ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ


Υπόθεση Αρ.: 1176/23

 

12 Ιουνίου, 2024

 

[Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:

L. T.

Αιτητή

και

 

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου

 

Καθ' ων η αίτηση

 .........

 

Ο Αιτητής είναι παρών

 

Κ. Κουπαρή (κα), Δικηγόρος για τον Αιτητή

 

Α. Κίτσιου (κα) για Μ. Παραδεισιώτη (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Ο Αιτητής με την παρούσα προσφυγή αιτείται την έκδοση απόφασης από το παρόν Δικαστήριο με την οποία να κηρύσσεται άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε νομικού αποτελέσματος η απόφαση των Καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 31.3.2023 με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για διεθνή προστασία, καθώς κρίθηκε ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 19 των περί Προσφύγων Νόμων του 2000 έως 2022 (στο εξής: ο περί Προσφύγων Νόμος).

Γεγονότα

1.             Τα γεγονότα της υπόθεσης έχουν ως ακολούθως: Ο Αιτητής κατάγεται από τη Δημοκρατία της Γουινέας. Εισήλθε παράνομα στη Δημοκρατία και περί τις 25.11.2021 υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας. Στις 17.2.2023 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του Αιτητή από λειτουργό, ο οποίος υπέβαλε Έκθεση-Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου (στο εξής: Προϊστάμενος) για απόρριψη της αίτησης ασύλου του Αιτητή. Η Εισήγηση εγκρίθηκε από τον Προϊστάμενο στις 31.3.2023. Η εν λόγω απορριπτική απόφαση, η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 5.4.2023, αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.

Νομικοί Ισχυρισμοί

2.             Ο Αιτητής προωθεί ως λόγους προσφυγής στο πλαίσιο της γραπτής αγόρευσης τον ισχυρισμό περί μη δέουσας έρευνας υποστηρίζοντας, ότι δεν έγινε οποιαδήποτε έρευνα ως προς τη γενική κατάσταση στη χώρα καταγωγής του Αιτητή ενόψει του γεγονότος ότι ανήκει σε εθνοτική ομάδα, η οποία διώκεται και για πολλά χρόνια βρίσκεται στην αντιπολίτευση, ούτε έρευνα για την αλλαγή θρησκείας στην οποία προέβη ο Αιτητής, η οποία, ως ισχυρίζεται αποτελεί ποινικό αδίκημα. Περαιτέρω, υποστηρίζει ότι δεν λήφθηκε υπόψη από τους Καθ’ ων η αίτηση η αντιμετώπιση που τυγχάνουν τα άτομα που υπόκεινται σε αναγκαστική επιστροφή στη Γουινέα.

 

3.              Από την πλευρά τους οι Καθ' ων η αίτηση, υπεραμύνονται της ορθότητας της επίδικης πράξης και επισημαίνουν ότι η απόφαση των Καθ' ων η αίτηση ήταν προϊόν δέουσας έρευνας. Εισηγούνται ότι οι λόγοι που προβάλλει ο Αιτητής δεν προβάλλονται κατά τα οριζόμενα στον Κανονισμό 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962, o οποίος επιβάλλει την εξειδίκευση των λόγων προσφυγής, καθώς αυτοί δεν συνοδεύονται από σαφή αιτιολογία και δεν γίνεται σαφής παραπομπή στις περιστάσεις του Αιτητή. Εισηγούνται ότι οι ισχυρισμοί του Αιτητή θα πρέπει να απορριφθούν ως γενικοί. Αναφέρονται εκτεταμένως στους ουσιώδεις ισχυρισμούς του Αιτητή και στην αξιολόγησή τους από τους Καθ’ ων η αίτηση, και βάλλουν κατά της αξιοπιστίας των ισχυρισμών του Αιτητή, υποδεικνύοντας ότι  δεν κατάφερε να καταδείξει ότι ικανοποιούνται οι προϋποθέσεις υπαγωγής του στα άρθρα 3 και 19 του Περί Προσφύγων. 

 

Νομικό Πλαίσιο

4.             Ο Κανονισμός 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 έχει ως ακολούθως:

«Ο Διαδικαστικός Κανονισμός του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, και οι περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου (Αρ.1) Διαδικαστικοί Κανονισμοί του 2015, τυγχάνουν εφαρμογής σε όλες τις προσφυγές που καταχωρούνται στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας από 18.6.2019, με τις αναγκαίες τροποποιήσεις που αναφέρονται στη συνέχεια και κατ’ ανάλογη εφαρμογή των δικονομικών κανόνων και πρακτικής που ακολουθούνται και εφαρμόζονται στις ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου προσφυγές εκτός αν ήθελε άλλως ορίσει το Δικαστήριο.».

 

 

5.             Ο Κανονισμός 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962 προβλέπει τα εξής:

«Έκαστος διάδικος δέον δια των εγγράφων προτάσεων αυτού να εκθέτη τα νομικά σημεία επί των οποίων στηρίζεται και αιτιολογών συγχρόνως ταύτα πλήρως. Διάδικος εμφανιζόμενος άνευ συνηγόρου δεν υποχρεούται εις συμμόρφωσιν προς τον κανονισμό αυτόν.».

 

6.             Το άρθρο 11 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 και 2020 (Ο περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμος) καθορίζει τη δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου.

 

7.             Το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου καθορίζει την έννοια του όρου πρόσφυγας και τις προϋποθέσεις υπαγωγής σε αυτόν τον ορισμό. 

 

8.             Το άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου προβλέπει τις περιπτώσεις, όπου χορηγείται το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.

 

Κατάληξη

9.             Ως προς τον ισχυρισμό που προωθείται από τη συνήγορο του Αιτητή περί έλλειψης δέουσας έρευνας είναι κρίσιμο και απαραίτητο να καταστεί αντιληπτό ότι η δικαιοδοσία του παρόντος δικαστηρίου διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο στο λυσιτελές της προβολής των λόγων προσφυγής. Ειδικότερα, το παρόν Δικαστήριο ως δικαστήριο ουσίας δικάζει την υπόθεση που άγεται ενώπιον του εξ υπαρχής, κατά το νόμο και κατά την ουσία, δεν περιορίζεται μόνο στην εξέταση της διαδικασίας και των στοιχείων κρίσης της διοικητικής αρχής που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, αλλά προχωρεί παραπέρα και εξετάζει και την ουσιαστική ορθότητα της de novo και ex nunc. Ο Αιτητής αναμένεται να προβάλει, στο πλαίσιο της διοικητικής ή και της παρούσας δικαστικής διαδικασίας, τέτοιους συγκεκριμένους και ειδικούς ισχυρισμούς, οι οποίοι εν δυνάμει θα δικαιολογούσαν την υπαγωγή του στο καθεστώς διεθνούς προστασίας. Η πιο πάνω ανάλυση λόγω της έκτασης της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου καθιστά αλυσιτελή την προβολή υποπεριπτώσεων λόγων προσφυγής π.χ. έλλειψη δέουσας έρευνας, ορισμένες διαδικαστικές πλημμέλειες κατά την έκδοση της επίδικης πράξης. Εν προκειμένω, ο Αιτητής εκπροσωπούμενος και δια συνηγόρου, έχει την ευκαιρία να εκθέσει τους ισχυρισμούς του και να λάβει όλα τα δέοντα δικονομικά μέσα προς τεκμηρίωσή τους [Βλ. «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», Επαμεινώνδας Π. Σπηλιωτόπουλος, 14ης Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 260, υποσημ. 72, «Εισηγήσεις Διοικητικού Δικονομικού Δικαίου, Χαράλαμπος Χρυσανθάκης, 2η Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σελ. 247 και Π.Δ. Δαγτόγλου, (Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο), σελ. 552]. Ως αλυσιτελείς  χαρακτηρίζονται  οι λόγοι προσφυγής, οι οποίοι ακόμα και αν γίνουν δεκτοί δεν πρόκειται να οδηγήσουν σε ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης [Βλ. Η προβολή ισχυρισμών στις διοικητικές διαφορές ουσίας, Α. Αθ. Αρχοντάκη, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 100].

 

10.          Επισημαίνεται επιπλέον συναφώς ότι αποτελεί βασική νομολογιακή αρχή ότι η έκταση της έρευνας, ο τρόπος και η διαδικασία που θα ακολουθηθεί ποικίλλει ανάλογα με το υπό εξέταση ζήτημα, ανάγεται δε στην διακριτική ευχέρεια της Διοίκησης (Βλ. Δημοκρατία ν. Κοινότητας Πυργών κ.ά. (1996) 3 Α.Α.Δ. 503, Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας ν. Ζάμπογλου (1997) 3 Α.Α.Δ. 270, Α.Ε. Aρ.: 3017, Αντώνης Ράφτης ν. Δημοκρατίας, ημερ. 5.6.2002, (2002) 3 ΑΑΔ 345).

 

11.          Η γενική αυτή νομολογιακή αρχή θα πρέπει να εξεταστεί εν προκειμένω υπό το φως του ειδικού δικαίου που διέπει τη διαδικασία εξέτασης μίας αιτήσεως ασύλου και των αρχών που θεσπίζει τόσο η εθνική όσο και η ενωσιακή νομοθεσία. Συναφές εν προκειμένω είναι το άρθρο 16 του περί Προσφύγων Νόμου και ειδικότερα τα εδάφια (2) και (3) αυτού. Από τις εν λόγω διατάξεις απορρέει καταρχάς η υποχρέωση του Αιτητή να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια προς τεκμηρίωση της αίτησης ασύλου του. Σύμφωνα με πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Βλ. ενδεικτικώς, Υπόθ. Αρ. 1721/2011, Ηοοman & Mahiab Khanbabaie vAναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 30.6.2016, ECLI:CY:AD:2016:D320) αποτελεί υποχρέωση του αιτητή ασύλου να επικαλεστεί έστω και χωρίς να προσκομίσει τυπικά αποδεικτικά στοιχεία, συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που του προκαλούν κατά τρόπο αντικειμενικώς αιτιολογημένο, φόβο δίωξης στη χώρα του για κάποιον από τους λόγους που αναφέρει το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου (Βλ. επίσης νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, αποφάσεις αρ. 1093/2008, 817/2009 και 459/2010). Εν συνεχεία ωστόσο, λόγω ακριβώς της δυσχέρειας των αιτητών ασύλου να τεκμηριώσουν με συγκεκριμένα στοιχεία την αίτησή τους, γεννάται υποχρέωση της διοίκησης να συνδράμει τον αιτητή σε αυτήν την προσπάθεια προβολής και τεκμηρίωσης των ισχυρισμών του (Βλ. Εγχειρίδιο για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων της Υπάτης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών παρ. 195 επ., Βλ. επίσης αναφορικά με την ενεργό συνεργασία Απόφαση του ΔΕΕ της 22ας Νοεμβρίου 2012, Υπόθεση C‑277/11, M. M., ECLI:EU:C:2012:744, σκέψεις 63 εώς 68).

 

12.          Προχωρώντας στην εξέταση της ουσίας των ισχυρισμών του Αιτητή, επισημαίνω συναφώς τα ακόλουθα: Στην αίτησή του για διεθνή προστασία, ως προς τα προσωπικά του στοιχεία, ο Αιτητής δήλωσε υπήκοος της Γουινέας. Ως προς τον λόγο εγκατάλειψης της χώρας καταγωγής του, ο Αιτητής δήλωσε ότι λόγω του ότι ο ίδιος δεν ακολουθεί τον Ισλαμισμό όπως ο πατέρας του, ο τελευταίος δεν του συμπεριφερόταν καλά και ως εκ τούτου έκλεψε χρήματα από τον πατέρα του και εγκατέλειψε τη χώρα.  

 

13.          Κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξης, ο Αιτητής δήλωσε ως τόπο καταγωγής και τελευταίας συνήθους διαμονής του την πόλη Conakry της Γουινέας και δήλωσε ότι ανήκει στη φυλή Maninka. Ολοκλήρωσε τη δευτεροβάθμια εκπαίδευσή του το 2020 και παράλληλα εργάστηκε ως σχεδιαστής, ως κουρέας και ως ξυλουργός. Στη Γουινέα εξακολουθούν να διαμένουν οι γονείς του, η αδερφή του και ο αδερφός του και διατηρεί επικοινωνία μόνο με την μητέρα του, η οποία τον βοήθησε να αναχωρήσει από τη χώρα. Η οικογένειά του είναι Μουσουλμάνοι, αλλά ο ίδιος δήλωσε ότι μεταστράφηκε στον Χριστιανισμό (Προτεσταντισμό).   

 

14.           Ερωτηθείς αναφορικά με τους λόγους που τον ώθησαν να εγκαταλείψει τη χώρα του, ο Αιτητής δήλωσε κατά την ελεύθερη αφήγησή του ότι ο πατέρας του δεν τον στήριξε στην απόφασή του να ασπαστεί τον Χριστιανισμό. Για περίοδο έξι μηνών ισχυρίστηκε ότι του συμπεριφερόταν άσχημα. Συγκεκριμένα, ανέφερε ότι τον κλείδωνε στο δωμάτιο, μία μέρα του έριξε καυτό νερό στο πόδι επειδή είχε πάει εκκλησία και απειλούσε πως εάν δεν επέστρεφε στον Μουσουλμανισμό θα τον σκότωνε. Η μητέρα του, βλέποντας την κατάσταση, τον βοήθησε να εγκαταλείψει τη χώρα. Πρόσθεσε πως ο ίδιος έκλεψε χρήματα από τον πατέρα του και κατέφυγε σε οικία φίλου του, ο οποίος τον βοήθησε να οργανώσει το ταξίδι της αναχώρησής του. Ο Αιτητής δήλωσε πως διέμενε με τον φίλο του για διάστημα δύο ετών πριν την αναχώρησή του από τη χώρα, χωρίς να το μάθει ο πατέρας του και χωρίς να του συμβεί οτιδήποτε. Αναχώρησε τον Σεπτέμβριο του 2021 από τη Γουινέα, εξασφαλίζοντας φοιτητική άδεια εισόδου για τα κατεχόμενα εδάφη της Δημοκρατίας. Ισχυρίστηκε ότι ενώ βρισκόταν στα κατεχόμενα εδάφη της Δημοκρατίας, ο πατέρας του πήρε το τηλέφωνο από τη μητέρα του και του είπε πως δεν υπάρχει πλέον γι’ αυτόν και πως εάν επιστρέψει θα τον σκοτώσει.

 

15.          Σε διερευνητικές ερωτήσεις, ο Αιτητής δήλωσε πως το 2007, όταν ήταν ακόμη μαθητής, αποφάσισε να αλλάξει θρησκεία, καθότι είχαν εκκλησία στο σχολείο. Σε σχετική ερώτηση, ανέφερε πως φοίτησε σε χριστιανικό σχολείο επειδή παρείχε καλύτερη εκπαίδευση και μαθήματα αγγλικών. Ασπάστηκε τον Χριστιανισμό και συγκεκριμένα τον Προτεσταντισμό το 2019 στην πόλη Mamou, διότι ως δήλωσε σε σχετική ερώτηση, μετέβαιναν στην εν λόγω πόλη με τον φίλο του για κάποιες εργασίες. Ισχυρίστηκε ότι ο πατέρας του έμαθε για την μεταστροφή του το 2020 από κάποιο άτομο που του ανέφερε ότι ο Αιτητής πήγαινε εκκλησία. Ερωτηθείς τι θα του συμβεί σε περίπτωση επιστροφής του, ο Αιτητής αποκρίθηκε πως δεν γνωρίζει, ότι είναι δύσκολο και σε ερώτηση κατά πόσο θα μπορούσε να διαμείνει σε άλλη περιοχή της Γουινέας, ο Αιτητής απάντησε αρνητικά, καθότι ως δήλωσε ουδέποτε διέμεινε σε άλλη πόλη.

 

16.          Στη συνέχεια, ο Αιτητής κλήθηκε να απαντήσει σε σειρά ερωτημάτων σχετικά με τον λόγο της μεταστροφής του και για θέματα που άπτονται του Χριστιανισμού. Ο Αιτητής δήλωσε ότι αυτό που τον ώθησε στην μεταστροφή ήταν τα κηρύγματα του πάστορα και αυτά που του έλεγε ο φίλος του, ενώ δεν του άρεσε να πηγαίνει στο τζαμί. Ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να αναφέρει την ιδεολογία του Προτεσταντισμού και όταν ρωτήθηκε σε τι πιστεύει, απάντησε γενικά σε θεούς. Ενώ δήλωσε πως βαπτίστηκε, ο Αιτητής δεν προσκόμισε πιστοποιητικό βαπτίσεως ή κάποιο σχετικό έγγραφο. Ενώ δήλωσε ότι πήγαινε χριστιανικές εκκλησίες στη χώρα του, δεν ήταν σε θέση να αναφέρει τις ονομάσει. Αναφορικά με τη λατρεία του χριστιανισμού στη Δημοκρατία, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι δεν εκκλησιάζεται και ότι προσεύχεται στο σπίτι. Ο Αιτητής επέδειξε πλήρη άγνοια σε βασικά ερωτήματα που άπτονται του Χριστιανισμού.   

 

17.          Αξιολογώντας τις ανωτέρω δηλώσεις του Αιτητή, οι Καθ' ων η αίτηση σχημάτισαν τρεις ουσιώδεις ισχυρισμούς, ο μεν πρώτος αναφορικά με την ταυτότητα, τη χώρα καταγωγής και τα προσωπικά στοιχεία του Αιτητή, ο δε δεύτερος αναφορικά με την ιδιότητα του Αιτητή ως προσηλυτισμένος Χριστιανός – Προτεστάντης και ο τρίτος σχετικά με τον ισχυριζόμενο φόβο δίωξης του Αιτητή εξαιτίας της μεταστροφής του στον Προτεσταντισμό.  

 

18.          Ο πρώτος ισχυρισμός έγινε αποδεκτός, καθότι κρίθηκε ότι παρατέθηκε με επαρκή λεπτομέρεια και πως, βρισκόταν σε συμφωνία με το προσκομισθέν από τον Αιτητή έγγραφο (έγγραφο διαβατηρίου) και εν μέρει με τις εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, καθότι δεν εντοπίστηκε η ύπαρξη του σχολείου “Babeno secondary school” στο Conakry.  

 

19.          Αντίθετα ο δεύτερος ισχυρισμός του Αιτητή έτυχε απόρριψης, καθότι οι Καθ' ων η αίτηση έκριναν ότι ο Αιτητής δεν γνώριζε βασικά θέματα που άπτονται του Χριστιανισμού, δεν στοιχειοθέτησε το κίνητρο της μεταστροφής του, ενώ υπέπεσε σε αντιφάσεις και προέβη σε μη ευλογοφανείς απαντήσεις. Συγκεκριμένα, οι Καθ’ ων η αίτηση σχολιάζουν πως ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει για ποιο λόγο μία μουσουλμανική οικογένεια επέτρεψε στο παιδί της να φοιτήσει σε χριστιανικό σχολείο, αναφέροντας ότι στα χριστιανικά σχολεία προσφέρεται καλύτερη εκπαίδευση και έχουν τη δυνατότητα να μάθουν αγγλικά. Επίσης, ο ισχυρισμός του Αιτητή ότι το 2007, ήτοι σε ηλικία επτά χρονών, αποφάσισε να αλλάξει θρησκεία, κρίθηκε μη ευλογοφανής. Επιπρόσθετα, ο Αιτητής ισχυρίστηκε γενικά ότι ασπάστηκε τον Χριστιανισμό το 2019, χωρίς να μπορεί να αναφέρει συγκεκριμένη ημερομηνία. Σε βασικά ερωτήματα σχετικά με τον Χριστιανισμό, ο Αιτητής επέδειξε πλήρη άγνοια. Ειδικότερα, δεν γνώριζε πότε και πού γεννήθηκε ο Χριστός, δεν ήταν σε θέση να αναφέρει ονόματα αγίων, ούτε τους μαθητές του Χριστού, ούτε επίσης τις κύριες γιορτές του Χριστιανισμού. Επιπρόσθετα, ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να εκφράσει και να περιγράψει τον τρόπο άσκησης της θρησκείας του και παρόλο που ισχυρίστηκε ότι πήγαινε εκκλησία στη χώρα του, δεν γνώριζε το όνομά της. Κληθείς περαιτέρω να μιλήσει για τον Προτεσταντισμό και τι τον προσέλκυσε σε αυτόν, ο Αιτητής απάντησε αόριστα ότι του άρεσε το κήρυγμα του πάστορα, αυτά που του έλεγε ο φίλος του και ότι δεν του άρεσε να πηγαίνει στο τζαμί. Οι Καθ’ ων η αίτηση σχολίασαν επίσης το γεγονός ότι ο Αιτητής, ενώ έχει την ευκαιρία να ασκήσει τη νέα του θρησκεία ελεύθερα στη Δημοκρατία, δήλωσε πως δεν εκκλησιάζεται, αλλά προσεύχεται στην οικία του. Οι Καθ’ ων η αίτηση κατέληξαν πως οι πληροφορίες και οι ισχυρισμοί του Αιτητή κρίνονται ως ανεπαρκείς και χωρίς την απαιτούμενη συνοχή και ευλογοφάνεια.    

 

20.          Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του εν λόγω ισχυρισμού, οι Καθ’ ων η αίτηση επεσήμαναν πως σε θέματα θρησκευτικής μεταστροφής οφείλεται να εξετάζεται η γνησιότητα της ενέργειας, η ενεργός εμπλοκή στη θρησκευτική λατρεία, καθώς και η γνώση σε βασικές αρχές και πληροφορίες για τη θρησκεία με σκοπό να διαφανεί ο βαθμός ενδιαφέροντος που θα επιδείξει κάποιος στη συνέχιση της άσκησης των θρησκευτικών του καθηκόντων σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του. Οι Καθ’ ων η αίτηση σχολιάζουν πως όσο μεγαλύτερο είναι το επιδεικνυόμενο ενδιαφέρον που εκδηλώνει κάποιο πρόσωπο και όσο μεγαλύτερη η εμπλοκή του στην άσκηση και λατρεία της θρησκείας, τόσο αυξάνεται ο κίνδυνος να υποπέσει στην αντίληψη της Μουσουλμανικής κοινότητας με πιθανή επακόλουθη δίωξή του. Οι Καθ’ ων η αίτηση σχολιάζουν ότι ο Αιτητής ασπάστηκε τον Χριστιανισμό το 2019, ωστόσο εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του το 2021, γεγονός το οποίο υποδηλώνει πως η θρησκευτική του πεποίθηση δεν ήταν ο λόγος που εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του. Με βάση τα όσα ανέφερε ο Αιτητής στη συνέντευξή του, οι Καθ’ ων η αίτηση έκριναν ότι δεν μπορεί να στοιχειοθετηθεί γνήσια και ειλικρινής θρησκευτική μεταστροφή, καθότι από τις απαντήσεις που έδωσε, διαφαίνεται ότι δεν πρόκειται για πρόσωπο βαθιά θρησκευόμενο που η αλλαγή στη θρησκεία συνεπαγόταν και δραματική αλλαγή στο τρόπο ζωής και άσκησης των θρησκευτικών του καθηκόντων. Διαπίστωσαν ότι ο Αιτητής δεν επιδεικνύει σοβαρό ενδιαφέρον στη θρησκεία που έχει ασπαστεί, υπέδειξε άγνοια σε βασικά θέματα που άπτονται του Χριστιανισμού και ως εκ τούτου δεν τεκμηρίωσε την ιδιότητά του ως άτομο που έχει μεταστραφεί στον Χριστιανισμό-Προτεσταντισμό. Οι Καθ’ ων η αίτηση κατέληξαν πως ο Αιτητής δεν κατάφερε να στοιχειοθετήσει ότι σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα του θα επιδείξει ένθερμα τη συνέχιση εξάσκησης των θρησκευτικών του καθηκόντων και παρόλο που ως ισχυρίστηκε έχει βαπτιστεί, διαδικασία για την οποία δεν ήταν σε θέση να δώσει καμία περιγραφή, δεν υπέδειξε κανένα ενδιαφέρον για άσκηση της θρησκείας που ασπάστηκε ούτε στη χώρα του, αλλά ούτε και στη Δημοκρατία.

 

21.          Ούτε ο τρίτος ισχυρισμός του Αιτητή περί φόβου δίωξής του από τον πατέρα του λόγω της μεταστροφής του στον Χριστιανισμό έγινε αποδεκτός από τους Καθ’ ων η αίτηση. Ο Αιτητής ανέφερε ότι από τότε που ο πατέρας του ανακάλυψε την ενέργειά του αυτή, η ζωή του βρίσκεται σε κίνδυνο και περιέγραψε περιστατικά κακομεταχείρισης και επίθεσης από τον πατέρα του, τα οποία τον ανάγκασαν να εγκαταλείψει τη χώρα του με τη βοήθεια της μητέρας του και ενός φίλου του. Οι Καθ’ ων η αίτηση σημείωσαν ότι αφού δεν έγινε αποδεκτό το μέρος του αιτήματος που αφορά στην μεταστροφή του Αιτητή στον Χριστιανισμό, κατά συνέπεια δεν γίνεται αποδεκτός ούτε ο ισχυριζόμενος φόβος δίωξης στον οποίο ενδέχεται να εκτεθεί σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα του από τον πατέρα του.

 

22.           Εκτιμώντας την εξωτερική αξιοπιστία του τρίτου ουσιώδους ισχυρισμού, οι Καθ’ ων η αίτηση, κατόπιν έρευνας σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, κατέγραψαν πως το Σύνταγμα της Γουινέας κατοχυρώνει την ισότητα όλων των πολιτών ενώπιον του νόμου ανεξαρτήτως καταγωγής, φυλής, εθνικότητας, φύλου και θρησκείας, τιμωρεί τις θρησκευτικές διακρίσεις και εγγυάται το δικαίωμα επιλογής θρησκείας. Ευρήματα της έρευνας που διεξήγαγαν οι Καθ’ ων η αίτηση, αναφέρουν πως η Δημοκρατία της Γουινέας παρουσιάζει εθνοτική και θρησκευτική ποικιλομορφία και τα δικαιώματα των διαφόρων ομάδων γίνονται γενικά σεβαστά, παρά τις αυταρχικές τάσεις της κυβέρνησης. Οι μουσουλμάνοι αποτελούν την πλειοψηφία σε κάθε επαρχία της Γουινέας, ενώ χριστιανικές κοινότητες εντοπίζονται κυρίως στις μεγαλύτερες πόλεις, συμπεριλαμβανομένου του Conakry, καθώς και στις νότιες και ανατολικές περιοχές. Αναφέρεται ότι σχετικά με την θρησκευτική εκπαίδευση, τα ισλαμικά σχολεία - ιδιωτικά ή χρηματοδοτούμενα από την κυβέρνηση- παραμένουν το παραδοσιακό περιβάλλον για τη θρησκευτική εκπαίδευση και στα οποία διδάσκεται το υποχρεωτικό κυβερνητικό πρόγραμμα σπουδών μαζί με τις κορανικές σπουδές. Υπάρχουν ιδιωτικά χριστιανικά σχολεία,  στις μεγάλες πόλεις, ανοικτά σε χριστιανούς και μη μαθητές, τα οποία διδάσκουν επίσης το υποχρεωτικό κυβερνητικό πρόγραμμα σπουδών, ωστόσο δεν λαμβάνουν καμία κυβερνητική υποστήριξη. Σύμφωνα με τη Γενική Γραμματεία Θρησκευτικών Υποθέσεων (SRA), περίπου το 85% του πληθυσμού είναι μουσουλμάνοι, το 8% είναι χριστιανοί και το 7% ασπάζεται τις θρησκευτικές πεποιθήσεις των αυτοχθόνων. Οι μουσουλμάνοι αποτελούν την πλειοψηφία και στις τέσσερις περιοχές της χώρας. Οι χριστιανοί συγκεντρώνονται στις μεγάλες πόλεις, συμπεριλαμβανομένου του Conakry. Τέλος, αναφέρεται πως τα θρησκευτικά δικαιώματα γίνονται γενικά σεβαστά στην πράξη, παρά τις περιστασιακές διακρίσεις. Άτομα που ασπάζονται τον Χριστιανισμό αντιμετωπίζουν ορισμένες φορές πίεση από την κοινότητά τους (ερυθρά 55-43 του διοικητικού φακέλου).

 

23.          Με βάση το μόνο αποδεκτό ισχυρισμό του Αιτητή, οι Καθ' ων η αίτηση, λαμβάνοντας υπόψιν το προσωπικό του προφίλ, έκριναν ότι δεν δικαιολογείται η υπαγωγή του σε καθεστώς διεθνούς προστασίας. Οι Καθ' ων η αίτηση αξιολόγησαν και την κατάσταση ασφαλείας που επικρατεί στη χώρα καταγωγής και στον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή, ήτοι την πόλη Conakry, προκειμένου να διερευνηθεί εάν ο Αιτητής μπορεί να υπαχθεί στις πρόνοιες περί συμπληρωματικής προστασίας. Με βάση πηγές πληροφόρησης, οι Καθ’ ων η αίτηση επεσήμαναν πως παρόλο που έγινε πραξικόπημα το 2021 στην πρωτεύουσα, οι πληροφορίες δεν καταδεικνύουν ότι υφίστανται συνθήκες αδιάκριτης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης (ερυθρά  61 και 56 του διοικητικού φακέλου).  Οι Καθ’ ων η αίτηση, κατά τη νομική ανάλυση, κατέληξαν ότι δεν προκύπτει δικαιολογημένος φόβος δίωξης του Αιτητή δυνάμει του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου, αλλά ούτε και πραγματικός κίνδυνος σοβαρής βλάβης αυτού δυνάμει του άρθρου 19(2) του περί Προσφύγων Νόμου.  

 

24.          Στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, ο Αιτητής δεν προέβαλε οποιοδήποτε νέο, ειδικό και τεκμηριωμένο ισχυρισμό συναφή με τον πυρήνα του αιτήματός του για διεθνή προστασία. Συγκεκριμένα, ο Αιτητής επανέλαβε τους ισχυρισμούς που προέβαλε και στη συνέντευξή του, ότι προέρχεται από οικογένεια Μουσουλμάνων και ότι ο ίδιος έχει μεταστραφεί στον Χριστιανισμό. Ανέφερε επίσης ότι διατηρεί επικοινωνία με την μητέρα του και ότι ο πατέρας του γνωρίζει ότι βρίσκεται στη Δημοκρατία, αλλά ισχυρίστηκε ότι είναι ικανός να τον σκοτώσει. Από την πλευρά τους οι Καθ’ ων η αίτηση υιοθέτησαν τα όσα προέβαλαν με την ένσταση και τη γραπτή τους αγόρευση, ενώ επεσήμαναν την άγνοια του Αιτητή σε βασικά θέματα που άπτονται του Χριστιανισμού, ότι δεν επικρατούν στη χώρα του συνθήκες αδιάκριτης βίας, καθώς και το γεγονός ότι πρόκειται για υγιή ενήλικα χωρίς στοιχεία ευαλωτότητας, που ουδέποτε στοχοποιήθηκε από την κυβέρνηση της χώρας του.

 

25.          Προχωρώντας την de novo και ex nunc εξέταση των ενώπιόν μου δεδομένων, όπως υπαγορεύουν τα εδάφια (3) και (4) του άρθρου 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου, με βάση τα ενώπιον μου δεδομένα, αρχικά συντάσσομαι με το εύρημα των Καθ’ ων η αίτηση περί αξιοπιστίας του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού για τους λόγους που καταγράφονται στην εισηγητική έκθεση, η οποία αποτελεί και την αιτιολογική βάση της επίδικης απόφασης. Επισημαίνεται ότι παρόλο που δεν ανευρέθη ούτε σε έρευνα του Δικαστηρίου το σχολείο “Babeno secondary school” στο οποίο ισχυρίστηκε ο Αιτητής ότι φοίτησε στο Conakry, ωστόσο ο Αιτητής προσκόμισε αυθεντικό διαβατήριο της χώρας του και ήταν σε θέση να αναφέρει την εθνοτική του ομάδα Malinka, η οποία εδράζει στη Γουινέα και να αναφέρει ομιλούμενες γλώσσες της χώρας.

 

26.          Ως προς τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό, ήτοι τη μεταστροφή του Αιτητή στον Χριστιανισμό συντάσσομαι με το συμπέρασμα περί της αναξιοπιστίας αυτού.  Οι Καθ’ ων η αίτηση έθεσαν πληθώρα ερωτήσεων στον Αιτητή σχετικά με το θέμα αυτό, ωστόσο με βάση τα πρακτικά της συνέντευξης. Παρατηρώ ότι ο Αιτητής δεν κατόρθωσε να τεκμηριώσει τα κίνητρα της ενέργειάς του αυτής ή για ποιο λόγο επέλεξε συγκεκριμένα τον Προτεσταντισμό, ενώ επέδειξε πλήρη άγνοια σε βασικά θέματα που άπτονται της θρησκείας που κατ' ισχυρισμό έχει ασπαστεί και τα οποία αποτελούν κατά τον ίδιο την αφορμή της δίωξής του. Η αφήγηση του Αιτητή, οι απαντήσεις του τόσο στα ερωτήματα, όσο και στα διευκρινιστικά ερωτήματα που του τέθηκαν ήταν αόριστες, γενικές, σύντομες, χωρίς λεπτομέρεια και χωρίς ευλογοφάνεια. Ο ισχυρισμός του Αιτητή ότι φοιτούσε σε Χριστιανικό σχολείο και ότι λόγω αυτού έδειξε ενδιαφέρον για τον Χριστιανισμό σε ηλικία επτά ετών, από μόνος του ο ισχυρισμός αυτός δεν αποτελεί ένδειξη μη γνησιότητας των αναφορών του, καθότι με βάση πηγές που παρέθεσαν οι Καθ’ ων η αίτηση διαπιστώθηκε ότι υπάρχουν χριστιανικά σχολεία τα οποία είναι ανοικτά και σε μη χριστιανούς μαθητές, εύρημα το οποίο επιβεβαιώνεται και από έρευνα του Δικαστηρίου.[1] Περαιτέρω, ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει για ποιο λόγο τον προσέλκυσε το δόγμα του Προτεσταντισμού, αναφέροντας αόριστα ότι του άρεσαν τα κηρύγματα του πάστορα και όσα άκουγε από τον φίλο του. Ερωτηθείς τι σημαίνει ο Χριστιανισμός για τον ίδιο, ο Αιτητής δεν έδωσε απάντηση, αποκρινόμενος αόριστα ότι έμαθε αρκετά πράγματα για τον Χριστιανισμό, ενώ υπεξέφυγε και της ερώτησης για ποιο λόγο αποφάσισε να αλλάξει θρησκεία, αναφέροντας ότι ήταν καλό για τον ίδιο, αλλά όχι για τον πατέρα του. Κληθείς εκ νέου να αναφέρει τι τον προσέλκυσε στον Χριστιανισμό, ο Αιτητής απάντησε ότι γνώριζε το Κοράνι και τώρα γνωρίζει τη Βίβλο και συγκρίνοντάς τα, το Κοράνι έχει περισσότερες υποχρεώσεις. Ο Αιτητής επέδειξε άγνοια σε βασικά ερωτήματα για τον Χριστιανισμό. Ειδικότερα, δεν γνώριζε πότε και πού γεννήθηκε ο Χριστός, δεν ήταν σε θέση να αναφέρει ονόματα αγίων, ούτε τους μαθητές του Χριστού, ούτε επίσης τις κύριες γιορτές του Χριστιανισμού. Καίτοι η γνώση επί δογματικών στοιχεία δεν απαιτείται σε βάθος, ευλόγως αναμένεται από ένα ενήλικα ο οποίος ενσυνείδητα λαμβάνει μια απόφαση, η οποία έχει τόσο ουσιαστικές προεκτάσεις για τη ζωή του και ως ισχυρίζεται για την ασφάλειά του, να κατέχει βασικές γνώσεις επί της θρησκείας που υποστηρίζει ότι τον εκφράζει πλέον.  Πρόσθετα, ενώ ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι βαπτίστηκε, ερωτηθείς πότε έλαβε χώρα η βάπτιση, απάντησε γενικά το 2019 και δεν ήταν σε θέση να αναφέρει τον μήνα, ούτε να δώσει οποιεσδήποτε λεπτομέρειες για το γεγονός αυτό. Επιπλέον, ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να εκφράσει και να περιγράψει τον τρόπο άσκησης της θρησκείας του και παρόλο που ισχυρίστηκε ότι πήγαινε εκκλησία στη χώρα του, δεν γνώριζε το όνομά της. Επιπλέον, παρόλο που θα μπορούσε στη Δημοκρατία να ασκήσει ελεύθερα τα θρησκευτικά του καθήκοντα, πηγαίνοντας στην εκκλησία, εντούτοις ο Αιτητής δήλωσε ότι δεν το πράττει. Κατά τη δικαστική διαδικασία ο ισχυρισμός του Αιτητή περί της μεταστροφής του στον Χριστιανισμό παρέμεινε ατεκμηρίωτος. Εάν ένα άτομο έχει ασπαστεί μία νέα θρησκεία, αναμένεται από αυτόν να είναι σε θέση να επιδείξει την εξοικείωσή του με τα βασικά στοιχεία της νέας του θρησκείας, τα κίνητρα που τον οδήγησαν στην ενέργεια αυτή και ενεργό εμπλοκή στη λατρεία. Ο Αιτητής δεν έδωσε οποιαδήποτε βιωματική περιγραφή για την εσωτερική διεργασία που τον οδήγησε στην απόφαση να αλλάξει θρησκεία, δεν έδωσε καμία εύλογη εξήγηση ως προς το τι τον προσέλκυσε στη χριστιανική θρησκεία και δη στον Προτεσταντισμό και επέδειξε πλήρη άγνοια σε βασικά ερωτήματα για τον Χριστιανισμό.   

 

27.          Αναφορικά με τον τρίτο ουσιώδη ισχυρισμό του Αιτητή, περί κινδύνου κατά της ζωής του από τον πατέρα του ένεκα της μεταστροφής του στον Χριστιανισμό, συντάσσομαι με την κατάληξη των Καθ’ ων η αίτηση. Παρόλο που με βάση τα ανωτέρω, η αξιοπιστία του εν λόγω ισχυρισμού, όπως επεσήμαναν και οι Καθ’ ων η αίτηση κλονίζεται εκ προοιμίου λόγω του ότι ο ισχυρισμός του ως προς την μεταστροφή του έχει ήδη απορριφθεί, εντούτοις θα προχωρήσω με την αξιολόγηση της εσωτερικής αξιοπιστίας του εν λόγω ισχυρισμού καθώς προκύπτουν σε σχέση με αυτόν επιπλέον ενδείξεις περί της αναξιοπιστίας του. Με βάση τα πρακτικά της συνέντευξης, διαπιστώνεται ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να στοιχειοθετήσει την κατ’ ισχυρισμό δίωξή του από τον πατέρα του. Ειδικότερα, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι έκλεψε χρήματα από τον πατέρα του και έμεινε για δύο χρόνια στην οικία φίλου του πριν την αναχώρησή του από τη χώρα, χωρίς να του συμβεί οτιδήποτε. Σε σχετική ερώτηση, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι ο πατέρας του δεν γνώριζε πού έμενε. Ερωτηθείς για ποιο λόγο φοβόταν αφού για δύο χρόνια έμενε με τον φίλο του χωρίς να αντιμετωπίσει οποιοδήποτε θέμα, ο Αιτητής απάντησε αόριστα ότι φοβόταν επειδή ο πατέρας του ήταν θυμωμένος.

 

28.          Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του εν λόγω ισχυρισμού, κατόπιν έρευνας, έκθεση του ACCORD που δημοσιεύτηκε τον Οκτώβριο του 2023 για την Γουινέα, αναφέρει ότι ο μεταβατικός χάρτης (transitional chart) του 2021 ορίζει ότι η Γουινέα είναι κοσμικό κράτος και ποινικοποιεί με φυλάκιση και πρόστιμο κάθε πράξη που υπονομεύει τoν κοσμικό χαρακτήρα του κράτους ή την θρησκευτική ελευθερία ενός ατόμου. Ο ποινικός κώδικας παρέχει ελευθερία στη λατρεία εντός καθορισμένων ορίων. Περίπου το 85 τοις εκατό του πληθυσμού είναι Μουσουλμάνοι, το 8 τοις εκατό είναι Χριστιανοί και το 7 τοις εκατό ασπάζονται αυτόχθονες θρησκείες και άλλες πεποιθήσεις. Η έκθεση παραπέμπει στον αμερικανικό ευαγγελικό χριστιανικός ειδησεογραφικό ιστότοπο Christianity Today (CT), ο οποίος αναφέρει ότι οι Χριστιανοί προέρχονται γενικά από τους Guerzé και άλλες μικρότερες εθνοτικές ομάδες, αλλά υπάρχουν άτομα από όλες τις φυλές/εθνοτικές ομάδες που έχουν ασπαστεί τον Χριστιανισμό. Τα θρησκευτικά δικαιώματα είναι γενικά σεβαστά στην πράξη, αλλά άτομα που μεταστρέφονται από το Ισλάμ στον Χριστιανισμό, δέχονται μερικές φορές πιέσεις από την κοινότητά τους. Αναφέρεται επίσης ότι σε ορισμένα μέρη της χώρας, ιδίως σε κεντρικές και βόρειες περιοχές, ο προσηλυτισμός αποθαρρύνεται λόγω ισχυρής οικογενειακής, κοινοτικής, πολιτιστικής, κοινωνικής ή οικονομικής πίεσης. Αναφέρεται επίσης ότι μερικές φορές οι μουσουλμανικές οικογένειες και κοινότητες απέρριπταν ή καταδίωκαν τους μουσουλμάνους, ιδίως τις γυναίκες, που μεταστράφηκαν σε άλλη θρησκεία. Ο ειδησεογραφικός ιστότοπος CT αναφέρει ότι, ενώ ορισμένοι μουσουλμάνοι που ασπάζονται τον χριστιανισμό φοβούνται την αντίδραση της οικογένειάς του, ωστόσο  δεν παρενοχλούνται από το κράτος.[2] Παρά το γεγονός ότι πιθανόν άτομα που ασπάζονται τον Χριστιανισμό στη Γουινέα να υφίστανται πιέσεις από την κοινότητα ή την οικογένειά τους, σε κάθε περίπτωση, οι γενικές αυτές πληροφορίες δεν επαρκούν ούτως ώστε να υπερκαλυφθεί η έλλειψη εσωτερικής αξιοπιστίας των λεγομένων του Αιτητή. Όλως επικουρικώς, σημειώνεται ότι ο Αιτητής κατάγεται και διέμενε στο Conakry, το οποίο βρίσκεται δυτικά, ενώ με βάση τις πηγές πληροφόρησης, ο προσηλυτισμός αποθαρρύνεται σε κοινότητες και οικογένειες κεντρικών και βόρειων περιοχών. 

 

29.          Αξίζει να σημειωθεί ότι σε αιτήματα διεθνούς προστασίας που αφορούν την θρησκεία ως λόγο φόβου δίωξης, πρέπει να εξετάζονται οι προσωπικές εμπειρίες του αιτητή, οι θρησκευτικές του πεποιθήσεις, ο τρόπος ζωής του καθώς και η σημασία που αποδίδει στις πεποιθήσεις αυτές, οι συνέπειες των περιορισμών τους και εάν οι θρησκευτικές του δραστηριότητες πιθανόν να οδηγήσουν σε πράξεις δίωξης.[3] Με βάση τα ενώπιον μου δεδομένα, παρατηρώ ότι, τόσο κατά τη διαδικασία της προσωπικής συνέντευξης του Αιτητή όσο και κατά τη δικαστική διαδικασία, ο Αιτητής δεν κατάφερε να τεκμηριώσει την μεταστροφή του στον Χριστιανισμό και ειδικότερα στον Προτεσταντισμό, ούτε ότι διώκεται από τον πατέρα του συνεπεία της μεταστροφής αυτής. Παρά την πληθώρα ερωτήσεων που τέθηκαν στον Αιτητή, και οι οποίες κάλυπταν τόσο τις σκέψεις του περί Μουσουλμανισμού και Χριστιανισμού, την εσωτερική διεργασία που τον οδήγησε σε αλλαγή θρησκείας, όσο και τις γνώσεις του, καθώς και τον τρόπο με τον οποίο ασκεί τη θρησκευτική λατρεία στη Δημοκρατία, κρίνω ότι οι απαντήσεις που έδωσε ο Αιτητής ήταν στο σύνολό τους αόριστες, ασαφείς και ατεκμηρίωτες. Σε πολλά σημεία ο Αιτητής απέφευγε να δώσει ευθεία απάντηση στις ερωτήσεις, ενώ η πλειοψηφία των απαντήσεών του ήταν γενικού περιεχομένου, με πλήρη απουσία του βιωματικού και προσωπικού στοιχείου.

 

30.          Προχωρώντας στην αξιολόγηση του κινδύνου που ο Αιτητής διατρέχει, με βάση τον αποδεκτό ισχυρισμό περί ταυτότητας και χώρας καταγωγής του, σε περίπτωση επιστροφής του στο Conakry, τόπο καταγωγής και συνήθους διαμονής του, κατόπιν αναζήτησης στη βάση δεδομένων ACLED προέκυψε ότι στη διάρκεια ενός έτους και συγκεκριμένα το διάστημα από τις 25.5.2023 έως τις 24.5.2024 στην εν λόγω πόλη καταγράφηκαν 90 περιστατικά ασφαλείας τα οποία οδήγησαν σε 32 απώλειες ανθρώπινων ζωών. Τα 90 περιστατικά κατηγοριοποιήθηκαν ως ακολούθως: 1 μάχη (battle), η οποία είχε ως αποτέλεσμα 9 ανθρώπινες απώλειες, 5 περιστατικά βίας κατά πολιτών (violence against civilians) που είχαν ως αποτέλεσμα 3 απώλειες, 47 ταραχές (riots) που είχαν ως αποτέλεσμα 20 ανθρώπινες απώλειες, και 37 διαμαρτυρίες (protests) χωρίς καμία απώλεια ανθρώπινων ζωών.[4] Σημειώνεται ότι ο πληθυσμός της πόλης Conakry εκτιμάται ότι το 2024 ανέρχεται στο 1,767,200.[5]  

 

31.          Ως προς την γενικότερη κατάσταση ασφαλείας στη χώρα καταγωγής του Αιτητή, σύμφωνα με το Portal RULAC (Rule of Law in Armed Conflict) της Ακαδημίας της Γενεύης, η Γουινέα δεν εντοπίζεται ανάμεσα στις χώρες που εμπλέκονται σε κάποια εσωτερική ή διεθνή ένοπλη σύρραξη.[6]

 

32.          Ως εκ των ανωτέρω ποσοτικών και ποιοτικών δεδομένων σε σχέση με την πόλη Conakry,  περιοχή καταγωγής και τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή, καθώς και ως προς τη γενικότερη κατάσταση ασφαλείας στη χώρα, δεν προκύπτει ότι σε περίπτωση επιστροφής του ο Αιτητής θα βρεθεί αντιμέτωπος με συνθήκες αδιάκριτης βίας λόγω ένοπλης σύρραξης, οι οποίες να θέτουν σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας μόνο εκ της παρουσίας του στο έδαφος της συγκεκριμένης περιοχής εντός της έννοιας του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου.

 

 

33.          Επιπλέον, από το προφίλ του Αιτητή δεν προκύπτει οποιοσδήποτε κίνδυνος συναρτώμενος με το προφίλ του, ούτε και ο Αιτητής ήγειρε οποιοδήποτε ισχυρισμό περί αυτού. Σημειώνεται κατά τα άλλα ότι πρόκειται για άτομο που δεν παρουσιάζει κάποια στοιχεία ευαλωτότητας, καθότι είναι άρρεν, ενήλικας, νεαρός, υγιής και απόφοιτος δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, με ικανότητα για εργασία.   

 

34.          Όλως επικουρικώς και παρά το εύρημα περί αναξιοπιστίας του δεύτερου και τρίτου ουσιώδους ισχυρισμού του Αιτητή, εφόσον ο κατ’ ισχυρισμό φορέας δίωξής του είναι ο πατέρας του, θα μπορούσε ο Αιτητής, εάν ήθελε προκύψει οποιοσδήποτε κίνδυνος για τον ίδιο, να ζητήσει τη συνδρομή των αρχών της χώρας καταγωγής του. Υπενθυμίζεται σχετικώς, ότι η διεθνής προστασία αποτελεί προστασία δευτερεύουσα εκείνης της χώρας καταγωγής. [7]

 

35.          Με βάση τα ανωτέρω, έχοντας ενώπιόν μου τον διοικητικό φάκελο της υπόθεσης, καθώς και την ίδια την επίδικη απόφαση καταλήγω ότι δεν δικαιολογείται η υπαγωγή του Αιτητή στο καθεστώς του πρόσφυγα, καθώς δεν τεκμηριώθηκε η συνδρομή βάσιμου φόβου δίωξης για κάποιον από τους λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου.

 

36.           Ούτε επίσης τεκμηριώνεται υπαγωγή του στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας (άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου), καθώς ο Αιτητής δεν τεκμηριώνει, αλλά και από τα ενώπιόν μου στοιχεία δεν προκύπτει ότι εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη. 

 

37.          Ειδικότερα, στην προκείμενη περίπτωση από το προαναφερόμενο ιστορικό του Αιτητή δεν προκύπτει, ότι ενόψει των προσωπικών του περιστάσεων, πιθανολογείται να εκτεθεί σε κίνδυνο βλάβης συγκεκριμένης μορφής [βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94, Elgafaji, σκέψη 32)], ήτοι ότι αυτός διατρέχει κίνδυνο σοβαρής βλάβης, λόγω θανατικής καταδίκης ή εκτέλεσης, βασανιστηρίων, απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του [βλ. άρθρο 19(2)(α) και (β)].

 

38.          Ως προς τους παράγοντες που δύνανται να ληφθούν υπόψιν κατά την αξιολόγηση του συστατικού στοιχείου της αδιάκριτης βίας, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: το ΔΕΕ) επεσήμανε σε πρόσφατη απόφασή του ότι λαμβάνονται υπόψη «[…]μεταξύ άλλων, η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύρραξης ως στοιχεία λαμβανόμενα υπόψη κατά την εκτίμηση του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 (πρβλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C‑285/12, EU:C:2014:39, σκέψη 35), καθώς και άλλα στοιχεία όπως η γεωγραφική έκταση της κατάστασης αδιάκριτης άσκησης βίας, ο πραγματικός προορισμός του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής στην οικεία χώρα ή περιοχή και οι τυχόν εκ προθέσεως επιθέσεις κατά αμάχων εκ μέρους των εμπόλεμων μερών.» (ΔΕΕ, C-901/19, ημερομηνίας 10.6.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland, σκέψη 43).

 

39.          Περαιτέρω, ως προς τον προσδιορισμό του επιπέδου της ασκούμενης αδιάκριτης βίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (στο εξής: το ΕΔΔΑ) στην απόφασή του Sufi and Elmi (ΕΔΔΑ, απόφαση επί των προσφυγών  8319/07 and 11449/07, ημερομηνίας 28.11.2011) αξιολόγησε, διευκρινίζοντας ότι δεν κατονομάζονται εξαντλητικά, τη χρήση μεθόδων και τακτικών πολέμου εκ μέρους των εμπόλεμων πλευρών οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο αμάχων θυμάτων ή ευθέως στοχοποιούν αμάχους, εάν η χρήση αυτών είναι διαδεδομένη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, και, τελικά, τον αριθμό των αμάχων που έχουν θανατωθεί, τραυματιστεί και εκτοπιστεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης.

 

40.          Περαιτέρω, όπως διευκρίνισε το ΔΕΕ «ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας.» (απόφαση στην υπόθεση C-465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji κ. Staatssecretaris van Justitie, ημερ.17.2.2009) Ιδίως ως προς την εφαρμογή της αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας, το ΔΕΕ στην ως άνω απόφαση διευκρίνισε ότι «ότι όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας.».   

 

41.          Αλλά και όλως επικουρικώς, των ανωτέρω, δεν εντοπίζω οποιοδήποτε παράγοντα επίτασης κινδύνου εξετάζοντας τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή, διαπιστώνοντας ότι αυτός, σε κάθε περίπτωση,  συνιστά άρρενα, νεαρής ηλικίας, απόφοιτο δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, χωρίς προβλήματα υγείας και με ικανότητα να εργαστεί. Ακόμη κι εάν ο ίδιος δεν επιθυμεί την επιστροφή του στον τελευταίο τόπο διαμονής του, με βάση το προφίλ του, θα μπορούσε να εξασφαλίσει μία ασφαλή διαβίωση σε άλλες περιοχές εντός της χώρας καταγωγής του.

 

Ως εκ τούτου, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με €1000 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση.

                                                                               

      

                                                                            Κ.Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 



[1]The Freedom of thought Report, Guinea, Updated 7th October 2021 https://fot.humanists.international/countries/africa-western-africa/guinea/

 

[2] ACCORD, Australian Centre for Country of Origin & Asylum Research and Documentation, Guinea: COI Compilation, December 2023, σ.58-59

https://www.ecoi.net/en/file/local/2102460/ACCORD_Guinea_December_2023.pdf

 

[3] Η θρησκεία ως λόγος φόβου δίωξης στο πλαίσιο εφαρμογής του άρθρου 1 Α (2) της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 και / ή του Πρωτοκόλλου του 1967 για το Καθεστώς των Προσφύγων, Παράγραφος 14

https://www.refworld.org/cgi-bin/texis/vtx/rwmain/opendocpdf.pdf?reldoc=y&docid=4bb459922

 

[4] ACLED, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο: https://acleddata.com/explorer/ (βλ. Πλατφόρμα ACLED Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: ΧΡΟΝΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ: past year of ACLED DATA, ΤΥΠΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: Battles, Explosions/Remote violence, Violence against civilians, Protests και Riots, και ΠΕΡΙΟΧΗ: Africa – Guinea – Conakry)

[5]Worldometer στην ιστοσελίδα: https://www.worldometers.info/world-population/guinea-population/ (Guinea-Conakry)

[6] RULAC (Rule of Law in Armed Conflict), Ακαδημία Γενεύης

https://www.rulac.org/browse/map

[7] European Asylum Support Office (EASO), 'Practical Guide: Qualification for International Protection' (2018), σ. 36 

 https://euaa.europa.eu/sites/default/files/easo-practical-guide-qualification-for-international-protection-2018.pdf


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο