όλες τις αγγλόφωνες περιοχές και ιδίως στα αστικά κέντρα Bamenda και KumbaO Αιτητής τόνισε πως ήταν στους διαδηλωτές της πρώτης σειράς και είχε αλληλεπίδραση με τις αρχές. Συμμετείχε μόνο την πρώτη μέρα αλλά διευκρίνισε πως οι διαδηλώσεις συνέχισαν και τις επόμενες ημέρες. Αίτημα των διαδηλωτών ήταν η ισότητα και η μεταχείρισή τους ως Καμερουνέζων (ερυθρό 36, του διοικητικού φακέλου).

 

Ωστόσο, εξήγησε πως επειδή το αίτημά τους δεν τύγχανε αποδοχής, αυτό οδήγησε αργότερα τους επαναστάτες να πολεμήσουν για την ολική ανεξαρτησία των αγγλόφωνων περιοχών (ερυθρό 36, του διοικητικού φακέλου).  Αναφορικά με την προσωπική του εμπλοκή στην διαμαρτυρία, ανέφερε πως την ημέρα της πορείας, προτού αυτή ξεκινήσει, του ζητήθηκε από τις αρχές να δείξει την ταυτότητά του για να συμμετάσχει και έτσι, αργότερα οι αρχές τον καταδίωκαν. Η πορεία διακόπηκε με δακρυγόνα ενώ επίσης η αστυνομία άνοιξε πυρά προς τους διαδηλωτές. Κατόπιν, η αστυνομία άρχισε να αναζητά τους διαδηλωτές και ο Αιτητής διέφυγε και κρύφτηκε στο χωριό Ekombe, και αργότερα την ίδια ημέρα, εγκατέλειψε οριστικά τη χώρα του (ερυθρό 35, του διοικητικού φακέλου).

 

Ερωτηθείς αν έχει αλλάξει κάτι από την ημέρα που έφυγε μέχρι και την χρονική στιγμή της συνέντευξης, ισχυρίστηκε ότι περί το 2020 ενημερώθηκε από την πρώην σύντροφό του ότι κάποιοι ένστολοι ρωτούσαν γι’ αυτόν (ερυθρά 34 και 35, του διοικητικού φακέλου).  Σε περίπτωση επιστροφής του φοβάται ότι το καθεστώς θα είναι ίδιο, η διαμάχη θα συνεχίζεται και άνθρωποι θα πεθαίνουν καθημερινά. Επίσης, δήλωσε πως η αστυνομία έχει τα δαχτυλικά του αποτυπώματα και κινδυνεύει να συλληφθεί (ερυθρό 34, του διοικητικού φακέλου).

 

Τέλος, ο Αιτητής επιβεβαίωσε ότι ουδέποτε είχε κάποια πολιτική ανάμιξη ή άλλη ακτιβιστική δραστηριότητα στην χώρα καταγωγής του (ερυθρό 37, 4χ του διοικητικού φακέλου), ουδέποτε συλλήφθηκε ή κρατήθηκε στη χώρα του (ερυθρό 34, του διοικητικού φακέλου) και δεν μπορεί να επιστρέψει σε οποιοδήποτε άλλο σημείο της χώρας διότι όπως ισχυρίστηκε «δεν θα μπορεί να κάνει τίποτα» και θα πρέπει να κρύβεται.  Όπως δήλωσε, ο πατέρας του ζει πλέον στα σύνορα με την Νιγηρία και έχει αλλάξει ταυτότητα (ερυθρό 34, 1χ του διοικητικού φακέλου).

 

Με το πέρας της συνέντευξης ο Αιτητής υπέγραψε όλες τις σελίδες από το πρακτικό που τηρήθηκε και επιβεβαίωσε με τον τρόπο αυτό πως όσα καταγράφηκαν στα πρακτικά της συνέντευξής του, αντιστοιχούν στις δηλώσεις του όπως αυτές διατυπώθηκαν με την βοήθεια του διερμηνέα (ερυθρό 32, του διοικητικού φακέλου).

 

Στη βάση των όσων προέβαλε ο Αιτητής στη συνέντευξή του, ο αρμόδιος λειτουργός του EUAA στην έκθεση-εισήγησή του σχημάτισε τους πιο κάτω ουσιώδης ισχυρισμούς: 1) Ταυτότητα και χώρα καταγωγής του Αιτητή 2) Ο Αιτητής εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του λόγω της αγγλόφωνης κρίσης και 3) Ο Αιτητής θεωρείται από τις αρχές της χώρας του ως επαναστάτης.  Ο πρώτος και ο δεύτερος ισχυρισμός, έγιναν αποδεκτοί από τον λειτουργό του EUAA ως πληρούντες τα κριτήρια εσωτερικής και εξωτερικής αξιοπιστίας.

 

Αντιθέτως, ο τρίτος ισχυρισμός δεν έτυχε αποδοχής και απορρίφθηκε ως εσωτερικά αναξιόπιστος. Ειδικότερα, κρίθηκε ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να παρέχει επαρκείς πληροφορίες και ήταν γενικός και αόριστος στις αναφορές του. Δεν παρουσίασε λεπτομέρειες για να υποστηρίξει τον ισχυρισμό του στο σύνολό του και ο ισχυρισμός του ότι κατηγορείται ότι είναι αυτονομιστής, βασίζεται σε προσωπικές του εικασίες και ισχυρισμούς τους οποίους δεν κατόρθωσε να τεκμηριώσει.  

 

Επίσης, όπως ο ίδιος δήλωσε, δεν αντιμετώπισε προβλήματα με τις αρχές της χώρας του, η οικογένειά του δεν ρωτήθηκε για αυτόν και δεν είχε καμία ενημέρωση σε σχέση με τα γεγονότα που ισχυρίζεται ότι τον στοχοποίησαν τα τελευταία πέντε χρόνια. Είναι η θέση του λειτουργού ότι όλα τα στοιχεία που έθεσε ενώπιον του αποδεικνύουν ότι δεν αντιμετωπίζει καμία κατηγορία σε βάρος του. Ο Αιτητής δεν κατάφερε να επιβεβαιώσει τους ισχυρισμούς του, δεν παρείχε επαρκείς πληροφορίες και δεν προέκυψε ή/και αναδείχθηκε το προσωπικό στοιχείο, όπως ευλόγως αναμενόταν σε περιπτώσεις ατόμων που έχουν βιώσει προσωπικά τέτοια περιστατικά και επομένως, αναμένεται να έχουν περισσότερες πληροφορίες να αφηγηθούν. Συνεπεία των ανωτέρω, η εσωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού του, δεν θεμελιώθηκε. Όσον αφορά στην εξωτερική αξιοπιστία, δεν βρέθηκαν πηγές που να επιβεβαιώνουν τα όσα ο Αιτητής ισχυρίστηκε λόγω της αμιγώς προσωπικής φύσης του ισχυρισμού.

 

Στη συνέχεια, ο λειτουργός στη βάση των δύο πρώτων αποδεδειγμένων πραγματικών ισχυρισμών προέβη σε εκτίμηση μελλοντικού κινδύνου καταλήγοντας ότι παρότι η κατάσταση στο Καμερούν εξακολουθεί να είναι έντονη, εντούτοις δεν αποδείχθηκε ότι ο Αιτητής θα είχε κάποια ανάμιξη ή εμπλοκή με την γενικότερη κατάσταση σε περίπτωση επιστροφής του και συνεπώς δεν υπάρχει εύλογος βαθμός πιθανότητας να εκτεθεί σε κίνδυνο δίωξης ή σοβαρής βλάβης.

 

Όπως προκύπτει από την εισηγητική έκθεση, ο λειτουργός, αξιολογώντας τους ισχυρισμούς του αιτητή στο σύνολό τους, σε συνδυασμό με τις πληροφορίες για τη χώρα καταγωγής του, έκρινε ότι ο αιτητής δεν κατάφερε να στοιχειοθετήσει βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης στη χώρα του, όπως αυτός καθορίζεται από το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000 καθότι κρίθηκε αναξιόπιστος ως προς τους ισχυρισμούς του.

 

Στη συνέχεια, ο λειτουργός αξιολόγησε το ενδεχόμενο ύπαρξης πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης για τον αιτητή σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του.  Από την προαναφερόμενη αξιολόγηση δεν διαπιστώθηκε ότι υπάρχει εύλογη πιθανότητα ο αιτητής να αντιμετωπίσει κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης, ούτε πραγματικό κίνδυνο βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας. Τέλος, λαμβάνοντας υπόψη τις διαθέσιμες πληροφορίες για την κατάσταση που επικρατούσε κατά το χρόνο εξέτασης του αιτήματος του αιτητή στην πόλη Κumba, δεν διαπιστώθηκε ότι ο αιτητής θα αντιμετωπίσει σοβαρή βλάβη καθότι δεν διαφαίνεται ότι από τις προσωπικές περιστάσεις του αιτητή θα προκύψει κίνδυνος για τη ζωή του, με μόνη την παρουσία του στην περιοχή.  Το περιεχόμενο της υπό αναφορά Έκθεσης-Εισήγησης υιοθέτησε ο αρμόδιος εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός που εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου και απέρριψε το αίτημα του αιτητή.

 

Αναφορικά με τον πρώτο και δεύτερο πραγματικό ισχυρισμό, αυτοί έγιναν αποδεκτοί από τους καθ΄ ων η αίτηση και δεν αμφισβητούνται στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας.  Ενόψει τούτου, θα προχωρήσω στην αξιολόγηση του τρίτου ουσιώδους ισχυρισμού που πρόβαλε ο αιτητής στα πλαίσια βεβαίως εξέτασης της ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης.  Αναφορικά με τον τρίτο πραγματικό ισχυρισμό, περί του ότι ο αιτητής θεωρείτο επαναστάτης από τις αρχές της χώρας του, διαφαίνεται πως ο Αιτητής υπήρξε ιδιαιτέρως ασαφής και γενικόλογος ενώ παράλληλα εξέλιπε από την αφήγησή του το «προσωπικό στοιχείο», με τον ενδεδειγμένο βαθμό λεπτομερειών και συνοχής, που θα άρμοζε σε εκείνον που εξιστορεί γνήσιες βιωματικές εμπειρίες.

 

Αρχικά, αναφορικά με την συμμετοχή του Αιτητή στην πορεία διαμαρτυρίας, παρατηρώ ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να προσδιορίσει το έτος κατά το οποίο έλαβε χώρα αυτή,  αφού φαίνεται να ανατρέχει κατά προσέγγιση, χωρίς βεβαιότητα, στο  2016 ή 2017 (ερυθρό 37, 4χ, του διοικητικού φακέλου). Περαιτέρω, ως προς την προσωπική του ανάμιξη στην πορεία (περιγραφή κινήτρων ένταξης και ακριβούς ρόλου εντός αυτής) ο Αιτητής δεν υπήρξε αρκούντως περιγραφικός και περιορίστηκε σε γενικόλογες και αόριστες δηλώσεις χωρίς αναφορές σε συγκεκριμένες πληροφορίες που να τεκμηριώνουν τα γεγονότα που επικαλέστηκε και να προσδίδουν αληθοφάνεια στα λεγόμενά του.

 

Για παράδειγμα, ο Αιτητής περιορίστηκε στο να αναφέρει ότι εντάχθηκε στην πορεία «επειδή ο κόσμος φώναζε να βγουν στους δρόμους» και επειδή επιθυμούσε να «διαδηλώσει κατά της καταπίεσης των ανθρώπων» (ερυθρό 36, του διοικητικού φακέλου). Αξίζει να σημειωθεί ότι κατά τον επίμαχο χρόνο της πορείας, ο Αιτητής φαίνεται να ήταν σε ηλικία είκοσι πέντε ετών, ικανός να αντιληφθεί την κρισιμότητα των περιστάσεων, ώστε εύλογα αναμενόταν από αυτόν να είναι σε θέση να περιγράψει την «αγγλόφωνη» κρίση και τα πολιτικά του κίνητρα με επεξηγηματικό τρόπο. Αντιθέτως, αρκέστηκε σε μια επιφανειακή αναφορά στο ότι οι φόροι αυξήθηκαν, τα σχολεία έκλεισαν και οι αγγλόφωνοι άνθρωποι καταπιέζονταν (ερυθρό 37, 2χ, του διοικητικού φακέλου) χωρίς πρακτικά παραδείγματα του πως βίωνε ο ίδιος την καθημερινότητα αυτή λαμβανομένου υπόψη ότι υπήρξε και μαθητής.

 

Όσον αφορά στην θέση που είχε εντός της πορείας, ο Αιτητής πρόβαλε ότι ήταν στους πρωτοστάτες καθότι πορευόταν στην πρώτη γραμμή και ανήκε σε αυτούς που μιλούσαν με τις αρχές. Σε σχετική ερώτηση του λειτουργού σε τι ακριβώς συνίστατο η επικοινωνία του με τις αρχές, ο Αιτητής ανέφερε ότι ζητούσε ισότητα στη μεταχείριση (ερυθρό 36, 3χ, του διοικητικού φακέλου) χωρίς να δίνει περισσότερες λεπτομέρειες επί τούτου. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Αιτητής διευκρίνισε ότι ουδέποτε είχε πολιτική ανάμιξη στην χώρα καταγωγής του και ουδέποτε συμμετείχε σε ακτιβιστικές δραστηριότητες, παρά μόνο ασκούσε το δικαίωμα του σε ψήφο (ερυθρό 37, 4χ του διοικητικού φακέλου).

 

Δεν συμμετείχε σε πολιτικές οργανώσεις ούτε ήταν μέλος σε αντάρτικα κινήματα (ερυθρό 35, 1χ, 2χ του διοικητικού φακέλου).  H μόνη πολιτική του δραστηριότητα συνίστατο σε μια και μόνο πορεία διαμαρτυρίας κατά την οποία δεν εξηγείται με τρόπο ευλογοφανή πως ένα άτομο χωρίς πολιτικό προφίλ πρωτοστάτησε και ήταν και σε επικοινωνία με τι αρχές. Όσον αφορά τον ισχυρισμό του ότι ταυτοποιήθηκε από τις αρχές και στοχοποιήθηκε εξαιτίας της εμφανούς συμμετοχής του στην πορεία, ούτε αυτός τεκμηριώθηκε με την προβολή σαφών και εμπεριστατωμένων πληροφοριών. Ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι η πρώην σύντροφός του τον ενημέρωσε το 2020, δηλαδή τρία χρόνια αφότου είχε εγκαταλείψει την χώρα του, ότι κάποιοι αγνώστου ταυτότητας ένστολοι τον αναζήτησαν και ρωτούσαν γι’ αυτόν, ενώ εκείνη απέφυγε να τους συναντήσει για να μην την συλλάβουν (ερυθρά 34 και 35, του διοικητικού φακέλου).

 

Για το εν λόγω περιστατικό δεν παρέθεσε περισσότερες πληροφορίες από τις οποίες να διαφαίνεται ότι καταζητείτο πράγματι από τις αρχές, αφού ούτε η ταυτότητα των ενστόλων κατέστη γνωστή ούτε και ο σκοπός της παρουσίας τους. Περαιτέρω, αν πράγματι ο Αιτητής καταζητείτο από τις αρχές δεν δικαιολογείται αφενός γιατί τον αναζητούσαν δύο χρόνια μετά τα κρίσιμα γεγονότα, και αφετέρου γιατί δεν τον αναζήτησαν στις οικίες των γονιών του, δεδομένου μάλιστα ότι είχαν την ταυτότητά του, όπως ισχυρίζεται, και η μητέρα του διέμενε στις γαλλόφωνες περιοχές. Τέλος, ούτε το γεγονός ότι κατάφερε να διαφύγει στην Νιγηρία χωρίς την ταυτότητά του αλλά δείχνοντας φωτογραφία αυτής στο κινητό του στους συνοριοφύλακες, κρίνεται ευλογοφανές (ερυθρό 39, του διοικητικού φακέλου).  

 

Ομοίως αόριστη ήταν και η δήλωση του ότι λόγω της καταγωγής του ως αγγλόφωνου, υφίστατο διακρίσεις σε όλη του τη ζωή (ερυθρό 37, 3χ, του διοικητικού φακέλου). Επιπρόσθετα, υπέπεσε και σε αντίφαση αφού παρότι ισχυρίστηκε ότι η πρόσβαση στην αγορά εργασίας ήταν αδύνατη για τους αγγλόφωνους διότι δεν μιλούσαν γαλλικά (ερυθρό 37, 2χ του διοικητικού φακέλου), εντούτοις πρόβαλε ότι κατάφερε να βρει εργασία για την οποία πληρωνόταν (ερυθρό 37, 3χ, του διοικητικού φακέλου). 

 

Στη βάση των ανωτέρω ισχυρισμών διεξήγαγα έρευνα σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης για την αξιολόγηση του κατά πόσον έλαβε χώρα η κατ’ ισχυρισμόν πορεία διαμαρτυρίας που επικαλέστηκε ο Αιτητής. Πληθώρα πηγών[1] επιβεβαιώνουν ότι μεταξύ 2016 και 2017 στις αγγλόφωνες περιοχές του Καμερούν έλαβαν χώρα μεγάλες πορείες διαμαρτυρίας που εκτείνονταν σε όλες τις μεγάλες πόλεις, όπως Bamenda, Kumba, Buea κ.α., και είχαν ως στόχο την εναντίωση προς την καταπίεση που υφίσταντο οι αγγλόφωνες περιοχές από την γαλλόφωνη κυβέρνηση και την διακήρυξη του ανεξάρτητου κράτους της «Αμπαζονίας».

 

Οι εν λόγω πηγές επιβεβαιώνουν, επίσης, το γεγονός ότι από ειρηνική διαδήλωση εξελίχθη σε αιματηρή διαμάχη με νεκρούς και συλλήψεις από την μεριά της Κυβέρνησης. Ωστόσο, δεδομένου ότι ο Αιτητής δεν προσδιόρισε με σαφήνεια σε ποια απ’ όλες τις πορείες συμμετείχε, η περαιτέρω κρίση του Δικαστηρίου καθίσταται ανέφικτη. Σε κάθε περίπτωση δεν ανευρέθησαν πηγές που να αφορούν στο πρόσωπο του Αιτητή συγκεκριμένα, ούτε άλλωστε προσκομίστηκαν αποδεικτικά στοιχεία από την πλευρά του Αιτητή, προκειμένου να τεκμηριώσει τους ισχυρισμούς του.

 

Όπως ορθά επεσήμανε ο λειτουργός της EUAA, οι δηλώσεις του Αιτητή υπήρξαν αόριστες, μη συγκεκριμένες και ελλιπείς, με αποτέλεσμα να μην τεκμηριώνεται η κατ’ ισχυρισμό στοχοποίηση του από τις αρχές της χώρας του λόγω της συμμέτοχής του σε πορεία διαμαρτυρίας το 2016 ή το 2017. Ως εκ τούτου, ο Αιτητής δεν κατάφερε να στοιχειοθετήσει τους ισχυρισμούς του μέσω της προσωπικής του αφήγησης. Ο Αιτητής δεν κατάφερε να στοιχειοθετήσει βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης στη χώρα του, όπως αυτός καθορίζεται από το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000 καθότι κρίθηκε αναξιόπιστος ως προς τους ισχυρισμούς του.

 

Είναι ξεκάθαρο τόσο από το άρθρο 3 του Ν.6(Ι)/2000, όσο και από το άρθρο 1Α της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων, πως για να αναγνωριστεί πρόσωπο ως πρόσφυγας, θα πρέπει να αποδεικνύεται βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης, του οποίου τόσο το υποκειμενικό, όσο και το αντικειμενικό στοιχείο, πρέπει να εκτιμηθούν από το αρμόδιο όργανο προτού καταλήξει σε απόφαση (βλ. παραγράφους 37 και 38 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών).

 

Αδιαμφισβήτητα όπως προκύπτει από το άρθρο 18 (5) του περί Προσφύγων Νόμου (Ν. 6 (Ι)/2000), ο Αιτητής που επιθυμεί την υπαγωγή του στο ειδικό προστατευτικό καθεστώς της Σύμβασης, οφείλει να εκθέσει στη διοίκηση με στοιχειώδη σαφήνεια, τα συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά τα οποία του προκαλούν, κατά τρόπο αντικειμενικό, δικαιολογημένο φόβο δίωξης στη χώρα καταγωγής του. Ο Αιτητής δεν είναι υποχρεωμένος να προσκομίσει για την απόδειξη των ισχυρισμών του, τυπικά αποδεικτικά στοιχεία, αυτό όμως δεν αίρει την υποχρέωσή του να επικαλεσθεί με λεπτομέρεια, σαφήνεια και αληθοφάνεια συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που στηρίζουν το αίτημα που υπέβαλε στις αρμόδιες αρχές.

 

Για να αποδειχθεί ότι πρόσωπο κινδυνεύει λόγω των πολιτικών του πεποιθήσεων θα πρέπει να αποδείξει την ενεργή δράση, πράγμα το οποίο δεν κατάφερε να αποδείξει ο αιτητής, εφόσον από τους ισχυρισμούς του δεν στοιχειοθετήθηκε ούτε η εσωτερική ούτε η εξωτερική του αξιοπιστία (βλ. παράγραφος 80 του Εγχειριδίου για τις διαδικασίες και τα κριτήρια καθορισμού του καθεστώτος των προσφύγων, του Ύπατου αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών).

 

Ως νομολογιακά έχει κριθεί, γενικοί και αόριστοι ισχυρισμοί, καθώς και ισχυρισμοί για κίνδυνο ζωής χωρίς στοιχειοθετημένες και τεκμηριωμένες αναφορές, δεν θεμελιώνουν βάσιμο φόβο δίωξης ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης, ώστε να ισοδυναμεί με εκείνη της προσβολής των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ανθρώπου από τα οποία δεν χωρεί παρέκκλιση και δεν στοιχειοθετεί περιστάσεις, οι οποίες λαμβανομένης υπόψη της εξατομικευμένης κατάστασης του αιτητή να συνιστούν απειλή έτσι ώστε ευλόγως να δύναται να θεωρηθεί ότι ο αιτητής έχει βάσιμο φόβο δίωξης (βλ. απόφασή στην υπόθεση υπ' αριθμόν 121/20, A.S.R. v. Κυπριακή Δημοκρατία, ημερομηνίας 31/7/2020).

 

Ο αιτητής ο οποίος δήλωσε πως οι αρχές της χώρας του τον θεωρούν επαναστάτη λόγω της ταυτοποίησής του ως συμμετέχοντα σε πολιτική διαμαρτυρία το 2016 ή το 2017, δεν κατόρθωσε να τοποθετηθεί ούτε στα βασικά ζητήματα που αφορούν την ανάμιξή του, ούτε όμως αναφέρθηκε επαρκώς και ικανοποιητικά στα κίνητρα και την δράση του εντός της διαδήλωσης, ούτε στους λόγους για τους οποίους καταζητείται έξι χρόνια μετά τα υπό κρίση γεγονότα.  Συνεπώς, από την αφήγησή του κρίθηκε αναξιόπιστος στις δηλώσεις του και στην ενώπιον μου δικαστική διαδικασία δεν ανάτρεψε με οποιονδήποτε τρόπο την εικόνα του όπως αυτή αναδύεται από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου.  Ο αιτητής δεν παρουσίασε στοιχεία στην ενώπιον μου δικαστική διαδικασία με τα οποία να διαφαίνεται ότι σήμερα διατρέχει κίνδυνο σύλληψης ή οποιασδήποτε άλλης βλάβης.

 

Όλο το πιο πάνω ιστορικό στο οποίο στηρίζεται το αίτημα διεθνούς προστασίας που υπέβαλε ο Αιτητής δεν παρουσιάζει οποιοδήποτε βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης στη χώρα καταγωγής του.  Από τα όσα ισχυρίστηκε ο Αιτητής σε κάθε στάδιο εξέτασης του αιτήματός του, προκύπτει πως πρόβαλε αόριστους και γενικόλογους ισχυρισμούς, χωρίς να είναι σε θέση να δώσει επαρκείς εξηγήσεις, λεπτομέρειες και πληροφορίες σχετικά με τον πυρήνα του αιτήματός του.

 

Ο Αιτητής όφειλε να παρουσιάσει με λεπτομέρεια και συνοχή το αίτημά του, καθώς και να αναπτύξει ικανοποιητικά, περιγράφοντας συγκεκριμένα περιστατικά και προσωπικά του βιώματα, τα οποία τον κατέστησαν όπως ισχυρίζεται στόχο της Κυβέρνησης, ενέργεια στην οποία ωστόσο δεν προέβη. Ο Αιτητής δεν κατάφερε να τεκμηριώσει με αξιοπιστία τους προβληθέντες ισχυρισμούς που θα τον ενέτασσαν στον ορισμό του πρόσφυγα, σύμφωνα με το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000.

 

Πρόσθετα, κρίθηκε από τον δεόντως εξουσιοδοτημένο λειτουργό που εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, ότι δεν πληρούνται ούτε οι προϋποθέσεις του άρθρου 19, του Ν. 6 (Ι)/2000 για να παραχωρηθεί στον Αιτητή το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, εφόσον δεν αποδείχθηκε ότι συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις αναφορικά με τον κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του.

 

Για τη διαπίστωση αυτού του πραγματικού κινδύνου θα πρέπει να υπάρχουν, όπως ρητά προνοεί το άρθρο 19(1), του Ν. 6(Ι)/2000, «ουσιώδεις λόγοι». Περαιτέρω, σοβαρή βλάβη ή σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη κατά το εδάφιο (2) του άρθρου 19, του Ν. 6 (Ι)/2000 σημαίνει κίνδυνο αντιμετώπισης θανατικής ποινής ή εκτέλεσης βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας ή να υπάρχει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης (Βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015), ECLI:CY:AD:2015:D619.

 

Ο λειτουργός του EUAA έχοντας αποδεχθεί την καταγωγή του Αιτητή, διεξήγαγε έρευνα για τη γενική κατάσταση ασφαλείας στο Καμερούν και συγκεκριμένα στον τόπο καταγωγής του Αιτητή (πόλη Kumba, Southwest Region), από την οποία προέκυψε ότι από τα καταγεγραμμένα περιστατικά βίας στην περιοχή δεν μπορεί να συναχθεί ότι εξελίσσεται εσωτερική ή διεθνής ένοπλη σύρραξη με χαρακτηριστικά αδιακρίτως ασκούμενης βίας, και επιπρόσθετα, δεν διαφαίνονται στο πρόσωπο του Αιτητή τέτοιες προσωπικές περιστάσεις που θα τον έθεταν σε κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή βλάβη, με μόνη την παρουσία του στην εν λόγω περιοχή. 

 

Επιπρόσθετα, ο λειτουργός του EUAA, λαμβάνοντας υπόψη τους ισχυρισμούς του Αιτητή, καθώς και το γεγονός ότι δεν υπάρχει οποιαδήποτε γενικευμένη ή αδιάκριτη βία, ορθά κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν προέκυψε οποιοδήποτε στοιχείο που να υποδηλώνει ότι ο Αιτητής υπέστη δίωξη στο παρελθόν ή ότι θα μπορούσε να υποστεί μεταχείριση που ισοδυναμεί με δίωξη ή σοβαρή βλάβη με την επιστροφή του στη χώρα καταγωγής του.

 

Διαπιστώθηκε επιπλέον πως με βάση την κατάσταση ασφαλείας στον τόπο προηγούμενης διαμονής του, σε συνδυασμό με τα προσωπικά στοιχεία του Αιτητή δεν υπάρχει εύλογη πιθανότητα ο Αιτητής να αντιμετωπίσει κίνδυνο σοβαρής βλάβης. Ως εκ τούτου, κρίθηκε πως δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για παραχώρηση καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας και απέρριψε το αίτημα του αιτητή στο σύνολό του.

 

Οι Καθ’ ων η αίτηση διεξήγαγαν επαρκή έρευνα σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης για να αξιολογήσουν κατά πόσο ο Αιτητής θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγή του. Σε κάθε περίπτωση, διεξήγαγα περαιτέρω έρευνα σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας στην περιοχή προηγούμενης συνήθους διαμονής του Αιτητή, σε πρόσφατες πηγές πληροφόρησης.

 

Από έγκυρες πηγές πληροφόρησης επιβεβαιώνεται η συνεχιζόμενη κρίση στις Αγγλόφωνες περιοχές του Καμερούν, ενώ παράλληλα, από τα δεδομένα σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας που επικρατεί (ως καταγράφονται στις εν λόγω πηγές), διακρίνεται πως στις εν λόγω περιοχές επικρατεί ένταση[2]. Σημειώνεται δε, ότι στις Αγγλόφωνες περιοχές περιλαμβάνεται η Βορειοδυτική Περιφέρεια του Καμερούν, καθώς και (ειδικότερα όσον αφορά την παρούσα περίπτωση) η Νοτιοδυτική Περιφέρεια του Καμερούν (όπου ανήκει γεωγραφικά η τελευταία περιοχή συνήθους διαμονής του Αιτητή στη χώρα καταγωγής του, η πόλη Kumba).

 

Στα πιο πάνω πλαίσια, χρειάζεται να εκτιμηθεί το επίπεδο του (γενικού και ειδικού) κινδύνου που μπορεί ενδεχομένως να αντιμετωπίσει ο Αιτητής, ως άμαχος πολίτης στις Αγγλόφωνες περιοχές του Καμερούν, λόγω της γενικότερης κατάστασης που επικρατεί, λαμβάνοντας υπόψη και τις προσωπικές του περιστάσεις[3]. Ως προς τα καταγεγραμμένα περιστατικά ασφαλείας στη Νοτιοδυτική Περιφέρεια του Καμερούν (εντός της οποίας εντοπίζεται και η πόλη Kumba, τόπος τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή), σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ACLED (The Armed Conflict Location & Event Data Project), κατά το χρονικό διάστημα μεταξύ 24/05/2023 και 24/05/2024, καταγράφηκαν συνολικά 745 περιστατικά ασφαλείας στην εν λόγω περιφέρεια, εκ των οποίων προέκυψαν 675 ανθρώπινες απώλειες. Ειδικότερα, 248 εξ αυτών καταγράφηκαν ως μάχες (με 375 θύματα), 463 ως περιστατικά χρήσης βίας εναντίον των πολιτών (με 304 θύματα), 9 ως εκρήξεις ή εξ αποστάσεως βία (με 7 θύματα), 25 ως εξεγέρσεις (με 7 θύματα) και 12 ως διαδηλώσεις (με  κανένα θύμα).[4] O πληθυσμός δε, της Νοτιοδυτικής Περιφέρειας του Καμερούν καταγράφεται στους 1,553,300 κατοίκους, σύμφωνα με την πιο πρόσφατη επίσημη εκτίμηση που έγινε το 2015.[5]

 

Συγκεκριμένα στην πόλη Kumba, τόπος στον οποίο γεννήθηκε και διέμενε ο αιτητής, σημειώθηκαν την ίδια περίοδο συνολικά 28 περιστατικά ασφαλείας που είχαν ως αποτέλεσμα 13 ανθρώπινες απώλειες και τα οποία συνίσταντο σε 20 περιστατικά βίας κατά πολιτών, 6 μάχες, 1 εξέγερση και 1 διαδήλωση. Από τα περιστατικά βίας κατά πολιτών 12 αποδίδονται στους αυτονομιστές, 6 στις αρχές του Καμερούν και 2 σε μη ταυτοποιημένες ομάδες, ενώ οι μάχες που έλαβαν χώρα ήταν μεταξύ αυτονομιστών και του στρατού του Καμερούν.[6] Στην τελευταία επίσημη καταμέτρηση του 2015 ο συνολικός πληθυσμός υπολογίστηκε σε  144,268.[7]

 

Λαμβάνοντας υπόψη τις πιο πάνω πληροφορίες, καθίσταται κατανοητό ότι ο ανωτέρω αναφερόμενος αριθμός θανάτων στην εν λόγω περιοχή δεν ανέρχεται σε τόσο υψηλά επίπεδα σε σχέση με τον συνολικό πληθυσμό της περιοχής, έτσι ώστε να μπορεί να συναχθεί ότι ο Αιτητής θα εκτεθεί σε κίνδυνο σοβαρής βλάβης λόγω αδιάκριτης βίας εάν επιστρέψει στον τόπο προηγούμενης συνήθους διαμονής του.

 

Περαιτέρω, όπως ορθά έκρινε και ο αρμόδιος λειτουργός, ο Αιτητής πρόκειται για ενήλικο άνδρα, αρκούντως εκπαιδευμένο, πλήρως ικανό προς εργασία και χωρίς στοιχεία ευαλωτότητας. Δεν ανήκει σε καμία οργάνωση, από την συμμέτοχή στην οποία αναμένεται να στοχοποιηθεί και ήταν άτομο χαμηλού προφίλ που ουδέποτε αντιμετώπισε προβλήματα με τις αρχές. Επιπλέον, διαθέτει και υποστηρικτικό δίκτυο, τόσο συγγενικό όσο και φιλικό, στον τόπο διαμονής του, καθότι οι γονείς του αλλά και οι φίλοι του από την γειτονιά εξακολουθούν να διαμένουν στη χώρα καταγωγής του.  Όπως ο ίδιος δήλωσε, με τους γονείς του είναι σε τακτική επικοινωνία χωρίς δείγματα ότι κινδυνεύουν αυτοί ή ο ίδιος.   

 

Κατά πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δέουσα έρευνα κρίνεται από το Δικαστήριο ότι έγινε, όταν το αρμόδιο όργανο εξετάζει κάθε σχετικό με την υπόθεση γεγονός (Βλ. Motorways Ltd v. Υπουργού Οικονομικών (1999) 3ΑΑΔ 447).  Ορθή και πλήρης έρευνα θεωρείται αυτή που εκτείνεται στη διερεύνηση των ουσιωδών στοιχείων της υπόθεσης (βΒλ. Νικολαΐδη v. Μηνά (1994) 3ΑΑΔ 321, Ττουσούνα ν. Δημοκρατίας (2013) 3 Α.Α.Δ. 151, Χωματένος ν. Δημοκρατίας κ.α. (2 Α.Α.Δ. 120). Η έκταση της έρευνας εξαρτάται πάντοτε από τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης (Βλ. Δημοκρατία v. Ευαγγέλου κ.α. (2013) 3ΑΑΔ 414) και το αρμόδιο όργανο οφείλει να βρει τον κατάλληλο τρόπο για να εκπληρώσει την υποχρέωσή του για επαρκή και/ή δέουσα έρευνα.

 

Από τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον μου, διαφαίνεται πως το αρμόδιο όργανο διεξήγαγε έρευνα όλων των ισχυρισμών που πρόβαλε ο αιτητής, καθως επίσης και πληροφορίες από πηγές πληροφόρησης για τη χώρα καταγωγής του, οι οποίες βεβαίως σχετίζονται με τον πυρήνα του αιτήματός του αλλά και με την κατάσταση ασφαλείας στη χώρα καταγωγής του.  Συνεπώς, το αρμόδιο όργανο διεξήγαγε την δέουσα υπό τις περιστάσεις έρευνα και κατά συνέπεια, ο προβαλλόμενος ισχυρισμός περί έλλειψης δέουσα έρευνας εκ μέρους του αρμόδιου οργάνου, απορρίπτεται στο σύνολό του.

 

Προχωρώ να εξετάσω τον ισχυρισμό του αιτητή περί του ότι η προσβαλλόμενη απόφαση στερείται επαρκούς αιτιολογίας.  Η δικηγόρος των καθ’ ων η αίτηση αντιτείνει μέσω της Γραπτής της Αγόρευσης πως η προσβαλλόμενη απόφαση είναι πλήρως και επαρκώς αιτιολογημένη και συμπληρώνεται από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου.

 

Η αιτιολόγηση των αποφάσεων της διοίκησης είναι επιβεβλημένη για να μπορεί το Δικαστήριο να ελέγξει εάν η απόφαση λήφθηκε σύμφωνα με τον Νόμο και για να παρέχεται η δυνατότητα να αντιληφθεί το Δικαστήριο πού βασίστηκε το αρμόδιο όργανο για να καταλήξει στην απόφασή του (Γρηγορόπουλος κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, (1997) 4 ΑΑΔ 1414).

 

Μέσα από την αιτιολογία του οργάνου θα πρέπει να διαφαίνεται ο συλλογισμός του, ο οποίος οδήγησε στην προσβαλλόμενη απόφαση ή τουλάχιστον να υπάρχουν στοιχεία στον φάκελο της υπόθεσης που να μπορούν να συμπληρώσουν την αιτιολογία της απόφασης του αρμόδιου οργάνου (βλ. Στέφανος Φράγκου v. Κυπριακή Δημοκρατίας, (1998) 3ΑΑΔ 270).

 

Από το σύνολο των στοιχείων του διοικητικού φακέλου που έχω ενώπιόν μου, μπορεί να λεχθεί ότι αυτά βρίσκονται αναπόφευκτα πίσω από την προσβαλλόμενη απόφαση και ούτως ή άλλως διαφαίνεται η αιτιολογία της απόφασης και από το κείμενό της (Ηλιόπουλος ν. Α.Η.Κ., Α.Ε. 2452, ημερομηνίας 21.7.2000, Χρυστάλλα Συμεωνίδου κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Προσφυγή αρ. 911/93 κ.α., ημερ. 18.4.97). Συνεπώς, από όσα έχω επεξηγήσει ανωτέρω προκύπτει ότι, το αρμόδιο όργανο έλαβε δεόντως και επαρκώς αιτιολογημένη απόφαση και ως εκ τούτου, ο προβαλλόμενος ισχυρισμός απορρίπτεται.

 

Από τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον μου διαπιστώνω πως το αρμόδιο όργανο διεξήγαγε τη δέουσα υπό τις περιστάσεις έρευνα και ο τρόπος αξιολόγησης του αιτήματος του αιτητή, είναι ορθός και έχει ως αποτέλεσμα την έκδοση ορθής και νόμιμης απόφασης εκ μέρους του αρμόδιου οργάνου.  Ο αιτητής είχε την ευκαιρία να αντικρούσει τους λόγους απόρριψης του αιτήματός του, να επιχειρηματολογήσει επί των αντιφάσεων του και να τεκμηριώσει με σαφήνεια τους ισχυρισμούς του στην ενώπιον μου δικαστική διαδικασία, πράγμα που βεβαίως δεν έπραξε.

 

Με βάση λοιπόν το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου, καταλήγω ότι το αίτημα του Αιτητή εξετάστηκε με επάρκεια και επιμέλεια και υπήρξε η δέουσα αιτιολόγηση εκ μέρους του αποφασίζοντος οργάνου. Το περιεχόμενο της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία συμπληρώνεται από την αιτιολογημένη Έκθεση-Εισήγηση του λειτουργού του Ε.U.A.A., στην οποία εκτίθενται λεπτομερώς οι λόγοι της απόρριψης του αιτήματος, αποκαλύπτει ότι η απόφασή της είναι απόλυτα ορθή και στα πλαίσια της σχετικής νομοθεσίας.

 

Η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με έξοδα €1000 υπέρ των καθ' ων η αίτηση, και εναντίον του Αιτητή.

 

 

 

 

 

Χ. Μιχαηλίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π



[1] Ενδεικτικά: International Crisis Group, “Cameroon’s Anglophone Crisis at the Crossroads”,  20/08/2017, https://www.crisisgroup.org/africa/central-africa/cameroon/250-cameroons-anglophone-crisis-crossroads; Africanews.com, “Protests spread in Cameroon Anglophone regions as Biya addresses UN”, 09/12/2019, https://www.africanews.com/2017/09/22/protests-spread-in-cameroon-anglophone-regions-as-biya-addresses-un/;  Voanews.com – “Teachers’ Strike in Anglophone Cameroon Nears 11-Month Mark”, 05/10/2017, https://www.voanews.com/a/cameroon-anglophone-teachers-strike/4057961.html; Cameroon News Agency, “Armed conflict in SC: This is what happened on September 22, 2017”,  22/01/2024  https://cameroonnewsagency.com/armed-conflict-in-sc-this-is-what-happened-on-september-22-2017/; Newsweek.com, “Understanding Cameroon's Anglophone Protests”, 13/02/2017, https://www.newsweek.com/cameroon-anglophone-problem-paul-biya-556151; CNN, “Cameroon torn by deadly clashes”, 02/10/2017,  https://edition.cnn.com/2017/10/07/africa/cameroon-torn-by-deadly-clashes/index.html 

[2] Βλ. (ενδεικτικάακόλουθες πηγές: ACAPS, Country analysis: CAMEROON, 2023, https://www.acaps.org/en/countries/cameroon# ;

EUAA, COI QUERY RESPONSE - CAMEROON: Security situation in the Far North, Northwest and Southwest regions, 11 October 2023, https://coi.euaa.europa.eu/administration/easo/PLib/2023_10_EUAA_COI_Query%20_Response_Q44_Cameroon_Security_situation.pdf [ημερπρόσβασης 28/05/2024]

[3] Βλ. EASO, Άρθρο 15 στοιχείο γ) της οδηγίας για τις ελάχιστες απαιτήσεις ασύλου (2011/95/ΕΕ) - Δικαστική Ανάλυση, Δεκέμβριος 2014, https://easo.europa.eu/sites/default/files/Article-15c-QD_a-judicial-analysis-EL.pdf (ενότητα '1.6.1. Γενικός κίνδυνος και ειδικός κίνδυνος' - σελ. 26)

[4]ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PROJECT, 

The Armed Conflict Location & Event Data Project, 2024, https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard (βλ. πλατφόρμα Dashboard, με στοιχεία ανάλυσης ως εξής: ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ 24/05/2023 και 24/05/2024, ΤΥΠΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ - Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests και ΠΕΡΙΟΧΗ - Middle Africa - Cameroon - Sud-Ouest) [ημερ. πρόσβασης 28/05/2024].

[5] Βλ. CITY POPULATION, 02/03/2020, https://www.citypopulation.de/en/cameroon/cities/ (ενότητα 'Africa - Cameroon - Regions - Sud-Ouest/South West) [ημερ. πρόσβασης 28/05/2024] 

[6]ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PROJECT, 

The Armed Conflict Location & Event Data Project, 2024, https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard (βλ. πλατφόρμα Dashboard, με στοιχεία ανάλυσης ως εξής: ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ 24/05/2023 και 24/05/2024, ΤΥΠΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ - Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests και ΠΕΡΙΟΧΗ - Middle Africa - Cameroon - Sud-Ouest – POINT VIEW - Kumba) [ημερ. πρόσβασης 28/05/2024]

[7] Encyclopaedia Britannica, Kumba, Cameroon, https://www.britannica.com/place/Kumba ; ΒλCITY POPULATION, 02/03/2020, https://www.citypopulation.de/en/cameroon/cities/ (ενότητα 'Africa - Cameroon - Regions - Sud-Ouest/South West - Kumba) [ημερ. πρόσβασης 28/05/2024]


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο