ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

                                                                                   Υπόθεση αρ.Τ 587/24

 

28 Μαΐου 2024

 

[Α. ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

Μ. G. M.

                                                                                                                        Αιτητής

Και

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου

                                                                                                                        Καθ’ ων η αίτηση

 

Κκ Αλ Τάχερ, Μπενέτης και Συνεργάτες ΔΕΠΕ, Δικηγόροι για τον αιτητή

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με την προσφυγή ο αιτητής, αιτείται την ακύρωση της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, ημ.12/04/24, η οποία κοινοποιήθηκε σ’ αυτόν με επιστολή ίδιας ημερομηνίας, δια της οποίας απορρίφθηκε η μεταγενέστερη αίτησή διεθνούς προστασίας που υπέβαλε, ως άκυρης, παράνομης και στερούμενης νομικού αποτελέσματος.

Ως εκτίθεται στο Υπόμνημα που καταχωρήθηκε από τους καθ’ ων η αίτηση και προκύπτει από το περιεχόμενο του σχετικού Διοικητικού Φάκελου που κατατέθηκε στα πλαίσια της παρούσας, ο αιτητής κατάγεται από το Μπαγκλαντές, εισήλθε στις ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές παρατύπως, μέσω κατεχομένων, στις 20/10/19 και υπέβαλε 1η αίτηση για παροχή διεθνούς προστασίας στις 25/10/19 (ερ.1-3, 22).

Στις 28/03/21 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη στον αιτητή από αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου προς εξέταση του αιτήματός του για διεθνή προστασία όπου δόθηκε η ευκαιρία στον αιτητή, μέσα από σχετικές ερωτήσεις, μεταξύ άλλων, να εκθέσει τους λόγους στους οποίους στηρίζει το αίτημα του (ερ.15-22). Μετά το πέρας της συνέντευξης, ετοιμάστηκε σχετική Έκθεση-Εισήγηση, στις 22/04/21, απορρίφθηκε η αίτηση για διεθνή προστασία (ερ.24-26).

Ακολούθως ετοιμάστηκε σχετική επιστολή ενημέρωσης του αιτητή για την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία του επιδόθηκε διά χειρός στις 07/06/21 και μεταφράστηκε στη μητρική του γλώσσα κατά τη λήψη (ερ.30-31).

Κατά της ως άνω απόφασης ο αιτητής καταχώρησε στο Δικαστήριο την προσφυγή αρ.4132/21, η οποία και απορρίφθηκε (ερ.32-44)

Στις 24/11/22 ο αιτητής υπέβαλε μεταγενέστερη αίτηση διεθνούς προστασίας η οποία και απορρίφθηκε στις 11/08/23 ως απαράδεκτη στη βάση του αρ.16 (Δ) του περί Προσφύγων Νόμου (ερ.47-51, 57-60). Ακολούθως ετοιμάστηκε επιστολή ενημέρωσης του αιτητή για την απόφαση της Υπηρεσίας, η οποία στάλθηκε ταχυδρομικώς στις 20/09/23 (ερ.62-66).

Στις 12/04/24 ο αιτητής υπέβαλε την επίδικη μεταγενέστερη αίτηση διεθνούς προστασίας η οποία και απορρίφθηκε αυθημερόν ως απαράδεκτη στη βάση του αρ.16 (Δ) του περί Προσφύγων Νόμου (ερ.68-75, 80-83). Ακολούθως ετοιμάστηκε επιστολή ενημέρωσης του αιτητή για την απόφαση της Υπηρεσίας, η οποία του δόθηκε δια χειρός την ίδια μέρα και του μεταφράστηκε στη μητρική του γλώσσα (ερ.84).

Σημειώνεται ότι, στα πλαίσια μεταγενέστερης αίτησης, αυτό που ερευνάται είναι, πρώτα, το κατά πόσο «[…] υποβλήθηκαν από τον/την αιτητή/τρια νέα στοιχεία ή πορίσματα τα οποία ο Προϊστάμενος δεν έλαβε υπόψη κατά την έκδοση της εκδοθείσας απόφασής του […]» [αρ.16Δ (3) (α)] του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 (6(I)/2000]) και, εφόσον διαπιστωθεί τούτο, προχωρά σε εξέταση του κατά πόσο «[τ]α εν λόγω στοιχεία ή πορίσματα αυξάνουν σημαντικά τις πιθανότητες χορήγησης στον/στην αιτητή/τρια διεθνούς προστασίας […]» [αρ.16Δ (3) (β) (i)] και του κατά πόσο «ικανοποιείται πως ο/η αιτητής/τρια, άνευ δικής του υπαιτιότητας, αδυνατούσε να υποβάλει τα εν λόγω στοιχεία ή πορίσματα κατά την προηγούμενη διαδικασία» [αρ.16Δ (3) (β) (i)], [βλ. και αρ.40 (2),(3) και (4) Οδηγία 2013/32/ΕΕ].

Συνεπώς ο σκοπός της προκαταρτικής εξέτασης, η οποία κατέληξε στην προσβαλλόμενη δια της παρούσης απόφαση, είναι ο έλεγχος του κατά πόσο πληρούνται οι ως άνω εκ της νομοθεσίας τιθέμενες προϋποθέσεις, οι οποίες θα δικαιολογούσαν περαιτέρω εξέταση της μεταγενέστερης αίτησης και όχι επί της ουσίας έρευνα, ωσάν να επρόκειτο για πρώτη αίτηση ασύλου.

Στην απόφαση του ΔΕΕ στην υπ. αρ.C-651/19, JP v Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides, ημ.09/09/20, λέχθηκε, σκέψη 60, ότι: «[…] το δικαστήριο που επιλαμβάνεται προσφυγής κατά απόφασης με την οποία απορρίπτεται ως απαράδεκτη μεταγενέστερη αίτηση διεθνούς προστασίας πρέπει να ελέγξει μόνον κατά πόσον, αντιθέτως προς ό,τι αποφάσισε η αρμόδια αρχή, από την προκαταρκτική εξέταση της αίτησης αυτής προέκυψαν νέα στοιχεία ή πορίσματα, κατά τα διαλαμβανόμενα στην προηγούμενη σκέψη. Εξ αυτού συνάγεται ότι, στο δικόγραφο της προσφυγής του ενώπιον του δικαστηρίου αυτού, ο αιτών πρέπει, κατ’ ουσίαν, απλώς να αποδείξει ότι βασίμως θεώρησε ότι υφίστανται νέα στοιχεία ή πορίσματα σε σχέση με εκείνα που εξετάστηκαν στο πλαίσιο της προηγούμενης αιτήσεώς του.»

Επί της 1ης αιτήσεως ασύλου που υπέβαλε ο αιτητής καταγράφει ότι έφυγε από τη χώρα καταγωγής του «για μια καλή ζωή». 

Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης από την Υπηρεσία στα πλαίσια της 1ης αιτήσεως ο αιτητής ανέφερε ότι ήρθε (σ.σ. στα κατεχόμενα) για να σπουδάσει και να εργαστεί, καθώς αντιμετωπίζει προβλήματα λόγω δανεισμού και υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας για να μείνει νόμιμα στη Δημοκρατία και να εργαστεί.

Συνεπεία των ως άνω αμιγώς οικονομικής φύσεως ισχυρισμών οι 1η αίτηση που υπέβαλε απορρίφθηκε ως αβάσιμη.

Στην 1η μεταγενέστερη αίτηση που υπέβαλε ο αιτητής καταγράφει ότι είναι ο νεότερος γιος στην οικογένεια του, έχει «αρκετά προβλήματα στην οικογένεια» και ο πατέρας του τον συμβούλευσε να μην επιστρέψει, η ζωή του βρίσκεται σε κίνδυνο και θέλει μια «καλή ζωή» στη Δημοκρατία.

Στη βάση των ανωτέρω ισχυρισμών η 1η μεταγενέστερη αίτηση απορρίφθηκε ως απαράδεκτη, καθώς, ως κρίθηκε, τα όσα ανέφερε περί κινδύνου κατά της ζωής του δεν είχαν αναφερθεί στην 1η αίτηση που υπέβαλε εξ υπαιτιότητας του αιτητή, τα όσα δε ανέφερε περί οικονομικών προβλημάτων ουδόλως αυξάνουν τις πιθανότητες να του δοθεί καθεστώς διεθνούς προστασίας.

Στην επίδικη 2η μεταγενέστερη αίτηση που υπέβαλε ο αιτητής επαναλαμβάνει κατ’ ουσία τα όσα κατέγραψε στην 1η μεταγενέστερη αίτηση, ως ανωτέρω αναφέρονται.

Συνέπεια των ανωτέρω, οι καθ’ ων η αίτηση απέρριψαν την επίδικη αίτηση για τον λόγο ότι τα όσα καταγράφει επ’ αυτής δεν αποτελούν νέα στοιχεία, αφού ταυτόσημοι ισχυρισμοί είχαν καταγραφεί στην προηγούμενη αίτηση που είχε υποβάλει, η οποία και απορρίφθηκε ως απαράδεκτη, για τους λόγους που αναφέρονται πιο πάνω.

Αγορεύοντας προφορικά ενώπιον του Δικαστηρίου ο συνήγορος του αιτητή ανέφερε ότι εν προκειμένω δεν έγινε δέουσα έρευνα των ισχυρισμών του αιτητή αναφορικά με τον κίνδυνο που διατρέχει από τους δανειστές του. Περαιτέρω ανέφερε ότι ο λειτουργός που έλαβε την προσβαλλόμενη απόφαση δεν είχε εξουσία να εκδώσει απόφαση επιστροφής, ισχυρισμό τον οποίο απέσυρε ακολούθως, αποδεχόμενος ότι δεν σωρεύεται στην επίδικη απόφαση περί απορρίψεως της αιτήσεως απόφαση επιστροφής. Τέλος ανάφερε ότι στο ερ.83, όπου περιέχεται το πρακτικό της δια της παρούσης προσβαλλόμενης απόφασης, δεν καταγράφεται ότι «εγκρίνεται» η εισήγηση που υποβλήθηκε στο αποφασίζον όργανο (ερ.80-82).

Αρχίζοντας από τον τελευταίο ως άνω ισχυρισμό του αιτητή παρατηρώ ότι η πρώτη γραμμή κειμένου του ερ.83 αναφέρει ότι «[κ]ατόπιν εξέτασης της Έκθεσης-Εισήγησης, αποφασίζεται η απόρριψη της […] αίτησης». Τούτο και μόνο το λεκτικό θεωρώ πως αρκεί για να συναχθεί ότι η επίδικη απόφαση ελήφθη δεόντως, δια της υιοθέτησης της εκθέσεως που ακολουθεί ως αναπόσπαστο μέρος της επίδικης απόφασης στα ερ.80-82, τα οποία άλλωστε αριθμούνται ως σελ.2-4 της επίδικης απόφασης, καταδεικνύοντας έτσι ότι αυτά αποτελούν συνέχεια του ερ.83 (σελ.1) και σχηματίζουν έτσι το πρακτικό της απόφασης.

Ουδεμία λοιπόν αμφιβολία υπάρχει για το υπόβαθρο της επίδικης απόφασης, το οποίο είναι βεβαίως η έκθεση-εισήγηση που περιέχεται στις επόμενες σελίδες (ερ.80-82), η οποία ελήφθη κατόπιν εξέτασης της έκθεσης αυτής, ως ρητώς αναφέρεται στο ερ.83.

Εδώ ο εξουσιοδοτημένος προς τούτο λειτουργός της Υπηρεσίας (ερ.76), αφού εξέτασε την υποβληθείσα έκθεση-εισήγηση (ερ.80-82), την υιοθέτησε στο σύνολο της (ερ.83), ως δύναται να πράξει, εξασκώντας έτσι δεόντως την αποφασιστική αρμοδιότητα που του δίδει ο Νόμος και η σχετική εξουσιοδότηση να ασκεί καθήκοντα προϊσταμένου.

Σχετικώς, στην απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπ. αρ.6447/2013, Χειμώνας ν. Δημοκρατίας, ημ.30/09/15, λέχθηκε ότι «[η] σύμφωνος γνώμη του Υπουργού δεν μειώνει την επάρκεια της αιτιολόγησης. Αντίθετα, ενσωματώνει ολόκληρη την έκθεση τους λειτουργού, την οποία υιοθέτησε χωρίς οποιαδήποτε διαφωνία, ή, διαφοροποίηση Η απλή συμφωνία δεν εξυπακούει ότι ο Υπουργός δεν ασχολήθηκε με την ουσία του θέματος ή ότι απεμπόλησε την εξουσία του ή ότι επισφράγισε άνευ ετέρου τη γνώμη ή εισήγηση τρίτου, (Καρλεττίδου ν. Δημοκρατίας (1997) 4 Α.Α.Δ. 3074 και Svetoslav Stoyanov v. Υπουργείου Εσωτερικών, ECLI:CY:AD:2014:D151, υποθ. αρ. 718/2012, ECLI:CY:AD:2014:D151, ημερ. 26.2.2014). Στο πλαίσιο της κανονικότητας των διοικητικών πράξεων επί των οποίων υπάρχει μαχητό τεκμήριο, δεν νοείται ανατροπή του με τα όσα επιχειρηματολογεί ο αιτητής.». Το αρ.17 (8) του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (158(I)/1999) προνοεί ότι «[δ]ε συνιστά αποχή από άσκηση αρμοδιότητας η υιοθέτηση ενός σημειώματος ή μιας πρότασης που υποβάλλεται από υφιστάμενο υπάλληλο ή όργανο στο αρμόδιο διοικητικό όργανο, αν το σημείωμα ή η πρόταση περιέχει συγκεκριμένη εισήγηση και από το σύνολο της όλης διοικητικής ενέργειας προκύπτει ότι το αρμόδιο όργανο άσκησε ουσιαστικά την αποφασιστική του αρμοδιότητα.»

Ενόψει των ως άνω θεωρώ, σε συμφωνία με τα όσα οι καθ’ ων η αίτηση καταγράφουν στην επίδικη απόφαση, ότι ορθώς και νομίμως απορρίφθηκε ως απαράδεκτη στη βάση των όσων διαλαμβάνονται στο αρ.16Δ (3) (α) του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 (6(I)/2000). Ουδεμία πλημμέλεια ή παρατυπία μπορώ να διαπιστώσω στη διαδικασία εξέτασης της επίδικης μεταγενέστερης αίτησης, στη βάση της νομοθεσίας ως ανωτέρω καταγράφεται.

Σημειώνεται δε ότι το Μπαγκλαντές έχει καθοριστεί στις Κ.Δ.Π. 198/2020, 225/2021, 202/2022 και 166/2023, που εκδόθηκαν δυνάμει του αρ.12Βτρις του Νόμου, ως ασφαλής χώρα ιθαγενείας.

Η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με έξοδα €300 υπέρ των καθ' ων η αίτηση και εναντίον του αιτητή.

 

Α. Χριστοφόρου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο