ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ


Υπόθεση Αρ.: 3046/23

 

18 Ιουνίου, 2024

 

[Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:

L. Ο. Ο.

Αιτητή

και

 

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου

 

Καθ' ων η αίτηση

 .........

 

 

 

Α. Ξιψυτή (κα), Δικηγόρος για τον Αιτητή

 

Σ. Σταύρου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Ο Αιτητής με την παρούσα προσφυγή αιτείται την έκδοση απόφασης από το παρόν Δικαστήριο με την οποία να κηρύσσεται άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε νομικού αποτελέσματος η απόφαση των Καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 28.7.2023 με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για διεθνή προστασία, καθώς κρίθηκε ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 19 των περί Προσφύγων Νόμων του 2000 έως 2022 (στο εξής: ο περί Προσφύγων Νόμος).

Γεγονότα

1.             Τα γεγονότα της υπόθεσης έχουν ως ακολούθως: Ο Αιτητής κατάγεται από τη Νιγηρία. Περί τις 7.11.2022 υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας. Στις 18.7.2023 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του Αιτητή από λειτουργό, ο οποίος υπέβαλε Έκθεση-Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου (στο εξής: Προϊστάμενος) για απόρριψη της αίτησης ασύλου του Αιτητή. Η Εισήγηση εγκρίθηκε από τον Προϊστάμενο στις 28.7.2023. Η εν λόγω απορριπτική απόφαση, η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 24.8.2023, αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.

 

Νομικοί Ισχυρισμοί

2.             Ο Αιτητής προωθεί ως λόγους προσφυγής στο πλαίσιο της γραπτής αγόρευσης τον ισχυρισμό περί μη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας υποστηρίζοντας, ότι δεν μπορεί να επιστρέψει στη χώρα του καθώς η ζωή του κινδυνεύει εξαιτίας περιουσιακών διαφορών του πατέρα του με τον θείο του. Υποστηρίζει περαιτέρω ότι ο θείος σκότωσε τον πατέρα του. Καίτοι κατήγγειλε το συμβάν στη αστυνομία το έγκλημα παραμένει ως ανέφερε ανεξιχνίαστο. Αναφερόμενος σε έτερο συμβάν, δήλωσε ότι τον Ιούνιο του 2022, ο ίδιος και ένας φίλος του, ενώ πήγαιναν σε ένα πάρτι σταμάτησαν το αυτοκίνητο κάπου προκειμένου να αγοράσουν κάτι. Ο Αιτητής υποστηρίζει ότι εσφαλμένος κρίθηκε αναξιόπιστος ως προς το δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό του ήτοι την κατ’ ισχυρισμό δίωξή του από το θείο του. Αναφερόμενος στην διεργασία που περιλαμβάνει η αξιολόγηση της αξιοπιστίας ενός αιτούντος και το μέτρο απόδειξης εύλογης πιθανότητας, ο Αιτητής επισημαίνει ότι η παρελθούσα δίωξη είναι σημαντική για σκοπούς αξιολόγησης τυχόν μελλοντικής δίωξής. Εξάλλου, ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του εν λόγω ισχυρισμού παραπέμπει σε πηγές, οι οποίες κατά ον ίδιο καταδεικνύουν ότι υφίσταται αστυνομική βία και αυθαιρεσίες στη χώρα καταγωγής του Αιτητή. Ως προς τον κίνδυνο που αυτός διατρέχει, ο Αιτητής υποστηρίζει ότι δεδομένης της παρελθούσας δίωξης και των απειλών που δέχτηκε από το θείο του δημιουργούν εύλογο φόβο δίωξής του και δικαιολογούν κατ’ επέκταση την υπαγωγή του σε καθεστώς διεθνούς προστασίας. 

 

3.              Από την πλευρά τους οι Καθ' ων η αίτηση, υπεραμύνονται της ορθότητας της επίδικης πράξης και επισημαίνουν ότι η απόφαση των Καθ' ων η αίτηση ήταν προϊόν δέουσας έρευνας και αιτιολογίας. Αναφέρονται ε στους ουσιώδεις ισχυρισμούς του Αιτητή και στην αξιολόγησή τους από τους Καθ’ ων η αίτηση, και βάλλουν κατά της αξιοπιστίας των ισχυρισμών του Αιτητή, υποδεικνύοντας ότι  δεν κατάφερε να καταδείξει ότι ικανοποιούνται οι προϋποθέσεις υπαγωγής του στα άρθρα 3 και 19 του Περί Προσφύγων, ως αναλύεται στην έκθεση εισήγηση. 

 

Νομικό Πλαίσιο

4.             Ο Κανονισμός 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 έχει ως ακολούθως:

«Ο Διαδικαστικός Κανονισμός του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, και οι περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου (Αρ.1) Διαδικαστικοί Κανονισμοί του 2015, τυγχάνουν εφαρμογής σε όλες τις προσφυγές που καταχωρούνται στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας από 18.6.2019, με τις αναγκαίες τροποποιήσεις που αναφέρονται στη συνέχεια και κατ’ ανάλογη εφαρμογή των δικονομικών κανόνων και πρακτικής που ακολουθούνται και εφαρμόζονται στις ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου προσφυγές εκτός αν ήθελε άλλως ορίσει το Δικαστήριο.».

 

5.             Το άρθρο 11 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 και 2020 (Ο περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμος) καθορίζει τη δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου.

 

6.             Το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου καθορίζει την έννοια του όρου πρόσφυγας και τις προϋποθέσεις υπαγωγής σε αυτόν τον ορισμό. 

 

7.             Το άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου προβλέπει τις περιπτώσεις, όπου χορηγείται το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.

 

8.             Το Διάταγμα του Υπουργού Εσωτερικών δυνάμει του άρθρου 12Βτρις των περί Προσφύγων ημερομηνίας 31.5.2024 (στο εξής: η ΚΔΠ 191/2024) ορίζει τη Νιγηρία ως ασφαλή χώρα ιθαγένειας.

 

Κατάληξη

9.             Ως προς τον ισχυρισμό που προωθείται από τη συνήγορο του Αιτητή περί έλλειψης δέουσας έρευνας και αιτιολογίας είναι κρίσιμο και απαραίτητο να καταστεί αντιληπτό ότι η δικαιοδοσία του παρόντος δικαστηρίου διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο στο λυσιτελές της προβολής των λόγων προσφυγής. Ειδικότερα, το παρόν Δικαστήριο ως δικαστήριο ουσίας δικάζει την υπόθεση που άγεται ενώπιον του εξ υπαρχής, κατά το νόμο και κατά την ουσία, δεν περιορίζεται μόνο στην εξέταση της διαδικασίας και των στοιχείων κρίσης της διοικητικής αρχής που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, αλλά προχωρεί παραπέρα και εξετάζει και την ουσιαστική ορθότητα της de novo και ex nunc. Ο Αιτητής αναμένεται να προβάλει, στο πλαίσιο της διοικητικής ή και της παρούσας δικαστικής διαδικασίας, τέτοιους συγκεκριμένους και ειδικούς ισχυρισμούς, οι οποίοι εν δυνάμει θα δικαιολογούσαν την υπαγωγή του στο καθεστώς διεθνούς προστασίας. Η πιο πάνω ανάλυση λόγω της έκτασης της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου καθιστά αλυσιτελή την προβολή υποπεριπτώσεων λόγων προσφυγής π.χ. έλλειψη δέουσας έρευνας, ορισμένες διαδικαστικές πλημμέλειες κατά την έκδοση της επίδικης πράξης. Εν προκειμένω, ο Αιτητής εκπροσωπούμενος και δια συνηγόρου, έχει την ευκαιρία να εκθέσει τους ισχυρισμούς του και να λάβει όλα τα δέοντα δικονομικά μέσα προς τεκμηρίωσή τους [Βλ. «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», Επαμεινώνδας Π. Σπηλιωτόπουλος, 14ης Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 260, υποσημ. 72, «Εισηγήσεις Διοικητικού Δικονομικού Δικαίου, Χαράλαμπος Χρυσανθάκης, 2η Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σελ. 247 και Π.Δ. Δαγτόγλου, (Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο), σελ. 552]. Ως αλυσιτελείς  χαρακτηρίζονται  οι λόγοι προσφυγής, οι οποίοι ακόμα και αν γίνουν δεκτοί δεν πρόκειται να οδηγήσουν σε ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης [Βλ. Η προβολή ισχυρισμών στις διοικητικές διαφορές ουσίας, Α. Αθ. Αρχοντάκη, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 100].

 

10.          Επισημαίνεται επιπλέον συναφώς ότι αποτελεί βασική νομολογιακή αρχή ότι η έκταση της έρευνας, ο τρόπος και η διαδικασία που θα ακολουθηθεί ποικίλλει ανάλογα με το υπό εξέταση ζήτημα, ανάγεται δε στην διακριτική ευχέρεια της Διοίκησης (Βλ. Δημοκρατία ν. Κοινότητας Πυργών κ.ά. (1996) 3 Α.Α.Δ. 503, Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας ν. Ζάμπογλου (1997) 3 Α.Α.Δ. 270, Α.Ε. Aρ.: 3017, Αντώνης Ράφτης ν. Δημοκρατίας, ημερ. 5.6.2002, (2002) 3 ΑΑΔ 345).

 

11.          Η γενική αυτή νομολογιακή αρχή θα πρέπει να εξεταστεί εν προκειμένω υπό το φως του ειδικού δικαίου που διέπει τη διαδικασία εξέτασης μίας αιτήσεως ασύλου και των αρχών που θεσπίζει τόσο η εθνική όσο και η ενωσιακή νομοθεσία. Συναφές εν προκειμένω είναι το άρθρο 16 του περί Προσφύγων Νόμου και ειδικότερα τα εδάφια (2) και (3) αυτού. Από τις εν λόγω διατάξεις απορρέει καταρχάς η υποχρέωση του Αιτητή να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια προς τεκμηρίωση της αίτησης ασύλου του. Σύμφωνα με πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Βλ. ενδεικτικώς, Υπόθ. Αρ. 1721/2011, Ηοοman & Mahiab Khanbabaie vAναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 30.6.2016, ECLI:CY:AD:2016:D320) αποτελεί υποχρέωση του αιτητή ασύλου να επικαλεστεί έστω και χωρίς να προσκομίσει τυπικά αποδεικτικά στοιχεία, συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που του προκαλούν κατά τρόπο αντικειμενικώς αιτιολογημένο, φόβο δίωξης στη χώρα του για κάποιον από τους λόγους που αναφέρει το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου (Βλ. επίσης νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, αποφάσεις αρ. 1093/2008, 817/2009 και 459/2010). Εν συνεχεία ωστόσο, λόγω ακριβώς της δυσχέρειας των αιτητών ασύλου να τεκμηριώσουν με συγκεκριμένα στοιχεία την αίτησή τους, γεννάται υποχρέωση της διοίκησης να συνδράμει τον αιτητή σε αυτήν την προσπάθεια προβολής και τεκμηρίωσης των ισχυρισμών του (Βλ. Εγχειρίδιο για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών παρ. 195 επ., Βλ. επίσης αναφορικά με την ενεργό συνεργασία Απόφαση του ΔΕΕ της 22ας Νοεμβρίου 2012, Υπόθεση C‑277/11, M. M., ECLI:EU:C:2012:744, σκέψεις 63 έως 68).

 

12.          Προχωρώντας στην εξέταση της ουσίας των ισχυρισμών του Αιτητή, επισημαίνω συναφώς τα ακόλουθα: Στην αίτησή του για διεθνή προστασία, ως προς τα προσωπικά του στοιχεία, ο Αιτητής δήλωσε νιγηριανής καταγωγής. Ως προς τον λόγο εγκατάλειψης της χώρας καταγωγής του, ο Αιτητής δήλωσε ότι  έλαβε απειλές κατά της ζωής του από το θείο του, ο οποίος σκότωσε τον πατέρα το 2015, εξαιτίας κτηματικών διαφορών. Αποφάσισε να εγκαταλείψει τη χώρα του καθώς δέχτηκε επίθεση από αυτόν 12.7.2022. Εξαιτίας της εν λόγω επίθεσης έχασε το φίλο του, οποίος πυροβολήθηκε από μη κυβερνητικούς μασκοφόρους. Λόγω του ότι ο ίδιος δεν ακολουθεί τον Ισλαμισμό, όπως ο πατέρας του, ο τελευταίος δεν του συμπεριφερόταν καλά και ως εκ τούτου έκλεψε χρήματα από τον πατέρα του και εγκατέλειψε τη χώρα.  

 

13.          Κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξης, ο Αιτητής δήλωσε ως τόπο καταγωγής και τελευταίας συνήθους διαμονής του την πρωτεύουσα Abuja, στην οποία μετακόμισε το 2016. Γεννήθηκε ωστόσο στην πολιτεία Edo το 1989 όπου διέμενε μέχρι το 2015. Είναι χριστιανός καθολικός ως προς το θρήσκευμα και ανήκει στη φυλή Esan. Ως προς την οικογενειακή του κατάσταση, δήλωσε μονήρης, η μητέρα του διαμένει στην πολιτεία Imo, o πατέρας του έχει αποβιώσει ενώ έχει επίσης έναν αδελφό και δύο αδελφές. Ως προς το μορφωτικό του επίπεδο είναι απόφοιτος ανώτατης εκπαίδευσης στον τομέα των ηλεκτρονικών υπολογιστών. Από το 2018 μέχρι που εγκατέλειψε τη χώρα του εργαζόταν στη δική του επιχείρηση στοιχημάτων.  Κατά την ελεύθερή του αφήγηση, ο Αιτητής επανέλαβε ότι ο λόγος εγκατάλειψης της χώρας του ήταν η απειλή που αισθάνεται από το θείο του, στον οποίο αποδίδει το θάνατο του πατέρα του εξαιτίας των μεταξύ τους κτηματικών διαφορών καθώς επίσης και το θάνατο ενός φίλου του μετά από επίθεση που δέχτηκαν στις 12.6.2022 από άγνωστους οπλοφόρους. Ακολούθως υποβλήθηκαν στον Αιτητή διευκρινιστικής φύσεως ερωτήματα αναφορικά με τις περιστάσεις του θανάτου του πατέρα του, τις κατ’ ισχυρισμό απειλές από το θείο του μετά το θάνατο του πατέρα του, το συμβάν του πυροβολισμού του φίλου του και την παρούσα κατάσταση των διαφιλονικούμενων ακινήτων.

 

14.          Αξιολογώντας τις ανωτέρω δηλώσεις του Αιτητή, οι Καθ' ων η αίτηση σχημάτισαν τρεις ουσιώδεις ισχυρισμούς, ο μεν πρώτος αναφορικά με την ταυτότητα, τη χώρα καταγωγής και τα προσωπικά στοιχεία του Αιτητή, ο δε δεύτερος αναφορικά με την απόφασή του να εγκαταλείψει τη χώρα του εξαιτίας κτηματικών διαφορών με το θείο του.  

 

15.          Ο πρώτος ισχυρισμός έγινε αποδεκτός, καθότι κρίθηκε ότι παρατέθηκε με επαρκή λεπτομέρεια και πως, βρισκόταν σε συμφωνία με το προσκομισθέν από τον Αιτητή έγγραφο (έγγραφο διαβατηρίου) και εν μέρει με τις εξωτερικές πηγές πληροφόρησης.

 

16.          Αντίθετα ο δεύτερος ισχυρισμός του Αιτητή έτυχε απόρριψης, καθότι οι Καθ' ων η αίτηση καθώς οι δηλώσεις του κρίθηκαν ως ασυνεπείς γενικόλογες χωρίς την ύπαρξη βιωματικών λεπτομερειών. Ειδικότερα, κρίθηκε ότι ο Αιτητής δεν μπορούσε να εξηγήσει επαρκώς τους λόγους για τους οποίους αποδίδει στο θείο του το θάνατο του πατέρα του, παρά μόνο αναφέρθηκε στο γεγονός ότι είχαν κτηματικές διαφορές ενώ ανέφερε γενικά ότι πριν από το θάνατό του ο πατέρας του έλαβε τηλεφώνημα από το θείο του. Ούτε όμως και για το θάνατο του φίλου του Αιτητή, ο τελευταίος ήταν σε θέση να δώσει επαρκείς λεπτομέρειες του συμβάντος ούτε ήταν σε θέση να εξηγήσει για ποιο λόγο αποδίδει τη δολοφονία του φίλου του στο θείο του. Ανακόλουθη κρίθηκε και η αναφορά του ότι μετά το 2015 δεν ξαναεπικοινώνησε με το θείο του ενώ ταυτόχρονα δήλωσε ότι γνώριζε ότι η επίθεση στόχευε τον ίδιο και ότι πίσω από αυτήν ήταν ο θείος του. Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, οι Καθ’ ων η αίτηση παρέπεμψαν σε πηγές που επιβεβαιώνουν τη συχνότητα των κτηματικών διαφορών στη Νιγηρία χωρίς ωστόσο, λόγω της υποκειμενικής φύσεως του ισχυρισμού να εντοπίζεται οποιαδήποτε συναφής εξωτερική πηγή. Ως εκ τούτου, ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός απορρίφθηκε στο σύνολό του.

 

17.          Με βάση το μόνο αποδεκτό ισχυρισμό του Αιτητή, οι Καθ' ων η αίτηση, λαμβάνοντας υπόψιν το προσωπικό του προφίλ, έκριναν ότι δεν δικαιολογείται η υπαγωγή του σε καθεστώς διεθνούς προστασίας. Οι Καθ' ων η αίτηση αξιολόγησαν και την κατάσταση ασφαλείας που επικρατεί στη χώρα καταγωγής και στον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή, κρίνοντας ότι ήταν η πόλη Benin της πολιτείας Edo προκειμένου να διερευνηθεί εάν αυτός μπορεί να υπαχθεί στις πρόνοιες περί συμπληρωματικής προστασίας. Με βάση πηγές πληροφόρησης, που έλαβαν υπόψη τους κατέληξαν ότι αυτές δεν καταδεικνύουν ότι υφίστανται συνθήκες αδιάκριτης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης.  Οι Καθ’ ων η αίτηση, κατά τη νομική ανάλυση, κατέληξαν ότι δεν προκύπτει δικαιολογημένος φόβος δίωξης του Αιτητή δυνάμει του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου, αλλά ούτε και πραγματικός κίνδυνος σοβαρής βλάβης αυτού δυνάμει του άρθρου 19(2) του περί Προσφύγων Νόμου.  

 

18.          Στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, ο Αιτητής δεν προέβαλε οποιοδήποτε νέο, ειδικό και τεκμηριωμένο ισχυρισμό συναφή με τον πυρήνα του αιτήματός του για διεθνή προστασία. Συγκεκριμένα, ο Αιτητής επανέλαβε τους ισχυρισμούς που προέβαλε και στη συνέντευξή του περί δίωξής του από το θείο του.

 

19.          Προχωρώντας στην de novo και ex nunc εξέταση των ενώπιόν μου δεδομένων, όπως υπαγορεύουν τα εδάφια (3) και (4) του άρθρου 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου, με βάση τα ενώπιον μου δεδομένα, αρχικά συντάσσομαι με το εύρημα των Καθ’ ων η αίτηση περί αξιοπιστίας του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού για τους λόγους που καταγράφονται στην εισηγητική έκθεση, η οποία αποτελεί και την αιτιολογική βάση της επίδικης απόφασης. Ωστόσο, διαφοροποιούμαι ως προς το εύρημα περί του τόπου τελευταίας συνήθους διαμονής του, καθώς αυτός δεν είναι κατά τις δηλώσεις του η πόλη Benin αλλά η πρωτεύουσα Abuja, στην οποία μετοίκησε από το 2016 και παρέμεινε εκεί μέχρι το 2022 οπότε κι εγκατέλειψε τη χώρα του. Στην ίδια πόλη ανέπτυξε την επιχειρηματική του δραστηριότητα (βλ. ερ. 49 του διοικητικού φακέλου).

 

20.          Ως προς τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό, ήτοι την κατ’ ισχυρισμό δίωξή του από το θείο του εξαιτίας κτηματικών διαφορών, παρατηρείται ότι αυτός όφειλε να είχε διακριθεί σε δύο επιμέρους ουσιώδεις ισχυρισμούς, κατά πρώτον, την κατ’ ισχυρισμό δολοφονία του πατέρα του Αιτητή από το θείο του εξαιτίας κτηματικών διαφορών και κατά δεύτερον της κατ’ ισχυρισμό δίωξης του Αιτητή από τον θείο του. Δεδομένου ωστόσο του γεγονότος ότι και οι δύο αυτοί ισχυρισμοί εξετάστηκαν και απορρίφθηκαν στο πλαίσιο του ενός ενιαίου ισχυρισμού και δεδομένης της συνάφειάς τους και συμφωνίας μου με το τελικό αποτέλεσμα της απόρριψής τους θα τους συνεξετάσω. Κοινό χαρακτηριστικό και των δύο ισχυρισμών αποτελεί το γεγονός ότι ο Αιτητής εδράζει την πεποίθησή του περί εμπλοκής του θείο του στις δύο δολοφονίες σε δικές του εικασίες. Ο ίδιος επιβεβαίωσε την προσπάθεια των αρχών της χώρας του να εξιχνιάσουν τα δύο αδικήματα χωρίς ωστόσο να είναι σαφές ποιος ήταν ο δράστης τους, πολύ περισσότερο εάν ο ιθύνων νους και των δύο δολοφονιών είναι κοινός. Εξάλλου, ο ίδιος ο Αιτητής ανέφερε ότι δεν έχει συνομιλήσει με το θείο του από το 2019, δηλαδή περί τα τρία έτη πριν από το τελευταίο συμβάν της δολοφονίας του φίλου του. Το περιεχόμενο των συνομιλιών και των κατ’ ισχυρισμό απειλών που έλαβε από το θείο του και από τρίτα πρόσωπα παρουσιάζονται με γενικότητα. Δεν παροράται εξάλλου το δεδομένο ότι τόσο η μητέρα του όσο και οι αδελφές του εξακολουθούν να βρίσκονται στη χώρα καταγωγής του και εξακολουθούν κατά τα λεγόμενά του να διατηρούν επικοινωνία, χωρίς ωστόσο να προκύπτει κάποια ενημέρωση του Αιτητή αναφορικά με οποιοδήποτε απειλητικό διάβημα εναντίον των μελών της οικογένειάς του που βρίσκονται στη χώρα καταγωγής. Καίτοι ο Αιτητής φαίνεται να έχει γνώση περί του αντικειμένου της κτηματικής διαφοράς, δεν κατόρθωσε να θεμελιώσει την εσωτερική του αξιοπιστία ως προς τον κίνδυνο που ο ίδιος κατ’ ισχυρισμό διατρέχει από το θείο του και ως προς το γεγονός της κατ’ ισχυρισμό δολοφονίας του πατέρα του από το θείο του. Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του συναφούς ισχυρισμού, εκ της υποκειμενικής φύσεώς τους, το μόνο που μπορεί να ληφθεί υπόψη και προκύπτει από τις πηγές που παραθέτουν οι Καθ’ ων η αίτηση είναι ότι οι κτηματικές διαφορές ως αφορμή διαπροσωπικών συγκρούσεων αποτελούν ένα γενικευμένο φαινόμενο στη χώρα καταγωγής του Αιτητή.

 

21.          Προχωρώντας στην αξιολόγηση του κινδύνου που ο Αιτητής διατρέχει σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα του σημειώνεται καταρχάς ότι, ότι ο τελευταίος τόπος συνήθους διαμονής του Αιτητή βρίσκεται στην πόλη Abuja της πολιτείας Federal Capital Territory. Κατόπιν αναζήτησης στη βάση δεδομένων ACLED προέκυψε ότι κατά τη διάρκεια ενός έτους, και συγκεκριμένα το διάστημα από τις 13.5.2023 έως τις 10.5.2024, στην εν λόγω πολιτεία καταγράφηκαν 243 περιστατικά ασφαλείας τα οποία οδήγησαν σε 82 απώλειες. Εξ αυτών των περιστατικών, 110 καταχωρήθηκαν ως «διαμαρτυρίες», τα 79 ως «βία κατά πολιτών» τα 31 ως «μάχες» και τα 23 ως «αναταραχές». Στην πόλη Abuja σημειώθηκαν 87 περιστατικά ασφαλείας, τα οποία είχαν ως συνέπεια την απώλεια μίας ανθρώπινης ζωής[1]. Σημειώνεται ότι ο πληθυσμός της Federal Capital Territory εκτιμάται ότι το 2022 ανερχόταν στα 3,067,500 και της Abuja στο 1,693,400[2].

 

22.          Ως προς την γενικότερη κατάσταση ασφαλείας στη χώρα καταγωγής του Αιτητή, σύμφωνα με το Portal RULAC (Rule of Law in Armed Conflict) της Ακαδημίας της Γενεύης, η Νιγηρία είναι αναμεμειγμένη σε δύο παράλληλες μη διεθνείς ένοπλες συρράξεις ενάντια στις μη κρατικές ένοπλες ομάδες Boko Haram και ISWAP (Islamic State in West Africa Province), οι οποίες δεν εκτείνονται στον τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή. [3]

 

23.          Ως εκ των ανωτέρω ποσοτικών και ποιοτικών δεδομένων σε σχέση με την πόλη Abuja,  περιοχή καταγωγής και τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή, καθώς και ως προς τη γενικότερη κατάσταση ασφαλείας στη χώρα, δεν προκύπτει ότι σε περίπτωση επιστροφής του ο Αιτητής θα βρεθεί αντιμέτωπος με συνθήκες αδιάκριτης βίας λόγω ένοπλης σύρραξης, οι οποίες να θέτουν σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας μόνο εκ της παρουσίας του στο έδαφος της συγκεκριμένης περιοχής εντός της έννοιας του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου.

 

24.          Επιπλέον, από το προφίλ του Αιτητή δεν προκύπτει οποιοσδήποτε κίνδυνος συναρτώμενος με το προφίλ του, ούτε και ο Αιτητής ήγειρε οποιοδήποτε ισχυρισμό περί αυτού. Σημειώνεται κατά τα άλλα ότι πρόκειται για άτομο που δεν παρουσιάζει κάποια στοιχεία ευαλωτότητας, καθότι είναι άρρεν, ενήλικας, νεαρός, υγιής και απόφοιτος ανώτατης εκπαίδευσης, με εργασιακή πείρα στη χώρα καταγωγής του. Περαιτέρω, από την συνέντευξη του Αιτητή δεν προκύπτουν προσωπικά χαρακτηριστικά που θα επέτειναν τον κίνδυνο στοχοποίησής του για έναν από τους περιοριστικά αναφερόμενους στον νόμο λόγους δίωξης. Δεν ανήκε σε πολιτική ή άλλη οργάνωση, ούτε αναφέρθηκε σε πράξεις δίωξης σε σχέση με τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις (χριστιανός καθολικός) ή την εθνοτική του καταγωγή (φυλή Esan)[4]. Άλλωστε πηγές επιβεβαιώνουν ότι η θρησκευτική ελευθερία προστατεύεται συνταγματικά στην Νιγηρία, και η κυβέρνηση έχει επίσης ξεκινήσει έναν μακρύ αγώνα ενάντια στην Boko Haram, μια μαχητική ομάδα που έχει βάλει στο στόχαστρο μετριοπαθείς μουσουλμάνους και χριστιανούς μαζί με τους αντίστοιχους οίκους λατρείας τους[5]

 

25.          Όλως επικουρικώς και παρά το εύρημα περί αναξιοπιστίας του δεύτερου ισχυρισμού του Αιτητή, εφόσον ο κατ’ ισχυρισμό φορέας δίωξής του είναι ιδιώτης (ο θείος του), θα μπορούσε ο Αιτητής, εάν ήθελε προκύψει οποιοσδήποτε κίνδυνος για τον ίδιο, να ζητήσει τη συνδρομή των αρχών της χώρας καταγωγής του. Πράγματι, δεν προκύπτει από τις δηλώσεις του Αιτητή απροθυμία, άρνηση ή αδυναμία των αρχών της χώρας του να τον προστατεύσουν, αφού ο ίδιος αποτάθηκε στην αστυνομία για την εξιχνίαση των φόνων και η τελευταία εανταποκρίθηκε στην καταγγελία προβαίνοντας σε ανακριτικές πράξεις. Υπενθυμίζεται σχετικώς, ότι η διεθνής προστασία αποτελεί προστασία δευτερεύουσα εκείνης της χώρας καταγωγής. [6] Ο Αιτητής καταγόμενος από τη Νιγηρία, εάν ήθελε προκύψει οποιοσδήποτε κίνδυνος από οποιοδήποτε μη κρατικό φορέα δίωξης θα μπορούσε να ζητήσει τη συνδρομή των αρχών της χώρας καταγωγής του, η οποία συγκαταλέγεται στις ασφαλείς χώρες ιθαγένειας και συνεπώς υφίσταται ανάλογο τεκμήριο ικανότητας των αρμοδίων κρατικών αρχών να τον συνδράμουν.  Σημειώνεται η ΚΔΠ 191/2024 με την οποία η χώρα καταγωγής του Αιτητή ορίζεται ως ασφαλής τρίτη χώρα ιθαγενείας, χωρίς εν προκειμένω αυτός να έχει προβάλει οποιουσδήποτε ισχυρισμούς/στοιχεία που αφορούν προσωπικά στον ίδιον και οι οποίοι να ανατρέπουν το τεκμήριο περί ασφαλούς τρίτης χώρας.

 

26.          Με βάση τα ανωτέρω, έχοντας ενώπιόν μου τον διοικητικό φάκελο της υπόθεσης, καθώς και την ίδια την επίδικη απόφαση καταλήγω ότι δεν δικαιολογείται η υπαγωγή του Αιτητή στο καθεστώς του πρόσφυγα, καθώς δεν τεκμηριώθηκε η συνδρομή βάσιμου φόβου δίωξης για κάποιον από τους λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου.

 

27.           Ούτε επίσης τεκμηριώνεται υπαγωγή του στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας (άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου), καθώς ο Αιτητής δεν τεκμηριώνει, αλλά και από τα ενώπιόν μου στοιχεία δεν προκύπτει ότι εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη. 

 

28.          Ειδικότερα, στην προκείμενη περίπτωση από το προαναφερόμενο ιστορικό του Αιτητή δεν προκύπτει, ότι ενόψει των προσωπικών του περιστάσεων, πιθανολογείται να εκτεθεί σε κίνδυνο βλάβης συγκεκριμένης μορφής [βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94, Elgafaji, σκέψη 32)], ήτοι ότι αυτός διατρέχει κίνδυνο σοβαρής βλάβης, λόγω θανατικής καταδίκης ή εκτέλεσης, βασανιστηρίων, απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του [βλ. άρθρο 19(2)(α) και (β)].

 

29.          Ως προς τους παράγοντες που δύνανται να ληφθούν υπόψιν κατά την αξιολόγηση του συστατικού στοιχείου της αδιάκριτης βίας, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: το ΔΕΕ) επεσήμανε σε πρόσφατη απόφασή του ότι λαμβάνονται υπόψη «[…]μεταξύ άλλων, η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύρραξης ως στοιχεία λαμβανόμενα υπόψη κατά την εκτίμηση του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 (πρβλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C‑285/12, EU:C:2014:39, σκέψη 35), καθώς και άλλα στοιχεία όπως η γεωγραφική έκταση της κατάστασης αδιάκριτης άσκησης βίας, ο πραγματικός προορισμός του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής στην οικεία χώρα ή περιοχή και οι τυχόν εκ προθέσεως επιθέσεις κατά αμάχων εκ μέρους των εμπόλεμων μερών.» (ΔΕΕ, C-901/19, ημερομηνίας 10.6.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland, σκέψη 43).

 

30.          Περαιτέρω, ως προς τον προσδιορισμό του επιπέδου της ασκούμενης αδιάκριτης βίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (στο εξής: το ΕΔΔΑ) στην απόφασή του Sufi and Elmi (ΕΔΔΑ, απόφαση επί των προσφυγών  8319/07 and 11449/07, ημερομηνίας 28.11.2011) αξιολόγησε, διευκρινίζοντας ότι δεν κατονομάζονται εξαντλητικά, τη χρήση μεθόδων και τακτικών πολέμου εκ μέρους των εμπόλεμων πλευρών οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο αμάχων θυμάτων ή ευθέως στοχοποιούν αμάχους, εάν η χρήση αυτών είναι διαδεδομένη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, και, τελικά, τον αριθμό των αμάχων που έχουν θανατωθεί, τραυματιστεί και εκτοπιστεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης.

 

31.          Περαιτέρω, όπως διευκρίνισε το ΔΕΕ «ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας.» (απόφαση στην υπόθεση C-465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji κ. Staatssecretaris van Justitie, ημερ.17.2.2009) Ιδίως ως προς την εφαρμογή της αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας, το ΔΕΕ στην ως άνω απόφαση διευκρίνισε ότι «ότι όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας.».   

 

32.          Αλλά και όλως επικουρικώς, των ανωτέρω, δεν εντοπίζω οποιοδήποτε παράγοντα επίτασης κινδύνου εξετάζοντας τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή, διαπιστώνοντας ότι αυτός, σε κάθε περίπτωση,  όπως εκτέθηκε ανωτέρω, συνιστά άρρενα, νεαρής ηλικίας, απόφοιτο τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, χωρίς προβλήματα υγείας και με ικανότητα να εργαστεί. Ακόμη κι εάν ο ίδιος δεν επιθυμεί την επιστροφή του στον τελευταίο τόπο διαμονής του, με βάση το προφίλ του, θα μπορούσε να εξασφαλίσει μία ασφαλής διαβίωση σε άλλες περιοχές εντός της χώρας καταγωγής του.

 

33.          Ενόψει των ανωτέρω, η περαιτέρω εξέταση των προβαλλόμενων λόγων προσφυγής, για τους λόγους που αναφέρονται ανωτέρω, καθίσταται αλυσιτελής.

 

Ως εκ τούτου, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με €1000 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση.

                                                                               

      

                                                                            Κ.Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 



[1] ACLED, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο: https://acleddata.com/explorer/ (βλ. 
Πλατφόρμα ACLED Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσηςΧΡΟΝΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ: past year of ACLED DATA, ΤΥΠΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: All event types, και ΠΕΡΙΟΧΗ: Africa - Nigeria - Federal Capital Territory/Abuja) (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 18/06/2024).

[2] City Population, https://www.citypopulation.de/en/nigeria/admin/ (Nigeria - Federal Capital Territory/Abuja) (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 18/06/2024).

[3] RULAC https://www.rulac.org/browse/countries/nigeria#collapse1accord (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 18/06/2024).

[4] Nigeria: Esan ethnic group; whether it is a sub-group of the Yoruba; religions practised; whether members of this ethnic group engage in Ogboni practices, Ekpoma Okpa - United Kingdom, The Esan People, https://webarchive.archive.unhcr.org/20230530092653/https://www.refworld.org/docid/3f7d4de138.html, https://ekpomaokpa.co.uk/the-esan-people/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 18/06/2024).

[5]Freedom House – Nigeria, Annual report on political rights and civil liberties in 2023 https://freedomhouse.org/country/nigeria/freedom-world/2024 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 18/06/2024).

[6] European Asylum Support Office (EASO), 'Practical Guide: Qualification for International Protection' (2018), σ. 36 

 https://euaa.europa.eu/sites/default/files/easo-practical-guide-qualification-for-international-protection-2018.pdf


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο