ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υποθ. Αρ.: Τ589/2024

28 Ιουνίου, 2024

[Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:

M.A.Y.S.

Αιτητής

-και-

 

Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπηρεσίας Ασύλου

 

Καθ' ων η Αίτηση

 

Αίτηση ημερομηνίας 16.04.2024 για δικαίωμα παραμονής

 

Ν. Χαραλαμπίδου (κα), Δικηγόρος για τον Αιτητή.

 

Καμία εμφάνιση για τους Καθ' ων η Αίτηση.

 

 

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ 

 

Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Με την υπό αναφορά προσφυγή, ζητείται από το Δικαστήριο απόφαση με την οποία να ακυρώνει ως παράνομη και στερούμενη οιουδήποτε έννομου αποτελέσματος την απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση ημερομηνίας 21/03/2024, με την οποία απορρίφθηκε το μεταγενέστερο αίτημα του Αιτητή ως απαράδεκτο.

 

Στο πλαίσιο της παρούσας προσφυγής, καταχωρήθηκε η υπό εξέταση μονομερής αίτηση, με την οποία ο Αιτητής αιτείται Διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο να καθορίζεται η δυνατότητα παραμονής του στη Δημοκρατία μέχρι την εκδίκαση της παρούσας προσφυγής και την έκδοση τελικής απόφασης.

 

Η υπό αναφορά αίτηση συνοδεύεται από ένορκη δήλωση ημερ. 14/04/2024 του δικηγορικού υπαλλήλου, κ. Καραγιάννη, ο οποίος αναφέρει ότι είναι πλήρως εξουσιοδοτημένος από τον Αιτητή να προβεί στην εν λόγω ένορκη δήλωση. Ως περαιτέρω αναφέρει, προβαίνει στην ένορκη δήλωση ο ίδιος αντί ο Αιτητής, λόγω του ότι ο Αιτητής είναι κρατούμενος και εξαιτίας της επείγουσας φύσης της ενδιάμεσης αίτησης και της ανάγκης έκδοσης του αιτούμενου διατάγματος άμεσα.

 

Επί της ένορκης δήλωσης, ο ενόρκως δηλών, επισυνάπτει ως τεκμήρια, Διάταγμα Κράτησης και Απέλασης του Αιτητή ημερ. 3/02/2024, κατάθεση/καταγγελία του αδερφού του σε Αστυνομικό Σταθμό του Καΐρου, πιστοποιητικά βάπτισης του Αιτητή και της συζύγου του και τέλος την απορριπτική απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου επί της προσφυγής κατά της απόφασης του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης.  Ο ενόρκως δηλών, ισχυρίζεται ότι ο Αιτητής με την μεταγενέστερη αίτησή του ημερομηνίας 4/02/2024 προσκόμισε νέα στοιχεία και καταγράφει εν συντομία τα γεγονότα. Ισχυρίζεται περαιτέρω ότι οι Καθ’ ων η Αίτηση λανθασμένα, χωρίς δέουσα έρευνα, υπό καθεστώς πλάνης περί τα πράγματα και τον Νόμο αποφάσισαν την απόρριψη του μεταγενέστερου αιτήματος του Αιτητή. Σύμφωνα με νομική συμβουλή που έλαβε ο ενόρκως δηλών, αναφέρει ότι η νομολογία του ΕΔΑΔ, διασφαλίζει το δικαίωμα σε πραγματική προσφυγή, δίκαιη και αποτελεσματική δίκη για να διασφαλιστεί η αρχή της μη επαναπροώθησης.

 

Κατά το στάδιο της ακρόασης της υπό εξέταση αίτησης, η ευπαίδευτη συνήγορος του Αιτητή αγόρευσε προφορικά και ισχυρίστηκε ότι η υπό κρίση αίτηση θα πρέπει να εγκριθεί καθότι ο Αιτητής βρίσκεται κρατούμενος με εκκρεμή τα διατάγματα κράτησης και απέλασής του. Θεωρεί ακόμη, ότι είναι αναγκαίο να δοθεί το αιτούμενο διάταγμα μέχρι την εκδίκαση της παρούσας προσφυγής. Επιπρόσθετα, ισχυρίστηκε ότι οι Καθ' ων η Αίτηση δεν έλαβαν υπόψη και δεν εξέτασαν δεόντως τα στοιχεία που προσκόμισε ο Αιτητής κατά το πρώτο μεταγενέστερο αίτημα του. Παρέπεμψε στο Τεκμήριο 2 το οποίο αφορά την καταγγελία που υπέβαλε ο αδερφός του Αιτητή σε Αστυνομικό Τμήμα του Καΐρου. Ειδικότερα, η καταγγελία εναντίον του Αιτητή αφορά κατηγορία για περιφρόνηση της ισλαμικής θρησκείας, προσβολή και συκοφαντία του Ισλάμ και των μουσουλμάνων, με επακόλουθο τις δυσμενείς για τα μέλη της οικογένειάς του Αιτητή συνέπειες τα οποία βρίσκονται στην Αίγυπτο. Υποστηρίζει ακόμα, ότι σε περίπτωση που ο Αιτητής επιστρέψει στην χώρα του θα συλληφθεί και θα φυλακιστεί με κίνδυνο να υποστεί βασανιστήρια. Τέλος, ανέφερε ότι έχει αναγνωριστεί το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας στην σύζυγο του Αιτητή και στα 3 τους παιδιά, παράγοντας ο οποίος ως ισχυρίζεται δεν λήφθηκε υπόψη από την Υπηρεσία Ασύλου. 

 

Έχω εξετάσει με ιδιαίτερη προσοχή τις θέσεις και ισχυρισμούς που προβάλλονται, τόσο με την ένορκη δήλωση του κ. Καραγιάννη όσο και δια της προφορικής αγόρευσης της συνηγόρου του Αιτητή, υπό το φως των νομοθετικών προνοιών και νομολογιακών αρχών αναφορικά με την εξέταση αίτησης για άδεια παραμονής.

 

Κρίνω σκόπιμο να παραθέσω τις σχετικές διατάξεις του περί Προσφύγων Νόμου όσον αφορά την παρούσα αίτηση στην οποία απορρίφθηκε πρώτο μεταγενέστερο αίτημα του Αιτητή:

 

Το άρθρο 8 προνοεί τα ακόλουθα (υπογραμμίσεις του παρόντος Δικαστηρίου):

«8.-(1)(α) Με την επιφύλαξη του εδαφίου (1Α) του παρόντος άρθρου και με την επιφύλαξη της παραγράφου (β) του εδαφίου (4) του άρθρου 16Δ, ο αιτητής έχει, αποκλειστικά για το σκοπό της διαδικασίας, δικαίωμα παραμονής στις ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές, το οποίο δικαίωμα ισχύει από την ημερομηνία υποβολής της αίτησής του μέχρι-

(i) την ημερομηνία κατά την οποία λήγει άπρακτη η προθεσμία που ορίζεται στο άρθρο 12Α του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου για άσκηση προσφυγής κατά απόφασης του Προϊσταμένου επί της εν λόγω αίτησης (…), ή

(ii) σε περίπτωση που ασκήθηκε η προαναφερόμενη προσφυγή εμπρόθεσμα, την ημερομηνία έκδοσης πρωτόδικης απόφασης του Διοικητικού Δικαστηρίου επ’ αυτής.

(…)

(1Α) (…), σε περίπτωση απόφασης του Προϊσταμένου-

(α) (…)

(β) με την οποία κρίνεται μια αίτηση απαράδεκτη, σύμφωνα με τις παραγράφους (α), (β) ή (δ) του εδαφίου (2) του άρθρου 12Βτετράκις, ή

(…)

η δυνατότητα παραμονής του αιτητή στις ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές αποφασίζεται από το Διοικητικό Δικαστήριο, κατόπιν καταχώρισης σχετικής αίτησης του αιτητή η οποία εξετάζεται και αποφασίζεται το ταχύτερο δυνατό, χωρίς να απαιτείται η κλήση του αιτητή για να παραστεί, εκτός εάν το Δικαστήριο διατάξει διαφορετικά:

(…)

(1Β) Με την επιφύλαξη της παραγράφου (γ) του εδαφίου (4) του άρθρου 16Δ, ο αιτητής του οποίου το δικαίωμα παραμονής εξετάζεται από το Διοικητικό Δικαστήριο δυνάμει του εδαφίου (1Α), έχει το δικαίωμα παραμονής στις ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές μέχρι την απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου επί της προβλεπόμενης στο εδάφιο (1Α) αίτησής του. (…)»  

 

Σύμφωνα με το άρθρο 16Δ (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου):

«(4)(α) Με την επιφύλαξη  της παραγράφου (β) του παρόντος εδαφίου, το εδάφιο (1) του άρθρου 8  εφαρμόζεται επί αιτητή που ενεργεί κατά τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (1).

(β) Ο Προϊστάμενος δύναται με απόφασή του να τερματίζει το δικαίωμα παραμονής, στις ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές, προσώπου που ενήργησε κατά τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (1), όταν το εν λόγω πρόσωπο –

(i) Καταθέτει πρώτη μεταγενέστερη αίτηση, η οποία δεν εξετάζεται περαιτέρω βάσει της παραγράφου (δ) του εδαφίου (3), απλώς για να καθυστερήσει ή να παρεμποδίσει την εκτέλεση απόφασης, η οποία θα οδηγούσε στην άμεση απομάκρυνσή του από τη Δημοκρατία, ή

(ii) (…)

(γ) Το εδάφιο (1Β) του άρθρου 8 δεν εφαρμόζεται αναφορικά με πρόσωπο επί του οποίου εφαρμόζεται η παράγραφος (β) του παρόντος εδαφίου.»

 

Από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου του Αιτητή, διαφαίνεται ότι ο Αιτητής υπέβαλε μεταγενέστερο αίτημα στις 4/02/2024 (Ερ.151-154 Δ.Φ.) και αφού η προσφυγή που είχε καταχωρήσει στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας κατά απορριπτικής απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου απορρίφθηκε στις 26/07/2023. Στις 21/03/2024,  εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός να εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, αφού υιοθέτησε την σχετική Έκθεση/Εισήγηση αρμόδιου λειτουργού ημερομηνίας 19/02/2024, απέρριψε τη μεταγενέστερη αίτηση του Αιτητή ως απαράδεκτη (Ερ.160-163 Δ.Φ.).  Στις 8/04/2024 η Υπηρεσία Ασύλου εξέδωσε απορριπτική του αιτήματος του Αιτητή επιστολή στην οποία συμπεριέλαβε την αιτιολόγηση της απόφασής της και η οποία κοινοποιήθηκε αυθημερόν στον Αιτητή (Ερ.164 Δ.Φ.).  Αξίζει να σημειωθεί ότι στην επιστολή των Καθ' ων η Αίτηση ημερομηνίας 08/04/2024 αναφέρονται τα ακόλουθα: «Furthermore, due to the fact that your first subsequent application was declared inadmissible and that it was submitted merely in order to delay or frustrate the enforcement of your return from the Republic of Cyprus to your country, you have no right to remain in the Republic of Cyprus, according to the article 16D (4)(b)(i) of the Refugee Law of 2000.»

 

 

Αρχικά κρίνω σκόπιμο όπως εξεταστούν κάποια διαδικαστικά ζητήματα που προέκυψαν σε σχέση με την ένορκη δήλωση που συνοδεύει την υπό κρίση αίτηση.  Παρατηρώ ότι το πρόσωπο που ορκίζεται δεν είναι ο Αιτητής και δεν προκύπτει από οπουδήποτε ότι έχει προσωπική γνώση των γεγονότων επί των οποίων στηρίζεται η αίτηση, παρά μόνο γίνεται αναφορά ότι είναι δεόντως εξουσιοδοτημένος και αναφέρει την πηγή πληροφόρησης του όπου τα γεγονότα δεν εμπίπτουν στην σφαίρα της προσωπικής του γνώσης.  Περαιτέρω, δεν μπορώ να παραβλέψω τον λόγο που ανέφερε σε σχέση με την αδυναμία καταχώρησης ένορκης δήλωσης από τον Αιτητή, ήτοι λόγω του κατεπείγοντος καταχώρησης της παρούσας, ότι ο Αιτητής είναι κρατούμενος και ότι ο Αιτητής κινδυνεύει με απέλαση ανά πάσα στιγμή καθώς και ότι θα χρειαζόταν διερμηνέας από αραβικά στα ελληνικά.

 

Στην απόφαση του Εφετείου στην υπόθεση Ζωγράφου κ.ά v. Drosoneri Farm Limited (2015) 1 Α.Α.Δ. 1119 όπου προβλήθηκε ισχυρισμός για το παράτυπο ένορκης δήλωσης εκ μέρους δικηγόρου λέχθηκαν τα ακόλουθα:

 

«Παρά το ανεπιθύμητο της πρακτικής αυτής, η νομολογία μας δεν απαγορεύει την όμνυση από δικηγόρο σε περιπτώσεις, όπως η παρούσα, που ο ομνύων δεν χειρίζεται την υπόθεση, ώστε να αγνοείται ή να απορρίπτεται η ένορκη αυτή δήλωση (βλ. Dimitry Rybolovlev v. Elena Rybolovleva (2010) 1 A.A.Δ 82). Όπως έχει νομολογηθεί, «η απαγόρευση αφορά την όμνυση ένορκης δήλωσης από δικηγόρο, ο οποίος είναι ή στη συνέχεια της διαδικασίας, καθίσταται μάρτυρας γεγονότων οπότε και θεωρείται ασυμβίβαστος ο περαιτέρω εκ μέρους του χειρισμός της υπόθεσης ..» (βλ. Investylia Public Company Ltd v. Γαβριηλίδου (2013) 1 Α.Α.Δ. 1202).».

 

Περαιτέρω, στην παρούσα δεν προκύπτει υπό τις περιστάσεις ένας εμφανής καλός λόγος, όπως είναι η διαμονή του διαδίκου στο εξωτερικό και/ή άλλες εγγενείς δυσχέρειες οι οποίες δεν θα επέτρεπαν στον ίδιο τον διάδικο να είναι ενόρκως δηλών, και δεν έχουν δοθεί επαρκείς εξηγήσεις από την ενόρκως δηλούσα για την παράλειψη όμνυσης του Αιτητή (βλ. DMITRY RYBOLOVLEV ν. ΕLENA RYBOLOVLEVA (2010) 1 ΑΑΔ 82).

 

Λέχθηκε περαιτέρω στην Προσφυγή 1045/05, DULAL v. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ημερομηνίας 27/10/05:

«Σύμφωνα με νομολογία (βλ. μεταξύ άλλων Ahapittas v. Roc Chik Ltd (1968) 1 CLR 1, Ιn Re Efthymiou (1987) 1 CLR 28, Ιn Re An Advocate (1987) 1 CLR 319 και Thanos Hotels Ltd v. Δημήτρης Ιωάννου (1991) 1 ΑΑΔ 1036), οι δικηγόροι δεν πρέπει να ορκίζονται αναφορικά με τα γεγονότα της υπόθεσης του πελάτη τους, εκτός όπου τούτο είναι απόλυτα αναγκαίο.  Εδώ, όπως ήδη ανάφερα, δεν εξηγείται γιατί να μην ορκίζεται ο ίδιος ο αιτητής.  Παρόλο που ο κ. Παύλος Ερωτοκρίτου δεν χειρίζεται την υπόθεση, ουσιαστικά η ένορκη δήλωση προέρχεται από τους δικηγόρους του αιτητή.  Είμαι της άποψης ότι αυτός είναι αρκετός λόγος για απόρριψη της αίτησης.»

 

Εν προκειμένω, θεωρώ ότι ο ενόρκως δηλών δεν εξηγεί με επάρκεια και δεν παραθέτει καλό λόγο γιατί προέβηκε ο ίδιος στην ένορκη δήλωση και όχι ο Αιτητής  και η καθυστέρηση στην εξεύρεση μεταφραστή από αραβικά στα ελληνικά δεν θεωρώ ότι είναι λόγος για τον οποίο θα μπορούσε να προβεί ο ίδιος σε ένορκη δήλωση επί των γεγονότων πάνω στα οποία στηρίζεται η αίτηση του Αιτητή για να της δοθεί δικαίωμα παραμονής.  Σημειώνω επίσης ότι η επίδικη απόφαση κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 8/04/24 και η προσφυγή καταχωρήθηκε στις 16/04/24 και παρήλθε αρκετό χρονικό διάστημα ώστε να μπορέσει να προβεί στα δέοντα για να γίνει η αίτηση νομότυπα. Συνακόλουθα, θεωρώ ότι το περιεχόμενο της ένορκης δήλωσης που υποστηρίζει την υπό κρίση αίτηση θα πρέπει να αγνοηθεί από το Δικαστήριο.  Φυσικό επακόλουθο της κατάληξής μου είναι η απόρριψη της αίτησης αφού δεν υποστηρίζεται από οποιαδήποτε ή οποιαδήποτε ικανοποιητική μαρτυρία.

 

Στο σημείο αυτό, κρίνω σκόπιμο να αναφέρω, για σκοπούς πληρότητας και ενόψει των λόγων που προέβαλε η συνήγορος του Αιτητή κατά την ακρόαση της αίτησης, ότι ακόμα και αν προχωρούσα στην εξέταση της ουσίας των λόγων που προέβαλε ενώπιον μου, θα απέρριπτα την αίτηση για τους ακόλουθους λόγους:

 

Όσον αφορά την ουσία, η προσφερόμενη στο παρόν Δικαστήριο δυνατότητα έκδοσης προσωρινών διαταγμάτων ώστε ο Αιτητής να διαμείνει στη Δημοκρατία μέχρι την αποπεράτωση της προσφυγής του βασίζεται στο άρθρο 8(1Α) του περί Προσφύγων Νόμου και διέπεται δικονομικά από τον Κανονισμό 13 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962, ο οποίος τυγχάνει εφαρμογής σε όλες τις προσφυγές που καταχωρούνται στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας βάσει του Κανονισμού 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 (3/2019).  Σύμφωνα με την πλούσια επί του θέματος νομολογία, η εν λόγω δικαιοδοσία πρέπει να ασκείται με φειδώ και μόνο όταν στοιχειοθετηθεί είτε έκδηλη παρανομία στη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης είτε το ενδεχόμενο πρόκλησης ανεπανόρθωτης ζημιάς στον αιτητή από τη μη έκδοση του διατάγματος (βλ. ενδεικτικά Economides v. Republic (1982) 3 CLR 837, Moyo and another v. Republic (1988) 3 CLR 1203, Frangos and others v. Republic (1982) 3 CLR 53, Eπιτροπή Κεφαλαιαγοράς ν. Marfin Popular Bank (2007) 3 A.A.Δ. 32).

 

Η διαπίστωση έκδηλης παρανομίας, η οποία δικαιολογεί την έκδοση προσωρινού διατάγματος, έχει την έννοια ότι η παρανομία είναι αυταπόδεικτη και οφθαλμοφανής και καταδεικνύεται χωρίς να απαιτείται να διερευνηθούν οποιαδήποτε αντιφατικά γεγονότα και ισχυρισμοί. Αν δεν αναδύεται αυτόματα, πρέπει να προκύπτει ως αντικειμενικά αναντίλεκτη και μη υποκείμενη σε στάθμιση και έκφραση κρίσης (Frangos a.ο. v. The Minister of Interior a.ο. (1982) 3 C.L.R. 53, Moyo a.ο. v. Republic (1988) 3(B) C.L.R. 1203, Κροκίδου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1990) 3(Γ) Α.Α.Δ. 1857, Τούμπας κ.ά. ν Δημοκρατίας κ.ά. (2013) 3 Α.Α.Δ. 387). 

 

Ο δε ισχυρισμός για ανεπανόρθωτη ζημία πρέπει να δικογραφείται δεόντως, ώστε να προσδιορίζεται με σαφήνεια και να τεκμηριώνεται επαρκώς. Απλοί ισχυρισμοί για ανεπανόρθωτη ζημία ή αναφορά σε γενικό ή θεωρητικό επίπεδο δεν αρκούν (Κοινοπραξία Poseidon Grand Marina of Paphos κ.ά. ν. Cybarco Plc κ.ά. (2009) 3 Α.Α.Δ. 513). Το δε βάρος τόσο της επίκλησης όσο και της απόδειξης ανεπανόρθωτης ζημιάς, το φέρει ο αιτητής (Μαρκουλλίδου ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 3413).   Στην παρούσα, ο  κ. Καραγιάννης  καταγράφει στην ένορκη του δήλωση ότι σε περίπτωση επαναπροώθησης του Αιτητή στην Αίγυπτο, η ζωή του θα κινδυνεύσει καθότι υφίσταται δίωξη.

 

Για τους πρόσφυγες, η αρχή της μη επαναπροώθησης  όπως ορίζεται στο άρθρο 33 της Σύμβασης της Γενεύης του 1951, περί του καθεστώτος των προσφύγων, αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο του διεθνούς νομικού καθεστώτος για την προστασία τους. Η αρχή της μη επαναπροώθησης όχι μόνο απαγορεύει την απομάκρυνση, απέλαση ή έκδοση προς χώρα όπου ένα πρόσωπο απειλείται με τον κίνδυνο δίωξης ή άλλη σοβαρή βλάβη (άμεση επαναπροώθηση) αλλά και προς χώρες όπου τα άτομα ενδέχεται να εκτεθούν σε σοβαρό κίνδυνο μεταγενέστερης απομάκρυνσης προς τέτοια χώρα (έμμεση επαναπροώθηση). 

 

Σχετική είναι και η απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην υπόθεση C-562/13, Centre public d'action sociale d'Ottignies-Louvain-LaNeuve v. Abdida, η οποία εκδόθηκε στις 18 Δεκεμβρίου 2014,  στην οποία έχει λεχθεί ότι τα κράτη έχουν υποχρέωση αυτόματης αναστολής της ισχύος απόφασης περί απομάκρυνσης ή επιστροφής, όταν υφίστανται αποχρώντες λόγοι να θεωρηθεί ότι το πρόσωπο αυτό θα εκτεθεί σε σοβαρό κίνδυνο να υποστεί μεταχείριση αντίθετη προς το Άρθρο 19.2 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο προβλέπει για την απαγόρευση βασανιστηρίων, απάνθρωπης ή εξευτελιστικής ποινής ή μεταχείρισης, κατά τρόπο ανάλογο με το άρθρο 3 της ΕΣΔΑ. 

 

Με βάση τις ανωτέρω αναφερόμενες νομοθετικές πρόνοιες και την νομολογία του ΕΔΔΑ και του ΔΕΕ, ο ανασταλτικός χαρακτήρας απέλασης μέχρι την εκδίκαση της κυρίως προσφυγής είναι θεμελιώδους σημασίας για την προάσπιση των δικαιωμάτων αιτητή, ο οποίος ενδέχεται να κινδυνεύσει και/ή να υποστεί βασανιστήρια και/ή απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση στην χώρα στην οποία θα απελαθεί. 

 

Το Δικαστήριο προέβη σε ανεξάρτητη έρευνα σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, αναφορικά με την μεταχείριση των χριστιανών στην Αίγυπτο. Παρά το ότι επίσημη θρησκεία της χώρας είναι το Ισλάμ, το σύνταγμα απαγορεύει τις διακρίσεις στη βάση της θρησκείας και προστατεύει το δικαίωμα της θρησκευτικής ελευθερίας. Η κυβέρνηση αναγνωρίζει ως επίσημες θρησκείες το Σουνίτικο Ισλάμ, τον Χριστιανισμό και τον Ιουδαϊσμό και επιτρέπει στους πιστούς των θρησκειών αυτών να ασκούν δημόσια τη θρησκεία τους.[1]

 

Σε σχέση με την μεταχείριση των Χριστιανών στην Αίγυπτο υπό την παρούσα κυβέρνηση του προέδρου el-Sisi, ο οποίος ανέλαβε την προεδρία της χώρας το 2014, θα πρέπει να επισημανθεί πως ο ίδιος έχει παραστεί σε συγκεντρώσεις και εγκαίνια ανεγέρσεων εκκλησιών από το 2018[2],  όπου μάλιστα ο ένας εκ των καθεδρικών ναών είναι ο μεγαλύτερος στη Μέση Ανατολή[3].  Ως αναφέρεται σε έκθεση του USCIRF[4], κατά το 2020 ο Πρόεδρος και άλλοι αξιωματούχοι της κυβέρνησης συνέχισαν να υποστηρίζουν την θρησκευτική ισότητα, παρευρισκόμενοι και στην Κοπτική Χριστουγεννιάτικη Λειτουργία τον Ιανουάριο. Επίσης, σύμφωνα με πληροφορίες, το Υπουργείο Στέγασης εξέδωσε εντολή τον Ιανουάριο του 2018, επιτρέποντας στους Χριστιανούς να ασκήσουν τις θρησκευτικές τους τελετές σε εκκλησίες χωρίς άδεια, ενώ εγκρίθηκε η κατασκευή 170 νέων εκκλησιών.  Η κυβέρνηση έχει, επίσης, ανοικοδομήσει μια σειρά από εκκλησίες και άλλες ιδιοκτησίες εκκλησιών που καταστράφηκαν ή υπέστησαν ζημιές λόγω αλόγιστης βίας το 2013. 

 

Όπως προκύπτει από πρόσφατες πηγές πληροφόρησης, η κατάσταση αναφορικά με την μεταχείριση των χριστιανών έχει βελτιωθεί σημαντικά κατά τα τελευταία έτη και οι περιπτώσεις εξτρεμιστικής ισλαμικής βίας και επιθέσεων σε χριστιανούς έχουν μειωθεί δραστικά.[5] Κατά το 2022, η κυβέρνηση συνέχισε να προσεγγίζει τις κοινότητες θρησκευτικών μειονοτήτων και να προωθεί την ανεξιθρησκία: τον Φεβρουάριο, η κυβέρνηση διόρισε τον πρώτο χριστιανό δικαστή στο Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο, συνεχίστηκε το πρόγραμμα διατήρησης της πολιτιστικής κληρονομιάς με την ανακοίνωση της αποκατάστασης περισσότερων ιστορικών συναγωγών, τον Μάιο καταδικάστηκε «ακραίος ισλαμιστής» που είχε δολοφονήσει έναν Κόπτη Ορθόδοξο ιερέα και συνεχίστηκε η έγκριση αιτήσεων Χριστιανών για την εγγραφή των τόπων λατρείας τους ως εκκλησίες.[6]

 

Στη βάση των ανωτέρω, είναι φανερό ότι η κατάσταση των Χριστιανών στην Αίγυπτο έχει βελτιωθεί κατά πολύ τα τελευταία χρόνια, μετά και την αλλαγή κυβέρνησης υπό τον πρόεδρο Sisi και λήφθηκαν έμπρακτα μέτρα προς την προστασία των χριστιανών από την μουσουλμανική κοινότητα που αποτελεί την πλειοψηφία του πληθυσμού. Συνακόλουθα, δεν προκύπτει ότι ο Αιτητής σε περίπτωση που επιστρέψει στην χώρα του με χριστιανική ταυτότητα είναι αρκετό ώστε να στοιχειοθετηθεί φόβος δίωξης. Ακόμα δε, σε σχέση με τον ισχυρισμό για την καταγγελία από τον αδερφό του, ότι λόγω της περιφρόνησης της ισλαμικής θρησκείας από τον Αιτητή επιδέχονται δυσμενείς γι’ αυτούς συνέπειες δεν επιβεβαιώνονται από τις παρατεθείσες πληροφορίες.  

 

Από τα στοιχεία που έχω ενώπιον μου, διαφαίνεται ότι ο Αιτητής δεν έχει αποδείξει κίνδυνο που ενδέχεται να διατρέξει σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του, ούτε ότι τυχόν επιστροφή του θα παραβιάσει την αρχή της μη επαναπροώθησης. Ως εκ τούτου, κρίνω ότι δεν προκύπτει ότι ο Αιτητής θα υποστεί ανεπανόρθωτη ζημιά σε περίπτωση που δεν εγκρίνω την παρούσα αίτηση.

 

Ως εκ τούτου και για τους λόγους που αναλύθηκαν ανωτέρω, η ενδιάμεση αίτηση του Αιτητή ημερομηνίας 16/04/2024 για παραμονή του στην Δημοκρατία μέχρι την εκδίκαση και έκδοση τελικής απόφασης στην κυρίως προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.  

 

Μ. Παπαντωνίου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 



[1] USDOS – US Department of State: 2022 Report on International Religious Freedom: Egypt, 15 May 2023, διαθέσιμο σε: https://www.ecoi.net/en/document/2091890.html  (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 27/06/2024)

[2] IRB – Immigration and Refugee Board of Canada (Author): Egypt: Situation of Coptic Christians, including in Cairo and Alexandria; treatment and availability of state protection (June 2017-September 2018) [EGY106158.E], 5 October 2018, διαθέσιμο σε: https://www.ecoi.net/en/document/2017544.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 27/06/2024)

[3] DFAT, Country information report - Egypt, p. 18, para. 3.19, 17 June 2019, διαθέσιμο σε: https://www.ecoi.net/en/file/local/2014350/country-information-report-egypt.pdf)

[4] USCIRF– US Commission on International Religious Freedom (Author): United States Commission on International Religious Freedom 2021 Annual Report, 2021 Annual Report - Egypt Chapter, April 2021, διαθέσιμο σε: https://www.uscirf.gov/sites/default/files/2021-05/Egypt%20Chapter%20AR2021.pdf 

 

[5] Ό.π., υποσ. 5

[6] USCIRF – US Commission on International Religious Freedom (Author): United States Commission on International Religious Freedom 2023 Annual Report; USCIRF–Recommended for Special Watchlist: Egypt, May 2023, διαθέσιμο σε: https://www.ecoi.net/en/file/local/2092550/Egypt.pdf 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο