ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ 

                                                                                      Υπόθεση αρ.7507/22

 

29 Μαΐου 2024

 

[Α. ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

E. H. E.

                                                                                                                        Αιτητής

Και

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου

                                                                                                                        Καθ’ ων η αίτηση

 

Κκ Πιερίδης & Πιερίδης, Δικηγόροι για τον αιτητή

Κα Μ. Παραδεισιώτη, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ’ ων η αίτηση

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με την προσφυγή ο αιτητής αιτείται την ακύρωση της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου η οποία κοινοποιήθηκε αυθημερόν με επιστολή ημ.21/11/22, δια της οποίας απορρίφθηκε η  αίτηση του για παροχή διεθνούς προστασίας, ως άκυρης, παράνομης, και στερούμενης νομικού αποτελέσματος.

Ως εκτίθεται στην Ένσταση που καταχωρήθηκε από τους καθ' ων η αίτηση και προκύπτει από τον Διοικητικό Φάκελο που κατατέθηκε στα πλαίσια των διευκρινήσεων, ο αιτητής κατάγεται από τη Νιγηρία, εισήλθε ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές παρατύπως, από τα κατεχόμενα, τον Απρίλιο 2020 και υπέβαλε αίτηση για διεθνή προστασία στις 02/07/20 (ερ.1-3, 19).

Στις 27/09/22 διεξήχθη συνέντευξη με τον αιτητή από την Υπηρεσία Ασύλου προς εξέταση του αιτήματός για διεθνή προστασία όπου του δόθηκε η ευκαιρία, μέσα από σχετικές ερωτήσεις, μεταξύ άλλων, να εκθέσει τους λόγους στους οποίους στηρίζει το αίτημα του (ερ.10-19). Μετά το πέρας της συνέντευξης, ετοιμάστηκε σχετική Έκθεση και Εισήγηση (ερ.28-36) και στις 11/11/22 απορρίφθηκε το αίτημα διεθνούς προστασίας.

Ακολούθως, ετοιμάστηκε σχετική επιστολή ενημέρωσης του αιτητή για την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία επιδόθηκε διά χειρός στις 21/11/22, σε γλώσσα την οποίαν κατανοεί (ερ.39, 3).

Επί της αιτήσεως ασύλου που υπέβαλε ο αιτητής καταγράφει ότι οι γονείς του έχουν αποβιώσει και δεν έχει αδέλφια, ο ίδιος είναι απόφοιτος δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και βοηθούσε τον πατέρα του, ο οποίος ήταν ιερέας, δεν αντιμετώπισε οιονδήποτε πρόβλημα κατά την αποχώρηση του από τη χώρα καταγωγής ουδέποτε έχει συλληφθεί ή κρατηθεί και οι αρχές της χώρας θα του επιτρέψουν την είσοδο σε περίπτωση επιστροφής.

Αναφορικά με τους λόγους που έφυγε από τη χώρα καταγωγής ο αιτητής δήλωσε ότι γίνονται πολλά πράγματα στη χώρα του και καθημερινά άνθρωποι πεθαίνουν και ότι δεν έχει οικογένεια, καθώς οι γονείς του σκοτώθηκαν το 2017-2019 από τους κτηνοτρόφους, οι οποίοι έκαψαν την εκκλησία του πατέρα του.  Ο ίδιος δεν ήταν παρών στο περιστατικό αλλά ενημερώθηκε από τον θείο του και, εάν επιστρέψει, ενδεχομένως να τον σκοτώσουν επειδή οι κτηνοτρόφοι θέλουν να εξισλαμίσουν τη Νιγηρία και σκοτώνουν ανθρώπους, ως ανέφερε. Ο πατέρας του ήταν χριστιανός, όπως και ο ίδιος, και γι’ αυτό θέλουν να τον σκοτώσουν.

Μετά τον θάνατο των γονέων του δεν έγινε οτιδήποτε εναντίον του αιτητή, όμως ο θείος του αποφάσισε ότι δεν μπορεί να παραμείνει στη Νιγηρία. Ερωτηθείς γιατί εγκατέλειψε τη χώρα, καθότι παρέμεινε εκεί για πάνω από ένα έτος μετά τον θάνατο των γονέων του, ο αιτητής δήλωσε ότι απειλούσαν τον θείο του. Ερωτηθείς για ποιο λόγο πιστεύει ότι θα τον βλάψουν σήμερα ο αιτητής δήλωσε ότι (οι κατ’ ισχυρισμό διώκτες του) βρίσκονται ακόμα στη Νιγηρία, άνθρωποι πεθαίνουν και ότι γνωρίζουν την εκκλησία του πατέρα του και γνωρίζουν την τοποθεσία του. Ο αιτητής, ερωτώμενος σχετικά δήλωσε ότι δεν συνάντησε, ούτε γνωρίζει αυτούς τους ανθρώπους, οι οποίοι, ως ισχυρίζεται, τον διώκουν.

Οι καθ’ ων η αίτηση, εξετάζοντας τα όσα ανέφερε ο αιτητής, εντόπισαν και αξιολόγησαν δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς, ως ακολούθως.

1.    Ταυτότητα, προφίλ, χώρα καταγωγής και τόπος διαμονής του αιτητή

2.    Φόβος δίωξης του αιτητή από τους κτηνοτρόφους Fulani

Εκ των ως άνω ισχυρισμών οι καθ’ ων η αίτηση αποδέχθηκαν τον 1ο και απέρριψαν τον 2ο ισχυρισμό, καθότι, ως κρίθηκε, το επί τούτου αφήγημα του, ως αναφέρουν στην επίδικη έκθεση, περιείχε ασάφειες, ασυνέπειες, αοριστίες, έλλειψη ευλογοφάνειας και παντελή έλλειψη λεπτομερειών επί των όσων ανέφερε.

Συγκεκριμένα, επί του 2ου ως άνω ουσιώδους ισχυρισμού, κρίθηκε πως ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να προσδιορίσει καίριες πτυχές του αφηγήματος του, όπως μεταξύ άλλων, το πότε σκοτώθηκαν οι γονείς του. Περαιτέρω εντοπίστηκε σημαντική αντίφαση στους ισχυρισμούς του, αφού, αφενός στην αίτηση κατέγραψε ότι σκότωσαν τον πατέρα του, ενώ στην συνέντευξη ανέφερε και την μητέρα του. Περαιτέρω αξιολογήθηκε το ότι η πιθανότητα να τον σκοτώσουν οι κτηνοτρόφοι επειδή είναι χριστιανός αποτελεί εικασία του ιδίου και μόνον και, όταν ερωτήθηκε επί τούτου, ο αιτητής ανέφερε γενικά ότι το πιστεύει γιατί οι κτηνοτρόφοι θέλουν να εξισλαμίσουν όλους τους χριστιανούς αλλά και λόγω του πατέρα του, χωρίς να είναι σε θέση να αναφέρει κάτι περαιτέρω. Πέραν των ως άνω ο αιτητής, ως κρίθηκε, υπήρξε ασαφής και αόριστος στις απαντήσεις του αναφορικά με το ότι πέρασε πολύς καιρός (περί το ένα έτος) από το περιστατικό με τους γονείς του και της αποχώρησης του από τη χώρα, δηλώνοντας, χωρίς και πάλι να αναφέρει λεπτομέρεις, ότι ακόμη ο κόσμος πεθαίνει και ότι απειλούσαν τον θείο του. Ερωτηθείς γιατί δεν διέμεινε στο θείο του είτε σε άλλο μέρος της χώρας του απάντησε γενικόλογα ότι ο θείος του είπε να φύγει, ότι ο θείος του έκανε την έρευνα και δεν γνωρίζει άλλο μέρος να πάει. Τέλος αξιολογήθηκε αρνητικά ως προς το βάσιμο του φόβου διώξεως του το ότι, ερωτώμενος εάν γνωρίζει τους κατ’ ισχυρισμό διώκτες του και αν τους έχει συναντήσει, ο αιτητής απάντησε αρνητικά.

Κατά συνέπεια, ήταν εκ των ως άνω κατάληξη των καθ’ ων η αίτηση ότι δεν μπορεί να διαπιστωθεί ότι υπάρχει εύλογος βαθμός πιθανότητας, ο αιτητής να υποβληθεί σε δίωξη ή σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής της. Ειδικώς δε σε συνάρτηση με αρ.19 (2) (γ) του Νόμου, οι καθ’ ων η αίτηση κατέληξαν ότι ο αιτητής δεν υφίσταται κίνδυνο κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας κατά την επιστροφή του λόγω αδιάκριτης βίας, καθώς στην πολιτεία Delta (τόπος διαμονής του) δεν υφίστανται συνθήκες ένοπλης σύγκρουσης, με βάση τις διαθέσιμες πληροφορίες στις οποίες ανέτρεξαν.   

Συνεπεία των ανωτέρω η επίδικη αίτηση απορρίφθηκε ως αβάσιμη.

Επί της αιτήσεως ο αιτητής αναφέρει διάφορους νομικούς ισχυρισμούς προς υποστήριξη του αιτήματος για ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης, μερικοί εκ των οποίων προωθούνται με την αγόρευση που ακολούθησε.

Στη βάση σχετικής νομολογίας (βλ. Χριστοδουλίδης ν. Πανεπιστήμιου Κύπρου, Αναθ. Έφεση αρ.95/2012, ECLI:CY:AD:2018:C344, ημ.6/7/2018 και Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 Α.Α.Δ. 598) θα εξεταστούν μόνο οι ισχυρισμοί οι οποίοι δικογραφούνται και εξειδικεύονται δεόντως στη προσφυγή και αναπτύσσονται επαρκώς στην αγόρευση.

Στην αγόρευση του λοιπόν ο αιτητής αναφέρει ότι δεν εξετάστηκαν δεόντως οι ισχυρισμοί του και δεν υποβλήθηκαν επαρκείς και κατάλληλες ερωτήσεις σ’ αυτόν και δεν κλήθηκε να παρέχει περαιτέρω λεπτομέρειες στα σημεία όπου οι καθ’ ων η αίτηση εντόπισαν κενά και ελλείψεις λεπτομερειών, κατά παράβαση του καθήκοντος συνεργασίας των καθ’ ων η αίτηση στα πλαίσια τεκμηρίωσης της επίδικης αιτήσεως. Στην απουσία δε περαιτέρω ερωτήσεων δεν θα έπρεπε να εξαχθεί εύρημα περί αναξιοπιστίας των λεγομένων του αιτητή.

Περαιτέρω ο αιτητής κάνει αναφορά και παραθέτει συνδέσμους (links) σε πηγές, εκ των οποίων αποδεικνύεται ότι οι κατ’ ισχυρισμό διώκτες του (κτηνοτρόφοι Fulani) δρουν στον τόπο διαμονής του, διαπράττουν, μεταξύ άλλων, δολοφονίες τοπικού πληθυσμού και ότι αυτοί είναι μουσουλμάνοι που συγκρούονται με χριστιανικό πληθυσμό, πράγμα που δεικνύει ότι τα όσα αυτός αναφέρει συνάδουν με τις διαθέσιμες πληροφορίες, που δεν αναζητήθηκαν, και αποδεικνύει το ελλιπές της έρευνας που διενεργήθηκε. Εκ των ως άνω θα πρέπει να γίνει δεκτό ότι η επίδικη απόφαση στερείται δέουσας έρευνας και δεν αιτιολογείται. Επιπροσθέτως δεν έγινε ορθή αξιολόγηση της αξιοπιστίας του αφηγήματος του αιτητή, δεν εξετάστηκε η πτυχή συμπληρωματικής προστασίας, δεν αποδεικνύεται κατά πόσο ο λειτουργός που έκανε τη συνέντευξη και συνέταξε την επίδικη έκθεση διέθετε την κατάλληλη κατάρτιση και ο λαμβάνων την επίδικη απόφαση δεν έχει διαβάσει την συνέντευξη και δεν προέβη σε δική του έρευνα προτού τη λάβει.

Οι καθ' ων η αίτηση αναφέρουν ότι ουδείς εκ των ισχυρισμών του αιτητή εξειδικεύεται και αναπτύσσεται δεόντως και είναι γι’ αυτόν τον λόγο απορριπτέοι. Περαιτέρω, αναφέρουν ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι καθ' όλα νόμιμη, ορθή επί της ουσίας, λήφθηκαν υπόψη όλοι οι ισχυρισμοί του αιτητή, δόθηκε δεόντως η ευκαιρία σ’ αυτόν να τεκμηριώσει την αίτηση του και είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη. Σημειώνουν δε τέλος ότι τα ευρήματα τους επί της αναξιοπιστίας των ισχυρισμών του αιτητή είναι εύλογα και ορθά.

Σε σχέση κατ’ αρχήν με τον ισχυρισμό περί απλής υιοθέτησης της έκθεσης, ως αυτή υποβλήθηκε στον λαμβάνοντα την επίδικη απόφαση, χωρίς ανάγνωση του πρακτικού και χωρίς προηγούμενη έρευνα από τον ίδιο, παρατηρώ ότι η 1η γραμμή κειμένου του ερ.36, το οποίο και αποτελεί το πρακτικό της επίδικης απόφασης (τούτο δεν αμφισβητείται από τον αιτητή – βλ. σελ.4 της γραπτής του αγόρευσης) ο λαμβάνων την απόφαση λειτουργός αναφέρει ότι «[κ]ατόπιν εξέτασης της Έκθεσης-Εισήγησης, αποφασίζεται η απόρριψη της […] αίτησης». Τούτο το λεκτικό θεωρώ πως αρκεί για να συναχθεί ότι η επίδικη απόφαση ελήφθη δεόντως, δια της υιοθέτησης της Έκθεσης-Εισήγησης που ακολουθεί στα ερ.28-35 και αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της επίδικης απόφαση. Σημειώνεται άλλωστε ότι τα ερ.28-35 αριθμούνται ως σελ.2-9 της επίδικης απόφασης, καταδεικνύοντας έτσι ότι αυτά αποτελούν συνέχεια του ερ.36 (σελ.1) και σχηματίζουν έτσι το πρακτικό της απόφασης.  

Ουδεμία λοιπόν αμφιβολία υπάρχει για το υπόβαθρο της επίδικης απόφασης, το οποίο είναι βεβαίως η έκθεση-εισήγηση, η οποία ελήφθη κατόπιν εξέτασης της έκθεσης αυτής, ως ρητώς αναφέρεται στο ερ.36. Εδώ λοιπόν ο εξουσιοδοτημένος προς τούτο λειτουργός της Υπηρεσίας (ερ.37), αφού εξέτασε την υποβληθείσα έκθεση-εισήγηση (ερ.28-35), την υιοθέτησε στο σύνολο της (ερ.36), ως δύναται να πράξει, εξασκώντας την αποφασιστική αρμοδιότητα που του δίδει ο Νόμος και η σχετική εξουσιοδότηση.

Σχετικώς, στην απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπ. αρ.6447/2013, Χειμώνας ν. Δημοκρατίας, ημ.30/09/15, λέχθηκε ότι «[η] σύμφωνος γνώμη του Υπουργού δεν μειώνει την επάρκεια της αιτιολόγησης. Αντίθετα, ενσωματώνει ολόκληρη την έκθεση τους λειτουργού, την οποία υιοθέτησε χωρίς οποιαδήποτε διαφωνία, ή, διαφοροποίηση Η απλή συμφωνία δεν εξυπακούει ότι ο Υπουργός δεν ασχολήθηκε με την ουσία του θέματος ή ότι απεμπόλησε την εξουσία του ή ότι επισφράγισε άνευ ετέρου τη γνώμη ή εισήγηση τρίτου, (Καρλεττίδου ν. Δημοκρατίας (1997) 4 Α.Α.Δ. 3074 και Svetoslav Stoyanov v. Υπουργείου Εσωτερικών, ECLI:CY:AD:2014:D151, υποθ. αρ. 718/2012, ECLI:CY:AD:2014:D151, ημερ. 26.2.2014). Στο πλαίσιο της κανονικότητας των διοικητικών πράξεων επί των οποίων υπάρχει μαχητό τεκμήριο, δεν νοείται ανατροπή του με τα όσα επιχειρηματολογεί ο αιτητής.». Το αρ.17 (8) του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (158(I)/1999) προνοεί ότι «[δ]ε συνιστά αποχή από άσκηση αρμοδιότητας η υιοθέτηση ενός σημειώματος ή μιας πρότασης που υποβάλλεται από υφιστάμενο υπάλληλο ή όργανο στο αρμόδιο διοικητικό όργανο, αν το σημείωμα ή η πρόταση περιέχει συγκεκριμένη εισήγηση και από το σύνολο της όλης διοικητικής ενέργειας προκύπτει ότι το αρμόδιο όργανο άσκησε ουσιαστικά την αποφασιστική του αρμοδιότητα.»

Ενόψει των ως άνω δεν μπορώ να δεχθώ τις αιτιάσεις του συνηγόρου του αιτητή περί του ότι ο λαμβάνων την επίδικη απόφαση δεν είχε πλήρη γνώση των δεδομένων που την αφορούν αλλά και τα όσα ο αιτητής ισχυρίζεται περί της μη κατάλληλης κατάρτισης της διενεργούσας την επίδικη συνέντευξη και συγγράφουσας την επίδικη έκθεση-εισήγηση λειτουργού. Είναι λοιπόν κατάληξη μου ότι εν προκειμένω το τεκμήριο κανονικότητας της διαδικασίας παραμένει ακλόνητο και συνεπώς οι εν λόγω ισχυρισμοί θα πρέπει να απορριφθούν ως ατεκμηρίωτοι [βλ. Κόκκινου ν. Δημοκρατίας (1999) 4 ΑΑΔ 263 και Kousoulides & Others v. Republic (1967) 3 C.L.R. 438]. Σημειώνω δε ότι δεν μπορώ να συμφωνήσω με τον ισχυρισμό του συνηγόρου του αιτητή ότι υπάρχει διάσταση μεταξύ των λεγομένων του αιτητή κατά τη συνέντευξη και των όσων καταγράφηκαν στην σχετική έκθεση των καθ’ ων η αίτηση, που οδήγησε στην επίδικη απόφαση.

Σχετικά με τον ισχυρισμό περί μη υποβολής επαρκών και κατάλληλων ερωτήσεων στον αιτητή κατά τη συνέντευξη αλλά και την παράβαση του καθήκοντος συνεργασίας με τον αιτητή, ενόψει της εξουσίας του Δικαστηρίου για πλήρη και εξ υπαρχής έλεγχο των γεγονότων και των νομικών ζητημάτων που την περιβάλλουν, θεωρώ ότι τούτο δεν αρκεί άνευ ετέρου για να οδηγήσει σε ακύρωση της επίδικης απόφασης αφού το Δικαστήριο προβαίνει «σε έλεγχο της νομιμότητας και ορθότητας αυτής, εξετάζοντας πλήρως και από τούδε και στο εξής […] τα γεγονότα και τα νομικά ζητήματα που τη διέπουν» και «την ανάγκη χορήγησης διεθνούς προστασίας» και ο αιτητής διατηρεί δικαίωμα να προσφέρει στα πλαίσια της παρούσης προσφυγής ισχυρισμούς, είτε προγενέστερους είτε μεταγενέστερους [βλ. έφεση κατά απόφασης Δ.Δ.Δ.Π. Αρ.17/2021, Janelidze v. Κυπριακής Δημοκρατίας, ημ.21/09/21, και άρθρα 11 (2) (α) και 11 (3) (α) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018, Ν.73(Ι)/2018].

Σχετική με τα ως άνω είναι και η απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής ΔΕΕ) στη C-756/21, ECLI:EU:C:2023:523, ημ.29/06/23, όπου το Δικαστήριο, πραγματευόμενο ερωτήματος επί των δικονομικών συνεπειών της παραβάσεως του καθήκοντος συνεργασίας, κατέληξε στα εξής, στις σκέψεις 71-72:

«71. Αφετέρου, σε περίπτωση που προκύπτει εξαρχής ή σε περίπτωση που η αρμόδια αρχή κατορθώσει να αποδείξει ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σε απάντηση, ενδεχομένως, στους ισχυρισμούς του αιτούντος διεθνή προστασία, ότι η απόφαση δεν θα μπορούσε σε καμία περίπτωση να είναι διαφορετική, ακόμη και αν δεν υφίστατο η εν λόγω παράβαση, δεν προκύπτει ότι υφίστανται παρεχόμενα από το δίκαιο της Ένωσης δικαιώματα των οποίων η άσκηση θα καθίστατο πρακτικώς αδύνατη ή υπερβολικά δυσχερής. Πράγματι, το αιτούν δικαστήριο ασκεί το ίδιο, όπως αναφέρει, έλεγχο του βασίμου της εν λόγω αποφάσεως, οπότε, σε μια τέτοια περίπτωση, η εξαφάνιση της αποφάσεως και η αναπομπή της υποθέσεως ενώπιον του IPAT θα ενείχαν τον κίνδυνο απλής επανάληψης του ελέγχου και άσκοπης παράτασης της διαδικασίας.

72. Κατόπιν των προεκτεθέντων, στο δεύτερο και το τρίτο προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 4, παράγραφος 1, της οδηγίας 2004/83 έχει την έννοια ότι η διαπίστωση, στο πλαίσιο της ασκήσεως προβλεπόμενου από το εθνικό δίκαιο δευτεροβάθμιου δικαστικού ελέγχου, παραβάσεως της υποχρεώσεως συνεργασίας που προβλέπει η εν λόγω διάταξη δεν απαιτείται να επισύρει οπωσδήποτε, αφ’ εαυτής, την εξαφάνιση της αποφάσεως περί απορρίψεως της προσφυγής που ασκήθηκε κατά αποφάσεως με την οποία απορρίφθηκε αίτηση διεθνούς προστασίας, δεδομένου ότι είναι δυνατόν να απαιτηθεί από τον αιτούντα διεθνή προστασία να αποδείξει ότι η απόφαση περί απορρίψεως της προσφυγής θα μπορούσε να είναι διαφορετική, αν δεν υφίστατο η εν λόγω παράβαση.»

Υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου

Εν προκειμένω, με δεδομένο ότι στα πλαίσια της παρούσης ο αιτητής εκπροσωπείται δεόντως από δικηγόρο, αν αυτός ήθελε να προσφέρει περαιτέρω μαρτυρία και/ή στοιχεία προς διευκρίνηση των όποιων κενών, ασαφειών ή ελλείψεων διαπιστώθηκαν από τους καθ’ ων η αίτηση, για τα οποία είναι δεόντως ενήμερος, θα μπορούσε βεβαίως να το πράξει δια σχετικού δικονομικού διαβήματος. Εντούτοις ουδέν έπραξε.

Απομένει η εξέταση των ενώπιον μου στοιχείων, σε συνάρτηση με την επί της ουσίας ορθότητα των ευρημάτων των καθ’ ων η αίτηση και των αναγκών, αν προκύπτουν, παροχής διεθνούς προστασίας. Καθώς δε οι ισχυρισμοί περί μη δέουσας έρευνας, μη αιτιολόγησης της προσβαλλόμενης απόφασης και μη εξέτασης της συμπληρωματικής προστασίας συνεπλέκονται με τα ως άνω και θα εξεταστούν μαζί μ’ αυτά.

Στο εγχειρίδιο του EASO «Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου», Δικαστική ανάλυση, 2018, αναφέρεται στην σελ.98 του εγχειριδίου, αναφέρεται ότι «[...] απαιτείται ισορροπημένη και αντικειμενική αξιολόγηση του αν η αφήγηση του αιτούντος αντικατοπτρίζει την αφήγηση που αναμένεται από ένα πρόσωπο στην κατάσταση του αιτούντος το οποίο αφηγείται μια πραγματική προσωπική εμπειρία.». Στην σελ.102 του ιδίου εγχειριδίου, αναφέρεται ότι «Όπως προαναφέρθηκε, οι δείκτες αξιοπιστίας είναι απλοί δείκτες και δεν συνιστούν αυστηρά κριτήρια ή προϋποθέσεις. Παρότι οι τέσσερις δείκτες που προσδιορίστηκαν ανωτέρω (εσωτερική και εξωτερική συνέπεια, επαρκώς λεπτομερείς πληροφορίες και ευλογοφάνεια) αποτυπώνουν τους δείκτες που εφαρμόζουν στην πράξη τα δικαστήρια, κανένας από αυτούς δεν μπορεί να θεωρηθεί καθοριστικός. Η σημασία τους από υπόθεση σε υπόθεση ποικίλλει σημαντικά. Σε κάθε περίπτωση είναι αναγκαία η εξέταση του σωρευτικού τους αντίκτυπου (305).  […] Από την ανωτέρω ανάλυση προκύπτει ότι δεν υπάρχει απλή απάντηση στο ερώτημα που αφορά τον τρόπο αξιολόγησης της αξιοπιστίας σε υποθέσεις διεθνούς προστασίας. Το μόνο που μπορεί να ειπωθεί είναι ότι η αξιολόγηση πρέπει να διενεργείται με βάση το σύνολο των αποδεικτικών στοιχείων, λαμβανομένων υπόψη των αρχών, των μεθόδων και των δεικτών που αναφέρονται στην παρούσα ανάλυση. Οι αρχές, οι μέθοδοι και οι δείκτες αυτοί θα πρέπει να εφαρμόζονται με προσοχή (307), αντικειμενικότητα και αμεροληψία, ώστε να αποφευχθεί τυχόν εσφαλμένη και απλοϊκή απόρριψη, ή αφελής και ανεπιφύλακτη αποδοχή μιας συγκεκριμένης αφήγησης.»

Ενόψει των ως άνω, διερχόμενος των λεγομένων του αιτητή ως έχουν καταγραφεί στο πρακτικό της επίδικης συνέντευξης, θα συμφωνήσω εν προκειμένω με την κατάληξη των καθ’ ων η αίτηση επί του 2ου ουσιώδους ισχυρισμού του αιτητή, καθώς τα όσα ανέφερε επί τούτου περιορίστηκαν σε γενικές δηλώσεις για τη δράση των ομάδων κτηνοτρόφων Fulani. Οι δηλώσεις δε του αιτητή αλλά και οι απαντήσεις που έδωσε στις ερωτήσεις που του υποβλήθηκαν και αφορούν την προσωπική διάσταση του αφηγήματος του βρίθουν κενών και ασαφειών και εκ των οποίων ελλείπουν εντελώς συγκεκριμένες λεπτομέρειες, λογική συνέχεια και συνέπεια. Το όλο αφήγημα του αιτητή παρουσιάζει κενά, ελλείψεις σε εύλογα αναμενόμενες λεπτομέρειες και αοριστίες οι οποίες δεν μπορεί παρά να διαβρώσουν αναπόφευκτα την εσωτερική συνοχή του. Ενδεικτικά αναφέρω ότι ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να αναφέρει πότε σκοτώθηκαν οι γονείς του (επί τούτου δίδει ένα ευρύ χρονικό περιθώριο 2 ετών), δεν έδωσε καμία λεπτομέρεια αναφορικά με τις απειλές που δέχθηκε ο θείος του και δεν εξηγεί γιατί θεωρεί ότι τον διώκουν.

Το σημαντικότερο όλων, στο οποίο δίδω ιδιαίτερη βαρύτητα, είναι ότι πουθενά σε όλο το αφήγημα του αιτητή δεν μπορώ να εντοπίσω την παραμικρή βιωματική λεπτομέρεια. Το ζητούμενο που ελλείπει αποτυπώνεται θεωρώ χαρακτηριστικά στην απόφαση του UKIAT (Δευτεροβάθμιο Tribunal Ηνωμένου Βασιλείου) στην HS (Homosexuals: Minors, Risk on Return) Iran v. Secretary of State for the Home Department [2005] UKAIT 00120, 4 August 2005 [1], όπου, στην παρ.128, αναφέρθηκε ότι «there is the full, consistent detail and the plausible noting of small points, unlikely to be observed or recounted by a person who had not had the experience described. ». Εν προκειμένω, κατά παράφραση του ως άνω αποσπάσματος, σε δική μου μετάφραση, σημειώνω ότι εκ του αφηγήματος του αιτητή απουσιάζει παντελώς κάθε ψήγμα πλήρους, συνεκτικής, ευλογοφανούς παράθεσης των μικρών σημείων και λεπτομερειών, που θα ήταν απίθανο να προσέξει ή να είναι σε θέση να ανακαλέσει άτομο το οποίο δεν είχε βιώσει την εμπειρία που ο αιτητής παραθέτει. Είναι σ’ αυτό ακριβώς το σημείο που το όλο αφήγημα του αιτητή υπολείπεται του ευλόγως αναμενόμενου και είναι εκ τούτου που θεωρώ ότι διαβρώνεται η εσωτερική συνοχή των λεγομένων του.

Δεδομένης της ως άνω κατάληξης μου περί παντελούς αναξιοπιστίας του αφηγήματος του αιτητή το ζήτημα θα μπορούσε να σταματήσει εδώ καθώς, ως στο εγχειρίδιο του EASO «Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου», Δικαστική ανάλυση, 2018, σελ.132, αναφέρεται, η αναζήτηση πληροφοριών για τη χώρα καταγωγής «ενδέχεται να μην είναι απαραίτητ[η] σε περίπτωση αρνητικής διαπίστωσης περί της αξιοπιστίας βάσει καταφανούς έλλειψης εσωτερικής συνοχής ή μη ικανοποιητικής επεξήγησης αποκλίσεων ή παραλλαγών σε ό,τι αφορά τα ουσιώδη στοιχεία μιας αίτησης ή, ακόμη περισσότερο, σε περίπτωση απόρριψης προσφυγής ως απαράδεκτης.».

Παρά όμως την καταφανή έλλειψη εσωτερικής συνοχής των λεγομένων του αιτητή, ως ανωτέρω εξηγώ, για σκοπούς πληρότητας της παρούσης, παραθέτω τα εξής αναφορικά με τη δράση των κτηνοτρόφων Fulani, δεδομένων και των αναφορών του συνηγόρου του σε σχετικές πηγές.

Σε αξιόπιστες πηγές πληροφόρησης επιβεβαιώνεται ότι, παρότι οι κτηνοτρόφοι Fulani δρουν στη Νιγηρία, καταστρέφοντας, κατάσχοντας αγροτικές εκτάσεις και συγκρούονται με τοπικό πληθυσμό, ωστόσο η επαρχία του αιτητή δεν συμπεριλαμβάνεται στις περιοχές που έχουν πληγεί σημαντικά από την κρίση σε σχέση με τους κτηνοτρόφους Fulani, η δράση των οποίων επικεντρώνεται στην κεντρική και βόρεια ζώνη της Νιγηρίας [2]. Όσον αφορά την γενικότερη κατάσταση ασφαλείας στο Νότο, όπου βρίσκεται η πολιτεία Delta, σύμφωνα με έκθεση του Ολλανδικού Υπουργείου Εξωτερικών εκδοθείσα τον Μάρτιο του 2021, η κατάσταση είναι πιο σταθερή από τον βορρά: «the south of Nigeria is more stable than the north. Although the South-East zone is considered relatively safe, various types of violent incidents still took place there, such as cult violence, election-related violence in 2019, and incidents in which violent mobs took the law into their own hands against alleged homosexuals and adulterers». [3]

Αναφορικά με τον ισχυρισμό του αιτητή ότι οι κτηνοτρόφοι Fulani ενδεχομένως να τον διώξουν κατά την επιστροφή του, σημειώνεται ότι, βάσει διαθέσιμων πληροφοριών σε σχέση με τον τρόπο δράσης και τα κίνητρα της ομάδας αυτής, όπως αναφέρεται και σε έκθεση του Συμβουλίου Μετανάστευσης και Προσφύγων του Καναδά, κύριο κίνητρο της ομάδας αποτελεί η πρόσβαση στη γη για βόσκηση των ζώων τους, ενώ δεν φαίνεται να δρουν οργανωμένα και ούτε έχουν κοινό πολιτικό στόχο κατά συγκεκριμένων ομάδων ή κατηγοριών. Ως αναφέρεται στην ίδια πηγή, παρότι υπάρχει η πεποίθηση ότι η ομάδα αυτή δρα κατά κύριο λόγο κατά των Χριστιανών, τα κίνητρα τους φαίνεται να σχετίζονται περισσότερο με την πρόσβαση στη γη, παρά με τη θρησκευτική ιδεολογία. Περαιτέρω, αναφορικά με τον τρόπο δράσης τους, οι κτηνοτρόφοι Fulani δεν αποτελούν οργανωμένη ομάδα ή οργάνωση, η οποία δρα με οργανωμένη στρατηγική και με κάποιο κοινό πολιτικό σκοπό, αλλά οι διάφορες ομάδες Fulani δρουν ανεξάρτητα χωρίς κάποια ιεραρχία.[4]

Αναφορικά με την γενική κατάσταση ασφαλείας στην πολιτεία Delta, εντοπίζω τα εξής.

Κατά τη διάρκεια του 2020, το ACLED ανέφερε συνολικά 100 περιστατικά ασφαλείας (24 μάχες, 52 περιπτώσεις βίας κατά πολιτών, 24 περιστατικά ταραχών, που οδήγησαν σε 120 θανάτους. Ο μεγαλύτερος αριθμός περιστατικών έλαβε χώρα στην περιοχή Ughelli North LGA (περιοχή τοπικής αυτοδιοίκησης). Από τα 52 περιστατικά βίας κατά πολιτών, τα 39 ήταν επιθέσεις, 12 απαγωγές και 1 σεξουαλική βία. Από την 1η Ιανουαρίου έως τις 30 Απριλίου 2021, το ACLED ανέφερε συνολικά 27 περιστατικά ασφαλείας (8 μάχες, 13 περιπτώσεις βίας κατά πολιτών, 6 περιστατικά ταραχών), με αποτέλεσμα 28 θανάτους.[5]

Σύμφωνα με την ίδια βάση δεδομένων, για το διάστημα από 27/10/22 έως 27/010/23, σημειώθηκαν στην πολιτεία 105 περιστατικά ασφαλείας, τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα τον θάνατο 94 ανθρώπων. Εξ αυτών, 35 περιστατικά συνίσταντο σε μάχες (54 θάνατοι), 54 ήταν περιστατικά βίας κατά αμάχων (29 θάνατοι) και 16 ήταν περιστατικά εξεγέρσεων (11 θάνατοι). [6] Κατά την περίοδο 27/05/23-24/05/24 καταγράφηκαν 161 περιστατικά βίας (43 περιστατικά βίας εναντίων των πολιτών, 19 ταραχές, 45 μάχες και 54 διαδηλώσεις, ενώ δεν καταγράφηκαν περιστατικά εκρήξεων).[7] Από αυτά προέκυψαν 123 θάνατοι (18 από περιστατικά βίας εναντίων πολιτών, 15 από ταραχές, 88 από μάχες και 2 από διαδηλώσεις).[8] Εκ των ως άνω περιστατικών 10 αφορούσαν βία στην οποία εμπλέκονταν κτηνοτρόφοι Fulani (5 περιστατικά βίας εναντίων πολιτών, 1 περιστατικό ταραχών και 4 μάχες), από τα οποία προέκυψαν 8 θάνατοι.[9]

Σημειώνεται ότι, κατά την απογραφή του 2006, ο πληθυσμός της πολιτείας Delta ήταν περί τα 4 εκατομμύρια κατοίκων. Με βάση την ίδια απογραφή, ο πληθυσμός εκτιμήθηκε περί τα 5 ½ εκατομμύρια το 2016. [10]

Ενόψει των ως άνω πληροφοριών δεν θα πρέπει να αμφισβητείται ότι τα όσα αναφέρει ο αιτητής ως γενικές πληροφορίες για τη δράση ομάδων κτηνοτρόφων Fulani συνάδουν εν μέρει με διαθέσιμες πληροφορίες για τη χώρα καταγωγής. Σημειώνω όμως ότι, ως εκ των ως άνω πληροφοριών προκύπτει, δεν καταγράφεται σημαντική δράση στην πολιτεία όπου ο αιτητής διέμενε, δεν επιβεβαιώνεται η θρησκευτική πτυχή της δράσης τους και δεν καταδεικνύεται κάποια οργανωμένη δράση, εκ της οποίας ενδεχομένως να προκύπτει κίνδυνος διώξεως κατά συγκεκριμένου ατόμου, δεδομένου ότι η δράση τους συναρτάται με την πρόσβαση σε εκτάσεις με σκοπό τη βόσκηση των ζώων τους.

Σε κάθε δε περίπτωση η έλλειψη εσωτερικής συνοχής των ισχυρισμών του αιτητή είναι τέτοια που, στα πλαίσια συνολικής αποτίμησης των επίδικων στοιχείων, αποβαίνει μοιραία για τη γενική και συνολική αξιοπιστία των ισχυρισμών του, καθώς η μερική εν προκειμένω συμφωνία των (γενικών) ισχυρισμών του με διαθέσιμες πληροφορίες για τη χώρα καταγωγής δεν αρκεί, τη στιγμή που στερείται εσωτερικής συνοχής, για τους λόγους που λεπτομερώς ανωτέρω εξηγούνται, ενόψει της συνολικής θεώρησης των δεικτών αξιοπιστίας. Αν η αξιολόγηση γινόταν στη βάση μόνο της εξωτερικής συνοχής, θα οδηγούσε σε αποδοχή ισχυρισμών για τούτο και μόνο τον λόγο, οι οποίοι στερούνται κατά τ’ άλλα εσωτερικής συνοχής και θα οδηγούσε σε ανεπιφύλακτη αποδοχή, ενάντια σε κάθε εύλογη κριτική θεώρηση των λεγομένων του. Ως στο εγχειρίδιο του EASO «Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου», 2018, σελ.97, αναφέρεται, «[…] είναι αναγκαία η επαγρύπνηση για καταστάσεις στις οποίες ορισμένοι αιτούντες μπορεί να προσαρμόσουν τους ισχυρισμούς τους ώστε να είναι συνεπείς με συναφείς ΠΧΚ, οι οποίες κατά την άποψή τους θα στηρίξουν την αίτησή τους.»

Στην απουσία λοιπόν περαιτέρω μαρτυρίας που θα συμπλήρωνε κενά και ελλείψεις, ως ανωτέρω λεπτομερώς καταγράφονται, είναι η κατάληξη μου ότι τα αυτά παραμένουν. Γι’ αυτό και καταλήγω ότι ουδείς εκ των ισχυρισμών περί προσωπικής στοχοποίησης του αιτητή από κτηνοτρόφους Fulani μπορεί να γίνει αποδεκτός.

Εκ των ως άνω δε πληροφοριών για την κατάσταση ασφαλείας στην πολιτεία διαμονής του αιτητή, είναι περαιτέρω κατάληξη μου ότι δεν καταδεικνύεται εύλογη πιθανότητα ο αιτητής να αντιμετωπίσει κατά την επιστροφή του κίνδυνο σοβαρής βλάβης.  

Δεν παραγνωρίζω ότι στα περιστατικά ασφαλείας περιλαμβάνονται επιθέσεις σε άμαχο πληθυσμό και αδιακρίτως ασκούμενη βία, όμως δεν φτάνει σε επίπεδο που να συνηγορεί υπέρ της ύπαρξης «σοβαρής και προσωπικής απειλής» κατά του αιτητή  εξαιτίας και μόνο της παρουσίας του στην υπό κρίση περιοχή, δεδομένου του ότι δεν εντοπίζω ιδιαίτερες περιστάσεις που θα μπορούσαν να επιτείνουν τον κίνδυνο ειδικώς γι’  αυτόν σε σύγκρισή με τον γενικό πληθυσμό της περιοχής, στη βάση της «αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας» [11] (βλ. απόφαση ΔΕΕ, ημ.10/06/21, C-901/19, CF and DN), εφόσον οι ισχυρισμοί του αιτητή περί στοχοποίησης του από κτηνοτρόφους Fulani δεν έγιναν αποδεκτοί,. Άλλωστε, ως στην αιτ. σκέψη 35 της Οδ.2011/95/ΕΕ αναφέρεται, «[οι] κίνδυνοι στους οποίους εκτίθεται εν γένει ο πληθυσμός ή τμήμα του πληθυσμού μιας χώρας δεν συνιστούν συνήθως, αυτοί καθαυτοί, προσωπική απειλή που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως σοβαρή βλάβη.»

Σχετικώς, στην απόφαση ΔΕΕ C-465/07, Elgafaji, ημ.17/02/09, σκέψη 35-39, λέχθηκαν τα εξής καθοδηγητικά:

«35. Στο πλαίσιο αυτό, ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας.

36. Η ερμηνεία αυτή, η οποία δύναται να διασφαλίσει ένα αυτοτελές πεδίο εφαρμογής στο άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, δεν αναιρείται από το γράμμα της εικοστής έκτης αιτιολογικής σκέψης, κατά το οποίο «οι κίνδυνοι στους οποίους εκτίθεται εν γένει ο πληθυσμός ή τμήμα του πληθυσμού μιας χώρας δεν συνιστούν συνήθως, αυτοί καθαυτοί, προσωπική απειλή που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως σοβαρή βλάβη».

37. Συγκεκριμένα, μολονότι η αιτιολογική αυτή σκέψη σημαίνει ότι η απλή αντικειμενική διαπίστωση κινδύνου απορρέοντος από τη γενική κατάσταση μιας χώρας δεν αρκεί, καταρχήν, για να γίνει δεκτό ότι οι προϋποθέσεις του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, συντρέχουν ως προς συγκεκριμένο πρόσωπο, εντούτοις, καθόσον η αιτιολογική αυτή σκέψη χρησιμοποιεί τον όρο «συνήθως», αναγνωρίζει το ενδεχόμενο υπάρξεως μιας εξαιρετικής καταστάσεως, χαρακτηριζομένης από έναν τόσο υψηλό βαθμό κινδύνου, ώστε να υπάρχουν σοβαροί λόγοι να εκτιμάται ότι το πρόσωπο αυτό θα εκτεθεί ατομικώς στον επίμαχο κίνδυνο.

38. Ο εξαιρετικός χαρακτήρας της καταστάσεως αυτής επιρρωννύεται, επίσης, από το γεγονός ότι η οικεία προστασία είναι επικουρική, καθώς και από την οικονομία του άρθρου 15 της οδηγίας, καθόσον η βλάβη, της οποίας τον ορισμό δίνει το άρθρο αυτό υπό τα στοιχεία α΄ και β΄, πρέπει να εξατομικεύεται σαφώς. Μολονότι είναι αληθές ότι στοιχεία που αφορούν το σύνολο του πληθυσμού αποτελούν σημαντικό παράγοντα για την εφαρμογή του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, υπό την έννοια ότι σε περίπτωση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης ο ενδιαφερόμενος, όπως και άλλα πρόσωπα, εντάσσεται στον κύκλο των δυνητικών θυμάτων μιας αδιακρίτως ασκούμενης βίας, εντούτοις, η ερμηνεία της εν λόγω διατάξεως πρέπει να γίνεται λαμβανομένου υπόψη του συστήματος στο οποίο εντάσσεται, δηλαδή σε σχέση με τις λοιπές δύο περιπτώσεις που προβλέπει το άρθρο 15 και, επομένως, να ερμηνεύεται σε στενή συνάρτηση με την εξατομίκευση αυτή.

39. Συναφώς, πρέπει να διευκρινισθεί ότι όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας.»

Έπεται λοιπόν ότι δεν τεκμηριώνεται εν προκειμένω βάσιμος φόβος «καταδίωξης του [αιτητή] για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων» και δεν υφίστανται «ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη», ως αμφότερες αυτές οι έννοιες ορίζονται στα άρθρα 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 (Ν. 6(I)/2000) αντίστοιχα. 

Σημειώνεται δε ότι η Νιγηρία έχει καθοριστεί στις Κ.Δ.Π. 198/2020, 225/2021, 202/2022 και 166/2023, οι οποίες εκδόθηκαν δυνάμει του αρ.12Βτρις του Νόμου, ως ασφαλής χώρα ιθαγενείας και στην παρούσα ουδέν στοιχείο προσκομίστηκε στη βάση του οποίου θα μπορούσε να «θεωρηθεί ότι η χώρα αυτή δεν είναι ασφαλής […] στη συγκεκριμένη περίπτωσή», στη βάση των όσων διαλαμβάνονται από το αρ.12Βτρις (6).

Η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με έξοδα €1000 υπέρ των καθ' ων η αίτηση και εναντίον του αιτητή.

 

Α. Χριστοφόρου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 



[1] HS (Homosexuals: Minors, Risk on Return) Iran v. Secretary of State for the Home Department | Refworld, https://www.refworld.org/jurisprudence/caselaw/gbrait/2005/en/57477

[2] ; IRB, ‘Nigeria: Fulani herdsmen, including motivations, modus operandi and recruitment methods; raids by Fulani herdsmen in schools in Benin City in October 2016 (2016-August 2018), 10 August 2018, Διαθέσιμο εδώ: https://irb-cisr.gc.ca/en/country-information/rir/Pages/index.aspx?doc=457569

[3] Ministry of Foreign Affairs of the Netherlands, ‘Country of origin information report Nigeria’, March 2021, παρ. 1.2.5, σελ. 104, διαθέσιμο εδώ: https://www.ecoi.net/en/file/local/2054389/03_2021_MinBZ_NL_COI_Nigeria.pdf)

[4] IRB, ‘Nigeria: Fulani herdsmen, including motivations, modus operandi and recruitment methods; raids by Fulani herdsmen in schools in Benin City in October 2016 (2016-August 2018), 10 August 2018, Διαθέσιμο εδώ:  https://irb-cisr.gc.ca/en/country-information/rir/Pages/index.aspx?doc=457569

[5]https://coi.euaa.europa.eu/administration/easo/PLib/2021_06_EASO_COI_Report_Nigeria_Security_situation.pdf , σελ.247,279

[6] ACLED, Dashboard, timeframe 27/10/2022 – 27/10/2023, Nigeria, Delta State, available at: https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard

[7] Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED), βλ. πλατφόρμα Data & Tools – ACLED Explorer, https://acleddata.com/explorer/ (στοιχεία ανάλυσης: Metric: ‘Event Counts’, Event Types: Battles, Explosions/Remote violence, Violence against civilians, Protests, Riots’, Data Range: ‘Past year of ACLED data’, Region: ‘Africa’, Country: ‘Nigeria’, Admin: ‘Delta’) [ημερ. πρόσβασης 29/05/2024]

[8] Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED), βλ. πλατφόρμα Data & Tools – ACLED Explorer, https://acleddata.com/explorer/ (στοιχεία ανάλυσης: Metric: ‘Fatality Counts’, Event Types: Battles, Explosions/Remote violence, Violence against civilians, Protests, Riots’, Data Range: ‘Past year of ACLED data’, Region: ‘Africa’, Country: ‘Nigeria’, Admin: ‘Delta’) [ημερ. πρόσβασης 29/05/2024]

[9] Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED), βλ. πλατφόρμα Data & Tools – ACLED Explorer, https://acleddata.com/explorer/ (στοιχεία ανάλυσης: Metric: ‘Event Counts’ / ‘Fatality Counts’, Event Types: Battles, Explosions/Remote violence, Violence against civilians, Protests, Riots’, Data Range: ‘Past year of ACLED data’, Region: ‘Africa’, Country: ‘Nigeria’, Admin: ‘Delta’, Actors: ‘Fulani Ethnic Militia (Nigeria)’)]

[10]https://coi.euaa.europa.eu/administration/easo/PLib/2021_06_EASO_COI_Report_Nigeria_Security_situation.pdf , σελ.246

[11] Εγχειρίδιο EASO, Άρθρο 15 στοιχείο γ) της οδηγίας για τις ελάχιστες απαιτήσεις ασύλου (2011/95/ΕΕ) Δικαστική ανάλυση, σελ.26-28, διαθέσιμο εδώ: https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/Article-15c-QD_a-judicial-analysis-EL.pdf


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο