ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

                                                                        

                                                                               Υπόθεση αρ. 7532/2021

 

  09 Μαΐου 2024

 

[Χ. ΠΛΑΣΤΗΡΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

                           Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

 Μεταξύ:

                                                         Y.M.B.

                                                                                                                                                                                                                                                   Αιτητής

Και

 

                                               Υπηρεσίας Ασύλου

                                                                                                                                                                                                                                     Καθ' ων η αίτηση

 

Γ. Γεωργίου (κος) για Μ. Ματθαίου Σουρουλλά (κα), Δικηγόρος για αιτητή

Χρ. Δημητρίου (κα) για Δ. Κυπριανίδου (κα), Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η αίτηση

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Χ. ΠΛΑΣΤΗΡΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π: Με την προσφυγή του ο αιτητής, αιτείται την ακύρωση της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημερ.06/09/2021 η οποία κοινοποιήθηκε στον αιτητή στις 13/10/2021 και δια της οποίας απορρίφθηκε η αίτησή του για παροχή διεθνούς προστασίας, ως άκυρης και στερούμενης νομικού αποτελέσματος.

Ως εκτίθεται στην Ένσταση που καταχωρήθηκε από τους καθ' ων η αίτηση και προκύπτει από το περιεχόμενο του σχετικού Διοικητικού Φάκελου (στο εξής «Δ.Φ.») που κατατέθηκε στα πλαίσια εξέτασης της παρούσας προσφυγής ως Τεκμήριο 1, ο αιτητής κατάγεται από το Καμερούν και στις 01/10/2018 εισήλθε στην Κυπριακή Δημοκρατία παράνομα μέσω των κατεχόμενων περιοχών  και ακολούθως στις 02/10/2018 υπέβαλε αίτηση για παροχή διεθνούς προστασίας.

Στις 06/04/2021 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη στον αιτητή από αρμόδιο λειτουργό της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο (στο εξής Ε.Υ.Υ.Α) προς εξέταση του αιτήματός του για διεθνή προστασία όπου δόθηκε η ευκαιρία στον αιτητή, μέσα από σχετικές ερωτήσεις, μεταξύ άλλων, να εκθέσει τους λόγους στους οποίους στηρίζει το αίτημά του. Μετά το πέρας της συνέντευξης, ο αρμόδιος λειτουργός της Ε.Υ.Υ.Α ετοίμασε στις 26/08/2021 σχετική Έκθεση και Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου σχετικά με τη συνέντευξη του αιτητή. Ακολούθως, στις 06/09/2021, ο εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών να εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου, ενέκρινε όπως να μην παραχωρηθεί στον αιτητή καθεστώς διεθνούς προστασίας. Στις 05/10/2021, ετοιμάστηκε σχετική επιστολή ενημέρωσης του Αιτητή για την απόφαση του Προϊστάμενου της Υπηρεσίας Ασύλου σχετικά με την απόρριψη του αιτήματός του, η οποία παραλήφθηκε και υπογράφτηκε ιδιοχείρως από τον αιτητή στις 13/10/2021 αφού του μεταφράστηκε στην μητρική του γλώσσα κατά την λήψη της, μαζί με την σχετική αιτιολογία αυτής. Στη συνέχεια, ο αιτητής καταχώρησε την υπό εξέταση προσφυγή εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου.

Ο συνήγορος του αιτητή στα πλαίσια της προσφυγής και της γραπτής αγόρευσης, προώθησε διάφορους λόγους ακύρωσης επί της αιτήσεως ακυρώσεως (προσφυγής) προς υποστήριξη του αιτήματος για ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης, τους οποίους εν τέλει εγκατέλειψε και διατήρησε μόνο τον λόγο ακύρωσης που αφορά τη μη δέουσα έρευνα. Ενόψει λοιπόν των δηλώσεων του ευπαίδευτου συνηγόρου του αιτητή, όλοι οι λόγοι ακύρωσης ως καταγράφονται στην προσφυγή, πέραν από τον λόγο ακύρωσης που αφορά τη μη δέουσα έρευνα των καθ' ων η αίτηση, αποσύρονται και απορρίπτονται.

Οι καθ' ων η αίτηση αντιτάσσουν ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι καθ' όλα νόμιμη, λήφθηκε κατόπιν δέουσας έρευνας και σωστής ενάσκησης των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στους καθ' ων η αίτηση, ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη και απορρίπτουν τους προωθούμενους ισχυρισμούς ως νόμω και ουσία αβάσιμους.

Επομένως, θα προχωρήσω να εξετάσω τον μοναδικό λόγο ακύρωσης που διατήρησε ο συνήγορος του αιτητή και αποτελεί τον βασικό άξονα της επιχειρηματολογίας του αιτητή, τον ισχυρισμό περί μη δέουσας έρευνας εκ μέρους των καθ' ων η αίτηση.

Κατά πάγια νομολογία, η επάρκεια της έρευνας, η έκταση και ο τρόπος διεξαγωγής της, ποικίλει ανάλογα με τα υπό διερεύνηση γεγονότα. Προκαθορισμένος τρόπος δεν υπάρχει. Με την προϋπόθεση ότι η έρευνα είναι επαρκής, το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει στον τρόπο που η διοίκηση επέλεξε να διερευνήσει το θέμα, ούτε και υποκαθιστά τα υπ' αυτής διαπιστωθέντα πρωτογενή ευρήματα (βλ. Motorways Ltd v. Υπουργού Οικονομικών κ.ά. (1999) 3 Α.Α.Δ. 447 και Ράφτης ν. Δημοκρατίας κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 345 και Κώστας Γρηγορίου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1002/2009, ημερ. 27.10.2011).

Στη βάση της πιο πάνω υποχρέωσης του αρμόδιου οργάνου για δέουσα έρευνα θεωρώ χρήσιμο να καταγραφούν οι ισχυρισμοί του αιτητή σε όλα τα στάδια εξέτασης του αιτήματός του, για να διαφανεί εάν όντως το αρμόδιο όργανο προέβη στη δέουσα υπό τις περιστάσεις έρευνα και ορθώς αποφάσισε να απορρίψει το αίτημα του αιτητή.

Στην αίτηση που υπέβαλε ο αιτητής (ερυθρό 9 του διοικητικού φακέλου), αναφέρει πως εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του λόγω του ότι στη χώρα του επικρατεί πόλεμος, πολλοί από τους συγγενείς του σκοτώθηκαν και το σπίτι τους κάηκε. Ως δήλωσε, ταξίδεψε στις κατεχόμενες περιοχές με σκοπό να σπουδάσει και - επειδή ο φίλος του που θα τον ανέμενε για να τον οδηγήσει στο σχολείο δεν έφθασε ποτέ - ήρθε στα ελεγχόμενα εδάφη της Δημοκρατίας με τη βοήθεια ενός άλλου άνδρα που είχε συναντήσει.

Κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του (ερυθρά 33-50 του διοικητικού φακέλου), ο αιτητής επιβεβαίωσε σε σχέση με τα προσωπικά του στοιχεία ότι είναι υπήκοος του Καμερούν. Ως δήλωσε, γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Kumba, στην νοτιοδυτική περιοχή (Northwest Region) του Καμερούν. Δήλωσε, επίσης, ότι είναι απόφοιτος δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Ως προς την οικογενειακή του κατάσταση, ανέφερε ότι δεν είναι νυμφευμένος αλλά τον Αύγουστο του 2020 απέκτησε μια κόρη στη Δημοκρατία, η οποία ζει μαζί του όπως και η μητέρα αυτής. Στο Καμερούν, και συγκεκριμένα στην Douala, ζουν πλέον μόνο ο αδελφός του και η θεία του μαζί με την οικογένειά της, ενώ η μητέρα του μετανάστευσε για οικονομικούς λόγους στη Γερμανία και ο πατέρας του, που ήταν στρατιωτικός, σκοτώθηκε το 2013 εξαιτίας της Boko Haram. Ερωτηθείς δε, απάντησε ότι η οικογένειά του στο Καμερούν πέραν των οικονομικών δυσκολιών δεν αντιμετωπίζει οποιοδήποτε άλλο πρόβλημα.

Ως προς τον πυρήνα του αιτήματός του, ο αιτητής δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του εξαιτίας της κρίσης που είχε ξεσπάσει στη χώρα του. Όπως ισχυρίστηκε, εκείνη την περίοδο ο ίδιος ζούσε στην Kumba με τον θείο του, ένα πολύ γνωστό και διάσημο πρόσωπο, ο οποίος ωστόσο κατηγορήθηκε από τους τρομοκράτες (Ambazonians) ως πληροφοριοδότης και συνεργάτης των κυβερνητικών δυνάμεων και εξαιτίας τούτου τον σκότωσαν. Συμπλήρωσε δε, ότι οι τρομοκράτες (Ambazonians) γνώριζαν πολύ καλά και τον αιτητή αφού ζούσε με το θείο του και, πιστεύοντας πως και ο ίδιος ήταν συνεργάτης της κυβέρνησης, ξεκίνησαν να τον αναζητούν. Κατόπιν διευκρινιστικής ερώτησης, ο αιτητής ανέφερε ότι μιλώντας για την κρίση στο Καμερούν, αναφερόταν στην κρίση μεταξύ της γαλλικής και της αγγλικής πλευράς του Καμερούν. Ως εξήγησε, οι γαλλόφωνοι που είναι η μεγαλύτερη και πιο ισχυρή πλευρά ξεκίνησε να κακοποιεί την μικρότερη, ήτοι την αγγλόφωνη η οποία ένιωθε δυσαρεστημένη από την εκμετάλλευση που υφίσταντο. Ως εκ τούτου, πρόσθεσε, μεταξύ 2016 και 2017 ο αγγλικός λαός ξεκίνησε την επανάσταση, ενώ ο γαλλικός λαός αντέδρασε και προχώρησε σε βάναυσες επιθέσεις και παρενοχλήσεις των Άγγλων, όπως δολοφονίες, κάψιμο σπιτιών και κατάσχεση περιουσιών στις Bamenda και Kumba. Συμπλήρωσε, ακόμη, ότι εις απάντηση των πιο πάνω ενεργειών, άνθρωποι οργάνωσαν πολιτοφυλακές, τα μέλη των οποίων αποκαλούνταν από τους Γάλλους «τρομοκράτες» (Ambazonians). Στα πλαίσια αυτής της κατάστασης σκοτώθηκε ο θείος του, εξαιτίας της υποψίας που σχημάτισαν οι επαναστάτες (Ambazonians)  ότι συνεργαζόταν με τη γαλλική κυβέρνηση και έδινε πληροφορίες για τους Ambazonians.

Ερωτηθείς, ο αιτητής ισχυρίστηκε, ακόμη, ότι οι Ambazonians εξέλαβαν ότι ο θείος του ήταν πληροφοριοδότης επειδή μιλούσε ευγενικά και φιλικά με τους Γάλλους στρατιωτικούς, όπως άλλωστε έκανε με όλους τους ανθρώπους. Κατόπιν περαιτέρω ερωτήσεων, ο αιτητής ισχυρίστηκε ότι μετά το περιστατικό δολοφονίας του θείου του, αυτός μετακινήθηκε και έμεινε περί το ένα έτος στη Yaounde, αποφεύγοντας την κοινωνική ζωή για να μην τον ανακαλύψουν οι Ambazonians που τον αναζητούσαν σύμφωνα με τις τηλεφωνικές πληροφορίες που είχε λάβει. Καταληκτικά, ο αιτητής δήλωσε πως τίποτα δεν του συνέβη κατά τη διάρκεια αυτού του έτους που έμενε στη Yaounde, αν και πιστεύει πως εάν επιστρέψει στην Kumba θα του συμβεί κάτι κακό και πως ούτε και στη Yaounde είναι ασφαλής.

Ο αρμόδιος λειτουργός της Ε.Υ.Υ.Α. αξιολογώντας τα όσο ο αιτητής ανέφερε στη συνέντευξη του κατηγοριοποίησε τους ισχυρισμούς του ως εξής: 1) ταυτότητα και χώρα καταγωγής του αιτητή, 2) ο αιτητής έφυγε από το Καμερούν εξαιτίας της πολιτικής αστάθειας της χώρας και 2) οι Ambazonians σκότωσαν τον θείο του αιτητή και γι’ αυτό το λόγο κυνηγούν και τον αιτητή.

Ο αρμόδιος λειτουργός έκανε αποδεκτούς τους δύο πρώτους ουσιώδεις ισχυρισμούς, ενώ εισηγήθηκε την απόρριψη του τρίτου ισχυρισμού καθότι, σύμφωνα με τον ίδιο, οι δηλώσεις του αιτητή κατά τη διάρκεια της συνέντευξης ήταν ασαφείς, χωρίς ειδικότητα, λεπτομέρειες και εξατομίκευση, απλές και αντιφατικές. Ως προς τους δύο πρώτους ουσιώδεις ισχυρισμούς, ο λειτουργός επεσήμανε ότι οι δηλώσεις του αιτητή ήταν συνεπείς, συγκεκριμένες και λεπτομερείς και σύμφωνες με τις πληροφορίες για τη χώρα καταγωγής του. Αντίθετα, επισημαίνοντας τις ασαφείς, αόριστες και αντιφατικές του δηλώσεις, κατέληξε ότι δεν τεκμηριώθηκε η εσωτερική και εξωτερική αξιοπιστία του αιτητή σε σχέση με τον τρίτο ουσιώδη ισχυρισμό του. Ειδικότερα, ο αρμόδιος λειτουργός έλαβε υπόψη του ότι ο αιτητής απαντούσε με ασαφή και ασυνεπή τρόπο στις διευκρινιστικές ερωτήσεις που αφορούσαν τη δολοφονία του θείου του από τους Amba Boys.

Σε σχέση με την εσωτερική αξιοπιστία τρίτου ουσιώδους ισχυρισμού, όπως κατέγραψε στην εισηγητική του έκθεση ο αρμόδιος λειτουργός, ο αιτητής δεν έδωσε συγκεκριμένες και λεπτομερείς πληροφορίες ως προς τον ισχυρισμό του ότι ο θείος του ήταν γνωστό πρόσωπο και πως αυτός ήταν ο λόγος που θεωρήθηκε πληροφοριοδότης. Αντ’ αυτού, προέβη σε απλές, μη συγκεκριμένες δηλώσεις σύμφωνα με τις οποίες ο θείος του ήταν πολύ καλός άνθρωπος και πρόθυμος να βοηθήσει όλους στη γειτονιά και ανοιχτός να μιλήσει με όλους, τόσο με τους Amba Boys όσο και με τους Γάλλους στρατιώτες. Σε περαιτέρω διευκρινιστική ερώτηση, συνέχισε να απαντά μη συγκεκριμένα και επανέλαβε απλώς ότι ο θείος του ήταν καλός άνθρωπος, συμπεριφερόταν καλά στους ανθρώπους και του άρεσε να κάνει αστεία και να κοινωνικοποιείται. Πρόσθετα, ο λειτουργός συμπέρανε ότι από τις δηλώσεις του αιτητή σχετικά με το πώς δολοφονήθηκε ο θείος του, εξέλειπε η ειδικότητα και η εξατομίκευση. Σημείωσε ότι, ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να παράσχει ένα συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα του γεγονότος, τοποθετώντας το μεταξύ 2016 ή 2017 ενώ μετά από επανειλημμένες ερωτήσεις απάντησε ότι αυτό έγινε στις 26 Οκτωβρίου 2017. Παρατήρησε, ακόμη, ότι δεν ήταν καν σε θέση να επιβεβαιώσει ποιος ακριβώς ήταν πίσω από τη δολοφονία του θείου του αφού, ενώ αναφερόταν συνεχώς στους Amba Boys, όταν ρωτήθηκε συγκεκριμένα ποιος σκότωσε το θείο του, κατ’ αντίφαση και ασυνάρτητα με προηγούμενες δηλώσεις του δήλωσε ότι αυτός εργαζόταν και δεν ήταν παρών και κάποιος άλλος τον ενημέρωσε, υποδηλώνοντας ότι δεν γνώριζε αλλά υπέθεσε το δολοφόνο. Έπειτα, σημείωσε πως όταν ο αιτητής ρωτήθηκε να διευκρινίσει πως είναι τόσο σίγουρος ότι οι Amba Boys σκότωσαν τον θείο του, αυτός απάντησε γενικά ότι οι γείτονες του γνωρίζουν τα πάντα και αυτός που τον πληροφόρησε αναγνώρισε τους Amba Boys.

Επιπλέον, ο λειτουργός παρατήρησε πως ο αιτητής δεν κατάφερε να δώσει μια συνεκτική απάντηση ούτε αναφορικά με την στοχοποίηση του ιδίου από τους Amba Boys. Όπως σημείωσε στην εισηγητική του έκθεση ο λειτουργός, όταν ο αιτητής ρωτήθηκε γιατί ένιωθε κίνδυνο και αν του συνέβη κάτι, δήλωσε πως δεν του συνέβη τίποτα. Ακόμη, όπως παρατήρησε ο λειτουργός, ο αιτητής απάντησε πως κινδυνεύει επειδή ήταν πολύ κοντά στο θείο του, χωρίς όμως να μπορεί να εξηγήσει το φόβο του. Παρατήρησε ταυτόχρονα, ότι η δήλωση του αιτητή πως μετά το θάνατο του θείου του μετακινήθηκε στη Yaounde και εν τω μεταξύ δούλευε και απέφευγε να εκτίθεται κοινωνικά λόγω του φόβου του για τους Amba Boys, ήταν συγκεκριμένη και αναλυτική. Τέλος, ο αρμόδιος λειτουργός επεσήμανε τη ρητή δήλωση του αιτητή ότι δεν αντιμετώπισε κανένα αξιοσημείωτο πρόβλημα με τους Ambazonians κατά το διάστημα που έμεινε στον Kumba και στη Yaounde, όπως και τη μη συγκεκριμένη αναφορά του ότι έλαβε ένα τηλεφώνημα από φίλο του που ζούσε στην Kumba, ο οποίος τον προέτρεψε να φύγει από το Καμερούν και να έρθει στην Κύπρο επειδή οι Amba Boys τον αναζητούσαν σε όλη τη χώρα.

Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του τρίτου ουσιώδους ισχυρισμού, ο αρμόδιος λειτουργός προέβη σε έρευνα σε αξιόπιστες πηγές πληροφόρησης διαπιστώνοντας τη συνεχιζόμενη σύγκρουση που επικρατεί στις αγγλόφωνες περιοχές και τις επιπτώσεις αυτής. Ωστόσο, λόγω της εγγενούς υποκειμενικής φύσεως των ισχυρισμών του αιτητή, κατέληξε ότι δεν δύναται να διασταυρώσει αυτούς δια των εξωτερικών πηγών πληροφόρησης. Ως εκ τούτου, κατέληξε ότι η εσωτερική και εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού του αιτητή δεν είχαν στοιχειοθετηθεί και απέρριψε τον ισχυρισμό.   

Ενόψει των ανωτέρω ευρημάτων, λαμβανομένου υπόψη και του προφίλ του αιτητή, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι ο αιτητής δεν δικαιούται προσφυγικό καθεστώς, μιας και δεν τεκμηριώθηκε φόβος δίωξης συνδεόμενος με την εθνικότητα, τη φυλή, τη θρησκεία, την ιδιότητα μέλους σε συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα ή την πολιτική γνώμη όπως περιγράφεται στο άρθρο 1Α της Σύμβασης της Γενεύης του 1951, στο άρθρο 2(δ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ και στο άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου. Περαιτέρω, ο αρμόδιος λειτουργός κατέληξε ότι δεν δικαιολογείται αναγνώριση συμπληρωματικής προστασίας στο πρόσωπο του αιτητή, καθότι ο κίνδυνος που μπορεί να αντιμετωπίσει σε περίπτωση επιστροφής του δεν συνιστά πραγματικό κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης, ή βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας, δυνάμει του άρθρου 15, εδάφια (α) και (β), της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ (αντίστοιχο άρθρο 19(2), εδάφια (α) και (β), του περί Προσφύγων Νόμου). Επιπρόσθετα, η αρμόδια αρχή έκρινε πως ούτε και οι προϋποθέσεις για χορήγηση συμπληρωματικής προστασίας συντρέχουν δυνάμει του άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ (αντίστοιχο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου) και πως ο αιτητής δεν θα αντιμετωπίσει σοβαρή και προσωπική απειλή λόγω αδιάκριτης βίας, στον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής του αιτητή.

Ενόψει των πιο πάνω αναφερθέντων, θα προχωρήσω να εξετάσω την ορθότητα της προσβαλλόμενης απόφασης στη βάση του άρθρου 11 (3) (α) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (Ν. 73(I)/2018) και ενόψει τούτου να κρίνω αν ορθά το αρμόδιο όργανο απέρριψε το αίτημα του αιτητή.

Κατ’ αρχάς όσον αφορά τους ισχυρισμούς του αιτητή που έγιναν αποδεκτοί,  το παρόν Δικαστήριο θα προχωρήσει σε σχέση με τούτους στην αξιολόγηση του μελλοντικού κινδύνου που μπορεί να διατρέξει ο αιτητής με την επιστροφή του στη χώρα καταγωγής του και την τυχόν υπαγωγή του σε καθεστώς διεθνούς προστασίας. Ως έχει ειπωθεί στην απόφαση της αδελφής μου Δικαστής και Προέδρου του παρόντος Δικαστηρίου Μ. Παπαντωνίου, στην υπόθεση Αρ. 7397/21, Ν. D. v. Υπηρεσίας Ασύλου, ημερ. 09/05/2023, σε περίπτωση που ένας ισχυρισμός έχει κριθεί αποδεκτός, το Δικαστήριο δεν μπορεί να χειροτερεύσει την θέση του αιτούντος στη βάση της αρχής της απαγόρευσης της χειροτέρευσης της θέσης του διοικούμενου. Παραθέτω κατωτέρω σχετικό απόσπασμα το οποίο υιοθετώ στα πλαίσια εξέτασης της παρούσας υπόθεσης:

«…Δεδομένου ότι οι ισχυρισμοί της Αιτήτριας έχουν κριθεί αξιόπιστοι από την διοίκηση και έχει γίνει αποδεκτός ο ουσιώδης ισχυρισμός της ότι είναι θύμα σεξουαλικής βίας χωρίς υποστηρικτικό περιβάλλον στην χώρα της, τίθεται σε ισχύ η αρχή της απαγόρευσης της χειροτερεύσεως (reformation in peius), σύμφωνα με την οποία δεν μπορεί κατ' αρχήν το δικαστήριο να χειροτερεύσει τη θέση του προσφεύγοντος, εφόσον το δικαίωμα προσφυγής χορηγείται από τον νόμο για την προστασία του.  Η απαγόρευση αυτή απορρέει από την ίδια την έννοια και τον σκοπό της προσφυγής και ισχύει ακόμα και όταν δεν προβλέπεται ρητώς από τον νόμο (βλ. Π.Δ. Δαγτόγου, «Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο», έκτη έκδοση, Εκδόσεις Σάκκουλα, σελ. 638-639)  και το δικαστήριο δεν μπορεί να ακυρώσει ευνοϊκό τμήμα της πράξεως που δεν προσβάλλεται με την προσφυγή.   Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο θα εξετάσει την υπαγωγή της Αιτήτριας σε καθεστώς διεθνούς προστασίας σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου και της Σύμβασης της Γενεύης, στη βάση του ουσιώδους ισχυρισμού της που έγινε αποδεκτός από τους Καθ'ων η Αίτηση…»

Προχωρώντας με την εξέταση του τρίτου ουσιώδους ισχυρισμού του αιτητή και τα γεγονότα στα οποία έκανε αναφορά καθ’ όλη τη διαδικασία εξέτασης του αιτήματός του και τα οποία παρατέθηκαν λεπτομερώς ανωτέρω, παρατηρώ εκ προοιμίου ότι οι δηλώσεις του ήταν γενικές, αόριστες, χωρίς λεπτομέρειες και παρουσίαζαν αντιφάσεις, ώστε να πλήττεται καίρια η αξιοπιστία του.

Επί του κρίσιμου ρόλου της αξιοπιστίας των αιτητών ασύλου κατά την εξέταση του αιτήματός τους, παραπέμπω στην απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου (Αναθεωρητική Δικαιοδοσία) στην Υποθ. Αρ. 626/2010, JAFAR KALASH v. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ημερ. 08/10/2013, το σκεπτικό της οποίας υιοθετώ και δια της παρούσης: «΄Έχει νομολογηθεί ότι κρίση επί της αξιοπιστίας του αιτητή και έγκριση κωλύματος έγκρισης αίτησης για το λόγο αναξιοπιστίας ως προς τα προβαλλόμενα από τον αιτητή είναι επιτρεπτή (Amiri v. Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων κ.α. (2009) 3 Α.Α.Δ. 358).  Όπως ορθώς υποδεικνύει η συνήγορος των καθ΄ ων η αίτηση, ο βασικός λόγος για τον οποίο δεν έγινε δεκτό το αίτημα του αιτητή ήταν το γεγονός της μη απόδειξης της αληθοφάνειας των βασικών ισχυρισμών του και του κλονισμού της αξιοπιστίας του λόγω ουσιωδών αντιφάσεων, ελλείψεων και αδυναμιών όπως εντοπίστηκαν στις συνεντεύξεις. Αυτό είναι ένα εμπόδιο που ρητά αναγνωρίζεται ως κώλυμα στην έγκριση αιτήματος ασύλου, από τις πρόνοιες του ιδίου του Εγχειριδίου στο οποίο παραπέμπει τόσο ο αρμόδιος Λειτουργός στην εισήγησή του, όσο και η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων στην προσβαλλόμενη απόφασή της. Συγκεκριμένα το άρθρο 196 του Εγχειριδίου προβλέπει:

«Αλλά ακόμη και μια τόσο ανεξάρτητη έρευνα μπορεί να μην έχει πάντοτε επιτυχία και είναι μάλιστα ενδεχόμενο να υπάρχουν ισχυρισμοί ανεπίδεκτοι απόδειξης. Σε τέτοιες περιπτώσεις, αν η αφήγηση του αιτούντος φαίνεται αξιόπιστη, η περίπτωση του πρέπει, εκτός αν υπάρχουν σοβαροί λόγοι για το αντίθετο, να τύχει του ευεργετήματος της αμφιβολίας».

Και στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 197 του Εγχειριδίου:

«Η προϋπόθεση έτσι της τεκμηρίωσης δεν πρέπει να τηρείται με μεγάλη αυστηρότητα ενόψει της δυσχέρειας της απόδειξης που είναι εγγενής στην ειδική κατάσταση, στην οποία βρίσκεται ο αιτών το καθεστώς του πρόσφυγα.  Η ανοχή μιας τέτοιας πιθανής έλλειψης τεκμηρίωσης δεν σημαίνει πάντως ότι οι αθεμελίωτοι ισχυρισμοί πρέπει να εκλαμβάνονται κατ΄ ανάγκη ως αληθείς εάν είναι ανακόλουθοι προς τη συνολική αφήγηση του αιτούντος». 

Ο αιτητής κρίθηκε αναξιόπιστος επειδή ακριβώς δεν μπόρεσε να τεκμηριώσει τους ισχυρισμούς του κατά τη συνέντευξη:  δεν κατάφερε να τεκμηριώσει τους ισχυρισμούς του σε αναφορά με τη θέση του ότι θα συλληφθεί από τις Συριακές αρχές λόγω της συμμετοχής του σε διαδήλωση στην πόλη Qamishli.  Τα σημεία αναξιοπιστίας του διαπιστώθηκαν τόσο κατά την εξέταση από το αρμόδιο Λειτουργό Ασύλου στη συνέντευξη ημερ. 3.3.2009, όσο και κατά τη δευτεροβάθμια εξέταση του αιτήματος με αποτέλεσμα να πλήττουν σοβαρά την αξιοπιστία του αιτητή στον πυρήνα του αιτήματός του  και δικαιολογημένα εγείρει κώλυμα έγκρισης της αίτησης (Mohammad Amiri v. Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων κ.α. (2009) 3 Α.Α.Δ. 358).»

Ειδικά δε ως προς την αξιοπιστία του αιτητή σχετικά με τον απορριφθέντα ισχυρισμό του από την αρμόδια αρχή περί του ότι οι Ambazonians σκότωσαν το θείο του και γι’ αυτό το λόγο ψάχνουν και τον ίδιο, λόγω δηλαδή της στενής επαφής που είχε με το θείο του, παρατηρώ ότι οι δηλώσεις του αιτητή ήταν γενικόλογες και αόριστες∙ εστίαζαν στη γενική κατάσταση που επικρατεί στις αγγλόφωνες περιοχές του Καμερούν και πως επηρεάζεται η καθημερινότητα των κατοίκων των εκεί περιοχών. Οι παρατηρήσεις του αρμόδιου λειτουργού ως προς την γενικότητα με την οποία ο αιτητής απάντησε σε σχέση με την δολοφονία του θείου του αλλά και την στοχοποίησή του ιδίου από τους Ambazonians, με βρίσκει σύμφωνη. Ειδικότερα, ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να δηλώσει με βεβαιότητα και λεπτομέρειες ποιος σκότωσε το θείο του, γιατί οι Amba Boys στοχοποίησαν τον θείο του και γιατί ο ίδιος πίστευε ότι κινδύνευε από τους Ambazonians. Οι ισχυρισμοί του αιτητή στηρίζονταν αποκλειστικά σε γενικόλογες και μη επαρκείς πληροφορίες, στερούμενες βιωματικού στοιχείου και εμπειριών. Ερωτηθείς ο Αιτητής να δώσει περισσότερες πληροφορίες αναφορικά με τον κίνδυνο που αντιμετώπιζε, ανέφερε ότι αυτός φοβόταν να εκτεθεί κοινωνικά φοβούμενος μήπως τον ανακαλύψουν και αποφάσισε να φύγει μετά από ένα τηλεφώνημα κάποιου φίλου του που του έλεγε ότι αναζητείτο από τους Ambazonians. Στα όσα ορθώς κατέγραψε ο αρμόδιος λειτουργός στην εισηγητική του έκθεση θα πρόσθετα και την αντίφαση στις δηλώσεις του αιτητή ως προς τον χώρο στον οποίο βρισκόταν κατά το χρόνο δολοφονίας του θείου του. Συγκεκριμένα, ενώ αρχικά δήλωσε πως βρισκόταν έξω ψάχνοντας για εργασία σε επόμενη ερώτηση του λειτουργού δήλωσε ότι εργαζόταν τη στιγμή που κάποιος φίλος του ήρθε να τον ενημερώσει για το περιστατικό. Επομένως, ορθώς θεωρώ κρίθηκε ότι τα όσα προβλήθηκαν στη συνέντευξη του αιτητή, ως ανωτέρω καταγράφονται, έθεταν εν αμφιβόλω την αξιοπιστία των λεγόμενων του αναφορικά με τον συγκεκριμένο ισχυρισμό.

 

Σχετικά με την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, σύμφωνα με πηγές πληροφόρησης, θα συμφωνήσω με τους καθ’ ων η αιτηση ότι πέραν της γενικής κατάστασης που επικρατούσε και είχε άλλωστε γίνει αποδεκτή στα πλαίσια εξέτασης του δεύτερου ουσιώδους ισχυρισμού, ο ισχυρισμός του αιτητή δεν μπορούσε να διασταυρωθεί μέσα από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης λόγω της υποκειμενικής φύσεως αυτού. Συνεπώς αυτό, ουδόλως διαφοροποιεί την κατάληξη μου περί της μη αξιοπιστίας του αιτητή, καθότι τα όσα αφηγήθηκε και ισχυρίστηκε κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του δεν εμπεριέχουν βιωματικό στοιχείο, τουναντίον, αποτελούν γενικόλογους ισχυρισμούς.

 

Ενόψει των ανωτέρω, ορθώς θεωρώ κρίθηκε από τους καθ' ων η αίτηση ότι, τα όσα προβλήθηκαν στη συνέντευξη του αιτητή, ως ανωτέρω καταγράφονται, έθεταν εύλογα εν αμφιβόλω την αξιοπιστία των λεγομένων του αναφορικά με τα όσα ισχυρίστηκε καθότι δεν ήταν σε θέση να παρέχει ικανοποιητικές και συγκεκριμένες πληροφορίες σχετικά με τη δολοφονία του θείου του και τη στοχοποίηση του ιδίου από τους Ambazonians. Κατά συνέπεια, ο εν λόγω ισχυρισμός του αιτητή δεν μπορεί να γίνει δεκτός.

Υπό το φως των πραγματικών περιστατικών της υπό κρίση υπόθεσης που έγιναν αποδεκτά, κρίνεται ότι ορθώς οι καθ’ ων η αίτηση διαπίστωσαν, σύμφωνα και με τα πιο πάνω, ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για την αναγνώριση του αιτητή ως πρόσφυγα, καθώς όπως προκύπτει από το πιο πάνω ιστορικό, ο αιτητής δεν τεκμηρίωσε κατά τρόπο κανένα απολύτως ισχυρισμό ο οποίος στοιχειοθετεί βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης, που να εμπίπτει στις προϋποθέσεις αναγνώρισης του καθεστώτος του πρόσφυγα στο πρόσωπό του, έτσι όπως η έννοια του πρόσφυγα ερμηνεύεται στην Σύμβαση της Γενεύης του 1951 και από τον περί Προσφύγων Νόμο, καθότι ο αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας, ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων σύμφωνα με το άρθρο 3 του Περί Προσφύγων Νόμου.

Συνακόλουθα, ο αιτητής δεν τεκμηρίωσε κανένα ουσιώδη λόγο που να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη, για να του δοθεί συμπληρωματική προστασία για τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 19 του Περί προσφύγων Νόμου. Ειδικότερα, δεν επικαλέστηκε πραγματικό κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης, ή βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας στην χώρα καταγωγής του, δυνάμει του άρθρου 19(2), εδάφια (α) και (β), του περί Προσφύγων Νόμου.

Πρόσθετα, προκειμένου να διαπιστωθεί εάν συντρέχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του ο αιτητής θα αντιμετωπίσει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, ως οι διατάξεις του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, θα πρέπει το Δικαστήριο να διαπιστώσει αν στην περιοχή καταγωγής του αιτητή υφίσταται 1) ένοπλη σύρραξη και εάν και εφόσον υφίσταται τότε 2) να διαπιστώσει αν στην εν λόγω περιοχή υπάρχει αδιάκριτη άσκηση βίας σε βαθμό τόσο υψηλό ώστε ο αιτητής να διατρέχει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη ως άμαχος πολίτης. Παράλληλα το Δικαστήριο θα πρέπει να εξετάσει τυχόν ειδικό κίνδυνο που διατρέχει ο αιτητής από την ατομική του κατάσταση και τυχόν προσωπικές περιστάσεις σε συνδυασμό με τις συνθήκες αδιάκριτης άσκησης βίας (σε μικρότερο βαθμό), σύμφωνα με την αναπροσαρμοσμένη κλίμακα που καθορίστηκε στην απόφαση Elgafaji[1] του ΔΕΕ. Σύμφωνα με το Εγχειρίδιο του ΕΑΣΟ – Δικαστική Ανάλυση, σχετικά με την ανάλυση του άρθρου 15 (γ) της οδηγίας 2011/95/ΕΕ «Βάσει του άρθρου 15 στοιχείο γ), ένα πρόσωπο που διατρέχει γενικό κίνδυνο δεν αποκλείεται να διατρέχει και ειδικό κίνδυνο, και το αντίστροφο. Πράγματι, το ΔΕΕ διατύπωσε την έννοια της αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας, σύμφωνα με την οποία: «όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας (Elgafaji, σκέψη 39· Diakité, σκέψη 31). Το αντίστροφο ισχύει επίσης: κατ’ εξαίρεση, ο βαθμός βίας μπορεί να είναι τόσο υψηλός ώστε ένας άμαχος να διατρέχει πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή βλάβη απλώς και μόνο λόγω της παρουσίας του στο έδαφος της επηρεαζόμενης χώρας ή περιοχής (σκέψη 43). Το ΔΕΕ έκρινε ότι η ερμηνεία αυτή δεν αντέβαινε στην [τότε] αιτιολογική σκέψη 26 της οδηγίας, καθώς το γράμμα αυτής προβλέπει το ενδεχόμενο μιας τέτοιας εξαιρετικής κατάστασης (59)…»[2]

Επομένως, εξετάζοντας την πρώτη προϋπόθεση του άρθρου 15 (γ) του κατά πόσον υφίσταται ένοπλη σύρραξη στο Καμερούν και την κατάσταση ασφαλείας στην περιοχή, αξίζει να αναφερθούν τα κατωτέρω.

Το Καμερούν είναι πλειοψηφικά μια γαλλόφωνη χώρα και οι βορειοδυτικές και νοτιοδυτικές περιοχές του, αποτελούνται από Αγγλόφωνους, οι οποίοι διαμαρτύρονται ότι η Κυβέρνηση σκόπιμα τους έχει απομονώσει και  περιθωριοποιήσει.[3] Οι Αγγλόφωνοι συγκεντρώνονται κυρίως σε δύο δυτικές περιοχές, τη Βορειοδυτική και τη Νοτιοδυτική Περιφέρεια, όπου μετά το τέλος της αποικιακής περιόδου στην Αφρική ενσωματώθηκαν στο γαλλόφωνο κράτος πριν από πολλές δεκαετίες.[4]

Ο Αγγλόφωνος πληθυσμός ξεκίνησε ως ένα κίνημα διαμαρτυρίας το 2016 με αιτήματα για πλήρη ανεξαρτησία από τον γαλλόφωνο πληθυσμό αλλά παρ’ όλα αυτά εκφυλίστηκε σε συγκρούσεις με την Κυβέρνηση, μετά την καταστολή των διαδηλώσεων από αυτήν. Από αυτές τις συγκρούσεις, έχουν σκοτωθεί έκτοτε χιλιάδες άτομα – 3000 σε αριθμό - πάνω από 900000 άτομα εγκατέλειψαν τις οικίες τους, και περίπου 800000 παιδιά παρέμειναν εκτός σχολείου. Ο στρατός έχει κατηγορηθεί για εκτεταμένες παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων και σε μικρότερο βαθμό, παρόμοια ευθύνη φέρουν και οι διάφορες αυτονομιστικές δυνάμεις των Αγγλόφωνων που αγωνίζονται για μια ανεξάρτητη «Αμπαζόνια».[5]

Σύμφωνα με έκθεση του Human Rights Watch «Ένοπλες ομάδες και κυβερνητικές δυνάμεις έχουν διαπράξει παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένων μαζικών δολοφονιών, στις αγγλόφωνες περιοχές του Καμερούν και στην περιοχή του Άπω Βορρά… Οι αυτονομιστές, που έχουν επιβάλει βίαια μποϊκοτάζ στην εκπαίδευση από το 2017, συνέχισαν [κατά το 2021] να επιτίθενται σε φοιτητές και επαγγελματίες της εκπαίδευσης. Ανταποκρινόμενες στην ένοπλη σύγκρουση, οι κυβερνητικές δυνάμεις είναι επίσης υπεύθυνες για παραβιάσεις του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου και του δικαίου των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένων των παράνομων δολοφονιών και των αυθαίρετων συλλήψεων»[6].

Το 2022, ένοπλες ομάδες και κυβερνητικές δυνάμεις συνέχισαν τη διάπραξη παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένων παράνομων δολοφονιών, στις αγγλόφωνες περιοχές του Καμερούν και στην περιοχή του Άπω Βορρά. Συνεχίζοντας η κρίση για έκτη συναπτή χρονιά, τον Αύγουστο του 2022 μετατοπίστηκαν εσωτερικά της χώρας 598.000 άνθρωποι και τουλάχιστον δύο εκατομμύρια χρειάστηκαν ανθρωπιστική βοήθεια. Οι αυτονομιστές μαχητές συνέχισαν να σκοτώνουν, να βασανίζουν, να επιτίθενται και να απαγάγουν αμάχους. Συνέχισαν επίσης τις επιθέσεις τους κατά των μαθητών, των δασκάλων και της εκπαίδευσης, στερώντας από χιλιάδες μαθητές το δικαίωμα στην εκπαίδευση. Οι δυνάμεις ασφαλείας απάντησαν στις αυτονομιστικές επιθέσεις, στοχεύοντας συχνά αμάχους σε όλες τις αγγλόφωνες περιοχές.[7]

Βάσει του portal RULAC (Rule of Law in Armed Conflict), το Καμερούν εμπλέκεται σε μια μη διεθνή ένοπλη σύγκρουση (NIAC) κατά της Μπόκο Χαράμ στον Άπω Βορρά (Far North). Στις βορειοδυτικές και νοτιοδυτικές περιοχές (Northwest and Southwest regions), μια σειρά από αγγλόφωνες αυτονομιστικές ομάδες μάχονται εναντίον της κυβέρνησης για την ανεξαρτησία της περιοχής.[8]

Οι δείκτες του ACAPS όσον αφορά το επίπεδο σοβαρότητας της κατάστασης που συνδέονται με την Αγγλόφωνη Κρίση στο Καμερούν (τελευταία ενημέρωση 28/03/2024) την κατατάσσουν σε υψηλά επίπεδα.[9]  Σε ενημερωτικό σημείωμα του ACLED στο οποίο συνοψίζονται τα περιστατικά ασφαλείας που καταγράφηκαν κατά το έτος 2023 στο Καμερούν, αναφέρεται πως κατά το έτος 2023 καταγράφηκαν 1402 περιστατικά ασφαλείας  από τα οποία προέκυψαν 1072 απώλειες σε αμάχους[10]. Σύμφωνα με την ανωτέρω έκθεση η περισσότερο προσβεβλημένη σε βία περιφέρεια/επαρχία ήταν η Extrême-Nord στην οποία καταγράφηκαν 954 περιστατικά ασφαλείας, ακολούθησαν οι αγγλόφωνες περιοχές με το Βορειοδυτικό τμήμα (Nord-Ouest) να καταγράφει 189 περιστατικά ασφαλείας και το Νοτιοδυτικό τμήμα 115 περιστατικά ανασφάλειας[11]. Πρόσφατη έκθεση του Human Rights Watch αναφέρει πως οι συγκρούσεις μεταξύ των ενόπλων ομάδων και των δυνάμεων ασφαλείας της χώρας συνεχίστηκαν στο Αγγλόφωνο τμήμα και στις βόρειες  περιοχές (Άπω Βορρά- Far North) οδηγώντας σε εκτοπισμό, δολοφονίες, απαγωγές και επιδρομές σε χωριά, με αυτά τα περιστατικά να καταγράφουν αύξηση το δεύτερο εξάμηνο του 2023[12].

Σύμφωνα με το International Crisis Group κατά τον Μάρτιο του 2024 καταγράφηκε σε μικρό βαθμό βία στις αγγλόφωνες περιοχές, μια σχετική μείωση των περιστατικών ασφαλείας στην περιοχή του Άπω Βορρά και αύξηση των πολιτικών εντάσεων στο γαλλόφωνο τμήμα λόγω των επερχόμενων προεδρικών εκλογών το 2025[13].

Επομένως στην βάση των πιο πάνω διαπιστώνεται ότι υφίσταται εσωτερική ένοπλη σύρραξη στο Καμερούν, η πρώτη και αναγκαία προϋπόθεση για την εφαρμογή του άρθρου 15 στοιχείο γ) της οδηγίας 2011/95/ΕΕ. Παράλληλα όμως θα πρέπει να υφίσταται και αδιάκριτη βία σε τέτοιο υψηλό βαθμό – όρος που σημαίνει ότι μπορεί να επεκταθεί σε άτομα ανεξαρτήτων των προσωπικών τους περιστάσεων, ως ένας γενικότερος κίνδυνος βλάβης κατά αμάχου – που η απλή παρουσία αμάχου στην περιοχή θα συνιστά πραγματικό κίνδυνο να υποστεί ουσιώδη βλάβη. Στη σκέψη 30 της απόφασης Diakité, το ΔΕΕ επισήμανε τα εξής: «Επιπλέον, επιβάλλεται η υπόμνηση ότι η ύπαρξη εσωτερικής ένοπλης συρράξεως μπορεί να συνεπάγεται την παροχή της επικουρικής προστασίας μόνο στο μέτρο που οι συγκρούσεις μεταξύ των τακτικών δυνάμεων ενός κράτους και ενός ή περισσοτέρων ενόπλων ομάδων ή μεταξύ δύο ή περισσοτέρων ενόπλων ομάδων θεωρούνται κατ’ εξαίρεση ότι συνεπάγονται σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας του αιτούντος την επικουρική προστασία, υπό την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γ), της οδηγίας 2004/83, διότι ο βαθμός της αδιάκριτης ασκήσεως βίας που τις χαρακτηρίζει είναι τόσο μεγάλος ώστε υπάρχουν σοβαροί και βάσιμοι λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή, θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να υποστεί την εν λόγω απειλή (βλέπε, υπό την έννοια αυτή, Elgafaji, σκέψη 43)».[14]

Στη σκέψη 35 της απόφασης Elgafaji, το Δικαστήριο ανάφερε το εξής: «Στο πλαίσιο αυτό, ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ’, της οδηγίας».[15].

Ενόψει των πιο πάνω αναφερθέντων, το Δικαστήριο ανέτρεξε σε πρόσφατες έγκυρες πηγές πληροφόρησης για τη χώρα καταγωγής του αιτητή, προς εξέταση της κατάστασης που επικρατεί σε αυτήν όσον αφορά την κεντρική περιοχή της χώρας, όπου ανήκει γεωγραφικά η Yaounde, η οποία θεωρείται το μέρος  συνήθους διαμονής του αιτητή, για να διαπιστώσει κατά πόσον υφίσταται σε τέτοιο υψηλό βαθμό αδιάκριτη βία.

Όσον αφορά την Κεντρική περιοχή (Centre Region) του Καμερούν, εντός της οποίας βρίσκεται η Yaoundé, από δεδομένα που προκύπτουν από το Έργο Δεδομένων Τοποθεσίας & Συμβάντων ένοπλων συγκρούσεων (ACLED), κατά τους τελευταίους 6 μήνες του 2023 καταγράφηκαν συνολικά στην εν λόγω περιοχή 12 περιστατικά και 5 ανθρώπινες απώλειες, εκ των οποίων 1 αφορούσε μάχη (με 1 ανθρώπινη απώλεια), 5 περιστατικά αφορούσαν βία εναντίον πολιτών (με 3 ανθρώπινες απώλειες), 4 αφορούσαν ταραχές (με 1 ανθρώπινη απώλεια), 2 αφορούσαν διαμαρτυρίες (με καμία ανθρώπινη απώλεια) ενώ δεν σημειώθηκε κανένα περιστατικό έκρηξης/περιστατικό απομακρυσμένης βίας.[16] Αναφορικά με την κεντρική περιοχή στην οποία υπάγεται η Yaounde το ως άνω ενημερωτικό σημείωμα του ACLED επί του συνολικού αριθμού των περιστατικών ασφαλείας κατά το έτος 2023, αναφέρει πως στο κεντρικό τμήμα καταγράφηκαν κατά το έτος 2023, 40 περιστατικά ασφαλείας από τα οποία προέκυψαν 18 απώλειες. Οι περιοχές που επηρεάστηκαν περισσότερο ήταν οι Bafia, Eseka, Leboudi I, Ngobo, Obala, Yaounde[17]. Ειδικότερα, στην πόλη Υaounde  μεταξύ 12.04.2023 και 12.04.2024 καταγράφηκαν από τη βάση δεδομένων ACLED 18 περιστατικά ασφαλείας εκ των οποίων προέκυψαν 12 απώλειες, 1 εξ αυτών καταγράφηκε ως μάχη, 10 ως ταραχές, 7 ως βία κατά αμάχων[18].  Το πιο πρόσφατο περιστατικό ασφαλείας που καταγράφηκε στην ανωτέρω βάση  έλαβε χώρα στις 04/12/2023 και αφορά βία όχλου, όταν νέοι σε διαπληκτισμό με στρατιώτη τον μαχαίρωσαν και τον σκότωσαν[19] .

Ο πληθυσμός της Yaoundé υπολογίστηκε ότι ανήλθε το 2023 στους 4.509.287 κατοίκους.[20]

Ως εκ τούτου, η σύγκρουση στο Καμερούν δεν έχει φτάσει σε σημείο που να στοχοποιούνται αδιακρίτως άμαχοι μόνο και μόνο λόγω της παρουσίας τους στην συγκεκριμένη περιοχή και συγκεκριμένα στην κεντρική περιοχή της χώρας όπου ευρίσκεται η Yaoundé. Λαμβάνοντας υπόψη την απουσία προσωπικών υποκειμενικών εξατομικευμένων στοιχείων στο προφίλ του αιτητή, η εξέταση του φόβου επιστροφής γίνεται στη βάση της κατάστασης ασφαλείας της περιοχής όπου αναμένεται να επιστρέψει. Λαμβάνοντας υπόψη τα προαναφερθέντα δεδομένα καθώς και τους προαναφερθέντες αριθμούς όσον αφορά την κατάσταση ασφαλείας στην Yaoundé συνάγεται εύλογα και με ασφάλεια το συμπέρασμα ότι η φύση και η έκταση της κρίσης μαζί με το ατομικό προφίλ του αιτητή δεν συνιστούν την ύπαρξη ουσιωδών λόγων να πιστεύεται ότι θα κινδυνεύσει ως άμαχος πολίτης, σε περίπτωση επιστροφής στην περιοχή του, η κατάσταση της οποίας δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως κατάσταση αδιάκριτης βίας, κατά την έννοια του άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ.

Επιπρόσθετα, η πιο πάνω αναφορά περί του ότι στην κεντρική περιοχή του Καμερούν δεν υπάρχει πραγματικός κίνδυνος να θιγεί προσωπικά άμαχος κατά την έννοια του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας επιβεβαιώνεται και από άλλες αξιόπιστες πηγές.

Κατ’ αρχήν, αξίζει να σημειωθεί ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση και ο Διεθνής Οργανισμός Μετανάστευσης (International Organization for Migration- IOM) έχουν θέσει σε εφαρμογή ένα κοινό πρόγραμμα το οποίο διευκολύνει την εθελούσια επιστροφή Καμερουνέζων πολιτών στη χώρα καταγωγής τους, καθώς επίσης παρέχει υποστήριξη στους επιστραφέντες με στόχο την ομαλή επανένταξή τους στη ζωή του Καμερούν (επαγγελματικός προσανατολισμός, πρακτική εκπαίδευση, εκθέσεις ενημέρωσης για επαγγελματικά θέματα και θέσεις εργασίας, συνεδρίες συμβουλευτικής).[21] Βασικοί μέτοχοι στο πρόγραμμα εντός του Καμερούν είναι το Υπουργείο Εξωτερικών Σχέσεων (Ministry of External Relations), η Γενική Διεύθυνση Εθνικής Ασφάλειας (General Direction for National Security), το Υπουργείο Δημόσιας Υγείας (Ministry of Public Health), το Υπουργείο Κοινωνικών Θεμάτων (Ministry of Social Affairs), το Υπουργείο Νεότητας και Πολιτικής Αγωγής (Ministry of Youth and Civic Education), καθώς και η Διεύθυνση Πολιτικής Προστασίας (Direction of Civil Protection) του Υπουργείου Εδαφικής Διοίκησης (Ministry of Territorial Administration).[22] Σύμφωνα με τα στοιχεία που έχει δημοσιεύσει ο IOM από τον Ιούνιο του 2017 έως το 2021 έλαβαν βοήθεια κατά την εθελούσια επιστροφή τους και τη διαδικασία επανένταξής τους 5.450 Καμερουνέζοι πολίτες.[23]

Βάσει των ανωτέρω πληροφορίων περί εμπλοκής του ΙΟΜ στην διαδικασία εθελούσιας επιστροφής και του μεγάλου αριθμού των Καμερουνέζων που έχουν ωφεληθεί από το πρόγραμμα, προκύπτει ότι σε ένα γενικό πλαίσιο η επιστροφή στο Καμερούν δεν είναι αδύνατη και αφ’ εαυτής επικίνδυνη για ένα άμαχο πολίτη να επιστρέψει στη χώρα.

Η πόλη Yaounde, που ανήκει γεωγραφικά στην κεντρική περιοχή του Καμερούν, στην οποία συνήθιζε ο αιτητής να διαμένει πριν εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του και την οποία το Δικαστήριο θεωρεί ως την περιοχή διαμονής του βάσει της αξιολόγησης της αξιοπιστίας των ισχυρισμών του αιτητή ως παρατέθηκε ανωτέρω, δεν φαίνεται να πλήττεται σε τέτοιο βαθμό από συγκρούσεις και περιστατικά βίας, τα οποία να ανάγονται σε τόσο υψηλό επίπεδο, ώστε να θεωρούνται, βάσει και της αξιολόγησης της αξιοπιστίας των ισχυρισμών του Αιτητή και τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά που έγιναν αποδεκτά, ως παρατέθηκε ανωτέρω, ότι πληρούν το όριο του άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, ως αυτό ερμηνεύθηκε από τις αποφάσεις C-465/07 - Elgafaji και C‑285/12 - Diakité του ΔΕΕ, ως αναφέρθηκαν ανωτέρω. Λαμβάνοντας υπόψη και τις ιδιαίτερες του περιστάσεις, θεωρώ ότι δεν εγείρονται ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι ο αιτητής θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του και συγκεκριμένα στη Yaounde.

Όπως προκύπτει από το πιο πάνω ιστορικό και τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά που έγιναν αποδεκτά, κρίνεται ότι η περίπτωση του αιτητή δεν εμπίπτει στις προϋποθέσεις αναγνώρισης του καθεστώτος του πρόσφυγα ως ορίζονται στα άρθρα 3-3Δ του Περί Προσφύγων Νόμου, εφόσον ο αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο δίωξης για κάποιο από τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 3(1) του πιο πάνω Νόμου. Συνακόλουθα, ο αιτητής  δεν επικαλέστηκε κανένα ουσιώδη λόγο που να πιστεύεται, και ούτε προκύπτει (ως αναλύθηκε ανωτέρω), ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη, ώστε να του δοθεί συμπληρωματική προστασία. Επομένως, κρίνω ότι ορθώς κρίθηκε από την Υπηρεσία Ασύλου ότι δεν μπορούσε να του παρασχεθεί ούτε προσφυγικό καθεστώς αλλά ούτε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.

Με βάση το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου και αφού εξέτασα την ουσία της υπό αναφορά υπόθεσης, καταλήγω ότι το αίτημα του αιτητή εξετάστηκε επιμελώς σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και εύλογα η Υπηρεσία Ασύλου απέρριψε την αίτηση του αιτητή.  Κρίνω ότι η επίδικη πράξη είναι ορθή.

Η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με € 1000 έξοδα υπέρ των καθ' ων η αίτηση και εναντίον του αιτητή.

                                                                          

                                                                                Χ. ΠΛΑΣΤΗΡΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 



[1] ΔΕΕ, C-465/07, Meki Elgafali και Noor Elgafali κατά Staatssecretaris van Justitie, ημερομηνίας 17/2/2009, διαθέσιμη σε

 https://eur-lex.europa.eu/legal-content/EL/TXT/HTML/?uri=CELEX:62007CJ0465&from=EN (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 06/12/2023).

[2] EASO, (EUAA, European Union Agency for Asylum), Άρθρο 15 στοιχείο γ) της οδηγίας για τις ελάχιστες απαιτήσεις ασύλου (2011/95/ΕΕ), Δικαστική Ανάλυση (2014), σελ. 28, διαθέσιμο σε https://euaa.europa.eu/sites/default/files/Article-15c-QD_a-judicial-analysis-EL.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 06/12/2023).

[3] R. Maxwell Bone, ‘Ahead of peace talks, a who’s who of Cameroon’s separatist movements’, in The New Humanitarian, 08/07/2020, διαθέσιμο σε https://www.thenewhumanitarian.org/analysis/2020/07/08/Cameroon-Ambazonia-conflict-peace-whos-who (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 19/04/2024).

[4] AFP, ‘Cameroon Anglophone separatist leader get life sentence: Lawyers’, 20/08/2019, in Al Jazeera, διαθέσιμο σε https://www.aljazeera.com/news/2019/8/20/cameroon-anglophone-separatist-leader-gets-life-sentence-lawyers ((ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 19/04/2024).).

[5] R. Maxwell Bone, ‘Ahead of peace talks, a who’s who of Cameroon’s separatist movements’, in The New Humanitarian, 08/07/2020, διαθέσιμο σε https://www.thenewhumanitarian.org/analysis/2020/07/08/Cameroon-Ambazonia-conflict-peace-whos-who, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 19/04/2024).

[6] Human Rights Watch, ‘Cameroon - Events of 2021’, World Report 2022, n.d., διαθέσιμο σε https://www.hrw.org/world-report/2022/country-chapters/cameroon (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 19/04/2024).

[7] Human Rights Watch, ‘Cameroon - Events of 2022’, World Report 2023, n.d., διαθέσιμο σε https://www.hrw.org/world-report/2023/country-chapters/cameroon#:~:text=Government%20forces%20subjected%20Cameroonian%20asylum,thus%20impeding%20freedom%20of%20movement%2C ((ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 19/04/2024).

[8] RULAC (Geneva Academy), ‘Cameroon’, last updated 21/01/2021, διαθέσιμο σε https://www.rulac.org/browse/countries/cameroon  (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 19/04/2024).

[9] Assessment Capacities Project/ACAPS, ‘Cameroon, Current Crises in Cameroon’, CMR003 – Anglophone Crisis, last updated 28/03/2024, διαθέσιμο σε https://www.acaps.org/country/cameroon/crisis/anglophone-crisis (

(ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 19/04/2024).

 

[10] ACCORD – Austrian Centre for Country of Origin and Asylum Research and Documentation (Author): Cameroon, year 2023: Update on incidents according to the Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED), 8 April 2024
https://www.ecoi.net/en/file/local/2107093/2023yCameroon_en.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 19/04/2024).

 

[11] ACCORD – Austrian Centre for Country of Origin and Asylum Research and Documentation (Author): Cameroon, year 2023: Update on incidents according to the Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED), 8 April 2024
https://www.ecoi.net/en/file/local/2107093/2023yCameroon_en.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 19/04/2024).

 

[12] HRW – Human Rights Watch (Author): World Report 2024 - Cameroon, 11 January 2024
https://www.ecoi.net/en/document/2103168.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 19/04/2024).

 

[13] International Crisis Group, Cameroon, March 2024, https://www.crisisgroup.org/crisiswatch/database?location%5b%5d=4 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 19/04/2024).

[14] ΔΕΕ, C-285/12, Aboubacar Diakité ν. Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides ,ημερομηνίας 30/01/2014,  διαθέσιμη σε https://curia.europa.eu/juris/document/document.jsf;jsessionid=EE88B568A1B6F9256073AA14860957BE?text=&docid=147061&pageIndex=0&doclang=EL&mode=lst&dir=&occ=first&part=1&cid=2520886 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 19/04/2024).

[15] ΔΕΕ, C-465/07, Meki Elgafali και Noor Elgafali κατά Staatssecretaris van Justitie, ημερομηνίας 17/2/2009

[16] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, 2023, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard (βλ. πλατφόρμα Dashboard, με στοιχεία ανάλυσης ως εξής: ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: 12/04/2023 – 12/04/2024, ΤΥΠΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests, ΠΕΡΙΟΧΗ: Middle Africa - Cameroon - Centre) (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 19/04/2024).

[17] ACCORD – Austrian Centre for Country of Origin and Asylum Research and Documentation (Author): Cameroon, year 2023: Update on incidents according to the Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED), 8 April 2024
https://www.ecoi.net/en/file/local/2107093/2023yCameroon_en.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 19/04/2024).

[18] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, 2023, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard (βλ. πλατφόρμα Dashboard, με στοιχεία ανάλυσης ως εξής: ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: 12/04/2023 – 12/04/2024, ΤΥΠΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests, ΠΕΡΙΟΧΗ: Middle Africa - Cameroon - Centre) (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 19/04/2024).

[19] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, 2023, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard (βλ. πλατφόρμα Dashboard, με στοιχεία ανάλυσης ως εξής: ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: 12/04/2023 – 12/04/2024, ΤΥΠΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests, ΠΕΡΙΟΧΗ: Middle Africa - Cameroon - Centre) (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 19/04/2024).

[20] World Population Review, ‘Yaounde Population 2023’, n.d., διαθέσιμο σε https://worldpopulationreview.com/world-cities/yaounde-population(ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 19/04/2024).

[21] ΙΟΜ, ‘Areas of Work, Reintegration’, n.d., διαθέσιμο σε https://www.migrationjointinitiative.org/reintegration (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 19/04/2024).

[22] ΙΟΜ, ‘Reintegration for Migrants Returning to Cameroon’, Info sheet, n.d., διαθέσιμο σε https://www.migrationjointinitiative.org/sites/g/files/tmzbdl261/files/files/pdf/eutf-infosheet-cameroun-en-spreads_0.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 19/04/2024).

[23] ΙΟΜ, ‘Migrant Return and Reintegration: Complex, Challenging, Crucial’, n.d.,  διαθέσιμο σε https://storyteller.iom.int/stories/migrant-return-and-reintegration-complex-challenging-crucial (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 19/04/2024).


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο