ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθ. Αρ.: 4624/2023

05 Ιουνίου, 2024

[Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

A.A., από το Καμερούν και τώρα στη Λευκωσία

Αιτητής

-και-

 

Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπουργείου Εσωτερικών, Υπηρεσίας Ασύλου

 

Καθ' ων η Αίτηση

Εμφανίσεις:

Ο Αιτητής Παρών

Ο. Ηλιάδης (κος) για Ε. Μυριάνθους (κα), Δικηγόρος για τον Αιτητή

Π. Βρυωνίδου (κα) για Α. Αναστασιάδη (κα), Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα, Δικηγόρος για τους Καθ' ων η Αίτηση.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με την παρούσα προσφυγή ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, επιστολής ημερομηνίας 23/11/23, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας, ως άκυρη, παράνομη, αντισυνταγματική και στερούμενη κάθε έννομου αποτελέσματος.

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Ο Αιτητής υπέβαλε αίτηση για διεθνή προστασία στις 30/09/19, πραγματοποιήθηκε η συνέντευξη του στις 07/07/23 και σχετική έκθεση/εισήγηση ημερομηνίας 30/08/23, με την οποία εισηγείτο την απόρριψη του αιτήματος του. Ο εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης στις 06/09/23, απόφαση που αποτελεί και το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Ο δικηγόρος για τον Αιτητή υιοθετώντας τους λόγους αιτήματος ασύλου του δεύτερου υποστήριξε ότι η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε χωρίς δέουσα έρευνα και αναιτιολόγητα και ότι οι Καθ’ ων η αίτηση ενήργησαν υπό πεπλανημένα κριτήρια και δεν έλαβαν υπόψη τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή. Ανέφερε, ότι το Καμερούν δεν συμπεριλαμβάνεται στον εθνικό κατάλογο με τις ασφαλείς χώρες ιθαγένειας, αλλά ούτε του αναγνωρίστηκε τουλάχιστον το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.

 

Οι Καθ' ων η αίτηση απάντησαν ότι η προσβαλλόμενη με την παρούσα προσφυγή απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος και των Νόμων, μετά από δέουσα έρευνα και ορθή ενάσκηση των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στους Καθ' ων η Αίτηση και αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα ουσιώδη στοιχεία, γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης και ότι η επίδικη απόφαση είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη. Υποστήριξαν δε ότι οι λόγοι ακύρωσης δεν αιτιολογούνται και/ή τεκμηριώνονται με βάση την πάγια νομολογία και τους σχετικούς διαδικαστικούς κανονισμούς.

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

Προτού το Δικαστήριο προβεί σε εξέταση λόγων ακύρωσης θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι ισχυρισμοί του Αιτητή όπως αυτοί προβάλλονται μέσω της συνηγόρου του στο δικόγραφο της προσφυγής, δεν αναπτύσσονται επαρκώς στην Γραπτή Αγόρευση. Απλή επίκληση παραβίασης Νόμων και γενικών αρχών διοικητικού δικαίου, χωρίς οποιαδήποτε συγκεκριμενοποίηση δεν είναι αρκετή. Η αιτιολόγηση νομικών σημείων είναι απαραίτητη για την εξέταση λόγων ακύρωσης από το Δικαστήριο, οποιαδήποτε αοριστία ή ασάφεια, αναπόφευκτα επηρεάζει τη νομική τους βάση με αποτέλεσμα να κινδυνεύουν να κριθούν αναιτιολόγητοι και ανεπίδεκτοι δικαστικής εκτίμησης. Ούτε μπορούν να γίνουν αποδεκτοί ισχυρισμοί που δεν εξειδικεύονται ή δεν αιτιολογούνται, διότι με αυτό τον τρόπο το Δικαστήριο, παρόλο που ασκεί και έλεγχο ουσίας, θα οδηγείτο σε συζήτηση σχεδόν οιουδήποτε θέματος κατά παράβαση των δικονομικών διατάξεων και του ρόλου που διαδραματίζουν στον καθορισμό των επίδικων θεμάτων και της διεξαγωγής της διοικητικής δίκης. (Βλέπε Κανονισμό 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, που εφαρμόζεται κατ΄ αναλογία και από το παρόν Δικαστήριο - Κανονισμός 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας  Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 έως 2022 (3/2019), και των λεχθέντων στη  Δημοκρατία ν. Κουκκουρή(1993) 3 Α.Α.Δ. 598, Latomia Estate Ltd v. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672, Δημοκρατία ν. Σπύρου (2007) 3 Α.Α.Δ. 533, Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 Α.Α.Δ. 598, επίσης - Ιωσηφίδης ν. Γενικού Εισαγγελέα (1990) 3 Α.Α.Δ. 4599Kadivari ν. Δημοκρατίας (αρ. 2) (1992) 4 Α.Α.Δ. 2924). Σημειώνεται δε, ότι λόγοι ακύρωσης που καταγράφονται στην προσφυγή, αλλά δεν έχουν αναπτυχθεί μέσω της Γραπτής Αγόρευσης θεωρείται, με βάση την πάγια νομολογία, ότι έχουν εγκαταλειφθεί.

 

Λαμβάνοντας υπόψη τα πιο πάνω που εφαρμόζονται και στην παρούσα υπόθεση, προχωρώ να εξετάσω μόνο τους λόγους ακύρωσης που καλύπτονται επαρκώς από τους νομικούς ισχυρισμούς του δικογράφου της προσφυγής και πληρούν τις προϋποθέσεις αιτιολόγησης.

 

Δεδομένης της πιο πάνω κατάληξης, το Δικαστήριο αντλώντας τις εξουσίες που ορίζονται στο Άρθρο 11 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 έως 2023 (Ν. 73(I)/2018), προχωρεί σε εξέταση της ουσίας του αιτήματος του Αιτητή και των στοιχείων του διοικητικού φακέλου του (στο εξής «ΔΦ») σε συνδυασμό με τους λόγους ακύρωσης που αφορούν έλλειψη δέουσας έρευνας και πλάνης της προσβαλλόμενης πράξης.

 

Με την αίτηση ασύλου του ο Αιτητής ισχυρίστηκε πως λόγω πολιτικών ζητημάτων, αστάθειας και πολέμου που επικρατεί στη χώρα του, εγκατέλειψε το Καμερούν (ερυθρά 1 ΔΦ). Κατά την συνέντευξη δήλωσε ότι γεννήθηκε στη πόλη Buea και δήλωσε ως τόπο συνήθους διαμονής του το χωριό Inokun. Ανέφερε περαιτέρω ότι ανήκει στην εθνοτική ομάδα Manyu - Bayangi, είναι Χριστιανός, άγαμος, απόφοιτος δημοτικής εκπαίδευσης, συνέχισε τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση με ειδικότητα στις κατασκευές, χωρίς ωστόσο να ολοκληρώσει την εκπαίδευση. Οι γονείς του βρίσκονται στη πόλη Buea και διατηρεί επικοινωνία μαζί τους (ερυθρά 39-38 ΔΦ).

 

Αναφορικά με τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του πρόβαλε κατά την ελεύθερη αφήγηση του την πολιτική αστάθεια και ότι το 2017, όταν κατάφερε να ανοίξει μια επιχείρηση καυσίμων, έπρεπε να πληρώνει φόρους στην κυβέρνηση και τους αποσχιστές. Η κυβέρνηση εξέδωσε εναντίον του ένταλμα σύλληψης διότι πλήρωνε φόρους και στους αποσχιστές. Ισχυρίστηκε ότι  τον 10ο/2017 τέθηκε υπό κράτηση για περίοδο 21 ημερών και αφέθηκε ελεύθερος όταν ο δικηγόρος του πλήρωσε για την αποφυλάκιση του. Δήλωσε ότι το 6ο/2019 εκδόθηκε εκ νέου ένταλμα σύλληψης εναντίον του και κρύφτηκε στους θάμνους μέχρι τον 9ο/2019, όταν και εγκατέλειψε νόμιμα τη χώρα καταγωγής του.  

 

Ο λειτουργός αποδέχθηκε τα προσωπικά στοιχεία/προφίλ του Αιτητή (ερυθρά 69-68 ΔΦ), απέρριψε, όμως, ως εσωτερικά αναξιόπιστους τους ισχυρισμούς του ότι οι στρατιωτικοί τον συνέλαβαν τον 10ο/2017, καθότι κατηγορήθηκε ότι πλήρωνε φόρους στους αποσχιστές για την επιχείρηση καυσίμων του καθώς και ότι τον 6ο/2019, ο δικηγόρος του τον προειδοποίησε ότι ο στρατός επρόκειτο να τον συλλάβει, διότι είχε εκδοθεί ένταλμα σύλληψης εναντίον του. Στην σχετική έκθεση/εισήγηση καταγράφονται οι ανακρίβειες, η έλλειψη πληροφοριών και λεπτομερειών, τα ανεπαρκή στοιχεία και οι γενικότητες στα λεγόμενα του Αιτητή. Ειδικότερα προκύπτουν τα ακόλουθα:

- ζητήθηκε από τον Αιτητή να αναφέρει λεπτομέρειες για τη σύλληψη του από το στρατό αλλά δεν ήταν σε θέση να παρέχει οποιαδήποτε προσωπική περιγραφή, αναφέροντας γενικά ότι παρόντες στη σύλληψη του ήταν οι γονείς του και ότι του δήλωσαν ότι δεν έπρεπε να δώσει χρήματα στους αποσχιστές καθώς δεν έχουν τέτοιο δικαίωμα (ερυθρό 36 ΔΦ),

- ερωτηθείς πως ο στρατός γνώριζε ότι έδινε χρήματα στους αποσχιστές, ο Αιτητής δήλωσε ότι δεν γνωρίζει αλλά υπέθεσε ότι οι στρατιωτικοί γνωρίζουν διότι έχουν πληροφοριοδότες,

- ο Αιτητής προσκόμισε ένταλμα σύλληψης του 10ου /2017, όπου παρατηρήθηκε από τον λειτουργό όταν υπήρχαν ασυνέπειες στο εν λόγω έγγραφο, ήτοι ορθογραφικά λάθη, θολές σφραγίδες και μη ευανάγνωστα ονόματα (ερυθρό 32 ΔΦ),

- γενικές ήταν οι δηλώσεις του για τις συνθήκες απελευθέρωσης του, δηλώνοντας ότι όταν απελευθερώθηκε με εγγύηση δεν του ανέφεραν οτιδήποτε, απλά ότι έπρεπε να βγει (ερυθρό 36 ΔΦ),

- προσκόμισε δε έγγραφο με τίτλο «Release Order», όπου ο λειτουργός εντόπισε ορθογραφικά λάθη, διαφορετικά δικαστήρια ως εκδούσα αρχή, ασυνέπειες και θολές σφραγίδες (ερυθρό 30 ΔΦ),

- γενικές και μη λεπτομερείς ήταν οι δηλώσεις του αναφορικά με το δεύτερο ένταλμα σύλληψης του τον 6ο/2019, δηλώνοντας ότι τον ενημέρωσε τηλεφωνικώς ο δικηγόρος του και εγκατέλειψε το χωριό του πριν έρθει η αστυνομία, και παρέμεινε στους θάμνους μέχρι και τον 9ο/2019,

- ενώ αρχικά δήλωσε ότι ο στρατός τον αναζητούσε στη συνέχεια δήλωσε ότι ήταν η αστυνομία, με τον ίδιο να δηλώνει ότι στρατός και αστυνομία είναι το ίδιο,

- δήλωσε ότι μεταξύ ετών 2017-2019 δεν του συνέβη οτιδήποτε, ότι δεν είχαν αρκετό φαγητό (ερυθρό 35 Δ.Φ.),

- επισημάνθηκε ότι ως προκύπτει από το διαβατήριο του από τις 21/03/19 μέχρι 06/09/19, ο Αιτητής βρισκόταν στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, με αποτέλεσμα οι δηλώσεις του ότι τον Ιούνιο του 2019 αστυνομία ή στρατός τον αναζητούσαν και ο ίδιος κατάφερε να αποδράσει και κρυβόταν στους θάμνους, να μην ανταποκρίνονται στη πραγματικότητα (ερυθρό 35 ΔΦ),

 

Μετά από συνολική αξιολόγηση της γενικότερης αξιοπιστίας του Αιτητή, των όσων τέθηκαν ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου υπό μορφή δηλώσεων[1] διαπιστώνω ότι η αξιοπιστία του επί των ανωτέρων σημείων του αιτήματος του, δεν τεκμηριώνεται. Η πλήρης εικόνα που διαμορφώνεται μέσω των στοιχείων του φακέλου του, κατόπιν ορθολογικής ανάλυσης και δίκαιης στάθμισής τους[2], επιβεβαιώνει τα συμπεράσματα του λειτουργού. Το αφήγημα του εμπεριέχει δηλώσεις που δεν θεωρούνται λεπτομερείς, συγκεκριμένες, με τον Αιτητή στο τέλος της συνέντευξης να παραδέχεται ότι οι ισχυρισμοί του δεν ήταν αληθείς, καθότι στη πραγματικότητα βρισκόταν στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (Άρθρο 18 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000), βλέπε επίσης Πρακτικός Οδηγός της ΕΑΣΟ: Αξιολόγηση των Αποδεικτικών Στοιχείων, Μάρτιος 2015, σελ.11 και Evidence and credibility assessment in the context of the Common European Asylum System της EUAA, February 2023, σελ.57-72, 103-112, 120-131). Σύμφωνα, επίσης, και με την § 205 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών, ο Αιτητής θα έπρεπε:

 

«(i) να λέει την αλήθεια και να βοηθά τον εξεταστή με κάθε δυνατό τρόπο με την τεκμηρίωση των ισχυρισμών του με κάθε δυνατό τρόπο.

(ii) Να κάνει προσπάθεια να υποστηρίξει τα λεγόμενά του με κάθε διαθέσιμο τεκμήριο και να δώσει ικανοποιητική επεξήγηση για κάθε απουσία τεκμηρίων. Αν είναι αναγκαίο πρέπει να καταβάλει προσπάθεια να προσκομίσει επιπρόσθετα τεκμήρια.

(iii) Να παρέχει όλες τις σχετικές πληροφορίες που αφορούν τον εαυτό του και τις προγενέστερες εμπειρίες του με όσο το δυνατόν περισσότερες λεπτομέρειες για να καταστήσει ικανό τον εξεταστή να αποδείξει τους σχετικούς ισχυρισμούς.  Αναμένεται ότι θα του ζητηθεί να δώσει μια συνεκτική εξήγηση όλων των λόγων που επικαλείται για υποστήριξη του αιτήματός του για προσφυγικό καθεστώς και θα πρέπει να απαντήσει σε όλες τις ερωτήσεις που θα του υποβληθούν.»

 

Ούτε θα μπορούσε να τύχει του ευεργετήματος της αμφιβολίας το οποίο δίνεται μόνο όταν έχουν προσκομισθεί όλα τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία και όταν ο εξεταστής είναι γενικά ικανοποιημένος από την αξιοπιστία του Αιτητή (Βλέπε §204 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών). Τα γεγονότα της περίπτωσης του Αιτητή σε συνάρτηση με τα στοιχεία του φακέλου και τις αιτιάσεις του δεν προκύπτει να συντρέχουν στο πρόσωπο του εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά κριτήρια που μπορούν να στοιχειοθετήσουν το γεγονός ότι εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του και δεν επιθυμεί να επιστρέψει σε αυτή λόγω δικαιολογημένου φόβου δίωξης (§37-38 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών). Αναφορικά, τώρα, με τα έγγραφα που προσκόμισε ο Αιτητής (ερυθρά 30-32 ΔΦ) και αξιολογήθηκαν από τον λειτουργό σημειώνεται ότι σύμφωνα με το Άρθρο 4 (1) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας (στο εξής «ΟΕΑΑ» (αναδιατύπωση), η υποχρέωση τεκμηρίωσης της αίτησης φαίνεται να περιλαμβάνει την υποχρέωση υποστήριξης των δηλώσεων με έγγραφα ή άλλες αποδείξεις, δεν υπάρχει γενική απαίτηση να τεκμηριώνονται όλες οι πτυχές των δηλώσεων του αιτούντος με έγγραφα ή άλλες απο­δείξεις. H αξιολόγηση της αξιοπιστίας που διενεργείται από την αποφαινόμενη αρχή ή από δικαστικούς λειτουργούς αφορά τη διαδικασία έρευνας σχετικά με το αν το σύνολο ή μέρος των δηλώσεων του αιτούντος ή άλλων αποδεικτικών στοιχείων που υποβλήθηκαν από αυτόν σχετικά με τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά μπορεί να γίνει δεκτό προκειμένου να προσδιοριστεί αν ο αιτών πληροί τις προϋποθέσεις χορήγησης διεθνούς προστασίας[3]Σημειώνεται δε ότι, όταν παρουσιάζονται πληροφορίες που δημιουργούν ισχυ­ρούς λόγους αμφισβήτησης της αλήθειας των ισχυρισμών ενός αιτούντος άσυλο, ο ενδιαφερόμενος πρέπει να παράσχει ικανοποιητική εξήγηση των προβαλλόμενων ανακριβειών των ισχυρισμών τουεξετάζεται δε η συνέπεια των δηλώσεων του αιτούντος με τα απο­δεικτικά έγγραφα που προσκομίζει ο ίδιος προς στήριξη της αίτησής του[4]. Τα έγγραφα αξιολογούνται με κριτήρια, όπως  συνάφεια με το αίτημα, η ύπαρξη και ο τύπος του εγγράφου (π.χ. αν είναι γνήσιο και αυθεντικό) το περιεχόμενο και ο συντάκτης του εγγράφου[5]. Η αίτηση πρέπει να αξιολογείται συνολικά, με συνεκτίμηση όλων των παραγόντων που αφορούν τον αιτούντα, συμπεριλαμβανομένων της ηλικίας, του φύλου, του πολιτιστικού, εκπαιδευτικού και γλωσσικού υπόβαθρου, των αναπηριών, των προβλημάτων υγείας, των τραυματικών εμπειριών, του γενετήσιου προσα­νατολισμού, της ντροπής ή του στίγματος καθώς και όλων των άλλων συναφών αποδει­κτικών στοιχείων[6]. Από τις αρχές που ήδη αναφέρθηκαν μπορεί να συναχθεί ότι η αξιολόγηση αίτησης διεθνούς προστασίας πρέπει να βασίζεται στο σύνολο των αποδεικτικών στοιχείων[7]. Η συνολική αξιολόγηση της γενικότερης αξιοπιστίας του Αιτητή των όσων τέθηκαν ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου υπό μορφή εγγράφων και δηλώσεων του δεικνύουν ότι αξιοπιστία του αναφορικά με τα εντάλματα σύλληψης εναντίον αυτού δεν τεκμηριώνεται και/ή τα έγγραφα που προσκόμισε στην Υπηρεσία Ασύλου πλήττουν ουσιωδώς την αξιοπιστία των ισχυρισμών του. Ούτε έχει τεκμηριώσει με τις αιτιάσεις του ότι έχει καταδικασθεί, συλληφθεί, ή καταζητείται είτε από τις αρχές της χώρας της είτε από άλλους φορείς δίωξης (Βλέπε Άρθρα και του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000). Επομένως, η κατάληξη της Υπηρεσίας Ασύλου είναι αιτιολογημένη, λήφθηκε μετά από δέουσα έρευνα και στα πλαίσια του Νόμου καθότι από τα γεγονότα που τέθηκαν ενώπιον της και από τις παραστάσεις του Αιτητή δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του Άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000).

 

Ούτε η περίπτωση του Αιτητή εμπίπτει στις προϋποθέσεις παροχής σε αυτόν καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας. Όπως προκύπτει και από την έκθεση/εισήγηση του λειτουργού, παρόλο που δεν τεκμηριώθηκε η εσωτερική και εξωτερική αξιοπιστία του Αιτητή, έγινε αξιολόγηση και για τους σκοπούς παροχής σε αυτόν καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας. Ουδείς εκ των ισχυρισμών που πρόβαλε τεκμηριώνει την ύπαρξη ουσιωδών λόγων ώστε να πιστεύεται ότι ο ίδιος προσωπικά, σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του, θα υποβληθεί σε κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης ή σε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία, βάσει του Άρθρου 15, εδάφια (α) και (β), της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ[8] που αντιστοιχεί στο Άρθρο 19(2), εδάφια (α) και (β), του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν. 6(Ι)/2000). Ειδικά ως προς το σκέλος της διακινδύνευσης λόγω βίας ασκούμενης αδιακρίτως σε καταστάσεις ένοπλης σύρραξης, ο λειτουργός σημειώνει ότι βάσει των διαθέσιμων πληροφοριών από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης επιβεβαιώνεται ότι στην περιοχή του Αιτητή υπάρχουν περιστατικά ασφαλείας, όχι όμως σε υψηλό επίπεδο, ώστε να προκύπτει δεδομένης της έντασης της σύγκρουσης στην περιοχή του Αιτητή σε συνδυασμό με τις προσωπικές του περιστάσεις ότι θα εκτεθεί σε κίνδυνο σοβαρής βλάβης λόγω μόνο της παρουσίας του σε περίπτωση επιστροφής του (ερυθρό 62-59 ΔΦ). Από αναθεωρημένη έρευνα του Δικαστηρίου από τη βάση δεδομένων ACLED σε σχέση με τα περιστατικά που αφορούν το χωριό  Inokun δεν καταγράφηκαν περιστατικά ασφαλείας, ενώ ως προς τον τόπο καταγωγής του Αιτητή, τη πόλη Buea, προκύπτει ότι το διάστημα 27/05/23 έως τις 24/05/24 καταγράφηκαν μόνο 22 περιστατικά ασφαλείας τα οποία οδήγησαν σε 13 απώλειες. Εξ αυτών των 22 περιστατικών 2 καταχωρήθηκαν ως «μάχες» (χωρίς ανθρώπινες απώλειες),  15 ως «βία κατά αμάχων» (με 12 ανθρώπινες απώλειες), 3 ως «αναταραχές» (με 1 ανθρώπινη απώλεια), 2 περιστατικά ως «διαμαρτυρίες» (χωρίς ανθρώπινες απώλειες)[9],[10].. Τα αναθεωρημένα στοιχεία σε συνάρτηση με τα ατομικά χαρακτηριστικά και στοιχεία του Αιτητή, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι με την επιστροφή του στον τόπο διαμονής ή καταγωγής του στο Καμερούν θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη.

 

Επομένως, με βάση όλα τα ανωτέρω δεν διαπιστώνω ελλιπή έρευνα αλλά ούτε πλάνη περί το νόμο και των πραγματικών δεδομένων που λήφθηκαν υπόψη από την Υπηρεσία Ασύλου κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης (Βλέπε  Αντώνης Ράφτης ν. Δημοκρατίας, (2002) 3 Α.Α.Δ. 345 ). Η επάρκεια της αιτιολογίας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τα πραγματικά και νομικά περιστατικά της υπόθεσης, ενώ η αιτιολογία της προσβαλλόμενης πράξης συμπληρώνεται και/ή αναπληρώνεται μέσα από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου του Αιτητή ήτοι της έκθεσης/εισήγησης του λειτουργού η οποία αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της απόφασης του εξουσιοδοτημένου από τον Υπουργό Εσωτερικών αρμόδιου λειτουργού, όπως επίσης και από το σύνολο της όλης διοικητικής ενέργειας με αποτέλεσμα να καθίσταται εφικτός ο δικαστικός έλεγχος (Βλέπε Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ.270). Το Δικαστήριο μετά από έλεγχο νομιμότητας/ορθότητας και πραγματικό έλεγχο των περιστάσεων του Αιτητή, όπως αναλύεται ανωτέρω, καταλήγει στο ίδιο εύρημα ότι δηλαδή δεν μπορεί να του αναγνωριστεί το καθεστώς του πρόσφυγα ή συμπληρωματικής προστασίας. Ο Αιτητής δεν κατάφερε να τεκμηριώσει με οποιοδήποτε τρόπο ότι η χώρα του δεν είναι ασφαλής ειδικά για την περίπτωση του.

 

Για όλους του πιο πάνω λόγους, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται με €1300 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.

                         

 

 

Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.



[1] Βλέπε Άρθρο 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 έως 2023 (Ν6(Ι)/2000)

[2] Βλέπε High Court (Ανώτερο Δικαστήριο) (Ιρλανδία), IR κατά Minister for Justice Equality & Law Reform & anor, [2009] IEHC 353, ημερομηνίας 24/07/2009, σκέψη 11.

[3] EASO-Δικαστική ανάλυση-Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου, 1/2/2018,https://euaa.europa.eu/publications?field_category_target_id=15212&field_geo_coverage_target_id&field_keywords_target_id&title=&language=All&page=5, σελίδα 21

[4]Η απόφαση του ΕΔΔΑ, M.A. κατά Ελβετίας, προσφυγή αριθ. 52589/13, σκέψεις 62-67 παρέχει μια χρήσιμη αποτύπωση του τρόπου με τον οποίο το ΕΔΔΑ αξιολόγησε τη βαρύτητα που δόθηκε σε κλήτευση και απόφαση τις οποίες υπέβαλε ο αιτών, επιβεβαιώνοντας στη σκέψη 62 ότι το αληθές της ιστορίας του αιτούντος πρέπει επίσης να αξιολογείται στο πλαίσιο των υποβαλλόμενων εγγράφων.

[5]EASO-Δικαστική ανάλυση-Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου, 1/2/2018,https://euaa.europa.eu/publications?field_category_target_id=15212&field_geo_coverage_target_id&field_keywords_target_id&title=&language=All&page=4 , σελίδα 106 και επόμενες

[6]EASO-Δικαστική ανάλυση-Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου, 1/2/2018, https://euaa.europa.eu/publications?field_category_target_id=15212&field_geo_coverage_target_id&field_keywords_target_id&title=&language=All&page=5, σελίδα 73

[7]Βλέπε High Court (Ανώτερο Δικαστήριο) (Ιρλανδία), απόφαση της 24/09/2009, IR κατά Minister for Justice Equality & Law Reform & anor, [2009] IEHC 353, σκέψη 11, αρχή 4: «Η αξιολόγηση της αξιοπιστίας πρέπει να γίνεται με βάση την πλήρη εικόνα που διαμορφώνεται από το σύνολο των διαθέσιμων αποδεικτικών στοιχείων και πληροφοριών, κατόπιν ορθολογικής ανάλυσης και δίκαιης στάθμισής τους».

[8] του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας.

[9]ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, - ΠΕΡΙΟΧΗ: Africa - Cameroon, ADMIN: Sud-Ouest, Location: Inokun [Ημερομηνία Πρόσβασης:03/06/24]

[10] Η κατηγορία «μάχες» περιλαμβάνει τις υποκατηγορίες «ένοπλη σύγκρουση», «ανάκτηση εδαφών από τη κυβέρνηση», «κατάκτηση περιοχής από μη κυβερνητικό φορέα». Η κατηγορία «βία κατά αμάχων» περιλαμβάνει τις υποκατηγορίες «απαγωγή/εξαναγκασμένη εξαφάνιση», «επίθεση», «σεξουαλική βία». Η κατηγορία «έκρηξη/απομακρυσμένη βία» περιλαμβάνει τις υποκατηγορίες «επίθεση από αέρος/επίθεση με drone», «χρήση χημικών όπλων», «χρήση χειροβομβίδας», «απομακρυσμένη έκρηξη, ενεργοποίηση ναρκών, ενεργοποίηση αυτοσχέδιου εκρηκτικού μηχανισμού», «επίθεση με οβίδες/πυροβολικό/πύραυλο», «επίθεση αυτοκτονίας». Η κατηγορία «αναταραχές» περιλαμβάνει τις υποκατηγορίες «βία σε κατάσταση οχλοκρατίας» και «βίαιη διαδήλωση».


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο